Πριν από λίγες μέρες έφθασε στα χέρια μου ένα μουσικό βιβλίο
γραμμένο από τον καλό φίλο και συνάδελφο Χάρη Συμβουλίδη. Το βιβλίο έχει τίτλο
«60 Χρόνια Scorpions» [εκδόσεις ΛΟΓΟ-ΤΥΠΟ, 2025] και αποτελεί, όπως όλοι και
όλες αντιλαμβάνονται, μια μονογραφία για τους Scorpions – αυτό
το γερμανικό συγκρότημα του hard rock,
που αποτελεί ένα από τα διαχρονικά αγαπημένα του πλατιού μουσικόφιλου κοινού
στη χώρα μας. Είναι προφανές πως εξαιτίας της δημοτικότητας των Scorpions στην Ελλάδα
γράφτηκε το βιβλίο –κάτι που το φανερώνει και ο υπότιτλός του... «το γερμανικό
ροκ φαινόμενο που λάτρεψε η Ελλάδα»– και αυτό από μόνο του έχει ξέχωρο
ενδιαφέρον. Να προσεγγιστεί, εννοώ, και αυτή η διάσταση της ιστορίας τους, η
«ελληνική» να την πούμε έτσι – κάτι που συμβαίνει στο τελευταίο κεφάλαιο, που
τιτλοφορείται «αντί επιλόγου / οι Scorpions και η Ελλάδα».
Κατ’ αρχάς το πρώτο που πρέπει να πούμε είναι πως το βιβλίο έχει διαστάσεις 17Χ24 (είναι κάπως μεγαλούτσικο δηλαδή), διαθέτοντας 136 σελίδες, με διάφορες ασπρόμαυρες φωτογραφίες και γραφιστικά να «πέφτουν» ενδιαμέσως. Επίσης έχει ωραίο εξώφυλλο και ωραίο, μοντέρνο σχεδιασμό. Είναι τραβηχτικό, δηλαδή, σαν εικόνα, και σαν... ξεφύλλισμα, και αυτό οπωσδήποτε μετράει.
Ο Συμβουλίδης είναι φαν προφανώς των Scorpions ή τέλος πάντων έγινε από ένα σημείο και μετά, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να προτείνει ένα βιβλίο «αντικειμενικό», χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές και μεγαλοστομίες. Ο λόγος του είναι μετρημένος, σοβαρός, «ψαγμένος», όσον αφορά τα του γερμανικού γκρουπ (το αντιλαμβάνεσαι αμέσως αυτό, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο), και εν τέλει έγκυρος. Εγώ αυτό εισπράττω διαβάζοντας το βιβλίο – και κρίνοντας στο μέτρο που μπορώ όλα αυτά που υποστηρίζει ο συγγραφέας. (Το λέω, γιατί η δική μου επαφή με τους Scorpions δεν είναι αυτή του φαν, αλλά του απλού και περιστασιακού ακροατή της μουσικής τους, καθώς το μοναδικό άλμπουμ τους που έχω στη δισκοθήκη μου, από 30ετίας και βάλε, είναι το παρθενικό τους “Lonesome Crow”).
Το πόσο έχει ψάξει ο Συμβουλίδης τα των Scorpions το «πιάνεις», όπως προείπαμε, από το αρχικό κεφάλαιο του βιβλίου, που ασχολείται με την προϊστορία του γερμανικού γκρουπ, η οποία ξεκινά το 1965, κάπου κοντά στο Ανόβερο, φθάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του “Lonesome Crow”. Αυτή η περίοδος δράσης των Scorpions δεν είναι γνωστή στους πολλούς, ούτε επαρκώς καταγραμμένη, με τον Συμβουλίδη, που έχει πρωτογενείς πηγές, να κάνει λόγο μέχρι και για τους Βρετανούς... συνονόματους Scorpions, που θα έκαναν επιτυχία ακόμη και στην Ελλάδα (είχαν κυκλοφορήσει τουλάχιστον τρία 45άρια στη χώρα μας, το 1966). Βεβαίως τους «κανονικούς» Scorpions όλος ο κόσμος, και οι Έλληνες, θα τους γνώριζαν για τα καλά από το 1974 και μετά, και φυσικά στις δεκαετίες του ’80 και του ’90.
Ο Συμβουλίδης ακολουθεί μία τρόπον τινά γραμμική αφήγηση στην ιστορία του, πιάνοντας τους Scorpions δίσκο με δίσκο, και επιτυχία με επιτυχία, προσθέτοντας συνεχώς λεπτομέρειες σε σχέση με τις επιρροές του γκρουπ, τα πολύ καλά, καλά και αδιάφορα τραγούδια τους, τα μέλη και τις αλλαγές τους, τους παραγωγούς και τους μάνατζέρ τους, τα live τους, τον τρόπο που προσέγγισαν τα διαφορετικά ακροατήρια, στην Ευρώπη, την Αμερική ή την Ιαπωνία, με τα άλμπουμ που αποτέλεσαν το πρώιμο βαρύ πυροβολικό τους, σαν τα “In Trance”, “Virgin Killer”, “Lovedrive”, “Animal Magnetism”, “Blackout” και όλα τα υπόλοιπα, ενώ δεν λείπουν οι ιστορίες για τα... απρεπή ή... σοκαριστικά εξώφυλλά τους –που ήταν, εδώ που τα λέμε, κι ένα από τα χαρακτηριστικά τους– και άλλα διάφορα, που σίγουρα θα κρατήσουν το ενδιαφέρον των fans σε υψηλό επίπεδο.
Οι ιστορίες διαδέχονται η μία την άλλη και κάπως έτσι επιλέγω, εδώ, κάτι από εκείνη του τραγουδιού “Wind of change” (που συνδέθηκε, ως γνωστόν, με την πτώση του «υπαρκτού»), προκειμένου να αντιληφθείτε, ανάμεσα σε άλλα, και τον τρόπο γραφής του Συμβουλίδη...
«Μπορεί ασφαλώς να επικρίνεις τη μελό βάση του “Wind of change”, επισημαίνοντας ότι ωχριά μπροστά στις μπαλάντες της ακμής τους. Μπορείς να αισθανθείς συμπάθεια για τον ιθύνοντα της δισκογραφικής, που έκανε τα αδύνατα δυνατά για να αφαιρεθεί το κατά τη γνώμη του ακαλαίσθητο σφύριγμα του Meine, το οποίο εν τέλει πέρασε μόνο λόγω της άκαμπτης επιμονής του. Και σίγουρα μπορείς να ορίσεις το τραγούδι ως μια στιγμή που εν καιρώ παγίδεψε τους Scorpions σε μια χρονοκάψουλα, παγιώνοντάς τους ως η μπάντα ειδική στις μπαλάντες, με μπροστάρη τον τραγουδιστή με το στρατιωτικό μπερεδάκι και το κατσαρό μαλλί. Αλλά για έναν εντυπωσιακό αριθμό μουσικόφιλων ανά την υφήλιο, το “Wind of change” έγινε ένα με μια συγκινησιακή στιγμή που σάρωσε τα πάντα, γιγαντωμένο έτσι σε σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. Ακόμα και το σφύριγμα του Meine, που έκανε τόσα αφτιά να πονέσουν, έμεινε ως αδιαφιλονίκητο σήμα κατατεθέν».
Από ’κει και πέρα έχουμε κεφάλαια για το «αδικημένο» “Face the Heat” του 1993, τα άτολμα και ακατανόητα “Pure Instinct” του ’96 και “Eye II Eye” του ’99, το παράταιρο “Scorpions & Berliner Philharmoniker-Moment of Glory” του 2000 ή το ανιαρό “Acoustica” του ’01, με τις ιστορίες (κρίσεις για δίσκους, τραγούδια και άλλα τινά περιστατικά) να συνεχίζονται έως και τα χρόνια της «πανδημίας» με την καλή περίπτωση του άλμπουμ “Rock Believer” του 2022.
Και κάπου εδώ φθάνουμε στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του Χάρη Συμβουλίδη για τους Scorpions, το «Οι Scorpions και η Ελλάδα», που κλείνει με τον καλύτερο τρόπο αυτή την εξιστόρηση της εξηκονταετίας του γερμανικού γκρουπ. Όλα όσα διαμόρφωσαν τη σχέση του ελληνικού κοινού με τους Scorpions, τα απανωτά live τους στη χώρα μας, ο τρόπος που τους αντιμετώπισαν οι δικοί μας μουσικογραφιάδες και άλλα διάφορα μπαίνουν σε μια τάξη και μια σειρά, δίνοντας στον αναγνώστη και την αναγνώστρια μια σωστή και ακεραία εικόνα αυτής της εντελώς μοναδικής σχέσης.
Το βιβλίο του Χάρη Συμβουλίδη το διάβασα (ξαν)ακούγοντας, παράλληλα, χαρακτηριστικά τραγούδια απ’ όλη τη βασική δισκογραφία των Scorpions, μα ακόμη και από δίσκους τους, τους οποίους αγνοούσα εντελώς. Το τελευταίο δεν θα το έκανα ποτέ στη ζωή μου (μάλλον), αν δεν με καθοδηγούσε τούτο το πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα.
Επαφή: www.logo-typo.gr
Κατ’ αρχάς το πρώτο που πρέπει να πούμε είναι πως το βιβλίο έχει διαστάσεις 17Χ24 (είναι κάπως μεγαλούτσικο δηλαδή), διαθέτοντας 136 σελίδες, με διάφορες ασπρόμαυρες φωτογραφίες και γραφιστικά να «πέφτουν» ενδιαμέσως. Επίσης έχει ωραίο εξώφυλλο και ωραίο, μοντέρνο σχεδιασμό. Είναι τραβηχτικό, δηλαδή, σαν εικόνα, και σαν... ξεφύλλισμα, και αυτό οπωσδήποτε μετράει.
Ο Συμβουλίδης είναι φαν προφανώς των Scorpions ή τέλος πάντων έγινε από ένα σημείο και μετά, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να προτείνει ένα βιβλίο «αντικειμενικό», χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές και μεγαλοστομίες. Ο λόγος του είναι μετρημένος, σοβαρός, «ψαγμένος», όσον αφορά τα του γερμανικού γκρουπ (το αντιλαμβάνεσαι αμέσως αυτό, από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο), και εν τέλει έγκυρος. Εγώ αυτό εισπράττω διαβάζοντας το βιβλίο – και κρίνοντας στο μέτρο που μπορώ όλα αυτά που υποστηρίζει ο συγγραφέας. (Το λέω, γιατί η δική μου επαφή με τους Scorpions δεν είναι αυτή του φαν, αλλά του απλού και περιστασιακού ακροατή της μουσικής τους, καθώς το μοναδικό άλμπουμ τους που έχω στη δισκοθήκη μου, από 30ετίας και βάλε, είναι το παρθενικό τους “Lonesome Crow”).
Το πόσο έχει ψάξει ο Συμβουλίδης τα των Scorpions το «πιάνεις», όπως προείπαμε, από το αρχικό κεφάλαιο του βιβλίου, που ασχολείται με την προϊστορία του γερμανικού γκρουπ, η οποία ξεκινά το 1965, κάπου κοντά στο Ανόβερο, φθάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του “Lonesome Crow”. Αυτή η περίοδος δράσης των Scorpions δεν είναι γνωστή στους πολλούς, ούτε επαρκώς καταγραμμένη, με τον Συμβουλίδη, που έχει πρωτογενείς πηγές, να κάνει λόγο μέχρι και για τους Βρετανούς... συνονόματους Scorpions, που θα έκαναν επιτυχία ακόμη και στην Ελλάδα (είχαν κυκλοφορήσει τουλάχιστον τρία 45άρια στη χώρα μας, το 1966). Βεβαίως τους «κανονικούς» Scorpions όλος ο κόσμος, και οι Έλληνες, θα τους γνώριζαν για τα καλά από το 1974 και μετά, και φυσικά στις δεκαετίες του ’80 και του ’90.
Ο Συμβουλίδης ακολουθεί μία τρόπον τινά γραμμική αφήγηση στην ιστορία του, πιάνοντας τους Scorpions δίσκο με δίσκο, και επιτυχία με επιτυχία, προσθέτοντας συνεχώς λεπτομέρειες σε σχέση με τις επιρροές του γκρουπ, τα πολύ καλά, καλά και αδιάφορα τραγούδια τους, τα μέλη και τις αλλαγές τους, τους παραγωγούς και τους μάνατζέρ τους, τα live τους, τον τρόπο που προσέγγισαν τα διαφορετικά ακροατήρια, στην Ευρώπη, την Αμερική ή την Ιαπωνία, με τα άλμπουμ που αποτέλεσαν το πρώιμο βαρύ πυροβολικό τους, σαν τα “In Trance”, “Virgin Killer”, “Lovedrive”, “Animal Magnetism”, “Blackout” και όλα τα υπόλοιπα, ενώ δεν λείπουν οι ιστορίες για τα... απρεπή ή... σοκαριστικά εξώφυλλά τους –που ήταν, εδώ που τα λέμε, κι ένα από τα χαρακτηριστικά τους– και άλλα διάφορα, που σίγουρα θα κρατήσουν το ενδιαφέρον των fans σε υψηλό επίπεδο.
Οι ιστορίες διαδέχονται η μία την άλλη και κάπως έτσι επιλέγω, εδώ, κάτι από εκείνη του τραγουδιού “Wind of change” (που συνδέθηκε, ως γνωστόν, με την πτώση του «υπαρκτού»), προκειμένου να αντιληφθείτε, ανάμεσα σε άλλα, και τον τρόπο γραφής του Συμβουλίδη...
«Μπορεί ασφαλώς να επικρίνεις τη μελό βάση του “Wind of change”, επισημαίνοντας ότι ωχριά μπροστά στις μπαλάντες της ακμής τους. Μπορείς να αισθανθείς συμπάθεια για τον ιθύνοντα της δισκογραφικής, που έκανε τα αδύνατα δυνατά για να αφαιρεθεί το κατά τη γνώμη του ακαλαίσθητο σφύριγμα του Meine, το οποίο εν τέλει πέρασε μόνο λόγω της άκαμπτης επιμονής του. Και σίγουρα μπορείς να ορίσεις το τραγούδι ως μια στιγμή που εν καιρώ παγίδεψε τους Scorpions σε μια χρονοκάψουλα, παγιώνοντάς τους ως η μπάντα ειδική στις μπαλάντες, με μπροστάρη τον τραγουδιστή με το στρατιωτικό μπερεδάκι και το κατσαρό μαλλί. Αλλά για έναν εντυπωσιακό αριθμό μουσικόφιλων ανά την υφήλιο, το “Wind of change” έγινε ένα με μια συγκινησιακή στιγμή που σάρωσε τα πάντα, γιγαντωμένο έτσι σε σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής. Ακόμα και το σφύριγμα του Meine, που έκανε τόσα αφτιά να πονέσουν, έμεινε ως αδιαφιλονίκητο σήμα κατατεθέν».
Από ’κει και πέρα έχουμε κεφάλαια για το «αδικημένο» “Face the Heat” του 1993, τα άτολμα και ακατανόητα “Pure Instinct” του ’96 και “Eye II Eye” του ’99, το παράταιρο “Scorpions & Berliner Philharmoniker-Moment of Glory” του 2000 ή το ανιαρό “Acoustica” του ’01, με τις ιστορίες (κρίσεις για δίσκους, τραγούδια και άλλα τινά περιστατικά) να συνεχίζονται έως και τα χρόνια της «πανδημίας» με την καλή περίπτωση του άλμπουμ “Rock Believer” του 2022.
Και κάπου εδώ φθάνουμε στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του Χάρη Συμβουλίδη για τους Scorpions, το «Οι Scorpions και η Ελλάδα», που κλείνει με τον καλύτερο τρόπο αυτή την εξιστόρηση της εξηκονταετίας του γερμανικού γκρουπ. Όλα όσα διαμόρφωσαν τη σχέση του ελληνικού κοινού με τους Scorpions, τα απανωτά live τους στη χώρα μας, ο τρόπος που τους αντιμετώπισαν οι δικοί μας μουσικογραφιάδες και άλλα διάφορα μπαίνουν σε μια τάξη και μια σειρά, δίνοντας στον αναγνώστη και την αναγνώστρια μια σωστή και ακεραία εικόνα αυτής της εντελώς μοναδικής σχέσης.
Το βιβλίο του Χάρη Συμβουλίδη το διάβασα (ξαν)ακούγοντας, παράλληλα, χαρακτηριστικά τραγούδια απ’ όλη τη βασική δισκογραφία των Scorpions, μα ακόμη και από δίσκους τους, τους οποίους αγνοούσα εντελώς. Το τελευταίο δεν θα το έκανα ποτέ στη ζωή μου (μάλλον), αν δεν με καθοδηγούσε τούτο το πολύ ενδιαφέρον ανάγνωσμα.
Επαφή: www.logo-typo.gr
Ένα από τα πιο υποτιμημένα συγκροτήματα. Μπράβο στον Συμβουλιδη που έκατσε και έγραψε ένα τέτοιο βιβλίο. Χαρά στο κουράγιο του!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό το fb...
ΑπάντησηΔιαγραφήKonstantinos Kottis
Σπουδαίο και ιστορικό συγκρότημα διεθνώς. Λογικό το να βγαίνουν τέτοια συγκροτήματα από χώρες όπως η Γερμανία με την τεράστια παράδοση στην μουσική σε αντίθεση με τις ΗΠΑ από την οποία προέρχεται το μισό σκουπιδαριό της πολιτιστικής βιομηχανίας, για να παραφράσω εκπροσώπους της Σχολής της Φρανκφούρτης. Το πρόβλημα μετά το 1990 και το Wind of Change είναι πως καθώς έδωσαν πριν αρκετές εμβληματικές μπαλάντες και ροκ τραγούδια που παράλληλα έγιναν αποδεκτές στο παγκόσμιο κοινό, τα καλά τραγούδια τους που έγραψαν μετά το 1990 φαίνονταν και ήταν υποδεέστερα.
Δημητρης Γλετζακος
Δεν μου πολύ αρέσουν οι Scorpions αλλά συμπαθώ πολύ τον Χάρη που κυκλοφόρησε και μετέφρασε στα ελληνικά το εξαιρετικό βιβλίο του LeRoi Jones "Blues people"
Αλέξανδρος Αλεξανδρής
πολύ ωραία κριτική ,για ένα συμπαθή δημοσιογράφο .Οι scorpions καλώς ή κακώς είναι ένα ιστορικό συγκρότημα στο χώρο της ροκ ή και heavy metal και με χιλιάδες οπαδούς στη χώρα μας .Μπράβο για την υγιή συναδελφικότητα κύριε Φώντα!
Χωρίς να έχω - ακόμα - αγοράσει το βιβλίο ( είναι στο πρόγραμμα) μόνο και μόνο η μονογραφία για τους Scorpions είναι μια πρόκληση - τόλμημα εκ μέρους του Χάρη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα επανέλθω άμα τη αναγνώσει του έργου!