Παρ’ ότι βρίσκεται στη σκηνή τουλάχιστον μια δεκαετία, η 41χρονη σκωτσέζα ερμηνεύτρια Alyth έχει μόλις δύο άλμπουμ στο ενεργητικό της. Το “People Like Me” [Navigator] είναι το πλέον πρόσφατο, κυκλοφόρησε το 2009, και βρίσκει την Alyth να ερμηνεύει στην γαελική (και την αγγλική) παραδοσιακές και επώνυμες μπαλάντες (το “The queen and the soldier” της Suzanne Vega, το φερώνυμο “People like me” του Justin Currie των Del Amitri). Έχοντας δίπλα της αναγνωρισμένους μουσικούς όπως τον Aidan O’Rourke των Lau, τον Ewen Vernal των Capercaille, τους Jonny Hardie και Fraser Fifield των Old Blind Dogs, η Alyth, με την κάπως στριγγή φωνή ανταποκρίνεται με σωστό τρόπο σ’ αυτές τις προαιώνιες μπαλάντες. Γιατί, θα πρέπει να το πω, την προτιμώ ασυζητητί στα παραδοσιακά γαελικά, παρά στα επώνυμα αγγλόφωνα. Οι καλύτερες στιγμές τού “People Like Me” δηλαδή αφορούν στα “Nuair bha mi og”, “Dh’fhag e gun chadal am dhusgadh mi”, “A mhairead og”, “Chaidil mi raoir air an airigh”… κλασικά σκωτσέζικα τραγούδια που τα έχουμε ακούσει στο παρελθόν από την Flora MacNeil, τον Paul Mounsey, τον Arthur Cormack κ.ά.
Από την ίδιαν εταιρία, την Navigator Records, που έχει την έδρα της στην Melbourne του Derbyshire (Αγγλία) προέρχεται και το τελευταίο έως ώρας άλμπουμ τού Σκωτσέζου, με ιρλανδική ρίζα, βιολιστή, συνθέτη και παραγωγού John McCusker. O McCusker, στα 38 του σήμερα, έχει ήδη μία αξιοπρόσεκτη καριέρα, όντας μέλος των Battlefield Band, παραγωγός σύγχρονων σημαντικών folk άλμπουμ (όπως, ας πούμε, εκείνων της Kate Rusby), session man σε ηχογραφήσεις των Paul Weller και Mark Knopfler και άλλα τινά. To “Under One Sky” (2008) αποτελείται βασικά από μεγάλης διάρκειας συνθέσεις, οι οποίες προσφέρουν τη δυνατότητα στον σκωτσέζο μουσικό να πειραματισθεί με διάφορα στυλ της παράδοσης, τόσο στο επίπεδο του καθαρού ήχου, όσο και σ’ εκείνο των τραγουδιών. Σ’ αυτήν την προσπάθεια συνεισφέρουν ονόματα της σύγχρονης βρετανικής, folk κυρίως, σκηνής, όπως οι Andy Cutting ακορντεόν, Ian Carr κιθάρα, Ewen Vernal μπάσο (συμμετείχε και στο άλμπουμ της Alyth), Roddy Woomble φωνή (από τους Idlewild), Graham Coxon φωνή (από τους Blur), John Tams φωνή (από τους παλαιούς Muckram Wakes) κ.ά. Το αποτέλεσμα είναι συμβατό με τις σύγχρονες τάσεις, που κοιτάζουν προς τα πίσω, πιάνοντας κορυφή με το 8λεπτο “Long past time” (τραγούδι σε στίχους του Roddy Woomble, ο οποίος το ερμηνεύει κιόλας).
Η συλλογή της Acid Jazz The New Testament of Folk παρότι προέρχεται από το 2005, δίνει (και αυτή) μία κάποια εικόνα της νέας βρετανικής άποψης για το στυλ, υπό την έννοια ότι τα περισσότερα από τα ονόματα που ανθολογούνται, λογικώς, συνεχίζουν την καριέρα τους. Έτσι, ενδεικτικώς, ας σημειώσω το jazz/psych α λα Pentangle “Morning brings the light” με τους Grand Union, το “Backlounge butterfly” με τα ξωτικά φωνητικά των Mediaeval Baebes, το… σαλταρισμένο “Clear the sands” της Jen Gloeckner, την εκδοχή του “Corn riggs” από τους Marked & Joff (κομμάτι από το OST του “The Wicker Man”-1973), το instro του Andy Lewis “Deadman’s cross”… Από ’κει και κάτω κάτι… rock ξεσηκωτικά όπως το “Hippy dippy” των Lee Griffiths Band ή κάτι αδιάφορες διασκευές τύπου “Bring me back to life” (των Evanescence) από τους Jinrai, πάνε το πράγμα αλλού. Είπαμε… Ευτυχώς κλείνει το μαγικό ορχηστρικό “Another day” κάποιων(;) Bob, με το απίθανο dulcimer του Paul Cianfarani, κι η τάξη αποκαθίσταται. Και κάτι τελευταίο…
Σε μια χώρα με τόσο έντονη folk παράδοση, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία, λογικό είναι να υπάρχουν και οι σχετικοί διαγωνισμοί. Ίσως ο πιο σύγχρονος σημαντικός να είναι εκείνος του BBC Radio 2, τα “Folk Awards” που ξεκίνησαν το 2000 και που μέχρι σήμερα δίνουν ώθηση σε νέα (και λιγότερα νέα) ονόματα. Εφέτος, το 2011, ανάμεσα στους πολλούς που βραβεύτηκαν και οι Eliza Carthy - Norma Waterson με το “Poor wayfaring stranger” (Best Traditional Track), αλλά και με το “Gift” (Best Album), οι Bellowhead (Best Group), ο Donovan (Lifetime Achievement Award), o Chris Wood (Folk Singer of the Year) και άλλοι πολλοί. Για τα Folk Awards του 2008 είχα γράψει παλαιότερα (12/2008) στο Jazz & Τζαζ, με αφορμή (τότε) ένα πακέτο της Proper Music. Tώρα, μπορώ να πω λίγα λόγια για το επόμενο πακέτο, το “Folk Award 2009”, που ως συλλογή στέκεται μια χαρά, ανεξαρτήτως βραβείων, ετών ή ό,τι άλλο. Εξάλλου, εμείς εδώ στην Ελλάδα, τραγούδια ακούμε, δεν απονέμουμε επαίνους…
Το πρώτο CD (12 tracks, 49:18 η διάρκεια) ξεκινά με τους Bellowhead, ένα από τα πιο σημαντικά σύγχρονα british folk γκρουπ. Ακούγονται ακόμη οι δυνατές μπαλάντες “Duncan and Brady” (Martin Simpson), το “Mr. Magnifico” της Eliza Carthy (με τη σκοτεινή αφήγηση του Tim Matthew), το μαγικό “Chilly winds” των Shee, αλλά το τραγούδι που ξεχωρίζει – καταπληκτικό – είναι το “Come down Jehovah” του Chris Wood (δεν γνωρίζω αν ο ίδιος είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά – μπορεί ναι, μπορεί όχι), που θυμίζει τις μπαλάντες της Odetta και με στίχους του τύπου «εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ», που τραγουδούσε κι η Βίκυ Μοσχολιού πίσω στα 70s. Από το δεύτερο CD (12 tracks, 45:59) ξεχωρίζει αμέσως η Karine Polwart (εξαιρετική τραγουδοποιός), οι κάπως... οργιαστικοί The Demon Barbers, o Seth Lakeman με τους… resonator αρπισμούς, οι φοβεροί και τρομεροί Lau, αλλά και η (Αμερικανίδα) Judy Collins (δεν κατάλαβα πως χώθηκε εδώ). Τέλος, το τρίτο δισκάκι (6 tracks, 24:55) καταπιάνεται με τους… 2009 BBC Radio 2 Young Folk Award Finalists. Νέοι, πιθανώς ωραίοι, και σίγουρα ενδιαφέροντες, οι Tyde, Lucy Ward, Megan & Joe Henwood, Emily Hoile and Alice Burn, Maz O’Connor και Jaywalkers διαγκωνίστηκαν με άγνωστα προς εμένα αποτελέσματα. Οι Megan & Joe Henwood ξεχωρίζουν με τη βαθειά μπαλάντα τους “White lies” και όχι τυχαίως βραβεύθηκαν (όπως διαπίστωσα εκ των υστέρων ψάχνοντας oλίγα στοιχεία).
Από την ίδιαν εταιρία, την Navigator Records, που έχει την έδρα της στην Melbourne του Derbyshire (Αγγλία) προέρχεται και το τελευταίο έως ώρας άλμπουμ τού Σκωτσέζου, με ιρλανδική ρίζα, βιολιστή, συνθέτη και παραγωγού John McCusker. O McCusker, στα 38 του σήμερα, έχει ήδη μία αξιοπρόσεκτη καριέρα, όντας μέλος των Battlefield Band, παραγωγός σύγχρονων σημαντικών folk άλμπουμ (όπως, ας πούμε, εκείνων της Kate Rusby), session man σε ηχογραφήσεις των Paul Weller και Mark Knopfler και άλλα τινά. To “Under One Sky” (2008) αποτελείται βασικά από μεγάλης διάρκειας συνθέσεις, οι οποίες προσφέρουν τη δυνατότητα στον σκωτσέζο μουσικό να πειραματισθεί με διάφορα στυλ της παράδοσης, τόσο στο επίπεδο του καθαρού ήχου, όσο και σ’ εκείνο των τραγουδιών. Σ’ αυτήν την προσπάθεια συνεισφέρουν ονόματα της σύγχρονης βρετανικής, folk κυρίως, σκηνής, όπως οι Andy Cutting ακορντεόν, Ian Carr κιθάρα, Ewen Vernal μπάσο (συμμετείχε και στο άλμπουμ της Alyth), Roddy Woomble φωνή (από τους Idlewild), Graham Coxon φωνή (από τους Blur), John Tams φωνή (από τους παλαιούς Muckram Wakes) κ.ά. Το αποτέλεσμα είναι συμβατό με τις σύγχρονες τάσεις, που κοιτάζουν προς τα πίσω, πιάνοντας κορυφή με το 8λεπτο “Long past time” (τραγούδι σε στίχους του Roddy Woomble, ο οποίος το ερμηνεύει κιόλας).
Η συλλογή της Acid Jazz The New Testament of Folk παρότι προέρχεται από το 2005, δίνει (και αυτή) μία κάποια εικόνα της νέας βρετανικής άποψης για το στυλ, υπό την έννοια ότι τα περισσότερα από τα ονόματα που ανθολογούνται, λογικώς, συνεχίζουν την καριέρα τους. Έτσι, ενδεικτικώς, ας σημειώσω το jazz/psych α λα Pentangle “Morning brings the light” με τους Grand Union, το “Backlounge butterfly” με τα ξωτικά φωνητικά των Mediaeval Baebes, το… σαλταρισμένο “Clear the sands” της Jen Gloeckner, την εκδοχή του “Corn riggs” από τους Marked & Joff (κομμάτι από το OST του “The Wicker Man”-1973), το instro του Andy Lewis “Deadman’s cross”… Από ’κει και κάτω κάτι… rock ξεσηκωτικά όπως το “Hippy dippy” των Lee Griffiths Band ή κάτι αδιάφορες διασκευές τύπου “Bring me back to life” (των Evanescence) από τους Jinrai, πάνε το πράγμα αλλού. Είπαμε… Ευτυχώς κλείνει το μαγικό ορχηστρικό “Another day” κάποιων(;) Bob, με το απίθανο dulcimer του Paul Cianfarani, κι η τάξη αποκαθίσταται. Και κάτι τελευταίο…
Σε μια χώρα με τόσο έντονη folk παράδοση, όπως είναι η Μεγάλη Βρετανία, λογικό είναι να υπάρχουν και οι σχετικοί διαγωνισμοί. Ίσως ο πιο σύγχρονος σημαντικός να είναι εκείνος του BBC Radio 2, τα “Folk Awards” που ξεκίνησαν το 2000 και που μέχρι σήμερα δίνουν ώθηση σε νέα (και λιγότερα νέα) ονόματα. Εφέτος, το 2011, ανάμεσα στους πολλούς που βραβεύτηκαν και οι Eliza Carthy - Norma Waterson με το “Poor wayfaring stranger” (Best Traditional Track), αλλά και με το “Gift” (Best Album), οι Bellowhead (Best Group), ο Donovan (Lifetime Achievement Award), o Chris Wood (Folk Singer of the Year) και άλλοι πολλοί. Για τα Folk Awards του 2008 είχα γράψει παλαιότερα (12/2008) στο Jazz & Τζαζ, με αφορμή (τότε) ένα πακέτο της Proper Music. Tώρα, μπορώ να πω λίγα λόγια για το επόμενο πακέτο, το “Folk Award 2009”, που ως συλλογή στέκεται μια χαρά, ανεξαρτήτως βραβείων, ετών ή ό,τι άλλο. Εξάλλου, εμείς εδώ στην Ελλάδα, τραγούδια ακούμε, δεν απονέμουμε επαίνους…
Το πρώτο CD (12 tracks, 49:18 η διάρκεια) ξεκινά με τους Bellowhead, ένα από τα πιο σημαντικά σύγχρονα british folk γκρουπ. Ακούγονται ακόμη οι δυνατές μπαλάντες “Duncan and Brady” (Martin Simpson), το “Mr. Magnifico” της Eliza Carthy (με τη σκοτεινή αφήγηση του Tim Matthew), το μαγικό “Chilly winds” των Shee, αλλά το τραγούδι που ξεχωρίζει – καταπληκτικό – είναι το “Come down Jehovah” του Chris Wood (δεν γνωρίζω αν ο ίδιος είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά – μπορεί ναι, μπορεί όχι), που θυμίζει τις μπαλάντες της Odetta και με στίχους του τύπου «εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ», που τραγουδούσε κι η Βίκυ Μοσχολιού πίσω στα 70s. Από το δεύτερο CD (12 tracks, 45:59) ξεχωρίζει αμέσως η Karine Polwart (εξαιρετική τραγουδοποιός), οι κάπως... οργιαστικοί The Demon Barbers, o Seth Lakeman με τους… resonator αρπισμούς, οι φοβεροί και τρομεροί Lau, αλλά και η (Αμερικανίδα) Judy Collins (δεν κατάλαβα πως χώθηκε εδώ). Τέλος, το τρίτο δισκάκι (6 tracks, 24:55) καταπιάνεται με τους… 2009 BBC Radio 2 Young Folk Award Finalists. Νέοι, πιθανώς ωραίοι, και σίγουρα ενδιαφέροντες, οι Tyde, Lucy Ward, Megan & Joe Henwood, Emily Hoile and Alice Burn, Maz O’Connor και Jaywalkers διαγκωνίστηκαν με άγνωστα προς εμένα αποτελέσματα. Οι Megan & Joe Henwood ξεχωρίζουν με τη βαθειά μπαλάντα τους “White lies” και όχι τυχαίως βραβεύθηκαν (όπως διαπίστωσα εκ των υστέρων ψάχνοντας oλίγα στοιχεία).