Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

ΜΑΝΩΛΗΣ ΧΙΩΤΗΣ – JIMI HENDRIX μια υποτιθέμενη συνάντηση κάποτε στην Αμερική, που εξακολουθεί να συντηρεί έναν τελείως ανυπόστατο μύθο – όλα τα στοιχεία δείχνουν πως η «συνάντηση» Χιώτη-Hendrix δεν έγινε ποτέ

Ένας από τους πιο γνωστούς εγχώριους μύθους, που σχετίζονται με την μουσική, έχει να κάνει με την περιβόητη δήθεν-συνάντηση του Μανώλη Χιώτη (1921-1970) με τον Jimi Hendrix (1942-1970), που υποτίθεται πως συνέβη κάποτε στα σίξτις, στην Νέα Υόρκη.
Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς διάβασα γι’ αυτό το παραμύθι. Σίγουρα, όμως, ήταν σε ελληνικό περιοδικό στα χρόνια του ’90, εκεί όπου ανάμεσα σε άλλα «μάθαινες» πως στην δισκοθήκη του Hendrix είχαν βρεθεί (και) άλμπουμ του Χιώτη και πως οι δυο τους είχαν συναντηθεί κιόλας στην Αμερική, στη δεκαετία του ’60! Φυσικά, καμία ουσιαστική απόδειξη δεν υπήρχε που να επιβεβαιώνει αυτούς τους απίστευτους ισχυρισμούς, ενώ –το χειρότερο απ’ όλα– είχε κατασκευαστεί και τίτλος υποτιθέμενου original άρθρου, στον οποίο διάβαζες: «Τζίμι Χέντριξ: “Δεν είμαι εγώ ο πρώτος, ο Χιώτης είναι”». Η πλήρης παραπλάνηση δηλαδή.
Αυτή η φαντασιοπληξία, καθώς αναπτυσσόταν το διαδίκτυο, βρήκε πρόσφορο έδαφος να ριζώσει και να επεκταθεί, να περάσει στην πορεία στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, μα και σε δεκάδες σάιτ (από πολύ γνωστά, έως και λιγότερο γνωστά), τα οποία αναπαρήγαν εντελώς ανόητα και αβασάνιστα ένα μύθευμα, χωρίς ποτέ κανένας-καμία-κανένα να κομίσει ούτε ίχνος απόδειξης.
Η διόγκωση της συγκεκριμένης παραϊστορίας συνέβη, βασικά, πριν από έντεκα χρόνια (Ιούνιος 2009), μέσα από μια τηλεοπτική εκπομπή της κρατικής ΝΕΤ, που είχε τίτλο Η Μηχανή του Χρόνου και την οποία παρουσίαζε ο δημοσιογράφος Χρίστος Βασιλόπουλος. Η εκπομπή αυτή είναι διαθέσιμη και σήμερα στο επίσημο σάιτ της EΡΤ webtv.ert.gr και πλασάρεται ως εξής: «Μανώλης Χιώτης, Ο σολίστας που φοβήθηκε ο Jimmy Hentrix», με το ονοματεπώνυμο του αμερικανού μουσικού να είναι τελείως ανορθόγραφα γραμμένο, καθώς, όπως είναι γνωστό, η ορθή γραφή είναι Jimi Hendrix. Η προχειρότητα, δηλαδή, ακόμη και τώρα «χτυπάει κόκκινο». Ας ελπίσουμε ότι κάποια στιγμή θα το διορθώσουν...
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/articles/music_articles/297593/gia-tin-ypotithemeni-synantisi-toy-manoli-xioti-me-ton-jimi-hendrix-kapote-stin-ameriki

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

YUNE, FOTOCRIME, MEΑNWHILE PROJECT LTD., SMOKEMASTER, SEIMS συγκροτήματα του νέου rock από Δανία, ΗΠΑ, Γερμανία και Αυστραλία

YUNE: Agog [Crunchy Frog Recordings, 2020]
Συγκρότημα από την Δανία, πρωτοεμφανιζόμενο κατά πάσα πιθανότητα, που κινείται σε indie-pop-psych δρόμους, με πολύ καλά αποτελέσματα.
Παρουσιάζουν, εννοούμε, μια σειρά από πολύ ζωντανά τραγούδια οι Yune (Tobias Sachse φωνή, σύνθια, πιάνο, Erlend Eggestad κιθάρες, σύνθια, κρουστά, φωνή, Nikolaj Bugge κιθάρες, Mads Flethøj Ege μπάσο, κρουστά, Tobias Andreassen ντραμς, κρουστά), κάτι που σημαίνει πως οι άνθρωποι διαθέτουν ταλέντο, και πως δεν ακολουθούν άλλους πολλούς συνοδοιπόρους τους, που ρέπουν προς το αδιάφορο και την κοινοτοπία.
«Μπλεγμένα» λοιπόν τα τραγούδια των Yune (υπάρχουν και βοήθειες σε τσέλο και κρουστά), αλλά ταυτοχρόνως και γεμάτα από αληθινές μελωδίες, επινοήματα, εκπλήξεις κ.λπ., δίχως ποτέ και πουθενά να γίνεται κατάχρηση κόλπων ή εφφέ, αδυνατίζοντας ή καλύπτοντας την ουσία. Τραγούδια όχι εύκολα, αντιθέτως πολυδαίδαλα, παρότι σε διάρκειες δεν είναι τεράστια (τα περισσότερα είναι τετράλεπτα) και που, όπως διαβάζουμε στο bandcamp τους, είναι εμπνευσμένα από τις μαροκινές ερήμους (τόσο θεματικά, όσο και ηχητικά). Εντάξει, τώρα αυτό δεν φαίνεται και τόσο, αν πρώτα δεν το διαβάσεις, αλλά δεν έχει και τόσο σημασία.
Σημασία έχει η γενική εικόνα πρώτα-πρώτα, που είναι αρκετά καλά προσανατολισμένη προς το psych-pop και βεβαίως όλα τα επιμέρους θέματα (μουσικές, στίχοι, ενοργανώσεις, παιξίματα, τραγούδι-φωνές, παραγωγή...), που κινούνται σ’ ένα το ίδιο υψηλό επίπεδο.
Μάλιστα από το τέταρτο κομμάτι και μετά (“Running down the hourglass”), το “Agog” (έτσι λέγεται το LP/CD των Yune) γίνεται ακόμη καλύτερο, με τη μία κομματάρα να διαδέχεται την άλλη (άκου το “Copy of you”), πριν φθάσουμε στο τέλος με το 6λεπτο “Unna”, που είναι ένα από τα ωραιότερα tracks του άλμπουμ.
Επαφή: www.crunchy.dk
FOTOCRIME: South of Heaven [Profound Lore Records, 2020]
Έως ώρας έχουμε αναφερθεί σε δύο κυκλοφορίες των Fotocrime, το “Always Night” [Golden Antenna, 2017] και το “Principle of Pain” [Golden Antenna, 2018], γράφοντας και για τις δύο πολύ καλά λόγια. Αυτό θα κάνουμε και για το πιο πρόσφατο LP/CD τους, που αποκαλείται “South of Heaven”. Fotocrime είναι πάντα ο R. (Ryan Patterson), που έχει γράψει όλα τα τραγούδια (λόγια, μουσικές, τραγουδάει, παίζει πολλά όργανα), ενώ σ’ αυτό το άλμπουμ του τον συνοδεύουν και οι Shelley Anderson, Jodie Cox, Erik Denno, Elinor Lüdde, Hayden Menzies, Mother, Rob Moran, Janet Morgan, J. Robbins και Nick Thieneman με επιπλέον κιθάρες, μπάσο, ντραμς, φωνητικά. Ηχογραφημένο από τους Steve Albini, J. Robbins και Simon Small σε διάφορα στούντιο της Βαλτιμόρης, του Σικάγου, του Λονδίνου και στο σπίτι του (στο σπίτι του R.), το “South of Heaven” είναι ένα εξαιρετικό σύγχρονο ροκ άλμπουμ, που σε «πιάνει» από την αρχή και άμεσα – δίχως κάποια προσπάθεια, εννοούμε, από ’σένα, τον ακροατή, για να το αποδεχθείς.
Ο R. είναι ένας πολύ καλός στιχουργός κατ’ αρχάς, με συνέπεια σε ό,τι χαράζει στο χαρτί και το κάνει τραγούδι. Τα λόγια του σχετίζονται κυρίως με θέματα σχέσεων, τοποθετημένα μέσα σ’ ένα σκηνικό, αστικό φυσικά, κάπως αποπνιχτικό, κάπως πνιγηρό, για να μην πούμε βάρβαρο, και αυτή η τραχύτητα (από την οποίαν περνάνε και τα καθημερινά αισθήματα) δεν μπορεί παρά να βγαίνει και στις μουσικές – μέσω και της πολύ καλής και απολύτως πειστικής ηχογράφησης-παραγωγής.
Πολύ δύσκολα θα εντοπίσεις μέτριο κομμάτι εδώ, πόσω μάλλον αδιάφορο – και τούτο γιατί, βασικά, δεν υπάρχει. Απεναντίας υπάρχουν σπουδαία τραγούδια, που κατακρατούν ποικίλες eighties (και πέραν αυτών) αναφορές και γύρω από το rock, και γύρω από το synth-rock, με κορυφαία τα “Foto on wire”, “Hold me in the night”, “Expulsion from paradise” και “Chaos & cosmos”.
Εξαιρετικό άλμπουμ, που φέρνει πολλά στη μνήμη μας από εκείνη την εποχή, μα και από την σημερινή (τους «δικούς μας» Mechanimal ας πούμε).
Επαφή: www.profoundlorerecords.com
ME
Α
NWHILE PROJECT LTD.: Marseille [Kapitän Platte, 2020]
Οι Meanwhile Project Ltd. είναι δύο, ο Marcus Adam και ο Marcell Birreck, και προέρχονται από την Γερμανία (Κολωνία). Δεν είναι πρωτοεμφανιζόμενοι ούτε ως Meanwhile Project Ltd. ούτε και γενικότερα, καθώς ως μέλη των Lunatic Skydance δραστηριοποιούνται από τα τέλη των 90s. Άρα ως τραγουδοποιοί έχουν γράψει τα... χιλιόμετρά τους, κάτι που, σε κάθε περίπτωση, φαίνεται και σ’ αυτό το τελευταίο πόνημά τους, το “Marseille”, που περιέχει δέκα tracks, και που κυκλοφορεί σε βινύλιο και digital.
Σ’ αυτό το LP οι Adam και Birreck δεν είναι μόνοι τους, καθώς τους συνοδεύουν πάμπολλοι guests σε ντραμς, κλαρινέτο, σαξόφωνα, τρομπόνι, τσέλο, ενώ στο άλμπουμ υπάρχουν και ευρύτερες ενορχηστρώσεις. Γενικώς, δηλαδή, ο ήχος είναι πλούσιος – παρότι στο “Marseille” καταγράφονται και πιο loner tracks.
Το στυλ των τραγουδιών των Meanwhile Project Ltd. δεν είναι εύκολο να περιγραφεί, επειδή δεν είναι μονοδιάστατο. Η γενική ταμπέλα γράφει “rock”, αλλά από ’κει κάτω αυτή θα πρέπει να συμπληρωθεί με άλλες υπο-ταμπέλες, οι οποίες σχετίζονται με την pop (λόγω των ενορχηστρώσεων), με το folk, τις pop-psych εκζητήσεις και το indie-rock συγκροτημάτων όπως οι dEUS για παράδειγμα.
Ο συνδυασμός όλων αυτών οδηγεί τους Meanwhile Project Ltd. στο να παρουσιάσουν μια σειρά εξαιρετικών τραγουδιών, μερικά εκ των οποίων θα μπορούσε να ήταν ζηλευτά ακόμη και στα sixties (“Lost on demand”, “Seventy eight”).
Επαφή: www.kapitaen-platte.de
SMOKEMASTER: S/T [Tonzonen Records, 2020]
Καινούριο γερμανικό progressive rock συγκρότημα, που προέρχεται από την Κολωνία είναι οι Smokemaster (Tack Tack όργανο, σύνθια, πλήκτρα, Lukas Bönschen ντραμς, κρουστά, φωνή, Tobmaster μπάσο, Jay κιθάρες, Björnsen Bear φωνή, φυσαρμόνικα), με το πρώτο, φερώνυμο άλμπουμ τους να βρίσκεται εδώ και λίγους μήνες σε κυκλοφορία από την Tonzonen Records. Ηχογράφηση-μείξη από τον ντράμερ Bönschen και mastering από τον γνωστόν μας και σχεδόν 70άρη πια Eroc, που εξακολουθεί να βρίσκεται στη σκηνή, προσφέροντας τα φώτα του στους νεότερους.
Οι Smokemaster είναι εξαιρετικοί – και ας το πούμε χωρίς μισόλογα από την αρχή. Είναι αυτό που λέμε γκρουπάρα! Παίζουν με πίστη στα διδάγματα του χθες, είναι δυνατοί συνθέτες, ασυζητητί παικταράδες, και κάπως έτσι όλα όσα προτείνουν είναι «τέλεια» (για το είδος τους), εφάμιλλα, σαν ήχος και σαν άποψη με τα κορυφαία άλμπουμ του γερμανικού rock (και όχι αναγκαστικώς του krautrock). Εμένα μου θύμισαν ακόμη κι εκείνο το εξαιρετικό άλμπουμ των Weed, στην Philips, από το 1971 – ανάμεσα σε διάφορα άλλα.
Με τις κιθάρες και το όργανο σε πρώτο πλάνο και με το μπάσο-ντραμς να κάνουν πολύ καλή δουλειά στο background, οι Smokemaster έχουν αφομοιώσει κατ’ αρχάς όλα τα βασικά – πολλά στοιχεία, εννοούμε, απ’ αυτό το βαρύ και κατά περιπτώσεις «αιθέριο», μέσα στη βαρύτητά του, progressive των Pink Floyd, κατορθώνοντας με απλές, αλλά εμπνευσμένες γερμανικές συνταγές, που σχετίζονται κυρίως με το έπος, να κάνουν τη διαφορά. Την διαφορά σε σχέση με τα δεκάδες «βαριά» συγκροτήματα που παρεπιδημούν τριγύρω, εγκλωβισμένα άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο στο γνωστό «στονεράδικο» στυλ.
Εντάξει, υπάρχουν και τέτοια στοιχεία στο “Smokemaster”, ακόμη και εκλάμψεις πειραματισμών μπορείς να εντοπίσεις εδώ κι εκεί, αλλά εκείνο που μένει πάνω απ’ όλα είναι η πληρότητα των επιρροών των Γερμανών – καθώς στο άλμπουμ τους «παίζει» ακόμη και το blues, το progressive blues, το εγκαταλειμμένο στα αζήτητα από την πλειονότητα των σημερινών συγκροτημάτων.
Σ’ αυτό το πρώτο άλμπουμ των Smokemaster δεν υπάρχει μέτριο κομμάτι, το τελευταίο όμως, το “Astral traveler” είναι εξοντωτικό.
Επαφή: www.tonzonen.de
SEIMS: 3+3.1 [Bird’s Robe Records, 2020]
Ακόμη ένα εξαιρετικό άλμπουμ για το τέλος. Λέμε για την πιο καινούρια κυκλοφορία των Αυστραλών (από το Σίδνεϊ) Seims, που είναι βασικά το συγκρότημα του πολυοργανίστα Simeon Bartholomew (μπάσο, κιθάρες, σύνθια, πιάνο, φωνητικά, προγραμματισμός).
Οι Seims είναι ένα σύγχρονο ροκ συγκρότημα, που επιχειρεί να συνδυάσει δύο τελείως διαφορετικά ροκ είδη (όπως είναι το progressive rock των seventies και το indie rock των 00s, των Mogwai ας πούμε), δημιουργώντας μάλλον πρωτόφαντα, θα τα χαρακτηρίζαμε, ηχητικά πλαίσια. Σ’ αυτήν τους την προσπάθεια, που από μουσικής πλευράς είναι απόλυτο προϊόν του Bartholomew, υπάρχουν διάφοροι μουσικοί που συμβάλλουν (μετρήσαμε δεκαπέντε), αλλά μόνον πέντε είναι αυτοί που ανεβαίνουν στα πάλκα, προκειμένου να παίξουν τα κομμάτια των Seims «ζωντανά». Ας τους πούμε: Simeon Bartholomew μπάσο, σύνθια, Chris Allison ντραμς, Sam Sheumack κιθάρες, Paul Meo σύνθια, τρομπέτα και Kat Hunter σύνθια, βιολί. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, εδώ η σημασία βρίσκεται σ’ εκείνο που ακούμε στο “3+3.1”, ένα άλμπουμ ορχηστρικό κατά βάση (από τα επτά tracks ένα μόνον είναι τραγούδι, το “Imperfect black” εκεί προς την μέση του LP), που ακούγεται «νεράκι» προσφέροντας ασυγκράτητα ρίγη.
Δεν είναι μόνον τα εμπνευσμένα θέματα, που είναι σύνθετα, απαιτητικά, προερχόμενα από τις καλύτερες ημέρες των Yes και της Mahavishnu Orchestra (ή μάλλον ενός συνδυασμού τους), είναι περαιτέρω η ορμή και η ταχύτητα, ο τρόπος που εξελίσσονται, ο οποίος δεν αφήνει περιθώριο για παρερμηνείες. Απίστευτα δυνατά patterns, συνεχή οργανικά ντεμαράζ, αστείρευτος-δουλεμένος τεχνοκρατισμός, μαζί όμως με πηγαίο λαϊκό αίσθημα (όχι αβαντγκάρντιες της δεκάρας) είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του ήχου των Seims (δηλαδή του Simeon Bartholomew) στο “3+3.1”, ένα άλμπουμ που κυλάει στο πι και φι, από την αρχή και έως το τέλος του, δίχως να το καταλάβεις.
Επαφή: www.birdsrobe.com

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΙΤΣΩΡΗΣ ένας ηθοποιός και αγωνιστής, που άφησε ανεξίτηλο ίχνος στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα

Σύζυγος της Νίτσας Τσαγανέα, λαμπρός πρωταγωνιστής του θεάτρου και του κινηματογράφου και διακεκριμένος τροτσκιστής
Έμαθα για πρώτη φορά για τον Γιώργο Βιτσώρη (1899-1954), όταν έπεσε στα χέρια μου, πριν κάμποσα χρόνια, το βιβλίο Θεατρικές Μνήμες [Τάσος Πιτσιλός, 1986], γραμμένο από τον σημαντικό ηθοποιό και ερευνητή του θεάτρου μας Αρτέμη Μάτσα. Σ’ εκείνο το βιβλίο ο Μάτσας αφιέρωνε οκτώ σελίδες στον Βιτσώρη, στο κεφάλαιο «Γιώργος Βιτσώρης: Ο Επαναστάτης», δημοσιεύοντας, για πρώτη ίσως φορά, σημαντικά στοιχεία της διαδρομής του, μαζί με μια φωτογραφία.
Ας μεταφέρουμε τα πρώτα λόγια από εκείνο το βιβλίο, που είναι ό,τι πρέπει για εισαγωγή:
«Γιώργος Βιτσώρης: Ο Ιδεολόγος Αγωνιστής. Σε ώρες δύσκολες ύψωσε τη σημαία της Αγάπης του για τον Άνθρωπο, μέσα από το πολιτικό του πιστεύω. Αγωνίστηκε παντού, σε κάθε χώρο. Αγνός πάντα, αμόλυντος, φωτισμένος νους και καρδιά. Έτσι όπως ταιριάζει στους αληθινούς μαχητές. Όποιος ιδεολογίας... Έτσι. Στον Γιώργο Βιτσώρη θα στρέψουμε τη θύμηση. Ξεκινώντας από το θέατρο, που τόσο το λάτρεψε. Γεννημένος στην Καβάλα το 1899, τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα. Αδέλφια του ήταν ο γνωστός ζωγράφος Μίμης Βιτσώρης και ο ποιητής (σ.σ. και ηθοποιός) Τίμος Βιτσώρης.
Σπούδαζε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Λότνερ, στο ιστορικό ερειπωμένο τώρα κτίριο της οδού Φειδίου 3, που αργότερα μετονομάστηκε σε Ελληνικόν Ωδείον, παράλληλα με την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Καθηγητές της Σχολής ο περίφημος ηθοποιός Νίκος Παπαγεωργίου, άντρας της Σαπφώς Αλκαίου, πατέρας της πρωταγωνίστριας Μαρίας Αλκαίου, και η Θεώνη Δρακοπούλου (η Μυρτιώτισσα). Ανάμεσα στους συμμαθητές του η μεγάλη Ελένη Παπαδάκη, η Αντιγόνη Μεταξά (η θεία Λένα αργότερα), ο Κώστας Κροντηράς, η Κατερίνα Κακούρη και η Νίτσα Βιτσώρη (σ.σ. πριν Λάσκαρη και αργότερα Τσαγανέα) που την ερωτεύτηκε, παντρεύτηκαν (σ.σ. το 1921) και έκαναν μια κόρη, τη μετέπειτα πρωταγωνίστρια Λιάνα Βιτσώρη, θεατρική συγγραφέα, τιμημένη και ως ποιήτρια»
.
Έκτοτε για τον Γιώργο Βιτσώρη δεν θυμάμαι να διάβασα ποτέ κάτι σημαντικό, πέρα από σκόρπιες αναφορές εδώ κι εκεί – και αυτό έως πέρυσι, όταν κυκλοφόρησε (Μάιος 2019) η εξαιρετική μελέτη του σκηνοθέτη και συγγραφέα Νίκου Θεοδοσίου Ο Άγνωστος Βιτσώρης, μια πολύ περιποιημένη, ιδιωτική, έκδοση 100 μόλις αντιτύπων.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/articles/theater_articles/297060/giorgos-vitsoris-enas-trotskistis-ithopoios-poy-afise-aneksitilo-ixnos-sto-proto-miso-toy-20oy-aiona

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 292

27/9/2020
Το παρατηρώ αυτό από παλιά, σε διάφορες συνεντεύξεις, σε διάφορους συνεντευξιαστές, αλλά δεν θυμάμαι αν το έχω σχολιάσει. Αν επαναλαμβάνομαι ζητάω συγγνώμη.
Λοιπόν ορισμένες φορές οι συνεντευξιαστές κάνουν δόλιες και ύπουλες ερωτήσεις στους συνεντευξιαζόμενούς τους (στα παλιά πρόσωπα, συχνά ξεχασμένα, αλλά όχι πάντα, που δεν είναι εύκολο να θυμούνται με λεπτομέρειες το απώτατο παρελθόν), προκειμένου να υφαρπάξουν με πλάγιο τρόπο, εκείνο που θέλουν ν’ ακούσουν και να επιβεβαιώσουν, κάτι στραβό συνήθως που τους έχει σφηνωθεί στο κεφάλι (των συνεντευξιαστών), ώστε να δημιουργήσουν κάποια συγκεκριμένη εντύπωση.
«Δεν είχατε εμφανισθεί και σε ταινία μαζί με τον Έλβις Πρίσλεϋ;». Τι να πει κι ο άλλος; Ναι, θα πει. Κορόιδο είναι να πει όχι...
«Δεν σας είχε απαγορέψει το τραγούδι, η δικτατορία, γιατί λέγατε μέσα για “κόκκινο χρώμα”;». Τι να πει κι ο άλλος; Ναι, θα πει, για να εμφανισθεί και ως αντιστασιακός...
«Δεν φταίει το πολιτικό τραγούδι και το ΚΚΕ με την ΚΝΕ, για την αργοπορία του πανκ στην Ελλάδα;». Ναι, θα πει κι αυτός, που δεν ξέρει να σκέφτεται, που του φαίνεται «ωραίο» κάτι τέτοιο, και που νοιώθει κάπως εγκλωβισμένος από τον τρόπο που γίνεται η ερώτηση.
Δεν ξέρω, σήμερα, τι μαθαίνουν στα νέα παιδιά, εκεί στις σχολές δημοσιογραφίας, για το πώς πρέπει να γίνεται μια συνέντευξη, με τι είδους ερωτήσεις, και πώς αυτές θα παρουσιάζονται, ώστε να μην αλλοιώνουν, υφαρπάζουν, εκβιάζουν κ.λπ., συγκεκριμένες απαντήσεις, να μην μοιάζουν δηλαδή με ανακρίσεις, ξέρω όμως ότι αυτή η ύπουλη τακτική «ζει» ανάμεσά μας.

27/9/2020
To άκουσα πριν από λίγο. Όλο το άλμπουμ είναι εξαιρετικό. Φοβεροί Public Enemy. Κάργα old school βέβαια, αλλά εμείς αυτά γνωρίσαμε ως hip hop και αυτά μας αρέσουν... Απορώ γιατί το βγάλανε σε CD και όχι σε βινύλιο.
https://www.youtube.com/watch?v=0d03GjG9crw

26/9/2020
Οι βλάκες έχουν εισχωρήσει παντού. Και στην wikipedia φυσικά...
[από το λήμμα του άλμπουμ Tattoo, του Rory Gallagher]

25/9/2020
Μπαίνει κάποιος σ’ ένα μουσικό σάιτ, να διαβάσει για κανα δίσκο, κανα μουσικό κείμενο, να χαλαρώσει λίγο, και πέφτει πάνω σε άρθρο για αρρώστιες και θανάτους (και δεν αναφέρομαι στον ιό). Η κατάσταση έχει ξεφύγει εντελώς. Οι... υγειονομιστές έχουν βάλει παντού το χέρι τους. Δεν τους ενδιαφέρουν πλέον οι ασθενείς, αυτούς τους έχουν στο τσεπάκι τους, αλλά και όσοι νοιώθουν καλά, σπέρνοντάς τους, με ύπουλη τακτική, τον φόβο και την αγωνία.
Ποτέ δεν θυμάμαι τέτοια επίθεση στην πιο προσωπική αμφιβολία μας.
- Νοιώθεις καλά, ok. Είσαι όμως;
- Ναι ρε, καλά είμαστε... αμέτε στο διάτανο απογευματιάτικα.

25/9/2020
Δίλημμα από πρωθυπουργό («Θα το πω ανοιχτά: Το δίλημμα είναι "Αυτοπροστασία ή Καραντίνα"») και μετάθεση ευθυνών στους πολίτες σημαίνει πλήρης και παταγώδης αποτυχία μιας ασκημένης κυβερνητικής πολιτικής σε κάθε επίπεδο. Μηδέν σε όλα. Και στην διάρκεια της καραντίνας την άνοιξη (διάλυση κοινωνίας και οικονομίας, προς πάσα κατεύθυνση, δίχως την παραμικρή πιθανότητα «να γίνουμε Ιταλία», για ένα σωρό διαφορετικούς λόγους), και στην άρση της από τον Μάη και μετά, και το καλοκαίρι (με παντελή έλλειψη σοβαρού προγραμματισμού και διαχείρισης ενός μικρού και περιορισμένου τουριστικού κύματος), και σε ό,τι έχει γίνει από το φθινόπωρο και μετά, και μέχρι σήμερα (με ανερμάτιστα, φοβισμένα και τυχαία μέτρα, που αφήνουν απ’ έξω νοσοκομεία, γηροκομεία, σχολεία, δημόσιες συγκοινωνίες, καταυλισμούς προσφύγων και βεβαίως τον κόσμο του πολιτισμού).
Κανονικά, αν υπήρχε σοβαρή και μετρημένη αντιπολίτευση, και όχι αυτό το μπάχαλο που αποκαλείται Σύριζα, αυτή τη στιγμή η χώρα θα έπρεπε να οδηγείται σε εκλογές, μετά από μια τέτοια ολική καταστροφή.

24/9/2020
Υπάρχει η αντίληψη ή η εντύπωση ή η βεβαιότητα (σε κάποιους) πως οι βιντεοταινίες του δεύτερου μισού της δεκαετίας του ’80 είναι ό,τι χειρότερο παρουσίασε ποτέ ο ελληνικός κινηματογράφος. Ασχέτως αν πολλά απ’ αυτά τα «έργα» δεν προβάλλονταν στις αίθουσες, καθώς γυρίζονταν μόνο για την αγορά του βίντεο, είναι στην πράξη «ταινίες», και ως τέτοιες θα πρέπει να τις λογαριάζουμε. Λοιπόν, η γενίκευση πως οι βιντεοταινίες είναι συλλήβδην φόλες είναι άδικη. Έχω δει καλές βιντεοταινίες ή και πολύ καλές, και κάποια στιγμή θα γράψω για μερικές απ’ αυτές. Δεν είναι το μέσον, θέλω να πω, εκείνο που κάνει τη διαφορά, αλλά το μήνυμα. Το τι θες να πεις. Δεν είναι ο κόκκος του φιλμ συνυφασμένος με την ποιότητα και το βίντεο με τα σκουπίδια. Αυτά είναι τρίχες.
Υπάρχουν, λοιπόν, ταινίες, από την δεκαετία του ’80, το πρώτο μισό της, που είναι αληθινά σκουπίδια – κι εννοώ πως δεν βλέπονται ούτε ως cult.
Μια τέτοια γελοία ταινία, τους «Χούλιγκανς» του Κώστα Καραγιάννη από το 1983, επιχείρησα να δω τις προάλλες και έφριξα. Την είχα δει και στα 90s και είχα φρίξει, αλλά είπα να την ξαναδώ τώρα, μεγάλος, μήπως και τότε, παλιά, την είχα αδικήσει.
Άθλια ταινία, της πλάκας, φουλ αντιδραστική (δεν έχω όρεξη τώρα να εξηγήσω τα τι και πώς), στην οποία περιλαμβάνεται και η πιο άθλια ατάκα (ή εν πάση περιπτώσει στο top-3), που έχει ακουστεί ποτέ στον ελληνικό κινηματογράφο. Λέω για το «η αλήθεια βρίσκεται στους Σεξ Πίστολς» (ο Γιώργος Πετρόχειλος προς τον παπά πατέρα του Χριστόφορο Ζήκα).
Κάποιοι «νοσταλγοί» μπορεί να εκστασιάζονται με κάτι τέτοια, να θυμούνται τα νειάτα τους, ή δεν ξέρω ’γω τι άλλο, αλλά για μένα και η ταινία, και η ατάκα, και κάθε τι μέσα σ’ αυτήν είναι εντελώς για χέσιμο.

ΔΗΜΟΣ ΒΡΥΖΑΣ ένας έλληνας αυτοσχεδιαστής στον κατάλογο της πορτογαλικής Creative Sources Recordings

O Δήμος Βρύζας (Dimos Vryzas) είναι ένας νέος αυτοσχεδιαστής, ο οποίος εσχάτως κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ στην γνωστή μας πορτογαλική εταιρεία Creative Sources Recordings, για καλλιτέχνες και άλμπουμ της οποίας έχουμε αναφερθεί και στο παρελθόν. Π.χ. για εγγραφές των Harri Sjöström / Guilherme Rodrigues, Αντώνη Ανισέγκου / Χρήστου Γερμένογλου, Thomas Stempkowski / Έλενας Κακαλιάγκου / Ingrid Schmoliner, Jacques Foschia / Mike Goyvaerts / Christoph Irmer / Georg Wissel κ.ά.). Το άλμπουμ τού Βρύζα  ο οποίος είναι βιολιστής, έχει τίτλο Really Short and Tonal (2020), είναι ηχογραφημένο στο Polytropon Studio στην Θεσσαλονίκη, το καλοκαίρι του 2019 και αποτελεί, φυσικά, φετινή κυκλοφορία.
Όπως διαβάζουμε στο site του, ο Βρύζας ασχολείται κυρίως με τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό, έχοντας διδαχθεί πράγματα από τους Fred Frith και Alfred Zimmerlin. Ως αυτοσχεδιαστής, λοιπόν, κινείται βασικά με σόλο projects, έχοντας όμως συνεργαστεί και με άλλους μουσικούς, εικαστικούς, χορευτές κ.λπ.
Στο “Really Short and Tonal” ο Βρύζας παρουσιάζεται μόνος του, πάντως, παίζοντας βιολί, πατώντας πετάλια, ενώ κάπου-κάπου ακούγεται και η φωνή του.
Το άλμπουμ του περιλαμβάνει επτά tracks, ποικίλων διαρκειών, από μονόλεπτα έως 18λεπτα, μέσα από τα οποία ο έλληνας μουσικός επιχειρεί να αναδείξει συγκεκριμένης φύσης ηχοτοπία, τα οποία όμως σχετίζονται με εντελώς διαφορετικές αναφορές. Από την μια μεριά υπάρχει ό,τι πιο σύγχρονο και προχωρημένο στον τομέα της improv music, εκείνης που επεκτείνεται και μέσω ηλεκτρονικών, αλλά από την άλλη υπάρχουν και πιο έντεχνες αναφορές και κυρίως παραδοσιακές, τις οποίες ενσωματώνουν στο πλάνο τόσο το βιολί, όσο και η φωνή με τα εφφέ. Το αποτέλεσμα έχει πολύ ενδιαφέρον, ιδίως στο μεγαλύτερο σε διάρκεια track του άλμπουμ, το 18λεπτο “He dances alone in the fog”, στο οποίο «μαζεύονται» ακόμη και drones, noisy, και experimental rock στοιχεία.
Πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση «δύσκολου» άλμπουμ, από έναν μουσικό που αξίζει να τον παρακολουθήσουμε και στα επόμενα βήματά του. 

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

η ALLEGRA LEVY είναι μια τραγουδίστρια της jazz

Γράψαμε πρώτη φορά για την τζαζ τραγουδίστρια και τραγουδοποιό Allegra Levy, τον Φεβρουάριο του 2015, όταν είχαμε αναφερθεί, τότε, στο πρώτο άλμπουμ της για την SteepleChase (μα και γενικότερα το πρώτο της), το Lonely City” (2014). Εκεί είχαμε σημειώσει ανάμεσα σε άλλα: «πολύ ωραία τραγούδια, καθαρή mezzo φωνή (όχι μεγάλη, αλλά καθαρή), που βγαίνει ωραιότερα στις χαμηλές και στην ψιθυριστή ερμηνεία, θεατρική πλαστικότητα όπου απαιτείται, συνθέσεις που φέρνουν στο νου μεγάλες στιγμές και κυρίες του κλασικού αμερικανικού songbook (την Betty Carter π.χ.), αλλά ταυτοχρόνως και αναφορές σε άλλες καλλιτέχνιδες τύπου Joni Mitchell ας πούμε, που φαίνεται να έχουν επηρεάσει εξ ίσου την Allegra Levy στην διαμόρφωση και διατύπωση των τραγουδοϊστοριών της».
Τα χρόνια πέρασαν. Η Levy κυκλοφόρησε κι άλλα άλμπουμ στην πορεία, όπως το “Cities Between Us” [SteepleChase, 2017] και το “Looking at the Moon” [SteepleChase, 2018], για να φθάσουμε σιγά-σιγά στο πιο πρόσφατο απ’ αυτά, το Lose My Number(2020), που τυπώνεται και αυτό για την SteepleChase (και που αποτελεί το εννιακοσιοστό νούμερο τής ιστορικής ετικέτας!).
Σ’ αυτό το
CD, που περιέχει εννέα tracks, η Levy τραγουδά και γράφει στίχους, ενώ οι μουσικές ανήκουν στον τρομπετίστα John McNeil. Ποιος είναι αυτός; Δάσκαλός της στο New England Conservatory και σημαντική τζαζ φιγούρα, με προσωπική δισκογραφία ήδη από την δεκαετία του ’70.
O McNeil , ως τρομπετίστας, δεν εμφανίζεται πολύ στο άλμπουμ (παίζει ως guest σε τρία από τα εννέα κομμάτια), ενώ, αντιθέτως, εκείνο που εμφανίζεται σε όλα τα tracks (συνοδεύοντας την Levy) είναι ένα πιάνο-τρίο, το οποίο αποτελούν η Carmen Staaf πιάνο, η Carmen Rothwell μπάσο και η Colleen Clark ντραμς (το βασικό κουαρτέτο είναι γυναικείο δηλαδή), με τον πολύ γνωστό κιθαρίστα Pierre Dørge να παίζει ukulele σ’ ένα τραγούδι.
Τα τραγούδια του McNeil και της Levy είναι τζαζ φυσικά, τόσο στον τύπο, όσο και στην ουσία τους.
Από μουσικής πλευράς ο McNeil έχει συγκεντρώσει μια πολύ γερή ομάδα σκοπών, που ξεκινά με το «αιθέριο» “Samba de beach”, περνάει από την 8λεπτη μπαλάντα “Tiffany”, για να καταλήξει σιγά-σιγά στο 4λεπτο “Lose my number” (τίτλος ίδιος μ’ εκείνον του δίσκου), που διαθέτει πλην των όσων άλλων και εντυπωσιακό scat singing. Γενικώς, το swinging δεν λείπει από τα κομμάτια του McNeil, που είναι απλά στη φόρμα τους, αλλά απαιτητικά στην απόδοσή τους (οργανική και φωνητική).
Από την πλευρά των στίχων η Levy επίσης κάνει πολύ καλή δουλειά. Τα λόγια της είναι το ίδιο απλά, συναισθηματικά, ελαφρώς ποιητικά και αναφέρονται σε ζητήματα σχέσεων, αγάπης κ.λπ. – τα κλασικά, δηλαδή, αλλά διατυπωμένα και αναπτυγμένα με γνώση και καλαισθησία.
Ως τραγουδίστρια, δε, η Levy είναι επίσης εξαιρετική. Καθαρή φωνή, εύπλαστη, δουλεμένη, εκφραστική, που ξέρει πώς να αντιμετωπίσει και τις συνθετικές και τις στιχουργικές καταστάσεις.
Πολλά «συν», τέλος, στο σχήμα συνοδείας, με την πιανίστρια Carmen Staaf να εντυπωσιάζει γενικότερα (και κατά τόπους ειδικότερα), με τα παθιασμένα παιξίματά της.
Επαφή: www.allegralevy.com

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

GRANDE FOX ένα σκληροτράχηλο γκρουπ από την Θεσσαλονίκη

Πολύ καλό σκληροτράχηλο συγκρότημα από την Θεσσαλονίκη, που το ακούμε σ’ αυτό το πρώτο άλμπουμ του, που κυκλοφόρησε το 2016 σε LP και το 2018 σε CD. Λέμε για το Space Nest [Private Pressing, 2018] των Grande Fox, μιας μπάντας που την αποτελούν οι Nikos Berzamanis φωνή, μπάσο, Lefteris Zaoskoufis κιθάρες, George Baltas ντραμς, φωνή και Paris Nikolaou μπάσο (συν, έξτρα, η Sofia Pasatsiflikioti φωνή σ’ ένα κομμάτι).
Το “Space Nest” δεν είναι ένα απλό και προβλέψιμο CD (το CD ακούμε), κάτι που δείχνει τις ιδιαίτερες δυνατότητες των Grande Fox – την ικανότητά τους, εννοούμε, να κινούνται σε παράλληλα, και πάντα σκληρά, ευρύτερα progressive περιβάλλοντα.
Εντάξει, τους λες stoner και ξεμπερδεύεις, αλλά άμα θέλεις να είσαι πιο αναλυτικός και πιο «σωστός» γενικότερα, τότε οφείλεις να πεις πως οι Grande Fox διαθέτουν και space καταβολές, και κάπως «πειραματικές», και ψυχεδελικές, ακόμη και rhythm nblues, ανακατεύοντας ποικίλα σπαράγματα από διάφορα κεφάλαια της ιστορίας του ψαγμένου rock, προτείνοντας, κατά το μάλλον ή ήττον, κάτι δικό τους – κάτι που όχι απλώς να στέκεται, αλλά και να σε κερδίζει με την εφευρετικότητα και το σθένος του.
Ακόμη και στο στιχουργικό επίπεδο οι Grande Fox δεν είναι αδιάφοροι, καθώς τα λόγια τους έχουν κοινωνική κατεύθυνση και συναρτώνται ωραία με τις δικές τους φιλοσοφικές αναζητήσεις (που αφορούν στον τρόπο που σκέφτεσαι, δρας και επιβιώνεις μέσα στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον).
Οι Grande Fox μπορεί να αρέσουν –και αρέσουν– σε κάθε διάστασή τους, σε κάθε διάσταση τού “Space Nest”. Και τα φωνητικά τους είναι απολύτως πειστικά, και οι κιθάρες είναι πολύ γερές,, και το μπάσο-ντραμς είναι κυρίαρχο (καθώς πάνω του χτίζονται όλα τα τραγούδια), και η ηχογράφηση-παραγωγή είναι πολύ καλή, προσθέτοντας, στα όσα προηγούμενο, έναν καθαρό και καταιγιστικό ήχο.
Ελπίζουμε να τους ακούσουμε σύντομα και σε κάτι το ίδιο ολοκληρωμένο και καινούριο. 
Σήμερα τους Grande Fox αποτελούν τα ιδρυτικά του μέλη Λεφτέρης Ζαο (κιθαρίστας, συνθέτης, visuals) και Νίκος Μπερζαμάνης (frontman, τραγουδιστής, στιχουργός), με την προσθήκη του Δημήτρη Λουκά στα ντραμς και session μουσικού στο μπάσο. 

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 291

24/9/2020
Juliette Gréco (7 Φεβ. 1927 – 23 Σεπ. 2020). Κάποτε στα fifties

23/9/2020
O Μπακογιάννης δουλεύει αγρίως τον κόσμο. Περνιέται για έξυπνος, ενώ αυτά που λέει είναι για γέλια ή για κλάματα – όπως το πάρει ο καθείς. Γενικά πάντως το να σε θεωρούν ηλίθιο και να σε κοροϊδεύουν μπροστά στα μούτρα σου δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Προφανώς θα πρέπει να περισσεύει η θρασύτητα και η χυδαιότητα, σ’ εκείνον που το πράττει, αλλιώς δεν εξηγείται.
Δεν είναι δυνατόν να σου λέει ο άλλος πως δαπάνησε σχεδόν 2 εκατομμύρια ευρώ, για να κάνει προσομείωση του «περιπάτου». Αυτό είναι αίσχος και ντροπή.
Την προσομοίωση την κάνεις σε εικονικές συνθήκες, στους υπολογιστές, ενώ αν θέλεις πραγματικές συνθήκες, βγαίνεις στην Πανεπιστημίου, κόβεις τρεις λωρίδες απλώνοντας 500 μέτρα κορδέλα, βάζεις κι ένα περιπολικό να πηγαινοέρχεται, για να την προσέχει και τέρμα. Δεν χρειάζονται δηλαδή, για να δεις το φρακάρισμα της κυκλοφορίας, που απλώνεται παντού, ούτε παρτέρια, ούτε φοίνικες, ούτε γλάστρες, ούτε ψευτοπεζοδρόμια και ψευτοποδηλατόδρομοι, ούτε αυτά τα γελοία παγκάκια, ούτε χρώματα, ούτε τίποτ’ άλλο. Κόστος μηδέν.
Όταν θες για την δήθεν προσομοίωση 2 εκατομμύρια ευρώ, την οποία τώρα θα ξηλώσεις, για να την κάνεις μόνιμη (με τι άραγε; – σίγουρα με καινούρια και πολύ περισσότερα εκατομμύρια) τότε είσαι παντελώς ακατάλληλος για οτιδήποτε. Δεν κάνεις όχι για δήμαρχος, αλλά ούτε για κλητήρας.

21/9/2020
Το σχεδόν τρίωρο Ραν του Κουροσάβα σε θερινό σινεμά, χωρίς διάλειμμα (γιατί απαγορεύεται), με τρεις κι ο κούκος μέσα, και να σου λένε φόρα μάσκα. Ναι, μην φάτε, έχουμε γλάρο...
[πάρτε κανα σοβαρό μέτρο, για τους γέρους και τους ευπαθείς, γιατί γελάει ο κόσμος]

21/9/2020
Συναυλία σε ανοιχτό χώρο, που έχει ανάμεσα και κανα σκετσάκι, σαν αυτά που παίζαμε στο δημοτικό σχολείο π.χ., πιάνεται για μουσικοθεατρική παράσταση και επιτρέπεται (με 60% πληρότητα κ.λπ.), αλλά άμα είναι σκέτη συναυλία, χωρίς σκετσάκια, απαγορεύεται.
Αν κάτσεις και μετρήσεις τι αρλούμπες έχουν επιβληθεί λόγω του ιού από τον Μάρτη και μετά, κάτω από τον μανδύα της «κανονικότητας», γράφεις βιβλίο.

21/9/2020
In my dream
I saw ahead another thousand years
I saw the vision of a world in fear
In my dream
And I saw
The battle at the whole world lost
And left no-one to sit and count the cost
In my dream
But my head
Was flying high above the tired strife
I saw beyond the actual waste of life
In my dream
https://www.youtube.com/watch?v=yzduksnZLe4

20/9/2020
Πέθανε στα 96 της η Rossana Rossanda, μια μορφή της ιταλικής αριστεράς, που συνδέθηκε βασικά με το περιοδικό (και αργότερα εφημερίδα) Il Manifesto, το οποίο ξεκίνησε να τυπώνεται τον Ιούνιο του ’69 (από τους Lucio Magri, Rossana Rossanda και άλλους).
Στην Ελλάδα η Rossana Rossanda είναι πιο γνωστή, στους νεότερους, από το αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Το Κορίτσι του Περασμένου Αιώνα» [Θεμέλιο, 2012], που χοντρικά αναφέρεται στην μεταπολεμική ιστορία (έως τις αρχές του ’70) του PCI (του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος), αλλά οι παλιότεροι την γνωρίζουν από τα πιο ακραιφνή δοκιμιακά πολιτικά βιβλία της, στον Στοχαστή (1978) και στον Γλάρο (1985).
Ίσως το πιο ενδιαφέρον από τα παλιά βιβλία της Rossanda να είναι το L’Anno degli Studenti (H Χρονιά των Φοιτητών), τυπωμένο πάνω στη βράση, το 1968, που μάλλον δεν κυκλοφόρησε ποτέ στην Ελλάδα.
[Υπάρχουν και δύο παλιές αναρτήσεις στο δισκορυχείον, που τις προτείνω στα σχόλια επειδή δίνουν κι άλλες πληροφορίες για το Manifesto, ενώ υπάρχει και μια σύνδεση με το ροκ και το σινεμά. Ρίξτε και σ’ αυτές μια ματιά]

19/9/2020
Υπάρχει και το μωρό του Ιανού.... Και μαζί το πιο σουρεαλιστικό και συνάμα αστείο δίστιχο, που έχει ακουστεί ποτέ σε ελληνικό τραγούδι. Δεν μπορώ να σκεφθώ κάποιο άλλο...
«Ο δότης μπαμπάς του ήταν στο ΕΚΚΕ / κι έχει λατέρνα που παίζει ρέγκε». Απίστευτο!
https://www.youtube.com/watch?v=jr9e-Kd4G00

18/9/2020
To Ποπ & Ροκ αντί να έχει εξώφυλλο το 1978, στο πρώτο τεύχος του, τους Clash, τους Damned, τους Jam ή τους Sex Pistols ξέρω ’γω, είχε εξώφυλλο τον Hendrix (λες και ήταν το Φαντάζιο του ’70). (Μέσα, βεβαίως, κάτι λίγα περί punk τα γράφει ο Τσιμιδόπουλος).
Πείτε του Ντρενογιάννη πως γι’ αυτό δεν φταίει ούτε η «γελοία γενιά του Πολυτεχνείου», ούτε οι Κνίτες...

18/9/2020
Εντάξει στο ελληνικό τραγούδι, στο ροκ κ.λπ., ο καθένας μπορεί να εκφράζεται σε όποια γλώσσα θέλει. Δηλαδή στην εξής μία (πέραν της ελληνικής), στα αγγλικά. (Γιατί περί αυτού πρόκειται, όταν μιλάμε για «ελευθερία στην έκφραση». Τόσο μακριά φτάνει η «ελευθερία»...). Αλλά, ρε φίλε, και λίγος σεβασμός σ' αυτούς που πάλεψαν να συνδυάσουν τις ξένες φόρμες με τον ελληνικό στίχο, και μάλιστα να το πράξουν αυτό πολύ καλά, με ωραίο τρόπο, δεν βλάπτει. Ίσα-ίσα που δείχνει ανωτερότητα, να το παραδεχθείς, και σωστή εκτίμηση των πραγμάτων. Να μη σηκώνονται τώρα τα πόδια να χτυπήσουν το κεφάλι...
https://www.youtube.com/watch?v=OsCsTAE9uvk

17/9/2020
Οι Cinquetti μπορεί να μην πρόλαβαν να ηχογραφήσουν «Τα Νέγρικα» με τον Μάνο Λοΐζο, στις αρχές του '67, αλλά κανα χρόνο αργότερα έγραψαν αυτό το κομμάτι, διαλύοντας τις πίστες.
Δεν χρειάζεται να πούμε πως η διασκευή τους είναι καλύτερη και από το πρωτότυπο του Roberto Carlos, και από τη διασκευή του Al Bano ή όποιου άλλου. Παικταράδες...
https://www.youtube.com/watch?v=Epp2LOyIytE

16/9/2020
>>Το ότι η πολιτική δράση καθίσταται υπό τέτοιες συνθήκες αδύνατη, είναι αυτονόητο· και η πιο αφοπλιστική ένδειξη αυτού είναι ότι ίδια τα κόμματα της λεγόμενης Αριστεράς, κατ’ επάγγελμα και καθ’ έξιν υπέρμαχοι των «κοινωνικών δικαιωμάτων» (αφότου το πρόγραμμα της ανατροπής τού καπιταλισμού έχει απαλειφθεί από την ατζέντα τους), όχι μόνο δεν αντιτίθενται στην ανατίναξη των στοιχειωδέστερων εγγυήσεων του υπάρχοντος δικαίου, αλλά και πλειοδοτούν σε υγεινομική νομιμοφροσύνη, υιοθετούν την κυρίαρχη ρητορική και ομολογούν δουλική πίστη στην «επιστήμη» και στην επιστημονικότητα, λειαίνοντας τις κοινωνικές τριβές και συμβάλλοντας μοιραία στην ολοκληρωτική μετάλλαξη της παγκόσμιας κοινωνίας.<<
Υπάρχουν παράγραφοι στο άρθρο του Φώτη Τερζάκη που είναι εξαιρετικές. Δεν χρειάζεται να συμφωνείς με όλα εξάλλου, σ' ένα τόσο μεγάλο κείμενο (που αξίζει όμως να διαβαστεί).
https://thepressproject.gr/iatriki-koinonia-politiki-mia-anthropologiki-istoria-ton-therapeftikon-antilipseon-kai-praktikon/

16/9/2020
Με κάτι τέτοια βλακώδη άρθρα ετοιμάζονται κάποιοι να «γιορτάσουν» τα 30 χρόνια από το θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου. Θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι με τις ασυναρτησίες που θα γραφτούν. Πάλι θα διαβάζουμε για τη Γιόλα, για το stuff, για την ηρωίνη, τον δισέγγονο του Ζορμπά, τον πρίγκιπα ΤΗΣ ροκ κ.λπ., κ.λπ.
Ρε δεν βαρεθήκατε τόσα χρόνια, σαν τα πεινασμένα σκυλιά πάνω από τον τάφο του;

ANDY ROCKS ένα «σκληρό» γερμανικό συγκρότημα

Οι Andy Rocks είναι ένα σκληρό συγκρότημα από την Bayreuth της Γερμανίας, το οποίον έχει ως leader την Andrea Weiß που τραγουδά και παίζει κιθάρες. Δίπλα στην Weiß οι Markus Bräutigam κιθάρες, Micheal Fischer μπάσο και Markus Rubel ντραμς συμπληρώνουν την line-up μιας μπάντας, που δεν θέλει να πρωτοτυπήσει, επειδή ξέρει πως αν θέλεις να παίξεις hard rock δεν υπάρχουν πολλά πράγματα για να προσθέσεις (δηλαδή τίποτα) σε όσα έχουν παρουσιαστεί, όλες τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτό κάνει τους Andy Rοcks σοβαρούς και μετρημένους. Και τα τρία κομμάτια που καταγράφονται σ’ αυτό το EP/CD τους, που τιτλοφορείται Porcelain Heart[Private Pressing, 2020], δηλαδή τα “Porcelain heart”, “Drag you down” και “Long lost love”, είναι πολύ καλά.
Η φωνή της Andrea Weiß μπορεί να ξενίζει κάπως, καθώς είναι κάπως οξεία, αλλά ok, δεν είναι αυτό το πλέον σημαντικό. Το σημαντικότερο όλων είναι πως η μπάντα είναι δεμένη, ξέρει τα μυστικά του καλού hard rock, ακόμη κι όταν τούτο μπορεί να κινείται στις παρυφές (στις παρυφές λέμε) του AOR, έχοντας να επιδείξει και τέχνη και πάθος.
Σίγουρα απαιτείται κάτι μεγαλύτερο (σε διάρκεια), ώστε να μπορέσει να εξαχθούν ακόμη καλύτερα συμπεράσματα.
Επαφή: www.andyrocks.bandcamp.com/album/porcelain-heart