Όπως διαβάζουμε στο pen-greece.org:
«Η Σίσσυ Δουτσίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι ηθοποιός και ποιήτρια. Σπούδασε αστροφυσική στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή Δήλος το 2009. Συνέχισε την εκπαίδευσή της στην υποκριτική με εργαστήρια της Natalie Portman και της Helen Mirren. Τα μεταπτυχιακά εργαστήρια με τους David Lynch, Martin Scorsese και Spike Lee καλλιέργησαν περαιτέρω τη δημιουργικότητα της. Είναι ιδρυτικό μέλος του Ινστιτούτου Πειραματικών Τεχνών και επιμελήτρια του ετήσιου Διεθνούς Φεστιβάλ Βίντεο Ποίησης στην Αθήνα. Πρωταγωνίστησε σε θεατρικές παραστάσεις: “Μεταμόρφωση” Φ. Κάφκα, “Οι Δούλες” Ζ.Ζενέ, “Πεθαίνω Σαν Χώρα” Δ. Δημητριάδη, “Ψύχωση 4.48 Psychosis” Sarah Kane, “Νύχτα!- Yard Gal” R. Prichard κ.ά. Περιόδευσε με θεατρικά έργα, αναγνώσεις ποίησης, performances και διαλέξεις στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ασία. Έχει εμφανιστεί μεταξύ άλλων στην City Judson Memorial Church (Νέα Υόρκη), στο London School of Economics and Political Sciences και στην 1η Μπιενάλε Destroy Athens. Έχει συνεργαστεί με πολλά θέατρα και οργανισμούς όπως η αμερικανική εταιρεία Living Theatre και το Institute for Experimental Theatre στην Καλκούτα. Σημαντικές συναντήσεις με ανθρώπους όπως ο Suprijo Samjadar (Θέατρο Grotowski), ο ανθρωπολόγος David Graeber, ο Νάνος Βαλαωρίτης και ο Jeffrey Perkins από την ομάδα τέχνης Fluxus έχουν επηρεάσει το έργο και την καριέρα της».
Από το βιογραφικό της καλλιτέχνιδας Σίσσυς Δουτσίου, που παραθέσαμε πιο πάνω, φαίνεται πως δεν υπάρχει κάποια εμφανής σχέση της με τη μουσική. Παρά ταύτα, τώρα, έχουμε ένα δικό της δίσκο να γυρίζει στο πλατό – το άλμπουμ «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς», το οποίο κυκλοφόρησε εσχάτως από την Inner Ear.
Τι κάνει σ’ αυτό τον δίσκο η Δουτσίου; Απαγγέλλει ποιήματά της υπό τη συνοδεία μουσικής. Μουσική που δεν έχει ταιριάξει η ίδια πάνω στον λόγο της, αλλά διάφοροι ηχο-επιτετραμένοι (Dimitris Koufoudakis, Van Fög, Orphx, ROLVND, Blakaut, Biomass). Μουσική electro γενικώς και ειδικώς, που υποτίθεται πως δρα ως χαλί, επί του οποίου έρχονται να ακουμπήσουν οι λέξεις της Δουτσίου.
Κάποιοι αποκαλούν spoken word αυτό που ακούμε στην «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς». Όμως το spoken word, στη βάση του, δεν έχει μουσική, είναι σκέτος ηχογραφημένος λόγος. Τέλος πάντων εδώ έχουμε spoken word μετά μουσικής – η οποία, γενικώς, δεν προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο στις απαγγελίες, κάτι το ευρύτερο και το διαφορετικότερο. Δεν «ξεκλειδώνει» κρυφά νοήματα (που δεν υπάρχουν άλλωστε –η ποίηση της Δουτσίου είναι σαφής), ούτε υπογραμμίζει φράσεις ή λέξεις, που θα έπρεπε κάποιος να τις προσέξει ή να τις σκεφθεί περισσότερο.
Ξεκίνησα, λοιπόν, με το να διαβάσω τα ποιήματα της Δουτσίου, στο innersleeve, και κάπου εκεί ένοιωσα πως τελείωσε η αποστολή μου. Θέλω να πω πως ο λόγος της ποιήτριας είναι καθαρός και κατανοητός, είναι αυτόνομος και αυτοδύναμος, δίχως να απαιτεί «χαλιά» ή άλλα υποβοηθήματα. Η δισκογραφία, τώρα, δεν έρχεται, απλώς, να καταγράψει ηχητικά αυτό τον λόγο, αλλά να του προσθέσει και μουσική. Και τα δύο μού φαίνονται αχρείαστα – αλλά σε κάθε περίπτωση αντιλαμβάνομαι το γιατί, στις μέρες μας, η ποίηση μπορεί να βρίσκει διαφυγή και στη δισκογραφία, προκειμένου να πάει μακρύτερα.
Η ποίηση της Δουτσίου είναι ασυζητητί ενδιαφέρουσα ή και πολύ ενδιαφέρουσα. Μοιάζει προσωπική, βιωμένη, έχει τα χαρακτηριστικά της (αστικής) street poetry, είναι σκληρή, «μαύρη», κολασμένη, οργισμένη και τέλος πάντων δεν συμβαδίζει με το... κάπως χαζοχαρούμενο μότο «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Ο κόσμος, αν είναι να σωθεί, θα πρέπει να ανατραπεί και να ξαναχτιστεί αλλιώς απ’ την αρχή – αυτό υποστηρίζει, κατά μίαν έννοια, η Δουτσίου μέσω της ποίησής της, η οποία (ποίηση) ανάμεσα σε άλλα είναι και σφόδρα πολιτική (δεν θα μπορούσε να συνέβαινε αλλιώς). Όπως διαβάζουμε, και όπως απαγγέλλει η ίδια στα «Ισόβια»:
«Θα ήθελα να δω τις τράπεζες καμένες / Θα ήθελα να δω τα υπουργεία πυροβολημένα / Θα ήθελα να δω τα κοινοβούλια κατειλημμένα από πανέμορφες γυναίκες / Θα ήθελα να δω τους καλογυαλισμένους ουρανοξύστες αποξηραμένους στην έρημο των μεγαλουπόλεων / Θα ήθελα να δω την Αμερική, την Κίνα και τις υπερδυνάμεις της Ευρώπης να ζητιανεύουν έλεος από τις φτωχότερες γειτονιές του κόσμου / Θα ήθελα να δω τα μάτια των πολιτικών απόλυτα τρομαγμένα. / Θα ήθελα να δω τα βουνά τοξικών αποβλήτων στην Ιαπωνία / να μολύνουν τα έντερα των επιστημόνων / Θα ήθελα να δω τους λιγόψυχους να γδέρνονται / από το μανιασμένο ύφος των καταπιεσμένων. / Πάνω από τα φέρετρα των καταπιεστών θα ανεμίζουν μαύρες σημαίες.».
Η ελευθεριακή ποίηση της Δουτσίου δεν χρήζει περαιτέρω αποσαφηνίσεων. Επίσης, το ωραίο, ανθοστόλιστο εξώφυλλο δεν θα πρέπει να σας παραπλανήσει.
Επαφή: https://sissydoutsiou.bandcamp.com/album/o
«Η Σίσσυ Δουτσίου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι ηθοποιός και ποιήτρια. Σπούδασε αστροφυσική στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ και αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή Δήλος το 2009. Συνέχισε την εκπαίδευσή της στην υποκριτική με εργαστήρια της Natalie Portman και της Helen Mirren. Τα μεταπτυχιακά εργαστήρια με τους David Lynch, Martin Scorsese και Spike Lee καλλιέργησαν περαιτέρω τη δημιουργικότητα της. Είναι ιδρυτικό μέλος του Ινστιτούτου Πειραματικών Τεχνών και επιμελήτρια του ετήσιου Διεθνούς Φεστιβάλ Βίντεο Ποίησης στην Αθήνα. Πρωταγωνίστησε σε θεατρικές παραστάσεις: “Μεταμόρφωση” Φ. Κάφκα, “Οι Δούλες” Ζ.Ζενέ, “Πεθαίνω Σαν Χώρα” Δ. Δημητριάδη, “Ψύχωση 4.48 Psychosis” Sarah Kane, “Νύχτα!- Yard Gal” R. Prichard κ.ά. Περιόδευσε με θεατρικά έργα, αναγνώσεις ποίησης, performances και διαλέξεις στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ασία. Έχει εμφανιστεί μεταξύ άλλων στην City Judson Memorial Church (Νέα Υόρκη), στο London School of Economics and Political Sciences και στην 1η Μπιενάλε Destroy Athens. Έχει συνεργαστεί με πολλά θέατρα και οργανισμούς όπως η αμερικανική εταιρεία Living Theatre και το Institute for Experimental Theatre στην Καλκούτα. Σημαντικές συναντήσεις με ανθρώπους όπως ο Suprijo Samjadar (Θέατρο Grotowski), ο ανθρωπολόγος David Graeber, ο Νάνος Βαλαωρίτης και ο Jeffrey Perkins από την ομάδα τέχνης Fluxus έχουν επηρεάσει το έργο και την καριέρα της».
Από το βιογραφικό της καλλιτέχνιδας Σίσσυς Δουτσίου, που παραθέσαμε πιο πάνω, φαίνεται πως δεν υπάρχει κάποια εμφανής σχέση της με τη μουσική. Παρά ταύτα, τώρα, έχουμε ένα δικό της δίσκο να γυρίζει στο πλατό – το άλμπουμ «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς», το οποίο κυκλοφόρησε εσχάτως από την Inner Ear.
Τι κάνει σ’ αυτό τον δίσκο η Δουτσίου; Απαγγέλλει ποιήματά της υπό τη συνοδεία μουσικής. Μουσική που δεν έχει ταιριάξει η ίδια πάνω στον λόγο της, αλλά διάφοροι ηχο-επιτετραμένοι (Dimitris Koufoudakis, Van Fög, Orphx, ROLVND, Blakaut, Biomass). Μουσική electro γενικώς και ειδικώς, που υποτίθεται πως δρα ως χαλί, επί του οποίου έρχονται να ακουμπήσουν οι λέξεις της Δουτσίου.
Κάποιοι αποκαλούν spoken word αυτό που ακούμε στην «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς». Όμως το spoken word, στη βάση του, δεν έχει μουσική, είναι σκέτος ηχογραφημένος λόγος. Τέλος πάντων εδώ έχουμε spoken word μετά μουσικής – η οποία, γενικώς, δεν προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο στις απαγγελίες, κάτι το ευρύτερο και το διαφορετικότερο. Δεν «ξεκλειδώνει» κρυφά νοήματα (που δεν υπάρχουν άλλωστε –η ποίηση της Δουτσίου είναι σαφής), ούτε υπογραμμίζει φράσεις ή λέξεις, που θα έπρεπε κάποιος να τις προσέξει ή να τις σκεφθεί περισσότερο.
Ξεκίνησα, λοιπόν, με το να διαβάσω τα ποιήματα της Δουτσίου, στο innersleeve, και κάπου εκεί ένοιωσα πως τελείωσε η αποστολή μου. Θέλω να πω πως ο λόγος της ποιήτριας είναι καθαρός και κατανοητός, είναι αυτόνομος και αυτοδύναμος, δίχως να απαιτεί «χαλιά» ή άλλα υποβοηθήματα. Η δισκογραφία, τώρα, δεν έρχεται, απλώς, να καταγράψει ηχητικά αυτό τον λόγο, αλλά να του προσθέσει και μουσική. Και τα δύο μού φαίνονται αχρείαστα – αλλά σε κάθε περίπτωση αντιλαμβάνομαι το γιατί, στις μέρες μας, η ποίηση μπορεί να βρίσκει διαφυγή και στη δισκογραφία, προκειμένου να πάει μακρύτερα.
Η ποίηση της Δουτσίου είναι ασυζητητί ενδιαφέρουσα ή και πολύ ενδιαφέρουσα. Μοιάζει προσωπική, βιωμένη, έχει τα χαρακτηριστικά της (αστικής) street poetry, είναι σκληρή, «μαύρη», κολασμένη, οργισμένη και τέλος πάντων δεν συμβαδίζει με το... κάπως χαζοχαρούμενο μότο «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο». Ο κόσμος, αν είναι να σωθεί, θα πρέπει να ανατραπεί και να ξαναχτιστεί αλλιώς απ’ την αρχή – αυτό υποστηρίζει, κατά μίαν έννοια, η Δουτσίου μέσω της ποίησής της, η οποία (ποίηση) ανάμεσα σε άλλα είναι και σφόδρα πολιτική (δεν θα μπορούσε να συνέβαινε αλλιώς). Όπως διαβάζουμε, και όπως απαγγέλλει η ίδια στα «Ισόβια»:
«Θα ήθελα να δω τις τράπεζες καμένες / Θα ήθελα να δω τα υπουργεία πυροβολημένα / Θα ήθελα να δω τα κοινοβούλια κατειλημμένα από πανέμορφες γυναίκες / Θα ήθελα να δω τους καλογυαλισμένους ουρανοξύστες αποξηραμένους στην έρημο των μεγαλουπόλεων / Θα ήθελα να δω την Αμερική, την Κίνα και τις υπερδυνάμεις της Ευρώπης να ζητιανεύουν έλεος από τις φτωχότερες γειτονιές του κόσμου / Θα ήθελα να δω τα μάτια των πολιτικών απόλυτα τρομαγμένα. / Θα ήθελα να δω τα βουνά τοξικών αποβλήτων στην Ιαπωνία / να μολύνουν τα έντερα των επιστημόνων / Θα ήθελα να δω τους λιγόψυχους να γδέρνονται / από το μανιασμένο ύφος των καταπιεσμένων. / Πάνω από τα φέρετρα των καταπιεστών θα ανεμίζουν μαύρες σημαίες.».
Η ελευθεριακή ποίηση της Δουτσίου δεν χρήζει περαιτέρω αποσαφηνίσεων. Επίσης, το ωραίο, ανθοστόλιστο εξώφυλλο δεν θα πρέπει να σας παραπλανήσει.
Επαφή: https://sissydoutsiou.bandcamp.com/album/o