Από τους Silver Apples των 60s και τους Suicide των 70s, μέχρι τους Chemical Brothers, τους Orb και σήμερα τους
Röyksopp τα ντούο (με τα όποια επιμέρους χαρακτηριστικά τους – τα εν λόγω δεν αναφέρθηκαν
τυχαίως) αποτελούν βασικό εκφραστικό (μουσικό) όχημα της pop κουλτούρας. Και στην Ελλάδα τα ντούο
δεν υπήρξαν (είναι) κάτι άγνωστο, αφού –για να θυμηθούμε λίγο τα 80s και τα 90s– από τους Big Alice και
τους Fantastic Something,
μέχρι τους In Trance
’95 και τους Ωmegavibes το συγκεκριμένο σχήμα (των δύο) συμπορεύτηκε, βασικά,
με τους electro, pop και electro-pop ήχους (και
εδώ με τις όποιες προσθαφαιρέσεις).
Οι My Wet Calvin
δεν είναι καινούριοι στο χώρο. Σχηματίστηκαν το 2004 από τον Άρη και τον
Λεωνίδα, έχουν δώσει διάφορα live,
έχουν ηχογραφήσει ένα πρώτο CD, το “All Great Events”
για την Archangel Music
το 2010… Τώρα, εδώ και λίγο καιρό δηλαδή, ένα δεύτερο άλμπουμ τους, το “Happened Before” [Inner Ear, 2012], επαναφέρει τους
αθηναίους μουσικούς στο προσκήνιο μέσω μιας έκδοσης, που έχει και αυτή τα
(ιδιαίτερα) χαρακτηριστικά της. Το “Happened Before” κυκλοφορεί (αν κυκλοφορεί
ακόμη) σε κουτί των πέντε singles,
την ώρα που και τα δέκα τραγούδια του περιλαμβάνονται και σ’ ένα CD, κλεισμένο σ’ ένα
πολύχρωμο cross-folded paper cover. Θα μου πείτε, τώρα,
πως αυτά μπορεί και να μην έχουν τόσο σημασία, ok, οπότε ας πάμε στα πιο μέσα…
Οι My Wet Calvin συντάσσουν μέσα σε 42 λεπτά το δικό τους pop κεφάλαιο. Ήτοι δέκα τραγούδια μικρής
και μέσης διάρκειας, με εμφανείς 80s και 90s αναφορές, που
διακρίνονται για τον πυκνό, σχεδόν ερμητικό χαρακτήρα τους. Ξεκινώντας από το “Choirs” θα μείνω στη
μετρονομημένη ρυθμική με τα απότομα κοψίματα,
στο ομιχλώδες κλίμα που επιβάλλουν τα πλήκτρα και οι κιθάρες, αλλά βασικά στην
παραγωγή τού Coti K. Το
“I don’t want to sing these songs anymore!” ξεκινά με λίγες
νότες στα πλήκτρα, για να εξελιχθεί σ’ ένα pop gem (όπως θα αποκαλούσαμε τα τραγούδια που προσέθεσαν
στουντιακή βαρύτητα στις μελωδίες των… Pet Shop Boys). Το “XS underwear”
έχει γυναικεία φωνητικά (Στέλλα), ροκάρει αρκετά, με τις κιθάρες (το μπάσο και
τα ντραμς) να διεκδικούν τη μερίδα του λέοντος από τα πλήκτρα, που δείχνει να
υποστηρίζουν περισσότερο τη μελωδία. Η παραγωγή, όπως και στο προηγούμενο,
είναι του Sillyboy. Στο
“Alice
says” τα
φωνητικά είναι κάπως «πίσω», σχεδόν hazy, με τις κιθάρες και τα ντραμς να δημιουργούν το πρώτο στρώμα
(παραγωγή από τον Γιώργο Πρινιωτάκη), ενώ στο “Homeless ego” η ακουστική εισαγωγή
προδιαθέτει για ένα περισσότερο lo-fi track – και όντως (η απλή
μελωδική γραμμή μεγεθύνεται μέσω μιας ήπιας πληκτρονικής επέμβασης). Παρότι του
ιδίου παραγωγού (Felizol)
το επόμενο κομμάτι, το “Don’t go”, είναι ένα up-tempo track, με αποφασιστικό
ρυθμικό τμήμα, απολύτως στιγματισμένο από μιαν… αγχωτική δραματικότητα. Στο “Humble” η μελωδία βγαίνει
πάνω απ’ οτιδήποτε άλλο. Πιο «άλλο»; Βασικά τους «τοίχους» (από τα πλήκτρα),
που παρέχουν στο κομμάτι έναν κάπως cosmic χαρακτήρα.
Οι My Wet Calvin είναι ένα εσωστρεφές
pop συγκρότημα. Τούτο
αποδεικνύεται σ’ ένα από τα ωραιότερα tracks τού “Happened Before”,
του “What do you say?”.
Εξαιρετική η παραγωγή του Coti K., εναποθέτει
στο κομμάτι μιαν αίσθηση… προσευχής. Το προτελευταίο τραγούδι έχει τίτλο “The future”· κι ενώ τούτο
αναδύεται μέσα από ένα ήπιο ηχητικό περιβάλλον, προοδευτικώς η ένταση
αυξάνεται περνώντας από τελετουργικά κιθαριστικά τείχη, καταλήγοντας στο minimal των «πιανιστικών»
νοτών. Το έσχατο “Super Jefrio Galaxy”
είναι το πιο ιδιαίτερο track
του άλμπουμ, πιθανώς δε και το πιο «προσωπικό». Δεν πρόκειται για τραγούδι,
αλλά για μιαν απαγγελία στίχων, ένα θεατρικό spoken word που «σπάει» από ένα μικρό χορωδιακό μέρος, πριν επανέλθει
στην τελευταία αφήγηση. Εδώ, η ηχητική… διαγαλαξιακή υφή δεν έχει τίποτ’ άλλο
παρά την όψη τής space ηλεκτρονικής.
Δεν μπορώ να πω, έχει το ενδιαφέρον του ως CD.
Το πρώτο τους album δεν με είχε αρέσει καθόλου αλλά αυτό μπορώ να πω ότι μου έδωσε κάποια ευχαρίστηση στα αυτιά μου. Σίγουρα παίζουν ρόλο και οι διάφοροι και καταξιωμένοι παραγωγοί που έβαλαν το χεράκι τους. Πολύ ωραία και η συσκευασία των πέντε 7". Παρόλα αυτά αυτό το στυλ της παρωχημένης ποπ που επέλεξαν και τους αρέσει να παίζουν σε καμμιά περίπτωση δεν θα με αναγκάσει να το ξανακούσω ή να το επιλέξω για να με διασκεδάσει σε μια διαδρομή με το αμάξι μου ή με ένα ποτήρι κρασί στο σαλόνι μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήboo
Χμμμ. Ποτέ δεν ξέρεις πότε και για ποιο λόγο (αν υπάρχει λόγος) θα ξανακούσεις ένα άλμπουμ. Γυρνώντας από τις διακοπές άκουσα τρεις παλαιούς δίσκους (τους δύο χωρίς κανένα λόγο). Πραγματικά, δηλαδή, προσπαθώ να καταλάβω γιατί ξαναέβαλα στο πικάπ ν’ ακούσω τον πρώτο δίσκο των Skin Alley και το άλμπουμ των Grauzone (αμφότερα απολαυστικά – και τόσο διαφορετικά), ενώ άκουσα και το άλμπουμ «Προσεχώς» του Σταύρου Λογαρίδη επειδή, κάποια στιγμή, θέλω να γράψω λίγα λόγια για τη «Φόνισσα» του Κώστα Φέρρη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραυτα, σε σχεση με τις τελευταιες electro pop κυκλοφοριες της Inner Ear (Κ.Βήτα, Χρηστος Λαινας, κλπ), αυτη ειναι ετη φωτος μπροστα, οσον αφορα τον ηχο, τη παραγωγή και το impact της pop σαν pop.
ΑπάντησηΔιαγραφή