Πέμπτη 27 Ιουνίου 2024

NALYSSA GREEN πολύ καλή στα πάρτυ

Άκουσα και ξανάκουσα το τελευταίο άλμπουμ της Nalyssa Green, αλλά δεν μπόρεσα να βρω σ’ αυτό ένα κέντρο – κάτι, που να χαρακτηρίζει τον δίσκο από την αρχή έως το τέλος του. Και δεν το λέω, επειδή ο τίτλος, σαν τίτλος, με... παραπλάνησε. Το σημειώνω γιατί, λόγω του... «Πολύ καλή στα πάρτυ» [Inner Ear, 2024], ανέμενα ν’ ακούσω κι ένα πιο χορευτικό και μπιτάτο σετ, ενώ εκείνο που ακούω τελικά είναι ένα ακαθορίστου ταυτότητας υβρίδιο, ένα «σώμα» τραγουδιών τα «μέλη» του οποίου δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Τέλος πάντων έπρεπε να περιμένω μέχρι τα τελευταία κομμάτια το “Nail salon” (που ακούγεται σαν το 45άρι “Another one bites the dust”, αν το ακούς στις 33 στροφές) και το «Όλα τα πάρτυ του κόσμου», για να φθάσει στ’ αυτιά μου εκείνο, που έβαλα κατά νου, αλλά, το ξαναλέω, δεν είναι αυτό το καίριο εδώ.
Κατ’ αρχάς διαβάζοντας τους στίχους της
Nalyssa Green στο ένθετο τού «Πολύ Καλή στα Πάρτυ» δεν αποκόμισα κάτι ιδιαίτερο, για να μην πω τίποτα ιδιαίτερο. Κάτι που, οπωσδήποτε, δημιουργεί ένα δεδομένο (όχι θετικό). Και δεν αναφέρομαι στις διάφορες διατυπώσεις, που τις θεωρώ ατυχείς εκφραστικά και τραβηγμένες, αλλά για την απουσία ενός νοήματος, που να σε κινητοποιεί σαν αναγνώστη. Μια μόνο στροφή θα σημειώσω, που την θεωρώ σαφή και ουσιαστική και η οποία προέρχεται από το τραγούδι «Άτομα που δε μιλούν» και είναι τούτη: «άτομα που δε μιλούν / που τα πάντα αγνοούν / και φοβούνται τη σκιά τους / δεν αντέχουν να τη δουν».
Εντάξει, και είναι γνωστό αυτό που θα πω, τα λόγια στο σύγχρονο ελληνικό ποπ τραγούδι δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο – χοντρικά δεν «στέκονται» από μόνα τους, όταν τα διαβάζεις, και γενικά θα πρότεινα στους τραγουδοποιούς να απευθύνονται σε επαγγελματίες στιχουργούς για τις συνθέσεις τους και να μην εμπιστεύονται τον... ποιητή εαυτό τους. Βολεύει, λοιπόν, τα λόγια να εξετάζονται μέσα στο σύνολο του τραγουδιού, ανακατεμένα με το μέλος, τη φωνή και τα τεχνικά θέματα, ώστε να «καλύπτονται» τα μειονεκτήματά τους. Για να το πω ακόμη πιο απλά. Αν η Nalyssa Green είχε να μελοποιήσει στίχους της αείμνηστης Μαριανίνας Κριεζή, για παράδειγμα, τα τραγούδια της θα ανέβαιναν αμέσως επίπεδα.
Ξεκινώντας λοιπόν από τα τεχνικά θέματα θα έλεγα πως αυτά λειτουργούν όπως πρέπει (ο Βασίλης Ντοκάκης δεν είναι τυχαίος), και εννοώ με τούτο πως ο ήχος, στο «Πολύ καλή στα Πάρτυ», είναι μάλλον το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του δίσκου.
Ερμηνευτικά η Nalyssa Green εμένα μου φαίνεται αδύναμη, καθώς η φωνή της ποτέ δεν ήταν το πιο μεγάλο ατού της –έτσι φρονώ–, ταιριάζοντας περισσότερο για backing vocals παρά για lead. Οπωσδήποτε, η τεχνολογία έχει τον τρόπο όλα αυτά να τα «διορθώνει» και να τα τοποθετεί στα επίπεδα που πρέπει, και τέλος πάντων «καλώς», καθότι εδώ κρίνεται κι ένα συγκεκριμένο δισκογραφικό προϊόν.
Συνθετικά η Nalyssa Green τα πάει, σίγουρα, καλύτερα. Κάποιες μελωδίες της είναι ενδιαφέρουσες και κομμάτια σαν τα «Έλα πιο κοντά», «Εκεί» (ίσως το ωραιότερο του δίσκου), «Αλάτι» και «Άτομα που δε μιλούν» τα λες «καλά» ή και πιο πάνω από «καλά» (δίχως να εξετάζονται τα επιμέρους).
Η δική μου γνώμη είναι, μετά από το άκουσμα και του «Πολύ Καλή στα Πάρτυ», πως η Nalyssa Green θα πρέπει να κοιτάξει κατάματα το θέμα του στίχου της, παίρνοντας τις σωστές αποφάσεις.
Επαφή: www.inner-ear.gr

Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 583

26/6/2024
Αυτό το θρυλικό τζαζ-προγκρέσιβ φεστιβάλ, στη Νανσύ της Γαλλίας, τον Οκτώβριο του ’75, το αναφέρω εμμέσως πλην σαφώς και στο νέο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.
Στη σκηνή του θα βρισκόταν ένας Έλληνας να παίζει ντραμς, ο Χρήστος Στασινόπουλος (από Ρουθ, Axis κ.λπ.) ως μέλος της Utopic Sporadic Orchestra (υπό τον Janik Top, μπασίστα των Magma) (βλ. στη σελίδα 145), ενώ ένας άλλος Έλληνας θα βρισκόταν από κάτω, ανάμεσα στον κόσμο, και θα έγραφε ανταπόκριση (σ’ αυτό το τελευταίο, όμως, θα αναφερθώ άλλη φορά).

26/6/2024
Η κατάρα των μητσοτακικών καλοκαιριών δεν είναι η ζέστη και ο αέρας, αλλά το ότι τα φρούτα, ακόμη και στις λαϊκές, είναι απλησίαστα. Θα πρέπει να έρθει 15αύγουστος για να φάμε καρπούζι, κεράσι και πεπόνι σε τιμές, που να μην υποτιμούν τη νοημοσύνη και την τσέπη μας.

26/6/2024
Είχε κλείσει προ πολλού...

25/6/2024
ΒΑΙΝΟΜΕΝ ΟΛΟΤΑΧΩΣ ΠΡΟΣ ΓΕΝΙΚΗΝ ΜΑΣΤΟΥΡΟΠΟΙΗΣΙΝ...
O Καραγάτσης δεν ήταν μόνο συγγραφέας ήταν και δημοσιογράφος. Και πολλά δημοσιογραφικά κείμενά του έχουν μεγάλη αξία σήμερα, γιατί είναι ρεπορταζιακά και περιγράφουν παλιές, και γιατί όχι μυθικές καταστάσεις.
Μετά τον πόλεμο γίνεται χαμός με το ρεμπέτικο, που μετασχηματίζεται σταδιακά σε «λαϊκό τραγούδι». Οι Τζιτζιφιές ήταν ο τόπος, που συνέβαιναν όλα. Εκεί όπου εύρισκαν χώρο για να δράσουν όλοι οι προπολεμικοί ρεμπέτες (Μάρκος, Παπαϊωάννου...), καθώς και όσοι θα εμφανίζονταν μέσα στα χρόνια του πολέμου (Μητσάκης κ.λπ.). Ο Καραγάτσης έχει μυριστεί τι παίζει και πηγαίνει στις Τζιτζιφιές, αυτός, ένας αστός, να περιγράψει εκείνο που βλέπει.
Και δεν του πάει καθόλου το ρεμπέτικο... ούτε στο μάτι ούτε στο αυτί. Είναι είρωνας, βιτριολικός, αλλά γράφει και με μια φοβερή οξυδέρκεια, που κανονικά θα έπρεπε να τη ζηλεύουν διάφοροι σημερινοί λαπάδες των πληκτρολογίων.
[«Βραδυνή», 1946, ένα απόσπασμα]
[από το βιβλίο σε επιμέλεια Κώστα Βλησίδη "Σπάνια κείμενα για το ρεμπέτικο (1929-1959)" Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2006]

25/6/2024
Και αυτό, και άλλα ντοκουμέντα από τη μεγάλη, δηλαδή την πιο μεγάλη εποχή του ελληνικού ροκ, θα τα βρεις στη νέα έκδοση του "Ραντεβού στο Κύτταρο" [Όγδοο, 2024], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία...

24/6/2024
>>Πάντως κινηματογράφο δεν έβλεπα. Δεν με ενδιαφέρει. Έχω να πάω κινηματογράφο τριάντα ή σαράντα χρόνια (σ.σ. σωστός!). Η μουσική ολοκληρωνόταν μέσα σε δέκα μέρες. Και με τι συνθήκες! Μας φωνάζανε τελευταία στιγμή και βλέπαμε τις εικόνες στη μουβιόλα. «Σε δέκα μέρες πρεμιέρα στον τάδε κινηματογράφο». Υπάρχουν περιπτώσεις που έφτιαξα μία μουσική για δύο ταινίες και ο σκηνοθέτης την χρησιμοποίησε σε άλλες τρεις ή τέσσερις. Μου έλεγε «φτιάξε τίτλους», ή οτιδήποτε άλλο, και μετά τα χρησιμοποιούσε, χωρίς να με φωνάξει για να δούμε τι θα βάλουμε και που… Όμως με όλα αυτά αποκτούσα εμπειρία και ταχύτητα. Όταν εξελίχθηκα και έφτασα σ’ ένα σημείο, σταμάτησαν να με ζητάνε. Είχαν ανακαλύψει κάτι κυρίες που με το ένα δάχτυλο στα άσπρα πλήκτρα γράφανε κάτι βαλσάκια και υποτίθεται γράφανε σε στυλ Νίνο Ρότα, άλλο βέβαια που ο Νίνο Ρότα έχει γράψει και κοντσέρτα… Αυτή είναι η γνωστή ελληνική κατάντια<<
[Ο τεράστιος και αγνοημένος συνθέτης και δάσκαλος της μουσικής Κώστας Κλάββας. Τώρα σε ποιες «κυρίες» αναφέρεται είναι... τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια]

24/6/2024
Αν υπάρχει ένα συγκρότημα για το οποίο έχω γράψει τα περισσότερα αρνητικά ποστ εδώ μέσα αυτό είναι οι Kraftwerk. Και χοντρικά συμφωνώ μ’ αυτά που γράφονταν, ήδη από τα mid-70s, από τον Αργύρη... Εδώ έχουμε κάνσελ φυσικά, αλλά σε πρώτο χρόνο, που έχει και την πιο μεγάλη αξία...
[Δεν θυμάμαι αν έχω συναντήσει σε πιο παλιό ελληνικό κείμενο τη λέξη krautrock]
[γράφτηκαν παρά ένα πεντήκοντα σχόλια - δεν νομίζω να υπάρχει λόγος για περισσότερα - τα κλείνω]

23/6/2024
Από τους καλύτερους φολκ-ροκ τραγουδοποιούς μας διαχρονικά. Όποιος δεν τον ξέρει να ψάξει να δει τι έχει ηχογραφήσει τα τελευταία 30 χρόνια...
[προσεχώς και για το πιο νέο άλμπουμ του]
https://www.youtube.com/watch?v=gh1oHFCF6Mo

23/6/2024
Έχω γράψει δύο φορές για παλιά φονικά – τη μία για τους Κοεμτζήδες, ένα κείμενο που είχε διαβαστεί από δεκάδες χιλιάδες, να μην πω εκατοντάδες και το άλλο με αφορμή την ταινία «Έγκλημα στο Καβούρι», όταν αναφέρθηκα στο φόνο της Ανν Ντόροθυ Τσάπμαν κ.λπ. Και τις δύο φορές η Τέχνη καθοδηγούσε τα κείμενά μου, το τραγούδι του Σαββόπουλου, η ποίηση της Γώγου, η ταινία του Καραγιάννη – δεν ένοιωθα, ούτε θα νοιώσω ποτέ καμία έλξη για το έγκλημα ως έγκλημα.
Δεν μου αρέσει να ασχολούμαι με μαυρίλες. Είναι που είναι μαύρη η ζωή μας, με λίγες φωτεινές εκλάμψεις, είναι που διαβάζουμε όλα αυτά που διαβάζουμε κάθε μέρα... θέλω να γράφω μόνο για πράγματα, που ν’ αφήνουν θετικά vibes στον κόσμο.
Φαίνεται λοιπόν πως δεν μας φτάνουν όλα αυτά τα φρικώδη, που γίνονται συνεχώς πρωτοσέλιδα, έχουμε κι αυτή την αμερικανόφερτη ανοησία να γίνονται θέματα ξεχασμένα φονικά, ακόμη και 100 ετών παλιά!
Δεν μπορώ να καταλάβω τι ζόρια τραβάνε οι άνθρωποι, και τι βρίσκουν στο να γράφουν και να διαβάζουν για εγκληματικά γεγονότα, καταγραμμένα ψυχρά και βασικά αδιάσταλτα από τη θεραπευτική ματιά της Τέχνης.
Φτάνει πια με το κακό ρε. Αν σας αρέσει να ανασκαλεύετε το παρελθόν υπάρχουν χιλιάδες πράγματα, που μπορείτε να προβάλλετε και τα οποία να αφήνουν θετικό πρόσημο στο σήμερα (δείτε το προηγούμενο ποστ μου). Που να κάνουν τον κόσμο να ευφρανθεί λιγάκι. Μην μετατρέπετε τη ζωή μας, συνεχώς, σε προθάλαμο της Κόλασης.

21/6/2024
Τον Τουρνά τον ανακάλυψα πριν από το μέσο του ’70 από τα κορίτσια της γειτονιάς μου. Καθότι ήμουν «περιοδικάκιας» από γεννησιμιού μου ξεφύλλιζα οτιδήποτε έπεφτε στην αντίληψή μου, και φυσικά Μανίνες και Κατερίνες, που τον είχαν πολλές φορές στα εξώφυλλά τους.
Θυμάμαι ολοκάθαρα την εποχή των «Αστρόνειρων» (1973) με κάποιο απ’ αυτά τα περιοδικά να δημοσιεύει κάτι απίστευτες έγχρωμες φωτογραφίες του – με τον Τουρνά να φοράει ψηλές ασημένιες μπότες, μακιγιαρισμένος με γκλίτερ και τέτοια.
Φυσικά, τον άκουγα και από το ραδιόφωνο εκείνη την εποχή – και με τραγούδια σαν το «Ο πιο καλός τραγουδιστής» ανατριχιάζω ακόμη και σήμερα.
Τον έχω δει και live φυσικά τον Τουρνά, και τελευταία φορά πριν από 2-3 χρόνια, ενώ έχω γράψει πολλές φορές κείμενα για τους καλύτερους δίσκους του (τους οποίους, βασικά, τους θάβανε στην εποχή τους). Αν δεν έχετε διαβάσει κριτικές για το θαυμάσιο «Κυρίες & Κύριοι», ας πούμε, τότε δεν ξέρετε τίποτα επί του θέματος.
Ο Τουρνάς με απασχολεί, εννοείται, και στο νέο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] από την εποχή των Teenagers και των Poll, και βεβαίως των προσωπικών δίσκων του, έως και το 1977... Μπαίνει κάπως κι ένα τέτοιο όριο...

21/6/2024
Για Μαργαρίτη δεν τρελαίνομαι πια, αλλά για Ρεπάνη πεθαίνω κάθε ξημέρωμα. Τι τραγούδια είχε γράψει ο άνθρωπος!
https://www.youtube.com/watch?v=wmKD7dtHr1s

21/6/2024
Ποιος ήταν ο Άγγλος Johnny Carr; Ποιοι ήταν οι Zoo; Τι δουλειά έχει ένα ξένο συγκρότημα σ’ ένα βιβλίο για το ελληνικό ροκ;
Και για τους Zoo θα διαβάσεις στο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024], στη σελίδα 269...

20/6/2024
Για όλες τις παλιοσειρές του krautrock. Για όσους και όσες αγόραζαν Jazz & Τζαζ στη δεκαετία του '90 και διάβαζαν τα κείμενα που έγραφα, εκεί, για το kraut.
Και όποιοι-ες βρουν τους δίσκους που κρύβονται στο εξώφυλλο αυτού του ιστορικού mail-order, από τη Νορβηγία, έχουν και τους έξτρα χαιρετισμούς μου...

Τρίτη 25 Ιουνίου 2024

NORBERT STEIN Pata Kandinsky

Έχουμε γράψει πολλές φορές στο blog, για δίσκους του γερμανού τενόρο σαξοφωνίστα Norbert Stein, όλους τυπωμένους για τη δική του εταιρεία Pata Music. Πιο συγκεκριμένα στο δισκορυχείον θα βρείτε κείμενα για τα άλμπουμ “Heartland” (2022), “We Are” (2017), “Friends & Dragons” (2016), “Play Rainer Maria Rilke / Das Karussell” (2015), Pata on the Cadillac” (2012) και “Silent Sitting Bulls” (2010). Στα περισσότερα απ’ αυτά τα CD, που κινούνται στο χώρο της δημιουργικής jazz ή και improv-jazz, τον Norbert Stein συνόδευαν οι Pata Messengers, ενώ σε άλλα (CD) άλλοι σχηματισμοί.
Στο πιο πρόσφατο άλμπουμ τού Norbert Stein, το “Pata Kandinsky” [Pata Music, 2024], δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο σχήμα, που να συνοδεύει τον γερμανό μουσικό, αλλά μια ομάδα οργανοπαικτών, αποτελούμενη από τον ίδιο στο τενόρο και ακόμη τους Michael Heupel διάφορα φλάουτα, Georg Wissel άλτο, κλαρίνο, Nicolao Valiensi ευφώνιο, Annette Maye κλαρίνα, Andreas Wagner σαξόφωνα, μπάσο κλαρίνο, Pacho Davila τενόρο, Rainer Weber κλαρίνα, Joker Nies ηλεκτρονικά, Uwe Oberg πιάνο, Florian Herzog κοντραμπάσο και Jörg Fischer ντραμς. Λέμε λοιπόν για ένα δωδεκαμελές σχήμα, μια μικρομέγαλη ορχήστρα, αποτελούμενη από οκτώ πνευστούς, συν ηλεκτρονικά και ρυθμικό τμήμα (πιάνο, μπάσο, ντραμς).
Στη βάση εκείνο που ακούμε στο “Pata Kandinsky” είναι μια εξαμερή σουίτα, ζωντανά ηχογραφημένη στο Multiphonics Festival 2023, στο Skulpturenpark Waldfrieden του Wuppertal, και η οποία αποτίνει φόρο τιμής στον ρώσο ζωγράφο και θεωρητικό της Τέχνης Βασίλι Καντίνσκι (1866-1944).
Ο Καντίνσκι έχει επηρεάσει μουσικούς της jazz από διάφορες πλευρές. Ανάμεσά τους είναι ο πιανίστας Anthony Davis, οι σαξοφωνίστες Anthony Braxton, Steve Lacy και Ivo Perelman, σχήματα όπως η Globe Unity Orchestra και το Rova Saxophone Quintet, ενώ υπάρχουν και τζαζ γκρουπ, που έχουν στην ονομασία τους το επώνυμό του, όπως τα Kandinsky Effect, Kandinsky Trio κ.λπ.
Επί του προκειμένου, και πέρα από το έργο του Καντίνσκι στο εξώφυλλο του άλμπουμ του Norbert Stein, δεν είναι εύκολο να διαβλέψεις σε τι ακριβώς συνίσταται αυτή η επιρροή – και βασικά, επειδή δεν είναι άμεσα αντιληπτές οι αντιστοιχίσεις, που μπορεί να εμφανίζονται μεταξύ ζωγραφικής και μουσικής. Σίγουρα θα υπάρχουν κάποιες «υπόγειες» διασυνδέσεις, αλλά εκείνο που μπορώ να πω, σε πρώτη φάση, είναι πως η μουσική του Norbert Stein δεν είναι εικονοκλαστική και αφηρημένη, καθώς, και στην μεγαλύτερη έκτασή της, κινείται αυτή κοντά σε... ρεαλιστικά πρότυπα.
Οι συνθέσεις, σε κάθε περίπτωση, έχουν πολύ ενδιαφέρον, με τις ενορχηστρώσεις των πνευστών (σίγουρα θα υπάρχουν και τέτοιες, σε κάποια μέρη) να σε κερδίζουν, μέσω του τρόπου που συμπλέκονται οι ήχοι τους, δημιουργώντας ενίοτε μιαν αίσθηση φανφάρας, ενώ δεν θα πρέπει να υποτιμήσουμε και τα περισσότερο αυτοσχεδιαστικά μέρη, που ίσως να σχετίζονται πιο πολύ με την προχωρημένη ζωγραφική του Καντίνσκι (έχοντάς την ως πηγή έμπνευσης), αλλά στη βάση τους θα είναι πάντα η τζαζ (τα σχήματα, ας πούμε, του Henry Threadgill).
Ένα πολύ καλό και πολύ δυνατό άλμπουμ, για ακόμη μία φορά, από τον Norbert Stein και τους συνεργάτες του.
Επαφή: www.patamusic.de

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

ΦΛΩΡΟΣ ΦΛΩΡΙΔΗΣ / ΣΑΒΙΝΑ ΓΙΑΝΝΑΤΟΥ blink

Ο σαξοφωνίστας-κλαρινίστας του free-improv Φλώρος Φλωρίδης (Floros Floridis) και η τραγουδίστρια-βοκαλίστρια Σαβίνα Γιαννάτου (Savina Yannatou) συνεργάζονται εδώ και δεκαετίες στα πάλκα. Σίγουρα τους θυμάμαι από τα 00s, αν και δεν αποκλείω να τους είχα δει και στα 90s ακόμη. Δισκογραφικά, και εξ όσων άμεσα μπορώ να σκεφθώ, στη μνήμη μου έρχεται το άλμπουμ “Songs for Kommeno” [Intakt, 2012], με Günter Baby Sommer, Σαβίνα Γιαννάτου, Φλώρο Φλωρίδη, Ευγένιο Βούλγαρη και Σπήλιο Καστάνη, ενώ τώρα έχουμε να στρίβει στο πλατώ ένα νέο βινύλιο, που έχει τίτλο Blink και που υπογράφεται από τους Φλωρίδη και Γιαννάτου αποκλειστικώς. Η ηχογράφηση δεν είναι καινούρια. Συνέβη από τον Γιώργο Πεντζίκη στο Magnanimus studio, στη Θεσσαλονίκη, σε δύο sessions, τον Μάιο και τον Δεκέμβριο του 2008, για να χαραχθεί τώρα (2024) στο βινύλιο από το label To Pikap Records. Το LP περιλαμβάνει επτά κομμάτια συνολικώς, υπό τον τίτλο “Movement” (από Ι έως VII), τέσσερα από τα οποία ακούγονται στην πρώτη πλευρά και τρία στην δεύτερη.
Στα πρώτα δύο κομμάτια, τα “
Movement I” και “II”, οι δύο αυτοσχεδιαστές προβάλλουν πιο λυρικά patterns, με κεντραρισμένες μελωδίες και με «αιθέρια» φωνητικά, δημιουργώντας ένα περιβάλλον στο οποίο κυριαρχούν ευφρόσυνα συναισθήματα. Στα “Movement III” και “IV”, όμως, η «συμπεριφορά» τους μεταβάλλεται, αφού τα tracks αποκτούν μη προσαρμόσιμα χαρακτηριστικά, με τα πνευστά να συνοδεύουν τη φωνή και τούμπαλιν, με τους βοκαλισμούς της Γιαννάτου να είναι συνεχείς, προβάλλοντας το φαινομενικώς ακατανόητο και σίγουρα αρχέγονο. Φυσικά, επειδή τα tracks αυτά αγγίζουν τα έξι λεπτά υπάρχει μία διακύμανση ηχητική, που μπορεί να αφορά και την ένταση (το volume), αλλά και το συναισθηματικό και επικοινωνιακό φάσμα, που άλλοτε μπορεί να δονείται από το «κλασικό» free-improv και άλλοτε από το παραδοσιακό τραγούδι.
Το σοπράνο σαξόφωνο και η φωνή πρωταγωνιστούν βεβαίως και στο “Movement V”, το πρώτο κομμάτι της Side B, που διαρκεί οκτώ λεπτά κι είναι το μεγαλύτερο του δίσκου. Εδώ νοιώθεις πως η Γιαννάτου είναι έτοιμη, ανά στιγμές, να τραγουδήσει «κανονικά», έστω και πάνω σε μια «σύνθεση», που θυμίζει αποδομημένο δημοτικό, με τον Φλωρίδη να ακολουθεί μιαν ανάλογη διαδρομή στις μελωδίες του, ενώ στο “Movement VI” η φωνή είναι ακόμη πιο εύπλαστη, καθώς κινείται από μικρές φράσεις έως και σε φωνολογικά αρχέτυπα, με το κλαρίνο να καθορίζει παράλληλα ένα πλαίσιο παραδοσιακότητας.
Το “Blink” θα ολοκληρωθεί με το “Movement VII”, που είναι ένα παράξενο κομμάτι – το λέω, επειδή προσωπικώς το ακούω κάπως σαν ένα αποδιαρθρωμένο μοιρολόι, προβάλλεται σε αργές ταχύτητες, δίχως όμως να μου προκαλεί πένθιμα συναισθήματα.
Άξιος δίσκος, που απευθύνεται στους φίλους του είδους προφανώς.
Επαφή: https://topikaprecords.bandcamp.com/album/blink

Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

η cult περσόνα της Μόνικα Βίτι στην ταινία “Modesty Blaise” του Τζόζεφ Λόουζι – το θρυλικό βρετανικό κόμικ, τα βιβλία και η «τρέλα» στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 1966

Με την ονομασία “Modesty Blaise” αναγνωρίζεται ένα διάσημο βρετανικό κόμικ της δεκαετίας του ’60, που, την ίδια εποχή, θα γινόταν δημοφιλές και στην Ελλάδα. Το κόμικ, που είχε να κάνει με την ηρωίδα Modesty Blaise, δημιούργημα του συγγραφέα Peter O'Donnell και του σκιτσογράφου Jim Holdaway, θα εμφανιζόταν για πρώτη φορά στην λονδρέζικη εφημερίδα “Evening Standard”, στις 13 Μαΐου 1963, και θα γινόταν αγαπητό από την αρχή.
Το κόμικ έπαιρνε αφορμή από αληθινά γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Λογικό. Είχαν περάσει μόλις 18 χρόνια από τη λήξη του και πολλές ιστορίες στην λογοτεχνία, στον κινηματογράφο, στο θέατρο κ.ά., φώτιζαν συγκεκριμένες πτυχές αυτής της οδυνηρής περιόδου.
Η Modesty Blaise ήταν, στην αρχή, ένα ανώνυμο κορίτσι, με προβλήματα μνήμης, που ζούσε εκτοπισμένο σ’ έναν καταυλισμό στην Ελλάδα, στο (ανύπαρκτο) μέρος Kalyros – πριν αποδράσει και αρχίσει να περιπλανιέται σε μια ευρεία περιοχή, που εκτεινόταν από τη Μέση Ανατολή έως και τις ακτές της Βόρειας Αφρικής, μαθαίνοντας να επιβιώνει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Δίπλα της θα βρεθεί ένας άλλος εκτοπισμένος, ο Ούγγρος Lob, που θα την πάρει υπό την προστασία του, δίνοντάς της το όνομα Modesty (δηλαδή σεμνότητα, μετριοφροσύνη). Ο Lob κάποια στιγμή πεθαίνει, με την Modesty, που πλέον ακούει και στο επώνυμο Blaise, να ηγείται μιας εγκληματικής οργάνωσης στην Ταγγέρη. Τότε είναι, όταν γνωρίζει το δεξί της χέρι, τον Willie Garvin, κάνοντας μάλιστα κι ένα γάμο στην πορεία, μ’ έναν Άγγλο κάπου στη Βυρηττό, προκειμένου να αποκτήσει τη βρετανική υπηκοότητα.
Η Modesty Blaise έχει βγάλει πολλά λεφτά από τις έκνομες δραστηριότητές της, κι έτσι, κάποια στιγμή αποφασίζει να «τα φάει» στην Αγγλία, μαζί με τον Garvin (με τον οποίον δεν είναι ζευγάρι, καθώς η σχέση τους είναι πλατωνική). Εκεί, στο νέο περιβάλλον, και μπαϊλντισμένοι από την απραξία, η Modesty Blaise και ο Willie Garvin θα αποφασίσουν να βοηθήσουν έναν (άγγλο) πράκτορα, μπλέκοντας σε νέες περιπέτειες. Απ’ αυτό το σημείο ξεκινά να εκτυλίσσεται το κόμικ.
Ώθηση στον «μύθο» της Modesty Blaise θα έδινε βεβαίως η ταινία, με τον ίδιο τίτλο», σε σκηνοθεσία του σπουδαίου Joseph Losey, με την Monica Vitti στον κεντρικό ρόλο και με συμπρωταγωνιστές τους Terence Stamp και Dirk Bogarde (απίθανο καστ!), η οποία προβάλλεται στο 19ο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών, στις 7 Μαΐου 1966. Η ταινία περνάει μάλλον απαρατήρητη στο φεστιβάλ –ίσως να ήταν πολύ ποπ, για τα δεδομένα του θεσμού–, αλλά η περσόνα της Modesty Blaise, όπως θα ενσαρκωνόταν από την Vitti, θα γινόταν αντικείμενο θαυμασμού. Έτσι, και πριν ακόμη προβληθεί η ταινία στην Ελλάδα, θα έγραφαν γι’ αυτήν τα μίντια. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Εμπρός» της 4ης Ιουνίου 1966:
«Ένας νέος τύπος γυναίκας στον ορίζοντα. Η κόρη του διαστήματος. Ανεξάρτητη, αισθηματική, δίχως κόμπλεξ, δραστήρια στη δουλειά της την ημέρα, και γεμάτη θηλυκότητα τις νύχτες.(...) Ακριβώς αυτό τον τύπο γυναίκας (που μιμούνται τώρα εκατομμύρια τριαντάρες της Ευρώπης) ενσαρκώνει η Μόνικα Βίττι στον ρόλο της “Μόντεστυ Μπλαίηζ” του Γιόζεφ Λόουζυ. Είναι ένα γυναικείο στυλ αξιοθαύμαστα ελκυστικό, είναι μια μόδα πιο καινούργια από τα “γιεγιεδάκια” και τα συναφή. Μια μόδα που γεννήθηκε τούτη την άνοιξη: η μόδα της κόρης του διαστήματος».
Είναι προφανές πως τα μίντια ψάχνονταν για να λανσάρουν νέα πρότυπα και πως η αεροδιαστημική, που βρισκόταν τότε στο φόρτε της, δημιουργούσε καινούρια δεδομένα. Άσχετα εν πολλοίς με την φυσιογνωμία της Modesty, αλλά αυτό δεν έχει σημασία...
Στις 10 Ιουνίου 1966 η ιστορία της Modesty Blaise θα εμφανισθεί για πρώτη φορά στις «Εικόνες», με την «χάρτινη» ηρωίδα να παρουσιάζεται κάπως σαν τον θηλυκό James Bond. Ποια ήταν λοιπόν η ταυτότητά της; Όπως διαβάζουμε στο περιοδικό:

Σάββατο 22 Ιουνίου 2024

MAZOHA stress για success

Καλοκαίρι του ’22 είχα γράψει για το προ-προηγούμενο LP του Mazoha, το «Τώρα χορός», καλοκαίρι του ’23 είχα γράψει για το «Α τους σκοτώσουμε όλους και μετανιώνουμε ύστερα» και καλοκαίρι του ’24 θα γράψω για το έσχατο «Stress για Success» [πάντα Inner Ear], το πιο νέο άλμπουμ του Τζίμη Πολιούδη, στο οποίο τα κάνει, για άλλη μια φορά, όλα μόνος του. Τα βασικά εννοώ. Γράφει τις μουσικές, τους στίχους και παίζει ό,τι ακούγεται στον δίσκο. Από κει και πέρα στη μίξη βοηθάει ο Θωμάς Στρατάκης, στα beats o Θάνος Τσιτλακίδης, ενώ το μάστερ είναι του Μάνου Τσαντιράκη. Αυτά σε σχέση με τα ονόματα.
Οπωσδήποτε υπάρχει μια συνέχεια και μια συνέπεια στα βινύλια του Mazoha και αυτό είναι αναμενόμενο, και κυρίως σωστό. Όλα τα άλμπουμ συνδέονται μεταξύ τους και οι μικρές προσθαφαιρέσεις (εδώ, βασικά, το hip hop είναι κάπως αυξημένο) είναι απλώς εκείνο που απαιτείται, ώστε η παραγωγή να πάει ένα βήμα παρακάτω. Το synth-punk παραμένει, χοντρικά, η βασική και η κατευθυντήρια ηχητική γραμμή και στο «Stress για Success», και αυτό θα πρέπει να το πούμε από την αρχή. Όπως από την αρχή, και με αφορμή το δεύτερο κομμάτι, το «Ανοιχτή πληγή», θα πρέπει να σημειώσουμε πως στιχουργικά ο δίσκος περιστρέφεται γύρω από ένα βασικό «δίδαγμα», πως ο άνθρωπος οφείλει να προχωράει μπροστά ή παρακάτω, δίχως να κοιτάζει πίσω, και κυρίως δίχως «να μασάει» (αυτό σημαίνει αυτοπεποίθηση). Αποδέχεσαι, λοιπόν, τον εαυτό σου, αλλά ταυτοχρόνως αποδέχεσαι και ό,τι κινείται γύρω σου. Είναι δύο κόσμοι, που δεν συναντιούνται, και είναι εκείνο που ακούμε όσο σαφέστερα γίνεται στο «Ως το τέρμα» («Μου ’παν ν’ αλλάξω τρόπο / τους χτύπησα στον ώμο /  κι είπα “άντε γαμήσου” / έτσι θα πάω ως το τέρμα / Μου ’παν να γίνω μπίζνα / μα εγώ αγαπάω την πείνα / άντε γαμήσου βλήμα  / έτσι θα πάω ως το τέρμα»). Κομμάτι μαύρο (στα λόγια), αλλά εύθυμο (στον ήχο), που βγάζει και μια ικμάδα αισιοδοξίας είναι το «Μέσα μου κάνει πάρτυ το κακό» (εκεί όπου οι κιθάρες μάχονται με τα πλήκτρα), με την πλευρά να κλείνει με το «Πιστόλι», ένα επίσης μαύρο κομμάτι στα lyrics, και εξωστρεφές ηχητικά, που δείχνει και πάλι την πάλη που διεξάγεται στην τραγουδοποιία του Mazoha. Τι υπερισχύει; Η μουσική φυσικά, αφού υπάρχει και δεύτερη πλευρά...
Η οποία ξεκινά με το «Hello ανθρωπότητα», ένα ακόμη κομμάτι συναισθηματικής ενδυνάμωσης, με all around πλήκτρα, και κάπως φανφαρόνικα φωνητικά, που βγάζουν μιαν αίσθηση γιορτής, για να ακολουθήσει το «Ωδή στη ζωή όπως θα ’πρεπε να είναι» ένα αγχωτικό κομμάτι, που... πυροβολείται προς τον ακροατή και που ακούγεται κάπως σαν ξόρκι, με το «Όλα όσα αγαπώ σου μοιάζουν» να λειτουργεί σαν ένα feel good closing track, χωρίς στην πράξη να είναι.
Ο Mazoha θέλει να κλείσει το «Stress για Success» κάπως αλλιώς, μ’ ένα τραγούδι που το αποκαλεί «Τελευταία όλο πέφτω» και στο οποίο γίνεται λόγος για την επίθεση στη ζωή και στο όνειρο, που βιώνει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, από μια αποθρασυμένη κρατική μηχανή (θίγονται Τέμπη, φωτιές στον Έβρο κι άλλα διάφορα). Δίκιο έχει.
Επαφή: www.inner-ear.gr

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

DAG ARNESEN TRIO, ALICE & THE MOUNTAIN jazz από τη Νορβηγία

DAG ARNESEN TRIO: Ice Breaking [Losen Records, 2024]
Όπως έχουμε σημειώσει και στο παρελθόν ο πιανίστας Dag Arnesen είναι παλιά «τζαζ καραβάνα», καθώς τα τελευταία 45 χρόνια έχει εμφανισθεί με Carla Bley, Joe Henderson, Elvin Jones κ.ά., έχοντας φυσικά και την ανάλογη δισκογραφία. Στο blog έχουμε ήδη γράψει για ένα άλμπουμ του με το Trøen / Arnesen Quartet (το Tread Lightly” από το 2021), όπως και για ένα με το Dag Arnesen Trio (το “Pentagon Tapes” από το 2017), ενώ τώρα σειρά έχει το “Ice Breaking”, που έχει να κάνει με το νέο τρίο του νορβηγού πιανίστα, το οποίο συμπληρώνουν οι Magne Thormodsæther μπάσο και Øyvind Skarbø ντραμς.
Το “Ice Breaking” είναι ένα πολύ ευχάριστο piano-trio άλμπουμ, που περιλαμβάνει εννέα συνθέσεις μικρής και μέσης διάρκειας (4λεπτες και 5λεπτες), γραμμένες όλες από τον Arnesen. Άρα μέσω πρωτότυπου υλικού ο σκανδιναυός συνθέτης επιχειρεί να δημιουργήσει ένα ηχητικό concept, το οποίο διαθέτει και βόρεια (nordic) χαρακτηριστικά, αλλά και περισσότερο θερμά και «σουινγκάτα», προσβλέποντας στις έντονες, θα λέγαμε, συγκινήσεις.
Ναι, οι συνθέσεις του Arnesen (που μπορεί να εκκινούν από «κλασικά» ή και φολκλορικά θέματα) διακρίνονται για το έντονο συναισθηματικό προφίλ τους, καθώς οι ωραία επεξεργασμένες μελωδίες, με το εκλεπτυσμένο φινίρισμα, έχουν στο “Ice Breaking” τον πρώτο λόγο.
Έτσι λοιπόν εδώ καταγράφονται tracks, που σε γαληνεύουν ως ακροατή, σαν το “A special memory” ή το “After dinner” και άλλα, που σε τονώνουν σωματικά σαν το “Jumping around” ή το “Thats ok”, στο οποίο ακούς σε εκτεταμένη μέρη και τους δύο συνοδοιπόρους του Dag Arnesen, τον κοντραμπασίστα Thormodsæther και τον ντράμερ Skarbø, στις δικές τους καταδείξεις.
ALICE & THE MOUNTAIN: Stripped [Losen Records, 2024]
Alice & The Mountain είναι η τραγουδίστρια Silje Kåfjord και ο πιανίστας
Bernt Moen, ο οποίος παίζει σε όρθιο πιάνο. Η τραγουδίστρια μπορεί να μην είναι γνωστή, αλλά ο πιανίστας αποτελεί «σταθερά» στον κατάλογο της Losen, αφού τον συναντάμε εκεί σε πάμπολλες εγγραφές – και με το δικό του τρίο, αλλά και ως μέλος άλλων σχημάτων (σε άλμπουμ των Rolf Kristensen, Sah!, Dualistic, Nypan κ.λπ.).
Το “Stripped”, όπως αποκαλείται το κοινό άλμπουμ των Kåfjord και Moen, περιέχει οκτώ πρωτότυπα κομμάτια για φωνή και πιάνο, και είναι ηχογραφημένο το 2014.
Δεν ξέρω γιατί παρέμεινε τόσα χρόνια ανέκδοτο, ξέρω όμως πως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα έξοχο φωνή-πιάνο CD, γεμάτο με αξιοπρόσεκτα κομμάτια – καθώς και τα οκτώ tracks είναι το ένα ωραιότερο του άλλου, με την Kåfjord να τα υποστηρίζει ερμηνευτικά με τον καλύτερο τρόπο, με την βαθιά και «ζεστή» φωνή της, και με τον Moen να συνοδεύει απλά και απέριττα, επικεντρώνοντας το παίξιμό του στην ενίσχυση του συναισθηματικού φορτίου του δίσκου (συνολικώς).
Τα τραγούδια έχουν ποικίλη θεματολογία. Άλλα αναφέρονται στο μελαγχολικό βορειοευρωπαϊκό φθινόπωρο, άλλα έχουν να κάνουν με την επικοινωνία που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στον άνθρωπο και το φυσικό στοιχείο, αλλά μεγεθύνουν σε συγκεκριμένες φάσεις της ζωής, όπως π.χ. στη νεότητα (και το άγνωστο, που αυτή μεταφέρει στον έφηβο, πριν μετατραπεί αυτός σε ενήλικα), αλλά αναφέρονται σε feel good καταστάσεις γενικώς κ.λπ.
Σε κάθε περίπτωση, στα τραγούδια της Kåfjord (σχεδόν όλα είναι δικά της), εκείνο που αναγνωρίζεις είναι το πηγαίο συναισθηματικό φορτίο και η μαεστρία τού να μετατρέπεις τον εσωτερικό κόσμο σου, σε κάτι «χειροπιαστό» και κυρίως ικανό να αγγίξει του πάντες. Όπως συμβαίνει με τα τραγούδια αυτού του θαυμάσιου CD.
Επαφή: www.losenrecords.no

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 582

20/6/2024
Το «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] παραμένει ΠΡΩΤΟ σε πωλήσεις, το τελευταίο 2μηνο, σε όλα τα βιβλία Τέχνης (και εννοείται στα μουσικά), στο βιβλιοπωλείο Πολιτεία. Έπιασε πρωτιά την 1η Ιουνίου και 20 μέρες αργότερα εξακολουθεί να βρίσκεται στην κορυφή. Νοιώθουμε κάπως την ανάσα ενός βιβλίου για τον Βασίλη Καρρά, που βγήκε κι αυτό πρόσφατα, αλλά ακόμη το ελληνικό ροκ κρατάει γερά την πρωτιά...

19/6/2024
Μόνο γι' αυτούς μπορεί να έδινα το κάτι παραπάνω, για να τους δω στην Αθήνα...
https://www.youtube.com/watch?v=2a36KFSfi44

19/6/2024
Ένα από τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στο νέο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] είναι και ο ντράμερ-τραγουδοποιός-τραγουδιστής Λουκάς Σιδεράς.
Στο βιβλίο θα διαβάσετε όχι μόνο για την παρουσία του Σιδερά στους δίσκους των Aphrodite’s Child, των οποίων υπήρξε βασικό μέλος ως γνωστόν, αλλά και για τα υπόλοιπα συγκροτήματα με τα οποία δισκογράφησε (Stormies, Minis, Eros, Melt, Ypsilon…), και βεβαίως για τους δύο προσωπικούς δίσκους του, το “One Day” και το “Pax Spray”, από τα σέβεντις.

18/6/2024
Γουστάρω Septic Flesh, έχω και δυο δίσκους τους, αλλά αυτή η κουλτούρα της συναυλίας, που προβάλλεται τόσο επιθετικά, τα τελευταία χρόνια, κατακυριεύοντας κάθε τι, με ενοχλεί αφάνταστα. Πρέπει να αντισταθούμε σ’ αυτή την απάνθρωπη νεοφιλελέ μ@λακία της καταπάτησης, της ισοπέδωσης και της τουριστικοποίησης των πάντων, που περιστρέφεται μόνο γύρω από τα φράγκα. Τι θα βάλουμε στην τσέπη μας και όλα τ’ άλλα τσιμέντο να γίνουν.
Ηρώδειο μόνο σε κλασική και τζαζ – όπως παλιά. Μπασαβιόλες και σαξόφωνα μέχρι να δύσει ο ήλιος... Ούτε μπουζούκια, ούτε μπαγλαμάδες, ούτε ηλεκτρικές κιθάρες. Όλοι οι άλλοι στα χωράφια.
Και οι Septic Flesh στο Φαράγγι του Θανάτου ή έστω στην κεντρική πλατεία του Ίνσμουθ...

18/6/2024
Έχει σταματήσει και ο Κατέβας να δίνει συναυλίες, και δεν έχουμε πού να πάμε, για ν' ακούσουμε κανα τραγουδάκι...
[Σαββόπουλε αυτό ήταν χιτ της μεταπολίτευσης - εσύ μπορεί να μην άκουγες τότε τέτοια, αλλά μην το λησμονήσεις]
https://www.youtube.com/watch?v=aUxa2IMo8ps

18/6/2024
Μάγκες μου όταν σταμάτησε ο Στέλιος να εμφανίζεται ζωντανά το 1966, στα 35 του δεν έκανε έτσι ο κόσμος, όπως κάνετε εσείς, επειδή θα κρεμάσει τη μπουζουκομάνα ο Θανάσ’ στα 65 του... Ψάξτε το αυτό...

18/6/2024
Εδώ σας έχω τρία αποκόμματα από εισιτήρια από συναυλίες που είχα παρακολουθήσει το 1987-88.
Το πρώτο απόκομμα των 250 δραχμών είναι από συναυλία ροκ γκρουπ της γειτονιάς, το άλλο των 800 δραχμών είναι από τους Blue Oyster Cult (εδώ το εισιτήριο είναι κάπως επιχορηγημένο από το Δήμο) και το άλλο των 2000 δραχμών είναι από το μεγάλο event της συναυλίας της Διεθνούς Αμνηστίας, με αυτά τα top class ονόματα. Προσέξτε τώρα...
Το 1987-88 ένας δίσκος βινυλίου, κοινός, ελληνικής κοπής, είχε από 1000 έως 1200 δραχμές. Ενώ σήμερα ένα νέο LP, το LP της Dua Lipa ας πούμε, κάνει 30 ευρώ.
Με άλλα λόγια στην πρώτη συναυλία της γειτονιάς, με τις 250 δραχμές, η τιμή του εισιτηρίου είναι το 1/4 του δίσκου. Σήμερα, δηλαδή, θα κόστιζε 7,5 ευρώ.
Η συναυλία των BOC σήμερα θα έκανε 24 ευρώ, ενώ η συναυλία της Διεθνούς Αμνηστίας, με αυτά τα τρανταχτά ονόματα, θα έκανε καμιά 60αριά ευρώ.
Λοιπόν μάγκες μου, το συμπέρασμα. Οι συναυλίες σήμερα είναι πανάκριβες. Γιατί είναι; Μπορώ να σας πω χίλιους-δυο λόγους, αλλά βαριέμαι.
Κουμάντο στην τσέπη του καθενός δεν πρόκειται να κάνω, αλλά για μένα είναι κοροϊδία να δώσω 100-150-200 και βάλε ευρώ, για να δω κάποιονε – τον οποιονδήποτε ή την οποιαδήποτε– με αυτές τις τιμές. Μη σώσει να τον δω.

18/6/2024
Και για τους P.L.J Band θα διαβάσεις στο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία. Και θα διαβάσεις σωστά πράματα, όχι χαζομάρες του στυλ... το “Armageddon” το κυνήγησε η Εκκλησία.

17/6/2024
Το νέο άλμπουμ της Nalyssa Green λέγεται «Πολύ καλή στα πάρτυ». Διαβάζω κι εγώ κομμάτι στο οπισθόφυλλο «Έλα πιο κοντά» και καθώς σκεφτόμουν και το «πάρτυ» του τίτλου είπα... ρε λες να διασκευάζει μέσα την κομματάρα της Νινής Ζαχά, που λέγανε ο Θέμης Ανδρεάδης με την Άινα Μάουρερ και που την ξεπάτωνα στα τζουκ μποξ στα σέβεντις;
Δυστυχώς όχι... Σκέτη απογοήτευση...
https://www.youtube.com/watch?v=r4yA9xhbIbY

17/6/2024
>>Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ξαναζωντανεύουν πρόσωπα και ήχοι, δεκάδες ονόματα ξεπετιούνται από τα ντουλάπια της ιστορίας όπως οι Forminx, οι Charms, οι Sounds, οι Idols, ο Δάκης, οι Olympians, οι Poll, οι Πελόμα Μποκιού, ο Δημήτρης Πουλικάκος, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, οι Socrates, οι Aphrodite’s Child, ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ο Νικόλας Άσιμος, ο Γιώργος Ρωμανός, οι Axis, η Τάμμυ, η Χριστίνα, η Ελπίδα...<<
[ο Γιάγκος Πλατής γράφει για το "Ραντεβού στο Κύτταρο" - τον ευχαριστώ!]
https://www.debop.gr/deBlog/de-book/diavasame-radevou-sto-kyttaro-tou-foda-trousa-ekdoseis-ogdoo

16/6/2024
Ευχαριστώ τον Κώστα Μπαλαχούτη και γι' αυτή την αναφορά στο "Ραντεβού στο Κύτταρο" [Όγδοο, 2024]...
https://www.ogdoo.gr/politismos/vivlio/to-proto-group-apo-tin-eparxia-pou-ixografise-diskaki

15/6/2024
Λοιπόν προσέξτε αυτή τη φωτό.
Υπάρχει δισκάδικο στην Αθήνα που έχει στη βιτρίνα του, αυτή τη στιγμή, live CD του Μίμη Γκιουλέκα, CD της Μαίρης Λίντα, με τραγούδια της Μαριαλένας (Οικονομίδου), που έφυγε τις προάλλες από τη ζωή (τι κρίμα) και ακόμη το “Rock Eyes” των Coo από το 1982 - αν είναι δυνατόν 
Τώρα, το ότι γράφω στο νέο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] και για την αείμνηστη Μαριαλένα και για τους Coo (όχι, για τον Γκιουλέκα δεν γράφω), όταν υπάρχει τέτοια βιτρίνα, το λες και... κανονικότητα.

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2024

CONSTELLATIVE TRIO είναι οι Gianni Mimmo, Thierry Waziniak και Gaël Mevel

Το Label Rives είναι μια γαλλική ετικέτα της improv-jazz, που διακρίνεται για τα υπερμεγέθη μαγνητικά covers των συσκευασιών της (δύο λεπτές πλαστικές πλάκες που «κουμπώνουν» μαγνητικά και που ανάμεσά τους είναι τοποθετημένα το compact disc και το ένθετο) και η οποία μας έχει απασχολήσει και στο παρελθόν, καθώς έχουμε γράψει reviews για τα CD των Kairos (2023), Trio Alta (2021) και Trio Rives (2014). Η πιο νέα κυκλοφορία του Label Rives είναι το φερώνυμο άλμπουμ τού Constellative Trio [Label Rives, 2024], ενός σχήματος που το αποτελούν οι Gianni Mimmo σοπράνο σαξόφωνο, Thierry Waziniak ντραμς και Gaël Mevel βιολοντσέλο.
Για τον Mimmo δεν χρειάζεται να πούμε πολλά, καθότι υπάρχουν δεκάδες δίσκοι του, για τους οποίους έχουμε γράψει reviews στο δισκορυχείον (και βασικά της Amirani Records, της οποίας είναι ιδιοκτήτης). Οι δε Waziniak και Mevel είναι τακτικοί συνεργάτες και ορισμένα κοινά άλμπουμ τους είναι εκείνα με τους Kairos, Trio Alta και Trio Reves.
Το άλμπουμ τού
Constellative Trio είναι φυσικά αυτοσχεδιαστικό και δη ελεύθερα αυτοσχεδιαστικό. Αυτό το αντιλαμβάνεσαι από τη ροή του, που οπωσδήποτε ακολουθεί τις δικές της διαδρομές, συντονισμένη μ’ ένα πνεύμα ολιγάρκειας και αφαίρεσης, δημιουργώντας μία ορισμένη αναστάτωση στην εξέλιξη των κομματιών – τα οποία κομμάτια αναπτύσσονται δίχως «σχήματα», επαναλήψεις και άλλους περιοριστικούς κανόνες. Τούτο, από την άλλη, δεν σημαίνει πως η μουσική των Mimmo, Waziniak και Mevel είναι ιδιότροπη, απροσάρμοστη και μη-φιλική, τέλος πάντων, προς τον ακροατή. Όχι... καθότι αυτή μεταφέρει τα επικοινωνιακά χαρίσματα των τριών μουσικών, παραμένοντας εκφραστική καθ’ όλη την εξέλιξή της. Εννοούμε πως το Constellative Trio παράγει μια μουσική, που δημιουργεί συναισθήματα, που μπορεί να διαπνέεται και από κάποιους λυρικούς κανόνες, και η οποία ορισμένες φορές, όπως στο κομμάτι “Let the shadow come in”, μπορεί να διακρίνεται και από μία κάπως φολκίζουσα μελαγχολία.
Γενικώς στο άλμπουμ του τρίο θα βρεις παιξίματα και παραγόμενα timbre «λογικά» και όχι «ακραία», κάτι που μπορεί να καθιστά τον δίσκο έως και «ιδανικό», για κάποιον ακροατή ή ακροάτρια, που μπαίνει τώρα στα βαθιά...
Επαφή: thierrywaziniak@gmail.com