Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

TAJ MAHAL TRAVELLERS όλα είναι Βούδας...

Από τα γκρουπ που δημιούργησαν τον, φύσει και θέσει, ιαπωνικό ήχο στα seventies οι Taj Mahal Travellers αποτελούν τα τελευταία χρόνια κεντρικό σημείο αναφοράς (και) για την δυτική «πρωτοπορεία». Η avant, οικολογική προσέγγισή τους, προσαρμοσμένη εντός των πλαισίων της βουδιστικής κοσμοθεωρίας, μοιάζει να προηγείται της «νέας εποχής» και κυρίως να επικαθορίζει την μελλοντική πορεία της. Οπωσδήποτε, ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο δυτικός ακροατής στην προσπάθεια να μάθει, να διαβάσει (και όχι μόνο ν’ ακούσει) γύρω από την ιαπωνική μουσική σκηνή είναι η έλλειψη σοβαρών πηγών πληροφόρησης. (Για «δυτική» βιβλιογραφία ας μην το συζητήσω, είναι πενιχρή, ενώ και στο internet τα καλύτερα site είναι στην ιαπωνική, άρα σχετικώς απροσπέλαστα - αν υποθέσω ότι βοηθούν κάπως οι αυτόματες μεταφράσεις). Ακόμη και τα booklets των CD (ευτυχώς όχι στην περίπτωση των Travellers) στις περισσότερες και σίγουρα σε μερικές από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις είναι γραμμένα στη «δική» τους γλώσσα – στα πλαίσια, πιθανώς, της εθνικής-παραδοσιακής υπερηφάνειας, του κώδικα του Bushido – οπότε τι απομένει; Μόνον η απ’ ευθείας επαφή με ιάπωνες μουσικόφιλους και από ’κει και πέρα η προσεκτική διασταύρωση στοιχείων. Oι Taj Mahal Travellers σχηματίζονται στο Tokyo το 1969 από επτά μετα-μουσικούς με... πολυτεχνική παιδεία (κάποιοι ήταν σίγουρα ηλεκτρολόγοι μηχανικοί), τους Takehisa Kosugi (πριν στους Group Ongaku, ίσως το πρώτο σχήμα concrete music στην Ιαπωνία, από την περίοδο 1958-1962), Ryo Koike, Michihiro Kimura, Yukio Tsuchiya, Seiji Nagai, Tokio Hasegawa και Kinji Hayashi. Σκοπός τους η δημιουργία ενός αληθινά αυθόρμητου ήχου χωρίς προσυνεννοήσεις, ελεύθερου από «σκοπιμότητες», που να είναι στον ίδιο βαθμό σε άμεση επαφή με τη φύση και την τεχνολογία και ο οποίος να αντιπροσωπεύει, προφανώς, ορισμένα διαδραστικά στοιχεία της βουδιστικής κουλτούρας. Κυρίως την αυτοσυγκράτηση, η οποία στην περίπτωσή μας «μεταφράζεται» ως ισοκατανομή των ανθρωπίνων-μουσικών ρόλων στο γκρουπ και φυσικά την απουσία οποιουδήποτε αρχηγικού πόλου (ασχέτως αν για τα σημερινά «δυτικά» αυτιά leader ήταν ο Kosugi) και βεβαίως την ολιγάρκεια, η οποία αφορούσε στον τρόπο παρουσίασης της ομάδας και την «τοποθέτησή» της μέσα σ’ ένα minimal σκηνικό της φύσης. Οι λίγες φωτογραφίες που έχουν διασωθεί παρουσιάζουν τους Travellers καθιστούς σταυροπόδι σε κυκλική διάταξη, συνήθως σε απομακρυσμένες παραλίες νωρίς το πρωί ή σε ερημικούς λόφους το σούρουπο, δίχως αυτό να σημαίνει πως δεν εμφανίζονταν σε αίθουσες συναυλιών ή σε στούντιο ηχογραφήσεων. Σε κάθε περίπτωση πάντως το όλο σκηνικό, οπτικό και ηχητικό, παραπέμπει σε κάποιου είδους τελετουργία, οι κανόνες της οποίας χάνονται στα χρόνια. Σχεδόν αμέσως οι Taj Mahal Travellers αποκτούν φήμη και γίνονται περιζήτητοι στους φοιτητικούς κύκλους, αποτελώντας μόνιμη ατραξιόν στο New Jazz Hall (εμφανίσεις τον Απρίλιο του ’70) στην Shinjuku, την κουλτουριάρικη και μονίμως σε αναβρασμό – τότε – συνοικία του Tokyo (κάτι σαν το Greenwich Village ή έστω τα Εξάρχεια). Οι παραστάσεις σε πανεπιστήμια (Tokyo, Kyoto) είναι τακτικές, δίχως να έχει υπάρξει ακόμη κάποια επίσημη ηχογράφηση – ούτε καν μετά από την εμφάνισή τους στην τηλεόραση, τον Ιούνιο του 1971. Τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς ξεκινούν για ένα ταξίδι στην Ευρώπη, το οποίο θα διαρκέσει σχεδόν ένα χρόνο, με συνεχείς παραστάσεις στην Σουηδία (Στοκχόλμη, Goeteborg), στην Δανία στο περίφημο Montmartre-jazzhus της Κοπενχάγκης, στις Βρυξέλες, ηχογραφήσεις για το radio-Bremen στην Γερμανία και κονσέρτα στο Ελσίνκι, στο Πολυτεχνείο του Leicester και το Rotterdam. Το 2001 μία σουηδική, κατά πάσα πιθανότητα, εταρεία, η Drone Syndicate, εκδίδει ένα διπλό CD διάρκειας περίπου 2 ωρών ("Live Stockholm July, 1971"), στο οποίο καταγράφεται η (ανέκδοτη έως τότε) παράσταση των Taj Mahal Travellers στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Στοκχόλμης, τον Ιούλιο του 1971. Έτσι, κάποια πρώτα (και διαχρονικά) συμπεράσματα για τις early days του ιαπωνικού γκρουπ μπορεί άφοβα να βγουν. Τρία είναι τα βασικά στοιχεία μέσω των οποίων δομείται η μουσική άποψη των Travellers, όλα αλληλοτροφοδοτούμενα και αλληλοσυμπληρούμενα. Το απλώς ενισχυόμενο ή εντέχνως αλλοιωμένο παίξιμο των οργάνων, οι βόμβοι και οι αναδράσεις και φυσικά η ανθρώπινη φωνή. Ξεκινώντας από την τελευταία, θα έλεγα πως υπάρχουν σαφείς αναφορές στις βουδιστικές ψαλμωδίες, κυρίως όσον αφορά στο πιάσιμο του «τέλειου» τόνου – κάτι που επιχείρησε, ως γνωστόν, και ο La Monte Young στη Δύση. Drones και feedbacks επέχουν πότε ρόλο υποστρώματος στην απόπειρα να αναπαρασταθεί ο χρόνος, να οριστεί δηλαδή το «άναρχο» πλαίσιο επί του οποίου εξαντλείται η δημιουργία και πότε «κυρίως πιάτου», ενώ, τέλος, τα όργανα με την παρέμβαση της τεχνολογίας επεκτείνουν απλώς το φυσικό τους ρόλο. Τούτο το τελευταίο μπορεί ν’ ακούγεται παράξενο σ’ εμάς, σε σχέση με τη δική μας αντίληψη του ζην, που διαχωρίζει τη φύση από την τεχνική και την τεχνολογία (ακόμη και η μουσική του La Monte Young είναι ετεροβαρής σ’ αυτό), αλλά για τους Ιάπωνες δεν υπάρχει καμία διαφορά. Συνήθως κοροϊδεύουμε τους «κίτρινους» τουρίστες που είναι ζωσμένοι με φωτογραφικές μηχανές σαν φισεκλίκια («γιαπωνέζοι βρυκόλακες με καλώδια στο αίμα» τραγουδούσε κάποτε ο Πανούσης), όμως για ’κείνους, για τη δική τους κοσμοθεωρία δηλαδή, όλα είναι Βούδας (και ποτέ Κούδας...). Όπως κουβαλάει... το μάτι ή το αυτί του ο Ιάπωνας, με την ίδια λογική κουβαλάει και την τεχνολογική γκατζεταρία. Βλέποντας τους Taj Mahal Travellers να περιζώνουν τις παραλίες με στίβες καλώδια, μεγάφωνα, φορητές γεννήτριες ή σύνθια και να κάθονται, με αυτά στη μέση, σταυροπόδι, γύρω-γύρω απ’ τη «φωτιά», εύκολα θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα kitsch σκηνικό – για ’κείνους όμως δεν υφίσταται κάτι τέτοιο. Στις 15 Ιουλίου του 1972 το γκρουπ θα δώσει μία παράσταση στην Sohgetsu Hall του Tokyo, η ηχογράφηση της οποίας θα αποτελέσει το υλικό του πρώτου άλμπουμ του (τίτλος του, η ημερομηνία του live "July 15, 1972"). Αξίζει να επαναλάβουμε την line-up με τα όργανα αυτή τη φορά που χειρίζεται ο κάθε μουσικός. Τ. Κosugi ηλεκτρικό βιολί, echo-machine, ραδιοπομποί και δέκτες, φωνή, R. Koike ηλεκτρικό κοντραμπάσο, σαντούρι, φυσαρμόνικα, φύλλο σιδήρου, echo-machine, Y. Tsuchiya σαντούρι, τούμπα, βιμπράφωνο, echo-machine, M. Kimura ηλεκτρικές κιθάρες, κρουστά, echo-machine, S. Nagai τρομπέτα, γεννήτριες, κρουστά, echo-machine, T. Hasegawa φωνή, echo-machine και K. Hayashi επίβλεψη του ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Και τα τρία θέματα που καταγράφονται εδώ, αποκομμένα, προφανώς, από ένα πολύωρο live για την ανάγκη της δισκογραφίας, εμπεριέχουν το βασικό φιλοσοφικό στοχασμό των Travellers, σε σχέση με την βαθύτερη ουσία της ροής του χρόνου, την διάρκεια, και του τρόπου με τον οποίον γίνεται αντιληπτή αυτή μέσα από τις μακροπεριόδους. Τα πάντα στη φύση κινούνται αργά και γίνονται κατανοητά μόνο μέσα από την επαναληπτικότητα. Τo ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική, που αποτυπώνεται στο “July 15, 1972”.
Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς θα μεταβούν στο Λονδίνο για να λάβουν μέρος στο ιστορικό event “International Carnival of Experimental Sound”, το οποίο διοργάνωνε ο παλαιός αμερικανός κομμουνιστής, αργότερα χαφιές στην υπηρεσία του γερουσιαστή ΜcCarthy και πολύ αργότερα κορυφαία προσωπικότητα του βρετανικού underground, Harvey “Job” Matusow, για να συνεχίσουν με συναυλίες στο Παρίσι. Ίσως ήταν τότε, που αποφασίζουν να επισκεφθούν το Taj Mahal στην Άγκρα της Ινδίας, περνώντας από το Μιλάνο, τη Ρώμη, την Αθήνα(!), την Κωνσταντινούπολη, την Τεχεράνη, την Καμπούλ (magic-bus μυρίζει η φάση), λίγο πριν επιστρέψουν στην Ιαπωνία. Το 1973 βρίσκει τους Travellers σε πλήρη δημιουργική πορεία δίνοντας παραστάσεις στην πατρίδα τους (Tokyo, Hiroshima, Nagoya, Niigata, Kyoto) και συμμετέχοντας στις OZ Days, όπου ηχογραφούνται μαζί με άλλους μουσικούς και κυρίως τους Hadaka (άλλως Les Rallizes Denudes), την πιο πολιτικοποιημένη ακρο-αριστερή ιαπωνική μπάντα της εποχής, υπεύθυνη συνάμα για την αγριότερη free ψυχεδέλεια, που ανάβλυσε ποτέ από ’κείνα τα μέρη. Δες και http://diskoryxeion.blogspot.com/2009/09/68_27.html. Και την επόμενη χρονιά οι συναυλίες σε χώρους και στη φύση θα αποτελέσουν τη βασική δραστηριότητα του γκρουπ, πριν μπουν τον Αύγουστο (του ’74) στα στούντιο της Columbia, στο Tokyo, για την ηχογράφηση του τελευταίου δίσκου τους, του εντυπωσιακού “August 1974”. Διπλό LP, η μοναδική στούντιο εγγραφή τους και μαζί μία ξεχωριστή στιγμή της ιαπωνικής avant-garde. Η line-up κι εδώ ίδια και απαράλλαχτη. Η μουσική; Επιστημονικώς προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις μιας στουντιακής καταγραφής, με σαφή άχρονη και ταξιδευτική διάσταση, ανακαλεί στη μνήμη μου, όσο κι αν φαίνεται περίεργο (ιδίως στην τρίτη και κυρίως στην τέταρτη πλευρά) κάποια soundtracks του Χριστόδουλου Χάλαρη («Η Φωτογραφία», «Ο Μεγαλέξαντρος»). Εντός του 1975 το συγκρότημα θα παύσει επί της ουσίας να υπάρχει, δίχως, πάντως, να περιοριστεί η επίδρασή του στην ευρύτερη σκηνή. Υπήρξαν διάφοροι επίγονοι και πρώτοι απ’ όλους οι East Bionic Symphonia (ένα LP στην LAM Records το 1976), οι οποίοι στηρίχτηκαν στην παρουσία του Kazuo Imai, μαθητή του Takehisa Kosugi, εμφανίζοντας μία ηχητική φιλοσοφία όχι μακρυά από εκείνη των Travellers. (Ο Kosugi ευλoγεί εδώ ως tape editor).
Έχοντας ξεκινήσει τις προσωπικές του ηχογραφήσεις ήδη από την εποχή του γκρουπ (ετοιμάζει το άλμπουμ “Catch Wave” μέσα στο 1974 και το “Improvisation Sep. 1975” με τους Toshi Ichiyanagi και Michael Ranta την επόμενη χρονιά), ο Kosugi δεν παραλείπει να κοιτά και προς έτερες κατευθύνσεις συνεργαζόμενος με τον Steve Lacy στο “Distant Voices” [JAP. Columbia, 1976], αλλά και με τον Peter Kowald στο “Global Village Suite” [GER. FMP, rec.1986]. Ως κλασικός Ιάπων όμως αναζητά συν τω χρόνω τη στενότερη σύνδεση της μουσικής του με έτερα δρώμενα και κυρίως με τον χορό και την κίνηση. Μπαίνει το 1977 στην Dance Company του Merce Cunningham, γνωρίζεται με τον John Cage και γράφει συνεχώς μουσική για παραστάσεις χορού. Μάλιστα, μετά τον θάνατο του Cage (1992), καταλαμβάνει τη θέση του, ως βασικός μουσικός υπεύθυνος της Εταιρίας. Τo όνομά του, πασίγνωστο πλέον στους κύκλους, γίνεται συνώνυμο του ηχητικού επέκεινα. Το 1999 συνεργάζεται μάλιστα με τους Sonic Youth σ’ ένα από τα αποχαιρετιστήρια άλμπουμ τους [SYR 4] για την «προχωρημένη» μουσική στον 20ον αιώνα. Το γκρουπ παρουσιάζει τη σύνθεσή του “+ –” από το 1987.
Το 2002 ο Takehisa Kosugi θα επισκεφθεί (εκ νέου) την Ελλάδα με την Εταιρία Χορού του Merce Cunningham, η οποία εμφανίστηκε στο τότε Διεθνές Φεστιβάλ Χορού της Καλαμάτας. Αλήθεια, πόσοι το πήραν είδηση;
Δισκογραφία Taj Mahal Travellers
1. July 15, 1972 – JAP. CBS/Sony SQ SOCM-95 – 1972 (LP)July 15, 1972 – SW. Iskra 3002 – 2001? (LP)
July 15, 1972 – JAP. Sony/Sky Station SWAX-501 – 2002 (CD)
2. Various Artists – Oz Days Live – JAP. OZ OZ-1 – 1973 (2LP)
(συμμετέχουν: Acid Seven/Miyaki Oti, Minami Masato, Taj Mahal Travellers, Hadaka)
Various Artists – OZ Days Live – bootleg – 1998 (LP)
(συμμετέχουν: Taj Mahal Travellers, Hadaka)
3. August 1974 – JAP. CBS OP 7147-8 – 1975 (2LP)August 1974 – JAP. CBS OP 7147-8N – 1998 (2LP)
August 1974 – JAP. P-Vine PCD-1463/4 – 1998 (2CD)
4. Excerpt from Taj Mahal Travellers 1 August 1974 – JAP. Denon OS 7110ND – 1983 (LP)(το δεύτερο LP από το προηγούμενο άλμπουμ)
5. Live Stockholm July, 1971 – SW. Drone Syndicate DS-01/2 – 2001 (2CD)

(έχει κυκλοφορήσει και στην Ιαπωνία, με άλλο εξώφυλλο)

6 σχόλια:

  1. Μου θύμισες τα τέλη της 10ετίας του 80 που αγόρασα το πρώτο τους album στο Βέλγιο. Μέχρι τότε θεωρούσα ένα μέρος του kraut rock (Yatha Sidhra, Between, Peter Michael Hamel, πρώιμο Stephan Micus, Popol Vuh), σχεδόν σαν "θρησκευτική" εμπειρία. Όταν τους πρωτοάκουσα, ο κόσμος μου γύρισε ανάποδα! Όποιος δεν έχει ακούσει τους Taj Mahal Travellers, χάνει ένα από τα σημαντικότερα groups του πλανήτη. Ύστατο meditation hit!

    Να προσθέσω ότι άκρως απαραίτητη είναι και η πιο free jazz έκδοχή των East Bionic Symphonia ως Marginal Consort.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μεγάλη μπάντα. Στα live έπαιζαν ώρες - τους έβρισκε το ξημέρωμα που λένε... Σκέψου να είχαν παίξει στην Ελλάδα το '72, σε καμμιά παραλία, για τίποτα hippies της κακιάς (ή της καλής) ώρας... δεν το αποκλείω. Η 3η και η 4η πλευρά από το "διπλό" είναι κορυφαίες. Υπό συνθήκες ακρόασης "φεύγεις"... Τους Marginal Consort δεν τους έχω ακούσει - κατ' όνομα μόνο τους ξέρω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Για περισσότερη Εμπειρία :

    TAJ MAHAL TRAVELLERS ON TOUR
    Filmmaker: Matsuo Ohno
    Running time: 102 minutes
    Year: 1973
    16mm.

    http://rootstrata.com/rootblog/?p=133

    http://www.ubu.com/film/taj.html

    http://sunflowerchakramilk.blogspot.com/2010/01/taj-mahal-travellers-july-15th-1972.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ευχαριστώ πολύ για τα links. Πολύ ενδιαφέρουσα η ταινία - απ' όσο πρόλαβα να δω. Ελπίζω να τη δω όλη το Σ/Κ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. στο βίντεο τους βλέπεις σε κάποια φάση να τρώνε μουσακά στην περιοχή της Πάτρας, προφανως ερχομενοι με καράβι απο Ιταλία πριν καταλήξουν για φωτο στην Ακρόπολη.Φυσικα δεν έκατσαν εδώ πάνω από μισή μέρα γιατί τους περίμενε Istanbul στα καπάκια και πολυ πιο ενδιαφέρουσα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ακόμη δεν έχω καταφέρει να τη δω ολόκληρη... Λογικό αυτό που λες (είδες). Πέρασαν, φύγανε... άλλος ήταν ο σκοπός τους...

    ΑπάντησηΔιαγραφή