25/11/2025
Υπάρχει απόλυτη καταπάτηση του δημόσιου χώρου από διάφορες
σιδηροκατασκευές, ταχυδρομικά λόκερ τα λένε και βεβαίως από διάφορα άλλα σπίτια
ανακύκλωσης (κάτι τεράστια γομάρια), τριπλούς κάδους ανακύκλωσης, υπερτροφικά
περίπτερα, τραπεζοκαθίσματα, άλλες κατασκευές με ξύλινα πατάρια, γυάλινα
παραπετάσματα, ανεμιστήρες και θερμάστρες κτλ. Κάποτε λέγαμε ή λέμε και για τα
προεκλογικά κιόσκια, παρότι αυτές οι αηδίες ξεστήνονται μετά από τις εκλογές.
Γενικά, ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει νόμιμα ή παράνομα, εις βάρος του
ελεύθερου δημόσιου χώρου.
Μεγαλώσαμε στην επαρχία των σέβεντις, με τα κάτισχνα περίπτερα, τα ελάχιστα τρίποδα τραπεζάκια στις πλατείες, και τους καστανάδες στις γωνίες το χειμώνα (μέχρι εκεί), και όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα δεν μπορώ παρά να τα αντιμετωπίζω κάπως σαν εχθρική επιδρομή.
>>Σχολεία: Λόκερ για να ελαφρύνει η τσάντα των μαθητών. Το κόστος για την τοποθέτηση ντουλαπιών σε όλα τα δημόσια δημοτικά θα ανέλθει σε 8,5 εκατ. ευρώ<<
Προτείνω να έχουν γαλάζια πόμολα τα λόκερ. Ενώ στο κέντρο κάθε πόρτας τους εγώ θα έβαζα, έτσι σαν διακόσμηση, για να μην είναι κενές, και από μια ωραία ακρίδα...
Μεγαλώσαμε στην επαρχία των σέβεντις, με τα κάτισχνα περίπτερα, τα ελάχιστα τρίποδα τραπεζάκια στις πλατείες, και τους καστανάδες στις γωνίες το χειμώνα (μέχρι εκεί), και όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα δεν μπορώ παρά να τα αντιμετωπίζω κάπως σαν εχθρική επιδρομή.
>>Σχολεία: Λόκερ για να ελαφρύνει η τσάντα των μαθητών. Το κόστος για την τοποθέτηση ντουλαπιών σε όλα τα δημόσια δημοτικά θα ανέλθει σε 8,5 εκατ. ευρώ<<
Προτείνω να έχουν γαλάζια πόμολα τα λόκερ. Ενώ στο κέντρο κάθε πόρτας τους εγώ θα έβαζα, έτσι σαν διακόσμηση, για να μην είναι κενές, και από μια ωραία ακρίδα...
25/11/2025
O Χατζιδάκις ενόσω ζούσε και βασικά στην τελευταία 15ετία της ζωής του, αυτό το εμπορικό πράμα, που αποκαλείται συναυλία, το αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό. Φυσικά, όσο ζούσε, ήταν απολύτως υπεύθυνος των επιλογών του και δεν ετίθετο θέμα. Δηλαδή έκρινε ο ίδιος τι τον εξέφραζε αισθητικά και ιδεολογικά και από ’κει και πέρα προχωρούσε. Δεν νομίζω πως υπήρχαν άλλα κριτήρια στις αποφάσεις του. Δηλαδή το να κάνει κάτι απλώς και μόνο για να πουλήσει. Αυτά τα είχε κόψει και απορρίψει από την εποχή του ελληνικού σινεμά στη δεκαετία του ’50 και των «παιδιών του Πειραιά».
Εγώ κρατάω από τις συναυλιακές επιλογές του Χατζιδάκι το ότι πήγε και έπαιξε στο φεστιβάλ Αυγής-Θουρίου, το 1983, αν θυμάμαι καλά (και όχι στο φεστιβάλ της Νεολαίας Πασόκ, και πολύ περισσότερο της ΟΝΝΕΔ τού φίλου του Αβέρωφ), ενώ μετά από την πτώση του κομμουνισμού, την εποχή που βάλλονταν και συκοφαντούνταν οι σχετικές ιδέες πανταχόθεν, είχε τη γενναιότητα να ζητήσει να δώσει συναυλία στο Σπίτι του Λαού στον Περισσό (το έχει πει αυτό η Αλέκα Παπαρήγα σε συνέντευξή της). Και αν τελικά η συναυλία εκείνη δεν δόθηκε ήταν γιατί είχε αρρωστήσει ο Χατζιδάκις, και όχι για άλλο λόγο.
Φυσικά το ΚΚΕ θα τιμούσε τον Μάνο Χατζιδάκι, το 2008, σε μεγάλη συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά (χωρίς κομματικά συνθήματα και σφυροδρέπανα σεβόμενο την δική του ιδεολογία, του Χατζιδάκι εννοώ), για τα 90 χρόνια του κόμματος. Και η Παπαρήγα ήταν η πρώτη που θα άνοιγε αυτές τις τιμητικές συναυλίες σε έλληνες συνθέτες, χρόνια πριν από τον Κουτσούμπα.
Θέλω να πω πως ο Χατζιδάκις ήταν απρόβλεπτος για τον μέσο άνθρωπο ή για το μέσο γούστο. Και σήμερα, αν ζούσε, το ίδιο απρόβλεπτος θα ήταν. Δεν ξέρω σε τι θα έλεγε «ναι» τώρα (μπορώ να υποθέσω, αλλά δεν θέλω), αλλά είμαι σίγουρος ότι θα έλεγε όχι σε καθεστωτικές συναυλίες, που θα προσπόριζαν οφέλη στις πλειοψηφίες και στις πάσης φύσεως εξουσίες.
O Χατζιδάκις ενόσω ζούσε και βασικά στην τελευταία 15ετία της ζωής του, αυτό το εμπορικό πράμα, που αποκαλείται συναυλία, το αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό. Φυσικά, όσο ζούσε, ήταν απολύτως υπεύθυνος των επιλογών του και δεν ετίθετο θέμα. Δηλαδή έκρινε ο ίδιος τι τον εξέφραζε αισθητικά και ιδεολογικά και από ’κει και πέρα προχωρούσε. Δεν νομίζω πως υπήρχαν άλλα κριτήρια στις αποφάσεις του. Δηλαδή το να κάνει κάτι απλώς και μόνο για να πουλήσει. Αυτά τα είχε κόψει και απορρίψει από την εποχή του ελληνικού σινεμά στη δεκαετία του ’50 και των «παιδιών του Πειραιά».
Εγώ κρατάω από τις συναυλιακές επιλογές του Χατζιδάκι το ότι πήγε και έπαιξε στο φεστιβάλ Αυγής-Θουρίου, το 1983, αν θυμάμαι καλά (και όχι στο φεστιβάλ της Νεολαίας Πασόκ, και πολύ περισσότερο της ΟΝΝΕΔ τού φίλου του Αβέρωφ), ενώ μετά από την πτώση του κομμουνισμού, την εποχή που βάλλονταν και συκοφαντούνταν οι σχετικές ιδέες πανταχόθεν, είχε τη γενναιότητα να ζητήσει να δώσει συναυλία στο Σπίτι του Λαού στον Περισσό (το έχει πει αυτό η Αλέκα Παπαρήγα σε συνέντευξή της). Και αν τελικά η συναυλία εκείνη δεν δόθηκε ήταν γιατί είχε αρρωστήσει ο Χατζιδάκις, και όχι για άλλο λόγο.
Φυσικά το ΚΚΕ θα τιμούσε τον Μάνο Χατζιδάκι, το 2008, σε μεγάλη συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά (χωρίς κομματικά συνθήματα και σφυροδρέπανα σεβόμενο την δική του ιδεολογία, του Χατζιδάκι εννοώ), για τα 90 χρόνια του κόμματος. Και η Παπαρήγα ήταν η πρώτη που θα άνοιγε αυτές τις τιμητικές συναυλίες σε έλληνες συνθέτες, χρόνια πριν από τον Κουτσούμπα.
Θέλω να πω πως ο Χατζιδάκις ήταν απρόβλεπτος για τον μέσο άνθρωπο ή για το μέσο γούστο. Και σήμερα, αν ζούσε, το ίδιο απρόβλεπτος θα ήταν. Δεν ξέρω σε τι θα έλεγε «ναι» τώρα (μπορώ να υποθέσω, αλλά δεν θέλω), αλλά είμαι σίγουρος ότι θα έλεγε όχι σε καθεστωτικές συναυλίες, που θα προσπόριζαν οφέλη στις πλειοψηφίες και στις πάσης φύσεως εξουσίες.
25/11/2025
Λόγια του Μάνου Χατζιδάκι είναι αυτά...
Πρώτον:
«Δεν είναι ένδειξη αξίας του τραγουδιού, όταν τραγουδιέται από τον κόσμο. Αντιθέτως είναι ένδειξη μη αξίας του τραγουδιού. Ενός βιομηχανικού κατασκευάσματος στα μέτρα των δυνατοτήτων του κόσμου».
Και δεύτερον... ενώ έχει πλέξει το εγκώμιο του Θεοδωράκη, με πολύ φοβερά λόγια, ότι δηλαδή άνθρωποι που έχουν δώσει την ίδια τους τη ζωή για τις ιδέες τους είναι υπεράνω κριτικής (αυτό είναι το νόημα των λόγων του) μετά λέει:
«Είμαστε πολύ διαφορετικοί άνθρωποι (με τον Θεοδωράκη). Κακώς μας συνέδεσαν. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η κρητική μας καταγωγή και το –άκης. Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει πάντα η τάση να υπάρχουνε οι διαχωρισμοί. Οι φανατισμένες ας πούμε διαχωριστικές γραμμές Βενιζέλος-Κωνσταντίνος, Καραμανλής-Παπανδρέου, Χατζιδάκις-Θεοδωράκης... πάντα υπάρχει αυτό, που είναι αστείο. Δεν έχουν αλήθεια αυτές οι διαχωριστικές γραμμές. Αυτοί οι διαχωρισμοί. Ο κόσμος τις έχει ανάγκη, για να καταλαβαίνει τις προσωπικότητές του. Οι Έλληνες έχουν αυτή την τάση να μάχονται δήθεν με το αντίθετό τους».
Μόνο και μόνο για τις τόσο κακές από αισθητικής πλευράς αφίσες (η μία σαν κακέκτυπο τουριστικής Ελλάδας του ’60 και η άλλη σαν από την παραλιακή της «νύχτας) και με το δίπολο Μίκης-Μάνος σε πρώτο πλάνο (μία εντελώς άστοχη κίνηση και υποτιμητική, κατ’ εμέ, και για τους δύο συνθέτες), κι έχοντας, βεβαίως, κατά νου τα παραπάνω λόγια του Χατζιδάκι κι εγώ θα τις έκοβα στεγνά τις συναυλίες αν ήμουνα κληρονόμος του...
[δεν θα δεχθώ σχόλια εναντίον του γιου του Χατζιδάκι, για άλλα θέματα]
Λόγια του Μάνου Χατζιδάκι είναι αυτά...
Πρώτον:
«Δεν είναι ένδειξη αξίας του τραγουδιού, όταν τραγουδιέται από τον κόσμο. Αντιθέτως είναι ένδειξη μη αξίας του τραγουδιού. Ενός βιομηχανικού κατασκευάσματος στα μέτρα των δυνατοτήτων του κόσμου».
Και δεύτερον... ενώ έχει πλέξει το εγκώμιο του Θεοδωράκη, με πολύ φοβερά λόγια, ότι δηλαδή άνθρωποι που έχουν δώσει την ίδια τους τη ζωή για τις ιδέες τους είναι υπεράνω κριτικής (αυτό είναι το νόημα των λόγων του) μετά λέει:
«Είμαστε πολύ διαφορετικοί άνθρωποι (με τον Θεοδωράκη). Κακώς μας συνέδεσαν. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η κρητική μας καταγωγή και το –άκης. Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει πάντα η τάση να υπάρχουνε οι διαχωρισμοί. Οι φανατισμένες ας πούμε διαχωριστικές γραμμές Βενιζέλος-Κωνσταντίνος, Καραμανλής-Παπανδρέου, Χατζιδάκις-Θεοδωράκης... πάντα υπάρχει αυτό, που είναι αστείο. Δεν έχουν αλήθεια αυτές οι διαχωριστικές γραμμές. Αυτοί οι διαχωρισμοί. Ο κόσμος τις έχει ανάγκη, για να καταλαβαίνει τις προσωπικότητές του. Οι Έλληνες έχουν αυτή την τάση να μάχονται δήθεν με το αντίθετό τους».
Μόνο και μόνο για τις τόσο κακές από αισθητικής πλευράς αφίσες (η μία σαν κακέκτυπο τουριστικής Ελλάδας του ’60 και η άλλη σαν από την παραλιακή της «νύχτας) και με το δίπολο Μίκης-Μάνος σε πρώτο πλάνο (μία εντελώς άστοχη κίνηση και υποτιμητική, κατ’ εμέ, και για τους δύο συνθέτες), κι έχοντας, βεβαίως, κατά νου τα παραπάνω λόγια του Χατζιδάκι κι εγώ θα τις έκοβα στεγνά τις συναυλίες αν ήμουνα κληρονόμος του...
[δεν θα δεχθώ σχόλια εναντίον του γιου του Χατζιδάκι, για άλλα θέματα]
24/11/2025
Υπάρχουν κάποια τραγούδια του Χατζιδάκι που μπορείς να τ' ακούσεις και από άλλους τραγουδιστές, αλλά μερικά δεν έχει νόημα να ακουστούν από κανέναν άλλον, παρά μόνον από εκείνους που διάλεξε ο ίδιος να τα πούνε...
Δηλαδή λέγεσαι Μποφίλιου ή Χαρούλης και θέλεις να πεις Χατζιδάκι; Θα το συζητήσουμε... Αλλά άμα θες να πεις ένα τραγούδι σαν αυτό θα φας... φερμπότεν. Εννοώ πως θα σταματήσεις αυτοστιγμεί να τραγουδάς, θα έχεις δίπλα το πικάπ, θα έχεις τη βελόνα απίκο στο τραγούδι, θα κατέβεις από τη σκηνή και θα αφήσεις τα ηχεία να αναλάβουν τα υπόλοιπα. Για να 'μαστε ξηγημένοι.
https://www.youtube.com/watch?v=_mgYRiZriik
Υπάρχουν κάποια τραγούδια του Χατζιδάκι που μπορείς να τ' ακούσεις και από άλλους τραγουδιστές, αλλά μερικά δεν έχει νόημα να ακουστούν από κανέναν άλλον, παρά μόνον από εκείνους που διάλεξε ο ίδιος να τα πούνε...
Δηλαδή λέγεσαι Μποφίλιου ή Χαρούλης και θέλεις να πεις Χατζιδάκι; Θα το συζητήσουμε... Αλλά άμα θες να πεις ένα τραγούδι σαν αυτό θα φας... φερμπότεν. Εννοώ πως θα σταματήσεις αυτοστιγμεί να τραγουδάς, θα έχεις δίπλα το πικάπ, θα έχεις τη βελόνα απίκο στο τραγούδι, θα κατέβεις από τη σκηνή και θα αφήσεις τα ηχεία να αναλάβουν τα υπόλοιπα. Για να 'μαστε ξηγημένοι.
https://www.youtube.com/watch?v=_mgYRiZriik
24/11/2025
«Κάτω από την γνωστή ιστορία της Ευρώπης κυλάει μια άλλη υπόγεια. Αυτή αποτελείται από το πεπρωμένο των ενστίκτων και των απωθημένων ανθρώπινων παθών, των εκφυλισμένων από τον πολιτισμό»
T.W. Adorno - M.Horkheimer
(από τη «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», 1947)
«Βιτρίνες λουσμένες στο φως / φιγούρες εικόνες θυμίζουν ανθρώπους / που επάνω τους άφησε τα ίχνη του ο πολιτισμός» (χαμόγελο)
[Ηλίας Ασβεστόπουλος 2002 «Πόλα», 1975)
Κι ας την έθαβε την «Πόλα» ο Αργύρης, όπως είχα γράψει πριν από λίγο καιρό... δες στα σχόλια...
https://www.youtube.com/watch?v=gRTmuuwDRCE&list=RDgRTmuuwDRCE&start_radio=1
«Κάτω από την γνωστή ιστορία της Ευρώπης κυλάει μια άλλη υπόγεια. Αυτή αποτελείται από το πεπρωμένο των ενστίκτων και των απωθημένων ανθρώπινων παθών, των εκφυλισμένων από τον πολιτισμό»
T.W. Adorno - M.Horkheimer
(από τη «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», 1947)
«Βιτρίνες λουσμένες στο φως / φιγούρες εικόνες θυμίζουν ανθρώπους / που επάνω τους άφησε τα ίχνη του ο πολιτισμός» (χαμόγελο)
[Ηλίας Ασβεστόπουλος 2002 «Πόλα», 1975)
Κι ας την έθαβε την «Πόλα» ο Αργύρης, όπως είχα γράψει πριν από λίγο καιρό... δες στα σχόλια...
https://www.youtube.com/watch?v=gRTmuuwDRCE&list=RDgRTmuuwDRCE&start_radio=1
24/11/2025
Βρήκα αυτό στο goodreads. Αναρτήθηκε στις 29/10 από κάποιον αναγνώστη ονόματι Costas..., αλλά εγώ το είδα τώρα.
>>Το βιβλίο του δισκορύχου Φώντα Τρούσα είναι ένα έργο που συνδυάζει ιστορική έρευνα, κοινωνιολογική ανάλυση και βαθιά αγάπη για τη μουσική. Μια πολυσέλιδη, ερευνητικά θεμελιωμένη και ταυτόχρονα προσωπική κατάθεση για τη γέννηση και τη διαμόρφωση της ελληνικής ροκ κουλτούρας. Ο συγγραφέας προσεγγίζει τη μουσική όχι απλώς ως ήχο ή ρεύμα νεανικής διασκέδασης, αλλά ως καθρέφτη μιας ολόκληρης εποχής που άλλαζε ριζικά — κοινωνικά, πολιτικά και αισθητικά.
Από την αρχή, τίθεται το πλαίσιο της λεγόμενης «μακράς δεκαετίας του '60», μιας περιόδου που εκτείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του '50 έως και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (1974-75). Στόχος είναι να καταδειχτεί ότι οι ροκ δονήσεις στην Ελλάδα δεν ήρθαν ως απλή εισαγωγή από τη Δύση, αλλά ως σύμπτωμα μιας κοινωνίας που αναζητούσε ταυτότητα, ελευθερία και, γιατί όχι, ρήξη με τα βαρίδια του παρελθόντος. Η επιλογή του όρου «αντι-ανάγνωση» φανερώνει την πρόθεση να ξαναδούμε την ιστορία χωρίς τα παραμορφωτικά φίλτρα της νοσταλγίας ή της επιφανειακής χρονογράφησης.
Ο συγγραφέας χαρτογραφεί σχολαστικά τις συνθήκες μέσα στις οποίες το ελληνικό ροκ αναπτύχθηκε: από τα πρώτα συγκροτήματα και τις μουσικές επιρροές μέχρι τις αντιδράσεις της κοινωνίας, της εκκλησίας και του (μετεμφυλιακού) κράτους. Δείχνει πως η ροκ σκηνή αλληλεπίδρασε με τη νεολαία, την πολιτική αμφισβήτηση, αλλά και με τα αδιέξοδα της εποχής — μια σχέση συχνά αντιφατική, η οποία εκτείνεται από τη ρομαντική επανάσταση ως την καλλιτεχνική προσαρμογή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνδεση της διεθνούς ροκ κουλτούρας με την ελληνική πραγματικότητα. Ο Τρούσας συγκρίνει την επιρροή φαινομένων όπως οι Beatles, το ζευγάρι Λένον και Γιόκο Όνο ή οι Rolling Stones με τα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και αλλού. Μέσα από αυτά τα παραδείγματα, επιχειρεί να κατανοήσει πως οι παγκόσμιες τάσεις μεταφράστηκαν -συχνά ατελώς και ανορθόδοξα- σε μια χώρα που βίωνε μακρά περίοδο λογοκρισίας, συντηρητισμό, πολιτική καταπίεση και εντέλει στρατιωτική δικτατορία.
Ένα μεγάλο ατού του βιβλίου είναι ότι δεν εξιδανικεύει γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις. Ο Τρούσας αναγνωρίζει τις αντιφάσεις της ελληνικής ροκ σκηνής, τους περιορισμούς, τις απομιμήσεις, τις πολιτικές σιωπές, αλλά και τη δύναμή της να επιμένει δημιουργικά. Η κριτική του είναι ψύχραιμη και τεκμηριωμένη, δείχνοντας ότι το ροκ στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ μόνο μουσική· ήταν μια πολιτισμική πράξη αντίστασης αλλά ταυτόχρονα και κομφορμισμού, πάντα μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια και τις συνθήκες της εποχής.<<
Βρήκα αυτό στο goodreads. Αναρτήθηκε στις 29/10 από κάποιον αναγνώστη ονόματι Costas..., αλλά εγώ το είδα τώρα.
>>Το βιβλίο του δισκορύχου Φώντα Τρούσα είναι ένα έργο που συνδυάζει ιστορική έρευνα, κοινωνιολογική ανάλυση και βαθιά αγάπη για τη μουσική. Μια πολυσέλιδη, ερευνητικά θεμελιωμένη και ταυτόχρονα προσωπική κατάθεση για τη γέννηση και τη διαμόρφωση της ελληνικής ροκ κουλτούρας. Ο συγγραφέας προσεγγίζει τη μουσική όχι απλώς ως ήχο ή ρεύμα νεανικής διασκέδασης, αλλά ως καθρέφτη μιας ολόκληρης εποχής που άλλαζε ριζικά — κοινωνικά, πολιτικά και αισθητικά.
Από την αρχή, τίθεται το πλαίσιο της λεγόμενης «μακράς δεκαετίας του '60», μιας περιόδου που εκτείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του '50 έως και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (1974-75). Στόχος είναι να καταδειχτεί ότι οι ροκ δονήσεις στην Ελλάδα δεν ήρθαν ως απλή εισαγωγή από τη Δύση, αλλά ως σύμπτωμα μιας κοινωνίας που αναζητούσε ταυτότητα, ελευθερία και, γιατί όχι, ρήξη με τα βαρίδια του παρελθόντος. Η επιλογή του όρου «αντι-ανάγνωση» φανερώνει την πρόθεση να ξαναδούμε την ιστορία χωρίς τα παραμορφωτικά φίλτρα της νοσταλγίας ή της επιφανειακής χρονογράφησης.
Ο συγγραφέας χαρτογραφεί σχολαστικά τις συνθήκες μέσα στις οποίες το ελληνικό ροκ αναπτύχθηκε: από τα πρώτα συγκροτήματα και τις μουσικές επιρροές μέχρι τις αντιδράσεις της κοινωνίας, της εκκλησίας και του (μετεμφυλιακού) κράτους. Δείχνει πως η ροκ σκηνή αλληλεπίδρασε με τη νεολαία, την πολιτική αμφισβήτηση, αλλά και με τα αδιέξοδα της εποχής — μια σχέση συχνά αντιφατική, η οποία εκτείνεται από τη ρομαντική επανάσταση ως την καλλιτεχνική προσαρμογή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνδεση της διεθνούς ροκ κουλτούρας με την ελληνική πραγματικότητα. Ο Τρούσας συγκρίνει την επιρροή φαινομένων όπως οι Beatles, το ζευγάρι Λένον και Γιόκο Όνο ή οι Rolling Stones με τα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και αλλού. Μέσα από αυτά τα παραδείγματα, επιχειρεί να κατανοήσει πως οι παγκόσμιες τάσεις μεταφράστηκαν -συχνά ατελώς και ανορθόδοξα- σε μια χώρα που βίωνε μακρά περίοδο λογοκρισίας, συντηρητισμό, πολιτική καταπίεση και εντέλει στρατιωτική δικτατορία.
Ένα μεγάλο ατού του βιβλίου είναι ότι δεν εξιδανικεύει γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις. Ο Τρούσας αναγνωρίζει τις αντιφάσεις της ελληνικής ροκ σκηνής, τους περιορισμούς, τις απομιμήσεις, τις πολιτικές σιωπές, αλλά και τη δύναμή της να επιμένει δημιουργικά. Η κριτική του είναι ψύχραιμη και τεκμηριωμένη, δείχνοντας ότι το ροκ στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ μόνο μουσική· ήταν μια πολιτισμική πράξη αντίστασης αλλά ταυτόχρονα και κομφορμισμού, πάντα μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια και τις συνθήκες της εποχής.<<
22/11/2025
Άκουγα χθες μια καινούρια ηχογράφηση της Σαβίνας Γιαννάτου, improv, με βοκαλισμούς και μου θύμισε ρε φίλε, σε κάποιο σημείο, τον Μπάλλο του Σαββόπουλου, εκεί όπου ο Διονύσης αρχίζει τα... γκουχ, γκουχ... μετά το 13ο λεπτό (άκου στα σχόλια, στο σημείο που έχω επιλέξει), ενώ από κάτω συνοδεύουν με μανιακό τρόπο τα κρουστά. Αν απομονώσεις αυτό το σημείο και το ακούσεις μόνο του είναι εντελώς free improv.
Να πούμε ευθαρσώς ότι ο Μπαλλος είναι το κορυφαίο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας (και όχι απλά του ελληνικού ροκ), επειδή έχει (και) «τα πάντα» μέσα, για να τελειώνουμε επιτέλους;
update
[ευχαριστώ όλους και όλες που σχολίασαν]













