Πρώτα ένα απόσπασμα από το κείμενο του Ανδρέα Καλομάρη «Ο
ελληνικός στίχος κατακτά την ξένη ελαφρά μουσική», που δημοσιεύτηκε στο
περιοδικό Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες/
Μοντέρνοι Ρυθμοί και Τραγούδια, τεύχος 3 (103), την
10η Απριλίου 1968 και μετά λίγα σχόλια δικά μου…
Πριν από λίγα χρόνια,
όταν οι Μπητλς λάνσαραν την μουσική «γιέ-γιέ» και δημιουργούσαν τον θρύλο τους
με τις αλλεπάλληλες μουσικές τους επιτυχίες, πριν από λίγα χρόνια –που
παράλληλα με τα θρυλικά Σκαθάρια σε όλο τον κόσμο είχαμε κι εδώ στην Ελλάδα
τους Φόρμιγξ, που προκαλούσαν υστερία σε κάθε εμφάνισή τους– ούτε σκέψις
μπορούσε να γίνη ότι θα ήταν ποτέ δυνατόν να αρέσει στην νεολαία μας ένα
τραγούδι ξένης μοντέρνας μουσικής, με ελληνικά λόγια.
Ο φανατισμός που είχαν προκαλέσει τα ξένα ρυθμικά συγκροτήματα με τα τραγούδια τους είχαν κάνει τη νεολαία μας να τραγουδά μελωδίες μόνο με αγγλικούς ή ιταλικούς στίχους και κανένα συγκρότημα δικό μας, κανένας τραγουδιστής ή τραγουδίστρια δεν τολμούσε να αποπειραθή την ηχογράφησι ενός δίσκου που η μελωδία του θα ήταν μοντέρνα και τα λόγια του ελληνικά.
Παρ’ όλα ταύτα κάποτε βρέθηκαν κι εκείνοι που τόλμησαν. Ο συμπαθέστατος τραγουδιστής GINO, που είχε διακριθεί στην Αγγλία, στην Γαλλία, στην Γερμανία, στην Ιταλία και ήρθε κι εδώ στην Ελλάδα να δημιουργήση μια νέα καλλιτεχνική καριέρα, πήρε το θάρρος να ηχογραφήσει σε δίσκους Φίλιπς και Πόλυντορ ξένες μελωδίες με στίχους ελληνικούς και παρουσίασε, τραγουδώντας ο ίδιος και συνοδευόμενος από τους Γαλαξίες, τα τραγούδια «Κλεοπάτρα με μπλου τζηνς», «Σινιορίνα σιμπάτικα» κ.ά. και εν συνεχεία με την επιμέλεια την δική του και με ερμηνεύτριες τις αδελφές Μπρόγιερ παρουσίασε τα τραγούδια «Μάυ μπόυ λόλιποπ» και «Γνώρισα τον έρωτα».
Κινήθηκαν βέβαια τα τραγούδια αυτά, μα δεν είχαν τότε την επιτυχία που έπρεπε να έχουν. Και ο Gino έφυγε ξανά για την Ιταλία απογοητευμένος.
Αμέσως μετά ήλθε ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΩΡΑΣ, συμπαθέστατος τραγουδιστής και συνθέτης που παρουσίασε τα τραγούδια «Εσένα που σε ξέρω τόσο λίγο», «Μη φεύγεις αγάπη μου» κ.ά. Μα και τα τραγούδια αυτά δεν «έπιασαν» την εποχή εκείνη, όσο έπρεπε να πιάσουν. Τώρα ο Σταύρος Ζώρας βρίσκεται στην Αμερική, αλλά τα τραγούδια του ύστερα από «νεκρική σιγή» αρκετών ετών έγιναν επιτυχίες!(…)
Πρέπει όμως να ομολογηθή πως αν τα ελληνικά νειάτα αγάπησαν και αγαπούν πλέον με φανατισμό τον ελληνικό στίχο τούτο οφείλεται στο δημοφιλές συγκρότημα της Θεσσαλονίκης Ολύμπιανς, που το τραγούδι τους «Τρόπος» σημείωσε πρωτοφανές για την Ελλάδα ρεκόρ πωλήσεων δίσκου. Δίσκου μοντέρνας μελωδίας, που οι στίχοι της δεν τραγουδιόντουσαν αγγλικά ή γαλλικά, αλλά ελληνικά(…).
Ήδη από το 1968 το χώρο τού ελληνικού ποπ/ροκ τον απασχολούσε το θέμα τού στίχου. Το ζήτημα ελληνικά ή αγγλικά στα λόγια των τραγουδιών είναι πολύ παλαιό δηλαδή, και δεν προέκυψε ξαφνικά στη δεκαετία του ’80… πόσω μάλλον τώρα. Σ’ αυτό το παλαιό κείμενο, που δημοσιεύτηκε στις Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες –οι οποίες δεν έτυχαν επανατύπωσης στα τέλη των 00s, όπως συνέβη με τα πρώτα 100 τεύχη των Μοντέρνων Ρυθμών– ο Καλομάρης εντοπίζει το «πρόβλημα», αποτίνοντας φόρο τιμής στους πρωτεργάτες του ελληνικού στίχου στο «μοντέρνο τραγούδι» (τον Gino με τους Γαλαξίες, τον Σταύρο Ζώρα και τους Olympians), καθώς από το 1967 ο ελληνικός στίχος άρχιζε να κάνει όλο και πιο αισθητή την παρουσία του στα τραγούδια και γιατί όχι, σιγά-σιγά, να παίρνει κεφάλι.
Στο εξώφυλλο ο φοβερός Antoine |
Ο φανατισμός που είχαν προκαλέσει τα ξένα ρυθμικά συγκροτήματα με τα τραγούδια τους είχαν κάνει τη νεολαία μας να τραγουδά μελωδίες μόνο με αγγλικούς ή ιταλικούς στίχους και κανένα συγκρότημα δικό μας, κανένας τραγουδιστής ή τραγουδίστρια δεν τολμούσε να αποπειραθή την ηχογράφησι ενός δίσκου που η μελωδία του θα ήταν μοντέρνα και τα λόγια του ελληνικά.
Παρ’ όλα ταύτα κάποτε βρέθηκαν κι εκείνοι που τόλμησαν. Ο συμπαθέστατος τραγουδιστής GINO, που είχε διακριθεί στην Αγγλία, στην Γαλλία, στην Γερμανία, στην Ιταλία και ήρθε κι εδώ στην Ελλάδα να δημιουργήση μια νέα καλλιτεχνική καριέρα, πήρε το θάρρος να ηχογραφήσει σε δίσκους Φίλιπς και Πόλυντορ ξένες μελωδίες με στίχους ελληνικούς και παρουσίασε, τραγουδώντας ο ίδιος και συνοδευόμενος από τους Γαλαξίες, τα τραγούδια «Κλεοπάτρα με μπλου τζηνς», «Σινιορίνα σιμπάτικα» κ.ά. και εν συνεχεία με την επιμέλεια την δική του και με ερμηνεύτριες τις αδελφές Μπρόγιερ παρουσίασε τα τραγούδια «Μάυ μπόυ λόλιποπ» και «Γνώρισα τον έρωτα».
Κινήθηκαν βέβαια τα τραγούδια αυτά, μα δεν είχαν τότε την επιτυχία που έπρεπε να έχουν. Και ο Gino έφυγε ξανά για την Ιταλία απογοητευμένος.
Αμέσως μετά ήλθε ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΩΡΑΣ, συμπαθέστατος τραγουδιστής και συνθέτης που παρουσίασε τα τραγούδια «Εσένα που σε ξέρω τόσο λίγο», «Μη φεύγεις αγάπη μου» κ.ά. Μα και τα τραγούδια αυτά δεν «έπιασαν» την εποχή εκείνη, όσο έπρεπε να πιάσουν. Τώρα ο Σταύρος Ζώρας βρίσκεται στην Αμερική, αλλά τα τραγούδια του ύστερα από «νεκρική σιγή» αρκετών ετών έγιναν επιτυχίες!(…)
Πρέπει όμως να ομολογηθή πως αν τα ελληνικά νειάτα αγάπησαν και αγαπούν πλέον με φανατισμό τον ελληνικό στίχο τούτο οφείλεται στο δημοφιλές συγκρότημα της Θεσσαλονίκης Ολύμπιανς, που το τραγούδι τους «Τρόπος» σημείωσε πρωτοφανές για την Ελλάδα ρεκόρ πωλήσεων δίσκου. Δίσκου μοντέρνας μελωδίας, που οι στίχοι της δεν τραγουδιόντουσαν αγγλικά ή γαλλικά, αλλά ελληνικά(…).
Ήδη από το 1968 το χώρο τού ελληνικού ποπ/ροκ τον απασχολούσε το θέμα τού στίχου. Το ζήτημα ελληνικά ή αγγλικά στα λόγια των τραγουδιών είναι πολύ παλαιό δηλαδή, και δεν προέκυψε ξαφνικά στη δεκαετία του ’80… πόσω μάλλον τώρα. Σ’ αυτό το παλαιό κείμενο, που δημοσιεύτηκε στις Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες –οι οποίες δεν έτυχαν επανατύπωσης στα τέλη των 00s, όπως συνέβη με τα πρώτα 100 τεύχη των Μοντέρνων Ρυθμών– ο Καλομάρης εντοπίζει το «πρόβλημα», αποτίνοντας φόρο τιμής στους πρωτεργάτες του ελληνικού στίχου στο «μοντέρνο τραγούδι» (τον Gino με τους Γαλαξίες, τον Σταύρο Ζώρα και τους Olympians), καθώς από το 1967 ο ελληνικός στίχος άρχιζε να κάνει όλο και πιο αισθητή την παρουσία του στα τραγούδια και γιατί όχι, σιγά-σιγά, να παίρνει κεφάλι.
Στο πρώτο 45άρι του ελληνικού ροκ με ελληνικό στίχο (rock παιγμένο από νεανικό συγκρότημα
δηλαδή και όχι από φωνητικό τρίο ή ορχήστρα), που ήταν βεβαίως το δισκάκι του
Gino και των Γαλαξιών «Snap-snap-snap (Σναπ-σναπ-σναπ)/ Cleopatra in bluejeens (Κλεοπάτρα με
μπλουτζίνς)» [Polydor NHH 54 897] από το καλοκαίρι του 1964 τα ελληνικά
στιχάκια στο «Σναπ-σναπ-σναπ» ήταν του Αθανάσιου Τσόγκα, ενώ στο «Κλεοπάτρα με
μπλουτζίνς» ήταν του Gino (Cudsi). Το ίδιο, δε, και στο δισκάκι του Σταύρου Ζώρα «Σε ξέρω τόσο
λίγο/ Μη φεύγεις αγάπη μου» [Philips
6043, 1965], με την πρώτη πλευρά να έχει στίχους του Ζώρα και με τη δεύτερη του
Τσόγκα.
Θέλω να πω πως από την αρχή της ιστορίας ο Τσόγκας και στην πορεία ο Νίκος Ελληναίος κ.ά. (η Σέβη Τηλιακού ας πούμε) άρχισαν να γράφουν ελληνικούς στίχους για τα «μοντέρνα τραγούδια» της εποχής, στίχους συνήθως που ταίριαζαν πάνω σε «ξένες» επιτυχίες, δίχως ν’ αποτελούν κατ’ ανάγκην μεταφράσεις τους. (Υπήρχε και ο Νίκος Μαστοράκης βεβαίως, αλλά αυτός έγραφε κυρίως αγγλικούς στίχους). Έτσι, και παρόλο το τσατσιλίκι (που εκείνα τα πρώιμα χρόνια ήταν και κάπως αναπόφευκτο εδώ που τα λέμε), τα ελληνικά γκρουπ και οι καλλιτέχνες από πολύ νωρίς είχαν αρχίσει να ντύνουν τους «ξένους ρυθμούς» με δικά τους ελληνικά λόγια, δείχνοντας κατεύθυνση. Την κατεύθυνση, εννοώ, πως η ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να «κολλήσει» μια χαρά με τους «ξένους ρυθμούς» και πως θα ήθελε, απλώς, λίγο παραπάνω προσπάθεια, ώστε να «κάτσει» ένα συμπαθητικό, καλό ή και πολύ καλό αποτέλεσμα.
Θέλω να πω πως από την αρχή της ιστορίας ο Τσόγκας και στην πορεία ο Νίκος Ελληναίος κ.ά. (η Σέβη Τηλιακού ας πούμε) άρχισαν να γράφουν ελληνικούς στίχους για τα «μοντέρνα τραγούδια» της εποχής, στίχους συνήθως που ταίριαζαν πάνω σε «ξένες» επιτυχίες, δίχως ν’ αποτελούν κατ’ ανάγκην μεταφράσεις τους. (Υπήρχε και ο Νίκος Μαστοράκης βεβαίως, αλλά αυτός έγραφε κυρίως αγγλικούς στίχους). Έτσι, και παρόλο το τσατσιλίκι (που εκείνα τα πρώιμα χρόνια ήταν και κάπως αναπόφευκτο εδώ που τα λέμε), τα ελληνικά γκρουπ και οι καλλιτέχνες από πολύ νωρίς είχαν αρχίσει να ντύνουν τους «ξένους ρυθμούς» με δικά τους ελληνικά λόγια, δείχνοντας κατεύθυνση. Την κατεύθυνση, εννοώ, πως η ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να «κολλήσει» μια χαρά με τους «ξένους ρυθμούς» και πως θα ήθελε, απλώς, λίγο παραπάνω προσπάθεια, ώστε να «κάτσει» ένα συμπαθητικό, καλό ή και πολύ καλό αποτέλεσμα.
Αυτά τα ωραία διάβαζε κανείς στις Καλλιτεχνικές Επικαιρότητες/
Μοντέρνοι Ρυθμοί και Τραγούδια, στο περιοδικό της εποχής που πληροφορούσε τον κόσμο (και) για τους Lovin’ Spoonful και τους
Doors (στίχοι από το “Money” και το “Love me two times”), για τους Love Affair, για το ελληνικό Top-50 (στις πρώτες είκοσι
θέσεις του οποίου βλέπεις Beatles,
Moby Grape, Georgie Fame, Scott McKenzie, Eric Burdon, Procol Harum, Rolling Stones και
Box Tops – ω ρε πράμα!!), για τους Beach Boys, τους Beatles, το “Foxy lady” του Jimi Hendrix, τον Γεράσιμο
Λαβράνο, τους M.G.C. («πραγματικό θρίαμβο γνωρίζουν κάθε
βράδυ στον Λεωνίδα οι δυναμικοί M.G.C.» είναι η λεζάντα σε φωτογραφία του
γκρουπ) και άλλα διάφορα (αναφέρομαι, πάντα, στην ύλη του συγκεκριμένου
τεύχους).
Ο νεαρόκοσμος που ενδιαφερόταν διάβαζε, ήξερε και άκουγε. Οι βλάκες,
ακόμη και σήμερα, όχι μόνο δεν ακούν, αλλά δεν ξέρουν ούτε να διαβάσουν…
Ότι σαβούρα βρίσκεις την ανεβάζεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣαβούρα είναι το μάτι σου…
ΑπάντησηΔιαγραφή(Αυτός είναι ο γνωστός βλάκας που όχι μόνο δεν ακούει, αλλά δεν ξέρει ούτε να διαβάζει)
τι να μας πει ο Καλομάρης ρε Φώντα...άστα αυτά...έχεις κολήσει με τους Μ.Ρ, καλά στα λεει ο Νταλούκας (πίσω πολύ είσαι αδερφεεεεεεε)
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάρτε τώρα σχόλιο!
ΔιαγραφήΡε, γιατί δεν το γράφεις με το ονοματεπώνυμό σου; Ντρέπεσαι; Κοτζάμ γαϊδούρι είσαι.
Ο Καλομάρης μια χαρά τα λέει (το 1968) και πολύ σωστά εντοπίζει ένα θέμα που τυραννάει ακόμη το ελληνικό ροκ. Όποιος είναι βλάκας, και δεν καταλαβαίνει εκείνο που διαβάζει, δεν του φταίω εγώ.
Έχω κολλήσει με τους Μ.Ρ.; Μα είσαι τόσο ζώον!
Στην ετικέτα “magazine” υπάρχουν 229 κείμενα. Ψάξε να δεις πόσα απ’ αυτά αναφέρονται στους Μ.Ρ., για να δεις πόσο… ξεκολλημένος είμαι.
Ώστε είμαι πολύ πίσω ε; Τέτοιος χλαπάτσας που είσαι τέτοια λες!
Μάθε λοιπόν βοϊδοκέφαλε πως όταν μιλάμε για τα sixties οι πηγές μας είναι πρώτα και κύρια sixties. Δεν είναι ούτε τα μαρκούτσια, ούτε εκείνα που γράφουν οι διάφοροι… ροκολόγοι της πλάκας σήμερα.
Στο δισκορυχείον γίνεται δημιουργικό διάβασμα των Μοντέρνων Ρυθμών, όπως και κάθε περιοδικού από τα παλιά που παρουσιάζεται στο blog.
Ποιος έχει γράψει αυτή την ανάρτηση, ξέρεις; http://diskoryxeion.blogspot.gr/2014/02/blog-post_25.html
Ξαναδιάβασέ την (γιατί την έχεις διαβάσει πολλές φορές) και αφού πάρεις βαθιές ανάσες έλα να μας τα ξαναπείς…
ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ... το blog που αγαπά και τιμά τους αναγνώστες του ...καλά να πάθουμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΝΤΕ ΓΕΙΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Το επόμενο σχόλιο που θα κάνεις να είναι δημιουργικό. Αυτό προσπάθησε να καταφέρεις και άσε, τώρα, τις ανόητες χαιρετούρες.
ΔιαγραφήΤουλάχιστον εδώ δεν γράφει παπαριές περί ροκ και αριστεράς, αλλά ανώδυνες ανοησιούλες για μοδέρνες "καλλιτεχνικές" "επικαιρότητες".
ΔιαγραφήΦσσσττττ... Μπόιιιινγκ...
Βλαδίμηρος
Σας ενοχλεί το "ροκ και αριστερά" ε;
ΔιαγραφήΔεν πειράζει. Έτσι! Να σας μπει στο μάτι.
Φώντα κοψ’ τους τους ηλίθιους, στο έχω ξαναπεί βάλε registered στα σχόλια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπααα… Οι ηλίθιοι είναι σαν τις κατσαρίδες. Δεν γλιτώνεις απ’ αυτούς. Θα βρουν τρόπο να μπουκάρουν.
Διαγραφή