Πριν λίγες μέρες βρήκα σ’ ένα παλιατζίδικο δύο 45άρια ενός ελληνικής καταγωγής μουσικού, ονόματι Paul Cavvadias. Τα δισκάκια, που είχαν εξώφυλλα και ήταν σε καλή κατάσταση, ήταν παρατημένα σε διαφορετικές μεριές του μαγαζιού (δεν ήταν μαζί δηλαδή), πράγμα που σημαίνει πως κάποιοι… ακατάλληλοι ανακατώνουν και πετάνε τα πράγματα όπου βρουν, δυσκολεύοντας τα ψαξίματά μας. Και, τέλος πάντων, αν στην προκειμένη περίπτωση το κακό ήταν μικρό (θα ήταν πολύ χειρότερα, αν κείτονταν αλλού τα covers και αλλού τα βινύλια), τι να πεις όταν βρίσκεις τη μια φορά σκέτο-αποκομμένο το εξώφυλλο ενός περιοδικού και την επομένη, μετά από ένα μήνα ας πούμε, το… κυρίως σώμα του; (Έχει συμβεί κι αυτό, όπως και άλλα χειρότερα…).
Έτσι, λοιπόν, παρότι το ονοματεπώνυμο Paul Cavvadias δε μου έλεγε απολύτως τίποτα, αγόρασα τελικώς και τα δύο δισκάκια επειδή… υπέθεσα σωστά. (Ok, το ελληνικό όνομα πάντα αποτελεί ένα κίνητρο, αλλά ενίοτε δεν αρκεί). Τα singles ήταν εκδόσεις της βελγικής εταιρίας Biram του Jean Kluger, ο οποίος Kluger είχε επιμεληθεί και τις ενορχηστρώσεις (στο πρώτο μαζί με τον Ralph Benatar, στο άλλο μόνος του). Το πρώτο single περιείχε τα κομμάτια “Monsieur le professeur/ Le fou, le criminel, le prisonnier” [biram 6109 168], ενώ το δεύτερο τα “De Smyrne a Salonique/ Le romarin” [biram 6109 175]. Έτος έκδοσης και για τα δύο το 1979.Η φωνή του Καββαδία έχει ιδιαίτερο χρώμα, είναι λεπτή και κάπως ξερή, όμως είναι ολόσωστη, έχει ένα φυσικό vibrato και ανεβαίνει ψηλά. Το “Monsieur le professeur” είναι ωραίο τραγούδι, με τραβηχτική μελωδία και ανάλογη ενορχήστρωση, με άψογες γραμμές πνευστών από τους Benatar και Kluger, ενώ ενδιαφέρον έχει και το flip-side, ένα ρυθμικό κομμάτι, που «ποτίζεται» από την light άποψη. Το “De Smyrne a Salonique” είναι ένα κάπως ιδιότροπο τραγούδι. Θυμίζει Georges Moustaki, μοιάζει με φεστιβαλικό, ή και με φολκλορικό-τουριστικό, αλλά η μελωδία που το στηρίζει, όπως και η φωνή του Καββαδία, όπως και το ελληνόφωνο τμήμα του («τώρα που γυρίζει αγάπη μου ο πονεμένος ήλιος/ νοιώθω ότι κι εσύ τη νοσταλγείς την ομορφιά της χώρας») του δίνουν έναν αέρα. Στο flip-side “Le romarin”, η εισαγωγή και τα περάσματα με harpsichord αναδεικνύουν έτι περισσότερο τη μελωδία, με τον Καββαδία να τραγουδάει με συγκρατημένο πάθος (θυμίζει το ύφος των γαλλόφωνων τραγουδιών του Γιώργου Ρωμανού από το “Dans le Grenier”). Παρότι, λοιπόν, αναφερόμαστε στο 1979, το κλίμα και των τεσσάρων κομματιών (οι συνθέσεις και οι στίχοι όλων ανήκουν στον Paul Cavvadias) μάς οδηγούν πιο πίσω, στα mid 70s.Φυσικά, γράφοντας κανείς για τον Jean Kluger (αφήνω τον αδελφό του Roland) δεν μπορεί να μην πάει το μυαλό του στο κορυφαίο “Aieaoa” (Jean Kluger-Daniel Vangarde) από το “Le Monde Fabuleux des Yamasuki” [biram 6450 901, 1971], κομμάτι που το έκαναν hit οι Black Blood, ως “A.I.E. a mwana”, το 1975 – άκου π.χ. το 45άρι “A.I.E. a mwana/ Marie Therese” [biram 6109 092] – και από ’κει και πέρα οι Wall of Steel, δηλ. οι Lafayette Afro Rock Band, ο Λάκης Τζορντανέλλι, αι Bananarama και άλλοι διάφοροι. Επίσης, ορισμένοι (όπως το Mutant Sounds) συνδέουν τον Jean Kluger με το προχωρημένο pop-psych LP τού Jean Le Fennec “Phantastic” [Barclay 920.134, 1969;], αν και οι περισσότεροι δίνουν ως παραγωγό τον αδελφό του Roland. Το άλμπουμ δεν το έχω (ούτε ως CD) και δεν μπορώ να ξέρω ποιος έχει δίκιο. (Μάλλον εκείνοι που αναφέρουν τον Roland). Γεγονός είναι πάντως πως τα δύο αδέλφια τα μπερδεύουν πολλοί (και πολύ), τόσο στο eBay (popsike), όσο και σε άλλα sites. Οι σχέσεις, πάντως, του Jean Kluger με την Ελλάδα δεν εξαντλούνται στην περίπτωση του Paul Cavvadias. Και δεν εννοώ το τραγούδι του “Le temps du chagrin”, που έχει πει η Nana Mouskouri σ’ ένα 45άρι της Fontana [460.936 ME] το 1965(;), αλλά το “Disco bouzouki” από το 45άρι “Disco bouzouki/ Do re mi fa soul” της Bouzouki Disco Band, που είχε βγει σε ετικέτα biram το 1977, αλλά και στην ελληνική Philips την ίδια χρονιά. Μάλιστα, το 1978 βγήκε και το φερώνυμο LP της… Great Disco Bouzouki Band (αυτό με τα κορμιά στο εξώφυλλο και την Ερμούπολη στο βάθος – καθότι υπάρχουν και άλλα covers που δεν είναι χύμα και δε λένε…). Ελληνική έκδοση στη Philips [6477 500] ή και στην biram [9101 959]. Φυσικά, εκείνο που λάμπει και από ’δω είναι το ανεπανάληπτο (δεν ξέρω… επαναλήφθηκε;) Disco bouzouki, μια σύνθεση των Jean Kluger-Daniel Vangarde, σε ενορχήστρωση Ralph Benatar, που για όσους έζησαν από… απόσταση αναπνοής τα τουριστικά early 80s, κάτι σημαίνει.
Έτσι, λοιπόν, παρότι το ονοματεπώνυμο Paul Cavvadias δε μου έλεγε απολύτως τίποτα, αγόρασα τελικώς και τα δύο δισκάκια επειδή… υπέθεσα σωστά. (Ok, το ελληνικό όνομα πάντα αποτελεί ένα κίνητρο, αλλά ενίοτε δεν αρκεί). Τα singles ήταν εκδόσεις της βελγικής εταιρίας Biram του Jean Kluger, ο οποίος Kluger είχε επιμεληθεί και τις ενορχηστρώσεις (στο πρώτο μαζί με τον Ralph Benatar, στο άλλο μόνος του). Το πρώτο single περιείχε τα κομμάτια “Monsieur le professeur/ Le fou, le criminel, le prisonnier” [biram 6109 168], ενώ το δεύτερο τα “De Smyrne a Salonique/ Le romarin” [biram 6109 175]. Έτος έκδοσης και για τα δύο το 1979.Η φωνή του Καββαδία έχει ιδιαίτερο χρώμα, είναι λεπτή και κάπως ξερή, όμως είναι ολόσωστη, έχει ένα φυσικό vibrato και ανεβαίνει ψηλά. Το “Monsieur le professeur” είναι ωραίο τραγούδι, με τραβηχτική μελωδία και ανάλογη ενορχήστρωση, με άψογες γραμμές πνευστών από τους Benatar και Kluger, ενώ ενδιαφέρον έχει και το flip-side, ένα ρυθμικό κομμάτι, που «ποτίζεται» από την light άποψη. Το “De Smyrne a Salonique” είναι ένα κάπως ιδιότροπο τραγούδι. Θυμίζει Georges Moustaki, μοιάζει με φεστιβαλικό, ή και με φολκλορικό-τουριστικό, αλλά η μελωδία που το στηρίζει, όπως και η φωνή του Καββαδία, όπως και το ελληνόφωνο τμήμα του («τώρα που γυρίζει αγάπη μου ο πονεμένος ήλιος/ νοιώθω ότι κι εσύ τη νοσταλγείς την ομορφιά της χώρας») του δίνουν έναν αέρα. Στο flip-side “Le romarin”, η εισαγωγή και τα περάσματα με harpsichord αναδεικνύουν έτι περισσότερο τη μελωδία, με τον Καββαδία να τραγουδάει με συγκρατημένο πάθος (θυμίζει το ύφος των γαλλόφωνων τραγουδιών του Γιώργου Ρωμανού από το “Dans le Grenier”). Παρότι, λοιπόν, αναφερόμαστε στο 1979, το κλίμα και των τεσσάρων κομματιών (οι συνθέσεις και οι στίχοι όλων ανήκουν στον Paul Cavvadias) μάς οδηγούν πιο πίσω, στα mid 70s.Φυσικά, γράφοντας κανείς για τον Jean Kluger (αφήνω τον αδελφό του Roland) δεν μπορεί να μην πάει το μυαλό του στο κορυφαίο “Aieaoa” (Jean Kluger-Daniel Vangarde) από το “Le Monde Fabuleux des Yamasuki” [biram 6450 901, 1971], κομμάτι που το έκαναν hit οι Black Blood, ως “A.I.E. a mwana”, το 1975 – άκου π.χ. το 45άρι “A.I.E. a mwana/ Marie Therese” [biram 6109 092] – και από ’κει και πέρα οι Wall of Steel, δηλ. οι Lafayette Afro Rock Band, ο Λάκης Τζορντανέλλι, αι Bananarama και άλλοι διάφοροι. Επίσης, ορισμένοι (όπως το Mutant Sounds) συνδέουν τον Jean Kluger με το προχωρημένο pop-psych LP τού Jean Le Fennec “Phantastic” [Barclay 920.134, 1969;], αν και οι περισσότεροι δίνουν ως παραγωγό τον αδελφό του Roland. Το άλμπουμ δεν το έχω (ούτε ως CD) και δεν μπορώ να ξέρω ποιος έχει δίκιο. (Μάλλον εκείνοι που αναφέρουν τον Roland). Γεγονός είναι πάντως πως τα δύο αδέλφια τα μπερδεύουν πολλοί (και πολύ), τόσο στο eBay (popsike), όσο και σε άλλα sites. Οι σχέσεις, πάντως, του Jean Kluger με την Ελλάδα δεν εξαντλούνται στην περίπτωση του Paul Cavvadias. Και δεν εννοώ το τραγούδι του “Le temps du chagrin”, που έχει πει η Nana Mouskouri σ’ ένα 45άρι της Fontana [460.936 ME] το 1965(;), αλλά το “Disco bouzouki” από το 45άρι “Disco bouzouki/ Do re mi fa soul” της Bouzouki Disco Band, που είχε βγει σε ετικέτα biram το 1977, αλλά και στην ελληνική Philips την ίδια χρονιά. Μάλιστα, το 1978 βγήκε και το φερώνυμο LP της… Great Disco Bouzouki Band (αυτό με τα κορμιά στο εξώφυλλο και την Ερμούπολη στο βάθος – καθότι υπάρχουν και άλλα covers που δεν είναι χύμα και δε λένε…). Ελληνική έκδοση στη Philips [6477 500] ή και στην biram [9101 959]. Φυσικά, εκείνο που λάμπει και από ’δω είναι το ανεπανάληπτο (δεν ξέρω… επαναλήφθηκε;) Disco bouzouki, μια σύνθεση των Jean Kluger-Daniel Vangarde, σε ενορχήστρωση Ralph Benatar, που για όσους έζησαν από… απόσταση αναπνοής τα τουριστικά early 80s, κάτι σημαίνει.
ανεπανάληπτο ναι!!
ΑπάντησηΔιαγραφήαπαράδεκτο ? εις το απειρο και ακόμα παρα πέρα.
Οι Daniel Vangarde και Jean Kluger είχαν γράψει και το “D.I.S.C.O.” των Ottawan, έτερο ανεπανάληπτο, που ακολουθούσε κατά πόδας το “Disco bouzouki” στις θερινές… ελληνικές βραδιές της εποχής. Αλάνθαστες, χρηστικές μουσικές, που όταν σερβίρονταν με… tzatziki και mouzaka, άνοιγαν τις νύχτες σαν βεντάλια…
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατοικούσα στη Κέρκυρα απέναντι από δισκάδικο. Περιττό να πω ότι εκείνη την εποχή και για κανα 3αρι χρόνια, από Μαϊο μέχρι Οκτώβριο το play bouzouki παιάνιζε ακατάπαυστα, 30-50 φορές την ημέρα. Πλύση εγκεφάλου; Στα πρόθυρα του φρενοκομείου. Μηχανευόμουν διαρκώς τρόπους να σκοτώσω τον δισκά, χωρίς να με καταλάβουν :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ. Ω της ειρωνείας! Όταν έκλεισε, στις αρχές των 90s, σε ψάξιμο του προς πέταμα stock, πέτυχα με ένα 200άρι δρχ ολοκαίνουργιο Vertigo Swirl (το Still Life). Η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο.
Spacefreak, μη μου λες για Κέρκυρα και “play bouzouki” γιατί γράφω βιβλίο (για το σκηνικό, γενικότερα…). Πολλή κατάχρηση αδελφέ μου, αλλά ok. Τώρα που τα σκέφτομαι, λέω, πως η αθωότητα δεν έχει (και) πολλά πρόσωπα. Όπως κι η… παλιοποιότητα εξάλλου.
ΑπάντησηΔιαγραφήStill Life ε; Εκείνο το δίσκο με τα ροδοπέταλα, που όταν ανοίξεις το gatefold τα βλέπεις να στολίζουν ένα κρανίο. Ανατριχιαστικό cover. Και καλό LP. Και ακριβό LP.
Έχω βρει κι εγώ καλούς δίσκους στην Κέρκυρα στα 90s, ελληνικούς όμως. Σε διάφορα μαγαζιά. Στα δύο δισκάδικα, στο καντούνι που περνάει μπροστά από την πλατεία του Άη Σπυρίδωνα, κοντά στο Λιστόν (το ένα πούλαγε βασικά 45άρια και το άλλο, μουσικά όργανα). Ένα άλλο ήταν, θυμάμαι, κάπου κοντά στο Δημαρχείο. Τους καλύτερους δε τους είχα βρει σ’ ένα μαγαζί στο Σαρόκο, που βασικά έφτιαχνε κλειδιά(!), αλλά είχε κι ένα τοίχο με βινύλια! Δε φαίνονταν ούτε από το πεζοδρόμιο. Έπρεπε να κοιτάξεις (κατά λάθος) μέσα για να τα δεις.