25/7/2024
Ο φίλος και συνεργάτης στο Jazz & Τζαζ, και από τους
ανθρώπους που στηρίζουν την τζαζ στην Ελλάδα με πολλούς τρόπους, Βαγγέλης
Αραγιάννης:
>>Διαβάζω εδώ και μέρες το «Ραντεβού στο Κύτταρο» του
Φώντα Τρούσα. Μόνο σε μικρές δόσεις και ποτέ παραπάνω από μερικές σελίδες.
Δεν είναι ότι κουράζει, κάθε άλλο. Ο λόγος ρέει, σε τραβάει
να διαβάσεις μονορούφι. Μέσα από μακροχρόνια έρευνα και βαθιά γνώση της
περιόδου που πραγματεύεται (1965-1982), ο Φώντας Τρούσας βάζει τα γεγονότα σε
χρονολογική αλληλουχία, συνδέει χρονιά με τη χρονιά τα πρόσωπα μεταξύ τους αλλά
και με τον περίγυρο της εποχής.
Πέρα από αυτό όμως, όσο και να γνωρίζει κανείς την ελληνική
ποπ και ροκ σκηνή και δισκογραφία της περιόδου, είναι δύσκολο να περάσει από
σελίδα και να μην πέσει πάνω σε κάτι που δεν ήξερε. Για να διακόψει τελικά την
ανάγνωση για να ψάξει, να ακούσει, να ανακαλύψει και να επανέλθει. Κι αυτό είναι,
πιστεύω, ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ενός σημαντικού βιβλίου για τη
μουσική.<< 24/7/2024
50 ΧΡΟΝΙΑ
"Ελλάς, Ελλάς, τι θα γίνει φίλε μου με μας ;"
24/7/2024
>>Μέχρι το καλοκαίρι του 1965, ο Έρικ Κλάπτον είχε
χορτάσει τους Bluesbreakers του John Mayall, αποφασίζοντας να φύγει για την
Ελλάδα με κάποιους φίλους. Ο John Mayall θυμάται:
«Ο Έρικ ήταν πάντα ένας ανήσυχος μουσικός και υποθέτω ότι
απλώς βαρέθηκε να παίζει ατέλειωτα βράδια, με όλους εμάς, συνεχώς. Ήθελε να
φύγει από την Αγγλία να εγκαταλείψει αυτό το σκηνικό. Φυσικά, εμένα όλη αυτή η
φάση με πανικόβαλε, γιατί βασιζόμαστε στον Έρικ και υπήρχαν τόσο λίγοι άνθρωποι
ώστε να διαλέξουμε έναν για αντικαταστάτη του. Βάλαμε αγγελία στο Melody Maker,
είχαμε αμέτρητες απαντήσεις, αλλά καμία από αυτές δεν μου έκανε. Είχα, εν τω
μεταξύ, τον Jeff Kirbit από τους Dr K's Bluesband για κιθαρίστα, για λίγο, και
κατά τη διάρκεια εκείνων των εβδομάδων που ήταν μαζί μου, ένας άλλος τύπος
ερχόταν και μου έλεγε συνεχώς: “Είμαι πολύ καλύτερος απ’ αυτόν, γιατί δεν με
χρησιμοποιείς;”. Στο τέλος είχε αγριέψει κι είχε γίνει τόσο φορτικός, ώστε
αναγκάστηκα να τον πάρω στο γκρουπ... και ήταν όντως καλύτερος – ήταν ο Peter
Green. Τρεις μέρες αργότερα, όμως, ο Έρικ θα γυρνούσε ξανά από την Ελλάδα και
του είχα υποσχεθεί τη θέση του στο γκρουπ, αν συνερχόταν απ’ αυτή την κατάσταση
που βρισκόταν κι ήθελε, αληθινά, να είναι μαζί μας. Επέστρεψε, λοιπόν στους
Bluesbreakers και αυτό δεν θα χαροποιούσε καθόλου τον Peter Green»<<[Richard
Newman: John Mayall Blues Breaker, Castle Communications, 1995]
24/7/2024
>>Με Mick Taylor, με τρία μέλη των μετέπειτα Colosseum
(Hiseman, Reeves, Heckstall-Smith) και μερικούς ακόμη άσσους. Ένα από τα πολλά
συγκλονιστικά άλμπουμ του John Mayall...
Σπουδαίος καλλιτέχνης. Χαίρομαι γιατί τον έχω δει δύο φορές
live, αλλά κυρίως χαίρομαι γιατί και η δική μου "κλάση" μεγάλωσε με
τους δίσκους του...<< Παλιό ποστ από το 2021 είναι αυτό (μαζί με το τραγούδι που
ακολουθεί). John Mayall RIP
https://www.youtube.com/watch?v=LPX5-uIpEcc
23/7/2024
Ζηλεύεις πολλά αν (ξανα)δεις σήμερα το “Week-end” του
Γκοντάρ, αλλά εκείνο που σε κάνει να μελαγχολείς είναι η ελευθερία της
έκφρασης, που σου παρείχε η εποχή (δεύτερο μισό των 60s), σε σχέση με το τώρα.
Αν γυριζόταν στις μέρες μας το “Week-end” παίζεται αν η διάρκειά του θα ήταν
έστω η μισή.
[τεράστια ταινία, ανυπέρβλητο δοκίμιο – οτιδήποτε και να
δεις μετά σου φαίνεται αστείο]
23/7/2024
Κάπου έχω και το CD, αλλά βαρέθηκα να ψάξω να το βρω. Τέλος
πάντων σειρά σχεδόν πλήρης...
22/7/2024
Επειδή ασχολούμαστε πολύ περισσότερο με τις αμερικανικές
εκλογές από τον μέσο αγελαδάρη της Τζώρτζια θα πρέπει να το δούνε αυτό στη
Βουλή των Αντιπροσώπων και στη Γερουσία, και να μας δώσουν πάραυτα το δικαίωμα,
όλων ημών που ζούμε στη... μήτρα της δημοκρατίας, να ψηφίζουμε ΚΑΙ στις
αμερικάνικες εκλογές.
Και γιατί όχι... οι Έλληνες, τιμητικά να πούμε, θα έπρεπε να
ψηφίζουν παντού στον κόσμο όπου γίνονται εκλογές.
Βασικά, δεν θα έπρεπε να κάνουμε τίποτα άλλο στη ζωή μας,
εκτός από το να συμμετέχουμε σε προεκλογικούς αγώνες και να ψηφίζουμε σε
εκλογές… και να πληρωνόμαστε αδρά γι’ αυτό εννοείται. Τζάμπα μάθαμε σε όλους
αυτούς τι εστί δημοκρατία; (γέλιο)
22/7/2024
Εντάξει, μπορεί να τον έστειλαν για απόσυρση τώρα τον
εσχατόγηρο, αλλά θα πέσει γερό καλαφάτισμα με μπογκομόλετς, βορονώφ και τα
λοιπά και το 2028 θα είναι και πάλι υποψήφιος.
22/7/2024 H φίλη Χαρούλα Νικολαΐδου σε μια ωραία σύνθεση. Την
ευχαριστώ.
![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgsi8h3d3ExXZcvDTuFD1H6XTodB3H3PKFOpAUoTxE1EY6zpSxID_5x82z4hEefe9BGuUP9OkKkMVbDjyeymuWDsmowADcdHkIaiRGAq69mgz7rG4JnatG78oonLCF9qh_x5iUNyJFD0m74I2aWCK3e28o824-xYetSv0lIg5SGt3ws8RTayK2eAljk4L3D/w331-h400/a%20102.jpg)
20/7/2024
Οι ανακοινώσεις για το ελληνικό τραγούδι, όταν προβάλλεται
στο πιο υψηλό επίπεδο, από την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, και μάλιστα
στη συγκεκριμένη συγκυρία, θα πρέπει να διακρίνονται από γνώση της ιστορίας του
και απόλυτη ακριβολογία. Κάθε άλλη διατύπωση δεν περιποιεί τιμή ούτε στο
τραγούδι μας, ούτε στην Προεδρία αυτή καθ’ αυτή.
Όταν λοιπόν γράφεις για τραγούδια «τα οποία την περίοδο της
χούντας εξέφρασαν την εναντίωση στο δικτατορικό καθεστώς και έγιναν σύμβολα
ελεύθερης έκφρασης και ψυχικής ανάτασης στη Μεταπολίτευση» δεν γίνεται να έχεις
ανάμεσα τραγούδια του Χατζιδάκι, του Πλέσσα και του Τόκα (ο οποίος, εν τω
μεταξύ, ήταν τελείως άγνωστος, για το ελληνικό τραγούδι της εποχής).
Ο Χατζιδάκις δεν είχε καμία σχέση με το αντιδικτατορικό
τραγούδι, ως γνωστόν, αφού τα σιχαινόταν αυτά τα πράματα, ούτε είχε θέματα με
τη λογοκρισία (είναι γνωστές οι απόψεις του από τις συνεντεύξεις του) κ.λπ. και
φυσικά κανένα τραγούδι του τού μεταιχμίου (λίγο πριν, λίγο μετά τη χούντα) δεν
εξέφρασε το πνεύμα της εποχής.
Ο Πλέσσας επί χούντας δεν έκανε αντιδικτατορικό τραγούδι.
Μετά τη χούντα έβγαλε μερικούς δίσκους («Μίλα μου για τη Λευτεριά» κ.λπ.), αλλά
κανένα απ’ αυτά τα τραγούδια δεν τα έβαλε ο κόσμος στο στόμα του, στα στάδια
κ.λπ. Ο δε Τόκας, όπως προείπα, ήταν ανύπαρκτος ο άνθρωπος, καλλιτεχνικά, τη
συγκεκριμένη εποχή στην Ελλάδα.
Και τα τραγούδια του Μίκη ακούγονταν το φθινόπωρο του ’73
στα μαγαζιά της Πλάκας, και γινόταν πανζουρλισμός, αλλά η έκρηξη θα γινόταν
μετά, όταν θα απελευθερωνόταν και η δισκογραφία.
Μαρκόπουλος, Ξαρχάκος, Σαββόπουλος ναι και Μίκης φυσικά. Τι
άλλο; Και άλλα διάφορα – δείτε, ας πούμε, το προηγούμενο ποστ για το σπουδαίο
άλμπουμ του Δήμου Μούτση «Μαρτυρίες». Δεν το φτιάχνω, όμως, εγώ το πρόγραμμα
της Προεδρίας. Εγώ απλώς διαβάζω, αυτά που ανακοινώνονται, και κρίνω.
19/7/2024
Ο τουρισμός αναδείχθηκε σε «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας
επί χούντας, ενώ το ότι θεωρείται ακριβώς το ίδιο και σήμερα και
προπαγανδίζεται αναλόγως, από κάτι τύπους σαν τον Πορτοσάλτε, δεν είναι τυχαίο.
Αν τολμούσες να πεις, τότε, κάτι κακό για τους τουρίστες και
τον τουρισμό, έκλειναν οι πόρτες πίσω σου. Ο Γιώργος Ιωάννου είχε γράψει, λίγο
μετά την επταετία, πως εκείνη την εποχή «το ξεπούλημα της αλκής του ελληνικού
λαού είχε λάβει διαστάσεις βιομηχανίας» και πως «αρκούσε να ήταν οι ξένοι
ευχαριστημένοι και όλα τα άλλα θεωρούνταν δευτερεύοντα».
Φυσικά, εκφραζόταν και κάποιο δήθεν αντι-τουριστικό μένος
στα περιοδικά και τις εφημερίδες, καθώς γράφονταν άρθρα για τους
«αλητο-τουρίστες» κ.λπ., αλλά όλα αυτά ήταν «πληρωμένα», προκειμένου να
λειτουργήσουν εκτονωτικά προς το ούλτρα συντηρητικό αναγνωστικό κοινό, τους
παπάδες κ.λπ. Στην πράξη, όμως, η επίσημη Εκκλησία, άρχισε κάπως να καταφέρεται
εναντίον του τουρισμού μετά την χούντα – επί χούντας βασικά έκανε μόκο
(τηρώντας τα προσχήματα).
Ο τουρισμός συνδεόταν, τότε, στενά με πολλά και ποικίλα
θέματα (ναρκωτικά, ψωνιστήρια κ.λπ. – γράφει και γι’ αυτά ο Ιωάννου) και ακόμη
με την αρχαιοκαπηλία. Συχνά στις εφημερίδες διάβαζες ειδησάρια για τουρίστες,
που είχαν συλλήσει ναούς, νεκροταφεία, μουσεία κ.λπ., οργανώνοντας παράνομες
ανασκαφές και τα τοιαύτα.
Όλα τούτα τα έδειχνε μάλιστα κατά κόρον τόσο ο
κινηματογράφος, όσο και η τηλεόραση στη δεκαετία του ’70, μετά την χούντα
κυρίως, καθώς είχαν γυριστεί ένα σωρό «έργα» με ξένους, και ντόπια τσιράκια,
αρχαιοκάπηλους (μέχρι και ταινία core είχε γυριστεί, το «Σεξ και Αρχαιοκαπηλία»
του Ευστρατιάδη).
Το 1971 ο Πάνος Σαββόπουλος, ένας τραγουδοποιός που έκοβε το
μυαλό του, και καταλάβαινε πέντε πράματα, είχε γράψει ένα σχετικό τραγούδι
τότε, τους «Τουρίστες». Στην αρχή άκουγες: «Μαριγώ τις πόρτες κλείστες /
εμφανίστηκαν τουρίστες» και στο τέλος «Παίρνουν σβάρνα κάθε μέρα / εκκλησίες
και μουσεία / για να κλέψουν κάποια εικόνα / και αυτόν τον Παρθενώνα».
Φυσικά το τραγούδι σακατεύτηκε από τη λογοκρισία και η
επίμαχη στροφή αντικαταστάθηκε από την εξής... «Πάλι τ’ άλλο καλοκαίρι / θά
’ρθουνε από το χέρι / έκλεισε το καφενείο / τους τσιμπάν στο τελωνείο».
Τώρα, γιατί τους τσιμπήσανε... δεν θέλει πολύ για να το
καταλάβεις...
19/7/2024
>>Εκείνο τον καιρό δεν είχαμε ούτε τον χρόνο ούτε το
μυαλό να αναρωτηθούμε (σιωπηρά, βέβαια, αφού το αντίθετο ίσως μας έβαζε σε
μπελάδες) πώς κι έγινε να επιτραπεί στους Beatles η είσοδός τους στη χώρα, ενώ
η χούντα είχε απαγορεύσει ακόμη και τα τραγούδια των ποπ συγκροτημάτων;<<
Η λέξη «χούντα» είναι φορτισμένη κι εγώ θα συμβούλευα τον
θείο-Μαστ, ως... μικρότερος, να μην την χρησιμοποιεί. Να χρησιμοποιεί την λέξη
«δικτατορία» ή καλύτερα «συνταγματάρχες». Είναι πιο κοντά αυτές οι λέξεις στην
κουλτούρα και την ιδεολογία του.
Κατά τα λοιπά η μπαρούφα πως η χούντα είχε απαγορεύσει την
ποπ στην Ελλάδα, όταν όχι όποιος και όποιος σταθμός αλλά εκείνος των Ενόπλων
Δυνάμεων έπαιζε Rolling Stones τον Ιούλιο του ’67, έχει τόσο πολύ παλιώσει,
ώστε να μην μπορείς να γελάσεις καν.
Το έχω ξαναπεί. Διάφοροι άσχετοι, που κομπορρημονούν,
νομίζουν ότι επειδή άκουγαν ποπ και ροκ εκείνη την εποχή έκαναν αντίσταση, ενώ,
στις περισσότερες των περιπτώσεων, για να μην πω σε όλες, ήταν τα χαϊδεμένα
παιδιά του Παττακού (έστω και χωρίς να το ξέρουν κάποια).
19/7/2024
Duran Duran ακούγαμε στα μπαρ, στα κλαμπ, στις καφετέριες,
στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση κ.λπ., χωρίς να το θέλουμε. Μας επιβαλλόταν, όπως
κάθε τι το ποπ. Βέβαια ήταν ευχάριστοι, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως θα έπρεπε να
τους ακούμε πρωί-μεσημέρι-βράδυ, πριν και μετά τα φαγητό.
Το ξαναλέω, όμως, και το έχω πει χιλιάδες φορές, σημασία
είχε, τότε, τι πληρώναμε στα δισκάδικα. Κάποιος, που άκουγε Robert Wyatt το ’82
και “Nothing Can Stop Us” ή πλήρωνε για Χ ας πούμε, το “Under the Big Black
Sun”, δεν υπήρχε περίπτωση να δώσει για τους Duran Duran ούτε δεκάρα.
Σήμερα; Σήμερα και τζάμπα να μου λέγανε να πάω δεν θα
πήγαινα. Και το λέω αυτό δίχως να θέλω να μειώσω ούτε το γκρουπ, ούτε όσους
πληρώνουν για να τους δουν. Δεν διακατεχόμεθα από καμία νοσταλγία, για τίποτα.