Τον τελευταίο καιρό, τα τελευταία χρόνια, γράφονται φοβερά
πράγματα σε σχέση με τη μουσική στην Ελλάδα. Και δεν μιλάω για τα απλά
δημοσιογραφικά κείμενα, μιλάω για τα… χοντρά χαρτιά, για τις λεγόμενες «έρευνες».
Όλα αυτά τα πρότζεκτ, ας τα πούμε κι έτσι, έχουν ενδυθεί τον
χαρακτήρα της «μελέτης» και καθώς καθοδηγούνται από διάφορα ελληνικά
πανεπιστήμια ή χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκά κεφάλαια (ή και τα δύο ταυτοχρόνως
καμμιά φορά) αποκτούν έναν «αέρα», ένα εκδοτικό τουπέ, εμφανιζόμενα στο χώρο
κάπως σαν θέσφατα, σαν τις… δέκα εντολές. Σ’ ένα στυλ, να πούμε, πως… όταν
μιλάμε εμείς οι επιστήμονες (σ.σ. βάλτε-βγάλτε-βάλτε εισαγωγικά) όλοι εσείς οι
υπόλοιποι οφείλετε να το βουλώνετε.
Το έδαφος εν τω μεταξύ, για να βλαστήσουν όλα αυτά τα
«συγγράμματα», το καλλιεργούν, όπως όλοι ξέρουμε, και διάφοροι ανόητοι και απερίσκεπτοι
μουσικογραφιάδες (ή απλώς γραφιάδες) στις φυλλάδες και το δίκτυο, που, όντας
περισσότερο άσχετοι από εκείνους που θαυμάζουν, από εκείνους που γράφουν ή
καλύτερα φαντασιώνονται τις… ιστορίες της ζωής τους, μένουν έκθαμβοι (τρομάρα
τους!), αδυνατώντας να αρθρώσουν ακόμη και τον πιο τυπικό κριτικό λόγο.
Αποδέχονται οτιδήποτε τους ξεφουρνίσουν. Το είπε… πανεπιστημιακός; Το ανακάτεψε
με λίγο… Φουκώ και λίγο Μποντριγιάρ; Πάει και τελείωσε… έτσι είναι.
Εσχάτως στις γενικώς ενδιαφέρουσες 34 Ασκήσεις Ελευθερίας, γνωστές και ως πρόγραμμα Δημόσιων Δράσεων της documenta 14, που εξελίσσονται αυτή
την εποχή (και έως 24/9) στο Πάρκο Ελευθερίας, αναπτύχθηκε δράση, όπως με πληροφόρησε καλός μουσικός και αναγνώστης του δισκορυχείου, με τον εξής τίτλο: Ηχοτοπία
των κρατητηρίων: μουσική και βασανιστήρια κατά τη χούντα (1967–1974) υπό Άννας Παπαέτη – η οποία κ.
Παπαέτη είναι, όπως διαβάζουμε, «ανεξάρτητη ερευνήτρια και μουσικολόγος».
Δυστυχώς, δεν μπόρεσα να παραβρεθώ στην ομιλία, στη δράση –δεν γνωρίζω τι ακριβώς ήταν αυτό
το πράγμα–, πληροφορήθηκα όμως για κάποια στοιχεία από τον αγαπητό αναγνώστη,
έχοντας επιπλέον στη διάθεσή μου κι ένα κείμενο που είχε δημοσιευτεί στην…
έγκριτη Καθημερινή την 24/4/2016 και
το οποίον είχε τίτλο Όταν σε βασανίζουν
με τη… μουσική (συντάκτης: Σάκης Ιωαννίδης). Δεν χρειάζεται να σας πω πως
έπεσα από τα σύννεφα και πως ακόμη πέφτω… και δεν νομίζω πως θα σταματήσω να
πέφτω για πολλές ακόμη μέρες!
Μεταφέρω ένα πρώτο απόσπασμα:
«“Θα πάω στη ζούγκλα
με τον Ταρζάν τον παιδικό μου φίλο, παρέα με τον ελέφαντα να μη μου δίνουν
ξύλο. Κι αν θα με φάνε τ’ άγρια θηρία, θα με γράψουν και στην ιστορία, πως με
φάγανε τα ζώα και όχι η μπόρα του αιώνα”. Αυτοί είναι μερικοί στίχοι από το
γνωστό τραγούδι του Γιάννη Μαρκόπουλου, ένα “σουξέ” του 1973, που ακόμη και
σήμερα προκαλούν ανατριχίλα σε όσους υπέφεραν τα σωματικά και ψυχολογικά
βασανιστήρια στο διαβόητο ΕΑΤ/ΕΣΑ κατά τη διάρκεια της επταετίας. Το
συγκεκριμένο τραγούδι αναπαραγόταν συνέχεια (λούπα) μέσα στα κολαστήρια των
Εσατζήδων, όχι μόνο για να καλύπτουν τις κραυγές τους όπως είναι γνωστό, αλλά
ως μια από τις μεθόδους ψυχολογικού βασανισμού που μαζί με τη στέρηση ύπνου
οδηγούσε τους κρατουμένους να “σπάσουν” ευκολότερα, όπως προκύπτει από την
έρευνα της μουσικολόγου Αννας Παπαέτη, η οποία καταπιάνεται με ένα εν πολλοίς
άγνωστο κεφάλαιο της επταετίας».
Συμπληρώνοντας να πω πως η κ. Παπαέτη υποστηρίζει ότι… ο «Ταρζάν»
ήταν κοινή αναφορά σε όλα τα θύματα με τα οποία μίλησε για την έρευνά της!!
Δηλαδή, για να καταλάβουμε… Οι ΕΣΑτζήδες άκουγαν τον «Ταρζάν»
όλη τη μέρα, βασανίζοντας τους κρατουμένους; Και πώς βασανίζονταν οι
κρατούμενοι και όχι και οι ΕΣΑτζήδες μαζί – αφού κι αυτοί θα άκουγαν ολημερίς
και ολονυχτίς το ίδιο τραγούδι; Εκτός αν είχαν δέσει με… βίδες τίποτα ακουστικά στα
κεφάλια των κρατουμένων, ώστε ν’ ακούν τον «Ταρζάν» μόνον εκείνοι (οι
κρατούμενοι εννοώ). Προς επίρρωση, δε, των όσων «κουφών» υποστηρίζει η κ.
Παπαέτη σπεύδει ο κ. Μαυρογένης –συλληφθείς κι αυτός του 1973– ο οποίος δηλώνει:
«όταν το ακούω το μυαλό μου πάει εκεί.
Δεν μπορώ να το ξεχάσω».
Ο Διονύσης Μαυρογένης, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής
Κατάληψης του Πολυτεχνείου, είναι εκείνος ο οποίος στο βιβλίο του Νταλούκα είχε πει το αμίμητο: «Το Πολυτεχνείο μορφή
ροκ. Το ροκ δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά επανάσταση.(…) Το Πολυτεχνείο
είναι η μεγαλύτερη εκδήλωση του ροκ στην Ελλάδα».
Τιμώ τους αγώνες των φοιτητών της εποχής (και του κ.
Μαυρογένη – και όχι «Μαυρογέννη», όπως τον γράφει ο Νταλούκας), αλλά τούτο δεν σημαίνει
πως σώνει και καλά οφείλω να συμφωνώ με κάθε τι που λένε σήμερα. Εν προκειμένω, και εν
ολίγοις, η σύνδεση του Πολυτεχνείου το ’73 με το ροκ, είναι μία από τις
μεγαλύτερες μπαρούφες που έχουν ακουστεί τα τελευταία χρόνια (γιατί, παλιά, οι άνθρωποι δεν τα έλεγαν αυτά – ας πήγαινε π.χ. ο Μαυρογένης να έλεγε κάτι τέτοιο το 1974 ή το ’75 και θα τον έτρωγαν στο ΕΚΚΕ), καθώς το «Πολυτεχνείο», και ως γνωστόν εγώ θα πω, δεν
εκφράστηκε σε καμμία φάση του με κανενός είδους ροκ τραγούδια. Εκτός, κι αν
έπαιζε ροκ τραγούδια ο ραδιοφωνικός σταθμός του και δεν το γνωρίζουμε… ακόμη. Ας
μας πληροφορήσουν οι πανεπιστημιακοί μας, όμως, και γι’ αυτό…
Ο Θέμης Ανδρεάδης σε μπουάτ της εποχής |
Ο «Ταρζάν», κατ’ αρχάς, ήταν ένα καλυμμένο αντιχουντικό τραγούδι, του Γιάννη
Μαρκόπουλου, που είχε κυκλοφορήσει σχεδόν ταυτοχρόνως, το 1973, σε δύο
εκτελέσεις (στις 45 στροφές). Στην πρώτη, σε ετικέτα Columbia, το τραγουδούσαν οι Θέμης
Ανδρεάδης & Λιλή Χριστοδούλου, ενώ στη δεύτερη, σε ετικέτα Polydor, το τραγουδούσε ο Γιάννης
Ντουνιάς. Ο «Ταρζάν» υπήρξε μεγάλη επιτυχία εκείνη την εποχή και, το ξαναλέω,
στη συνείδηση πολλών –όσων, τέλος πάντων, αντιλαμβάνονταν και πέντε πράγματα παραπάνω,
και δεν ήταν λίγοι– έκρυβε αντικαθεστωτικό περιεχόμενο. Τούτο, εξάλλου, μας το
υπενθυμίζει και ο ίδιος ο Θέμης Ανδρεάδης σε μια συνέντευξή του στο gossip-tv.gr
(20/3/2013), που εντόπισα στο δίκτυο. Λέει ο Ανδρεάδης: «Σας θυμίζω ότι και η πρώτη παρουσία μου πριν από 40 περίπου χρόνια
ήταν μέσα στην χούντα, με κρυμμένα τραγούδια τα οποία είχαν και κάτι παραπάνω.
Θυμίζω ότι ξεκίνησα να τραγουδάω “θα πάω στην ζούγκλα με τον Ταρζάν”».
Πώς λοιπόν ένα αντιχουντικό, στην έστω και κρυμμένη βάση του,
τραγούδι, το χρησιμοποιούσαν οι ΕΣΑτζήδες για να βασανίζουν τους αριστερούς; Δεν
είναι αστείο αυτό; Δεν είναι παράλογο; Κι αν υποθέσουμε πως οι ΕΣΑτζήδες ήταν
στόκοι και δεν καταλάβαιναν τα υπονοούμενα, οι πιο ψυλλιασμένοι αριστεροί γιατί
να είχαν πρόβλημα με στίχους σαν και τούτους;
«Θα πάω στη ζούγκλα με τον
Ταρζάν/ τον παιδικό μου φίλο/ παρέα με τον ελέφαντα/ να μη μου δίνουν ξύλο. Κι
αν θα με φάνε τ’ άγρια θηρία/ θα με γράψουν και στην ιστορία/ πως με φάγανε τα
ζώα/ κι όχι η μπόρα του αιώνα».
Μήπως το τραγούδι, θα πει κάποιος, καλοπροαίρετα πάντα,
ακουγόταν σε κανα ραδιόφωνο κάθε λίγο και λιγάκι (ως επιτυχία που ήταν) και
ορισμένοι νομίζουν, σήμερα, πως οι ΕΣΑτζήδες το είχαν λουπάρει σε κανένα AMPEX, μεταδίδοντάς το σε
εμπλοκή, σκορπώντας τον… τρόμο στους φυλακισμένους; Μήπως ορισμένοι έχουν
συνδέσει γενικότερα την εποχή (και όχι μόνον την παραμονή τους στα κρατητήρια)
με κάποια συγκεκριμένα τραγούδια, την ίδιαν ώρα που κάποιοι άσχετοι, σήμερα, οι
οποίοι μπορεί να μην είχαν καν γεννηθεί επί Πολυτεχνείου, να φαντασιώνονται τα
απίστευτα;
Παρακάτω η κ. Παπαέτη… διαπιστώνει το εξής (μπερδεύοντας τα αμπέρδευτα): «Η επαναλαμβανόμενη μουσική του “Ταρζάν” και
ορισμένων ακόμη τραγουδιών της εποχής, όπως η “Μαρία με τα κίτρινα”, τα
“Φιλαράκια τα καλά” και το “Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε”, ο εξαναγκασμός των
βασανισθέντων να στέκονται όρθιοι για ώρες και να τραγουδάνε, η συνακόλουθη
στέρηση ύπνου, καταδεικνύουν ένα σχεδιασμένο σύστημα ψυχολογικού βασανισμού που
εφαρμοζόταν σε συνδυασμό με τις εκτεταμένες σωματικές βλάβες».
Φαίνεται λοιπόν πως όλες οι επιτυχίες της περιόδου, τα
τραγούδια δηλαδή «Μαρία με τα κίτρινα» (του Βασίλη Δημητρίου, με την Δήμητρα
Γαλάνη από το 1972), το «Όλοι θα ζήσουμε (Τα παιδιά)» (του Γιώργου Κοινούση από
το 1973) και το «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε» (Δήμος Μούτσης, Γιάννης
Λογοθέτης, Βίκυ Μοσχολιού από το 1972) αποτελούσαν ένα «όργανο» στα χέρια των
βασανιστών, μέσω του οποίου «έσπαγαν» τη ρωμαλεότητα των κρατουμένων!! Άμα ήταν
έτσι τότε τύφλα να’ χουν οι (συγκλονιστικές) «επιστημονικές ανακρίσεις», για τις οποίες γράφει ο
Περικλής Κοροβέσης στους Ανθρωποφύλακες!!
Ίσως, εδώ, χρειάζεται να υπενθυμίσω κάτι που το είχα γράψει για
πρώτη φορά (στο δισκορυχείον) την
17/11/2010, σε σχέση με το… τραγούδι των βασανιστών (γέλια!), που έλεγε τότε ο
Κοινούσης. Μιλάω για το «Όλοι θα ζήσουμε (Τα παιδιά)», που αποδίδει τιμή στο
«Θα σημάνουν οι καμπάνες» του Μίκη Θεοδωράκη (τα δύο κομμάτια έχουν την ίδια
εισαγωγή!), ένα τραγούδι από τη «Ρωμιοσύνη», που είχε πρωτοβγεί το ’66, αλλά
ήταν απαγορευμένο κατά τη διάρκεια της χούντας. Ο Κοινούσης, σαν μάγκας που
ήταν, είχε πράξει τότε το καθήκον του στο ακέραιο. Να έρχονται τώρα, 43 χρόνια μετά,
κάποιοι και να κατατάσσουν το τραγούδι του στα «τεκμήρια» βασανιστηρίων της δικτατορίας
είναι, πράγματι, ανήκουστο.
Το χειρότερο όλων, όμως, το κράτησα για το τέλος. Στο άρθρο τής
πάντα… έγκριτης Καθημερινής διαβάζουμε:
«Στο τέλος των
βασανισμών, προτού οι κρατούμενοι επιστρέψουν στο μαρτύριο της απομόνωσης, οι
βασανιστές του ΕΑΤ/ΕΣΑ τελείωναν την αδυσώπητη “παράστασή” τους με ένα
συγκεκριμένο τραγούδι, τον “Στέφανο” του Αντώνη Καλογιάννη που μόνο τρόμο θα
μπορούσαν να προκαλέσουν οι στίχοι του στο μυαλό των κρατουμένων: “Πάει κι ο
Στέφανος, ο καλός ο άνθρωπος, με το φωτοστέφανο, που λες. Πάει κι ο Στέφανος,
πάει μ’ ένα παράπονο. Έκλαιγαν οι φίλοι του προχθές”».
Τι μας λένε ρε οι άνθρωποι; Πού τα είδανε αυτά γραμμένα; Ποιος
τους τα είπε; Ο «Στέφανος», από το LP «Συνοικισμός Α» [Olympic, 1972], είναι ένα από τα
ωραιότερα τραγούδια του Δήμου Μούτση σε στίχους Γιώργου Μιχαηλίδη (δεν είμαι
100% σίγουρος αν πρόκειται για τον γνωστό σκηνοθέτη, του περιοδικού και θεάτρου
«Ανοιχτό Θέατρο», της «Φουέντε Οβεχούνα» κ.λπ.). Ένα εκπληκτικό αγέρωχο άσμα, με
στίχους που δηλώνουν πίστη στη ζωή και που μόνον ένας βλάκας θα τους αντιμετώπιζε
ως… καταθλιπτικούς. Και δεν είναι μόνο τα λόγια του «Στέφανου» (που… «για χατίρι του θα πω ένα παλιό τραγούδι»)
είναι και η έξοχη μουσική τού Δήμου Μούτση, που σου αναπτερώνει από μόνη της το
ηθικό και βεβαίως η φωνή του Καλογιάννη που σε γεμίζει με δύναμη.
Αυτό το τραγούδι είναι καθαρή ευχή, δροσερό νεράκι, βάλσαμο
ψυχής ρε αχαΐρευτοι και όχι… τεκμήριο βασανισμού. Δείτε τα σχόλια που γράφει ο
κόσμος στο YouTube, αν
δεν πιστεύετε εμένα («Καταπληκτικό κι αξέχαστο τραγούδι», «Ένα υπέροχο τραγούδι»,
«η εισαγωγή όλα τα λεφτά», «FOVERO. HYMNOS», «Λατρεμένο τραγούδι», «Τέλειο!!»,
«Πολύ όμορφο τραγούδι!!», «ti megalo tragoudi einai ayto.dimos moutsis = megaloprepeia.
respect», «Mega Tragudi !!!!!!!!!!!»...).
Έτσι κι έφθαναν στ’ αυτιά του Δήμου Μούτση, αλλά και του Μαρκόπουλου
και του Κοινούση, όλα τούτα είμαι σίγουρος πως θα έπαιρναν με τις πέτρες εκείνους
που ισχυρίζονται, σήμερα, τέτοιες ασυναρτησίες.
Όρσε (με τον κερκυραϊκό τρόπο) στις... μελέτες και τα διδακτορικά σας αστοιχείωτοι!
Εδώ το άρθρο της Καθημερινής…
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.kathimerini.gr/857669/article/politismos/moysikh/otan-se-vasanizoyn-me-th-moysikh
Να μην λέμε τόσες φορές τα χιλιοειπωμένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌποιος επιθυμεί να σχολιάζει με Ο,ΤΙ ύφος γουστάρει (τσαμπουκαλεμένο, δηκτικό, μη σεβαστικό, υβριστικό κ.λπ.), λέγοντας Ο,ΤΙ του κατέβει, θα πρέπει να προβάλλει αναγνωρισμένο ηλεκτρονικό ίχνος. Να μάθει, δηλαδή, να μην κρύβεται.
Τα ανώνυμα σχόλια, από τους γνωστούς-αγνώστους αντιδραστικούς και κατά βάση άσχετους αντιρρησίες (σ’ ένα στυλ… κόντρα για την κόντρα), που, όπως πάντα, δεν βοηθούν στην εξέλιξη της συζήτησης μάς τρώνε, απλώς, τον πολύτιμο χρόνο μας και γι’ αυτό θα αντιμετωπίζονται αναλόγως…
Μόλις μας στριμώξουν, θυμόμαστε την ανωνυμία...
ΔιαγραφήΠλάκα κάνεις!
ΔιαγραφήΔεν στριμώχνομαι καθόλου με κάτι τέτοια, αν είναι δυνατόν!
Να σταλεί το σχόλιο επώνυμο, με αναγνωρισμένο ηλεκτρονικό ίχνος, κι εγώ θα το δημοσιεύσω.
Για να δούμε, τότε, ποιος θα είναι εκείνος που θα στριμωχθεί…
Αντίστοιχη συζήτηση γίνεται για τη μακρόνησο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπάρχει η αίσθηση ότι "τα εξοντωτικά βασανιστήρια λάβαιναν χώρα με "ρεμπέτικη" υπόκρουση κι από "ρεμπέτες" εκτελεστές."
Μέσω μιας σχετικής συζήτησης σε δικτυακό φόρουμ (όπου κάποιος σχολιαστής ισχυρίζεται ότι "Μάλιστα, όσο μπόρεσα να διαπιστώσω μέσα από το περιοδικό «Σκαπανεύς Μακρονήσου» της εποχής εκείνης, στο Πρόγραμμα του Ραδιοφωνικού Σταθμού Μακρονήσου ποτέ δεν υπήρξε η παραμικρή ώρα για ρεμπέτικο ακρόαμα"), ανακάλυψα αυτό το ενδιαφέρον υλικό. http://62.103.28.111/neolaia/rec.asp?id=73681
Για να μη χαθεί η μπάλα, να πούμε πως συζητάμε για το ΕΑΤ-ΕΣΑ επί δικτατορίας, και κυρίως συζητάμε ΟΧΙ για το αν συνέβαιναν βασανιστήρια με υπόκρουση κάποιας μουσικής (ακόμη και του «Στέφανου», τραγούδι που θ’ ακουγόταν προφανώς από τα ραδιόφωνα το 1972-73), αλλά για το αν χρησιμοποιούνταν αυτά καθ’ αυτά τα τραγούδια ως ΒΑΣΙΚΟ «υλικό» βασανισμού. Αυτός μας ενδιαφέρει εδώ.
ΔιαγραφήΚατά τα λοιπά είναι χρήσιμα όλα αυτά για την περίοδο της Μακρονήσου. Το ΑΣΚΙ έχει κάνει φοβερή δουλειά. Το έχω διαπιστώσει πολλές φορές.
«Τι μας λένε ρε οι άνθρωποι; Πού τα είδανε αυτά γραμμένα; Ποιος τους τα είπε;»
ΑπάντησηΔιαγραφήΩστόσο, Φώντα, όλα αυτά για τα συγκεκριμένα τραγούδια τα άντλησε η Παπαέτη από τους πληροφορητές της-βασανισθέντες επί χούντας…
Θεωρώ ότι το όλο θέμα της εμπλοκής και του πιθανολογούμενου ρόλου της μουσικής σε πλαίσια και καθεστώτα βασανισμού έχει μεγάλο ενδιαφέρον και επίσης νομίζω ότι η Παπαέτη (και όποιος άλλος -ακαδημαϊκός ή μη- ερευνητής) δεν είναι για «μούτζες». Ίσως μέσα από το άρθρο μιας εφημερίδας να μη μπορεί να συνοψισθεί η όλη έρευνα, η οποία όμως υπάρχει διαθέσιμη:
http://kcl.academia.edu/AnnaPapaeti
http://www.academia.edu/9575679/Music_Torture_Testimony_Reopening_the_Case_of_the_Greek_Junta_1967_1974_
Επίσης πολύ ενδιαφέρον έχει το αντίστοιχο ζήτημα όσον αφορά τη Μακρόνησο, project με το οποίο επίσης ασχολείται η Παπαέτη και κείμενό της είχα διαβάσει προ καιρού, γιατί κι εγώ ψάχνομαι σχετικά με το δίπολο ρεμπέτικο-Μακρόνησος:
http://www.academia.edu/9571014/_Music_and_Re-Education_in_Greek_Prison_Camps_From_Makronisos_1947_1953_to_Giaros_1967_1968_
spatholouro
Αγαπητέ spatholouro σ’ ευχαριστώ για το σχόλιο
ΔιαγραφήΞέρω το ενδιαφέρον σου για το ρεμπέτικο και καλά κάνεις και το ψάχνεις σε σχέση με τη Μακρόνησο, αλλά εδώ έχουμε κάτι άλλο.
Διάβασα, κάπως λοξά και όσο πιο σύντομα γινόταν το paper κι έτσι, βιαστικά (no problem), έρχομαι να πω λίγα λόγια…
Κατ’ αρχάς να σημειώσω πως από τις 22 σελίδες του paper ελάχιστες αφορούν αυστηρά το θέμα μας. Πολύ σάλτσα ανάμεσα.
Η ερευνήτρια παραδίδει μιαν εντελώς πρόχειρη εργασία, εννοώ, παντελώς ατεκμηρίωτη στη βάση της, σ’ ένα στυλ… μου είπαν… ανοίγω το μικρόφωνο και καταγράφω. Τα έχουμε ξαναδεί αυτά (βλ. Νταλούκας π.χ.) κι ακόμη γελάμε…
Έτσι, λοιπόν, εδώ, άλλοι μιλάνε για θορύβους γενικά, άλλοι μιλάνε για μηχανές (που μπορεί και να μην ήταν μηχανές, αλλά δίσκοι!), άλλοι μιλάνε για ασυντόνιστους θορύβους, που μπορεί να ήταν από ραδιόφωνα ή τηλεοράσεις κ.λπ., άλλοι λένε πως τα τραγούδια τούς ακούγονταν σαν ειρωνικά, άλλος λέει πως τον ενοχλούσαν τα επαναλαμβανόμενα τραγούδια (σιγά μην θυμάται τώρα, μετά από 40 χρόνια, τι άκουγε και για πόσην ώρα) και πως δεν ήταν αυτό το μεγαλύτερο βασανιστήριο, άλλος λέει πως τα τραγούδια εκείνα δεν τα ξανάκουσε από τότε, γιατί, λέει, δεν παιζόντουσαν αργότερα(!!), άλλος λέει πως τα τραγούδια τα χρησιμοποιούσαν για να καλύπτουν τις κραυγές… Δεν βγάζεις άκρη…
Δηλαδή το ότι κάποιοι εκεί μέσα, ασφαλίτες/βασανιστές κ.λπ., μπορεί να άκουγαν δυνατά ραδιόφωνο (σε βαθμό ενοχλητικό ενδεχομένως – αν ήταν ώρα κοινής ησυχίας) αυτό σημαίνει πως υπήρχε σχέδιο και μελέτη για το πώς η μουσική, και μάλιστα συγκεκριμένα τραγούδια, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθούν ως «όργανα» βασανισμού;
Αυτά είναι όλα έωλα, όταν δεν τεκμηριώνονται με ντοκουμέντα της εποχής.
Και γιατί όλα αυτά που λέει η Παπαέτη σχετίζονται με το 1972-73 και δεν πάνε και παραπίσω; Στο ’67-’68 ή στο ’70-’71; Αυτό το ερώτημα απασχολεί ή όχι;
Υπάρχουν πάμπoλλα βιβλία σε σχέση με τα βασανιστήρια επί χούντας (Τζαβαλάς Καρούσος, Περ. Κοροβέσης, Δ. Λιβανός, η Έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα βασανιστήρια από το ’74 κ.λπ.), που έχουν κι ένα σοβαρό νόημα δηλαδή, επειδή είναι παλιά (και άρα πρόσφατα με τα τότε γεγονότα), αλλά πουθενά δεν γίνεται λόγος για τη χρήση συγκεκριμένων «βασανιστικών» τραγουδιών. Αυτό δεν είναι περίεργο; Δεν πρέπει να μας βάζει σε σκέψεις σε σχέση με όλα τούτα;
Τώρα θυμήθηκαν όλοι τον «Ταρζάν» και το «Όλοι θα ζήσουμε» (που ξεκινάει μάλιστα με Θεοδωράκη); Μετά από 40+ χρόνια;
Εγώ δεν πείθομαι.
Και κάτι ακόμη αγαπητέ spatholouro.
ΔιαγραφήΣε κάποια από τις σημειώσεις της η Παπαέτη λέει:
«Ένα δημοφιλές hit της εποχής του Γιώργου Κοινούση. Σύμφωνα με τον D, o αδελφός του, επίσης κρατούμενος στο ΚΕΣΑ (Κέντρο Εκπαίδευσης Στρατιωτικής Αστυνομίας), του είχε πει πως είχε δει τον Κοινούση εκεί να τραγουδάει για τους ΕΣΑτζήδες. “Ήταν ο αγαπημένος των ΕΣΑτζήδων” μου είπε. “Όταν τον βλέπω τώρα (τον Κοινούση) ανατριχιάζω».
Τώρα αυτά είναι σοβαρά πράγματα; Είναι έρευνα αυτή; O αδελφός του D της είπε… και τρέχα γύρευε…
Για ποιον; Για τον Κοινούση! Που επί χούντας, όπως είπαμε για χιλιοστή φορά, δανείστηκε για την εισαγωγή του hit «Όλοι θα ζήσουμε» μουσική του Θεοδωράκη(!). που τραγούδησε λίγο μετά εναντίον του απαρτχάιντ(!), αλλά και το «Ώπα πα» που είχε στίχους σαν και τούτους:
Ήρθε ο καιρός να πάμε μπροστά
κάτι δανεικά η ζωή μας χρωστά
τόσα χρόνια ζούσαμε χωρίς μιλιά
παράνομη αγάπη, παράνομα φιλιά
Παρανομία, παρανομία
με αίμα γράψαμε κι οι δυο μια ιστορία
Βάλε τα καλά να γιορτάσουμε
και τ’ άλλα τα παιδιά να φωνάξουμε
την καρδιά μας τώρα κανείς δεν κυβερνά
είμαστε ελεύθεροι σπάσαν τα δεσμά
Παρανομία, παρανομία
με αίμα γράψαμε κι οι δυο μια ιστορία