Κάτοικος Αστυπάλαιας για μιαν επταετία (1991-1997), ο Jackie Leven, έδωσε και το ελληνικό του άλμπουμ κάποια στιγμή, το “Greek Notebook” [Haunted Valley Clan, 1999] για το οποίον έγραψε στο ένθετο: «Ένα από τα ωραιότερα πράγματα που μου έτυχαν ποτέ ήταν η παραμονή μου, τους μήνες Μάιο και Σεπτέμβριο, για επτά χρόνια στο απομακρυσμένο ελληνικό νησί Αστυπάλαια. Συνολικά 14 μήνες – ένα αξιοσημείωτο κομμάτι της ζωής μου σ’ εκείνον τον τραχύ, ορεινό και έξω από την τουριστική ψυχαγωγία τόπο. Τις πολύ καθαρές μέρες, από την κορυφή της παλιάς χώρας, μπορούσες να δεις ακόμη και τη Ρόδο, 100 μίλια μακρυά. Από νωρίς το πρωί μέχρι τα απίστευτα χρυσά βράδυα, καθόμουν στο σπίτι μου σ’ ένα κορφοβούνι, που έμοιαζε περισσότερο με σπηλιά, τραγουδώντας και παίζοντας κιθάρα – με περιστασιακά διαλείμματα μυρίζοντας τα κρίνα, ή πήγαινοντας για μπάνιο, και μετά σ’ εκείνα τα καταπληκτικά μπαρ και εστιατόρια. Ηχογράφησα το υλικό, διάρκειας περίπου 40 ωρών, μέρος του οποίου θ’ ακούσετε, σ’ ένα επαγγελματικό walkman της Sony, παγώνοντας έτσι τις υπέροχες και παράξενες στιγμές, που έζησα σ’ εκείνο τον τόπο». Το άλμπουμ περιλαμβάνει 33 κομμάτια (instros και κάποια τραγούδια) συνολικού χρόνου 52:29. Πολλά από τα κομμάτια, τα οποία σε διάρκεια δεν ξεπερνούν το ένα λεπτό, μοιάζουν με σχεδιάσματα, πάνω στα οποία θα μπορούσε να πατήσουν συγκεκριμένα τραγούδια. Υπάρχουν βεβαίως και ολοκληρωμένα άσματα (όπως π.χ. το εισαγωγικό “Island one”, το “Island eighteen” ή το “Island twenty-one”), τα οποία έτσι όπως ακούγονται, τελείως «γυμνά», έξω από οποιαδήποτε επιτήδευση και με τους ήχους της φύσης πανταχού παρόντες, θυμίζουν τις μεγάλες folk στιγμές του παρελθόντος – όλο εκείνο το haunted κύκλωμα, που ξαναγράφει, τα τελευταία χρόνια, ιστορία (μέσω των ατελείωτων επανεκδόσεων).
Ο Jackie Leven γεννήθηκε κάπου στη Σκωτία το 1950. Η μουσική του διαδρομή ήταν αυτή των παιδιών της ηλικίας του· μέχρι τα τέλη των sixties δηλαδή, όταν η καριέρα του πήρε μία περισσότερο δραματική στροφή. Προσωπικό. Γνώριζα από χρόνια την ύπαρξη ενός άλμπουμ υπό τον τίτλο “Control” κάποιου John St.Field. Το άλμπουμ το είχε φτιάξει ένας Βρετανός εκεί γύρω στο ’73, αλλά έλαχε να κυκλοφορήσει μόνο στην Ισπανία(!), στην εταιρία Movieplay, δύο χρόνια αργότερα. Πληροφορίες έλεγαν πως επρόκειτο για ένα από τα κορυφαία acid- folk LP στην ιστορία της μουσικής. Το 2002 μία κορεάτικη(!) εταιρία, η Merry-Go-Round/ Beatball, επανεξέδωσε, επισήμως το “Control” σε 500 αντίτυπα βινυλίου, προσφέροντας κι ένα extra 4σέλιδο με liner notes από τον ίδιον, τον κύριο... St.Field. Τότε έμαθα για πρώτη φορά πως ο John St.Field δεν ήταν άλλος από τον Jackie Leven, ο οποίος αυτοπαρουσιαζόταν σημειώνοντας στο ένθετο: «αγαπητοί φίλοι, το “Control” είναι ένα άλμπουμ το οποίο έκανα το 1971(σ.σ. όντως;), ακολουθώντας μία σφοδρή φάση της ζωής μου – τότε που έπαιρνα LSD κάτω από διαφορετικές συνθήκες και περιστάσεις. Για να είμαι ειλικρινής, νομίζω ότι αυτό διακρίνεται στις ηχογραφήσεις, αν κι εκείνο που με ‘χτύπησε’, ακούγοντας ξανά αυτά τα τραγούδια μετά από τόσα χρόνια, είναι πόσο παρόμοιο είναι το γράψιμο εκείνου του 20χρονου παιδιού, με αυτό του σημερινού άνδρα. Χρησιμοποίησα το ψευδώνυμο John St.Field, επειδή είχα κάτι προβλήματα, τότε, με τις δυνάμεις του Νόμου και της Τάξης, νοιώθοντας την επιθυμία ν’ αλλάξω την ταυτότητά μου για λίγο. Παρά ταύτα, δεν μπορώ να συστήσω σε κανέναν σας ν’ αλλάξει τη δική του ταυτότητα παίρνοντας acid, προκειμένου να κάνει έναν τέτοιο δίσκο. Με ‘τεντώνει’ λίγο καθώς τον ακούω, αλλά παραμένει πάντα αγαπημένος μου». Τι να πεις για το “Control”; Ακούς μόνον το 11λεπτο “The problem” και αντιλαμβάνεσαι αμέσως την περιπτωσάρα τού λίγο πάνω από τα 20, τότε, Σκωτσέζου.Τα επόμενα χρόνια, όντας μέσα στο punk, o Jackie Leven δημιούργησε τους Doll by Doll, με τους οποίους έκανε πέντε άλμπουμ (τα τέσσερα βγήκαν κανονικά) στο διάστημα 1979-1982, συνδυάζοντας τις acid-folk «συνταγές» του παρελθόντος με τις punky αναφορές. Άλλη ιστορία…
Τα άλμπουμ του Jackie Leven, εδώ και μια 15ετία, αποτελούν παραγωγές της λονδρέζικης Cooking Vinyl κι έχω γράψει γι’ αυτά (άλλη μία φορά στο blog, αλλά και στο Jazz & Τζαζ). Η πιο πρόσφατη έκδοση που έπεσε στα χέρια μου και τον αφορά είναι ένα διπλό CD, υπό τον τίτλο “The Haunted Year/ Spring” (2009) και στο οποίο ανθολογούνται τα μάλλον δυσεύρετα “Man Bleeds In Glasgow” και “Greetings from Milford”, τα οποία είχαν πρωτοκυκλοφορήσει από το fan club του το 1999 και το 2002 αντιστοίχως. Ηχογραφημένο ζωντανά, κάπου στο Λονδίνο τον Σεπτέμβριο του ’98, το πρώτο μάς παρουσιάζει τον Jackie Leven με το τότε συγκρότημά του, τους Celtic Soulmen (Michael Cosgrave πλήκτρα, Steafan Hannigan uillean pipes, κρουστά, ο Leven παίζει κιθάρες, κρουστά και τραγουδά) σ’ ένα σύνολο δικών του συνθέσεων, μέσα από τις οποίες φεγγοβολεί το 10λεπτο στοιχειωμένο “Glenarm/ Burning the box of beautiful things” (κομματάρα!). Το “Greetings from Milford”, κι αυτό «ζωντανό» από το club Milford Social του Leicester (12/2001), το υπογράφουν ο Jackie Leven και οι The Stornoway Girls (Kevin Hewick ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, Dan Britton μπάσο, ακουστική & ηλεκτρική κιθάρα, φυσαρμόνικα, Lee Allatson ντραμς), με τη μόνη διαφορά ότι το ρεπερτόριο, τώρα, αποτελείται κυρίως από διασκευές – τραγούδια καλλιτεχνών που σημάδεψαν την καριέρα του σκωτσέζου songwriter. Τα “She belongs to me” (Bob Dylan), “Pale blue eyes” (Lou Reed), “Waiting for my man” (Lou Reed), “Madam George” (Van Morisson) και “Who is he and what is he to you?” (Bill Withers) αποδίδονται περίφημα από μιαν ομάδα μουσικών, που ξέρει να βγάζει «ατμόσφαιρα», παίζοντας ταυτοχρόνως με τις εντάσεις (και τα πάθη). Στη διάθεσή μου, όμως, υπάρχει και το… προτελευταίο κανονικό άλμπουμ του Jackie Leven, που κυκλοφόρησε πρόπερσι από την Cooking Vinyl, υπό τον τίτλο “Lovers At the Gun Club”. (Το πιο πρόσφατο έχει τίτλο “Gothic Road”, είναι του 2010, αλλά δεν το έχω ακούσει). Παρότι φαίνεται για live, είναι γραμμένο σε στούντιο, κάπου στην Ουαλία, και περιέχει, βασικά, δικές του συνθέσεις. Μία είναι σε ποίηση Kenneth Patchen (“To whom it may concern”), ενώ το άλμπουμ «κλείνει» – παράξενο – μ’ ένα τραγούδι τού David Childers· ερμηνευμένο από τον ίδιον τον Childers, δανεισμένο όμως από ένα δικό του δίσκο. Ο Leven έχει στη διάθεσή του μία μεγάλη ομάδα οργανοπαικτών (περισσότεροι από 15) κάνοντας ένα από τα πιο «αμερικάνικα» άλμπουμ της καριέρας του. Εντάξει, υπάρχει πάντα ο Van Morrison, αλλά υπάρχει και ο Lou Reed (ο Leven δεν έκρυψε ποτέ ό,τι αγαπάει), όπως υπάρχει ο americana ύμνος “Fareham confidential”, το blues alla Tom Waits ("The dent in the fender and the wheel of fate”), το ακουστικό “Olivier blues”, το οποίο στην τεχνοτροπία είναι ίδιο... Blind Gary Davis, και ακόμη η υπνωτική αυτοβιογραφική(;) μπαλάντα “Woman in a car”, που φανερώνει απλώς ότι ο Jackie Leven είναι, και αυτός, ένας «Αμερικανός», που αψήφησε τα highlands και τα... κοχύλια του Αιγαίου, ίνα χυθεί με το… σαράβαλό του στους δρόμους μιας Αγριότερης Δύσης.
Ευχαριστώ (once more) για την υπενθύμιση του Control! Μοιάζει να έρχεται από το διάστημα 40 χρόνια μετά από την ηχογράφησή του...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω βρε Φώντα αλλά το Control ποτέ δεν μου έκανε click.Το βρίσκω κάπως επίπεδο.Και γενικότερα δεν νομίζω να έχει τόση απήχηση.Άλλωστε αυτό εν μέρει αποδεικνύεται απο το γεγονός οτι είναι ένα απο τα νούμερα της Beatball που ακόμα βρίσκεται πολύ άνετα.Εν αντιθέση με κάποια άλλα που εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝ.Μ
Έχω ν ακούσω ολόκληρο το "Control" 8 χρόνια. Λεπτομέρειες δεν θυμάμαι. Ξανάκουσα όμως προσφάτως το The problem και το βρήκα πολύ καλό. Εντάξει, μπορεί να υπάρχουν τραγούδια από άλλα άλμπουμ του Jackie Leven, που να μου αρέσουν περισσότερο από κάποια του "Control" - όπως αυτό το Glenarm - αλλά αυτό δε λέει κάτι αναγκαστικώς. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, πάντα, μπαίνουν στη μέση και τα γούστα.
ΑπάντησηΔιαγραφήTι άλλο είχε βγάλει η Beatball; Πρέπει να έχω κάποια - σίγουρα έχω τους Shiver τους Ελβετούς...
Έχει βγάλει ένα box set των σπουδαίων ΗΕ 6 συν ένα ακόμα album τους.Το soundtrack του Nerosubianco απο τους Freedom.Δυο του Shyn Jung Hyun όπως επίσης και το αριστούργημα(Now) της Κim Jung Mi.To Shiver όπως είπες.Κάποιους απο το Πουέρτο Ρίκο που αμελώ το όνομα τους.Το Canterbury Music Festival.Έχει κι άλλο αλλά δεν έχω κουράγιο να τα θυμηθώ τώρα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τον Jackie Leven δεν έχω συγκριτικό μιας και έμεινα στο Control.Δεν το έψαξα παραπάνω.Για να είμαι ειλικρινής βασικό κριτήριο αγοράς του εν λόγω album ήταν η Beatball μιας και οι επανεκδόσεις της είναι κάτι παραπάνω απο εξαιρετικές....
Ν.Μ
Κατάλαβα. Πολύ Κορέα... Δεν έχω τίποτα από δαύτα παρ εκτός ενός CD του Shyn Jung Hyun - που δεν είναι Beatball. Α, και το Nerosubianco από την ταινία του Tinto Brass.
ΑπάντησηΔιαγραφή