Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

DAY DREAM ένα jazz-trio, που αποδίδει Ellington και Strayhorn

Το “Day dream” είναι ένα jazz-standard συντεθειμένο από τον Billy Strayhorn το 1939. Είναι όμως κι ένα σημερινό jazz-trio, το οποίον αποτελούν οι Steve Rudolph πιάνο, Drew Gress μπάσο και Phil Haynes ντραμς. Για τους Day Dream έχουμε γράψει ξανά στο blog, με αφορμή το άλμπουμ τους “Originals” [Corner Store Jazz, 2019], κάτι που θα κάνουμε ξανά τώρα λόγω της κυκλοφορίας του double CD Duke & Strays Live [Corner Store Jazz, 2024], που είναι εξ ολοκλήρου αφιερωμένο σε συνθέσεις των Duke Ellington και Billy Strayhorn.
Μέσα στο 2024 έχουμε γράψει για άλλα δύο τέτοια
tributes άλμπουμ, το “Ellington” [enja / yellowbird / werner alldinger, 2024] των Aki Takase / Daniel Erdmann και το “Plays Ellington & Strayhorn” [Palmetto Records / BlueLand Records, 2024] του Brian Landrus, οπότε ένα θεματάκι γεννάται σχετικό με το... τι τέλος πάντων βρίσκουν όλοι αυτοί οι σημερινοί μουσικοί σ’ εκείνο το ιστορικό ρεπερτόριο, ερχόμενοι και επανερχόμενοι σε σταθερή βάση; Τέλος πάντων, η απάντηση είναι προφανής, και δεν χωράει συζήτηση, καθότι η συνθετική δουλειά τούτων των δύο γιγάντων της jazz είναι καταξιωμένη από την πρώτη εποχή της δημιουργίας της και σε όλες τις μετέπειτα δεκαετίες – οπότε δεν έχει νόημα να διερωτάσαι για το προφανές. Το εν λόγω υλικό είναι, εξάλλου, τόσο αρραγές και ταυτοχρόνως εύπλαστο, πλημμυρισμένο από ιδιοφυείς μελωδίες, γεμάτο με συναρπαστικές ρυθμικές εντάσεις, όντας έτοιμο να παραδοθεί στον κάθε υποψιασμένο μουσικό, που θα θελήσει να το παρουσιάσει με τον δικό του τρόπο – με το δικό του σχήμα, τις δικές του ενορχηστρώσεις, και την δική του, γενικότερα, προσέγγιση.
Αυτό πράττουν οι Rudolph, Gress και Haynes στο συγκεκριμένο 2CD, που είναι ηχογραφημένο ζωντανά, στις 10 Σεπτεμβρίου 2023, στο Natalie Davis-Rooke Recital Hall, στο Bucknell University της Πενσυλβάνιας, και το οποίο παραδίδεται τώρα σ’ εμάς μέσω μιας θαυμάσιας έκδοσης, κλεισμένης σ’ ένα triple-folded digipak εξώφυλλο.
Κομμάτια σαν τα “Single petal of a rose / Sophisticated lady” και “Lush life” από το πρώτο CD (πολύ δυναμικός συνδυασμός δύο κλασικών σκοπών στο πρώτο, σόλο κοντραμπάσο με δοξάρι για εισαγωγή, με συγκινητική ανάπτυξη της μελωδίας και άψογα περιγραφικό rhythm section στο δεύτερο) και “Come Sunday” και “Rockin in rhythm” από το δεύτερο CD (tracks γεμάτα επινοήσεις και από τους τρεις μουσικούς και βασικά με διαδοχικά σόλι στο δεύτερο, που δημιουργούν μια καθαρά κινηματογραφική αφήγηση) είναι απλώς κάποια, λίγα, από τα high-lights ενός άλμπουμ, ενός live καλύτερα, που μετατράπηκε σε δίσκο (ευτυχώς), προκειμένου να  αποκρυσταλλώσει αυτή την ωραία στιγμή.
Επαφή: www.philhaynes.com, www.cornerstorejazz.com

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

JOE FONDA QUARTET τιμώντας τον Wadada Leo Smith

Ο αμερικανός κοντραμπασίστας της προχωρημένης jazz Joe Fonda (γενν. 1954) μας έχει απασχολήσει πάμπολλες φορές στο δισκορυχείον. Θυμόμαστε προχείρως τα ντουέτα του με την πιανίστρια Satoko Fujii, τις ηχογραφήσεις με το OGJB Quartet, και τους Barry Altschuls 3Dom Factor, την τριπλέτα Fujii / Fonda / Mimmo, τους Conference Call κ.λπ. Ακολουθώντας την συλλογιστική και την πρακτική των μουσικών του free-improv, ο Fonda ηχογραφεί συνεχώς και με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, κάτι που σημαίνει πως η δισκογραφία του είναι, πρακτικώς, άπειρη.
Στο πιο νέο CD του, που αποκαλείται Eyes on the Horizon [Long Song Records, 2024, ο αμερικανός κοντραμπασίστας θέλει να τιμήσει, και το πράττει, τον δάσκαλό του τρομπετίστα, συνθέτη και αυτοσχεδιαστή Wadada Leo Smith – και προς τούτο σχηματίζει ένα κουαρτέτο, που μοιάζει κάπως με σούπερ γκρουπ. Το λέμε, γιατί πέραν του Fonda, που χειρίζεται κοντραμπάσο και φλάουτο, στο άλμπουμ συμμετέχει και ο ίδιος ο Wadada σε τρομπέτα, μαζί με την Satoko Fujii πιάνο και τον Tiziano Tononi ντραμς. Όλοι αυτοί, λοιπόν, θα βρίσκονταν μαζί σ’ ένα στούντιο του New Haven, του Connecticut, στις 11 και 12 Δεκεμβρίου του ’23, ηχογραφώντας επτά συνθέσεις του Fonda ποικίλων διαρκειών (από 6λεπτες έως 12λεπτες), που θα αποτελούσαν την ύλη του “Eyes on the Horizon”.
Κατ’ αρχάς εκείνο που πρέπει να ειπωθεί είναι πως ο Fonda δρα και συμπεριφέρεται ακόμη ως «μαθητής», αφού εδώ συνθέτει... βαδίζοντας στα βήματα του δασκάλου του. Το λέμε αυτό γιατί από τα επτά κομμάτια του CD του, τα τέσσερα έχουν συμπληρωματικούς τίτλους τού τύπου “for Wadada Leo Smith”. Δεν είναι, απλώς, πως σ’ αυτά ειδικώς τα tracks ακούς αληθινά σπουδαία, σύγχρονη, jazz, είναι πως «ακούς», συγχρόνως, κάτι-σαν-συνθέσεις του Smith, αφού πέραν των παιξιμάτων του θρυλικού τρομπετίστα είναι και ο τρόπος σύνθεσης του Fonda, που παραπέμπει σ’ εκείνον. Ως χαρακτηριστικό track, εδώ, θα μπορούσε να θεωρήσουμε το “We need members opus #4”, το οποίο κρύβει πίσω του και την γνωριμία Fonda-Smith, στα early 80s, όταν ο Fonda συμμετείχε σε μια διαδικασία πρόσληψης μουσικών, για το Creative Music Improvisers Forum, που είχε ιδρύσει ο Wadada. Εκεί και ο βιμπραφωνίστας Bobby Naughton (1944-2022), που «εξέταζε» του μουσικούς, για να δει αν ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις, ώστε να ενταχθούν στην ομάδα. Ο Fonda θα γινόταν δεκτός, και κάπως έτσι σήμερα τιμά και τον Naughton στη σύνθεσή του “Like no other (for Bobby Naughton)”.
Αυτά τα δύο tracks, που βρίσκονται στις θέσεις 3 και 4 του άλμπουμ, δηλαδή στη μέση του, είναι πρώτης τάξεως, παρέχοντας (και) πολλές ελευθερίες στους τέσσερις οργανοπαίκτες για σόλο καταδείξεις (π.χ. στο πρώτο track ο Fonda παρουσιάζει ένα σόλο, που σε στέλνει), μα και καταπληκτική ομαδική συνεισφορά, με φοβερές συνομιλίες τρομπέτας-πιάνου (Wadada-Fujii) και ακαταμάχητο ρυθμικό παιγνίδι.
Φυσικά, στο αυτό ύψος κινούνται όλα τα κομμάτια του Eyes on the Horizon, με το 10λεπτο “Listen to Dr. Cornel West”, που είναι ένα από τα λίγα tracks του άλμπουμ, που δεν σχετίζεται, με κάποιον τρόπο, με τον Wadada, να προσφέρει ορμητικά παιξίματα και συνομιλίες, σε διάφορους συνδυασμούς (κουαρτέτο, τρίο, ντούο, σόλο) με συνεχή και γρήγορη ροή, πλημμυρισμένη από καταιγιστικά breaks. Απολαυστικό CD!
Επαφή: www.joefonda.com

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 612

18/11/2024
To cult στις "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία, αναζητείται παντού - ακόμη και στις ταινίες της Finos Films, που ήταν για όλο τον κόσμο...

17/11/2024
Για κάποιο λόγο ο αλγόριθμος "τρώει" το κείμενο, που ανέβηκε σήμερα στο LiFO. gr "Οι ελληνικοί δίσκοι της Μεταπολίτευσης, «έντεχνοι» και άλλοι, που κυκλοφόρησαν πριν από 50 χρόνια" (δίσκοι από το τελευταίο 5μηνο του 1974).
Οπότε όποιος ή όποια θέλει να το δει ας μπει στο προφίλ και ας δει το προηγούμενο ποστ.

16/11/2024
Επειδή κάποιος φίλος, που αγόρασε το βιβλίο «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024], με ρώτησε γιατί δεν υπάρχουν πηγές-βιβλιογραφία στο τέλος του βιβλίου, θα πω εδώ ό,τι είπα και σ’ εκείνον.
Θα μπορούσε να υπάρχει η βιβλιογραφία και στο τέλος, ok, αλλά η βιβλιογραφία και οι πηγές υπάρχουν και είναι σαφώς καταγραμμένες μέσα σε κάθε κεφάλαιο.
Οπωσδήποτε, το βιβλίο δεν είναι «πανεπιστημιακό» είναι «λαϊκό», απευθύνεται σε κάθε απλό σινεφίλ και φαν και επειδή αποτελείται από πολλά επιμέρους και ανεξάρτητα κεφάλαια (που όμως όλα «δένουν» μια ιστορία) δεν θεώρησα σκόπιμο να βάλω σε έξτρα κεφάλαιο τις πηγές.
Η βιβλιογραφία και οι πηγές είναι αρκετά εκτεταμένες πάντως. Ας πούμε στο κεφάλαιο για τον «Φόβο» του Κώστα Μανουσάκη αναφέρεται μέχρι και το περιοδικό «Προσανατολισμοί» από το 1973.

16/11/2024
Ένα, δύο, τρία, πολλά Πολυτεχνεία... Dalida “À chaque fois j'y crois”…
https://www.youtube.com/watch?v=u26pT2ibZ8I

15/11/2024

15/11/2024
Θες να διαβάσεις για το "Πειραματόζωο" (1975) του Γιάννη Κοκκόλη - το θρυλικό cult των cult του ελληνικού κινηματογράφου;
Άνοιξε τις "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία.

14/11/2024
>>Τέρμα τα φρικιά, οι αντιεξουσιαστές, οι διαμαρτυρόμενοι, οι πολιτικοποιημένοι, οι επικριτές της εξουσίας. Οι εταιρείες, αν μπορούσαν, θα αντικαθηστούσαν τους MC5, τους Clash, τους Manu Chao και τους Zack de la Rocha αυτού του κόσμου με τους Milli Vanilli ή τον Ντέμη Ρούσσο και τις περίφημες απολιτίκ δηλώσεις του περί... μπριζόλας: «Δεν μ' ενδιαφέρει η πολιτική, δεν μ' ενδιαφέρει αν υπάρχει κομμουνισμός, φασισμός ή "βασιλειασμός". Δεν έχω πολιτική τοποθέτηση...»<<
Αυτά γράφει ο Μηλάτος στο avopolis, σήμερα, χθες, προχθές... δεν ξέρω πότε ακριβώς.
Δεν μ’ ενδιαφέρει τώρα να σχολιάσω τις πολιτικές των δισκογραφικών εταιρειών, που πάντα επιχειρούσαν να πουλήσουν ό,τι πουλιέται –από την... επανάσταση, μέχρι το... της μάνας τους–, αλλά να υπερασπίσω τον Ντέμη Ρούσσο, που στα μυαλά ορισμένων εξακολουθεί να συνυφαίνεται με τις μπριζόλες.
Αυτή τη δήλωση που έχει σε εισαγωγικά ο Μ. την έχει πάρει από μένα, από ένα άρθρο μου, στο LiFO. gr (17 Noε. 2020), που είναι ξανά επίκαιρο και που είχε τίτλο «Ο Ντέμης Ρούσσος και η Μαρινέλλα την εποχή του Πολυτεχνείου». Εκεί έγραφα λοιπόν πως τη δήλωση αυτή την είχε κάνει ο Ρούσσος στον «Ταχυδρόμο» (τεύχος #1014, 14 Σεπτεμβρίου 1973), κάτι το οποίο δεν ανέφερε ο Μ., ίσως γιατί θα καρφωνόταν ακόμη πιο πολύ.
Εκείνο που θέλω να πω είναι πως όταν παίρνεις μία δήλωση από το χθες, έτσι ελαφρά τη καρδία, δίχως να την εντάσσεις στο κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον της εποχής της... και η δήλωση και αυτό που κάνεις δεν έχουν απολύτως καμία αξία. Πρέπει, δηλαδή, να διαβάσεις εκείνο το κείμενο, που είχα γράψει το 2020, και να δεις, κάτω από ποιο σκηνικό είχε πει αυτά που είχε πει ο Ρούσσος, ώστε να μπορέσεις να συμπεράνεις, ό,τι πρέπει να συμπεράνεις. Χοντρικά –και αν θέλετε λεπτομέρειες να πάτε στο κείμενο, που το έχω στα σχόλια– εγώ καταλαβαίνω πώς είχε μιλήσει, τότε, ο Ρούσσος και τον δικαιολογώ.
Κι εν πάση περιπτώσει μια χαρά πολιτικές απόψεις είχε ο Ντέμης (πάτε να δείτε τι είχε πει για την κρίση και τα μνημόνια ας πούμε - ξαναδές στα σχόλια), ενώ σας συμβουλεύω να ψάξετε και να βρείτε τι χοντρομαλακίες έχουν πει, τα πιο πρόσφατα χρόνια, όχι το 1973, κάτι τύποι σαν τον Bruce Springsteen ή τον Neil Young, και ν' αφήσετε ήσυχο τον μακαρίτη τον Ρούσσο.

14/11/2024
Ψάχνοντας το "χαμένο κέντρο" στον ελληνικό κινηματογράφο... "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024]

13/11/2024
Έχει δίκιο ο φίλος από 30ετίας Νίκος Κουτέρης. Αξίζει να υποστηρίζει ο καθένας μας, είτε βρίσκεται στην Αθήνα είτε έξω από την Αθήνα, και τα βιβλιοπωλεία της γειτονιάς του, αφού μπορούν να παραγγείλουν όποιο βιβλίο θέλουμε και σε μια-δυο μέρες να το έχουμε στα χέρια μας. Η φωτό είναι του Νίκου, τον οποίον ευχαριστώ ξανά και από εδώ.
>>δεν χρειάζεται να πας στη Πολιτεία στην Ασκληπιού ή στο John Sandoe στο Chelsea, Λονδίνο για να αγοράσεις το βιβλίο. Πας σε ένα από τα βιβλιοπωλεία της περιοχής σου, φέρ' ειπείν στο Ο γάτος Μαουρίτσιο στο Παγκράτι, Ευτυχίδου 6-8 ειδικεύεται σε παιδικά αλλά δεν έχει πρόβλημα να στο φέρει σε 48 ώρες. Πρόκειται για το νέο βιβλίο του Φώντα Τρούσα. Φοβερό εξώφυλλο για τα γούστα μου, αλλά δεν κολλάμε εκεί. Η Μικρή παρέλασις του cult Ελληνικού κινηματογράφου αρχίζει εδώ. Enjoy !<<

12/11/2024
Σκέφτομαι... να κάνω ένα ποστ για τον Βαρδή ή για τον μέγα saxman Lou Donaldson, που πέθανε αντιπροχθές στα 98 του, και που τον είχαμε δει πριν από κάτι δεκαετίες και στην Αθήνα;
Αποφάσισα...
Τι γκρουβιά έβγαζε αυτός ο άνθρωπος!
https://www.youtube.com/watch?v=Au2BX0-iRw4

12/11/2024
Γκανάς. Μερικά από τα καλύτερα ποιήματά του είναι εκείνα που φέρνουν στη μνήμη μου τις παλιές ταινίες του Αγγελόπουλου. Η επαρχιακή, χειμωνιάτικη Ελλάδα, τα κλεισμένα βουνά από τις ομίχλες, τα καφενεία με τις σόμπες και τα μπουριά, τα σκαμμένα πρόσωπα, τα κρεμασμένα δίκαννα, ένας κιτρινισμένος Παπαφλέσσας ή ο Βενιζέλος στους τοίχους... Και πάνω απ' όλα η δύναμη των ανθρώπων μέχρι το τέλος...

12/11/2024
"Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] στα κεντρικά βιβλιοπωλεία και στο e-shop της LiFO...

11/11/2024
Ήρωες και του βιβλίου μου, η Φόνσου, ο Μπάρκουλης, ο Γυφτόπουλος... Καλά, για το τραγούδι δε λέω τίποτα... τι να πεις; Απλά ο συνδυασμός Γιαννάκη και εικόνας είναι πολύ δυνατός...
https://www.youtube.com/watch?v=45yn2py8uMk

SPINIFEX ένα από τα jazz-avant άλμπουμ της χρονιάς

Οι Spinifex είναι μια πολύ σημαντική jazz-avant μπάντα, για την οποία δεν έχουμε ξαναγράψει στο blog. Το σχήμα αυτό έχει για βάση το Άμστερνταμ και υπάρχει από το 2005. Μέσα σ’ αυτή την σχεδόν 20ετία οι Spinifex έχουν ηχογραφήσει εννέα άλμπουμ, με το πιο πρόσφατο εξ αυτών να αποκαλείται “Undrilling the Hole” [TryTone Records, 2024].
Δημιουργός του σχήματος είναι ο γερμανός άλτο σαξοφωνίστας Tobias Klein, ενώ άλλα μέλη είναι ο βέλγος τρομπετίστας Bart Maris, ο αμερικανός τενορίστας John Dikeman, ο ολλανδός κιθαρίστας Jasper Stadhouders, ο πορτογάλος μπασίστας Gonçalo Almeida και τέλος ο ντράμερ Philipp Moser, που μάλλον είναι και αυτός Κατωχωρίτης. Άρα λέμε για ένα σεξτέτο, που διατηρεί για αρκετά άλμπουμ μια βασική line-up (το λέμε, επειδή στην αρχή είχαν ξεκινήσει σαν νονέτο κ.λπ.). Όλα τα μέλη του γκρουπ έχουν τη δική τους ιστορία εν τω μεταξύ, όλοι έχουν παίξει με σημαντικά ονόματα της σύγχρονης προχωρημένης jazz, και τέλος πάντων αυτό φαίνεται –η εμπειρία θέλω να πω– στον τρόπο με τον οποίον αποδίδονται οι επτά συνθέσεις του δίσκου (όλες ανήκουν στον Klein).
Οι Spinifex είναι μια μπάντα που συνδυάζει και ροκ στοιχεία, ανάμεσα σε όλα τα άλλα. Αυτά συμβολίζει και αντιπροσωπεύει και η ηλεκτρική κιθάρα, αλλά και η γενικότερη ορμή, η οποία περιβάλλει τις ηχογραφήσεις προερχόμενη είτε από το ρυθμικό τμήμα, είτε από τα υπόλοιπα όργανα, που συχνά παίζουν τσιτωμένα. Ηχητικά, πολλές φορές, καθώς εξελίσσεται το “Undrilling the Hole”, μπορεί να ανακαλέσεις σχήματα της βρετανικής avant-jazz από τη δεκαετία του ’70 –σχήματα του Keith Tippett ας πούμε ή του Chris McGregor ή εγγραφών της εταιρίας Ogun– και αυτό δεν είναι κάτι σύνηθες. Δεν το συναντάς κάθε μέρα.
Σίγουρα ο Tobias Klein, που δεν είναι μικρός, είναι 57 ετών, με παρουσία και συμμετοχές σε πάμπολλα σχήματα, έχει μελετήσει αυτό τον ογκώδη jazz-avant ήχο, που ορισμένοι θα μπορούσε να τον περιγράψουν και ως punk-jazz – αλλά επειδή αυτός ο όρος είναι σημαδεμένος από τους Material και τα συναφή σχήματα, δεν θα ήθελα να τον χρησιμοποιήσω, για την περίπτωση των Spinifex. Μιας μπάντας που παίζει στο κόκκινο, έχοντας ασύλληπτο ήχο και καταπληκτικό υλικό, που κάνει τον ήχο να ακούγεται διπλάσιος και τριπλάσιος.
Και αυτό από τα πολύ ξεχωριστά άλμπουμ της χρονιάς.
Επαφή: www.spinifexmusic.nl, www.tobiasklein.nl

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2024

οι ελληνικοί δίσκοι της Μεταπολίτευσης, «έντεχνοι» και άλλοι, που κυκλοφόρησαν πριν από 50 χρόνια – βρέθηκαν στα δισκοπωλεία το τελευταίο 5μηνο του 1974 και αγαπήθηκαν από τον κόσμο

Στις 9 του περασμένου Ιουνίου είχαμε αναφερθεί, εδώ στο LiFO.gr, στους δίσκους του 1974, που είχαν εκδοθεί στην τελευταία φάση της δικτατορίας (από το ξεκίνημα εκείνης της χρονιάς έως και τον Ιούλιο). Αυτός ο διαχωρισμός, για τους δίσκους του ’74, είναι πολύ βασικός, ακρογωνιαίος θα έλεγα, επειδή ο ερχομός της μεταπολίτευσης, μετά την 24η Ιουλίου, θα επηρέαζε καθοριστικά και τη δισκογραφία, τοποθετώντας την πλέον σ’ ένα άλλο επίπεδο.
Μπορεί η λογοκρισία να δούλευε ακόμη, και στο τραγούδι, και στον κινηματογράφο, και αλλού, όμως πολλοί δίσκοι, που ήταν από δύσκολο έως αδύνατο να εκδοθούν επί επταετίας, θα τυπώνονταν τώρα κανονικά και θα τοποθετούνταν στα δισκοπωλεία, επί της ουσίας, δίχως φόβο. Τουλάχιστον στις πιο μεγάλες πόλεις, γιατί στις μικρότερες τα πράγματα προχωρούσαν πιο αργά...
Το γεγονός, το οποίο αλλάζει εντελώς το τοπίο στο αντικείμενο που μας ενδιαφέρει, είναι ο ερχομός του Μίκη Θεοδωράκη στη χώρα, στις 24 εκείνου του Ιούλη. Πρακτικά, αυτό σήμαινε πως το έργο του απελευθερωνόταν από τα δεσμά της απαγόρευσης και ελεύθερο πλέον ήταν έτοιμο να κατακτήσει τον ελληνικό λαό.
Το τι σήμαινε, ευρύτερα, το ονοματεπώνυμο «Μίκης Θεοδωράκης» στους πρώτους εκείνους μήνες, και στα πρώτα δυο-τρία χρόνια της μεταπολίτευσης, δεν μπορεί εύκολα να περιγραφεί με λέξεις. Ειδικά στον μουσικό χώρο είχε προκληθεί «σεισμός», αφού εκατοντάδες τραγούδια του, θα πλημμύριζαν τη χώρα – βασικά μέσω των λαϊκών συναυλιών και βεβαίως της δισκογραφίας.
Ήταν μια 15ετής παραγωγή, που εύρισκε ξανά πρόσφορο έδαφος για ν’ ανθήσει, όπως συνέβαινε και πριν από την 21η Απριλίου του ’67, με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα τώρα – πληθωριστική σχεδόν. Δικαιωματικά, λοιπόν, το διάστημα Αύγουστος-Δεκέμβριος 1974, σε πρώτη φάση, ανήκει στα LP του Μίκη Θεοδωράκη. Αυτά είναι που κυριαρχούν, ενώ από κοντά στέκονται και όλες οι υπόλοιπες άξιες δουλειές των άλλων συνθετών.
Οι δίσκοι του Μίκη
Δεν είναι εύκολο να καταγραφεί η ακριβής ποσότητα των δίσκων με τραγούδια του Θεοδωράκη, που θα κυκλοφορούσαν εκείνους τους πρώτους πέντε μήνες της Μεταπολίτευσης. Το λέω, γιατί τυπώνονταν συνεχώς απ’ όλες τις εταιρείες, μεγάλες και μικρότερες! Οι πρέσες πρέπει να δούλευαν σε τρεις βάρδιες, τα τυπογραφεία επίσης, ενώ και τα δισκάδικα δεν ήξεραν τι να πρωτο-τοποθετήσουν στις βιτρίνες.
Οι δίσκοι ήταν και καινούριοι, με νέα ηχογραφήματα του Μίκη, και πρόσφατοι, από εκείνους που είχαν τυπωθεί στο εξωτερικό, μετά το 1970 και που έφθαναν στην Ελλάδα μέσα από «παράνομες» ατομικές εισαγωγές, αλλά και επανεκδόσεις της προ-δικτατορικής περιόδου του. Οπότε αντιλαμβάνεστε τι γινόταν, όταν έσκαγαν όλα αυτά μαζί... Τέλος πάντων κάποια από τα σημαντικότερα άλμπουμ του Μίκη, που θα έβγαιναν εκείνους τους πέντε μήνες στη χώρα (Αύγουστος-Δεκέμβριος 1974), είναι και τα ακόλουθα...
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/oi-ellinikoi-diskoi-tis-metapoliteysis-entehnoi-kai-alloi-poy-kykloforisan-prin-apo

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

ΓΙΩΡΓΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ο εξωτισμός στην ελληνική δισκογραφία

Τον Σεπτέμβριο που μας πέρασε κυκλοφόρησε ένα βιβλίο, ελληνικού μουσικού ενδιαφέροντος, από τις εκδόσεις fagotto books. Ο τίτλος του είναι «Ο Εξωτισμός στην Ελληνική Δισκογραφία / “Μαγικές ζωγραφιές” στις 78 στροφές» και συγγραφέας του είναι ο Γιώργος Ευαγγέλου.
Ο Ευγγγέλου είναι μουσικός και μουσικολόγος, με σπουδές στο ΤΕΙ Ηπείρου (Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής), έχοντας παρακολουθήσει μεταπτυχιακό πρόγραμμα στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πριν κάνει το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, στη Σχολή Μουσικών Σπουδών, στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών (Άρτα), το 2022. Εκείνο το διδακτορικό, που είχε τίτλο «Η αναπαράσταση του εξωτικού στην ελληνική δισκογραφία των 78 στροφών», αποτελεί επί της ουσίας το συγκεκριμένο βιβλίο – που ξεφεύγει, πλέον, από το πλαίσιο της πανεπιστημιακής κοινότητας, επιζητώντας, μέσω της εν λόγω εμπορικής έκδοσης, και το λαϊκό ενδιαφέρον.
Είναι ένα πρώτο θέμα αυτό. Πώς, δηλαδή, τα ποικίλα (μουσικά) διδακτορικά, που μετατρέπονται σε εμπορικά προϊόντα, δηλαδή σε βιβλία (να μην παραμελούμε και αυτή τη διάσταση), θα μπορέσουν να προσελκύσουν και τους περισσότερο «καθημερινούς» αναγνώστες, τα ενδιαφέροντα των οποίων δεν είναι σώνει και καλά διαφορετικά από εκείνα των διδακτόρων. Το λέω, γιατί δεν είναι πάντα εύκολο να πατάς σε δύο βάρκες, να συνδυάζεις δηλαδή και την αυστηρή επιστημονική προσέγγιση και την εκφραστική «άνεση» ενός βιβλίου για τον πολύ κόσμο (για ένα πιο λαϊκό αναγνωστικό κοινό εννοώ). Ο Ευαγγέλου, στο βιβλίο του, το αντιμετωπίζει αυτό το θέμα, επιχειρώντας με επιτυχία, φρονώ, να ισορροπήσει ανάμεσα στα δύο.
Κατ’ αρχάς να πω πως το βιβλίο δεν «τρομάζει» με τον όγκο του. Μπορεί να διαθέτει 237 σελίδες, αλλά, βασικά, η αφήγηση του Ευαγγέλου σταματά στη σελίδα 179. Το λέω, γιατί από ’κει και πέρα υπάρχει η βιβλιογραφία και το παράρτημα (με τίτλους «εξωτικών» τραγουδιών και άλλα στοιχεία, ένας πίνακας, δηλαδή), για το οποίο θα τα πούμε και στη συνέχεια.
Το βιβλίο ξεκινά με την «Εισαγωγή» του. Εκεί διαβάζουμε κάποιες πολύ βασικές θέσεις του συγγραφέα, που προέρχονται από τις πηγές του φυσικά, και βεβαίως από τις προσωπικές του αναγνώσεις πάνω σ’ αυτές. Να μία. «Κάθε προσέγγιση και ερμηνεία του εξωτισμού βρίσκεται σε συνάρτηση με πολιτικά, πολιτισμικά και ιδεολογικά ζητήματα που σχετίζονται με την ηγεμονική τάση της Δύσης, τον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία, στην αυγή του μοντέρνου κόσμου». Σαφές.
Το Κεφάλαιο 1 αποκαλείται «Τα Ηχογραφήματα» και χωρίζεται σε δύο ενότητες. Η μία τιτλοφορείται «Οι πηγές και η διαχείρισή τους» και η δεύτερη «Η βάση δεδομένων». Στην πρώτη καθορίζεται η μορφή των ηχητικών πηγών. Είναι οι... εξωτικοί δίσκοι 78 στροφών. Ο συγγραφέας μας εξηγεί τι σημαίνει εξωτικό στην δισκογραφία, δηλαδή... «τραγούδια στα οποία εντοπίζονται αναφορές σε τόπους και ανθρώπους, οι οποίοι σύμφωνα με το δυτικό βλέμμα είναι εξωτικοί (Εγγύς, Μέση και Άπω Ανατολή, Αφρική, Ισπανία, Λατινική Αμερική, Χαβάη, Τσιγγάνοι)» και από ’κει και πέρα τοπωνύμια (Βαγδάτη κ.λπ.), ονόματα (Σεράχ κ.λπ.), ιδιότητες-αξιώματα (πασάς κ.λπ.), εξωτικοί τόποι (χαρέμι κ.λπ.) και άλλα διάφορα στοιχεία (καραβάνι κ.λπ.), που παραπέμπουν σε «εξωτικό» περιεχόμενο. Στην ενότητα «Η βάση δεδομένων» πληροφορούμαστε για τα στοιχεία που αναγράφονται στις ετικέτες των δίσκων και στις εμπορικές παρτιτούρες, και που «εκμεταλλεύεται» ο συγγραφέας για την μελέτη του, όπως και για τα συμπεράσματα που αντλούνται από τις ακροάσεις των τραγουδιών και τα οποία έχουν να κάνουν, πιο πολύ, με τεχνικά και μουσικολογικά θέματα.
Το Κεφάλαιο 2 αποκαλείται «Περιοδολόγηση» και σ’ αυτό ο συγγραφέας διακρίνει και μελετά τέσσερις περιόδους του «εξωτισμού» στην ελληνική δισκογραφία των 78 στροφών. Η πρώτη καλύπτει τα χρόνια 1906-1922, η δεύτερη τα χρόνια 1923-1945, η τρίτη τα χρόνια 1946-1954 και η τέταρτη τα χρόνια 1955-1961. Τα όρια των περιόδων δεν είναι τυχαία φυσικά, προκύπτουν και από παλαιότερους μελετητές (Στάθης Δαμιανάκος) και σχετίζονται με συγκεκριμένα γεγονότα, ιστορικά ή άλλης φύσεως. Κάθε περίοδο ο συγγραφέας την προσεγγίζει εν τάχει κοινωνικοπολιτικά, αναζητώντας τον εξωτισμό στο σύνολο του ελληνικού τραγουδιού (ελαφρό, σμυρνέικο, ρεμπέτικο, λαϊκό), προβαίνοντας σε ποσοτικές και ποιοτικές αναλύσεις, για κάθε εποχή, καταλήγοντας σε συγκεκριμένα συμπεράσματα. Για παράδειγμα, και σε σχέση με την περίοδο 1946-54, διαβάζουμε κάπου: «Στη βάση δεδομένων μας, το πλήθος των τραγουδιών που εμπίπτουν στην κατηγορία του λαϊκού οριεντάλ είναι περίπου 90. Ο επιφανέστερος εκπρόσωπός τους είναι αναμφισβήτητα ο Τσιτσάνης που εκπροσωπείται με 21 καταχωρίσεις, οι οποίες αντιστοιχούν σε 10 τραγούδια: Αραπίνες, Αράπικο Λουλούδι, Αργοσβύνεις μόνη(...)» κ.λπ. Από ’κει και μέχρι τα «ινδοπρεπή» η απόσταση είναι κοντά.
Το κεφάλαιο 3 έχει τίτλο «Η Διακαλλιτεχνική Δυναμική του Εξωτισμού», περιλαμβάνοντας τις ενότητες «Εξωτισμός και φολκλορισμός», «Το ευρύτερο πλαίσιο: λογοτεχνία, θέατρο, όπερα, οπερέτα και επιθεώρηση, κινηματογράφος» και «Εξωτισμός και μουσική “ειδολογία”: Ελαφρό (Ταγκό, Χαβάγιες), Λαϊκό (Τα ινδοπρεπή)». Το ενδιαφέρον είναι δεδομένο σε όλες αυτές τις επιμέρους θεματικές, επί των οποίων αναζητείται ο εξωτισμός (για παράδειγμα, στον κινηματογράφο, ανάμεσα σε άλλα γίνεται λόγος για το φαινόμενο «Κάρμεν», που μπορεί να ξεκινά από την διάσημη όπερα του Bizet, φθάνοντας, όμως, πολύ μακριά)
Στο κεφάλαιο 4, που αποκαλείται «Η Παράδοξη Γεωγραφία του Εξωτισμού» ο συγγραφέας ερευνά των «εξωτισμό» σε Ανατολή, Λατινικό κόσμο, Τσιγγάνους και Χαβάη. Με απλές, αλλά ουσιώδεις παρατηρήσεις ο Ευαγγέλου εξηγεί, ανάμεσα σε άλλα, τι σημαίνει «χαρέμι», «Φαράχ», «Αλλάχ» κ.λπ. και τι ρόλο ακριβώς παίζουν όλες αυτές οι αναφορές στα ελληνικά τραγούδια της εποχής, παντός τύπου.
«Η Ελκυστική Συγκίνηση του Εξωτισμού» είναι το Κεφάλαιο 5, που χωρίζεται στις ενότητες «Ο ερωτισμός», «Το γλέντι», «Η Φυγή». Διαβάζουμε κάπου: «Οι κυρίαρχοι κώδικες του εξωτισμού, θέτουν σε προτεραιότητα την τέρψη του ανδρικού βλέμματος. Αυτό είναι εύκολα παρατηρήσιμο στο σχετικό ρεπερτόριο. Οι περιγραφές του γυναικείου κορμιού και της ανδρικής ικανοποίησης μονοπωλούν θεματικά τους στίχους των τραγουδιών. Αυτό δεν ανατρέπεται μολονότι κατά την δεκαετία του 1950 παρατηρείται μια παρέκκλιση στο πρόσωπο που έχει τον αφηγηματικό λόγο. Εμφανίζονται εξωτικοί άνδρες που θέτουν εαυτόν στην ικανοποίηση της αφηγήτριας(...)».
Στο Κεφάλαιο 6, ο τίτλος του οποίου είναι «Η Μουσικολογία της Δισκογραφία του Εξωτισμού» και που είναι χωρισμένο στις ενότητες «Τα εθνοτοπία της ελληνικής δισκογραφίας 78 στροφών», «Η εισβολή της Ανατολής στη μουσική» και «Λεκτικά δεδομένα σε ετικέτες δίσκων και παρτιτούρες», ο Ευαγγέλου εξετάζει το θέμα του και από μουσικολογικής πλευράς (δρόμοι κτλ.), ενώ σχολιάζει και τους ανάλογους χαρακτηρισμούς, που ήταν αναγραμμένοι στις ετικέτες των δίσκων («ανατολίτικο», «ταγκό οριεντάλ», «αράπικο», «χαβανέζικο φοξ» κ.λπ.).
Τα κεφάλαια του βιβλίου θα ολοκληρωθούν με το υπ’ αριθμόν 7, δηλαδή το «Ο Μουσικός Εξωτισμός ως Μοντερνισμός» και τις ενότητες «Δισκογραφία και ραδιόφωνο», «Νέα μουσικά ήθη», «Διεθνισμός» και «Υφολογικός συγκριτισμός». Στο σύντομο αυτό κεφάλαιο εξετάζονται κάποιες απόψεις της Σχολής της Φρανκφούρτης, που σχετίζονται με την αναπαραγωγή του έργου Τέχνης και οι οποίες εκτείνονται έως τη λειτουργία της δισκογραφίας και του ραδιοφώνου, γίνεται λόγος για τις Εστουδιαντίνες και ακόμη για την διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο ελαφρό και λαϊκό τραγούδι, που επιτρέπει, ανάμεσα σε άλλα, και τη διάχυση του «εξωτισμού» στα δύο είδη.
Το βιβλίο του Γιώργου Ευαγγέλου διαθέτει επίσης «Επίλογο», εκτεταμένη «Βιβλιογραφία» και «Παράρτημα» (πίνακα), που είναι κατ’ ουσίαν μια βάση δεδομένων 948 καταχωρίσεων τραγουδιών, στην οποία καταγράφονται οι τίτλοι των «εξωτικών» τραγουδιών, οι εταιρείες, οι αριθμοί μήτρας και δίσκου, τα έτη (κυκλοφορίας υποθέτω), οι ημερομηνίες (όπου είναι εφικτό αυτό) και οι τόποι ηχογράφησης, ενώ, όλως περιέργως, δεν καταγράφονται τα ονόματα των καλλιτεχνών και των συγκροτημάτων (ίσως να ήταν θέμα χώρου).
Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες (ετικέτες δίσκων, διαφημίσεις, προγράμματα κ.λπ.), που «πέφτουν» σποραδικά μέσα στο κείμενο βοηθούν, και αυτές. έτι περισσότερο στην τεκμηρίωση του «εξωτισμού».
Μία αρκετά ενδιαφέρουσα και χρήσιμη έκδοση.
Επαφή: www.fagottobooks.gr

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

BISSESVINET σύγχρονο σκοτεινό progressive / avant / experimental

Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται τους Δανούς SVIN, ένα από τα καλύτερα avant-progressive συγκροτήματα της βορειοευρωπαϊκής χώρας, τα πιο πρόσφατα χρόνια. Στο blog έχουμε γράψει reviews για τρία άλμπουμ των SVIN, τα “Introducing” (2022), “Virgin Cuts” (2018) και “Missionær” (2016), ενώ τώρα θα πούμε κάποια λόγια για τη συνεργασία των SVIN με τον τραγουδοποιό Bisse (Thorbjørn Radisch Bredkjær). Η κατάληξη των δύο μερών είναι το άλμπουμ Blodager [Private Pressing, 2024].
Έτσι, για την ολοκλήρωση αυτού του δίσκου δημιουργείται ένα καινούριο σχήμα, οι BisseSVINet, που αποτελείται από τα τρία μέλη των SVIN, δηλαδή τους Henrik Pultz Melbye σαξόφωνα, EWI, κλαρίνο, σύνθια, Lars Bech Pilgaard αρμόνιο, τσελέστα, κιθάρες και Thomas Eiler ντραμς, συν τον Bisse, που παίζει σύνθια και τραγουδά. Οι SVIN γράφουν τις μουσικές, ενώ ο Bisse προσθέτει τα λόγια.
Τώρα, το “Blodager”, που είναι ηχογραφημένο τον Δεκέμβριο του 2022 στα Kungsten Studios του Γκέτεμποργκ, είναι ένα σκοτεινό progressive / avant / experimental άλμπουμ, ένα από τα καλύτερα αυτού του στυλ, που μπορείς ν’ ακούσεις τριγύρω.
Κατ’ αρχάς, και όσον αφορά το στιχουργικό μέρος, ο Bisse γράφει επηρεασμένος από κείμενα της Βίβλου, της Παλαιάς Διαθήκης (τον Εκκλησιαστή), μα και της Καινής (ένα από τα πρόσωπα που πρωταγωνιστεί είναι ο Ιούδας). Υπάρχει, λοιπόν, το μάταιο της ύπαρξης, ο άνθρωπος που οφείλει να διάγει βίο αμόλυντο, προκειμένου να απολαύσει το αθάνατο της «άλλης» ζωής, μαζί με παραφράσεις διαφόρων παραβολών και οραμάτων, που δημιουργούν ένα μυστικιστικό και συνάμα κάπως... αγριεμένο πλαίσιο.
Αν και δεν μπορείς να αντιληφθείς, πάντα και 100%, τι ακριβώς απαγγέλλει ο Bisse, στην πράξη όλο αυτό το σκηνικό δρα πιεστικά προς τον ακροατή, που ακούει αποσβολωμένος τις θρηνητικές ψαλμωδίες ή απαγγελίες του Νορβηγού, μαζί με την καταιγιστική συνοδεία των SVIN – στην οποία κυριαρχούν τα παραμορφωμένα σαξόφωνα, τα πλήκτρα, οι κιθάρες και μαζί το ασυγκράτητο ρυθμικό τμήμα. Και κάπως έτσι προκύπτουν tracks σαν τα “Judasevangeliet”, “Veråb”, “Svinehyrden” και άλλα τινά, που είναι ικανά να σου πάρουν το σκαλπ.
Επαφή: https://svin.bandcamp.com/album/blodager

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024

JULIUS LIND ψυχεδελικά φώτα

Ο Julius Lind μας είναι γνωστός ως ο μπασίστας των Νορβηγών Action & Tension & Space, για τα άλμπουμ των οποίων “Explosive Meditations (2019) και “Skåredalen Funhouse” (2018) έχουμε γράψει παλαιότερα στο blog. Τώρα, ο νορβηγός μουσικός έχει να μας προτείνει ένα δικό του LP, CD και digital, που αποκαλείται Lights [Kapitän Platte, 2024]. Στο άλμπουμ αυτό, που είναι ηχογραφημένο στο στούντιο Paradiso του Όσλο, συμμετέχουν, εκτός του Lind, που εδώ παίζει κιθάρα και τραγουδά, και οι Richard Myklebust μπάσο, φωνή και Eirik Kirkemyr ντραμς.
Υπάρχει ένα τρίο λοιπόν, το οποίον ασκείται... ψυχεδελικώς. Εννοούμε με αυτό πως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα αρκετά old school υλικό, οπωσδήποτε συνθετικώς «εντάξει» και ακόμη καλο-ηχογραφημένο και καλο-τοποθετημένο, που, αν θέλετε, δείχνει και την βαθειά δουλειά, που γίνεται τις τελευταίες δεκαετίες στην νορβηγική ροκ σκηνή (αν και πάντα γινόταν, εδώ που τα λέμε), με τα δυνατά καινούρια συγκροτήματα, τους εξίσου ενδιαφέροντες τραγουδοποιούς και τους ανάλογους δίσκους να εκδίδονται με ρυθμό πολυβόλου. Και όχι μόνο στο ροκ φυσικά, ή γύρω απ’ αυτό.
Το τύπου-psych ιδίωμα, που μας παρουσιάζει εδώ ο Julius Lind, είναι... δισυπόστατο. Από φωνητικής και μελωδικής πλευράς είναι dreamy ας πούμε, ενώ οργανικά ο ήχος είναι βαρύς, με τα ντραμς και το μπάσο να κάνουν θόρυβο, και με τις κιθάρες, που είναι πάντα πειραγμένες, να κάνουν επίσης ωραία και «βαριά» δουλειά – εκμεταλλευόμενες τις πραγματικά καλές συνθέσεις του Νορβηγού.
Το αποτέλεσμα είναι μια σειρά από πολύ καλά κομμάτια (και τα οκτώ ανήκουν στον Lind), τα οποία διακρίνονται για την πίστη τους σ’ αυτόν τον ήχο που κλείνει αισίως 55 (ή και λίγο παραπάνω) χρόνια ύπαρξης.
Δύσκολο λοιπόν να διαλέξεις highlights, από ένα δίσκο, που κυλάει με θαυμαστή ενότητα, δίχως να παρουσιάζει «κοιλιά» σε κανένα σημείο του.
Ακούς με εμπιστοσύνη, η οποία ανανεώνεται από κομμάτι σε κομμάτι.
Επαφή: www.kapitaen-platte.de

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

SKRAUT ένα «δύσκολο» άλμπουμ, για νέι, ηλεκτρονικά και κρουστά

Ένα ελληνικό label, που τα τελευταία έξι χρόνια έχει συνδεθεί με τον πειραματισμό και το avant πνεύμα είναι, οπωσδήποτε και το Underflow (Record Store & Art Gallery). Στο δισκορυχείον θα βρείτε reviews για πολλές κυκλοφορίες του label, κάτι που θα συνεχιστεί τώρα με όσα θα γράψουμε για το LP των Skraut, που έχει τίτλο Unearthed (2024). Οι Skraut είναι μία καινούρια ομάδα, που αποτελείται από γνωστούς μουσικούς, δηλαδή τους Χάρη Λαμπράκη (Harris Lambrakis) νέι, Γιώργο Βαρουτά (Giorgos Varoutas) live sound processing και Σίμο Ρηνιώτη (Simos Riniotis) ντραμς, αντικείμενα, που συνεργάζονται σε πραγματικό χρόνο, προκειμένου να ετοιμάσουν το υλικό του “Unearthed”. Πού αποτελείται από τι; Από επτά tracks (τρία και τέσσερα ανά βινυλιακή πλευρά), ηχογραφημένα στο Tadoma Studio, με μείξη από τον Alex Bolpasis και με mastering από τον Taylor Deupree.
Να μην πούμε τι σημαίνει για την παραδοσιακότητα, αλλά και για τις πιο προχωρημένες φόρμες το όνομα του Χάρη Λαμπράκη (προσωπική δισκογραφία, συνεργασίες με Μιχάλη Σιγανίδη, Σαβίνα Γιαννάτου, Ross Daly, Ψαραντώνη και δεκάδες άλλους), όταν τον Γιώργο Βαρουτά τον ξέρουμε από τους Vault of Blossomed Ropes, από διάφορα projects της Underflow και άλλα διάφορα, και τον Σίμο Ρηνιώτη από τους Coal κ.λπ. Λέμε για τρεις μουσικούς, λοιπόν, που παίζουν σε ποικίλα ταμπλώ, έτοιμοι κάθε φορά να προσφέρουν το διαφορετικό ή το κάτι παραπάνω.
Έτσι συμβαίνει και με το “Unearthed” ένα ακόμη «δύσκολο» άλμπουμ, για νέι, ηλεκτρονικά και κρουστά (χονδρικώς), που εξελίσσεται στο δικό του χώρο και χρόνο, επενδύοντας σ’ αυτό τον δύσκολο συνδυασμό παράδοσης και πρωτοπορίας (το λέμε, γιατί είναι άλλες οι αφετηρίες της μιας και της άλλης). Παρά ταύτα μουσικοί με τις πορείες του Λαμπράκη και του Βαρουτά (και του νεότερου Ρηνιώτη) έχουν τον τρόπο να εντοπίζουν τις τομές, τις κοινές διαδρομές και πάνω εκεί να ανοίγουν τα νέα μονοπάτια.
Αυτό που κάνει εντύπωση εδώ είναι, βεβαίως, η επικοινωνία του νέι, με τα ηλεκτρονικά και τα κρουστά. Ένας ήχος, που έχει εντός του αυτό το συγκλονιστικό ηχόχρωμα του αέρα που «σφυρίζει», που δημιουργεί δίνες κ.λπ., το οποίο απλώνεται πάνω από ένα ηπίως θορυβώδες κοντίνουο που υφαίνουν τα ηλεκτρονικά και που χαράζουν εγκάρσια τα γεμίσματα από τα ντραμς (άκου ας πούμε το συναρπαστικό “Aegri somnia”, που κλείνει την Side A, όπως και το “Febris exoticus”, δεύτερο από την δεύτερη πλευρά).
Υπάρχουν, βεβαίως, και tracks, εδώ, που είναι άλλης λογικής, πιο αργά και λιγότερο καταιγιστικά, τα οποία άλλοτε δημιουργούν μια σειρά από αρχέγονες-βουκολικές «εικόνες», όπως συμβαίνει με τα υποβλητικά Β4-Β5 “Return” και “Home”, ενώ άλλοτε ανακαλούν κάτι από τις λογικές του «τετάρτου κόσμου» (με περισσότερη ηλεκτρονική διαχείριση), όπως συμβαίνει με το Α2 “Dendera light”. Φυσικά, μέσα σ’ αυτή την... βραδύτητα ξεχωριστή θέση κατέχει το περισσότερο τελετουργικό “Martyschka”, που ανοίγει την δεύτερη πλευρά.
Γενικώς, θα γράφαμε για ένα περιπετειώδες άλμπουμ, με έντονο αυτοσχεδιαστικό στοιχείο, που κερδίζει πολύ από την βινυλιακή κοπή και την συνακόλουθη εγγραφή και παραγωγή του.
Επαφή: https://underflowrecords.bandcamp.com/album/unearthed

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024

YUKI FUJIWARA ελληνική η έκδοση, σημαντικός ο δίσκος, μεγάλο το συγκρότημα που ακούγεται

Ελληνική η παραγωγή, σημαντικός ο δίσκος, μεγάλο το συγκρότημα που ακούγεται. Αυτά είναι τρία βασικά tips, που έχουν να κάνουν με το CD Glass Colored Lily (2024) της Yuki Fujiwara, που χειρίζεται shinobue (ιαπωνικό φλάουτο με εγκάρσιες τρύπες και με οξύ ήχο). Και βεβαίως λέμε για την νέα παραγωγή της Defkaz Records από τη Θεσσαλονίκη, στην οποία καταγράφεται το εξής δυσθεώρητο σχήμα. Πέρα λοιπόν από την Ιαπωνίδα στην ηχογράφηση ακούγονται και οι: Mitsuhiro Sonoyama σαξόφωνα, Peter Apfelbaum keyboards, κλαρινέτο, φλάουτο, Will Bernard κιθάρες, Bill Laswell 8χορδο μπάσο, εφφέ και Adam Rudolph κρουστά. Λέμε για τεράστια ονόματα, με εμφανίσεις και δισκογραφία, που ξεκινούν από τα late seventies και φθάνουν έως τις μέρες μας.
Το session αυτό, που είναι σε παραγωγή του Bill Laswell και που συνέβη στο Orange Music Studio, στο West Orange, του New Jersey συμπεριλαμβάνει διάφορες όψεις της σύγχρονης ψαγμένης jazz και improv jazz.
Κατ’ αρχάς την αρχέγονη προσέγγιση της
Fujiwara, η οποία χειρίζεται ένα απολύτως φυσικό όργανο, με ήχο σπάνια διαπεραστικό, που είναι ικανός από μόνος του να σε μεταφέρει σε αλλόκοσμα τοπία. Δίπλα στην Ιαπωνίδα, θα τοποθετούσα και τον Rudolph με τα κρουστά του. Έπειτα είναι το ηλεκτρικό στοιχείο, που είναι πλουραλιστικό και που χοντρικά συνοψίζεται στις κιθάρες και το μπάσο, ακολουθεί το ηλεκτρονικό στοιχείο με τα σύνθια και τα εφφέ και τέλος έχουμε το πιο improv-jazz στοιχείο, που αντιπροσωπεύουν το σαξόφωνο, το κλαρινέτο και το φλάουτο.
Υπάρχει λοιπόν ο συγκερασμός όλων αυτών των επιμέρους μαζών, που γίνεται δημιουργικά και με σχέδιο και που επιτρέπει και την διαμόρφωση ενός αυθόρμητου και αυτοσχέδιου κλίματος από τη μια μεριά, μα και μια πιο ειδική και συγκεκριμένη καταβύθιση στον ήχο και τις παραγωγικές δυνατότητες κάθε οργάνου ξεχωριστά.
Έχεις έτσι την ευκαιρία ν’ ακούσεις τον Laswell να χειρίζεται ένα μυστήριο, «πειραγμένο» 8χορδο μπάσο, με ήχο απροσδιόριστο (κάτι ανάμεσα σε κλασικό bass guitar και σε κιθάρα), βεβαίως κάθε οργανοπαίκτη ξεχωριστά, που αντλεί από το όργανό του τυπικά και άτυπα timbre και οπωσδήποτε την Fujiwara, που τρυπάει με τα φυσήματά της στο shinobue, όλα τα επίπεδα της εγγραφής.
Το να πούμε πως έχουμε να κάνουμε μ’ έναν παράξενο έως και μοναδικό δίσκο σύγχρονής μουσικής είναι το πλέον προφανές.
Επαφή: https://defkaz.bandcamp.com/album/yuki-fujiwara-glass-colored-lily