Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

ANDERS BUAAS μια prog-rock σουίτα για το Εδιμβούργο

Νορβηγός μουσικός (συνθέτης και κιθαρίστας) από την πόλη Larvik, ο Anders Buaas, που έχει τουράρει με τους Paul Di'Anno (Iron Maiden) και Tim Ripper Owens (Judas Priest), έχει κάνει αισθητή την παρουσία του, τα τελευταία χρόνια, στο χώρο του prog rock, βασικά μέσω των άλμπουμ του “The Witches of Finnmark” (“I, “II” και “III”), που αναφέρονται στην εξόντωση των μαγισσών στο Finnmark, της βόρειας Νορβηγίασς, τον 16ον και τον 17ον αιώνα.
Το πιο νέο άλμπουμ (LP, CD, digital) του Anders Buaas αποκαλείται The Edinburgh Suite [Apollon Records, 2022], αποτελείται από δύο 20λεπτες πλευρές και είναι αφιερωμένο στην πόλη του Εδιμβούργου. Σ’ αυτό το άλμπουμ τον νορβηγό κιθαρίστα, που χειρίζεται ακόμη μαντολίνο και μπάντζο, συνοδεύουν οι Richard Garcia πλήκτρα, Tony Franklin μπάσο, Marco Minnemann ντραμς και Christian M. Berg κρουστά.
Ο A. Buaas έκθαμβος, προφανώς, από την πόλη του Εδιμβούργου, συνθέτει ένα «έργο», ας το πούμε έτσι, που κινείται εντελώς μέσα στο πλαίσιο του σύγχρονου progressive
Instrumental και απλωμένο χρονικώς, μέσω των δύο μόνον tracks, το “The Edinburgh Suite” είναι κατ’ αρχάς πολύ ευπρόσωπο ως άκουσμα, και κατά τόπους απολαυστικό. Χωρίς να «κολλάει» σε συγκεκριμένες «όψεις» του παλαιού progressive, o νορβηγός μουσικός ξέρει πώς να διαχειρίζεται τις μεγάλες διάρκειες, συνθέτοντας με άξονα πολλές και ποικίλες επιρροές – καθώς εδώ υπάρχει και folk, και rural rock, και classic music, ακόμη και hard rock, σχεδόν στα όρια του «μετάλλου» κάποιες φορές.
Επίσης υπάρχει μελωδική ποικιλία, ρυθμική ελευθερία, σωστές αυξομειώσεις του volume, με εναλλαγές ήπιων και δυναμικών μερών, με όλες τις απαραίτητες «αλλαγές», τα «κοψίματα», τα «γεμίσματα» (που είναι συνεχή από πλήκτρα και ντραμς κυρίως), να προσθέτουν στο The Edinburgh Suite” έναν πολύ φιλικό χαρακτήρα.
Περαιτέρω οι πενιές του Anders Buaas δείχνει να βρίσκονται συχνά σε «θέσεις μάχης», αν και κατάχρηση δεν παρατηρείται, επειδή και τα keyboards, μα και τα κρουστά, προσθέτουν σε ηχοχρωματική ποικιλία.
Πολύ ωραία η δεύτερη πλευρά (η «Νέα πόλη») και θαυμάσιο το κιθαριστικό κλείσιμο. 

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

ο σαξοφωνίστας OWEN BRODER σ’ ένα tribute στον θρυλικό Johnny Hodges

Άλτο και βαρύτονος σαξοφωνίστας είναι ο Owen Broder, ένας μουσικός που μας έχει απασχολήσει κι άλλες φορές στο παρελθόν, μέσα από τις παρουσίες του σε σχήματα (Cowboys and Frenchmen) και βεβαίως με τα προσωπικά άλμπουμ του (όπως το “Heritage / The American Roots Project” στην artistShare, το 2017).
Στο πιο νέο άλμπουμ του, που αποκαλείται Hodges: Front and Center Vol.1” [Outside In Music, 2022], ο Owen Broder αποτείνει φόρο τιμής σ’ έναν «ήρωα» του άλτο σαξοφώνου, τον Johnny Hodges (1907-1970), τον κλασικό σαξοφωνίστα στις μπάντες του Duke Ellington, με την επίσης μεγάλη προσωπική δισκογραφία.
Έχοντας λοιπόν δίπλα του μία άξια μπάντα συνοδείας (Riley Mulherkar τρομπέτα, Carmen Staaf πιάνο, Barry Stephenson μπάσο, Bryan Carter ντραμς) και βεβαίως ένα ρεπερτόριο υπεράνω πάσης υποψίας (συνθέσεις, βασικά, από τον κατάλογο της μπάντας του Duke, μα όχι μόνον – καθώς ακούμε το “Viscount” του 1957 των Johnny Hodges and The Ellington Men ή το “18 carrots for rabbit” του Gerry Mulligan, από το LPGerry Mulligan Meets Johnny Hodges” του 1960), ο Owen Broder δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάζει. Βασικά, όπως θα εντυπωσίαζε κάθε σύγχρονος αμερικανός jazzman, αν του ζητούσαν να γυρίσει πίσω στην παράδοση, τιμώντας την και διασκευάζοντάς την.
Γιατί, αυτό είναι που προέχει σ’ αυτό το απλό, αλλά απολαυστικό CD. Η ανάγκη να παίξεις, χωρίς περφεξιονισμούς και ηχητικές ατασθαλίες, ένα κλασικό ρεπερτόριο, μ’ έναν κάπως... κλασικό τρόπο.
Λέμε «κάπως κλασικό», επειδή στο “Hodges: Front and Center Vol.1” υπάρχει πολλή δουλειά «από κάτω», δουλειά που έχει να κάνει με την ανάγκη να μεταφέρεις συνθέσεις για μεγάλα σχήματα, σε πολύ μικρότερα, άρα και να ξαναμοιράσεις το παιγνίδι, να προτείνεις νέους ρόλους κ.λπ. Και όλα αυτά, με την μία, μοναδική και απαραίτητη προϋπόθεση. Να μην ακουστείς ποτέ έξω από το κλίμα των αυθεντικών, σουινγκάροντας με την ίδια «ψυχή» και το ίδιο πάθος.
Δεν νομίζουμε πως μπορεί να το πράξει κανένας καλύτερα αυτό, από τους αμερικανούς μουσικούς, που έχουν βιώσει την παράδοσή τους, από πάσης πλευράς και άποψης.
Επαφή: www.owenbroder.com

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 466

28/9/2022
>>Ο Ερντογάν βαφτίζει τους Αμερικανούς "κατοχικό στρατό" και λέει ότι "ο ελληνικός λαός πρέπει να ενοχλείται"<<
Μέσα στην «παραφροσύνη» του πετάει και κανα σωστό ο Σελτζούκος...
Ζούμε ημέρες «κυβέρνησης» Ανδρουτσόπουλου. Ας ελπίσουμε να μην έχουμε, σαν χώρα, την κατάληξή της...

27/9/2022
Έχει πάρει μαθήματα ψυχοβολίας από Τανάγρα κι έχει κάνει συνεντεύξεις και με πεθαμένους. Ετοιμαζόταν να πάρει συνέντευξη και από εξωγήινο, αλλά μόλις το πληροφορήθηκε ο εξωγήινος κλείστηκε ξανά στη μαύρη τρύπα του.

27/9/2022
Σε βίντεο που είδα πριν από λίγο...
Βγήκε ο Χ’’νικολάου στον Αρναούτογλου και είπε πως τρεις ανθρώπους δεν κατόρθωσε να συνεντευξιάσει (τη γλίτωσαν οι άνθρωποι!), τον Βέγγο, την Καρέζη και τον Μάνο Χατζιδάκι.
Για τον τελευταίο είπε πως τον είχε δει τυχαία στην Κανάρη, όταν ήταν 26-27 ετών (το 1988-89 λέω εγώ), ζητώντας του τηλεοπτική συνέντευξη, με τον Χατζιδάκι να αρνείται, γιατί... δεν ήταν όμορφος (έτσι λέει ότι του είχε πει ο Χατζιδάκις). Και πως αν ήθελε ο Χ’’νικολάου να του πάρει συνέντευξη ήταν διαθέσιμος (ο Χατζιδάκις) για το ραδιόφωνο ή την εφημερίδα. Ο Χ’’νικολάου μας λέει ότι αμέλησε και ότι μετά από 1-1,5 μήνα ο Χατζιδάκις πέθανε.
Δεν κολλάνε αυτά που λέει ο Χ’’νικολάου.
Αν ήταν 26-27 χρονών, όπως λέει ο ίδιος, το 1989 ας πούμε, τότε αποκλείεται ο Χατζιδάκις να πέθανε μετά από 1,5 μήνα, γιατί πέθανε το ’94, μετά από 5 χρόνια.
Και επίσης δεν μπορεί να... ασχήμυνε ο Χατζιδάκις ξαφνικά το 1989, όταν τότε είχε βγει στην τηλεόραση κι είχε δώσει συνέντευξη στον Κώστα Σερέζη. Βεβαίως είχε βγει σε συνεντεύξεις στην τιβί και μετά το ’90 ο Χατζιδάκις (το 1992 ας πούμε) και ήταν και κούκλος.
Το πιο πιθανόν είναι ο Χατζιδάκις να είχε καταλάβει ότι θα είχε απέναντί του κάποιον τύπο «κενό περιεχομένου» κι είχε αρνηθεί, την κουβέντα, προφασιζόμενος ό,τι να’ ναι... Πιθανώς, δε, να είχε αρνηθεί να μιλήσει μαζί του ακόμη και για το ραδιόφωνο ή την εφημερίδα.
update
Είναι επίσης προφανές πως και το τυχαίο στην Κανάρη δεν στέκει σε σχέση με την επιθυμία του Χ''νικολάου να μιλήσει με τον Χατζιδάκι. Αποκλείεται ο Χ''νικολάου να μην πολιορκούσε τον Χατζιδάκι, για μια κουβέντα όπου να'ναι. Με τον Χατζιδάκι να αρνείται. Σιγά μην πιστέψουμε πως θυμήθηκε να του πάρει συνέντευξη, επειδή τον είδε τυχαία στην Κανάρη - ακόμη και '94 να ήταν.

27/9/2022
Γιώργος Χατζηνάσιος «Τι τα θέλεις τώρα»...
https://www.youtube.com/watch?v=s-JzOmRK9fQ

26/9/2022
Τι είπαμε ότι έπαιζε ο Pharoah Sanders;
(1971)

26/9/2022
Αριστερός με λεφτά σου λέει. Γίνεται; Εμ δεν γίνεται. Γιατί, άμα είναι να κονομάνε και οι αριστεροί, τι θ’ απογίνουνε οι... αριστούχοι;
Τα διαβάζει και ο δεξιός μπατίρης αυτά κι είναι έτοιμος να ξεκρεμάσει τον γκρα...

25/9/2022
Είπαμε να γλιτώσουμε από μουσικές εκπομπές τύπου Σπύρου Παπαδόπουλου, αλλά μου φαίνεται πως σε λίγο θα τις νοσταλγούμε...

24/9/2022
Θα επανέλθω σε κάτι που μ’ ενοχλεί πραγματικά. Είναι το ανακάτεμα, όταν αυτό γίνεται για λόγους εντυπωσιασμού και με ευτελή κριτήρια.
Δεν μπορείς, δηλαδή, σε μια κινηματογραφική εκπομπή να ανακατέψεις τον Μπέργκμαν με τον Βέγγο, δεν γίνεται αυτό το πράγμα. Και το λέω αυτό παρά το γεγονός πως ο Μπέργκμαν είχε πει κάποτε για τις ταινίες του Βέγγου... ότι είναι τόσο κακές, που στο τέλος μετατρέπονται σε Τέχνη. Φυσικά, εμείς, ως Έλληνες, ξέρουμε για τι ακριβώς αξίζουν και για τι δεν αξίζουν οι ταινίες του Βέγγου και δεν περιμένουμε κανέναν Σουηδό (κι ας ήταν-είναι και ο Μπέργκμαν), για να μας πει αν αποτελούν Τέχνη αυτές ή όχι. Θέλω να πω πως μερικά πράγματα είναι πολύ ξεκάθαρα και πως δεν αποκτούν επιπρόσθετη αξία, όταν τα ανακατεύεις με άλλα γενικώς «καλύτερα».
Εμένα, ας πούμε, με ενοχλεί αφάνταστα να βλέπω, σε μουσική εκπομπή, να γίνεται ταυτόχρονα λόγος για τον Αττίκ και τον Αντύπα.
Όσοι κάνουν τέτοια πράγματα έχουν χάσει κάθε αίσθηση της πραγματικότητας και στην προσπάθειά τους να φανούν ως κάτι διαφορετικό, να ξεχωρίσουν, πέφτουν από τη μια λούμπα στην άλλη.
Όσοι είναι γεννημένοι εκεί κοντά στην Μεταπολίτευση δείχνει να έχουν εξιδανικευμένη εικόνα για τα έιτις (μιλάω γενικά – εξαιρέσεις υπάρχουν), επειδή τα συνδέουν με την παιδικότητά τους και με την πρώιμη εφηβεία τους. Έτσι μπορεί να τους δεις να ψάχνουν για «ποιότητες» στον Πανταζή, στον Αντύπα, στον Ψάλτη, στις βιντεοταινίες και στον... Μένιο τον Κουτσόγιωργα.
Όλοι και όλα έχουν κάτι να πουν, ακόμη και ο Κουτσόγιωργας –κι αν είσαι μάγκας ψάξε βρες τι είναι εκείνο που αληθινά μετράει από τον Ψάλτη ή τον Πανταζή–, αλλά αν δεν μπορείς να δεις την μεγάλη εικόνα, τότε είσαι καταδικασμένος να συμπεριφέρεσαι ως τυχάρπαστος και γραφικός.
Κι εμένα μ’ αρέσει ο Λάκης Αλεξάνδρου, για παράδειγμα, γιατί μ’ αυτόν μεγάλωσα, αλλά δεν θα τον συγκρίνω ούτε με τον Ξυλούρη, ούτε με τον Κώστα Μανιατάκη. Και δεν θα μπερδέψω τις ταινίες του Ερρίκου Ανδρέου, που επίσης μ’ αρέσουν, για κάποιους λόγους ξεχωριστούς η κάθε μία, με τις ταινίες του Lindsay Anderson ή του Joseph Losey.
Το... όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω δεν δείχνει εξυπνάδα. Δείχνει απρονοησία, αμορφωσιά, κακοχωνεμένη πληροφόρηση και «φουσκωμένα μυαλά». Αυτό το τελευταίο, δε, είναι το χειρότερο απ’ όλα.

24/9/2022
Πέθανε ο Pharoah Sanders ένας από τους πιο σημαντικούς «μαθητές» του John Coltrane και σίγουρα ο ψυχεδελικότερος όλων.
Pharoah Sanders σε Θεσσαλονίκη το ’88 και ξανά σε Αθήνα το ’99... Έχω και αναμνήσεις, έχω και λεπτομέρειες, αλλά πιο σημαντικό είναι να ακούσετε αυτό το εκπληκτικό και πανσπάνιο άλμπουμ του, από το ξεκομμένο 1977...
https://www.youtube.com/watch?v=SDeuYY3Hi_I

24/9/2022
Με κατηγορούν κάποιοι ότι ασχολούμαι συνεχώς με τον Φοίβο Δεληβοριά. Βασικά ενοχλούνται γιατί κάνω κριτική, όχι γιατί ασχολούμαι μαζί του. Αν τον προσκυνούσα κι εγώ σαν τοτέμ, όπως τον προσκυνάνε εκείνοι, δεν θα είχαν κανένα απολύτως πρόβλημα, ακόμη κι αν έγραφα δύο και τρία ποστ κάθε μέρα.
Τέλος πάντων ο Φοίβος Δεληβοριάς και όλοι οι καλλιτέχνες εμάς τους κριτικούς, ας μας αποκαλέσω έτσι, μας δίνουν ύλη, και περαιτέρω ψωμάκι και τρώμε. Και υπό αυτή την έννοια τους είμαστε ευγνώμονες.
Εντάξει, αν δεν υπήρχαν κι αυτοί κάτι άλλο θα βρίσκαμε να κάνουμε κι εμείς σ’ αυτή την παλιοζωή, αλλά τούτο δεν σημαίνει πως είμαστε υποχρεωμένοι να «τρώμε» το κάθε ψώνιο, τον κάθε ατάλαντο και τον κάθε «δήθεν» (δεν αναφέρομαι στον Δεληβοριά), για «μεγάλο καλλιτέχνη».
Και για να το τελειώνω το θέμα. Θα γράφω για τον Δεληβοριά, όποτε θα μου δίνει εκείνος αφορμές και όποτε θα έχω, κι εγώ, κάποια πράγματα να πω.
Είναι απλό το ζήτημα, μην του δίνετε λαθεμένες διαστάσεις (όσοι το κάνετε) γιατί εκτίθεστε.

24/9/2022
Κάθισα και είδα χθες το πρώτο επεισόδιο από τα «Νούμερα» του Φοίβου Δεληβοριά. Αυτό με τον Μπέζο, τον Αντύπα κ.λπ.
Λοιπόν αυτό το επεισόδιο, για μένα, ήταν τελείως απαράδεκτο. Ο Δεληβοριάς όλη την ώρα ήταν σαν να κοιμόταν όρθιος, σαν αγουροξυπνημένος, σαν να έκανε αγγαρεία. Μπορεί να είναι αυτό το στυλ του, το χαμηλών τόνων, το μπλαζέ, αλλά αυτό, για τηλεόραση, είναι καταδικαστικό. Η τηλεόραση θέλει άλλους ρυθμούς, ιλιγγιώδες μοντάζ και χοντρό ξεσκόνισμα εκείνων που λες. Εδώ δεν υπήρχε τίποτα απ’ αυτά. Όλα προκάτ και ανέμπνευστα και κυρίως δίχως να κυλάνε – λες κι έβλεπες κάτι σε τελείως slow motion, ή σαν να είχαν πέσει οι μπαταρίες. Άπειρες «κοιλιές» και κανένα αληθινό ενδιαφέρον. Αν αυτό το πράγμα αποκαλείται από κάποιους «μουσική κωμωδία» το μόνο που έχω να τους πω είναι ότι δεν ξέρουν ούτε τι είναι μουσική, ούτε τι είναι κωμωδία. Και κυρίως δεν ξέρουν τι είναι τηλεόραση.
Ο Μπέζος κακός στο ρόλο του παραγωγού, όπως κακός είναι σχεδόν παντού, με τελείως μανιερίστικο ύφος, σε στυλ... πάτρονας της νύχτας (μάλλον έχει μπερδέψει τους παραγωγούς με τους ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων), ενώ η κατακρεούργηση που έγινε στον Αττίκ ήταν άνευ προηγουμένου.
Βασικά, όλοι στουκάρανε σε... Μάντρα.
(Κρίμα)

23/4/2022
Απόψε συνειδητοποίησα ότι το «Ξαφνικά μ' αγαπάς» το λέει ο Γιώργος Πετρίδης, που έχει πει και το “Julie” των Blue Birds και άλλα διάφορα, και που ίσως ήταν τότε η κορυφαία ελληνική ποπ φωνή...
[αν γελιέμαι και δεν είναι ο Πετρίδης ευχαρίστως ν' ακούσω τις αντιρρήσεις]
https://www.youtube.com/watch?v=bA2fRq_H1B4

23/9/2002
Δέμα από Κύπρο. (Για τα γραμματόσημα το σκανάρω)

23/9/2022
Δημοκρατία είναι να βλέπει ο Οικονόμου τον Μητσοτάκη να περπατάει στη Νέα Υόρκη και να ανακαλεί τους Beatles στην Abbey Road.
Ολοκληρωτισμός είναι να τoν ακούμε (τον Οικονόμου) και να ξερνάμε όλοι.

22/9/2022
Christian Boulé - Orange Climax
https://www.youtube.com/watch?v=SwhiskuPfMQ

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022

BJØRN RIIS το πολύ καλό νέο «Floyd-ικό» άλμπουμ του

Για τον νορβηγό συνθέτη, τραγουδοποιό και κιθαρίστα Bjørn Riis έχουμε γράψει κι άλλες φορές στο δισκορυχείον, αναφερόμενοι στα άλμπουμ του “Everything to Everyone” [Karisma Records, 2022], “A Storm is Coming” [Karisma, 2019] και “Forever Comes to an End” [Karisma, 2017]. Επίσης έχουμε γράψει για το prog συγκρότημά του, τους Airbag (για το άλμπουμ τους “A Day at the Beach”, από το 2020), πράγμα που σημαίνει πως ήδη έχουμε δώσει μια καλή εικόνα του ύφους και του ήχου του. Πιθανώς λοιπόν, και μετά απ’ όλα αυτά, ορισμένοι να θυμούνται πως ο Riis είναι ορκισμένος fan των Pink Floyd, το ύφος των οποίων αναπαράγει συχνά μέσα από τις συνθέσεις του.
Στην πιο πρόσφατη δουλειά του (επίσημη κυκλοφορία: 7 Οκτ. 2022), την δεύτερη μέσα στο 2022, το mini album A Fleeting Glimpse [Karisma Records], o Bjørn Riis το πάει το θέμα ακόμη πιο μακριά – και καλά κάνει. Συνθέτει τέσσερα κομμάτια, με διάρκειες ανάμεσα στα πέντε και οκτώ λεπτά, που είναι όλα τους «φλοϋντικά». Και αυτό είναι το λιγότερο, αν δεν ήταν και τα τέσσερα κομματάρες – τόσο κομματάρες, ώστε θα εύρισκαν άνετα θέση στα άλμπουμ των Pink Floyd από τα 80s και μετά, για να μην πούμε και πιο πίσω.
Λοιπόν, τα vibes των Pink Floyd όλοι τα ξέρουν. Progressive rock, με «αιθέριες» ηλεκτρικές κιθάρες, ωραία ακουστικά parts, πληθώρα πλήκτρων και φωνές, μαζί με φωνητικά, που επιτείνουν αυτό το ευρύτερα κοσμικό στοιχείο.
Ξεκινώντας από το τέλος να επισημάνουμε, λοιπόν, την παρουσία στο άλμπουμ της Durga McBroom, γνωστής τραγουδίστριας και βοκαλίστριας των Floyds, από το 1988 και μετά (“Delicate Sound of Thunder”) και βεβαίως μιας «στενής» ομάδας μουσικών με τον Bjørn Riis επικεφαλής σε φωνή, κιθάρες, μπάσο, πλήκτρα, συν τους Arild Brøter ντραμς, Øyvind Brøter πιάνο και Per Øydir φαρφίζα, που απλώς κάνει θαύματα.
Πολύ συμπαθητική η εισαγωγή με το “Dark shadows (Part 1)”, που όλως περιέργως έφερε στη μνήμη μου το «ντυλανικό» “I shall be released”, στην εκτέλεση του Hamilton Camp, φοβερό το “A voyage to the sun” με τις early psych αναφορές, πολύ καλό το “Summer meadows” στο σφοδρό ηλεκτρικό μέρος του και επίσης άξιο το κλείσιμο με το “Dark shadows (Part 1)”, στην πιο prog και ελαφρώς cosmic στιγμή του “A Fleeting Glimpse”.
Επαφή: www.karismarecords.no

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2022

ΜΗΝΑΣ ΜΠΟΓΡΗΣ την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά σου

«Ο Μήνας Μπόγρης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1970. Σπούδασε κλασική κιθάρα με τον Παναγιώτη Δεληγιάννη στον Πειραϊκό Σύνδεσμο και ανώτερα θεωρητικά με τον Γιάννη Αυγερινό. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα και σεμινάρια των διακεκριμένων κιθαριστών Anielo Desiderio, Gerard Reichenbach, Roland Dyens και Al di Meola. Έχει δώσει συναυλίες ως σολίστ κιθάρας. Διδάσκει κλασσική κιθάρα στο Πυθαγόρειο Ωδείο. Έχει συμμετάσχει ως κιθαρίστας σε διάφορα μουσικά σχήματα, έχοντας παράλληλα και την ευθύνη των ενορχηστρώσεων. Έχει συνεργαστεί με εκλεκτούς Έλληνες ερμηνευτές όπως ο Βασίλης Γισδάκης, η Ρίτα Αντωνοπούλου, ο Σπύρος Κλείσσας, η Αμαλία Τάτση κ.ά..».
Αυτό είναι ένα μέρος του βιογραφικού του συνθέτη, πιανίστα και κιθαριστή Μηνά Μπόγρη –από το ένθετο του τελευταίου άλμπουμ του «Την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά σου» [ankh prpductions, 2022]–, ενός μουσικού για τον οποίον έχουμε ήδη γράψει πολύ καλά λόγια, όταν αναφερθήκαμε στο προηγούμενο CD του «Παράθυρο με Θέα» [Μετρονόμος, 2019] (Μηνάς Μπόγρης μουσική, Μιχάλης Μπρούζος στίχοι, Σπύρος Κλείσσας τραγούδι).
Στο «Την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά σου» ο Μ. Μπόγρης συνεργάζεται και πάλι με τον τραγουδιστή Σπύρο Κλείσσα, στην απόδοση μελοποιημένων ποιημάτων του Pablo Neruda, επιλεγμένα από τα «εκατό ερωτικά σονέτα», σε μετάφραση Ηλία Ματθαίου, από το σχετικό βιβλίο των εκδόσεων Γνώση, του 1994.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει δύο σόλο θέματα, στην αρχή και στο τέλος του άλμπουμ (για πιάνο και κιθάρα αντιστοίχως), εννέα μελοποιήσεις στην ελληνική γλώσσα, όπως και μία μελοποίηση στην ισπανική γλώσσα (στο πρωτότυπο κείμενο δηλαδή).
Να προσθέσουμε, επίσης, πως στο booklet του CD, υπάρχει πολύ και ενδιαφέρον πληροφοριακό υλικό, και βασικά τα ποιήματα του Pablo Neruda στο πρωτότυπο και στην ελληνική μετάφρασή τους.
Τα λέμε όλα αυτά για να δείξουμε και να τονίσουμε πως το «Την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά σου» είναι μια προσεγμένη, από πάσης πλευράς, έκδοση «έντεχνου τραγουδιού», λιτή, αλλά ουσιαστική, που επιχειρεί πάνω στο έργο ενός παγκόσμιου ποιητή, πολυαγαπημένου και μελοποιημένου, εκτενώς, και στην Ελλάδα, μ’ έναν τρόπο, πάνω απ’ όλα, ηθικό.
Η σοβαρότητα, με την οποία αντιμετωπίζεται η μελοποιημένη ποίηση του Pablo Neruda, από τους Μηνά Μπόγρη και Σπύρο Κλείσσα, συνίσταται, βασικά, στην προτεραιότητα που δίνεται στον ποιητικό λόγο. Με γνώμονα τούτο ακριβώς ξεκινά, εξελίσσεται και ολοκληρώνεται το άλμπουμ, το οποίον επενδύει στην απρόσκοπτη αποτύπωση αυτού ακριβώς του λόγου, που σχετίζεται φυσικά με την ροή των ποιημάτων και την αυτόματη αποτύπωση των νοηματικών ενοτήτων κατά τον τραγουδιστικό χρόνο.
Ακούγοντας, δηλαδή, τις μελοποιήσεις του Μ. Μπόγρη, δεν σου δημιουργείται η ανάγκη να κοιτάς και το κείμενο ταυτοχρόνως, ώστε να μην «χάσεις» νοηματικώς τους στίχους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και βασικά ένα επίτευγμα, που μπορεί να στηρίζεται και σε κάποιες μικρο-αντιμεταθέσεις λέξεων, αλλά επ’ ουδενί σε παρατονισμούς ή σε έτερες αλλοιώσεις, που θα μπορούσε να ευνοήσουν την μελοποίηση, αλλά να δυσχεράνουν την νοηματική ολοκλήρωση.
Υπάρχουν μελοποιήσεις που μας άρεσαν περισσότερο, εδώ, αλλά δεν θα ήταν «σωστό» να ξεχωρίσουμε κάτι από το άλμπουμ «Την άγρια μόνο διάλεξα καρδιά σου». Θα είναι σαν να «διακόπτουμε» κάτι, που είναι ηχογραφημένο για να ακουστεί ολάκερο και με μια καθορισμένη σειρά, καθώς κάθε τραγούδι «διαχέεται» στο επόμενό του, με όλα μαζί να συνθέτουν το παλίμψηστο τού α λα Neruda ερωτικού λόγου.
Επαφή: ankhmusic.gr@gmail.com

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2022

NIGHTSTALKER η επανέκδοση του “Superfreak”

Το “Superfreak”, το τέταρτο άλμπουμ των Nightstalker (Argy φωνή, Andreas Lagios μπάσο, Tolis Motsios κιθάρες και Costas C ντραμς), κυκλοφόρησε για πρώτη φορά σε CD, στην αμερικανική MeteorCity, το 2009. Την επόμενη χρονιά (2010) τυπώθηκε και σε βινύλιο, από την ολλανδική Headspin Records, αλλά από τότε δεν ξαναείδε το φως της δισκογραφίας. Και κάπως έτσι, λόγω της μεγάλης ζήτησης των ηχογραφήσεων του γκρουπ, και από εδώ και από το εξωτερικό, μια κόπια βινυλίου έφθασε να κοστίζει περισσότερο ή και πολύ περισσότερο από 50 ευρώ.
Η νέα επανέκδοση του δίσκου από τις Labyrinth of Thoughts / The LAB Records επανατοποθετεί το “Superfreak” (2022) σε νέες βάσεις. Δεν ρίχνει μόνον την τιμή απόκτησης μιας vinyl κόπιας, αυτού του πολύ καλού hard rock / stoner άλμπουμ, μα προσφέρει κιόλας νέο mix (Nightstalker & Philip Marinelis), όπως και νέο mastering (Brad Boatright).
Έτσι, και σε συνδυασμό με το 150άρι βινύλιο, που είναι κομμένο σε 700 κόπιες, με το gatefold cover και με το inner sleeve (που αναγράφονται οι στίχοι), έχουμε πλέον στα χέρια μας μία άψογη καθ’ όλα επανέκδοση, που θα δώσει στους φίλους του γκρουπ την δυνατότητα να ακούσουν το “Superfreak” με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ρίχνοντας λοιπόν αυτό το LP των Nightstalker, στο πικάπ, λέμε κατ’ αρχάς πως κάτι τέτοιοι δίσκοι (και άλλοι, και πολλοί άλλοι) είναι ετοιμασμένοι για να ακούγονται από σωστά στερεοφωνικά συγκροτήματα και όχι από τα tablets, τα smartphones κ.λπ. Δεν μπορείς να αντιληφθείς από τις μικροσυσκευές το άπλωμα του ήχου, τα «στρώματά» του και την «ικανότητά» του να γεμίζει το δωμάτιο, παρασέρνοντάς σε μαζί του. Πάει αυτό.
Δεύτερον... και στο “Superfreak” οι Nightstalker αποδεικνύουν πόσο μπροστά και «κατά πάνω» ήταν σ’ εκείνο που έκαναν, στη συγκεκριμένη εποχή, όταν το hard / stoner βρισκόταν στα καλύτερά του, πριν ξεπέσει, στα 2010s πια, στην επανάληψη, την μετριότητα και εν τέλει την αδιαφορία.  
Το λέμε τούτο, γιατί στο “Superfreak” δεν υπάρχει αδιάφορο ή μέτριο κομμάτι, με την μπάντα να τα δίνει όλα στο στούντιο, λες και παίζει live! Νομίζουμε, δε, πως αυτό είναι ένα από τα πιο διαχρονικά προτερήματα των Nightstalker, μιας μπάντας που παίζει διαρκώς στην τσίτα, εκμεταλλευόμενη, όλα εκείνα που της παρέχονται, στο έπακρο.
Υπάρχουν πολλά tracks εδώ που ξεχωρίζουν, όπως ας πούμε το δεύτερο “Enough is not enough”, το “Light” και άλλα διάφορα, αλλά εκείνο που βγάζει, νομίζουμε, όλη την έξαψη των Nightstalker είναι το φερώνυμο “Superfreak”, που είναι εκπληκτικό και που δείχνει αυτό που γράψαμε παραπάνω, την πλήρη οικειοποίηση του σχετικού μηχανισμού (άνθρωποι, τεχνικός εξοπλισμός κ.λπ.), προς την κατεύθυνση της δημιουργίας «ήχου». Όχι πως και σε άλλα tracks δεν διαφαίνεται αυτό (στο “Learn to fly” για παράδειγμα), αλλά στο “Superfreak” είναι έντονο και εκπληκτικό!
Γενικώς, ένας πολύ ωραίος, ένα πολύ γεμάτος σύγχρονος-παλαιός ροκ δίσκος, που θα αγαπηθεί ξανά και θα αγαπιέται και στο μέλλον.  
Επαφή: https://labyrinthofthoughts.gr/en/labyrinth/

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

το βιβλίο του Σταύρου Γ. Καρτσωνάκη για τον ΝΙΚΟ ΓΚΑΤΣΟ – δώστε μου μια ταυτότητα να θυμηθώ ποιος είμαι / ποίηση και στιχουργική 1931-1991

Η βιβλιογραφία για τον τρανό ποιητή και κορυφαίο στιχουργό του ελληνικού τραγουδιού Νίκο Γκάτσο (1911-1992) –και εννοούμε την βιβλιογραφία, που κατοπτεύει το έργο του– είναι μηδαμινή.
Υπάρχει, από παλαιά, το βιβλίο του Τάσου Λιγνάδη «Διπλή Επίσκεψη σε Μια Ηλικία και σ’ Έναν Ποιητή / Ένα Βιβλίο για τον Νίκο Γκάτσο» [Εκδόσεις Γνώση, 1983], το βιβλίο του Γεωργίου Ι. Θανόπουλου «Ο Νίκος Γκάτσος και η Ελληνική Λαϊκή Παράδοση / Ερμηνευτική μελέτη» [Graphopress, 2008] και το συλλογικό «Ένας Χαμένος Ελέφαντας / Εκατό Χρόνια από τη Γέννηση του Νίκου Γκάτσου / Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου» [Βιβλιοθήκη του Μουσείο Μπενάκη, 2015].
Στην πράξη μόλις σε τρία βιβλία έως σήμερα θα μπορούσε να σκύψει κάποιος (υπάρχουν και ορισμένες άλλες απόπειρες, πολύ μικρότερης έως και ελαχιστότατης εμβέλειας), ώστε να πληροφορηθεί κάτι βαθύτερο για το έργο του Νίκου Γκάτσου, γεγονός που, από μόνο του, συνιστά ένα ζήτημα.
Εντάξει... υπάρχει η τεράστια αρθρογραφία στον Τύπο, σε περιοδικά ή στο διαδίκτυο, με την διαφορά, όμως, πως οι έντυπες πηγές (γενικώς σημαντικότερες) είναι απρόσιτες, δεν βρίσκονται στην διάθεση του καθενός και δεν μπορεί να γίνει εύκολα ούτε η ανάγνωσή τους, ούτε η αξιολόγησή τους, αποτελώντας αντικείμενο μόνο των ερευνητών και των μελετητών.
Το βιβλίο είναι κάτι άλλο εννοούμε, και τέλος πάντων αυτό το κενό στην βιβλιογραφία περί τον Νίκο Γκάτσο, έρχεται να καλύψει με τον καλύτερο τρόπο, η μελέτη, η διατριβή αν θέλετε, του Σταύρου Γ. Καρτσωνάκη «Νίκος Γκάτσος / Δώστε μου μια ταυτότητα να θυμηθώ ποιος είμαι / Ποίηση και στιχουργική 1931-1991», που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό (2022) από τον Μετρονόμο.
Κατ’ αρχάς να πούμε πως πρόκειται για ένα βιβλίο, μεγάλης έκτασης, 480 σελίδων, τυπωμένο σε υποκίτρινο χαρτί και με σωστή διαστάσεων γραμματοσειρά (ούτε μεγάλη, ούτε μικρή), ώστε να διαβάζεται άνετα.
Το βιβλίο είναι καλογραμμένο, με αυτό που λέμε «σωστά ελληνικά», ενώ παρατηρείται και το εξής. Παρά το γεγονός πως η προσέγγιση του συγγραφέα είναι ερευνητική-επιστημονική η γλώσσα που χρησιμοποιείται δεν είναι η «ξύλινη πανεπιστημιακή», μα μια γλώσσα γλαφυρή και καθημερινή, που θα βοηθήσει το βιβλίο να πάει, σίγουρα, μακρύτερα. Να ξεφύγει, δηλαδή, από το στενό περιβάλλον μιας εργασίας για λίγους, αφορώντας στον πολύ κόσμο. Σε κάθε φίλο, θα λέγαμε, της νεότερης ελληνικής μουσικής και του τραγουδιού μας.
Άρα λοιπόν τα πρώτα εύσημα, γι’ αυτή την προσπάθεια, στον Σταύρο Γ. Καρτσωνάκη, επιβάλλονται.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/biblio-toy-stayroy-g-kartsonaki-gia-ton-niko-gkatso

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2022

YIANNIS ILIAKIS ο ντράμερ των Outward Bound και των Ciccada σ’ ένα προσωπικό ηλεκτρονικό βινύλιο

Ο ντράμερ Γιάννης Ηλιάκης (Yiannis Iliakis) μας είναι γνωστός, βασικά από τους «αυτοσχεδιαστικούς» Outward Bound, όπως και από τους progsters Ciccada. Εσχάτως, δε, γνωρίσαμε τον Γ. Ηλιάκη και ως μέλος των Rabbits Eye (δες review από 10 Ιουν. 2022).
Με μικρή προσωπική δισκογραφία ο Γιάννης Ηλιάκης κάνει τώρα το ντεμπούτο του στο βινύλιο, μέσω του γερμανικού άλμπουμ του Mountain Mouth [Equinox Records, 2022]. Σ’ αυτό το mini-LP, που κυκλοφορεί σε 150 αριθμημένα αντίτυπα, ο Γ. Ηλιάκης παρουσιάζει πέντε συνθέσεις του. Δύο στην πρώτη πλευρά του δίσκου και τρεις στην δεύτερη.
Ο Γιάννης Ηλιάκης δεν είναι μόνον ντράμερ. Μπορεί τα ντραμς να είναι το βασικό όργανό του, αλλά χειρίζεται ακόμη διάφορα πλήκτρα, ηλεκτρονικά κ.λπ. Μπορεί, έτσι, να... αποταθεί στον εαυτό του και μόνον, δημιουργώντας και προτείνοντας ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Και αυτό κάνει στο “Mountain Mouth”, έναν δίσκο, που, χονδρικώς θα τον αποκαλούσαμε... ηλεκτρονικής μουσικής. Επειδή, όμως, ο όρος electronic music είναι πλέον τελείως ασαφής, θα επιχειρήσουμε, στην συνέχεια, να τον προσδιορίσουμε καλύτερα...
Το πρώτο κομμάτι, το “Mountainmouth” είναι έντονο, ηλεκτρονικό, με ντραμς και πλήκτρα. «Σπάει» κάπου, αλλά η βασική λογική του είναι το house και τούτο δίχως να είναι στενά «ντανσική» (η λογική του). Εν τω μεταξύ όσο κυλάει το track και όσο φθάνει προς το τέλος του γίνεται όλο και πιο ενδιαφέρον.
Στο “Carbonated soap”, που ολοκληρώνει την πλευρά, η χορευτικόττητα μπορεί να είναι ένα πρώτο δεδομένο, κυρίαρχο μάλιστα, αλλά στην διαδρομή του το κομμάτι περνάει και από διάφορα άλλα στάδια (πιο synth / pop-rock, πιο atmospheric κ.λπ.). Ευχάριστο το δίχως άλλο.
Το πρώτο κομμάτι της δεύτερης πλευράς αποκαλείται “Infected walkman” και είναι περισσότερο prog, παρά ό,τι άλλο. Electronic-prog εννοούμε, και αρκετά προχωρημένο (αν και σε συμφωνία φάσης με κάποιες ιστορικές αναφορές του). Δεν θέλω να πω τι ακριβώς ανακαλούν στην μνήμη μου, αλλά γενικώς θα πω. Mid-seventies και πέρα... ιταλική ηλεκτρονική σκηνή. Ενδιαφέρον, οπωσδήποτε.
Με το “Sad plants” περνάμε τώρα σε κάτι άλλο, και εν πολλοίς διαφορετικό. Το beat είναι αργό εδώ, τα πλήκτρα εμφανίζουν μια ωραία και κάπως dark μελωδία (θυμηθείτε τους Goblin ας πούμε), με το cinematic χαρακτηριστικό βασικά να κυριαρχεί. Ωραίο track, με μια υποχθόνια romance, που μπορεί και σε «ταξιδεύει».
Το mini-LP Mountain Mouth” του Γιάννη Ηλιάκη θα ολοκληρωθεί με το “Exodus denied”, ένα ακόμη πιο ενδιαφέρον track, ίσως το πιο ενδιαφέρον του δίσκου, περισσότερο πειραματικό, με συνεχή breaks (γεμίσματα) από ήχους synths ή τύπου-synths και με διαρκείς ανατροπές. Μπορεί αν διαρκεί λίγο (2:29), αλλά, στην πράξη, λόγω των συνεχών μεταλλαγών του, νοιώθεις να επεκτείνεται πολύ περισσότερο στο χρόνο.
Μία διαφορετική πρόταση λοιπόν από τον Γιάννη Ηλιάκη, που μπορεί να περικλείει αυθόρμητα και progressive στοιχεία (σχετικά με τις παρουσίες του στους Outward Bound και στους Ciccada), αλλά το πλαίσιο, μέσα στο οποίον τα τοποθετεί, είναι τελείως διαφορετικό.
Επαφή: https://equinoxrecords.bandcamp.com/album/mountainmouth

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 465

22/9/2022
Από τα... απόνερα του tribute άρθρου, για τον κορυφαίο κοντραμπασίστα του free-improv Peter Kowald, που προτείναμε στο προηγούμενο ποστ, με αφορμή τα 20 χρόνια από τον θάνατό του... (1979)

20/9/2022
H κλασική βρετανική συλλογή σε διπλό LP “Rock Buster”, με τον Σβαρτσενέγκερ στο εξώφυλλο, δεν είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα το 1970, αλλά είχε κυκλοφορήσει μία άλλη συλλογή, ελληνικής έμπνευσης, η “Underground - The Sound Of The Seventies”, που ανθολογούσε κομμάτια από το “Rock Buster”, που ανθολογούσε, και αυτό με τη σειρά του, από τον ροκ κατάλογο της CBS.
Η ελληνική CBS, που τότε την αντιπροσώπευε η Music-box, είχε επιλέξει και αυτή την κομματάρα των Skin Alley, για να την ακούσουν οι φίλοι του ροκ στην Ελλάδα του ’70...
https://www.youtube.com/watch?v=2R5yUgMPjHQ

19/9/2022
Πριν από κάτι μέρες είχα δει τον ηθοποιό Χρήστο Στέργιογλου έξω από ένα σινεμά κι ήθελα να τον ρωτήσω αν στα σέβεντις έπαιζε τενόρο σαξόφωνο σ’ ένα τζαζ συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, την Άσπρη Σφήκα. Αυτοστιγμεί σκέφτηκα πως θα ήταν τελείως μ@λακία να ρωτήσω κάτι τέτοιο τον άνθρωπο και, φυσικά, δεν το έκανα.
Είχα δει και τον Φοίβο Δεληβοριά σε σινεμά, και μάλιστα καθόμασταν κοντά-κοντά, αλλά, αυτόν δεν ήθελα να τον ρωτήσω κάτι. Κι εδώ που τα λέμε ευτυχώς που δεν με γνώριζε...

19/9/2022
Διαβάζω απίστευτα πράγματα για την Μάρθα Καραγιάννη, χθες και σήμερα. Τα περισσότερα από ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουνε τι γράφουνε και που από κεκτημένη ταχύτητα (λόγω του μοιραίου) αναγκάζονται να γράψουν, όντας ψιλο-άσχετοι.
Επίσης μου έκανε εντύπωση ένα άλλο θάψιμο, όχι το κανονικό, που έπεσε σε σχέση με τον Κώστα Καζάκο. Βασικά, επειδή ο άνθρωπος ήταν κομμουνιστής, και ενεργός θα έλεγα, έως τα γεράματά του, η μεγάλη προσφορά του στο θέατρο και τον κινηματογράφο πέρασε κάπως στο ντούκου.
Το ξέρω πως υπάρχουν δόλια κίνητρα, πολλές φορές, και γύρω από τις αποτιμήσεις στα μίντια, αλλά αν δεν βλέπεις πέρα απ’ αυτό που σου δείχνουν, είτε γιατί δεν μπορείς είτε γιατί δεν θες, προτιμότερο είναι να γίνεις καστανάς (που κι αυτό θέλει την τέχνη του) και πάντως όχι γραφιάς.
Σε σχέση με την Καραγιάννη, ας πούμε, εγώ δεν είδα να αναρωτηθεί κανείς, γιατί δεν γύρισε ερωτικές ταινίες στα σέβεντις (όπως συνέβη με την Φόνσου, την Ανουσάκη, την Αρβανίτη, την Γκιζέλα Ντάλι και τόσες άλλες ηθοποιούς του '60).
Ο αληθινά απελευθερωτικός (ερωτικός) κινηματογράφος δεν ήταν ο μικροαστικός «δαλιανείδιος» των σίξτις, αλλά το λαϊκό ερωτικό σινεμά των σέβεντις. Ακόμη και η Λάσκαρη θα γύριζε ερωτική ταινία, ενώ η Καραγιάννη ποτέ. Αυτό εγώ το καταγράφω. Και δεν είδα να το σημειώσει κανείς. Και άλλα ακόμη, για τα οποία τώρα δεν θέλω να γράψω...
Για δε τον Καζάκο, που τον έφαγε συγκριτικά το μαύρο σκοτάδι, να πω πως τον είχα δει τρεις φορές στο θέατρο και πως ήταν εκπληκτικός και τις τρεις, αλλά γι’ αυτό δεν μπορείς να πείσεις, γιατί τα θεατρικά τα έχουν δει πολύ λίγοι σε σχέση με τις ταινίες.
Ο Καζάκος, που είχε περάσει από την Σχολή Σταυράκου, αλλά βασικά υπήρξε ηθοποιός του Κουν, δείχνει πόσο μεγάλο ταλέντο ήταν από την πρώτη-πρώτη ταινία του, την «Αρπαγή της Περσεφόνης» (1956), στην οποία είναι φοβερός. Έπαιξε και στο αποστασιοποιμένο «Το Μπλόκο» (1965) του Άδωνι Κύρου, έπαιξε ωραίους ρόλους, με προοδευτικό περιεχόμενο στο εμπορικό σινεμά (ας θυμηθούμε τον ψυχίατρο στο «Κορίτσι του 17»), ενώ ήταν εκπληκτικός σε μία από τις τελευταίες ταινίες του, στον «Δραπέτη» (1991) του Λευτέρη Ξανθόπουλου.
Επίσης να πω πως ο Καζάκος, στον οποίον οφείλεται βασικά και η προοδευτική στροφή της Τζένης Καρέζη, έχωσε και έχασε πολλά λεφτά ως παραγωγός, σε μια ταινία, που εγώ θα την πω πολύ αξιόλογη, την «Λυσιστράτη» (1972) του Γιώργου Ζερβουλάκου, που είναι μια από τις ωραιότερες προσπάθειες μεταφοράς αρχαίου κειμένου στο σινεμά (και σίγουρα ο καλύτερος Αριστοφάνης), με πολύ προοδευτικό λόγο για την εποχή (χούντα) και σε σχέση με τα θέματα της γυναίκας και γενικότερα, ενώ δεν παρέλειψε να περάσει, ως σωστός επαγγελματίας, όπως ήταν, και από τον ερωτικό κινηματογράφο της εποχής.
Δεν γράφτηκαν πολλά για τον Κώστα Καζάκο –ελάχιστα έθιξα τώρα– και ήταν κρίμα.

19/9/2022
«Τον λόγο τους αντανακλά σαν κάτοπτρο το πλήθος / και όπως άλλαζα βρακί μου βγήκε αυτός ο στίχος»
«Τα υπόλοιπα δεν λέγω / σταματώ την ρητορεία / στο μπουρδέλον όπου ζώμεν / δεν υπάρχει ελευθερία...»


19/9/2022
Σοβαροί σε όλα οι Γιουγκοσλάβοι από το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ, μέχρι το ροκ και τις κηδείες...
https://www.youtube.com/watch?v=TCjFq9Ffy00

19/9/2022
Θα μπορούσε να τους είχαν όλους στο τσεπάκι τους, εδώ και στο εξωτερικό, στο πρώτο μισό των 90s. Πολύ μεγάλη μπάντα. Λευκή Συμφωνία...

18/9/2022
H Δέσπω Διαμαντίδου μπορεί να ήταν η πρώτη ελληνίδα ηθοποιός, που σχετίστηκε με το θρυλικό μιούζικαλ Cabaret, και μάλιστα στο ανέβασμά του στο Broadway (Νοε. 1966-Σεπτ. 1969), καθώς θα έμπαινε στον θίασο τον Ιούνιο του ’68, όμως η Μάρθα Καραγιάννη ήταν η πρώτη που το ανέβασε στην Ελλάδα, τη σεζόν 1972-73 (θίασος Ντίνου Ηλιόπουλου, Μάρθας Καραγιάννη, Κατερίνας Γιουλάκη), στο Θέατρον Άννα-Μαρία Καλουτά (στην Πατησίων).
[το πρόγραμμα από το ΕΛΙΑ και η φωτό από περιοδικό της εποχής]
https://www.youtube.com/watch?v=m_qG6Ttlg7g

17/9/2022
Εν τω μεταξύ Λοΐζος διασκευάζεται από παλιά. Από πολύ παλιά...
Αν θέλετε να μάθετε ποιοι είναι αυτοί που τραγουδάνε τη Γοργόνα στα τσέχικα δείτε το link στα σχόλια...
https://www.youtube.com/watch?v=t3EEH4Lm7_Y

16/9/2022
Συγκλονιστική ερμηνεία. Ανεπανάληπτη. Το είπε έτσι, για να μην μπορεί να το πει κανείς μετά απ’ αυτόν. Είναι απίστευτο το πώς ανεβοκατεβαίνει η φωνή του!!
https://www.youtube.com/watch?v=sS9Sh6DEQrY

16/9/2022
Ο χουντικός Ζουρνατζής, που πέθανε πριν από τρεις μέρες, δεν είχε επιτρέψει μόνο τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, στις 15 Νοε. 1973 (όπως λέγαμε σε χθεσινό ποστ), αλλά είχε βοηθήσει να περάσει και το σενάριο του «Θιάσου» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, από τις συμπληγάδες της λογοκρισίας.
Επίσης είναι γραμμένες παλιά και κάτι ιστορίες του στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου με τον Ζουρνατζή, σχετικές με το ελληνικό τραγούδι, που έχουν ενδιαφέρον (όλοι αυτοί ήταν συμμαθητές-συμφοιτητές και γεννημένοι το 1935), αλλά τέλος πάντων, τώρα, μην τα πολυ-σκαλίζουμε, γιατί βρωμάνε... όπως λέει και η λαϊκή ρήση...

16/9/2022
Καθώς ξεφύλλιζα ένα Rolling Stone του '72 θυμήθηκα το ελληνικό Rolling Stone. Τι γίνεται μ' αυτό; Βγαίνει ακόμη; Έχω μήνες να δω κάτι...

15/9/2022
Πριν από δυο μέρες πέθανε ο χουντικός Σπύρος Ζουρνατζής, πρόσωπο με σκαιό ρόλο στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και μετά απ’ αυτά.
Δύο μέρες πριν από την 17η Νοέμβρη του ’73 ο Ζουρνατζής, υφυπουργός της δοτής κυβέρνησης Μαρκεζίνη, σπάει το εμπάργκο της χούντας του Παπαδόπουλου στα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη και επιτρέπει την κυκλοφορία 40 τραγουδιών του, δίνοντας την άδεια να ηχογραφηθούν και τα «18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας», σε στίχους Γιάννη Ρίτσου.
Τα στούντιο της Κολούμπια ανοίγουν τις πόρτες τους, την παραμονή του Πολυτεχνείου, και πάνε εκεί ο Νταλάρας με την Βίσση, μαζί με την ορχήστρα και τα ηχογραφούν νόμιμα.
Η άδεια -ως γνωστόν θα πω- ήρθη από την χούντα του Ιωαννίδη, με τα τραγούδια να ξαναγυρνούν στην απαγόρευση, και με τον δίσκο, που δεν είχε προλάβει να τυπωθεί, να κυκλοφορεί στην Μεταπολίτευση πια.

15/9/2022
Εξώφυλλο (1978)

15/9/2022
Ταύρος Δέλτα Κρουσέιντ... Μελίτα Γκαμπές... Salah Ragab...
https://www.youtube.com/watch?v=e8ADZ7VzcSU

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2022

ΦΩΤΕΙΝΗ ΛΑΜΠΡΙΔΗ / ΜΙΜΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ / ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΟΥΤΣΑΣ βλέμμα στο βυθό

Το «Βλέμμα στο Βυθό» [Μικρή Άρκτος, 2021] είναι ένα άλμπουμ σύγχρονου «έντεχνου» τραγουδιού, το οποίον υπογράφουν οι Φωτεινή Λαμπρίδη (στίχοι – σ’ ένα τραγούδι οι στίχοι ανήκουν στον Γιάννη Βασιλόπουλο), Μίμης Νικολόπουλος (συνθέσεις) και Δημήτρης Βουτσάς (τραγούδι). Το CD περιέχει έντεκα τραγούδια, τρίλεπτης πάνω-κάτω διάρκειας.
Χονδρικώς θα γράφαμε για ένα άλμπουμ καλών ή και πολύ καλών προθέσεων, οι οποίες όμως δεν μετατρέπονται πάραυτα σε κάτι που θα το θυμάσαι για καιρό ή που «θα μείνει». Έτσι φρονούμε...
Θέλουμε να πούμε πως ενώ τα τραγούδια είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσωπα σε πολύ λίγα από αυτά θα συναντήσεις και τα τρία βασικά στοιχεία του τραγουδιού (στίχοι, μουσικές, ερμηνείες) να επικοινωνούν, μεταξύ τους, με τον ιδανικότερο τρόπο.
Κατ’ αρχάς οι στίχοι της Φωτεινής Λαμπρίδη, της γνωστότερης από τους τρεις βασικούς δημιουργούς του δίσκου, είναι ενδιαφέροντες. Υπαρξιακοί βασικά, και με κοινωνικές, ερωτικές και άλλου τύπου προεκτάσεις, μετέρχονται και τυπικές αφηγήσεις και πιο... εγκεφαλικές. Με ποικίλων ειδών ροές, προσωδίες, μέτρα κ.λπ. προσφέρουν μια στιχουργική γκάμα, που οπωσδήποτε μπορείς να «πατήσεις» πάνω της, για να σχηματίσεις αυτό που λέμε ολοκληρωμένα τραγούδια.
Έπειτα οι συνθέσεις του αγνώστου προς εμάς νέου τραγουδοποιού (υπό την έννοια πως εδώ μας παρουσιάζεται με άξονα ορισμένα τραγούδια και όχι με ορχηστρική μουσική ας πούμε) μοιάζουν περισσότερο τυπικές, απ’ όσο θα αναμέναμε. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων πολύ λίγες φορές κατορθώνουν αυτές να σε κεντρίσουν. Σίγουρα οι συνθέσεις δεν είναι προϊόν κάποιου ατάλαντου ανθρώπου (δεν λέμε αυτό, επ’ ουδενί), απλώς έτσι όπως είναι παραταγμένες, ενορχηστρωμένες κ.λπ. δεν κάνουν την διαφορά, συνολικώς, μα ούτε και η μία σε σχέση με την άλλη. Τέλος πάντων δεν αναδεικνύονται. Κι έτσι, ακόμη και οι πιο καλές προσπάθειες («Σιωπή», «Η πόλη σου») ακούγονται κάπου... λίγες... πιο κάτω από εκείνο που θα άξιζε. Κι αυτό είναι άδικο. Οι συνθέσεις ήθελαν μεγαλύτερη επεξεργασία, με πιο στοχευμένη ανάδειξη των μελωδικών προτερημάτων τους (πάει χαμένη, φερ’ ειπείν, η νεοκυματική εισαγωγή στο «Η μόνη γη»). «Σήκωναν» ακόμη πιο μεγάλη προσοχή και επιμέλεια δηλαδή.
Τέλος οι ερμηνείες του Δημήτρη Βουτσά είναι καλές, αλλά όχι ξεχωριστές. Και εννοούμε με αυτό πως δεν έχουμε να κάνουμε με κάποια η φωνή, που θα μπορούσε να αναδείξει, από μόνη της, έναν ολόκληρο δίσκο. Έτσι τουλάχιστον διαφαίνεται εδώ. Παρά ταύτα υπάρχουν και τα θετικά. Επειδή δεν ακούγεται άλλη βασική φωνή στο «Βλέμμα στο Βυθό», βασική το ξαναλέμε, το άκουσμα, στο σύνολό του, έχει μιαν ενότητα, ένα ύφος.
Νομίζουμε πως τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα, αν το συνολικό υλικό του άλμπουμ (σχεδόν σε κάθε επίπεδο) αντιμετωπιζόταν με μεγαλύτερη τόλμη. Η έλλειψή της είναι ένα βασικό ζήτημα εδώ.
Επαφή: www.mikri-arktos.gr

13 ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ σήμερα έχουμε γενέθλια

Κλείσαμε 13 χρόνια σχεδόν καθημερινής παρουσίας στο διαδίκτυο. Μέσα σ’ αυτά τα 13 χρόνια πραγματοποιήθηκαν 5366 αναρτήσεις –αυτή είναι η 5367η–, δημοσιεύτηκαν πάνω από 20.000 σχόλια, ενώ τα «χτυπήματα» πλησιάζουν πλέον τα 4.750.000. Είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο πως πάμε καλά!
Έτσι, θα συνεχίσουμε και αυτή τη σεζόν με τον ίδιο ρυθμό και κυρίως με την ίδια διάθεση να προσφέρουμε έγκυρη και σοβαρή πληροφόρηση γύρω από τα θέματα που μας ενδιαφέρουν κι ενδιαφέρουν κι εσάς (δίσκους ελληνικούς και ξένους, παλαιούς και νεότερους, βιβλία, ταινίες, με παράλληλο σχολιασμό της επικαιρότητας, που συμβαίνει κυρίως στο facebook και που αναπτύσσεται και εδώ, και άλλα διάφορα).
Δεν έχουμε να πούμε κάτι άλλο –και δεν πρέπει να πούμε κάτι άλλο σε μιαν ανάρτηση γιορτής– πλην τούτου: πολλές ευχαριστίες προς όλες και όλους και ΝΑ’ΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΑΛΑ!
(Θα ακολουθήσει μέσα στη μέρα και κανονική ανάρτηση)

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

PETER KOWALD 20 χρόνια από τον θάνατο του κορυφαίου Γερμανού κοντραμπασίστα της τζαζ και λάτρη της Ελλάδας – οι περιπέτειές του στην χώρα μας, οι δίσκοι του, οι συνεργασίες του

Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα της ευρωπαϊκής «δύσκολης» τζαζ και του «ελεύθερου αυτοσχεδιασμού» (free improvisation) θα έχουν, πάντα, τον γερμανό κοντραμπασίστα και δευτερευόντως τουμπίστα Peter Kowald (1944-2002) για «θεό» τους.
Δεν είναι μόνον οι συμμετοχές του στις ιστορικές ηχογραφήσεις της euro-jazz από την δεκαετία του ’60, η παρουσία του δηλαδή στην Globe Unity Orchestra του Alexander von Schlippenbach (μαζί με τον Jackie Liebezeit των CΑΝ, τον Mani Neumeier των Guru Guru κ.ά., χρόνια πριν αρχίσει να μπουσουλάει το krautrock), η συνεισφορά του στο Peter Brötzmann Octet και στο… πυροβολημένο “Machine Gun” του 1968, όπως και η κεντρικότητά του στο Pierre Favre Trio και στο ιστορικό “Santana” (1968), δεν είναι μόνον η καταλυτική παρουσία του, στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80, στην London Jazz Composers' Orchestra, είναι περαιτέρω η διεμβολιστική του παρουσία σε απειράριθμα projects, από τα late 60s έως τα early 00s, που θα έφερνε τον Peter Kowald παντού στον κόσμο, να συνεργάζεται στο πάλκο με τους πάντες, ηχογραφώντας ακαταπαύστως και βιώνοντας στην πράξη την έννοια τού «παγκόσμιου μουσικού», χρόνια πριν ο όρος καταστεί συνώνυμος της κοινοτοπίας και του αναμενόμενου.
Προσωπικώς, είχα την χαρά να γνωρίσω από κοντά τον
Peter Kowald στα μέσα της δεκαετίας του ’90, στην Πάτρα. Εκείνη την εποχή ο Πέτρος, όπως τον έλεγαν οι φίλοι του, είχε ισχυρούς δεσμούς με την πόλη, καθώς η σύντροφός του ήταν η πατρινή εικαστικός Ειρήνη Μπράττη, με αποτέλεσμα να μένει για κάποια διαστήματα στην πόλη, να δίνει live και να συχνάζει σε γνωστά στέκια.
Μπορεί να ζούσα τότε στην Αθήνα, αλλά όποτε πήγαινα στην Πάτρα δεν υπήρχε περίπτωση να μην συναντήσω τον Peter Kowald, ψηλά πάνω στο Κάστρο, συζητώντας για τα «τότε», αλλά και για τα παλαιότερα...
Τον ρωτούσα π.χ. και μου μιλούσε για την… τρέλα που κουβαλούσε ο θρυλικός γερμανός σαξοφωνίστας και κλαρινίστας Peter Brötzmann (που χρόνια αργότερα θα γινόταν εξώφυλλο και στο βρετανικό μουσικό περιοδικό “The Wire”), αλλά και για το διαρκές του ενδιαφέρον να συνδέσει την έννοια και την πρακτική του αυτοσχεδιασμού με τα εικαστικά, το θέατρο, το χορό, τις performances κ.λπ.  
Είχε προχωρήσει ο Peter Kowald από πολύ νωρίς, σε άλλα «χωράφια», τα οποία η δισκογραφία, ούτως ή άλλως, δεν θα μπορούσε ποτέ να αποτυπώσει στην ολότητά τους.
Αργότερα θα τον συναντούσα και στα γραφεία του περιοδικού «Jazz & Τζαζ» και κάποια στιγμή ο συνεργάτης του σαξοφωνίστας-κλαρινίστας Φλώρος Φλωρίδης θα ήταν εκείνος που θα μας πρόφταινε τα κακά μαντάτα. Ο Peter Kowald είχε πεθάνει στη Νέα Υόρκη, από καρδιακή προσβολή στα 58 του, στις 21 Σεπτεμβρίου 2002, μετά από κάποια συναυλία…
Η σχέση του Peter Kowald με την Ελλάδα υπήρξε βαθειά και ουσιαστική. Δεν ήταν το γεγονός πως ζούσε εδώ, ούτε το ότι μιλούσε την γλώσσα μας (είχε σπουδάσει ελληνική φιλολογία, έχοντας μεταφράσει στην γερμανική ποιήματα των Οδυσσέα Ελύτη, Γιάννη Ρίτσου κ.ά., όπως και ρεμπέτικα τραγούδια), είναι το ότι είχε μπει στο πετσί της κουλτούρας μας, πίνοντας και τρώγοντας σαν Έλληνας και ακούγοντας-γλεντώντας με λαϊκά και δημοτικά τραγούδια.
Για πρώτη φορά ο Peter Kowald θα ερχόταν στην Ελλάδα στην δεκαετία του ’60 και το γεγονός πως, αρκετά νωρίς, στο LP τής Globe Unity OrchestraJahrmarkt / Local Fair” [Po Torch] από το 1977, συνεργάζεται με το ηπειρώτικο Μουσικόν Συγκρότημα Σπύρου Παπανδρέου (Βαγγέλης Ζήκας κλαρίνο, Βασίλης Ζήκας κρουστά, Αλέκος Ζαγόρας κιθάρα, Σπύρος Παπανδρέου φωνή, κιθάρα), που είχε ως έδρα του την τότε Δυτική Γερμανία (ο ηπειρώτης τραγουδιστής Σπύρος Παπανδρέου ήταν μετανάστης, εκεί, από το 1961), λέει πολλά, πάρα πολλά.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/peter-kowald-20-hronia-apo-ton-thanato-toy-koryfaioy-germanoy-kontrampasista-kai