Ξεφύλλιζα μερικά παλαιά τεύχη του περιοδικού ΜΟΥΣΙΚΗ τις
προάλλες και κάπως έτσι έπεσα πάνω σ’ ένα κείμενο, το οποίο δεν το είχα
προσέξει (μέχρι τώρα). Προερχόταν από το τεύχος #7 (Ιούνιος 1978), ήταν
ανυπόγραφο και είχε τίτλο «Φολκλορική Βραδυά στην Αθήνα». Αντιγράφω (αλλάζοντας
μόνο τα ονόματα από τα ελληνικά στ’ αγγλικά):
«Το βράδυ της 17ης
Μαΐου (σ.σ. 1978) ο Bill Crofut, ο “διεθνής τροβαδούρος” όπως ονομάστηκε από το περιοδικό TIME, παρουσίασε στο θέατρο της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης, λαϊκά
τραγούδια, μπαλάντες, μπλουζ, ιστορίες απ’ όλες τις χώρες που έχει ταξιδέψει,
και τέλος δικές του συνθέσεις πάνω σ’ αγαπημένα του ποιήματα. Ο δεξιοτέχνης του
μπάντζου και της κιθάρας έχει παίξει σχεδόν σε κάθε γωνιά της Γης και
συνεργάστηκε με τους Judy Collins, Pete Seeger, Dave Brubeck και άλλους διάσημους καλλιτέχνες σε συναυλίες και
εγγραφές δίσκων. Ενθουσίασε ο Bill Crofut το ακροατήριό του με τα γνήσια
δείγματα παραδοσιακής φολκλορικής μουσικής. Δείγματα, που άλλο δεν είναι παρά
καρπός της εικοσάχρονης επαγγελματικής του πορείας και της προσωπικής εμπειρίας
του πάνω στη μουσική έκφραση των προβλημάτων του λαού του. Ο ίδιος πήρε τις
πρώτες μουσικές του βάσεις από τους γονείς του. Μετά από την Αθήνα επισκέφθηκε
την Πάτρα με στόχο του να δώσει δύο ρεσιτάλ. Στα μελλοντικά του σχέδια
συγκαταλέγεται ένα ακόμα ταξίδι στην Ελλάδα. Η συμβολή του, στο ελληνικό
μουσικόφιλο κοινό, υπήρξε ανυπολόγιστη. Μια
και παλαιότερη επίσκεψή του στον τόπο μας, τα χρόνια της δικτατορίας, του
στέρησε το δικαίωμα να τραγουδήσει έργα του. Η παρουσία του, αν και έντονη,
χαρακτηριζόταν από απλότητα και αβίαστο ύφος, τόσο στο παίξιμο όσο και στη
ζεστή ανθρώπινη επαφή του με το κοινό στη διάρκεια του ρεσιτάλ. Ο χρόνος με τον
Bill Crofut, για μας
το κοινό, πέρασε σε μια άλλη διάσταση. Μια διάσταση που θα τον κρατήσει ανέπαφο
μέσα μας για πολύ καιρό, κι ίσως για πάντα...».
Ο Bill Crofut
(1935-1999) δεν ήταν ένα τυχαίο όνομα, κι αυτό, προσωπικώς, το συνειδητοποίησα
κάποια στιγμή στα nineties,
όταν έπεσαν στα χέρια μου δύο LP
τού ντουέτου Steve Addiss
– Bill
Crofut ή Addiss and Crofut,
όπως επίσης ήταν γνωστό. Τα LP εκείνα ήταν τα “Such Interesting People” [Verve V-8519, 1963] και “Eastern Ferris Wheel” [Columbia CS 9746, 1968], τα οποία και είχα
αγοράσει πάμφθηνα από το Μοναστηράκι (πάμφθηνα είναι και σήμερα). Άκουγα αρκετά folk εκείνη την περίοδο και
όταν έβλεπα στα εξώφυλλα των δίσκων μουσικούς να κρατάνε κιθάρες αγόραζα τα
άλμπουμ τους με κλειστά μάτια. Και ας το πω τώρα... σπανίως έκλαιγα τα λεφτά
μου (δηλαδή σχεδόν ποτέ) κάνοντας τέτοιες επιλογές.
Addiss and Crofut |
Στο “Such Interesting People”,
που ήταν το τρίτο από τα έξι συνολικώς LP που ηχογράφησαν κατά το discogs οι
Addiss
and Crofut (αν και υπάρχει τουλάχιστον ένα ακόμη), οι δύο φίλοι, που
έπαιζαν κιθάρα και μπάντζο, παρουσίαζαν ποικίλο folk ρεπερτόριο. Νανουρίσματα
από τη Σκωτία, παλαιές ελισαβετιανές μπαλάντες, τραγούδια που είχαν ανακαλύψει
οι Lomaxes και άλλα διάφορα, διασκευασμένα από τους ίδιους φυσικά. Λέμε
για ’κείνο το είδος του ρεπερτορίου, που ακουγόταν πολύ στις αρχές του ’60 στην
Αμερική. Μεταξύ των ωραιότερων κομματιών τού “Such Interesting People” θα τοποθετούσα
σίγουρα το “I saw her”,
ενώ είχε ακουστεί πολύ και το “12 days with Khrushchev”, ένα σατιρικό τραγούδι, κομμένο και για τις 45
στροφές, γραμμένο για τον τότε ΓΓ του ΚΚΣΕ Νικίτα Χρουστσόφ, που αντανακλούσε
το νέο κλίμα επικοινωνίας που καθιερωνόταν, μετά την εκλογή τού John F. Kennedy, ανάμεσα στις δύο ηγέτιδες
δυνάμεις της εποχής, τις ΗΠΑ και την Σοβιετική Ένωση. Ναι μεν ένας κάποιος αντικομμουνισμός,
αλλά πιο ευφυής και με πιο ανθρώπινο πρόσωπο.
Οι Addiss and Crofut,
όπως διαβάζουμε στις liner notes
τού LP, γνωρίζονταν από
το Γυμνάσιο (φοίτησαν στην πόλη Putney του Vermont),
αλλά χάθηκαν, πριν ξαναβρεθούν, καθότι ο Addiss συνέχισε στο Harvard, ενώ ο Crofut στο Allegheny College. Σπούδασαν και οι δύο
μουσική (και άλλα διάφορα), με τον Addiss, που είχε για δασκάλους τους συνθέτες Walter Piston και
John Cage, να ακολουθεί από νωρίς
μια καλλιτεχνική διαδρομή και με τον Crofut να ανακαλύπτει στο στρατό την ικανότητά του να απευθύνεται
μουσικώς στο πλήθος και να το διασκεδάζει. Και κάπως έτσι θα βρεθεί αρχικώς
στην Κορέα και μετά στην Ιαπωνία, δίνοντας παραστάσεις σε στρατόπεδα,
ορφανοτροφεία, νοσοκομεία κ.λπ. Τότε θα τον ανακαλύψει και το State Department, προτείνοντάς του
ένα.... πολιτιστικό τουρ σε Ασία και Αφρική (μια συνηθισμένη, για τότε, πρακτική).
Έτσι λοιπόν, και για τις ανάγκες εκείνου του τουρ, ο Crofut θα θυμηθεί τον φίλο
του από το Γυμνάσιο, τον Steve Addiss,
προτείνοντάς του να φτιάξουν ένα ντουέτο, που θα έφερνε εις πέρας την
περιοδεία. Και όντως, αφού οι Addiss and Crofut σύντομα θα γίνουν «ένα», περιοδεύοντας και παίζοντας φολκ
τραγούδια απ’ όλον τον κόσμο σε Χονγκ-Κονγκ, Ταϊβάν, Καμπότζη, Ταϋλάνδη,
Βιρμανία, Ινδονησία, Κεϋλάνη, Ινδία, Κένυα, Σομαλία, Αιθιοπία και Σουδάν! Θα
μιλήσουν γι’ αυτούς με καλά λόγια τόσο ο Robert F. Kennedy
(που ήταν τότε Γενικός Εισαγγελέας), όσο και ο Pete Seeger, ενώ δεν θα αργήσει να
έλθει και το πρώτο LP
τους, το “World Tour with Folk Songs”
[Folkways, 1962], που αποτύπωνε
εκείνο ακριβώς το κλίμα.
Το 1967 οι Addiss and Crofut θα τυπώσουν το φερώνυμο άλμπουμ τους στην Columbia, διασκευάζοντας Fred Neil (“Blues on the ceiling”) και τραγουδώντας το
δικό τους “A ballad from Vietnam
/ The rain on the leaves”, ένα τραγούδι στο
οποίο περιγράφονται (και) τα τραύματα του πολέμου.
Θα κάνουν ορισμένα άλμπουμ οι Addiss and Crofut θέλω να πω, με το
τελευταίο και ωραιότερό τους να είναι το “Eastern Ferris Wheel” του ’68, στο οποίο μετατοπίζονται
και προς πιο ψυχεδελικές κατευθύνσεις. Μάλιστα στο συγκεκριμένο LP δεν είναι μόνοι τους,
καθώς τους συνοδεύουν πολλοί και καλοί μουσικοί. Ο Edward Murray σε
harpsichord, calliope και
όργανο, ο Jeff Levine μπάσο, ο John Bergamo
τάμπλα και ακόμη παίκτες σε πίκολο, βιολιά, βιόλα, τσέλο και τούμπα. Η έκπληξη
εδώ είναι η συμμετοχή του πιανίστα της jazz Dave Brubeck, ο οποίος ακούγεται στο δικό του “Forty Days” μαζί με το κουαρτέτο
του (Eugene Wright μπάσο, Joe Morello
ντραμς, Palghat Raghu mrindagam).
Και σ’ αυτό το LP έχουμε τραγούδια που προέρχονται από διάφορες χώρες
(Ιαπωνία, Ινδονησία, Αγγλία, Κίνα, Βραζιλία...), με μερικά να είναι εκτελεσμένα
με μαγικό τρόπο (όπως το κλασικό “Sakura, sakura”,
ως “Flowers fall away”
ή το κινέζικο με τον μεταφερμένο στην αγγλική τίτλο “High in the mountain pass”). Υπάρχουν επίσης
πρωτότυπα tracks
(ανάμεσα και το ωραίο folk-psych “Dry riverbeds”), όπως και μια
διασκευή στο “Softly”
του Gordon Lightfoot.
Κάπου εκεί οι Addiss and Crofut διαλύονται. Ο Steve Addiss θα κάνει ένα LP το 1971, στην Asch Records (παράλληλη ετικέτα
της Folkways),
παρουσιάζοντας βιετναμέζικο folk
(και από τα δύο, ακόμη τότε, μέρη της χώρας, το βόρειο και το νότιο), ενώ ο Bill Crofut θα έχει μια μακρύτερη
στο χρόνο καριέρα, αφού θα ηχογραφεί μέχρι και την δεκαετία του ’90.
Ο Bill Crofut
επισκέπτεται την Ελλάδα τον Μάιο του 1978, όπως διαβάζουμε στη ΜΟΥΣΙΚΗ, ενώ είχε
υπάρξει και παλαιότερη επίσκεψή του στη χώρα μας, στα χρόνια της δικτατορίας,
όταν του στερήθηκε το δικαίωμα να τραγουδήσει (όπως σημειώνεται στο ίδιο
άρθρο).
Έψαξα λίγο στο διαδίκτυο μήπως βρω κάτι σχετικό με την
παρουσία του Bill Crofut
στην Ελλάδα επί δικτατορίας, αλλά δεν... Βρήκα όμως κάτι που αφορά σε λίγο
μεταγενέστερη επίσκεψή του στη χώρα μας. Και δεν είναι λίγο! Να είχε υπάρξει
και άλλη επίσκεψη πιο πριν (αυτή, επί χούντας, για την οποία γίνεται λόγος στη ΜΟΥΣΙΚΗ); Δεν μπορώ να ξέρω. Ίσως δύσκολο, αλλά δεν θα πρέπει να το
αποκλείσουμε.
Υπάρχει λοιπόν ένα βιβλίο κάποιας Αμερικανίδας ονόματι Pat Ferguson Hanson με τον τίτλο It Was Greek to Me [Xlibris, 2011], από το οποίο
πληροφορούμαστε διάφορα.
Η Ferguson Hanson
ήταν μορφωτική ακόλουθος της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα, την δεκαετία
του ’70 και στο βιβλίο της γράφει για τις ελληνικές περιπέτειές της. Ορισμένες
σελίδες τις βρίσκεις στο διαδίκτυο, και απ’ αυτές μαθαίνεις πως τον Οκτώβριο
του 1975 η Ferguson Hanson
συνόδευε το ντουέτο των Bill Crofut
μπάντζο και Ken Cooper harpsichord,
στις συναυλίες του ανά την Ελλάδα! Οι Crofut και Cooper είχαν τυπώσει και άλμπουμ τότε,
υπό τον τίτλο “Folk and Baroque”
[Private Pressing,
1975], διασκευάζοντας Bach,
Bartók, Vivaldi, Scott Joplin, Woody Guthrie κ.ά., και συνθέσεις των προαναφερομένων,
προφανώς, θα έπαιξαν στις συναυλίες που έδωσαν στα Γιάννενα, στη Θεσσαλονίκη
και αλλαχού.
Και όντως. Αφού για
την παρουσία τού ντουέτου στη Θεσσαλονίκη υπάρχει ανακοίνωση στην εφημερίδα Μακεδονία
της 5 Οκτωβρίου 1975 (ημέρα Κυριακή), στην οποία διαβάζουμε τα εξής:
«Στην αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών οι
καλλιτέχνες Μπιλ Κρόφουτ (κιθάρα, μπάντζο, τραγούδι) και Κένεθ Κούπερ (πιάνο)
θα παρουσιάσουν αύριον στις 8:30 μ.μ. ένα ενδιαφέρον μουσικό πρόγραμμα με τίτλο
“Φολκ και Μπαρόκ”. Το πρόγραμμα θα περιλαμβάνει μουσική των Γούντυ Γκάθρι,
Βιβάλντι, Σκαρλάτι, Χέντελ, Μπάρτοκ, Άιβς καθώς και παραδοσιακά λαϊκά τραγούδια
της Αμερικής. Το ντουέτο έχει σχολιαστεί ευμενέστατα από τους μουσικοκριτικούς
του αμερικανικού Τύπου, καθώς και από τους εγκυρότερους μουσικούς κύκλους της
Ευρώπης. Προσκλήσεις για την συναυλία διατίθενται στα γραφεία της Αμερικανικής
Υπηρεσίας Πληροφοριών (Μητροπόλεως 34) καθημερινώς πλην Σαββάτου και Κυριακής».
Δύο σχόλια.
α. Πιο λογικό είναι
ο Kenneth Cooper να έπαιζε harpsichord (όπως γράφει η Pat Ferguson Hanson) και όχι πιάνο (όπως γράφει η Μακεδονία),
καθώς το τσέμπαλο ταιριάζει με το μπαρόκ.
β. Για ορισμένους
ενδιαφερόμενους θα ήθελε ένα κάποιο κουράγιο, σε μια σφόδρα αντιαμερικανική
εποχή, το να δρασκελήσεις το κατώφλι της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών για
να προμηθευτείς προσκλήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου