Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 420

31/12/2021
Και Καίτη Χωματά, και Αλέκα Κανελλίδου, και Δέσποινα Γλέζου, και Ζωή Κουρούκλη, και Αρλέτα, και Λίτσα Σακελλαρίου, και Γιώργος Ρωμανός, και Dave Carroll (φωτό) με Sing-Sing Four, με τραγούδι στα ελληνικά και... και... και...
Τα «έχωναν» στο τηλεοπτικό Κανάλι 11 την Πρωτοχρονιά του ’70. Όλοι κάνανε κρα να βγούνε στην τιβί – και βασικά οι ελαφροί, οι της ποπ, του ροκ, του νέου κύματος κ.λπ.. Μόνο τους λαϊκούς είχαν στο φτύσιμο, οι οποίοι θα έπαιρναν την (πρωτοχρονιάτικη) εκδίκησή τους πολύ μετά τη χούντα, επί Αντρέα βασικά.
Οι δεξιοί (δεν συζητάμε για χουνταίους) δεν γουστάρανε ποτέ λαϊκό τραγούδι (μην κρίνετε από Χατζιδάκι και δυο-τρεις άλλους), μόνο Δύση γλείφανε. Εντελώς ξεπουλημένοι να πούμε.
[Κρίμα, πάντως, να μην έχει διασωθεί τίποτα απ’ αυτά τα «ξεπουλημένα» προγράμματα. Εγκλήματα, που διαπράχθηκαν μόνο σε κάτι φαιδρές χώρες σαν τη δική μας].

31/12/2021
Διαβάζω διάφορες λίστες με τους «καλύτερους δίσκους» του 2021, από Έλληνες εννοώ και κάπου εκνευρίζομαι.
Εντάξει, αυτή η ιστορία με τις λίστες είναι κλασική αμερικανιά, ενώ, και σε σχέση με τις μουσικές λίστες, σχετίζεται άμεσα με την ποπ.
Τηρούν λοιπόν αυτή την... παράδοση, και με το παραπάνω, οι εγχώριοι που επιλέγουν κι έτσι στις λίστες βλέπεις, σχεδόν πάντα, μόνο ποπ (και ροκ και χιπχόπ κ.λπ.). Και φυσικά, όλες οι επιλογές είναι αγγλοαμερικάνικες, λες και δεν υπάρχουν μουσικές από άλλα είδη (φολκ, τζαζ, κλασική, έθνικ κ.λπ.) ή από άλλες χώρες.
Το πιο γελοίο της υπόθεσης είναι πως διατηρούν την ίδια χαζομάρα (οι εγχώριοι λιστάδες), όταν γράφουν και για τα «καλύτερα ελληνικά άλμπουμ» της χρονιάς. Κι εκεί θα τους δεις να βάζουν μόνο ποπ/ροκ και σχεδόν ποτέ ένα «έντεχνο» ή ένα «λαϊκό» ή ένα «δημοτικό», που είναι και της παράδοσής μας δηλαδή.
Διαλέγει ο άλλος 20 ελληνικούς δίσκους, για το 2021, και δεν υπάρχει μέσα μία θέση για έναν «έντεχνο» δίσκο, από τους τουλάχιστον 4-5 που βγήκαν φέτος και ήταν πρώτης τάξεως. Για να μην πούμε για ένα-δυο διαμάντια του λαϊκού, για τα φοβερά άλμπουμ στον classical / avant χώρο κ.λπ.
Σκέφτομαι λοιπόν, έτσι για να την σπάσω σε κάποιους, να κάνω μια δεκάδα με τα καλύτερα ελληνικά της χρονιάς, και ν’ αφήσω απ’ έξω όλα τα ποπ-ροκ – αλλά, από την άλλη, δεν μου φταίνε τίποτα ορισμένοι αξιόλογοι καλλιτέχνες αυτών των... αμερικάνικων στυλ, με τους αληθινά ωραίους δίσκους τους, ώστε να τους υποτιμήσω ή να τους «θάψω».

30/12/2021
Σ’ ένα δισκάδικο (όχι όποιο κι όποιο) στα τέλη του ’60. Δεξιά ο Σπύρος Φωκάς και αριστερά η Ιταλίδα Liana Orfei, που έπαιζε στις αρχές του ’60 σε παραϊστορικές ταινίες, με μασίστες κ.λπ. Στο κέντρο η πωλήτρια και πίσω... φουλ, ελληνικής εκτύπωσης, ατσαλάκωτα 45άρια.
Έχω κάνει digging, όπως το λένε σήμερα οι βινυλιάδες, σε τέτοιο μαγαζί. Υπήρχαν, ασύλητα, μέχρι και τις αρχές του ’90 στην επαρχία.

30/12/2021
Λεφτά για ελληνικό Rolling Stone; Mόνο με Κουτσούμπα-Βανδή στο εξώφυλλο...

29/12/2021
Στα 73 της το τραγούδησε αυτό η Mae West!! Mature garage sound. Mae West & Somebody’s Chyldren “Shakin’ All Over”…
https://www.youtube.com/watch?v=hbKnKCYQU74

28/12/2021
Πρέπει να βούτηξε από δω ιδέες ο Lalo Schifrin για το OST του "Enter the Dragon". Αθάνατη κομματάρα. The Dave Pike Set “Raga Jeeva Swara”…
https://www.youtube.com/watch?v=N1Pk_Jj8Hk0

26/12/2021
Η κυπριακή ταινία «Πολιορκία στην οδό Λιπέρτη» δεν είναι για πέταμα (πέραν του θέματος που έχει νόημα και ουσία), όμως το βασικό πρόβλημά της είναι οι έλληνες ηθοποιοί – όχι οι Ελληνοκύπριοι. Δεν κολλάνε ούτε ο Μαρκουλάκης, ούτε ο Καραζήσης. Εντάσσονται χειρότερα από τους ξένους ηθοποιούς στις ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Φυσικά, απείρως πιο ενδιαφέρουσα είναι η ποίηση του Δ.Θ. Λιπέρτη, που έγραφε στην διάλεκτο. 
Ένα ποίημα του Λιπέρτη, σκαναρισμένο τώρα, κι ένα βίντεο του ΡΙΚ με τον Νίκο Καββαδία να μιλάει (και) για τον κύπριο ποιητή, απαγγέλλοντας και ποίημά του στα σχόλια...

26/12/2021
Αριστουργήματα της ψυχεδελικής ποπ από απροσδιόριστους καλλιτέχνες, που μπορεί να εκμεταλλεύονταν το κλίμα της εποχής, ok, αλλά είχαν το τσαγανό να μπαίνουν στα στούντιο με μουσικάρες (εδώ παίζουν δύο από τους Byrds και ο μέγας ντράμερ της τζαζ Ed Thigpen) υπογράφοντας ανατριχιαστικά κομμάτια. David Hemmings “Anathea”…
https://www.youtube.com/watch?v=5-ZSnfPnlA4

25/12/2021
Από τα καλύτερα άλμπουμ του ελληνικού χριστιανικού ροκ (xian-rock). Οι βινυλιάδες το αγνόησαν, γιατί είχε βγει μόνο σε CD, το 1998. Νίκος Κατικαρίδης... 
https://www.youtube.com/watch?v=oXGaiKmYlQg

24/12/2021
Τι να πεις γι’ αυτό το αριστούργημα; Καλά Χριστούγεννα... και ο πόλεμος έχει τελειώσει, αν το θες. John & Yoko and The Plastic Ono Band with The Harlem Community Choir...
24/12/2021
Για μια χούφτα δολλάρια σε γεμίζει και με κουμπότρυπες, άμα λάχει, o Ράνταλ Κόλινς από το Άρκανσω. Κάποτε γράφαμε στο Jazz & Τζαζ για τον Norman Blake...
https://www.youtube.com/watch?v=MVB1kQHFqps

24/12/2021
Μας βγήκανε ξινά τα γέλια που κάναμε χθες, με τους Μπακογιάννηδες και τους Ρουβάδες... Χάθηκε χθες και το μάθαμε σήμερα ένας συμμαθητής, έτσι αναπάντεχα, ένα πολύ καλό παιδί και αξιόλογος λαϊκός καλλιτέχνης, ο Σωτήρης ο Πολύζος από την Καρδίτσα. Γεια σου ρε Σωτήρη, γίγαντα...
https://www.youtube.com/watch?v=KHjGTl45olw

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΧΑΙΡΑΣ / ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΝΤΖΟΣ τα χέρια

Το δίδυμο Βαγγέλης Μαχαίρας-Δημήτρης Λέντζος το είχαμε ακούσει, κι είχα γράψει τα καλύτερα, όταν είχαμε αναφερθεί στο άλμπουμ τής Κατερίνας Ντίνου «Επιθυμία» [Μετρονόμος, 2020], στο οποίο οι δυο τους ήταν υπεύθυνοι για την μουσική και τα λόγια. Σημειώναμε επί λέξει:
Για τον Δημήτρη Λέντζο δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο – υπό την έννοια ότι είναι γνωστό το επίπεδο της στιχουργικής του χρόνια τώρα. Τεράστια ευχέρεια στο γράψιμο, στίχος απλός, ουσιώδης, με βάθος, χωρίς εκζητήσεις, εντεχνολαϊκός στη βάση του, οργανωμένος και δουλεμένος στο χέρι, όπως θα λέγαμε, με την τέχνη του παλιού μάστορα.
Για τον Βαγγέλη Μαχαίρα ας συμπληρώσουμε πως πρόκειται για έναν διακεκριμένο μπουζουξή (εδώ παίζει ακόμη μπαγλαμά, λαούτο, μαντολίνο, μπάσο, κρουστά, ενώ κάνει και προγραμματισμό) (σ.σ. σχεδόν τα ίδια όργανα παίζει και στον πιο νέο δίσκο του, που θα μας απασχολήσει στην συνέχεια), ο οποίος έχει συνεργαστεί με δεκάδες μεγάλα ονόματα του τραγουδιού μας (ας μην αρχίσουμε την απαρίθμηση), δείχνοντας στοιχεία μεγάλης συνθετικής συνέπειας – μα ακόμη ευστροφίας, ταλέντου και δημιουργικής διάθεσης.
Αυτά τα καλά λόγια τα επαναλαμβάνουμε και τώρα, με αφορμή το πιο νέο CD των Μαχαίρα-Λέντζου, που έχει τίτλο «Τα Χέρια» [Μετρονόμος, 2021] και που περιλαμβάνει τραγούδια τους ερμηνευμένα από πολλές και διαφορετικές φωνές. Πιο συγκεκριμένα στο άλμπουμ ακούγονται οι: Γιώργος Νταλάρας, Μανώλης Μητσιάς, Γιάννης Κότσιρας, Βιολέτα Ίκαρη, Κώστας Θωμαΐδης, Παντελής Θαλασσινός, Δήμητρα Μπουλούζου, Δέσποινα Ραφαήλ, Παντελής Κυραμαργιός, Γιώργος Μάκρας και Αντώνης Ξηντάρης / Βασίλης Κορακάκης / Θοδωρής Ξηντάρης. Χαμός πραγματικός (από φωνές). Χρειάζονταν όλες αυτές οι φωνές, ήταν δηλαδή απαραίτητες για να αποδώσουν τα τραγούδια του εν λόγω δίσκου; Σίγουρα όχι.
Δεν μπορώ να καταλάβω πώς σκέφτονται πλέον οι δημιουργοί των «έντεχνων» δίσκων.
Γιατί δεν επιλέγουν μία ή δύο φωνές για τα τραγούδια τους, καταφεύγοντας στην... εντεκάδα; Θα πω κάτι, που μου έρχεται στο μυαλό κι ας είναι χαζό, ας είναι λάθος. Μπορώ να πω και άλλα πιο πιθανά, φυσικά, αλλά θέλω να πω αυτό... το χαζό.
Επειδή τα CD δεν πουλάνε πλέον, αυτή την ποσότητα που θα άξιζε να πουλήσουν (το ίδιο ισχύει και με τους δίσκους βινυλίου φυσικά), οι πολλές συμμετοχές αθροίζουν πολλούς φίλους (των συμμετεχόντων) και ενδεχομένους πολλούς υποψήφιους αγοραστές. Αν υπάρχει κάπου στο μυαλό των δημιουργών ένα τέτοιο μη-ομολογημένο «τέχνασμα», δεν χρειάζεται να πω πως το βρίσκω, χοντρικά, καταστροφικό. Δεν ξέρω πλέον τι να υποθέσω... και δεν θέλω επ’ ουδενί να πιστέψω πως υπάρχουν δημιουργοί, που σκέφτονται τόσο υπολογιστικά, στήνοντας από μόνοι τους τέτοιου τύπου αναχώματα στο έργο τους. Γιατί οι δίσκοι «κολλάνε», δεν ανεβαίνουν, δεν γράφουν ιστορία, όταν τα 11-12 τραγούδια ενός άλμπουμ ερμηνεύονται από εντεκάδες. Εν πάση περιπτώσει...
Ερχόμενος στο άλμπουμ των Βαγγέλη Μαχαίρα-Δημήτρη Λέντζου θα πω πως αυτό δεν ξεκινάει με τα μπούνια, δεν ξεκινάει με χίλια. Με Γιώργο Νταλάρα, Μανώλη Μητσιά και Γιάννη Κότσιρα, τα τρία, κατά τεκμήριο, μεγάλα ονόματα του δίσκου, με την τεράστια ιστορία (για τους δύο πρώτους) το θέμα δείχνει «να κάθεται». Γιατί αν αυτοί οι τρεις λένε τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου (υποτίθεται), τότε εκείνο που ακολουθεί θα είναι λογικώς κατώτερο.
Και όμως ο δίσκος μετράει πολύ μετά το τέταρτο τραγούδι του, και για μένα, προσωπικά, από ’κει ξεκινάει – χωρίς να θέλω να υποτιμήσω με αυτό, την εισαγωγή με το «Μακρύ ταξίδι», στο οποίο ο Γ. Νταλάρας είναι πολύ καλός (με πολύ καλή φωνή εννοώ σ’ αυτή την ηλικία) σ’ ένα τραγούδι που του πάει (και γι’ αυτό, προφανώς, το διάλεξε).
Όμως το μπαμ γίνεται από το «Πουλάκι μου» (Βιολέτα Ίκαρη) και κάτω, με το ένα πολύ καλό τραγούδι να διαδέχεται το άλλο. Εξαιρετικά είναι και τα κομμάτια που λένε οι πασίγνωστοι Κώστας Θωμαΐδης και Παντελής Θαλασσινός, αλλά ακόμη πιο εξαιρετικά είναι εκείνα των αγνώστων ή λίγο γνωστών (προς εμένα) Δήμητρας Μπουλούζου, Δέσποινας Ραφαήλ και Παντελή Κυραμαργιού.
Και αναφερόμαστε σε μιαν ομάδα τραγουδιών, που, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, δεν έχουν και πολύ σχέση με το «λαϊκό» και «έντεχνο λαϊκό», αλλά με το ροκ, την μπαλάντα, την τζαζ, το μπλουζ κ.λπ. Το οποίο «λαϊκό» πιάνει κορυφή με το τελευταίο «ακη-πανικό» (συν μιαν αίσθηση Ξυδάκη-Ρασούλη) τραγούδι του δίσκου, το «Παίξε Βαγγέλη την πενιά», που δεν κολλάει πάντως εκεί στο τέλος, μετά απ’ όσα έχουν προηγηθεί.
Οπότε, επανερχόμαστε σ’ εκείνο που γράψαμε πιο πριν. 
Ένα ουσιαστικό CD, που ξεκινάει χαλαρά, για να μην πούμε αδιάφορα, και που απογειώνεται στην πορεία (μετά το πρώτο δεκάλεπτο).
Επαφή: www.metronomos.gr

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2021

LARRY CORYELL το “Tricycles” είναι ένα κορυφαίο άλμπουμ του, που τώρα επανεκδίδεται

Το Tricycles [IN+OUT Records / AN Music, 2021], ένα από τα ωραιότερα άλμπουμ του μέγιστου κιθαρίστα της jazz και του jazz-rock Larry Coryell (1943-2017) από το 2003, επανακυκλοφορεί τώρα σε CD και 2LP από την εταιρεία που το είχε τυπώσει για πρώτη φορά, την γερμανική In+Out Records. Η νέα έκδοση που κάνει στράκες από την μεριά του ήχου (μετά την νεότερη τεχνική επεξεργασία, το remixing και το remastering) διαθέτει και δύο tracks περισσότερα από την πρωτότυπη (δώδεκα αντί για δέκα), εμφανίζοντας έτσι ένα πλήρες «πακέτο» της μουσικής του Larry Coryell, εκείνης της περιόδου, που τον έφερνε σε φάση trio, δίπλα στους επίσης σπουδαίους Mark Egan μπάσο και Paul Wertico ντραμς.
Μπάντα από... άλλο πλανήτη, όπως λέμε, οι Coryell, Egan και Wertico είναι ένα fully electrified σχήμα, με τρομερό ήχο, συνθέσεις, επινοήσεις, ενορχηστρώσεις και παιξίματα. Γιατί οι τρεις τους δεν παίζουν μόνον πρωτότυπα (τα εννέα στα δώδεκα), καθώς έχουν «ρίξει» ανάμεσα και τρεις versions, δύο σε συνθέσεις του Thelonious Monk (“’Round midnight”, “Well you neednt”) και μία στο τραγούδι των BeatlesShes leaving home”.
Η εισαγωγή με το “Immer Geradeaus”, στήνει ένα κλασικό jazz-blues σκηνικό, με τον Coryell να παίζει με συνεχείς επινοήσεις πάνω στη βασική μελωδία, και με τους Egan και Wertico να συνοδεύουν εκπληκτικά –σαν να καταγράφονται σε φάση solo και οι τρεις μαζί!– δείχνει τις... άγριες διαθέσεις αυτού του σχήματος, που προϊόντος του χρόνου, πετάγεται από την μιαν έκπληξη στην άλλη.
Στο δεύτερο “Quasimodo”, που είναι και αυτό σύνθεση του Larry Coryell και που δεν υπήρχε στην πρώτη έκδοση, εκείνο που κυριαρχεί είναι η υψηλή ταχύτητα και ο τρόπος που συντονίζεται το σχήμα, με την φοβερή μπασογραμμή τού Egan να στήνει όλο το κομμάτι. Άπιαστος ο Coryell εδώ, σε ασύλληπτα παιξίματα.
Το “Good citizen swallow” είναι ένα κλασικό κομμάτι του Coryell από την δεκαετία του ’60, που έχει καταγραφεί διάφορες φορές – η πρώτη ήταν στο LP τού The Gary Burton Quartet, μέλος του οποίου ήταν και ο Larry Coryell, “Lofty Fake Anagram” [RCA Victor, 1967]. Εδώ η αίσθηση είναι τελείως διαφορετική – λες και ακούς καινούρια σύνθεση. Κομμάτι «αέρας», με έξοχο (σχεδόν) σόλο στο bass guitar από έναν βιρτουόζο του οργάνου.
Το φερώνυμο “Tricycles” είναι σύνθεση του μπασίστα Mark Egan, μία κάπως «εγκεφαλική» σύνθεση, με υποχθόνιο groove, που φέρνει στην μνήμη το jazz-rock του Miles Davis από τα late sixties.
Το “Spaces revisited” προέρχεται από ένα πολύ καλό CD του Larry Coryell, που είχε κυκλοφορήσει από την Shanachie το 1997 (με τον Billy Cobham στα ντραμς). Εδώ ο μεγάλος Paul Wertico σε κάνει να ξεχάσεις ακόμη και τον θρύλο Cobham με τα απίστευτα soli του. Το ύφος είναι κλασικό hard bop, όπως θα το έπαιζαν όμως τοιούτοι παικταράδες στα 00s.
Το “’Round midnight” αγγίζει τα εννέα λεπτά, δείχνοντας για μια... χιλιοστή φορά, γιατί αυτή η κλασική σύνθεση-μελωδία του Thelonious Monk μπορεί να αποδίδεται κάθε φορά με τόσους διαφορετικούς τρόπους, μένοντας στην βάση της η ίδια. Πολύ «προσωπική» εκτέλεση, ίδιον τριών μεγάλων οργανοπαικτών.
Το “Three way split”, που είναι η μοναδική σύνθεση και των τριών στο “Tricycles” είναι αυτοσχεδιαστική – και μάλλον εντελώς αυτοσχεδιαστική, free-improv δηλαδή, εμφανίζοντας μιαν άνευ προηγουμένου ορμή. Απολαυστική!
Το “Dragon gate”, συντεθειμένο και αυτό από τον Larry Coryell, είναι ένα κομμάτι για... πολλά λεφτά. Γρήγορο, με κιθαριστική φρασεολογία που ακούγεται συναρπαστική από τον Coryell και με τους Egan και Wertico να δημιουργούν μιαν εντυπωσιακή ρυθμική γραμμή, με συνεχή και ατελείωτα breaks!
Ακόμη ένα 8λεπτο κομμάτι καταγράφεται λίγο πριν από το τέλος, το “Rhapsody and blues” (του Coryell), που δεν είχε καταγραφεί στην έκδοση του 2003. Κι εδώ οι ταχύτητες τείνουν στο... άπειρο, με την σύνθεση να εξελίσσεται με εκρηκτικό τρόπο.
Αυτό το top of the top κιθαριστικό CD θα ολοκληρωθεί με το τραγούδι των Beatles (“Shes leaving home”), που πρωτοτυπεί σε σχέση με όλο το προηγούμενο σετ, γιατί εδώ ο Larry Coryell παίζει ακουστική κιθάρα, ενώ είναι και μόνος του (χωρίς τους Egan και Wertico δίπλα του).
Ωραίο, ήπιο κλείσιμο, που παραπέμπει σε άλλους κόσμους, και που υπογραμμίζει με τον τρόπο του, μ’ έναν ειρωνικό κάπως τρόπο, τον πανικό που αναπτύσσεται στο “Tricycles” όλη την προηγούμενη ώρα.
Φανταστικό άλμπουμ!

Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021

FRED HERSCH o μεγάλος πιανίστας της jazz με κουαρτέτο εγχόρδων

Ο πιανίστας της jazz Fred Hersch επανέρχεται στην δισκογραφία μ’ ένα αληθινά σημαντικό άλμπουμ. Μάλλον, και για να είμαστε ακριβείς, δεν ξέρουμε αν το Breath by Breath [Palmetto Records, 2021] είναι αληθινά σημαντικό –αυτό θα το καταδείξει ο χρόνος–, εκείνο που ξέρουμε είναι πως πρόκειται για ένα πλήρως και εντελώς απολαυστικό CD, από εκείνα που μόνον οι μεγάλοι συνθέτες και βιρτουόζοι μπορούν να προτείνουν.
Τι διαφοροποιεί την συγκεκριμένη έκδοση από άλλες, το ίδιο απολαυστικές, του κορυφαίου πιανίστα; Η συνεργασία του για πρώτη φορά με ένα κουαρτέτο εγχόρδων. Η συνεργασία δηλαδή ενός piano-trio (Fred Hersch πιάνο, Drew Gress μπάσο, Jochen Rueckert ντραμς), με ένα κουαρτέτο, σαν το Crosby Street String Quartet, το οποίον αποτελούν οι Joyce Hammann βιολί, Laura Seaton βιολί, Lois Martin βιόλα και Jody Redhage Ferber τσέλο.
Για ένα τέτοιο σχήμα ο
Hersch προσαρμόζει αναλόγως και την συνθετική εργασία του – κάτι φυσικό και αναμενόμενο. Συνθέτει ούτως ειπείν μία σουίτα, αποτελούμενη από οκτώ μέρη, την οποίαν αποκαλεί “The Sati Suite” – “sati” στην ινδική γλώσσα pali είναι μια πνευματική και ψυχική κατάσταση, που μεταφράζεται ως ενσυνείδηση. Η ενσυνείδηση συνδέεται με την καταπολέμηση του άγχους, ιδίως σε καιρούς κρίσεων, όπως είναι ο παρών (καιρός) λόγω covid-19, και βασικά με την επίγνωση των πράξεων και των εμπειριών μας σε χρόνο πρώτο. Είναι άλλη μία κατάσταση meditation η sati, η οποία φάνηκε πολύ χρήσιμη στον Fred Hersch, στην εποχή της απομόνωσης και των λοκντάουν, προσφέροντάς του δημιουργικές διεξόδους.
Αυτό καταδείχτηκε στην περίπτωση του αμερικανού πιανίστα από την πρώτη στιγμή, καθώς ο Fred Hersch, από την αρχή, επιχείρησε να επιβληθεί επί των νέων συνθηκών, παράγοντας συνεχώς έργο. Το είδαμε, εξάλλου, και σε σχέση με το προηγούμενο CD του Songs from Home” [Palmetto, 2020], που κατά βάση αποτελούσε μια σύνοψη των κομματιών που «ανέβαζε» καθημερινά στο facebook, από το σπίτι του, κάπου στην Pennsylvania, οδηγώντας ο ίδιος ένα άτυπο πρόγραμμα υπό τον τίτλο “Tune of the Day” – και τούτο, για κάμποσες εβδομάδες.
Το “Breath by Breath” εντάσσεται, και αυτό, στο ίδιο πλαίσιο παραγωγής (των ειδικών συνθηκών). Μπορεί εδώ να μην είναι το σπίτι του ο χώρος εγγραφής, μα το Samurai Hotel, στην Astoria της Νέας Υόρκης (24-25 Αυγούστου 2021), όμως εκεί καταγράφηκε ό,τι είχε συνθέσει και επεξεργαστεί νωρίτερα στον προσωπικό του χώρο.
Το πρώτο movementBegin again” έχει να κάνει με τον κύκλο της ανανέωσης, που ξεκινά κάθε στιγμή εκ του μηδενός. Η μελωδία κυριαρχεί εδώ, μέσα από την επιμελημένη ενορχήστρωση, την συνήχηση piano-trio / κουαρτέτου και βεβαίως τις ξεχωριστές στιγμές, που αφορούν είτε στο ένα σχήμα είτε στο άλλο. Η ομορφιά κυριαρχεί, οπωσδήποτε, μέσα από ένα πνεύμα ισχυρής δημιουργικότητας.
Οι τίτλοι της σουίτας μοιάζουν και είναι προγραμματικοί, υποκρύπτοντας την άμεση σχέση της συγκεκριμένης μουσικής δημιουργίας με την εν λόγω «κατάσταση» (sati). “Awakened heart”, “Breath by breath” και “Monkey mind” είναι κάποιοι αρχικοί (τίτλοι), με τον τελευταίο να περιγράφει μία κατάσταση ξέφρενης δραστηριότητας της σκέψης, που «αγωνίζεται» να ησυχάσει, κάτι που συμβολίζεται με την κάπως free συνοδεία από το piano-trio, με την εντελώς συμβολική, αλλά στο ίδιο πλαίσιο, συμμετοχή του Crosby Street String Quartet.
Στο μεθεπόμενο “Mara”, στο οποίο συμμετέχει και ο Rogerio Boccato σε έξτρα κρουστά, έχουμε επίσης ένα ιδιαίτερο movement (το έκτο στη σειρά), με σταθερή ροή από percussions και με τον Fred Hersch να κτίζει σταδιακώς την μελωδία, με τόλμη και αποφασιστικότητα (Mara είναι το «πνεύμα του κακού», που επιχείρησε να διαστρέψει τον Βούδα, προσφέροντάς του κρασί, γυναικεία συντροφιά και πλούτη).
Η διαλογιστική αντίληψη που πνέει καθ’ όλη την διάρκεια τής The Sati Suite” συνδέεται με πρακτικές τις οποίες ο Fred Hersch έχει ξεκινήσει πριν από δεκαετίες, και γι’ αυτό τα αποτελέσματά τους εμφανίζονται στο “Breath by Breath” τόσο άρτια και πλήρη.
Το άλμπουμ θα κλείσει με το δεύτερο ουσιαστικώς κομμάτι του, που δεν είναι άλλο από το “Pastorale” (δεν σχετίζεται με την “The Sati Suite”) και που αποτελεί έναν φόρο τιμής προς τον Robert Schumann.
Διαχρονικώς αγαπημένος συνθέτης του Fred Hersch, καθώς διασκευάζει θέματά του από παλαιά (τουλάχιστον από το “Soothing the senses” του 2003), ενώ και το 2011 ακούσαμε την ίδια σύνθεση, την “Pastorale”, στο άλμπουμ του “Along at The Vanguard” [Palmetto], για το οποίον υπάρχει (σύντομη) αναφορά και στο blog. Θαυμάσιο, ευχάριστο και ελαφρώς παιγνιώδες track, με την συμμετοχή και του Crosby Street String Quartet, που κλείνει το “Breath by Breath” με ιδανικό τρόπο.
Επαφή: www.fredhersch.com

Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2021

οι DYSANATOLIA είναι ένα καινούριο ελληνικό ethnic-jazz συγκρότημα

Οι Dysanatolia είναι ένα καινούριο ή έστω σχετικά καινούριο ελληνικό ethnic-jazz συγκρότημα. Μπορεί να υπάρχουν εδώ και μια οκταετία, όμως μόλις τώρα έχουν έτοιμο το πρώτο άλμπουμ τους, που αποκαλείται After a Long Time[Private Pressing, 2021]. Ένα άλμπουμ σεμνής βινυλιακής διάρκειας, αν και τυπωμένο σε CD, που αναπτύσσεται σε διάστημα λίγο περισσότερο της μισής ώρας.
Μέλη των Dysanatolia είναι οι: Μανώλης Χριστοδούλου κανονάκι, Χρήστος Κυριαζής σαξόφωνο, φωνητικά, Σίμος Κωνσταντινίδης ντραμς, Νίκος Χριστόπουλος ντραμς και Χριστόφορος Μαστοράκης πλήκτρα, πιάνο, με την Ελένη Θεριουδάκη να βοηθάει στις φωνές.
Το “
After a Long Time” διαθέτει έξι tracks σχεδόν ισόποσης διάρκειας. Υπάρχει λοιπόν μια συμμετρία στην κατανομή, που δεν είναι άμοιρη του τελικού αποτελέσματος. Γιατί το λέμε αυτό; Επειδή οι Dysanatolia εμφανίζονται αρκετά συμπαγείς σ’ αυτό το CD τους, κάτι που αιτιολογείται προφανώς από την οκτάχρονη παρουσία τους στα πράγματα.
Και οι έξι συνθέσεις είναι δεμένες σωστά, χωρίς να χάσκουν, χωρίς να «χάνονται» σε δρόμους παράξενους – σε δρόμους, που να μην αιτιολογούνται από την αισθητική και την προβληματική του συγκροτήματος. Πού είναι ποια; Μα αυτό το κλασικό... του συνδυασμού δυτικών και ανατολικών στοιχείων, των ενταγμένων στις ευρύτερες μουσικές της Ανατολικής Μεσογείου.
Δεν είναι πρωτόφαντο αυτό που προτείνουν στο “After a Long Time” οι Dysanatolia. Είναι όμως ωραία τοποθετημένο και σωστά αναπτυγμένο, παρότι η παραγωγή γενικώς δεν βοηθάει, για ένα ακόμη μεγαλύτερο ξεπέταγμα. Είναι «τυπική» εννοούμε, ξέρη, δίχως να βγάζει «ήχο» προς τα έξω.
Παρά ταύτα η αξία του γκρουπ δεν κρύβεται – μία αξία που αφορά και στις συνθέσεις (που είναι των μελών του γκρουπ) και στα παιξίματα, που είναι επίσης πολύ καλά, δίχως να επιδιώκεται να εντυπωσιάσουν. Είναι ενταγμένα δηλαδή στο συνολικότερο πλάνο, υπηρετώντας πίστα και μόνον τις συνθέσεις.
Δεν μπορείς να μην γράψεις καλά λόγια για τους Dysanatolia, καθώς τους ακούς στο “After a long time” (Χριστοδούλου-Κυριαζής), στο “Breaktime” (Χριστοδούλου), στο “Thief of time” (Χριστοδούλου) και στο “Thalassaki” (Κυριαζής).
Πολλές οι αναφορές λοιπόν στην ελληνική δημοτική μουσική, στα βαλκανικά και τα παλαιότερα οθωμανικά ηχοχρώματα, και από ’κει και πέρα η Δύση, με την jazz, το rock, το latin κ.λπ. σε μελωδικούς, ρυθμικούς και οργανικούς συνδυασμούς καλαίσθητους, που δεν προκαλούν το αυτί, δίνοντας όμως, την ίδιαν ώρα, μιαν άπλα στην ψυχή.
Ένα απλό, διαβασμένο και κυρίως ουσιαστικό γκρουπ έχουμε εδώ, που μπορεί να πάει παραπάνω, αν επιμείνει στο ζήτημα της παραγωγής.
Επαφή: https://dysanatolia.bandcamp.com/album/after-a-long-time

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2021

Χριστούγεννα με εορταστικούς τζαζ, ποπ και φολκ δίσκους, από το ’60 μέχρι σήμερα – δέκα ιδιαίτερες ηχογραφήσεις στο πνεύμα των γιορτών, από σπουδαίους μουσικούς και συγκροτήματα

Τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια και γενικότερα το εορταστικό ρεπερτόριο αυτών των ημερών αποτελεί μια ειδική και διαχρονική κατηγορία της pop culture.
Είτε εκφέρονται αυτές οι πασίγνωστες μελωδίες με τον γνωστό παιδικό τρόπο (κάλαντα), είτε αποτελούν μέρος του τζαζ, ποπ, φολκ και ροκ ρεπερτορίου τις διακρίνει πάντα μία στόχευση, η οποία έχει να κάνει με βαθύτερες ανθρώπινες ανάγκες.
Έτσι, από το ξεκίνημα σχεδόν της δισκογραφίας τα εν λόγω τραγούδια ποτέ δεν έλειψαν από το σάουντρακ του Δεκεμβρίου (ούτε πρόκειται να λείψουν), αφού όχι μόνον οι κλασικές ηχογραφήσεις, μα και οι πιο πρόσφατες, έως και οι σημερινές, έρχονται να τοποθετήσουν νέους κρίκους στην αλυσίδα.
Εδώ επιλέγουμε δέκα δίσκους, από την δεκαετία του ’60 έως και σήμερα, το 2021, με στόχευση όμως σε κυκλοφορίες της τελευταίας δεκαετίας, οι οποίες μπορεί να μην έχουν την σιγουριά του κλασικού, όπως οι ιστορικές χριστουγεννιάτικες εγγραφές των Phil Spector, Elvis Presley, Louis Armstrong, Bing Crosby, Frank Sinatra, Ella Fitzgerlad κ.λπ., διαθέτουν όμως την ίδια «χριστουγεννιάτικη» ποιότητα.
Ανάμεσα και δύο ελληνικές επιλογές «έκπληξη».
Η σειρά δεν είναι ούτε χρονολογική, ούτε αλφαβητική, ούτε αξιολογική, όμως δεν είναι και τυχαία. Οι δέκα δίσκοι ναι μεν αριθμούνται, αλλά είναι έτσι τοποθετημένοι σαν να κυλάει ένα εορταστικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα.
1. JEFF HAMILTON TRIO: Merry & Bright
[CAPRI Records, 2021]
Το όνομα του αμερικανού ντράμερ Jeff Hamilton κάποιοι μπορεί να το έχουν στο νου τους από την πολυποίκιλη συνεργασία του (σε CD, DVD και συναυλίες) με την δημοφιλή τζαζ πιανίστρια και τραγουδίστρια Diana Krall, όμως ο Jeff Hamilton με το τρίο του ή με όποιο άλλο σχήμα κατά καιρούς εμφανίζεται, ήταν και παραμένει ένας ευφάνταστος και δημιουργικός μουσικός, υλοποιώντας ποικίλα projects πάντα με επιτυχία.
Στο πιο νέο άλμπουμ του, το εντελώς πρόσφατο “Merry & Bright”, ο Jeff Hamilton με τους συνεργάτες του Jon Hamar κοντραμπάσο και Tamir Hendelman πιάνο –ένα από τα ωραιότερα και αρτιότερα piano-trio εδώ και χρόνια στην mainstream αμερικανική τζαζ δισκογραφία– είναι έτοιμο για νέες κατακτήσεις. Νέες κατακτήσεις που αφορούν, αυτή τη φορά, σε γνωστό, καταξιωμένο και πάνω απ’ όλα εορταστικό, χριστουγεννιάτικο υλικό.
Από το υπερ-κλασικό παραδοσιακό “O Tannenbaum”, μέχρι το “Its the holiday season”, που αγαπήθηκε από τον Andy Williams, και από τα “Caroling caroling” και “Bright bright the holly berries” (που μάγεψαν τον Hamilton στις εκτελέσεις των The Singers Unlimited), μέχρι το “Here comes Santa Claus” του Gene Autry και το “Have yourself a merry little Christmas” από το χριστουγεννιάτικο μιούζικαλ “Meet me in St. Louis” (1944) με την Judy Garland, ένα είναι σίγουρο.
Η μπάντα βρίσκεται στο στοιχείο της και, αληθινά, το χαίρεται. Κάτι που άμεσα συνάγεται από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται το εν λόγω ρεπερτόριο, που ενώ διατηρεί την απλότητα και το εορταστικό feeling του, παράλληλα γίνεται και όχημα για σπουδαία παιξίματα (εντυπωσιακός ο Hendelman στο... «Ω έλατο, ω έλατο...») και απολαυστικό το βραζιλιάνικο χρώμα στο “Here comes Santa Claus”.
Μέρες που είναι η jazz δεν μας ξεχνάει...
https://www.youtube.com/watch?v=WlN4OaPV_7o
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/hristoygenna-me-eortastika-tzaz-pop-kai-folk-almpoym-apo-60-mehri-simera

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2021

JOSH SINTON «σκληρό» άκουσμα, για σόλο βαρύτονο σαξόφωνο

Βαρυτονίστας και μπασοκλαρινετίστας βασικά, ο Josh Sinton μας έχει απασχολήσει άλλη μία φορά στο δισκορυχείον, όταν είχαμε αναφερθεί στο άλμπουμ του “Making Bones…” [ILUSO, 2018], το οποίον υπέγραφε με το Josh Sintons Predicate Trio. Μουσικός με ιστορία στο χώρο –εξάλλου είναι πλέον στα 50 του– ο Sinton είναι σφόδρα επηρεασμένος, γενικώς και ειδικώς, από τον Steve Lacy, τον οποίον έχει τιμήσει κατά καιρούς στην δισκογραφία. Στο πιο καινούριο άλμπουμ του, όμως, που αποκαλείται b.” [FiP Recordings, 2021], ο Josh Sinton εκείνο που τιμάει είναι το βαρύτονο σαξόφωνο, καθώς αυτό ακριβώς το άλμπουμ του είναι σόλο.
Σόλο βαρύτονο λοιπόν, σ’ ένα σετ κομματιών με τίτλους “
b.1.” και “b.2.”, σαν πλευρές δίσκου βινυλίου – με τα “b.1.” να υποδιαιρούνται σε “b.1.i”, “b.1.ii”, “b.1.iii” και “b.1.iv” και με τα “b.2.” σε “b.2.i”, “b.2.ii”, “b.2.iii”, “b.2.iv” και “b.2.v”. 
Ήτοι εννέα tracks συνολικώς, μέσα από τα οποία ο Sinton επιχειρεί να δείξει κρυμμένες όψεις του βαρύτονου σαξοφώνου. Τις οποίες και δείχνει.
Βασικά, εδώ, ο Josh Sinton «παίζει» με όλα. Με τα timbre, δημιουργώντας μία εν πολλοίς εκπληκτική γκάμα στο 7λεπτο “b.2.i” (με απίστευτο «πνιχτό» παίξιμο, με παράλληλη χρήση των ταπών και multiphonics), με ποικιλία στα μέτρα και τα tempi (στο blues για παράδειγμα “b.1.iii”) και φυσικά με τις ταχύτητες, τις επιταχύνσεις και τις παύσεις, πολλαπλασιάζοντας ή υποδιαιρώντας τον χρόνο, δίνοντας στους αυτοσχεδιασμούς του άλλοτε μιαν αίσθηση διαλογισμού (“b.2.iv”) και άλλοτε εκείνη της σκληρά δυναμικής και εικονοκλαστικής καταγραφής, στα όρια συχνά του free-improv (“b.2.iii”).
Σίγουρα το άκουσμα του “b.” δεν είναι εύκολο, αλλά αυτό δεν σημαίνει κάτι. Η δυσκολία, εδώ, έχει οπωσδήποτε έναν εξερευνητικό χαρακτήρα, όσον αφορά στις δυνατότητες του οργάνου, αλλά στη βάση της αυτή ακριβώς η δυσκολία ανασκαλεύει συγκεκριμένες ψυχικές και σωματικές καταστάσεις του αυτοσχεδιαστή στην προσπάθειά του να τις μετατρέψει σε ήχο. Δεν λειτουργεί ως αυτοσκοπός δηλαδή.
Επαφή: www.joshsinton.com

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2021

MARTIN WIND QUARTET o γερμανός κοντραμπασίστας συμπληρώνει 25 χρόνια στη Νέα Υόρκη και το γιορτάζει μ’ ένα εξαιρετικό CD

Γερμανός κοντραμπασίστας, γεννημένος στην Flensburg (βόρεια Γερμανία) το 1968, ο Martin Wind μάς είναι ένας γνωστός-άγνωστος εδώ στο δισκορυχείον.
Άγνωστος κατ’ αρχάς, γιατί δεν έχουμε γράψει ποτέ για κάποια προσωπική δουλειά του, με τον ίδιον ως leader –κάποια από τις πάμπολλες που έχει κυκλοφορήσει τα τελευταία 30 χρόνια–, έχοντας όμως γράψει, πολλές φορές, για άλμπουμ στα οποία έχει συμμετάσχει ως session μουσικός.
Πιο συγκεκριμένα, τα CD που μπορείς νακούσεις το παίξιμο του Martin Wind και για τα οποία υπάρχουν reviews στο blog είναι τα: Scott Robinson “Tenormore” [Arbors, 2018/19], Matt Wilson “Honey and Salt / Music inspired by the poetry of Carl Sandburg” [Palmetto, 2017], Ken Peplowski “Erapture” [CAPRI, 2016], Libby York “Memoir” [Libby York Music, 2014], Pete Mills “Sweet Shadow” [Cellar Live, 2014], Ken Peplowski “Maybe September” [CAPRI, 2013] και Paul Meyers Quartet “Featuring Frank Wess with Special Guest Andy Bey” [Miles High, 2009].
Βλέπουμε λοιπόν μια μεγάλη ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του Martin Wind στα τζαζ πράγματα, που συμπίπτει, αν θέλετε, με την μετακόμισή του στην Νέα Υόρκη, προ 25ετίας.
Αυτή την 25ετία γιορτάζει τώρα ο γερμανός μουσικός με το πιο νέο άλμπουμ του My Astorian Queen [Laika-Records, 2021], που υποτιτλοφορείται “25 years on the New York jazz scene”, στο οποίο παρουσιάζει θαυμάσια πρωτότυπα και διασκευές με το κουαρτέτο του, δηλαδή τους Scott Robinson τενόρο και μπάσο σαξόφωνα, κλαρινέτο, τρομπέτα, Bill Mays πιάνο και Matt Wilson ντραμς – σημαίνοντας μουσικούς, με τους οποίους έχει συνεργαστεί ξανά και ξανά.
Από τα εννέα tracks του CD συνθέσεις του Wind είναι τρία, ένα είναι σύνθεση του πιανίστα Bill Mays, ενώ υπάρχουν και πέντε versions στα “Mean what you say” του Thad Jones, “Broadway” (στάνταρντ από το 1940), “É preciso perdoar” (των MPB4, από το 1966, που το έκανε γνωστότερο ο João Gilberto το 1973), “Theres a boat thats leaving soon for New York” (του George Gershwin) και “New York, New York” (το κλασικό τραγούδι των Fred Ebb & John Kander, που σφράγισε ο Frank Sinatra).
Το πρώτο πρωτότυπο του Martin Wind είναι το “Solitude”, γραμμένο κατά την διάρκεια του πρώτου lockdown, την άνοιξη του 2020. Πρόκειται για ένα θαυμάσιο ρομαντικό track, με έξοχο σόλο στο κοντραμπάσο, που «κρατάει» όλη τη σύνθεση. Τα σόλι που ακολουθούν στο κλαρινέτο κατ’ αρχάς και εν συνεχεία στο πιάνο, ολοκληρώνουν με τον καλύτερο τρόπο αυτό το υπέροχο κομμάτι.
Όμως στο ίδιο υψηλό επίπεδο κινείται και η δεύτερη σύνθεση του Martin Wind, που υπάρχει σ’ αυτό το CD, που δεν είναι άλλη από την “Out in P.A.” (όπου “P.A.” η Pennsylvania). Το κομμάτι αυτό είχε ηχογραφηθεί το 2000, από τους Martin Wind, Bill Mays και Matt Wilson, και περικλείει προσωπικές μνήμες (του Wind). Καταπληκτικό, και με μία jazz-pop διάσταση, που του προσθέτει κι άλλες αρετές.
Όμως και το “My astorian queen” διαθέτει φοβερό εισαγωγικό σόλο στο κοντραμπάσο, δίνοντας από ’κει και κάτω την ευκαιρία στην υπόλοιπη μπάντα να «συνομιλήσει» αργά, με μια μελωδική blues αίσθηση.
Φυσικά και οι versions είναι εξαιρετικές, με την jazz-bossa É preciso perdoar”, εκεί ακριβώς στην μέση του CD, να δημιουργεί την καταλληλότερη και πιο εποικοδομητική «γέφυρα», ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο Martin Wind τιμά αυτή την 25ετή δημιουργική διαμονή του στην Νέα Υόρκη μ’ ένα αληθινά εορταστικό άλμπουμ – ένα άλμπουμ που προσφέρει πολλά ευφρόσυνα vibes, ικανό να συνεγείρει, σε μιαν ευρύτερη γιορτή, τον πάσα έναν.
Επαφή: www.laika-records.com

XΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!