Εμμένοντας στο δικό του προσωπικό και οριοθετημένο από
χρόνια δρόμο, ο Μανώλης Γαλιάτσος δίνει ένα ακόμη πολυδιάστατο άλμπουμ – πυκνό,
εννοώ, προς κάθε υπαρκτή κατεύθυνση. Και συνθετικά, και στιχουργικά, και
ενορχηστρωτικά, και χρονικά, και… και… και… Ένα 75λεπτο περίπου concept, με στοιχεία avant, «έντεχνα» και ροκ,
που, σε κάθε περίπτωση, δεν είναι εύκολο ν’ αναλυθεί και να περιγραφεί. Η βάση
αυτού του νέου CD τού Γαλιάτσου είναι η ποίηση του Γιώργου Βέη – μιας
σημαντικής ποιητικής προσωπικότητας (ο Βέης εμφανίστηκε στον Κούρο του Λεωνίδα
Χρηστάκη στα μέσα του ’70) με έργο μεγάλο, σε όγκο και σημασία, και φυσικά
βραβευμένο.
Δεν είναι «εύκολος» ποιητής ο Γιώργος Βέης. Και παρά το
γεγονός πως ο Γαλιάτσος επιλέγει εδώ να μελοποιήσει ολιγόστιχα, σχετικώς,
ποιήματά του, το «βάθος» των νοημάτων είναι τέτοιο που επιβάλλεται από μόνο
του… και στον αναγνώστη και στο συνθέτη. Ειδικώς στο συνθέτη, ο οποίος θα
πρέπει να καταβάλει μεγάλες προσπάθειες, προκειμένου να φέρει τον ποιητικό λόγο
σ’ ένα μελωδικό ίσο. Ας το πούμε λοιπόν από την αρχή πως ο Γαλιάτσος το
κατορθώνει. Κι αυτό ούτε αυτονόητο είναι, ούτε σύνηθες (στις μέρες μας).
Με τις δικές του προσαρμόσεις των λέξεων στα μέτρα, με τις επαναλήψεις
λέξεων ή φράσεων εννοώ, με τις μικρομελωδικές παρεμβάσεις του σε ειδικά σημεία,
για την τόνωση συγκεκριμένων νοημάτων, με τις επιμελημένες ενορχηστρώσεις του,
που επιτείνουν το ανά περιπτώσεις «βάρος» των λέξεων, ακόμη και με τα ουκ ολίγα
ορχηστρικά κομμάτια του, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις μελοποιήσεις, προετοιμάζοντας
ύφος και κλίμα, ο Γαλιάτσος δημιουργεί ένα πλήρες σχέδιο βάσης, με πολύ
συγκεκριμένα εργαλεία.
Προς αυτή την κατεύθυνση ο συνθέτης παίρνει τα μέγιστα, κατά
πρώτον, από τους μουσικούς του – μια ομάδα διακεκριμένων οργανοπαικτών, που
τους συναντάμε και σε προηγούμενα άλμπουμ του (ο ομποΐστας Παπαγιάννης, ο
τρομπετίστας Άνθης, ο τρομπονίστας Φαρούγκιας, η βιολίστρια Avetyan, ο βιολοντσελίστας Ripo, ο κιθαρίστας
Θανάσουλας…). Έπειτα είναι οι φωνές, με πρώτη όλων εκείνη τού ίδιου τού
συνθέτη, που αποδεικνύεται η πρέπουσα, στην προσπάθεια να αποδοθούν οι λεπτές
διακυμάνσεις που απαιτούν τα λόγια (άκου π.χ. την «Απορία» ή την «Πλατεία
Αμερικής»), καθώς δίπλα του, για συγκεκριμένες βοήθειες, στέκονται η Μαριάνθη
Σοντάκη και ο Αντρέας Καρακότας (αμφότεροι συνεργάτες τού Γαλιάτσου και σε
προηγούμενα άλμπουμ).
Ακούγοντας συνεχώς τη «Ζωή» [MLK, 2017], για κάμποσες ώρες ένα
μεσημέρι-απόγευμα, θα πω πως πρόκειται για έναν σημαντικότατο σύγχρονο ελληνικό
δίσκο (CD), που απαιτεί
την προσοχή και την προσήλωση του ακροατή. Αν και ανιχνεύονται σ’ αυτόν
στοιχεία από διαφορετικές δεκαετίες τής πιο ιδιοσυγκρασιακής «έντεχνης» δημιουργίας
(ας την πούμε κι έτσι), στην πράξη έχουμε ένα άλμπουμ, που ξεπερνά ό,τι…
δύσκολο ανάλογο τού παραδόθηκε (εγώ, για παράδειγμα, ακούγοντας τη «Ζωή»,
ανακάλεσα στη μνήμη μου LP του Μιχάλη Γρηγορίου από τα seventies, όπως τα «Ανεπίδοτα Γράμματα»
και το «Η Αγάπη είναι ο Φόβος» ή τον «Κύκλο με την Κιμωλία» του Νίκου Μαμαγκάκη)
προχωρώντας παρακάτω. Πολύ παρακάτω. Και το λέω τούτο, γιατί ο Γαλιάτσος
αποδεικνύεται περισσότερο «λαϊκός» στην περίπτωσή μας, παρά «προχωρημένος».
Καταλήγοντας θα τονίσω και πάλι πως μελωδίες είναι εκείνες
που δίνουν στη «Ζωή» την πιο μεγάλη ώθηση και ακόμη θα μιλήσω για τη βεβαιότητα
πως ό,τι ακούς εδώ εντάσσεται σ’ ένα γενικότερο σύνολο – πράγμα που δεν το
βλέπεις να λειτουργεί, πλέον, τόσο γόνιμα στη σύγχρονη δισκογραφία.
Ένας πολύ σημαντικός δίσκος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου