Νομίζω
πως έχουμε το
τρίτο άλμπουμ των
Machine Mass, που είχαν
ξεκινήσει ως Machine Mass Trio, το 2011, με το
“As Real as Thinking”, για
ν’ ακολουθήσει το
άλμπουμ τους (ως σκέτο Machine
Mass) με τον Dave Liebman το 2014, πριν φθάσουμε στο παρόν “Plays Hendrix” [MoonJune, 2017], εκεί όπου τα δύο βασικά μέλη των Machine Mass, o κιθαρίστας Michel Delville (γνωστός μας
και από τους Wrong Object) και ο ντράμερ Tony Bianco συνεργάζονται με
τον κιμπορντίστα Antoine Guenet στην παρουσίαση των ψυχεδελικών τραγουδιών τού Jimi Hendrix
από τα late sixties. Και τα
εννέα tracks, που επιλέγουν εδώ να διασκευάσουν οι Βέλγοι, είναι γνωστά τοις πάσι (“Third stone from the sun”,
“Purple haze”, “Little wing”, “Spanish
castle magic”, “Fire”, “Voodoo chile”, “Burning of the midnight lamp”, “You got
me floatin’”, “The wind cries Mary”) και άρα το μόνο που απομένει είναι να δώσει το
γκρουπ το προσωπικό του στίγμα. Το δίνει; Και με το παραπάνω!
Οι Βέλγοι είναι πολύ καλοί μουσικοί, κάτι γνωστό από καιρό.
Και από τη δισκογραφία τους εννοώ, και από τα live (δεν ξεχνάμε τις ελληνικές
εμφανίσεις των Wrong Object π.χ. στο πάλαι ποτέ Μικρό Μουσικό Θέατρο στο Κουκάκι, όσο και στο Euro-Jazz στο Γκάζι, το
2008). Έτσι, ως καλοί και διαβασμένοι παίκτες με αποδεδειγμένη τρανή έφεση
στον «ήχο του Canterbury»
και γενικότερα στο euro-fusion των seventies, οι Machine Mass προχωρούν σε σοβαρές versions, προβάλλοντας και
τον «δικό τους» τρόπο, και τα τραγούδια του Hendrix, που, εν πάση περιπτώσει, δεν έχουν κάποιαν ιδιαίτερη
ανάγκη για να προβληθούν… και δεν υπονοώ κάτι εδώ.
Οι Βέλγοι μπορεί να «φεύγουν» με τις διασκευές τους, αλλά
δεν ξεχνούν να επιστρέψουν πάλι-και-πάλι τοποθετώντας τις «απόψεις» τους μέσα
στο αναμενόμενο πλαίσιο. Κάνουν πολλά δικά τους –αυτό είναι αλήθεια–, αλλά
πάντα βρίσκουν τον τρόπο για να είναι εκεί όπου πρέπει την πιο κατάλληλη
στιγμή. Δεν πρόκειται θέλω να πω για τυπικές διασκευές, αλλά για κομμάτια που
προτείνουν τελείως διαφορετικές εισαγωγές ή και μέρη διαφορετικά (μέσα στη ροή
του κάθε κομματιού), ενώνοντας τα καινούρια patterns με τα κλασικά και από αιώνες
αναγνωρίσιμα. Τούτο δίνει στους Βέλγους πολλά bonus, καθώς από τη μια μεριά αποδεικνύονται
«μανούλες» στο Canterbury fusion
(στυλ Quiet Sun
ας πούμε), ενώ από την άλλη δείχνουν πόσο έχουν πιάσει τον παροξυσμό των originals καταφεύγοντας,
επίσης, σε… ανατριχιαστικά σόλι, δίχως να μεταβάλλουν τη βασική ροή των
κλασικών.
Είναι δύσκολο αυτό που επιτυγχάνουν, εδώ, οι Machine Mass, και θα πρέπει κανείς να
τους ακούσει στο “Purple haze”
φερ’ ειπείν, με την «κουφή» πιάνο-ντραμς δίλεπτη εισαγωγή, πριν αρχίσει να σκάει
το γνωστό σχήμα και στη συνέχεια το κιθαριστικό «τραγούδι» – καθώς οι Βέλγοι
δεν διαθέτουν τη βοήθεια της φωνής. Κάθε, δε, κομμάτι αποτελεί και μιαν
έκπληξη, με το “Spanish castle magic”
να εντυπωσιάζει, όχι μόνο με τις πενιές τού Delville, αλλά και με το… χειρουργικό μπασαδερό πληκτρονικό background που υψώνεται σ’
ένα δεύτερο επίπεδο και που στέλνει το κομμάτι στη στρατόσφαιρα. Φοβερό!
Φοβερότερο όμως είναι το “Fire”,
που μοιάζει ιδανικό και σαν αλλαγή! Ακόμη πιο εντυπωσιακό ρυθμικό τμήμα, και
μια κιθάρα να «ουρλιάζει» διαρκώς και να σπαρταράει, με το “Voodoo chile” που ακολουθεί να
προβάλλει ένα ηλεκτρικό fusion,
κατ’ ευθείαν βγαλμένο από το “Spectrum”του
Billy Cobham, με τους τρεις παίκτες
να παίζουν… εν καμίνω.
Φοβερό tribute,
άλλης πάστας, που θα σε σπρώξει να ξαναρίξεις στο πλατώ τουλάχιστον το “Axis: Bold as Love”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου