Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010

οι AMM στο Roundhouse (22/8/1972)

Ποιο είναι το ζητούμενο; Οι AMM, το σημαντικό βρετανικό γκρουπ της «νέας μουσικής» με την 45ετή ιστορία; Το CD “At The Roundhouse” στην Anomalous Records από το Seattle [ICES 01] που κυκλοφόρησε το 2003 και που αποτελεί την πρώτη πλήρη εκδοχή μιας ιστορικής συναυλίας τους, που έλαβε χώρα στο Roundhouse του Λονδίνου τον Αύγουστο του ’72 (μέρος της οποίας εμφανίστηκε στη δισκογραφία, τότε, μέσω ενός EP στην εταιρία Incus); Ή μήπως ο άνθρωπος που βρέθηκε πίσω από εκείνο το live, ο Harvey “Job” Matusow (1926-2002), μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Αμερικής (CPUSA), χαφιές/ ψευδομάρτυρας – για να σώσει το τομάρι του – υπό τας διαταγάς του γερουσιαστή McCarthy στις αρχές του '50, μετανοήσας στην πορεία, μα πάνω απ’ όλα μία μεγάλη «σκοτεινή» μορφή του βρετανικού underground στα sixties/seventies; Ας μείνουμε προς το παρόν στα δύο πρώτα κι ας αφήσουμε την περίπτωση Matusow, θέμα «ειδικής μεταχείρισης», για κάποτε άλλοτε…Για την αρχή, ολίγα ιστορικά στοιχεία. Οι AMM σχηματίστηκαν στο Λονδίνο το 1965 από τους Lou Gare, Eddie Prevost, Keith Rowe και Lawrence Sheaff. Μία line-up που συν τω χρόνω θα επεκταθεί ελέω Cornelius Cardew, Christopher Hobbs και Christian Wolff. Από το 1971 έως το 1976 το γκρουπ θα εμφανίζεται ως duo, με τους Prevost και Gare. Έκτοτε, ο Rowe θα αντικαταστήσει τον Gare και με την προσθήκη του John Tilbury και άλλων περιστασιακών μουσικών, θα συνεχίσουν... την AMMΜusic μέχρι σήμερα. Σε τι συνίσταται αυτή; Σ’ ένα avant cocktail, με τεράστια ή λιγότερο τεράστια επίδραση σε όλο το σώμα της pop· από τους Beatles, έως τους Pink Floyd.
Παρένθεση. Οι ΑΜΜ υπήρξαν στη γέννησή τους μία ακόμη παραφυάδα του british underground. Επειδή έπαιζαν ένα είδος «προχωρημένης» jazz βρέθηκαν κοντά σε ανθρώπους που γούσταραν την beat ποίηση βλέποντας σ’ αυτούς (στους ΑΜΜ) ενδεχομένως ένα βρετανικό jazz ανάλογο· κάπως σαν την jazz του Monk, του Coltrane και του Ayler, που άκουγαν οι beat ποιητές στην Αμερική. (Βεβαίως, όταν ο Ginsberg ήλθε στην Ελλάδα πήγε - τον πήγαν -, ν’ ακούσει Πόλυ Πάνου και Τσιτσάνη, όχι Ανέστη Λογοθέτη και Γιάννη Χρήστου ας πούμε, αλλά αυτή είναι μία άλλη ιστορία). Στην Αγγλία, όσοι ήταν κοντά στη φάση άκουγαν και τζαζ (βεβαίως και αυτήν την... jazz των AMM). Ουσιαστικά το γκρουπ βγήκε μέσα από το London Free School, μία μεγάλη έκφραση του british underground, το οποίο ακολούθησε (νομίζω) την περίφημη International Poetry Incarnation (Ιούνιος του ’65). Το αντι-Πανεπιστήμιο στήριξαν ο John ‘Hoppy’ Hopkins, ο συγγραφέας-ψυχαναλυτής Felix de Mendelssohn, ο ακτιβιστής της Black Power στο Λονδίνο Michael X, ο Pete Jenner, οι ποιητές και άλλα τινά Michael Horovitz και Neil Oram, η Julie Felix, ο Joe Boyd, ο Harvey Matusow… Μέσα από αυτή την ομάδα μπόρεσαν οι AMM να δρασκελίσουν, τελικώς, την πόρτα της Elektra του Joe Boyd, ώστε να δουν ένα LP τους στο προσκήνιο (αυτό με το κίτρινο τριαξονικό στο εξώφυλλο, που ηχογραφήθηκε την 8 και 27/6/1966). Και ήταν ο Jenner εκείνος που έσπρωξε τον Syd Barrett να πάει να δει τον κιθαρίστα Keith Rowe (όπως γράφει ο Nicholas Schaffner στο βιβλίο του “Saucerful of Secrets, The Pink Floyd Odyssey”) και ήταν οι Beatles (ο Paul McCartney) εκείνοι που παρακολουθούσαν τα live των AMM, φτιάχνοντας τα δικά τους “Revolution 9” και “Carnival of light”. Ok, είχαν κι άλλες επιρροές, όμως οι AMM ήταν δίπλα τους. Κλείνει η παρένθεση.
Το live των AMM στο Roundhouse αποτελούσε μέρος ενός γενικότερου project του Matusow, που είχε τίτλο International Carnival of Experimental Sound (ICES) και το οποίο πήρε σάρκα και οστά (όχι χωρίς δυσκολίες) τον Αύγουστο του 1972. Στο event αυτό, που ξεκίνησε την 13η Αυγούστου με την παρουσίαση του multimedia έργου του John Cage “HPSCHD” (επί κεφαλής ήταν ο ίδιος), πήραν μέρος δεκάδες μουσικοί και γκρουπ της avant-garde, ανάμεσά τους και τα first class ονόματα των Ιαπώνων Taj Mahal Travellers και Stomu Yamash’ta, των Βρετανών Spontaneous Music Ensemble, της Lady June, του David Tudor, του David Rosenboom, του Jon Gibson, του Lol Coxhill, της Charlotte Moorman, των Steam! και πολλών άλλων. Οι AMM θα εμφανισθούν ως duo, με τους Lou Gare στο τενόρο και Eddie Prevost στα ντραμς, παρουσιάζοντας τη… σύνθεσή τους “The sound of indifference” διάρκειας 47 λεπτών.
Το παράξενο με τον… ήχο της αδιαφορίας έχει να κάνει, κυρίως, με τον τρόπο που αυστοσχεδιάζει ο Lou Gare, περισσότερο κοντά δηλαδή στην παράδοση του Lester Young, παρά σ’ αυτήν του Albert Ayler ή του Ornette Coleman. Από την άλλη ο Prevost χειρίζεται τα ντραμς όχι με σκοπό να συνοδεύσει το τενόρο, αλλά για να αναμετρηθεί μαζί του επί ίσοις όροις. Η μουσική που παράγεται κάτω από τέτοιες συνθήκες δεν είναι περιαυτολογική, δεν είναι καν δύστροπη για το αυτί, αλλά λειτουργώντας κάτω από καθεστώς ισότιμης σχέσης, αναφορικώς με τα δύο όργανα, αποπνέει μιαν ιδιαίτερη ζεστασιά, μάλλον δυσεύρετη σε τέτοιου τύπου ηχογραφήσεις.
Εκτιμώντας όχι μόνο τη σημασία του ICES ως γεγονός, αλλά και αυτήν καθ’ αυτήν του συγκεκριμένου άλμπουμ θα έλεγα πως το “At The Roundhouse” των AMM αποτελεί ακόμη μία εγγραφή βάσης, για την ευρωπαϊκή improv-scene.
(Πρώτη φορά έγραψα γι’ αυτό το live των AMM στο τεύχος 138 του J&T, τον Σεπτέμβριο του 2004. Θυμήθηκα το κείμενο, καθότι αυτές τις μέρες ακούω... σχετικό υλικό).

2 σχόλια:

  1. Έχοντας ακούσει το AMMMusic του 66 (επανέκδοση από matchless rec. το 89) καθώς και το live electronic music impro. (η πρώτη πλευρά είναι από του MEV και η 2η από ΑΜΜ το 68) καταλαβαίνω την μεγάλη επιρροη του ΣΠΟΥΔΑΊΟΥ Cornelious Cardew που έστρεφε το "πράμα" προς πιο ηλεκτρονικές κατευθύνσεις με πολύ έντονη της cageιανή επιδραση. Το θέμα είναι πως από τους ΑΜΜ μπορούσε ν' ακούσεις τα πάντα αφού τίποτα δεν ήταν προγραμματισμένο. Απ' τα πιο αντιεμπορικά σχήματα, ταγμένοι πλήρως στην ανένταχτη πρωτοπορία. Ο Cardew ήταν μαοιστής και ταοιστής και εντελώς ανοιχτό σύστημα έξω από οποιαδήποτε στεγανά (λες να τον "φάγανε" το 81;). Για κείνη την περίοδο 66-68 διάβασα πως ονομάζαν τον ήχο τους "the pink floyd sound" (εκ των υστέρων). Ο evan Parker έλεγε πως όλοι αναζητούσαν μια νέα ταυτότητα τότε και επηρρεασμένοι απ' τα πολιτικά κινήματα ήταν αυστηρα προσηλωμένοι στο ομαδικό πνεύμα σε αντίθεση με τα avant άλλων χωρών. Λέω να γράψω κάτι γιατί έχω πολύ υλικό της περιόδου.
    κώστας παπ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ένα από τα καλύτερα άλμπουμ αυτής της παρέας που έχω ακούσει είναι το It Had Been an Ordinary Enough Day (ΑΜΜ ΙΙΙ), που είχε βγει στην Japo/ECM το 1980. Προχώρα Κώστα...
    Τώρα πάμε για Evan Parker...

    ΑπάντησηΔιαγραφή