Πριν πούμε ό,τι πρέπει να πούμε οφείλουμε να δώσουμε τον
λόγο στον Keith Jarrett,
ο οποίος προλογίζει το “After the Fall”
[ECM / AN Music, 2018] στο ένθετο του
νέου double CD του:
«Για περισσότερα από
δύο χρόνια (από τo φθινόπωρο του 1996 έως το 1998),
υπέφερα από το “σύνδρομο χρόνιας κόπωσης” και δεν μπορούσα να παίξω πιάνο για
τον κόσμο. Το “A Multitude of Angels” ήταν η τελευταία μουσική φάση
μου πριν πιάσω το σημείο μηδέν, κοιτάζοντας το πιάνο και αδυνατώντας να παίξω
κάτι. Καθώς ο γιατρός μου κι εγώ ψάχναμε για το τι θα γίνει τελικά, σταδιακά
(πολύ σταδιακά) άρχισα να βελτιώνομαι – παρά ταύτα αν άρχιζα να ξαναπαίζω η
υποτροπή θα ήταν πολύ κοντά.
Προς το τέλος εκείνης
της περιόδου αποφάσισα να δοκιμάσω να παίξω με το τρίο στο στούντιό μου. Αυτές
ήταν και οι πρώτες πρόβες (στις αρχές του 1998) από τότε που σταμάτησα. Θυμάμαι
μια πρώτη πρόβα ένα απόγευμα και ξαναφέρνω στη μνήμη μου το δείπνο που είχα
εκείνο το βράδυ. Άφησα απότομα το τραπέζι και δεν ήμουν καθόλου αισιόδοξος για
το τι θα γίνει. Λίγο αργότερα προσπαθήσαμε ξανά, και τότε ένιωσα πως δεν είχα
άλλη επιλογή από το να τεστάρω τον εαυτό μου στις συνθήκες μιας αληθινής συναυλίας,
κατά προτίμηση κοντά στο σπίτι μου, στο New Jersey.
Το Newark είχε μια νέα
αίθουσα συναυλιών και απείχε περί τη μία ώρα με το αυτοκίνητο (σ.σ. 78Km είναι η απόσταση από το New Jersey στο Newark).
Οργανώσαμε λοιπόν εκείνη τη συναυλία, τον Νοέμβριο του 1998, σαν ένα είδος πειράματος.
Είπα στους φίλους μουσικούς ότι, για μένα, το bebop παίξιμο μπορεί να είναι η
καλύτερη ιδέα, γιατί αν και απαιτούσε μεγάλη τεχνική, δεν πίστευα ότι θα χρειαζόταν
να παίζω τόσο σκληρά, όπως έκανα συχνά (καθώς η ενέργειά μου ήταν ακόμη πολύ χαμηλή
και δεν μου επέτρεπε να τα δίνω όλα). Έτσι αν ακούγομαι κάπως, είναι γι’ αυτόν
ακριβώς το λόγο.
Αποδείχθηκε, λοιπόν,
ότι όλοι μας νοιώθαμε ok με την αίθουσα, αφού
μπορούσαμε να ακούσουμε ο ένας τον άλλον καλά – παρ’ όλα αυτά όμως δεν είχαμε
κανονίσει να καταγραφεί το live επαγγελματικά. Μας
βοήθησε ο χώρος βέβαια, που ήταν αρκετά καλός, ώστε μία απ’ ευθείας μίξη σε πραγματικό
χρόνο να αποδειχθεί αρκετή, για να δημιουργήσει τελικά μια ταινία DAT, που κι
αυτή ήταν μια χαρά.
Μετά από ’κείνο το live στο Newark πέρασα από μια σταδιακή διαδικασία ανάκαμψης,
αφού, κατά το επόμενο έτος ή περίπου, υπήρξαν κάποιες υποτροπές, με τα
ενεργειακά μου επίπεδα να αιωρούνται και να ρέουν μπροστά και πίσω κάπως σαν
τις παλίρροιες.
Έτσι, αυτό που ακούτε εδώ
δεν ήταν τίποτ’ άλλο παρά ένα πείραμα για μένα, από το οποίο φάνηκε ότι θα
μπορούσαμε να παίξουμε και πάλι όλοι μαζί. Παρ’ όλα αυτά ένοιωσα μιαν έκπληξη,
όταν άκουσα πόσο καλά δούλευε η συγκεκριμένη μουσική – πράγμα που με οδήγησε να
αποφασίσω πως θα έπρεπε τελικά να την κυκλοφορήσω, αφού η τελευταία νότα που
είχα παίξει, μέχρι εκείνη την εποχή, ήταν σ’ ένα live στη
Γένοβα, το φθινόπωρο του ’96.
Για μένα αυτή δεν
είναι απλά μια ιστορική εγγραφή, αλλά μια πραγματικά μεγάλη συναυλία. Απολαύστε
την!».
Κάπως έτσι οι Keith Jarrett πιάνο, Gary Peacock κοντραμπάσο
και Jack DeJohnette ντραμς θα βρεθούν την
14η Νοεμβρίου 1998 στο New Jersey Performing Arts Center
(στο Newark του New Jersey), ερμηνεύοντας
στάνταρντ στο πρώτο μέρος (CD
1) και διασκευές απ’ όλο το τζαζ σώμα στο δεύτερο (CD 2), εντυπωσιάζοντας με την απλότητα
και τη μεστότητα των παιξιμάτων τους, αποδεικνύοντας για μιαν ακόμη φορά πως
μόνον όποιος ξέρει να… ξεσκονίζει τις ρίζες είναι και ο αληθινά πρωτοπόρος. Εκείνος,
δηλαδή, που μπορεί να δώσει και πρωτοποριακό έργο.
Κάτω, λοιπόν, από τις συγκεκριμένες συνθήκες το συγκεκριμένο
set αποδεικνύεται
πλήρως ουσιαστικό, προκειμένου να διακριβωθεί η ετοιμότητα όχι μόνον του Jarrett, αλλά και των
υπολοίπων, αφού τα στάνταρντ και οι versions προσφέρονται για κάτι τέτοιο (για πολλούς και
διαφορετικούς λόγους). Κι έτσι, από το “The masquerade is over”, το “Scrapple from the apple” (Charlie Parker), το “Old folks” και το “Autumn leaves” περνάμε σε συνθέσεις των
Bud Powell, Sonny Rollins, Paul Desmond, John Coltrane κ.λπ.,
μαζί με “When I fall in love”
και “Santa Claus is coming to town”(!),
προκειμένου να φανεί, γιατί οι αληθινά μεγάλοι μουσικοί δεν κωλώνουν μπροστά σε
τίποτα, μετατρέποντας και το πιο απλό τραγουδάκι σ’ ένα κατά το μάλλον ή ήττον
έργο Τέχνης.
Ένα απολαυστικό 2CD, από τρεις διαπρεπείς οργανοπαίκτες, που απευθύνεται σ’ όλο
τον κόσμο… αυτό είναι το “After the Fall”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου