Το δίδυμο Βαγγέλης
Μαχαίρας-Δημήτρης Λέντζος το είχαμε ακούσει, κι είχα γράψει τα καλύτερα, όταν
είχαμε αναφερθεί στο άλμπουμ τής Κατερίνας Ντίνου «Επιθυμία» [Μετρονόμος, 2020],
στο οποίο οι δυο τους ήταν υπεύθυνοι για την μουσική και τα λόγια. Σημειώναμε
επί λέξει:
Για τον Δημήτρη Λέντζο δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο – υπό την έννοια ότι είναι γνωστό το επίπεδο της στιχουργικής του χρόνια τώρα. Τεράστια ευχέρεια στο γράψιμο, στίχος απλός, ουσιώδης, με βάθος, χωρίς εκζητήσεις, εντεχνολαϊκός στη βάση του, οργανωμένος και δουλεμένος στο χέρι, όπως θα λέγαμε, με την τέχνη του παλιού μάστορα.
Για τον Βαγγέλη Μαχαίρα ας συμπληρώσουμε πως πρόκειται για έναν διακεκριμένο μπουζουξή (εδώ παίζει ακόμη μπαγλαμά, λαούτο, μαντολίνο, μπάσο, κρουστά, ενώ κάνει και προγραμματισμό) (σ.σ. σχεδόν τα ίδια όργανα παίζει και στον πιο νέο δίσκο του, που θα μας απασχολήσει στην συνέχεια), ο οποίος έχει συνεργαστεί με δεκάδες μεγάλα ονόματα του τραγουδιού μας (ας μην αρχίσουμε την απαρίθμηση), δείχνοντας στοιχεία μεγάλης συνθετικής συνέπειας – μα ακόμη ευστροφίας, ταλέντου και δημιουργικής διάθεσης.
Αυτά τα καλά λόγια τα επαναλαμβάνουμε και τώρα, με αφορμή το πιο νέο CD των Μαχαίρα-Λέντζου, που έχει τίτλο «Τα Χέρια» [Μετρονόμος, 2021] και που περιλαμβάνει τραγούδια τους ερμηνευμένα από πολλές και διαφορετικές φωνές. Πιο συγκεκριμένα στο άλμπουμ ακούγονται οι: Γιώργος Νταλάρας, Μανώλης Μητσιάς, Γιάννης Κότσιρας, Βιολέτα Ίκαρη, Κώστας Θωμαΐδης, Παντελής Θαλασσινός, Δήμητρα Μπουλούζου, Δέσποινα Ραφαήλ, Παντελής Κυραμαργιός, Γιώργος Μάκρας και Αντώνης Ξηντάρης / Βασίλης Κορακάκης / Θοδωρής Ξηντάρης. Χαμός πραγματικός (από φωνές). Χρειάζονταν όλες αυτές οι φωνές, ήταν δηλαδή απαραίτητες για να αποδώσουν τα τραγούδια του εν λόγω δίσκου; Σίγουρα όχι.
Δεν μπορώ να καταλάβω πώς σκέφτονται πλέον οι δημιουργοί των «έντεχνων» δίσκων.
Γιατί δεν επιλέγουν μία ή δύο φωνές για τα τραγούδια τους, καταφεύγοντας στην... εντεκάδα; Θα πω κάτι, που μου έρχεται στο μυαλό κι ας είναι χαζό, ας είναι λάθος. Μπορώ να πω και άλλα πιο πιθανά, φυσικά, αλλά θέλω να πω αυτό... το χαζό.
Επειδή τα CD δεν πουλάνε πλέον, αυτή την ποσότητα που θα άξιζε να πουλήσουν (το ίδιο ισχύει και με τους δίσκους βινυλίου φυσικά), οι πολλές συμμετοχές αθροίζουν πολλούς φίλους (των συμμετεχόντων) και ενδεχομένους πολλούς υποψήφιους αγοραστές. Αν υπάρχει κάπου στο μυαλό των δημιουργών ένα τέτοιο μη-ομολογημένο «τέχνασμα», δεν χρειάζεται να πω πως το βρίσκω, χοντρικά, καταστροφικό. Δεν ξέρω πλέον τι να υποθέσω... και δεν θέλω επ’ ουδενί να πιστέψω πως υπάρχουν δημιουργοί, που σκέφτονται τόσο υπολογιστικά, στήνοντας από μόνοι τους τέτοιου τύπου αναχώματα στο έργο τους. Γιατί οι δίσκοι «κολλάνε», δεν ανεβαίνουν, δεν γράφουν ιστορία, όταν τα 11-12 τραγούδια ενός άλμπουμ ερμηνεύονται από εντεκάδες. Εν πάση περιπτώσει...
Ερχόμενος στο άλμπουμ των Βαγγέλη Μαχαίρα-Δημήτρη Λέντζου θα πω πως αυτό δεν ξεκινάει με τα μπούνια, δεν ξεκινάει με χίλια. Με Γιώργο Νταλάρα, Μανώλη Μητσιά και Γιάννη Κότσιρα, τα τρία, κατά τεκμήριο, μεγάλα ονόματα του δίσκου, με την τεράστια ιστορία (για τους δύο πρώτους) το θέμα δείχνει «να κάθεται». Γιατί αν αυτοί οι τρεις λένε τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου (υποτίθεται), τότε εκείνο που ακολουθεί θα είναι λογικώς κατώτερο.
Και όμως ο δίσκος
μετράει πολύ μετά το τέταρτο τραγούδι του, και για μένα, προσωπικά, από ’κει
ξεκινάει – χωρίς να θέλω να υποτιμήσω με αυτό, την εισαγωγή με το «Μακρύ
ταξίδι», στο οποίο ο Γ. Νταλάρας είναι πολύ καλός (με πολύ καλή φωνή εννοώ σ’
αυτή την ηλικία) σ’ ένα τραγούδι που του πάει (και γι’ αυτό, προφανώς, το
διάλεξε).
Όμως το μπαμ γίνεται από το «Πουλάκι μου» (Βιολέτα Ίκαρη) και κάτω, με το ένα πολύ καλό τραγούδι να διαδέχεται το άλλο. Εξαιρετικά είναι και τα κομμάτια που λένε οι πασίγνωστοι Κώστας Θωμαΐδης και Παντελής Θαλασσινός, αλλά ακόμη πιο εξαιρετικά είναι εκείνα των αγνώστων ή λίγο γνωστών (προς εμένα) Δήμητρας Μπουλούζου, Δέσποινας Ραφαήλ και Παντελή Κυραμαργιού.
Και αναφερόμαστε σε μιαν ομάδα τραγουδιών, που, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, δεν έχουν και πολύ σχέση με το «λαϊκό» και «έντεχνο λαϊκό», αλλά με το ροκ, την μπαλάντα, την τζαζ, το μπλουζ κ.λπ. Το οποίο «λαϊκό» πιάνει κορυφή με το τελευταίο «ακη-πανικό» (συν μιαν αίσθηση Ξυδάκη-Ρασούλη) τραγούδι του δίσκου, το «Παίξε Βαγγέλη την πενιά», που δεν κολλάει πάντως εκεί στο τέλος, μετά απ’ όσα έχουν προηγηθεί.
Οπότε, επανερχόμαστε σ’ εκείνο που γράψαμε πιο πριν.
Για τον Δημήτρη Λέντζο δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο – υπό την έννοια ότι είναι γνωστό το επίπεδο της στιχουργικής του χρόνια τώρα. Τεράστια ευχέρεια στο γράψιμο, στίχος απλός, ουσιώδης, με βάθος, χωρίς εκζητήσεις, εντεχνολαϊκός στη βάση του, οργανωμένος και δουλεμένος στο χέρι, όπως θα λέγαμε, με την τέχνη του παλιού μάστορα.
Για τον Βαγγέλη Μαχαίρα ας συμπληρώσουμε πως πρόκειται για έναν διακεκριμένο μπουζουξή (εδώ παίζει ακόμη μπαγλαμά, λαούτο, μαντολίνο, μπάσο, κρουστά, ενώ κάνει και προγραμματισμό) (σ.σ. σχεδόν τα ίδια όργανα παίζει και στον πιο νέο δίσκο του, που θα μας απασχολήσει στην συνέχεια), ο οποίος έχει συνεργαστεί με δεκάδες μεγάλα ονόματα του τραγουδιού μας (ας μην αρχίσουμε την απαρίθμηση), δείχνοντας στοιχεία μεγάλης συνθετικής συνέπειας – μα ακόμη ευστροφίας, ταλέντου και δημιουργικής διάθεσης.
Αυτά τα καλά λόγια τα επαναλαμβάνουμε και τώρα, με αφορμή το πιο νέο CD των Μαχαίρα-Λέντζου, που έχει τίτλο «Τα Χέρια» [Μετρονόμος, 2021] και που περιλαμβάνει τραγούδια τους ερμηνευμένα από πολλές και διαφορετικές φωνές. Πιο συγκεκριμένα στο άλμπουμ ακούγονται οι: Γιώργος Νταλάρας, Μανώλης Μητσιάς, Γιάννης Κότσιρας, Βιολέτα Ίκαρη, Κώστας Θωμαΐδης, Παντελής Θαλασσινός, Δήμητρα Μπουλούζου, Δέσποινα Ραφαήλ, Παντελής Κυραμαργιός, Γιώργος Μάκρας και Αντώνης Ξηντάρης / Βασίλης Κορακάκης / Θοδωρής Ξηντάρης. Χαμός πραγματικός (από φωνές). Χρειάζονταν όλες αυτές οι φωνές, ήταν δηλαδή απαραίτητες για να αποδώσουν τα τραγούδια του εν λόγω δίσκου; Σίγουρα όχι.
Δεν μπορώ να καταλάβω πώς σκέφτονται πλέον οι δημιουργοί των «έντεχνων» δίσκων.
Γιατί δεν επιλέγουν μία ή δύο φωνές για τα τραγούδια τους, καταφεύγοντας στην... εντεκάδα; Θα πω κάτι, που μου έρχεται στο μυαλό κι ας είναι χαζό, ας είναι λάθος. Μπορώ να πω και άλλα πιο πιθανά, φυσικά, αλλά θέλω να πω αυτό... το χαζό.
Επειδή τα CD δεν πουλάνε πλέον, αυτή την ποσότητα που θα άξιζε να πουλήσουν (το ίδιο ισχύει και με τους δίσκους βινυλίου φυσικά), οι πολλές συμμετοχές αθροίζουν πολλούς φίλους (των συμμετεχόντων) και ενδεχομένους πολλούς υποψήφιους αγοραστές. Αν υπάρχει κάπου στο μυαλό των δημιουργών ένα τέτοιο μη-ομολογημένο «τέχνασμα», δεν χρειάζεται να πω πως το βρίσκω, χοντρικά, καταστροφικό. Δεν ξέρω πλέον τι να υποθέσω... και δεν θέλω επ’ ουδενί να πιστέψω πως υπάρχουν δημιουργοί, που σκέφτονται τόσο υπολογιστικά, στήνοντας από μόνοι τους τέτοιου τύπου αναχώματα στο έργο τους. Γιατί οι δίσκοι «κολλάνε», δεν ανεβαίνουν, δεν γράφουν ιστορία, όταν τα 11-12 τραγούδια ενός άλμπουμ ερμηνεύονται από εντεκάδες. Εν πάση περιπτώσει...
Ερχόμενος στο άλμπουμ των Βαγγέλη Μαχαίρα-Δημήτρη Λέντζου θα πω πως αυτό δεν ξεκινάει με τα μπούνια, δεν ξεκινάει με χίλια. Με Γιώργο Νταλάρα, Μανώλη Μητσιά και Γιάννη Κότσιρα, τα τρία, κατά τεκμήριο, μεγάλα ονόματα του δίσκου, με την τεράστια ιστορία (για τους δύο πρώτους) το θέμα δείχνει «να κάθεται». Γιατί αν αυτοί οι τρεις λένε τα καλύτερα τραγούδια του δίσκου (υποτίθεται), τότε εκείνο που ακολουθεί θα είναι λογικώς κατώτερο.
Όμως το μπαμ γίνεται από το «Πουλάκι μου» (Βιολέτα Ίκαρη) και κάτω, με το ένα πολύ καλό τραγούδι να διαδέχεται το άλλο. Εξαιρετικά είναι και τα κομμάτια που λένε οι πασίγνωστοι Κώστας Θωμαΐδης και Παντελής Θαλασσινός, αλλά ακόμη πιο εξαιρετικά είναι εκείνα των αγνώστων ή λίγο γνωστών (προς εμένα) Δήμητρας Μπουλούζου, Δέσποινας Ραφαήλ και Παντελή Κυραμαργιού.
Και αναφερόμαστε σε μιαν ομάδα τραγουδιών, που, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, δεν έχουν και πολύ σχέση με το «λαϊκό» και «έντεχνο λαϊκό», αλλά με το ροκ, την μπαλάντα, την τζαζ, το μπλουζ κ.λπ. Το οποίο «λαϊκό» πιάνει κορυφή με το τελευταίο «ακη-πανικό» (συν μιαν αίσθηση Ξυδάκη-Ρασούλη) τραγούδι του δίσκου, το «Παίξε Βαγγέλη την πενιά», που δεν κολλάει πάντως εκεί στο τέλος, μετά απ’ όσα έχουν προηγηθεί.
Οπότε, επανερχόμαστε σ’ εκείνο που γράψαμε πιο πριν.
Ένα ουσιαστικό CD, που ξεκινάει χαλαρά, για να μην πούμε
αδιάφορα, και που απογειώνεται στην πορεία (μετά το πρώτο δεκάλεπτο).
Επαφή: www.metronomos.gr
μπορείτε να μου στείλετε το άλμπουμ mp3
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι, δυστυχώς.
Διαγραφή