Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΥΡΙΔΗΣ τα θεατρικά

Κατ’ αρχάς να πω πως εμένα ο όρος «έντεχνο» μου αρέσει – και τον χρησιμοποιώ. Φυσικά, ένας τέτοιος όρος δεν υπονοεί πως τα καλά τραγούδια διαχωρίζονται σε «έντεχνα» και «άτεχνα» (αν και «άτεχνα», δηλαδή κακά τραγούδια υπάρχουν), αλλά πως ορισμένα τραγούδια έχουν «κάτι» που τα συνδέει μ’ ένα πολύ συγκεκριμένο… έντεχνο είδος. Εκείνο το «χατζιδακικό» – που ήταν και το μόνο που επιβίωσε, επί της ουσίας, από τα sixties και τα seventies. Θέλω να πω πως δεν επιβίωσε ούτε το θεοδωρακικό τραγούδι, ούτε το τραγούδι του Ξαρχάκου, ούτε του Λοΐζου, ούτε του Μαρκόπουλου, ούτε… ούτε… ούτε… Πείτε μου έναν συνθέτη που να επιμένει, σήμερα, σ’ αυτού του τύπου τα άσματα – κάποιον, τέλος πάντων, που να γράφει με τον τρόπο του Μούτση ή του Κουγιουμτζή. Δεν υπάρχει… Το περιωπής νταλκαδιάρικο, λαϊκοσουξέ τραγούδι των nineties (Μάλαμας, Θ. Παπακωνσταντίνου, Θαλασσινός κ.λπ.) εμένα δεν μου αρέσει να το λέω «έντεχνο» (το βλέπω περισσότερο σαν μια μετεξέλιξη του τραγουδιού των Ξυδάκη-Ρασούλη), όπως δεν θα πω «έντεχνους» τους Κατσιμιχαίους ή τον Μαχαιρίτσα (αυτούς θα τους κατατάξω στους τραγουδοποιούς, στους singers-songwriters όπως τους λένε και οι Αγγλοαμερικάνοι). Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται κάπως ανούσια, όμως είναι χρήσιμα όταν θέλουμε να συνεννοηθούμε. Οι λέξεις θέλω να πω, οι όροι, δεν είναι αμελητέες ποσότητες, και πρέπει, όσο είναι εφικτό, όταν τις/τους χρησιμοποιούμε να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Με αυτά κατά νου λέω πως «Τα Θεατρικά» του νέου συνθέτη Σταύρου Σταυρίδη είναι ένα «έντεχνο» άλμπουμ, που σημαίνει πως υπάρχει διάσπαρτη μια «χατζιδακική» αίσθηση, χωρίς, πάντως, να αποσιωπούνται άλλα επιμέρους στοιχεία από έτερες τραγουδιστικές σχολές.
«Τα Θεατρικά» [Μετρονόμος, 2014] είναι ένα CD με concept – έτσι το θέλει ο δημιουργός του. Αν και το πιο πιθανό είναι να μην εκληφθεί ως τέτοιο, από κάποιον που μπορεί ν’ ακούει τα τραγούδια, δίχως ταυτοχρόνως να ξεφυλλίζει το σχετικό βιβλιαράκι. Ο Σταυρίδης συνοδεύει τα λόγια των τραγουδιών του με μικρά κείμενα, που παρέχουν και μία ταυτόχρονη θεατρική ανάγνωση – και τούτο παρά το γεγονός πως οι συνθέσεις του είναι τόσο δουλεμένες και αυτάρκεις, ώστε να μπορεί να υπάρχουν και πέραν αυτών (των πρόσθετων κειμένων).
Το γεγονός, λοιπόν, πως έχουμε έναν άνθρωπο που γράφει τόσο εμπνευσμένες μουσικές και τόσο ταιριαστά, πάνω σ’ αυτές, λόγια, είναι ένα πρώτο δεδομένο που δεν πρέπει να μας αφήσει ασυγκίνητους. Και ναι, ακούγονται σπουδαία τραγούδια στα «Θεατρικά», προσμετρώντας ένα-ένα την πορεία προς το… ολοκληρωμένο. Ελληνικά τραγούδια, εννοώ, ενορχηστρωμένα για κιθάρες, μαντολίνα, ακορντεόν, διάφορα πνευστά, βιολί, βιολοντσέλο, που αμέσως, με την πρώτη κιόλας ακρόαση, αποκαλύπτουν την αμεσότητά τους. Πέντε φωνές (όχι από τις πολύ γνωστές – προσόν κι αυτό) και ακόμη εκείνη του συνθέτη-στιχουργού, που έχουν το χάρισμα να ακούγονται σαν «μία», αποτελούν το καταλληλότερο μέσο, ώστε τα τραγούδια να περάσουν στον κόσμο.
Τι να πρωτοδιαλέξει κανείς από ’δω! Είναι τέτοια η πληθωρικότητα του Σταυρίδη, που δεν τον εμποδίζει να «παίξει» ακόμη και με το «Χάρτινο το φεγγαράκι» (Χατζιδάκις – Γκάτσος), δίνοντας ένα δικό του… ανάλογο («Το φεγγάρι στην ποδιά») με τις φωνές των Δημήτρη Κωνσταντίνου και Σοφίας Αβραμίδου, ενώ αλλού σπάει τα κοντέρ με το φοβερό «Τσάμικος με λυμένα σχοινιά» (ένα από τα ωραιότερα «έντεχνα» τσάμικα της δισκογραφίας μας με τη φωνή της Ντίνας Γιακουμάκου – κουβέντα που δεν παραγνωρίζει ούτε τον Χατζιδάκι, ούτε τον Κουγιουμτζή των αντίστοιχων δικών τους).
Παρότι, λοιπόν, δεν υπάρχει μέτριο ή αδιάφορο κομμάτι στο άλμπουμ δεν μπορώ να μην επισημάνω, ακόμη, το «Θεατρικόν» (αποδίδει ο ίδιος ο συνθέτης), «Τα χρωματιστά» με τον πάντα σπουδαίο Θοδωρή Βουτσικάκη, «Το τσίρκο» (με τον συνθέτη και χορωδία) και το (σχεδόν) έσχατο βαλσάκι «Αυθαίρετο».
Ένα ουσιαστικό «έντεχνο» άλμπουμ λοιπόν, ενός πρωτοεμφανιζόμενου δημιουργού, που αξίζει ν’ ανακαλύψετε.
Επαφή: www.metronomos.gr

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

επανεκδόθηκε το χαμένο mini-LP των ΕΝ ΠΛΩ από τα early 90s

Η κυκλοφορία ενός δίσκου των Εν Πλω θα έχει πάντα την αξία που έχει… και αναφέρομαι στην πρόσφατη κυκλοφορία του mini-LP «Οι Νύχτες», που τυπώθηκε μόλις πριν λίγες μέρες από την Labyrinth of Thoughts σε 400 αντίτυπα.
Ένα από τα καλύτερα και πιο «μυστικά» συγκροτήματα, που αγκάλιασαν ποτέ το ροκ στη χώρα, δίχως να απολέσουν την (ελληνική) ταυτότητά τους, οι Εν Πλω του Δήμου Ζαμάνου (1960-1998) και του Ντίνου Σαδίκη έχουν λοιπόν ένα καινούριο mini-άλμπουμ σε κυκλοφορία –ας το πούμε και 12ιντσο EP, που γυρίζει στις 45 στροφές– με παλιές και δυσεύρετες ηχογραφήσεις τους.
Το EP αποτελεί, κατά βάση, επανέκδοση ενός θρυλικού promo του γκρουπ, που είχε τυπωθεί σε ελάχιστα αντίτυπα στις αρχές των nineties (διαχρονικό holy grail για τους απανταχού συλλέκτες) και που τώρα ανανεώνεται μέσω ενός καινούριου mastering. Από μια παλιά συνέντευξη του Ντίνου Σαδίκη στο fanzine Χωρίς Κανόνα (#3, 1996), αντιγράφω:
«Τέσσερις μήνες μετά το LP (σ.σ. το ιστορικό μοναδικό long play των Εν Πλω, που τυπώθηκε στην Penguin το 1989) ξαναμπήκαμε στο στούντιο για να δούμε τα κομμάτια με άλλο μάτι. Είχαμε άλλη άνεση, άλλον αέρα. Ο δίσκος πήγαινε ήδη καλά και μόνο τότε είχαμε καταλάβει τι είχαμε κάνει. Δηλαδή κλείναμε ντραμς και κιθάρα σ’ ένα κομμάτι κι αυτό ‘στεκόταν’. Ο δίσκος εκείνος νομίζω ότι ‘σηκώνει’ πολλά remix. Τέτοια remix κάναμε σ’ αυτό το άτιτλο EP, το οποίο είχε κι ένα νέο κομμάτι. Αυτό το EP βγήκε σε οκτώ ή δέκα αντίτυπα, ξέρεις, τα δοκιμαστικά. Τα μοιραστήκαμε μεταξύ μας. Το νέο κομμάτι είχε περισσέψει ως ιδέα από το LP, το δουλέψαμε λίγο αργότερα κι έτσι το γράψαμε στο EP. Προσωπικά προτιμώ τις αρχικές εκτελέσεις του LP, εκτός από το ‘Χωρίς κανόνα’ που προτιμώ του EP με τις κιθάρες πιο πάνω και αλλαγμένο το χορωδιακό».

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/55695

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

VAULT OF BLOSSOMED ROPES ένα ελληνικό σπουδαίο γκρουπ-άλμπουμ

Οι Vault of Blossomed Ropes (VoBR) είναι ένα σύγχρονο ελληνικό progressive-ambient-pagan γκρουπ, αποτελούμενο από μουσικούς, άλλοι λιγότερο κι άλλοι περισσότερο, με τη δική τους ιστορία στο χώρο. Να τους αναφέρουμε: Γιώργος Βαρουτάς κιθάρες, πιάνο, Άννα Λινάρδου φωνή, λούπες, Νίκος Φωκάς σύνθια, εφφέ, programming, κιθάρες, samples, Στέλιος Ρωμαλιάδης mellotron, φλάουτο, Στρατής Σγουρέλλης μπάσο και Steve Jansen ντραμς, κρουστά, samples (πρώην μέλος των Japan του David Sylvian). Φυσικά, η παρουσία του Jansen δίνει κάποια απ’ ευθείας credits στο γκρουπ, τα οποία μένει, βεβαίως, να… αποδειχθούν άμα τη ακροάσει. Ας πω λοιπόν από την πρώτη κιόλας «ανάγνωση» του άψογου (όπως πάντα) CD-R της Triple Bath, πως οι VoBR έγραψαν ένα εξαιρετικό άλμπουμ, ικανό να σε συνεπάρει από την αρχή.
Το πρώτο κομμάτι έχει τίτλο “Ordo ab chao” διαρκεί περί τα 8 λεπτά, προβάλλοντας μία πρώτη… φιλοσοφική να την πω κατεύθυνση του γκρουπ, έτσι όπως εκείνη αναδύεται μέσω του ποιήματος «Οι Αθάνατοι» (Οκτάνα) του Ανδρέα Εμπειρίκου (διαβάζει ο ίδιος ο ποιητής από παλαιότερο CD). Το ποίημα:
«Πίσω και γύρω από τους αθανάτους των ερήμων και των περιβολιών, τα θνητά φυτά και οι άνθρωποι ζουν και υπάρχουν. Ο ουρανός είναι απύθμενος και η θάλασσα πανδέγμων. Οι άνθρωποι όπως και τα φυτά ζουν την ζωήν των. Εκ πρώτης όψεως, τα πάντα φαίνονται αλλοπρόσαλλα, όμως μια πλέον προσεκτική θεώρησις του συνόλου καταδεικνύει στα έκθαμβα μάτια των παρατηρητών ότι παντού υπάρχει μία καταπληκτική συνέπεια, μία δομή, μία αρχιτεκτονική – όχι όμως της επιστήμης, ή της τέχνης μα της φύσεως μη καταλήγουσα εις καμμίαν οριστική μορφήν όπως εις τας λιθοδομάς, ή τα άλλα κτίσματα, μα που αποτελεί την κατά ποικίλα διαστήματα προσωρινήν όψιν μιας αείποτε εξελισσομένης εντελεχείας, μιας αείποτε πολλαπλασιαζομένης διαρθρώσεως και επικοινωνίας, ενός αείποτε τελουμένου μυστηρίου, που άλλοι το ονομάζουν Κόσμον, άλλοι Χάος, ή Αρμονίαν και άλλοι Θεού σοφίαν.
Μέσα εις αυτήν την απέραντον μεγαλοσύνην και τα μικρά και τα παραμικρά έχουν την πλήρη σημασίαν των και την ανυπολόγιστον βαρύτητά των. Και εντός της αδιαπτώτου παρουσίας του αναμφισβητήτου αυτού συνόλου των μικρών και τεραστίων, των ορατών και αοράτων, των λογικών και παραλόγων, οπίσω και γύρω από τους αθανάτους, που φύονται και εις τους κρημνούς και ζουν και εις τας ερήμους, τα θνητά φυτά, τα ζώα και ημείς οι άνθρωποι, όλοι μαζί, παρά τον θάνατον, εις αιώνα τον άπαντα ακμάζομεν»
.
Το ποίημα του Ανδρέα Εμπειρίκου που αποτελεί έναν ύμνο προς την αδιάλειπτη και προαιώνια φυσική δημιουργία, αλλά ταυτοχρόνως και μιαν υπενθύμιση της νομοτελειακής θνητότητάς της, εμπνέει τους VoBR στη δημιουργία ενός ακαταμάχητου άλμπουμ, που εξελίσσεται με την… βραδύτητα και τη σιγουριά του «τελειωμένου». 
Η άκρως εντυπωσιακή συνθετική γραμμή που διαπερνά όλα τα κομμάτια, οι αργοί και «σίγουροι» ρυθμοί που αντανακλούν το μεγαλείο της φυσικής εξέλιξης (χαρακτηριστικό ενός συγκροτήματος, που είναι απαλλαγμένο απ’ οτιδήποτε δεν προσθέτει στο όραμά του), η ενσωμάτωση στο κυρίως ηχητικό σώμα kraut σπαραγμάτων, ambient και healing στοιχείων (προσθέστε ακόμη και το… απαιτητικό native american new age) και γενικώς η βεβαιότητα πως το σημερινό progressive rock (εγχώριο ή αλλοδαπό) δεν μπορεί να είναι κάτι «άλλο» από εκείνο που εμφανίζουν οι Vault of Blossomed Ropes στο 7λεπτο “Celestial Mercury”… όλα τούτα με οδηγούν να συμπεράνω πως στην περίπτωσή τους… μάλλον έχουμε να κάνουμε με THN περίπτωση.
Τάχιστα και σε βινύλιο, αν δεν έχει ήδη συμβεί…

15 ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Την 14/9/2012 στην ανάρτηση με τίτλο «βιβλία για τη μουσική στη γλώσσα μας» αναφέρθηκα επιγραμματικώς σε 33 τίτλους ελληνικών μουσικών βιβλίων, τα οποία άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο είχαν πράγματα να πουν.
Στην παρούσα ανάρτηση δεν… εξειδικεύω απλώς τη λίστα, αλλά γράφω και τα σχετικά επεξηγηματικά κείμενα, ώστε να είναι πιο «κατανοητές» οι επιλογές…

Στην Ελλάδα κυκλοφορούν (ή έχουν κυκλοφορήσει) εκατοντάδες βιβλία για τη μουσική. Πολλά απ’ αυτά είναι γραμμένα από έλληνες μελετητές, ερευνητές κ.λπ., ενώ άλλα αποτελούν μεταφράσεις ξένων συγγραμμάτων. Επί του παρόντος επέλεξα να παρουσιάσω δεκαπέντε μόλις «μουσικά βιβλία», που τυπώθηκαν στη χώρα μας από πολύ παλαιά έως πρόσφατα, επιχειρώντας το δύσκολο. Να καλύψω τους περισσότερους χώρους, με τις λιγότερες δυνατές επιλογές. Από την κλασική, την pop, το rock, την jazz, το blues, το punk, το hip-hop, την avant-garde και την ηλεκτρονική μουσική, μέχρι το δημοτικό, το ρεμπέτικο ή και το «έντεχνο» τραγούδι… Τα περισσότερα βιβλία με λίγο ψάξιμο εντοπίζονται (κάποια, εξάλλου, είναι πρόσφατα). Όλα, δε, έχουν κάτι σημαντικό να πουν. Ορισμένα, όμως, έχουν να πουν πολλά σημαντικά… τόσο πολλά, ώστε να ξεπερνούν τα όρια ενός απλού μουσικού συγγράμματος…

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/55618

HYPERCOLOR / RUDRESH MAHANTHAPPA δύο σημαντικά άλμπουμ

HYPERCOLOR: Hypercolor [Tzadik, 2014]
Το βασικό rock trio, με τις όποιες επιμέρους αισθητικές διαφοροποιήσεις του, θα είναι πάντα ζωντανό, έτοιμο να ανακαλύψει ή και να ξανα-ανακαλύψει νέους ή ξεχασμένους δρόμους. Τούτο φανερώνεται εκ νέου καθώς φθάνουν στ’ αυτιά μας οι ήχοι των Hypercolor, ενός νεοϋορκέζικου στη βάση του γκρουπ, αποτελούμενο από σπουδαίες μονάδες. Ήτοι, τον κιθαρίστα Eyal Maoz, για τον οποίον έχω γράψει και παλαιότερα (3/1/2010) με αφορμή το άλμπουμ του “Hope and Destruction” [Tzadik, 2009], τον μπασίστα James Ilgenfritz (έχει παίξει με Anthony Braxton, John Zorn, Elliott Sharp και πολλούς άλλους) και τον ντράμερ Lukas Ligeti (γιός του György Ligeti και συνεργάτης των Henry Kaiser, Raoul Björkenheim, Gary Lucas, Jim ORourke, John Zorn κ.ά.).
Στο πρώτο αυτό φερώνυμο άλμπουμ τους οι Hypercolor στρέφονται γύρω από δύο βασικούς άξονες… και άλλους πολλούς, αλλά λιγότερο βασικούς. Έχουμε δηλαδή, κυρίως, ένα κλασικό trio που ροκάρει σ’ ένα στυλ no wave (άκου τους Material). Αυτό είναι φανερό τόσο από τα σκληρά κιθαριστικά rock passages, όσο και από τα «βαθιά» φάνκικα παιξίματα του μπάσου και των ντραμς, που μετατρέπουν τις ποικίλες ethnic αναφορές (klezmer, afro κ.λπ.) σε καταιγιστικές ρυθμικές ακολουθίες. Φυσικά, μέσα σε όλα τούτα δεν γίνεται να μην ανιχνεύεται η jazz και βεβαίως το αυτοσχεδιαστικό πνεύμα, που παρέχει στην ηχογράφηση το διαρκές αναζωογονητικό στοιχείο. Δέκα tracks, με άλλα λόγια, που σε κερδίζουν αμέσως με την ευφράδεια, αλλά και την συνθετότητά τους –ένα διαρκές μελωδικό και ρυθμικό «πήγαινε-έλα», που μπορεί να εμφανίζει τόπους-τόπους ένα φλερτ με το complex progressive περιβάλλον των Yes ή των Gentle Giant π.χ.– και που, την ίδια στιγμή, αποτελούν διαβατήρια για πιο «σκοτεινές» και περιπετειώδεις διαδρομές.
Μένω στoErnesto, do you have a cotton box”, που μοιάζει μέσα στην 4λεπτη διάρκειά του μ’ ένα μακρύ στο χρόνο «κλείσιμο», στο… μεταλλικό “Palace”, στο… early 80s punk-funkSqueaks” και βεβαίως στο full-prog 11λεπτο “Little brother” – απίστευτο «προοδευτικό» κομμάτι (άνευ πλήκτρων) βγαλμένο από τρία άτομα!
RUDRESH MAHANTHAPPA: Bird Calls [ACT Music + Vision, 2015]
Ο Rudresh Mahanthappa είναι ένας από τους σημαντικότερους αλτίστες, σήμερα, στο jazz circuit. Αυτό έχει διακριβωθεί τόσο από τα παλιά άλμπουμ του στην αμερικανική Pi Recordings, όσο και από τα πιο πρόσφατα στη γερμανική ACT Music + Vision – τoSamdhi” από το 2011, ας πούμε, ή το “Gamak” του 2013. Στο πιο πρόσφατο LP/CD του “Bird Calls” ο Mahanthappa πατάει φρένο στην εξερεύνηση της «κλασικής ινδικής μουσικής» και στον τρόπο επικοινωνίας της με την σύγχρονη jazz, γυρίζοντας πίσω στις ρίζες και αποτίνοντας φόρο τιμής στον «δάσκαλό» του Charlie Parker. (ΤoBird” του τίτλου είναι, φυσικά, ο Parker).
Έχοντας δίπλα του τον τρομπετίστα Adam O'Farrill (γιος του πιανίστα Arturo O'Farrill και εγγονός του μεγάλου Chico O'Farrill – συνεργάτης του Bird και τα λοιπά), τον πιανίστα Matt Mitchell, τον κοντραμπασίστα François Moutin και τον ντράμερ Rudy Royston, ο Mahanthappa προβαίνει σε μια… ανακατασκευή των συνθέσεων του Parker, δείχνοντας πώς, με ποιον τρόπο, εκείνες οι… 70χρονες μουσικές, θα μπορούσε ν’ αποκτήσουν ένα «άλλο» καινούριο πρόσωπο. Φυσικά, οι παλιοί θα αντιδράσουν. Και θα πουν το… ολόσωστο, πως… οι μουσικές του Parker είναι εκείνες που είναι, και πως δεν χρειάζεται κανενός είδους λίφτιν, ώστε να είναι ταιριαστές στο τώρα. Ποιος θα διαφωνήσει; Μόνο που ο Mahanthappa δεν διασκευάζει, δεν επανεκτελεί, δεν επιχρωματίζει. Αφορμάται από κλασικές δημιουργίες του Bird (“Donna Lee”, “Relaxinat the Camarillo”, “Parkers mood”, “Anthropology” κ.λπ.), παίρνει δηλαδή τα βασικά συστατικά των μουσικών του (τα στοιχειώδη ακόρντα) και πάνω σ’ αυτά ξεδιπλώνει έναν καινούριο ενίοτε μελωδικό και αρμονικό σχεδιασμό, δημιουργώντας κάτι άλλο – κάτι καινούριο και πρωτάκουστο.
Άλλοτε πάλι μπορεί να αφήνει απείραχτες τις μελωδίες, προσδίδοντας άλλες «δικές του» διαθέσεις. Εμφανίζεται δηλαδή ο Mahanthappa (μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο!) σαν το… πνεύμα του Parker, το οποίο, όντας αθάνατο, οδηγεί τον ίδιον και την μπάντα προς άλλες διαδρομές. Για παράδειγμα στο “Talin in thinking” (που είναι βασισμένο στο “Parkers mood”), o Mahanthappa διατηρεί την ίδια μελωδική γραμμή, δίνοντας όμως στη σύνθεσή του μία βαθιά μελετημένη μελαγχολική χροιά (εκπληκτικό track), ενώ στο “On the DL” (αναφορά, φυσικά, στο “Donna Lee”) o… γεννημένος στην Τεργέστη από ινδούς γονείς σαξοφωνίστας διαμελίζει την αρχική μελωδία, εισάγοντας μία εντελώς προσωπική (μελωδική) ανάγνωση, έχοντας δίπλα του τον δικό του… Miles (τον Adam O'Farrill).
Το ξέρω, ορισμένοι μπορεί να μιλήσουν για «ασέβειες». Πριν όμως… πατάξουν τον Mahanthappa θα πρέπει ν’ αφουγκραστούν…
Επαφή: www.rudreshm.com

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

ΦΩΝΤΑΣ ΛΑΔΗΣ καθημερινός φασισμός

Το βιβλίο του Φώντα Λάδη Καθημερινός Φασισμός μπορεί να κυκλοφόρησε τον Μάιο του 2014 από τον Μετρονόμο, τούτο, όμως, δεν αποτελεί εμπόδιο προκειμένου να πούμε κι εμείς, εδώ, λίγα λόγια στο δισκορυχείον.
Πρόκειται λοιπόν για ένα βιβλίο 68 σελίδων, αποτελούμενο από τον Πρόλογο, το κυρίως θέμα και το Επίμετρο. Αντιγράφω από τον Πρόλογο…
«Το βιβλίο αυτό περιέχει 26 ποιήματα, που γράφτηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 και αποτέλεσαν μια ενότητα με τίτλο ‘Καθημερινός Φασισμός’. Αρκετά από αυτά μελοποιήθηκαν τότε από τον Γιώργο Τσαγκάρη, καμιά όμως εταιρεία δεν δέχτηκε να τα εκδώσει σε δίσκο. Ήταν αφόρητα πολιτικά, μας ειπώθηκε. Ο ιδιοκτήτης μάλιστα της εταιρείας Lyra αντέδρασε τόσο, που φοβηθήκαμε ότι θα πάθει κάτι. Η μουσική του Τσαγκάρη χάθηκε – όπως και ο ίδιος άλλωστε το 2008. Μια μικρή μπομπίνα με τη φωνή του και τον ίδιον στο πιάνο(…) δεν εντοπίστηκε πουθενά, και μόνον ένα από τα ποιήματα, ‘Ο φασισμός’, μελοποιήθηκε εκ νέου λίγο αργότερα από τον Θάνο Μικρούτσικο, εκπορθώντας την πόρτα της ίδιας εκείνης εταιρείας(…)».
Ακολουθούν τα 26 ποιήματα. Αντιγράφω δύο, και πάντως όχι τον «Φασισμό» που τον ξέρουμε όλοι… 

ΟΙ ΚΡΟΚΟΔΕΙΛΟI 

Απ’ την Τράπεζα το δείλι
βγαίνουν πέντε κροκοδείλοι.
Την κοιλιά τους αργοσέρνουν
και στη λιμουζίνα γέρνουν.

Μαύρες τσάντες κι αν κρατάνε,
οι μασέλες τους πώς πάνε!
Μπουκωμένο στόμα έχουν,
μα τα σάλια τους πώς τρέχουν!

Μια ζωή για μας φροντίζουν
κι είναι όλοι τους καλοί 
πότε φέρνουν τους φαντάρους
πότε ανοίγουν τη Βουλή. 

Η ΜΠΑΛΑΝΤΑ ΤΟΥ ΝΤΙΚ 

Ο Ντικ ο ξανθοτρίχης, του Τέξας το καμάρι,
το σπίτι του αφήνει μια νύχτα του Φλεβάρη.

Ο γέρος του κι αν πίνει, η μάνα του κι αν βρίζει,
αυτός για την καριέρα και την ψυχή χαρίζει.

Και να ’σου τον που βγαίνει απ’ τη Σχολή ξεφτέρι
στο λάσο, στο πιστόλι, στην πάλη, στο μαχαίρι.

Κι αρχίζουν τα ταξίδια. Παρίσια, Γερμανίες,
μια μπόμπα, δυο πλεκτάνες και τρεις δολοφονίες.

Σε Λίβανο και Κύπρο τον ψάχνουνε ακόμη
μα κείνος τώρα πίνει διπλό καφέ στη Ρώμη.

Το Επίμετρο, που κλείνει το βιβλίο, είναι ένα μικρό δοκίμιο του Φώντα Λάδη που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά ολοκληρωμένο στην εφημερίδα Ριζοσπάστης (23 και 25/1/1979). Ο τίτλος του είναι Το Πολιτικό Τραγούδι. Ο Λάδης «βλέπει» δύο μεγάλες κατηγορίες πολιτικού τραγουδιού, τα λαϊκά πολιτικά τραγούδια και τα έντεχνα πολιτικά τραγούδια. Επίσης μιλάει για πολιτικά τραγούδια που δεν είναι όλα προοδευτικά –σωστό, καθότι πολιτικά τραγούδια έχει και η μαύρη αντίδραση– συμπληρώνοντας πως… «τα πολιτικά τραγούδια είναι –φανερά ή κρυφά– μαχόμενα τραγούδια». Επίσης σημειώνει ανάμεσα σε άλλα τη συνεισφορά του Μπέρτολτ Μπρεχτ στο πολιτικό τραγούδι.

Σ’ ένα παλιότερο post είχα αναπτύξει κι εγώ κάποιες σκέψεις για το θέμα, αναφέροντας πως υπάρχουν τριών ειδών «πολιτικά τραγούδια»… «εκείνα που φέρουν πολιτικά μηνύματα, δίχως να ταυτίζονται αναγκαστικώς με συγκεκριμένους χώρους, δεύτερον, εκείνα που δεν είναι γραμμένα για τις ασκήσεις των κομματικών στρατών, μοιάζει όμως να προπαγανδίζουν συγκεκριμένες πολιτικές ομάδες ή κόμματα (κάτω από τον καπνό υπάρχει οπωσδήποτε φωτιά), με τους δημιουργούς να κάνουν ενίοτε τα ‘στραβά μάτια’, επειδή έτσι αποκτούν ακροατήρια, γίνονται περισσότερο αναγνωρίσιμοι, εισπράττουν ‘δικαιώματα’ κ.λπ., και τρίτον εκείνα που γράφονται σχεδόν ή απολύτως κατά παραγγελία, με σκοπό να καταναλωθούν από συγκεκριμένα ακροατήρια. Ο χωρισμός είναι οπωσδήποτε χονδρικός (καθότι υπάρχουν επιμέρους εξαιρέσεις) και σίγουρα μη αξιολογικός, αφού υφίστανται προπαγανδιστικά πολιτικά τραγούδια ή κατά παραγγελία, που να είναι σημαντικότερα από οποιαδήποτε ‘ελεύθερα’ (φερ’ ειπείν, πολλά τραγούδια του Woody Guthrie)». Θέλω να πω πως οι διαχωρισμοί γύρω από το πολιτικό τραγούδι μπορεί να είναι πολλών ειδών – κάτι που θα μπορούσε να εξεταστεί, καλύτερα, και σ’ ένα ξεχωριστό βιβλίο.

Να υπενθυμίσω, επίσης, κάτι σε σχέση με τον «Φασισμό» (μουσική Θάνος Μικρούτσικος) και τον Φώντα Λάδη, που έχει γράψει βεβαίως τους στίχους.
Την 21/9/2013 είχε ανεβάσει ένα post υπό τον τίτλο «για τον φασισμό που… δεν έρχεται απ’ το μέλλον». Εκεί, ανάμεσα σε άλλα είχα αναφερθεί και σε μια προκήρυξη του ΚΚΕ, που χρέωνε τους στίχους του Φώντα Λάδη… «το φασισμό βαθιά κατάλαβέ τον, δε θα πεθάνει μόνος τσάκισέ τον» κλπ., στον Μπρεχτ! Φυσικά, αυτό το έχουν πράξει (ή το πράττουν ακόμη) κι άλλοι πολλοί.
Όπως έγραφα, τότε, χαρακτηριστικά: «Ρίχνοντας μια ματιά στο δίκτυο διαπίστωσα πως η μπούρδα πάει σύννεφο. Τα μισά, να πούμε, sites, αναφέρουν πως ο Μπρεχτ έχει γράψει τους στίχους, ενώ κάποια άλλα λένε πως… ναι μεν ο Λάδης τους έγραψε, αλλά βασίστηκε σε ποίημα του Μπρεχτ (φυσικά, ουδείς αναφέρει το… υποτιθέμενο ποίημα του Μπρεχτ που διαχειρίστηκε ο έλληνας στιχουργός). Τέλος πάντων. Όταν υπάρχει ο δίσκος απορώ τι καθόμαστε και συζητάμε. Στο άλμπουμ λοιπόν «Τραγούδια της Λευτεριάς» [Lyra YLP 3313] του 1978 ο Θάνος Μικρούτσικος μελοποιεί (και η Μαρία Δημητριάδη αποδίδει), όπως καταφανώς διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο ‘5 τραγούδια του Φώντα Λάδη’ (ανάμεσα και τον ‘Φασισμό’), ‘1 τραγούδι του Άλκη Αλκαίου’, ‘1 τραγούδι του Bertolt Brecht’ (‘Άννα μην κλαις’), ‘2 τραγούδια του Μανώλη Αναγνωστάκη’ (το ‘Κι ήθελε ακόμη’ είναι ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του Μικρούτσικου) και ‘1 τραγούδι του Γιάννη Ρίτσου’. Σύντροφοι διορθώστε το. Είναι κρίμα… για πολλούς λόγους».
Νομίζω πως οι περισσότεροι θα το έχουν διορθώσει πια… Αν όχι στα sites, τουλάχιστον στις κουβέντες τους…
Επαφή: www.metronomos.gr

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

η φωνή της ALESSANDRA ERAMO

Η Alessandra Eramo είναι Ιταλίδα (γεννημένη στον Τάραντα, το 1982). Το καλλιτεχνικό πεδίο δράσης της είναι η φωνή και, περαιτέρω, οι τρόποι που καθιστούν τη φωνή όχι απλώς ένα επικοινωνιακό όργανο, αλλά κι ένα πλαίσιο εντός του οποίου αναπτύσσονται ψυχο-αισθητικές καταστάσεις. Χονδρικώς, θα έλεγα πως είναι μία performer της sound poetry, κινούμενη στην καλύτερη παράδοση της fluxus καλλιτεχνίας. Ένα πρόσφατο 45άρι υπό τον τίτλο Roars Bangs Booms, κομμένο σε 150 αντίτυπα από την γερμανική Corvo Records μαρτυρά για τούτο.
Η Eramo στην πρώτη πλευρά του single (αλλά και στη δεύτερη – ένα-ένα) «παίζει» με τέσσερις φουτουριστικές λέξεις, παρμένες από το μανιφέστο της σχετικής μουσικής, το “Art of Noises” (1913) του Luigi Russolo. Οι λέξεις αυτές είναι οι: scoppi (εκρήξεις), gorgoglii (παφλασμοί), scricchiolii (δυστοκίες) και ronzii (βουητά) – οι μεταφράσεις προέρχονται από τον αυτόματο. Έτσι, αναπαράγει μ’ έναν δικό της… εξωπραγματικό τρόπο όχι μόνο το φωνολογικό κομμάτι τους, αλλά και τη σημασία τους, ανακατεύοντας το θέμα «φωνή» και με κάποια πρωτόλεια ηλεκτρονικά, δημιουργώντας στην πορεία ένα εντελώς… φουτουριστικό ακρόαμα.
Για τη δεύτερη πλευρά η Ιταλίδα επιλέγει τέσσερις άλλες λέξεις, τις crepitii (κουδουνίστρες), stridori (ουρλιαχτά), borbottii (μουρμουρητά) και fruscii (ψίθυροι), πάντα δανεισμένες από το μανιφέστο του Russolo, απλώνοντας τους ασυγκράτητους πειραματισμούς της. Το άκουσμα, και εδώ, έχει την αρχαιοπρέπεια μιας προγλωσσικής κατάστασης, η οποία συν τω χρόνω εξακοντίζεται στο… απώτατο μέλλον – καθώς οι ήχοι συμβάλλουν προς την αποτύπωση μιας ακουστικής βαβέλ.
Παράξενο, το λιγότερο, άκουσμα, από μία καλλιτέχνιδα, την Alessandra Eramo, που διαχειρίζεται με σθένος και όραμα μεγάλες ιταλικές καλλιτεχνικές παραδόσεις του 20ου αιώνα, ξεκινώντας από τους φουτουριστές και μέσω του Giacinto Scelsi ν’ αγγίξει τον Demetrio Stratos και τους επιγόνους του.
Επαφή: www.corvorecords.de

Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2015

o ΤΖΙΜΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ και ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ στην «Katyusha του ΚΚΕ»: oι αχρείαστες γραφικότητες μιας προαποφασισμένης ρήξης

Με τους λεγόμενους «σατιρικούς καλλιτέχνες» εκτός σκηνής γεννάται, συνήθως, ένα ζήτημα. Δεν ξέρεις πότε κάνουν πλάκα και πότε μιλάνε σοβαρά. Διαβάζεις συνεντεύξεις τους… και είναι για να τραβάς τα μαλλιά σου. Κάποιοι από ’μας πετάνε ένα… «αμφιλεγόμενος» ή «αμφιλεγόμενο» και καθαρίζουν. Δεν είναι όμως έτσι.
Ο καλλιτέχνης μπορεί να είναι σατιρικός πάνω στη σκηνή (γιατί αυτή είναι η δουλειά του, ζει απ’ αυτό, μην το ξεχνάμε…), αλλά εκτός σκηνής αξίζει να απεκδύεται τα… σάβανα του Διονύσου και να λέει εκείνα που πιστεύει, πραγματικά, ώστε να μπορούμε να συνεννοηθούμε. Δεν συμβαίνει. Διαβάζεις συνεντεύξεις του Πανούση και λες πως… μιλάνε ταυτοχρόνως δύο άνθρωποι. Πότε έτσι, πότε γιουβέτσι… Προσωπικά, αυτό το βρίσκω κουραστικό και το βαριέμαι αφόρητα. Δεν γίνεται να κατατριβόμαστε με το να αποκρυπτογραφούμε το κάθε υπομειδίαμα… «τι θέλει να πει ο καλλιτέχνης».
Το ένα από τα δύο τελευταία τραγούδια του Τζίμη Πανούση, που κυκλοφόρησαν πριν λίγες μέρες με το περιοδικό ΜΕΤΡΟ, έχει τίτλο «H Katyusha του ΚΚΕ» και είναι τραγουδισμένο από τον ίδιο και τον Γιάννη Αγγελάκα (το άλλο είναι η «Υγιεινή διαστροφή», ένα… dubstep με την Κατερίνα Στανίση). Η μουσική του πρώτου είναι βασισμένη στην πασίγνωστη σύνθεση του σοβιετικού Ματβέι Μπλάντερ «Κατιούσα», πάνω στην οποία στηρίχθηκε και ο «Ύμνος του ΕΑΜ». (Στα sixties η ίδια σύνθεση έγινε γνωστή στο ποπ στερέωμα ως «Καζατσόκ»).
Απρόσμενη, σε πρώτη φάση, συνεργασία – αυτή του Αγγελάκα με τον Πανούση. Όταν ο πρώτος ξεκινούσε με τις Τρύπες, ο Πανούσης είχε πιάσει ήδη κορυφή. Μπορεί να μην έχουν μεγάλη διαφορά ηλικίας –ο Πανούσης είναι 61 και ο Αγγελάκας 56–, αλλά αυτή η εξαετία ήταν καθοριστική στα μέσα του ’80.

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/55569 

το “A.I.E. (A Mwana)” των BLACK BLOOD: ένα τραγούδι-θρύλος του Πατρινού Καρναβαλιού

Το έμαθα αργά. Μόλις το 2005. Ένα τραγούδι που πάντα το γούσταρα, αλλά μονίμως το σιχαινόμουνα (πως γίνεται αυτό; – γίνεται όταν το καλύτερο «φαΐ» το τρως 10 φορές την ημέρα, επί δύο μήνες το χρόνο, για 20 χρόνια), το “A.I.E. (A Mwana)” των Black Blood, ένα τραγούδι σύμβολο για το Πατρινό Καρναβάλι, ήταν επί της ουσίας γαλλοβελγικό, στην πρώτη εκτέλεσή του από το 1971 είχε ιαπωνικούς, ή περίπου ιαπωνικούς, στίχους, το ερμήνευε παιδική χορωδία, ενώ ως δημιουργοί του φέρονταν οι Jean Kluger και Daniel Vangarde, υπεύθυνοι ενός project υπό τον τίτλο “Yamasuki”.
Τους Kluger και Vangarde εμείς εδώ στην Ελλάδα τους γνωρίζουμε πολύ καλά (αν και όχι ως «ονόματα»), ενώ ο ΕΟΤ και η… Ελληνική Οικονομία γενικότερα θα έπρεπε να τους είχαν στήσει άγαλμα. Οι άνθρωποι αυτοί το 1977 είχαν ηχογραφήσει το περίφημο “Disco bouzouki”, κάτω από το όνομα Disco Bouzouki Band (“Play bouzouki yia mena…” και τα λοιπά) σπάζοντας τα ταμεία, στα (καλοκαιρινά) νησιά μας, αλλά και στην ενδοχώρα. Τι… τσιτσιμπύρες ήπιαν οι… Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Πολωνοί, αγάδες, πασάδες, ντερβισάδες, Ρώσοι, Μπόερς και Οθωμανοί… χορεύοντας φύρδην μίγδην το ευρωπαϊκό μπουζουκλερί δε λέγεται. Όσοι έζησαν σε νησιά στα τέλη του ’70 και στις αρχές του ’80, γράφουν βιβλία…

Η συνέχεια εδώ… http://www.lifo.gr/team/music/55552

«Στις 16 Δεκεμβρίου θα γίνη έκλειψις ηλίου»

Όταν έγραψα πρώτη φορά, τον προηγούμενο Δεκέμβριο, για το τραγούδι των Γιώργου Ρωμανού και Δημήτρη Ιατρόπουλου «Θα γίνη έκλειψις ηλίου», με τον αρχικό στίχο «Στις 16 Δεκεμβρίου/ θα γίνη έκλειψις ηλίου», είχα λάβει, φυσικά, τα μέτρα μου. Δες εδώ... http://diskoryxeion.blogspot.gr/2014/12/16.html. Εν ολίγοις. ΗΞΕΡΑ ΤΙ ΕΛΕΓΑ. Είχα την πάντα έγκυρη πληροφόρηση του Θοδωρή Κρίθαρη, είχα φυσικά το label σκαναρισμένο (από τη συλλογή του Θοδωρή) και είχα βεβαίως και την γραπτή μαρτυρία του Γιάννη Κακουλίδη από το βιβλίο του Το Ελληνικό Τραγούδι [Περγαμηνή, Αθήνα 1971], εκεί που αποτυπώνονται καθαρά και ξάστερα οι στίχοι «Στις 16 Δεκεμβρίου/ θα γίνη έκλειψις ηλίου».
Ο Κακουλίδης δεν θα το έγραψε αυτό... επειδή θα το είχε δει στον ύπνο του. Γιατί να μην είχε γράψει δηλαδή… 31 Φεβρουαρίου ή… 65 Ιανουαρίου; Κάπου θα το είχε ακούσει ο άνθρωπος. Κάποιος θα του το είχε δώσει γραμμένο ή τυπωμένο. Αυτή την απλή σκέψη δεν μπορεί να την κάνει ο βλάκας (με πιστοποιητικό πια) Μανώλης Νταλούκας. Είναι ανίκανος να σκεφτεί απλά.
Ο άνθρωπος αυτός (ο Νταλούκας), που είναι πλημμυρισμένος από απέραντο κόμπλεξ και ύπατη κακεντρέχεια (αναφορικά μ’ αυτά που καταθέτω στο δισκορυχείον τα τελευταία 5-6 χρόνια), επιχειρεί για έναν ανεξήγητο λόγο, και με κάθε τρόπο, να με διαβάλλει. Να με συκοφαντήσει. Το γνωρίζετε εξάλλου... Το παρακολουθείτε... Αν κι εγώ, οφείλω να το πω, έχω χάσει την μπάλα πλέον. Δεν μπορώ να θυμηθώ, πια, τις τόσες πολλές ξεφτίλες του.
Το label του single με τους στίχους "Στις 16 Δεκεμβρίου / θα γίνη έκλειψις ηλίου" (συλλογή Θ. Κρίθαρη)
Η τελευταία είναι και η πιο επώδυνη (για ’κείνον) έως τώρα. Δεν αρκέστηκε στα στοιχεία που έδωσα για το τραγούδι των Ρωμανού-Ιατρόπουλου (την μαρτυρία ενός ανθρώπου που είχε στον κατοχή του το 45άρι, τον διαφορετικό τίτλο, την γραπτή απόδειξη από το βιβλίο του Κακουλίδη, το γεγονός πως άκουσα με τα αυτιά μου το δήθεν επίμαχο σημείο), πάρα θέλησε να το «ψάξει». Να μην αποδεχτεί αυτά τα ατράνταχτα στοιχεία δηλαδή, αλλά να ψάξει να βρει άλλα που να τα αναιρούν!
Ένας νοήμων άνθρωπος, όμως, και όχι ένας βλαμμένος, ένα μόνο ψάξιμο θα επιχειρούσε να κάνει. Θα προσπαθούσε να βρει το συγκεκριμένο 45άρι, ώστε να το ακούσει – και τούτο πριν ανοίξει το στόμα του και αρχίσει να λέει τις μπούρδες του… πως «έχω αποτρελαθεί» και πως «πρέπει επειγόντως να (μου) χορηγήσουν φαρμακευτική αγωγή» (ακούστε πράγματα χριστιανοί!).
Σελίδα από το βιβλίο του Γιάννη Κακουλίδη (έκδοση του 1971) με τους στίχους "Στις 16 Δεκεμβρίου / θα γίνη έκλειψις ηλίου"
Δυστυχώς Νταλούκα το ’χει μοίρα σου να τρως πολλά γκολ από το δισκορυχείον. Πανωλεθρίες αδελφάκι μου… Σε λυπάται η ψυχή μου... Φρόντισε λοιπόν ή να προπονηθείς περισσότερο ή ν’ αλλάξεις αντίπαλο. Με τόσο χουνέρια, με τόσες κασκαρίκες, δεν σε παίρνει για τίποτ’ άλλο πια. 
Και μια συμβουλή από έναν μικρότερο. Μανώλη Νταλούκα ζήτα συγγνώμη πρώτα-πρώτα από τους αναγνώστες σου – εμένα άσε με. Σ’ αυτούς θα πρέπει κάποια στιγμή με θάρρος και παρρησία να απολογηθείς, για τις αρλούμπες που τους σερβίρεις κάθε λίγο και λιγάκι. Βρες τη δύναμη να το κάνεις.
Άιντε και καλή ακρόαση... Ή όπως θα το λέγαμε αλλιώς... ζήσε τώρα το δράμα σου...

Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

όταν παραδίδουν μαθήματα εργο-δισκογραφίας οι κουμπούρες…

Όποιος ασχολείται σοβαρά με τη δισκογραφία γνωρίζει πως πρόκειται για ένα συχνά πολύ δύσκολο «άθλημα», αφού πρέπει κανείς, διαρκώς, να αναζητά και να εξακριβώνει. Ιδίως όταν μιλάμε για το παρελθόν, 40 ή 50 χρόνια πριν (ή και εκατό δηλαδή – γιατί ορισμένοι την ψάχνουν, και καλά κάνουν, με τις ηχογραφήσεις του 1915) τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο.
Βασικός κανόνας στην δισκογραφική ενασχόληση είναι να έχεις δει, πιάσει, επεξεργαστεί κατ’ αρχάς το δισκογραφικό υλικό. Δεν μπορείς δηλαδή να στηρίζεσαι σε… θύμησες και αναμνήσεις των καλλιτεχνών (οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, σπανίως κρατούν ημερολόγιο), αφού πολλά απ’ αυτά που λένε είναι διάτρητα και μπάζουν απ’ όλες τις πλευρές. Τι να σου πει ο καλλιτέχνης για το τι ακριβώς ηχογράφησε φθινόπωρο του 1965, όταν εσύ μπορείς να έχεις γραπτές μαρτυρίες της εποχής; Τίποτα το ουσιαστικό.
Σε μια συζήτηση, λοιπόν, οφείλεις να πας διαβασμένος, βοηθώντας τοιουτοτρόπως τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου να θυμηθεί (και ενδεχομένως να επιβεβαιώσει). Παρατηρούνται φαιδρότητες… με όλο το σεβασμό. Υπάρχουν δημιουργοί που μπορεί να θυμούνται πως έπαιζαν στο τάδε ή στο δείνα γκρουπάκι της γειτονιάς (αδισκογράφητο φυσικά), και να μην θυμούνται, την ίδιαν ώρα, τα γκρουπ ή τους δίσκους που έχουν ηχογραφήσει! Τι βάση να δώσεις τώρα στις κουβέντες τους; Εντάξει. Τους ακούς, αλλά αν τύχει και πάρεις τοις μετρητοίς όσα λένε το μόνο που θα καταφέρεις θα είναι να γελοιοποιηθείς. Και κυρίως να γελοιοποιήσεις εκείνους. Μέγιστη ασέβεια προς τον καλλιτέχνη και το κοινό, τούτο ακριβώς επιδεικνύει όποιος παίρνει συνεντεύξεις αδιάβαστος και απροετοίμαστος.
Ορισμένοι… δεινόσαυροι-καταγραφείς του ελληνορόκ, βασίζουν την παρουσία τους στο χώρο (της γραφής) στηριγμένοι στα μικρόφωνα. Στις «πληροφορίες» που θ’ αποσπάσουν από τους καλλιτέχνες μισόν αιώνα μετά. Κλασική περίπτωση ο… οστεοφύλακας του ελληνικού ροκ Μανώλης Νταλούκας, ο οποίος μας πληροφορεί συχνά είτε από… μικροφώνου, είτε από ανύπαρκτες πηγές. Δίσκοι του λείπουν, περιοδικά και άλλα ντοκουμέντα του λείπουν. Όντας λειψός σε στοιχεία, για να γεμίσει τα κενά γράφει συνήθως με τα μάτια της φαντασίας του… Ονειρεύεται χουντικούς και παρακρατικούς να κυνηγάνε τους Νοστράδαμος, τους Poll και τον Τόλη Βοσκόπουλο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του ’72, ονειρεύεται την Joni Mitchell να την ερωτεύεται έλληνας μουσικός της εποχής στα Μάταλα και να γράφει τραγούδι (η Mitchell) με αναφορές στους λιποτάκτες Αμερικανούς του Βιετνάμ (τόσο βλαξ!), ονειρεύεται ψυχεδελονεολαίους να φωνάζουν «απόψε πεθαίνει ο φασισμός» και άλλα τέτοια φαιδρά. Εσχάτως κατασκεύασε και «αποκλειστικές» πληροφορίες για τη δισκογραφία του Γιώργου Ρωμανού… Μπου χα χα… Οπλιστείτε με υπομονή, καθότι θα έχουμε πολλά να πούμε…

1. Στον δίσκο του Γιώργου Ρωμανού “In Concert & in The Studio” [κυκλοφορία Μάιος(;) του ’68] ΔΕΝ παίζουν οι Aphrodites Child
Ο Νταλούκας μας λέει πως… «η αλήθεια είναι ότι οι Aphrodite’s Child, παίζουν μόνο σε δύο τραγούδια: ‘Μαρίνα’ και ‘Έι Κορίτσι’» και πως «στα τραγούδια ‘Η Αγάπη μου κοιμάται στα νερά’, και ‘Όταν μούπες’, έχουμε μόνο τη συμμετοχή του Βαγγέλη Παπαθανασίου και όχι των υπολοίπων». Επίσης μας λέει πως «ο δίσκος άρχισε να ηχογραφείται στα τέλη του 1967, και τότε ακριβώς οι Ρούσσος και Σιδεράς, φεύγουν για το Λονδίνο. Ο Παπαθανασίου μένει πίσω, και συνεχίζει τη συνεργασία του με τον Ρωμανό». Ας τα δούμε ένα-ένα όλα τούτα…
Κατ’ αρχάς δεν υπάρχει ποτέ και πουθενά συνεργασία των Aphrodites Child με τον Ρωμανό, αλλά του Συγκροτήματος Βαγγέλη Παπαθανασίου με τον Ρωμανό. Εννοώ πως όταν ηχογραφούνταν τα τραγούδια το συγκρότημα δεν λεγόταν ακόμη Aphrodites Child. Τούτο, αναφέρεται καθαρά στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ. Ένα το κρατούμενο. Στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ αναφέρεται επίσης πως το Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου συμμετέχει στην ηχογράφηση τεσσάρων τραγουδιών («Η αγάπη μας κοιμάται στα νερά», «Έι κορίτσι», «Μαρίνα», «Όταν μούπες»). Ο Νταλούκας έρχεται μετά από 47 χρόνια να διαψεύσει εκείνο που αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του LP, λέγοντάς μας πως στο «Η αγάπη μου[sic] κοιμάται στα νερά» («αγάπη μας» και όχι «αγάπη μου» – ούτε οι τίτλοι δεν αντιγράφονται σωστά) και στο «Όταν μούπες» συμμετέχει μόνο ο Παπαθανασίου και όχι οι υπόλοιποι.
Γιατί δεν μας λέει πού το διάβασε αυτό, ή έστω ποιος του το είπε; Και… ωραία του το είπανε. Γιατί δεν λέει σ’ αυτόν που του το είπε… κοίταξε να δεις… σου υπενθυμίζω πως τόσο στα 45άρια που προηγήθηκαν (τα «Η αγάπη μας κοιμάται στα νερά», «Έι κορίτσι» και «Μαρίνα» βγήκαν πρώτα στις 45 στροφές, λογικώς προς τα τέλη του ’67) όσο και στο LP (για τα tracks B1 έως B4 μιλάμε πάντα) αναγράφεται… Συγκρότημα Βαγγ. Παπαθανασίου… Ο ερευνητής μας κοιμάται, ως συνήθως, όρθιος. Μπορεί να μην έχει καν τον δίσκο. Δίνει «αποκλειστικές» υποτίθεται πληροφορίες για το “In Concert & in The Studio” και στη σχετική ανάρτησή του εικονίζει το εξώφυλλο της επανέκδοσης και όχι του original… Δεν μπορείς να τον πάρεις στα σοβαρά.

Για ν’ ανοίξουμε τους Μοντέρνους Ρυθμούς και να δούμε τι γράφουν για τον Παπαθανασίου, το Συγκρότημα, τον Ντέμη Ρούσσο κ.λπ. την εποχή που μας ενδιαφέρει (δεύτερο μισό του ’67 και αρχές του ’68).
Νίκος Μαστοράκης (#87, 16/8/1967): «(…) το τρίο Λαστ Φάιβ του Παπαθανασίου(…)». Ο Παπαθανασίου ήδη από τον Αύγουστο του ’67 δηλαδή έπαιζε με κάποιο τρίο (αγνώστων λοιπών στοιχείων).
Θόδωρος Σαραντής (#87, 16/8/1967): «Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου παίζει με δικό του τρίο κάθε βράδυ στο Μπαρ Γκάλαξυ συνοδεύοντας την νέγρα τραγουδίστρια Βάιολετ Μάυ και την Βίλμα (Λαδοπούλου) σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία». Μάλιστα…
Χρήστος Λεβέντης, συνέντευξη με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου (#90, 11/10/1967). Λέει ο Βαγγέλης: «Δεν σκοπεύω να ξανασχηματίσω άλλο συγκρότημα. Θα συνεχίσω μόνος την καριέρα μου, ίσως φύγω σύντομα για την Αγγλία». Όλα τ’ άλλα της συνέντευξης δεν ενδιαφέρουν την περίπτωσή μας…
Θόδωρος Σαραντής (#92, 8/11/1967): «Στο Γκάλαξι του ξενοδοχείου Χίλτον εμφανίζεται το νέο συγκρότημα του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Εκτός του δημοφιλούς Βαγγέλη παίζουν στο εν λόγω συγκρότημα ο Ντέμης Ρούσσος μπάσο, τραγούδι, ο Αργύρης Κουλούρης ληντ γκιτάρ και ο Λουκάς Σιδηράς[sic] ντραμς». Σημαντική πληροφορία. Γνωρίζουμε ποιο ήταν το Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου τον Νοέμβριο του ’67.
Θόδωρος Σαραντής (#95, 20/12/1967): «Ο Ντέμης Ρούσσος προσεχώρησε στην ορχήστρα του Λαβράνου και εμφανίζεται κάθε βράδυ στην Αθηναία». Τέλη Δεκεμβρίου του ’67 ο Ρούσσος πιάνει δουλειά στην ορχήστρα του Γεράσιμου Λαβράνου. Το κρατάμε αυτό.
Θόδωρος Σαραντής (#96, 3/1/1968): «ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1967. Ο Αλέκος Καρακαντάς και ο Ντέμης Ρούσσος προσχωρούν στην ορχήστρα του Λαβράνου». Το ίδιο.
Θόδωρος Σαραντής (#97, 17/1/1968): «Στο Λονδίνο βρίσκεται ο πάντοτε δημοφιλής Βαγγέλης Παπαθανασίου. Απ’ ό,τι άκουσα βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με γνωστές φωνογραφικές εταιρείες της αγγλικής πρωτεύουσας». Το κρατάμε κι αυτό…
Από τη στήλη «Ακούω-Μαθαίνω-Σημειώνω» (#99, 14/2/1968): «Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου επέστρεψε από το Λονδίνο και ετοιμάζει ένα νέο συγκρότημα που σύντομα αρχίζει εμφανίσεις σε γνωστά κοσμικά κέντρα». Μάλιστα…
Δύο σημαντικές φωτογραφίες στο τεύχος #100 (28/2/1968). Οι τέσσερις μετέπειτα Aphrodites Child φωτογραφίζονται, στην Ελλάδα προφανώς, μέσα σ’ ένα μαντρί!
Κι ένα απόσπασμα συνέντευξης του Βαγγέλη Παπαθανασίου στο περιοδικό Ο Κόσμος του Τραγουδιού (#1, 1969), που θα μας χρειαστεί: «Στο ξεκίνημά μας γνωρίσαμε δύο, αν μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε έτσι, ατυχίες. Συγκεκριμένα, ενώ κατευθυνόμαστε μέσω Παρισίων για το Λονδίνο, προκειμένου να ηχογραφήσουμε το ‘Ραίην εντ τήαρς’, η απεργία (δεν λειτουργούσε κανένα μεταφορικό μέσον) μας εξηνάγκασε να παραμείνουμε στη Γαλλία… Επειδή όμως η απεργία συνεχιζόταν και σχεδόν μας είχαν τελειώσει όλα τα χρήματά μας, αποφασίσαμε να ηχογραφήσουμε τον δίσκο μας στα εκεί στούντιο της φωνογραφικής εταιρίας ‘Μέρκιουρυ’. Ήταν η δεύτερη ατυχία μας, γιατί δεν έμεινα απολύτως ικανοποιημένος από την ηχογράφηση. Στις ημέρες που ακολούθησαν και ενώ το Παρίσι ομοίαζε με πόλη της Αποκαλύψεως, ο δίσκος μας, πράγμα παράξενο, πωλούσε τις πρώτες ημέρες 200 χιλιάδες αντίτυπα και κατελάμβανε την τέταρτη θέσι στο TOP της χώρας αυτής».

Ας επανέλθουμε μετά απ’ όλα τούτα στις σαχλαμάρες του Νταλούκα. Ενώ λοιπόν δεν δίνει καμμία πληροφορία για το ποιοι μουσικοί (πλην του Παπαθανασίου) συμμετείχαν στα «Η αγάπη μας κοιμάται στα νερά» και «Όταν μούπες» (το ξαναλέω, ο δίσκος γράφει πως συμμετείχε το Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου) μας λέει πως «στα τέλη του 1967 οι Ρούσσος και Σιδεράς, φεύγουν για το Λονδίνο». Αυτό είναι παντελώς λάθος, καθότι από τον Οκτώβρη του ’67 οι Ρούσσος και Σιδεράς εμφανίζονται μαζί με τον Παπαθανασίου στο Galaxy του Hilton, ενώ από τον Δεκέμβρη του ’67 ο Ρούσσος παίζει με την ορχήστρα του Γεράσιμου Λαβράνου. Ο πρώτος που την κάνει για Λονδίνο είναι ο Παπαθανασίου (περί το πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη του ’68), ο οποίος επιστρέφει ένα μήνα περίπου αργότερα (τον Φλεβάρη του ’68). Τότε δημοσιεύονται και οι πόζες τού τετραμελoύς γκρουπ (Βαγγέλης, Λουκάς, Ντέμης, Αργύρης) στους Μοντέρνους Ρυθμούς.
Και το εξής. Το acetate του “Plastics never more” (που σταμπαρίστηκε ως Forminx στην Αγγλία, γιατί το γκρουπ δεν είχε ακόμη όνομα!) έχει επάνω χρονολογία 15/3/1968. Τι σημαίνει αυτό; Πως είχε ηχογραφηθεί νωρίτερα και πως το tape έφθασε στην Αγγλία είτε μέσω του Παπαθανασίου (το πήρε μαζί του στο Λονδίνο τον Γενάρη του ’68), είτε μέσω ταχυδρομείου. Δεν ξέρω τι από τα δύο συνέβη. Πιθανά είναι και τα δύο. Η ουσία είναι πως ο Βαγγέλης είχε πάει στο Λονδίνο ήδη μία φορά μόνος του (αφού ο Ρούσσος έπαιζε την ίδιαν εποχή με τον Γεράσιμο Λαβράνο) κι είχε επιστρέψει τον Φλεβάρη του ’68. Τώρα, αν έφυγαν στη συνέχεια (από το Μάρτη του ’68, πια, και πέρα) και οι τρεις μαζί, ή οι δύο με τον τρίτο να πηγαίνει ακόμη πιο μετά, τούτο δεν έχει κανένα απολύτως ενδιαφέρον. Εγώ, πάντως, κρατώ τι είπε ο Παπαθανασίου το 1969 (ένα χρόνο μετά δηλαδή) στον Κόσμο του Τραγουδιού και όχι τι λέγεται μετά από 40 χρόνια…

2. Στο single του Ρωμανού «Μαρίνα/ Το ρολόι» [Zodiac ZS 8108, 1967] ΔΕΝ παίζουν οι Aphrodite’s Child
Φυσικά και ΔΕΝ παίζουν οι Aphrodites Child, αφού το δισκάκι πάνω γράφει Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου. Δεν ξέρω σε ποιους παριστάνει τον έξυπνο ο Νταλούκας. Πιθανώς σε τίποτα… πιο ανόητους κι από ’κείνον. Στο δε singleThe clock/ Our love sleeps on the waters” [Zodiac ZS 8007, 1967], που βγήκε νωρίτερα από το «Μαρίνα/ Το ρολόι» (πάντα μέσα στο ’67) το συγκρότημα είναι οι Vangelis Papathanassiou and his Group. Φυσικά πρόκειται για το ίδιο συγκρότημα (είτε στα ελληνικά, είτε στα αγγλικά) και βεβαίως για την ίδια ηχογράφηση (πρώτα χωρίς λόγια και μετά με λόγια). Ο Νταλούκας μας λέει μάλιστα, σε σχέση με την αγγλική version, πως δεν πρόκειται για «ξεχωριστό έργο». Σιγά τα λάχανα! Κατ’ αρχάς για ποιο «έργο» μιλάει ο κακομοίρης; Για ένα απλό τραγούδι μιλάμε ή για ένα ορχηστρικό. Και δεύτερον, ποιος έγραψε περί «ξεχωριστού»; Εγώ απλώς έδωσα τους κωδικούς των δύο singles. Δεν έγραψα, ούτε υπονόησα τίποτα «ξεχωριστό». Μόνο ένας βλάκας μπορεί να διαβάσει μια δισκογραφία και να καταλάβει… ό,τι καταλαβαίνει ο Νταλούκας.
Υπάρχει ένα θέμα εδώ. Πότε ηχογραφείται το «Ρολόι»; Λογικά στο τελευταίο τετράμηνο του ’67. Ποιο είναι το Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου (που αναγράφεται στο δισκάκι); Προφανώς οι Ρούσσος, Σιδεράς, Κουλούρης – όπως ακριβώς έπαιζαν στο Galaxy του Hilton τον Οκτώβρη-Νοέμβρη του ’67. Γιατί εγώ να υποθέσω πως οι άλλοι τρεις δεν συμμετέχουν στην ηχογράφηση (όπως ισχυρίζεται ο Νταλούκας, που μας λέει πως «στο ‘Ρολόι’, παίζει μόνο ο Παπαθανασίου, και μάλιστα Χάμοντ Β3 και όχι πιάνο, όπως γράφεται συχνά»); Το πιο λογικό δεν είναι να υποθέσεις πως το Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου (όπως αναφέρεται πάνω στο δισκάκι, το ξαναλέω) αποτελείται από τη γνωστή μας τετράδα; Ο Νταλούκας το αρνείται, χωρίς να λέει γιατί το αρνείται και, κυρίως, χωρίς να μας πει ποιοι είναι εκείνοι που αποτελούν αυτό το άλλο… Συγκρότημα Βαγγέλη Παπαθανασίου. Στην ηχογράφηση πάντως ακούγονται λατέρνα, πιάνο, μπάσο, ντραμς, κρουστά, διάφορα πνευστά, hammond και ρυθμική κιθάρα. Οπότε το Συγκρότημα, πλαισιωνόταν σίγουρα και από extra μουσικούς. Ποιοι να ήταν αυτοί δεν ξέρω. Πάντως, κι επειδή είμαι προσεκτικός σ’ αυτά, όταν κατέγραψα πριν λίγο καιρό τα δύο «Ρολόγια» στην δισκογραφία του Ντέμη Ρούσσου, έγραψα στην επικεφαλίδα «Συμμετοχές (και ενδεχόμενες συμμετοχές)», για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο. Έβαλα «σίτα» δηλαδή για να μην μπουν οι «μύγες»… Μπήκαν, όμως, κάτι «σκνίπες»…

Από το... underground περιοδικό ΦΑΝΤΑΖΙΟ. Ο Γιώργος Ρωμανός με τη δωδεκάχορδη κιθάρα του. Ο "Γιουλμπρύνερ" ποιος να είναι;

3. Το τραγούδι «Στις 15 Ιουλίου θα γίνη έκλειψις ηλίου» σε μουσική Γιώργου Ρωμανού και στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου, με την Δέσποινα Γλέζου, είχε αρχικά τίτλο «Στις 16 Δεκεμβρίου»;
Όπως έγραψα και έδειξα την 16/12/2014 ο αρχικός τίτλος του τραγουδιού (προσέξτε του τραγουδιού λέω, όχι του ποιήματος του Ιατρόπουλου) ήταν σκέτο «Θα γίνη έκλειψις ηλίου». Σ’ αυτή την εκδοχή του τραγουδιού (βγήκε το 45άρι, αλλά αποσύρθηκε αμέσως) η Δέσποινα Γλέζου τραγουδά «Στις 16 Δεκεμβρίου θα γίνη έκλειψις ηλίου»! Ο τίτλος του ποιήματος (του ποιήματος λέω) του Ιατρόπουλου ήταν σκέτο «Στις 16 Δεκεμβρίου» και τούτο φαίνεται στη σχετική σελίδα του βιβλίου του Γιάννη Κακουλίδη Το Ελληνικό Τραγούδι [Περγαμηνή, Αθήνα 1971], που είχα αναρτήσει στο post (16/12/2014). Ο Κακουλίδης, επειδή ήταν και ο ίδιος στιχουργός, έχοντας επαφές με άλλους στιχουργούς-ποιητές της εποχής δεν κατέγραψε τους στίχους στο βιβλίο του βγάζοντάς τους, αναγκαστικά, με το αυτί. Κάποιους, σίγουρα, θα τους είχε χειρόγραφους (από τους ίδιους τους ποιητές). Για παράδειγμα ο Γιάννης Νεγρεπόντης θα του είχε προμηθεύσει τους στίχους από τα «Νέγρικα», οι οποίοι το 1971 δεν είχαν δισκογραφηθεί. Κατά τον ίδιο τρόπο… και ο Ιατρόπουλος θα είχε δώσει στον Κακουλίδη το ποίημά του, έτσι όπως αρχικώς το έγραψε, και όχι με τον τίτλο που μαθεύτηκε εν τέλει από την δισκογραφία. Ο τίτλος του ποιήματος, το ξαναλέω, ήταν «Στις 16 Δεκεμβρίου»… και οι πρώτοι δύο στίχοι του έλεγαν «Στις 16 Δεκεμβρίου/ θα γίνη έκλειψις ηλίου». Αυτούς ακριβώς τους στίχους τραγούδησε και η Δέσποινα Γλέζου στην πρώτη εκδοχή του τραγουδιού.
Όλα αυτά δεν είναι κατανοητά; Δεν είναι σαφή; Απολύτως. Ε, για τον Νταλούκα δεν είναι!! Γράφει ο αθεόφοβος: «Μπαρούφα που οφείλεται σε λάθος του Γιάννη Κακουλίδη, και που εμφανίζεται στο βιβλίο του Το Ελληνικό Τραγούδι (Περγαμηνή, Αθήνα 1971)». Ο άνθρωπος τα έχει χάσει τελείως!! Δεν υπάρχει καμμία μπαρούφα, δεν υπάρχει κανένα λάθος του Γιάννη Κακουλίδη. Το λάθος βρίσκεται στη νηπιακή σκέψη του Νταλούκα, που δεν αντιλαμβάνεται τα αυτονόητα. Η Γλέζου τραγουδάει «Στις 16 Δεκεμβρίου…» στην πρώτη εκδοχή του τραγουδιού. Ας το πάρει κάποια στιγμή χαμπάρι.
Και τούτο. Ο Νταλούκας βουτάει από το δισκορυχείον το label τού απίστευτα σπάνιου αυτού δίσκου (την πρώτη εκδοχή εννοώ με το «Στις 16 Δεκεμβρίου…») και το κοτσάρει στο blog του, δίχως να αναφέρει την πηγή. Μιλάμε για ένα σπανιότατο 45άρι, που, πιθανώς να το έχουν 2-3 άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα (και αν…). Ας ξαναπώ, λοιπόν, πως η φωτογραφία του label ήταν προσφορά του Θοδωρή Κρίθαρη προς το δισκορυχείον. Για να ξέρουμε και τι μας γίνεται δηλαδή.
Νταλούκα, τι ξεφτίλες είναι αυτές ρε;

4. Το… μυστήριο της line-up του συγκροτήματος που εμφανίζεται στο LP του Γιώργου Ρωμανού «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα»
Ασχολήθηκα για πρώτη φορά με την line-up του γκρουπ, που εμφανίζεται στα «Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα» στο βιβλίο μου «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Δελφίνι] που κυκλοφόρησε πριν 19 χρόνια (όχι πρόπερσι…), όταν ελάχιστοι ενδιαφέρονταν γι’ αυτά τα θέματα. Και πάντως όχι ο Νταλούκας, που εκείνη την εποχή κοιμόταν με τα τσαρούχια. Είχα γράψει, λοιπόν, στο βιβλίο μου για τρεις(!) κιθαρίστες –σημαντικό– δηλ. τον Καρακαντά, τον Κουλούρη και τον ίδιο τον Ρωμανό, ενώ λάθεψα στον οργανίστα (είχα γράψει πως ήταν ο Κατακουζηνός – που εκτός από μπάσο, γενικώς, παίζει και πλήκτρα) και στον μπασίστα (είχα γράψει πως ήταν ο Ντέμης Ρούσσος). Την εποχή που έγραφα το βιβλίο δεν υπήρχαν διαθέσιμες πηγές. Δεν υπήρχε internet και οι πληροφορίες, γενικώς, εξασφαλίζονταν με το σταγονόμετρο. Έτσι, ήταν τρομερά δύσκολο να διπλο-τριπλο-τσεκάρω μια πληροφορία. Προτίμησα, λοιπόν, να δώσω μία πρώτη line-up ενός σημαντικού ελληνικού ροκ δίσκου (σωστή κατά τα 3/5) παρά να μη δώσω τίποτα. Ο ανεκδιήγητος Νταλούκας, κατά τη συνήθη ελεεινή τακτική του, επιχειρεί να μου επιτεθεί για κάτι… 20 χρόνια παλιό, προκειμένου να θίξει, σήμερα, εμένα και τη δουλειά μου. Δεν αντιλαμβάνεται πόσο χαμηλά έχει πέσει; Δεν καταλαβαίνει (όντας βλάκας) ή κάνει πως δεν καταλαβαίνει (όντας αήθης) πως ένα βιβλίο σαν το δικό μου (με απόλυτη παράθεση στοιχείων, πέραν των κρίσεων, που μπορεί να έχουν μια διαχρονική αξία) κρίνεται στην εποχή του (1996) και βάσει των δεδομένων της εποχής του (τι είχε προϋπάρξει κτλ.), και όχι 20 χρόνια αργότερα;
Τέλος πάντων, εμένα δεν με νοιάζει (δική του είναι η «αξιοπρέπεια»… τη διπλώνει στα τέσσερα και την πετάει στα σκουπίδια). Ας κρίνετε, τέλος πάντων κι εσείς το ήθος του…

Σε κάθε περίπτωση πάντως, και αν θέλω, μπορώ να τον «ξεσκίσω», σε σχέση με τις βλακείες που γράφει στα περιοδικά από το 1977… αλλά δεν μ’ ενδιαφέρει να το πράξω. Είναι ανήθικο. Και στις ανοησίες που έγραφε για τον Σαββόπουλο το ’79 αναφέρθηκα επειδή τις ίδιες ανοησίες υποστηρίζει εμμέσως πλην σαφώς και σήμερα, αφού σ’ ένα βιβλίο για το «ελληνικό ροκ», υποτίθεται, δεν βρήκε να γράψει πέντε λέξεις για το «Μπάλλο» και «Το Βρώμικο Ψωμί», ενώ μας γράφει για τα κοριτσίστικα λευκώματα και τις μαθήτριες! Τέτοια χάλια! Εκείνος, βεβαίως είναι ελεύθερος να ψάχνει το… 20χρονο βιβλίο μου και να προσπαθεί να βρει κάτι εκεί μέσα για να με βγάλει «λάθος». Όσο και να ψάξει όμως δεν πρόκειται να βρει ουδεμία βλακεία, ουδεμία ηλιθιότητα, τίποτα που να βγάζει τον αναγνώστη από τα ρούχα του. Άντε να βρει καμμιά λάθος χρονιά ή κανα όνομα. Δεν θα βρει ηλιθιότητες σαν εκείνες που έγραφε ο ίδιος στα νιάτα του. Εγώ του κάνω κριτική σ’ αυτά που γράφει σήμερα στο βιβλίο του (2012) και στο blog του, δεν του κάνω κριτική για κείμενα του ’80 ή του ’81. Άμα είχε τα κότσια, δηλαδή, ας έκανε τότε κριτική (το 1996), όταν κυκλοφόρησε το «Ραντεβού στο Κύτταρο» και όχι 19 χρόνια αργότερα. Αλλά τότε, το είπαμε, δεν ήξερε ούτε το Ρωμανό, ούτε τους Morka, ούτε τίποτα. Ήξερε λίγο τον Άσιμο, το Σιδηρόπουλο, τον Πανούση από τα eighties… εκείνους που είχε φωτογραφήσει. Είχε άγρια μεσάνυχτα για την ιστορία του ελληνικού ροκ. Ούτε το “Jeronimo yanka” δεν ήξερε… Όπως έχει μεσάνυχτα και σήμερα δηλαδή.

Το… μυστήριο λοιπόν της line-up εκείνου του δίσκου, το είχα λύσει σχεδόν 100% από τις αρχές των 00s, ενώ όλα είχαν απαντηθεί στο δισκορυχείον στο post «ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΩΜΑΝΟΣ συνέχεια...» της 15/12/2009 (εδώ και 5 ½-6 χρόνια δηλαδή). Εκεί είχα γράψει, καθαρά, πως η line-up του γκρουπ ήταν: Αλέκος Καρακαντάς lead κιθάρα, ενορχήστρωση, Αργύρης Κουλούρης ρυθμική κιθάρα, Γιώργος Ρωμανός κιθάρα, τραγούδι, Ντέμης Βισβίκης πλήκτρα, Δημήτρης Κατακουζηνός μπάσο και Γιώργος Χατζηαθανασίου ντραμς. 100% σωστός δηλαδή.
Την 28/5/2010 στο post «ΓΙΩΡΓΟΣ ΡΩΜΑΝΟΣ ‘Δυο Μικρά Γαλάζια Άλογα’ – η line-up» επηρεασμένος από κάποιες… μη πληροφορίες σε σχέση με τον ντράμερ, έριξα στη συζήτηση και το όνομα του Τζίμη Νταή, γράφοντας χαρακτηριστικά πως… «δεν το κλείνω το κεφάλαιο...»… δίνοντας πάσα στους αναγνώστες, προκειμένου να βοηθούσαν κι εκείνοι στη σχετική, τελική και οριστική, εξακρίβωση. Και όντως. Ο Νίκος Σάρρος μιλάει αρχικώς με τον Νταή, ο οποίος του λέει πως δεν έπαιζε στα «…Γαλάζια Άλογα» και εν συνεχεία με τον Χατζηαθανασίου, ο οποίος και επιβεβαιώνει τη συμμετοχή του. Άρα το θέμα είναι οριστικά και αμετάκλητα «κλεισμένο», στο δισκορυχείον, από τα τέλη Μαΐου-αρχές Ιουνίου του 2010.

Μετά από πέντε χρόνια, λοιπόν, έρχεται ο βλακονταλούκας, που ξανά δεν αποκαλύπτει την πηγή του, να… αντιγράψει όσα γράψαμε τότε –παριστάνοντας τον έξυπνο, παριστάνοντας λέω…– προτείνοντας και κάποια ακόμη ονόματα μουσικών στα… δεύτερα όργανα, τα οποία, προφανώς, κάποιος του τα σφύριξε. (Δεν μ’ ενδιαφέρει αν αυτός ήταν ο ίδιος ο Γιώργος Ρωμανός ή κάποιος άλλος – όποιος και να ήταν καλά έκανε και του τα ’πε). Μπράβο του λοιπόν. Το μαρκούτσι, το είπαμε, ξέρει να το δουλεύει, στην απομαγνητοφώνηση χωλαίνει. Έτσι, και σ’ αυτή την περίπτωση δεν απέφυγε τα αρπακολατζίδικα, αφού μας γράφει για τον… βιολεντσελίστα Γιώργο Ταχιάτη. Εγώ δεν ξέρω κανέναν Γιώργο Ταχιάτη που να παίζει… βιολεντσέλο (υπάρχει μουσικός Γιώργος Ταχιάτης, αλλά είναι ντράμερ – παίζει στη «Ρεζέρβα» του Σαββόπουλου). Οι βιολοντσελίστες είναι ο Σωτήρης Ταχιάτης και ο Στέλιος Ταχιάτης. Ανάμεσα στους δύο εγώ προκρίνω τον Σωτήρη…

5. Υπάρχουν μουσικές και τραγούδια του Γιώργου Ρωμανού, ηχογραφημένα την περίοδο 1965-1971, που δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμη;
Ας δούμε τι έχει πει ο ίδιος ο Ρωμανός σε μια συνέντευξή του στον Οδυσσέα Ιωάννου για την Καθημερινή (23/5/2010): «Εκτός από το ‘Ρολόι’ ηχογράφησα και τη ‘Σόνια’, ένα τραγούδι από κάποιο θεατρικό έργο που λεγόταν ‘Δέκα Εντολές’ σε στίχους της Φώφης Τρέζου. Δυστυχώς είναι η μόνη εντολή που έμεινε, τις άλλες εννέα τις δάνεισα σε μαγνητοταινία σε κάποιο φίλο και από τότε χάθηκαν, δεν υπάρχουν πουθενά».
Έρχεται λοιπόν ο λεμέγκουρας μετά από 5 χρόνια (από τη συνέντευξη του Ρωμανού στην Καθημερινή) να μας πει με μεγαλοστομίες για τις… «αλήθειες γύρω από το έργο του», αρπάζοντας πληροφορίες από ’δω κι από ’κει μ’ ένα στυλ… «δικές μου είναι». Τι θέλει να παραστήσει ο πανύβλαξ; Σιγά, μην περιμέναμε να ενημερωθούμε από τον Νταλούκα για τα πεπραγμένα του Γιώργου Ρωμανού! Δόξα τω θεώ υπάρχουν κι άλλοι (σοβαροί) άνθρωποι που ενδιαφέρονται.
Ας δώσω λοιπόν κι εγώ κάποιες επιπλέον πληροφορίες, χωρίς να διεκδικώ κάποια πρωτιά (παρότι αυτή –η πρωτιά– σε μερικές μπορεί να υπάρχει).
Το έργο της Φώφης Τρέζου «Οι Δέκα Εντολές» είχε ανεβεί στο θέατρο Κάβα (την περίοδο 1968-69) σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζίσκου, και πρωταγωνιστούσαν σ’ αυτό οι Παύλος Λιάρος, Νίκος Λυκομήτρος, Ίλια Λιβυκού και άλλοι λιγότερο γνωστοί ηθοποιοί. Να σημειώσω επίσης πως τον Αύγουστο του 1970 –κι αυτό είναι πολύ σημαντικό– ο Γιώργος Ρωμανός γράφει μουσική και σ’ ένα άλλο θεατρικό, στο περίφημο «Νεκροταφείο Αυτοκινήτων» του Fernando Arrabal  (Θέατρο Τέχνης, σκην. Κάρολος Κουν, μτφ. Παύλος Μάτεσις, με πρωταγωνιστές τους Ρένη Πιττακή, Νίκο Μπουσδούκο, Μάγια Λυμπεροπούλου, Μίμη Κουγιουτμζή, Γιώργο Αρμένη, Βασίλη Μπουγιουκλάκη, Γιάννη Μόρτζο κ.ά.). Επειδή διαθέτω φωτογραφίες από την παράσταση και άλλο υλικό κάποια στιγμή προσδοκώ να κάνω μια ξεχωριστή ανάρτηση.
Επίσης ο Γιώργος Ρωμανός είχε συμμετάσχει στο soundtrack της ταινίας βλέπε ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ (1969) του Γιώργου Εμιρζά (με την Άννα Φόνσου, τον Γιώργο Διαλεγμένο, την Ελένη Ανουσάκη κ.ά.). Οι μουσικές των τίτλων αρχής, καθώς και μιας ορχηστρικής edit του «Φανταστικού γιατρού» στη σκηνή του κότερου είναι δικές του φυσικά (το ύφος είναι εντελώς «… Γαλάζια Άλογα» και ο κιθαρίστας είναι σίγουρα ο Αλέκος Καρακαντάς), ενώ όλο το υπόλοιπο OST ανήκει στον Σταύρο Ξαρχάκο. Το βλέπε ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ είναι μία ενδιαφέρουσα, ελεύθερη και κάπως hippie μεταφορά ιστοριών του Λουκιανού στη σύγχρονη ζωή, που αγνοήθηκε στο 10ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (29/9/1969-6/10/1969). Μάλιστα η ταινία αποκλείστηκε από το διαγωνιστικό τμήμα, για να προβληθεί εν συνεχεία μόλις 11 μέρες στις αίθουσες, κόβοντας 2833 εισιτήρια. Πάτωσε δηλαδή. Ευτυχώς την είχε δείξει πριν πολλά χρόνια η τηλεόραση. Εκεί την είχα δει, έχοντας κρατήσει και τις σχετικές σημειώσεις…
Να υπενθυμίσω, επίσης, κάτι που μπορεί να έχει διαφύγει σε ορισμένους... Αναφέρομαι στο παιδικό EP «Μια φορά κι έναν καιρό…» [Aquarius AQ-001/002, 1970;], που περιείχε συνθέσεις του Γιώργου Ρωμανού, σε στίχους Γιάννη Ευσταθιάδη. Γι’ αυτό το δυσεύρετο single είχα γράψει πρώτη φορά στο δισκορυχείον την 11/12/2009 και ξανά μετά την 30/5/2011. Μπορείτε να δείτε κι εδώ… http://diskoryxeion.blogspot.gr/2011/05/blog-post_30.html.

Αυτές είναι ουσιαστικές πληροφορίες και όχι τα μισόλογα και οι φτωχομπινεδιές του Νταλούκα, ο οποίος, εδώ που τα λέμε, πρέπει να πάρει τάχιστα τη γόμμα και ν’ αρχίσει να σβήνει τις βλακείες που γράφει ξεκινώντας από το… «Στις 16 Δεκεμβρίου θα γίνη έκλειψις ηλίου» (καθότι αυτή η παράγραφος φεύγει όλη, όπως είναι).

Αλήθεια, Νταλούκα, έσβησες τις αηδίες σου για τα Μάταλα, ή τις έχεις ακόμη εκεί για να γελάει ο κόσμος; Σου ξαναλέω, λοιπόν, πως έχεις γεμίσεις το net με φλούδες… Παίρνεις ανθρώπους στο λαιμό σου…

Σταματώ εδώ και αναλόγως θα επανέλθω…