Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 685

25/11/2025 
Υπάρχει απόλυτη καταπάτηση του δημόσιου χώρου από διάφορες σιδηροκατασκευές, ταχυδρομικά λόκερ τα λένε και βεβαίως από διάφορα άλλα σπίτια ανακύκλωσης (κάτι τεράστια γομάρια), τριπλούς κάδους ανακύκλωσης, υπερτροφικά περίπτερα, τραπεζοκαθίσματα, άλλες κατασκευές με ξύλινα πατάρια, γυάλινα παραπετάσματα, ανεμιστήρες και θερμάστρες κτλ. Κάποτε λέγαμε ή λέμε και για τα προεκλογικά κιόσκια, παρότι αυτές οι αηδίες ξεστήνονται μετά από τις εκλογές. Γενικά, ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει νόμιμα ή παράνομα, εις βάρος του ελεύθερου δημόσιου χώρου.
Μεγαλώσαμε στην επαρχία των σέβεντις, με τα κάτισχνα περίπτερα, τα ελάχιστα τρίποδα τραπεζάκια στις πλατείες, και τους καστανάδες στις γωνίες το χειμώνα (μέχρι εκεί), και όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα δεν μπορώ παρά να τα αντιμετωπίζω κάπως σαν εχθρική επιδρομή.
>>Σχολεία: Λόκερ για να ελαφρύνει η τσάντα των μαθητών. Το κόστος για την τοποθέτηση ντουλαπιών σε όλα τα δημόσια δημοτικά θα ανέλθει σε 8,5 εκατ. ευρώ<<
Προτείνω να έχουν γαλάζια πόμολα τα λόκερ. Ενώ στο κέντρο κάθε πόρτας τους εγώ θα έβαζα, έτσι σαν διακόσμηση, για να μην είναι κενές, και από μια ωραία ακρίδα...

25/11/2025
O Χατζιδάκις ενόσω ζούσε και βασικά στην τελευταία 15ετία της ζωής του, αυτό το εμπορικό πράμα, που αποκαλείται συναυλία, το αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό. Φυσικά, όσο ζούσε, ήταν απολύτως υπεύθυνος των επιλογών του και δεν ετίθετο θέμα. Δηλαδή έκρινε ο ίδιος τι τον εξέφραζε αισθητικά και ιδεολογικά και από ’κει και πέρα προχωρούσε. Δεν νομίζω πως υπήρχαν άλλα κριτήρια στις αποφάσεις του. Δηλαδή το να κάνει κάτι απλώς και μόνο για να πουλήσει. Αυτά τα είχε κόψει και απορρίψει από την εποχή του ελληνικού σινεμά στη δεκαετία του ’50 και των «παιδιών του Πειραιά».
Εγώ κρατάω από τις συναυλιακές επιλογές του Χατζιδάκι το ότι πήγε και έπαιξε στο φεστιβάλ Αυγής-Θουρίου, το 1983, αν θυμάμαι καλά (και όχι στο φεστιβάλ της Νεολαίας Πασόκ, και πολύ περισσότερο της ΟΝΝΕΔ τού φίλου του Αβέρωφ), ενώ μετά από την πτώση του κομμουνισμού, την εποχή που βάλλονταν και συκοφαντούνταν οι σχετικές ιδέες πανταχόθεν, είχε τη γενναιότητα να ζητήσει να δώσει συναυλία στο Σπίτι του Λαού στον Περισσό (το έχει πει αυτό η Αλέκα Παπαρήγα σε συνέντευξή της). Και αν τελικά η συναυλία εκείνη δεν δόθηκε ήταν γιατί είχε αρρωστήσει ο Χατζιδάκις, και όχι για άλλο λόγο.
Φυσικά το ΚΚΕ θα τιμούσε τον Μάνο Χατζιδάκι, το 2008, σε μεγάλη συναυλία στη Ρωμαϊκή Αγορά (χωρίς κομματικά συνθήματα και σφυροδρέπανα σεβόμενο την δική του ιδεολογία, του Χατζιδάκι εννοώ), για τα 90 χρόνια του κόμματος. Και η Παπαρήγα ήταν η πρώτη που θα άνοιγε αυτές τις τιμητικές συναυλίες σε έλληνες συνθέτες, χρόνια πριν από τον Κουτσούμπα.
Θέλω να πω πως ο Χατζιδάκις ήταν απρόβλεπτος για τον μέσο άνθρωπο ή για το μέσο γούστο. Και σήμερα, αν ζούσε, το ίδιο απρόβλεπτος θα ήταν. Δεν ξέρω σε τι θα έλεγε «ναι» τώρα (μπορώ να υποθέσω, αλλά δεν θέλω), αλλά είμαι σίγουρος ότι θα έλεγε όχι σε καθεστωτικές συναυλίες, που θα προσπόριζαν οφέλη στις πλειοψηφίες και στις πάσης φύσεως εξουσίες.

25/11/2025
Λόγια του Μάνου Χατζιδάκι είναι αυτά...
Πρώτον:
«Δεν είναι ένδειξη αξίας του τραγουδιού, όταν τραγουδιέται από τον κόσμο. Αντιθέτως είναι ένδειξη μη αξίας του τραγουδιού. Ενός βιομηχανικού κατασκευάσματος στα μέτρα των δυνατοτήτων του κόσμου».
Και δεύτερον... ενώ έχει πλέξει το εγκώμιο του Θεοδωράκη, με πολύ φοβερά λόγια, ότι δηλαδή άνθρωποι που έχουν δώσει την ίδια τους τη ζωή για τις ιδέες τους είναι υπεράνω κριτικής (αυτό είναι το νόημα των λόγων του) μετά λέει:
«Είμαστε πολύ διαφορετικοί άνθρωποι (με τον Θεοδωράκη). Κακώς μας συνέδεσαν. Έπαιξε μεγάλο ρόλο η κρητική μας καταγωγή και το –άκης. Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει πάντα η τάση να υπάρχουνε οι διαχωρισμοί. Οι φανατισμένες ας πούμε διαχωριστικές γραμμές Βενιζέλος-Κωνσταντίνος, Καραμανλής-Παπανδρέου, Χατζιδάκις-Θεοδωράκης... πάντα υπάρχει αυτό, που είναι αστείο. Δεν έχουν αλήθεια αυτές οι διαχωριστικές γραμμές. Αυτοί οι διαχωρισμοί. Ο κόσμος τις έχει ανάγκη, για να καταλαβαίνει τις προσωπικότητές του. Οι Έλληνες έχουν αυτή την τάση να μάχονται δήθεν με το αντίθετό τους».
Μόνο και μόνο για τις τόσο κακές από αισθητικής πλευράς αφίσες (η μία σαν κακέκτυπο τουριστικής Ελλάδας του ’60 και η άλλη σαν από την παραλιακή της «νύχτας) και με το δίπολο Μίκης-Μάνος σε πρώτο πλάνο (μία εντελώς άστοχη κίνηση και υποτιμητική, κατ’ εμέ, και για τους δύο συνθέτες), κι έχοντας, βεβαίως, κατά νου τα παραπάνω λόγια του Χατζιδάκι κι εγώ θα τις έκοβα στεγνά τις συναυλίες αν ήμουνα κληρονόμος του...
[δεν θα δεχθώ σχόλια εναντίον του γιου του Χατζιδάκι, για άλλα θέματα]

24/11/2025
Υπάρχουν κάποια τραγούδια του Χατζιδάκι που μπορείς να τ' ακούσεις και από άλλους τραγουδιστές, αλλά μερικά δεν έχει νόημα να ακουστούν από κανέναν άλλον, παρά μόνον από εκείνους που διάλεξε ο ίδιος να τα πούνε...
Δηλαδή λέγεσαι Μποφίλιου ή Χαρούλης και θέλεις να πεις Χατζιδάκι; Θα το συζητήσουμε... Αλλά άμα θες να πεις ένα τραγούδι σαν αυτό θα φας... φερμπότεν. Εννοώ πως θα σταματήσεις αυτοστιγμεί να τραγουδάς, θα έχεις δίπλα το πικάπ, θα έχεις τη βελόνα απίκο στο τραγούδι, θα κατέβεις από τη σκηνή και θα αφήσεις τα ηχεία να αναλάβουν τα υπόλοιπα. Για να 'μαστε ξηγημένοι.
https://www.youtube.com/watch?v=_mgYRiZriik

24/11/2025
 «Κάτω από την γνωστή ιστορία της Ευρώπης κυλάει μια άλλη υπόγεια. Αυτή αποτελείται από το πεπρωμένο των ενστίκτων και των απωθημένων ανθρώπινων παθών, των εκφυλισμένων από τον πολιτισμό»
T.W. Adorno - M.Horkheimer
(από τη «Διαλεκτική του Διαφωτισμού», 1947)
«Βιτρίνες λουσμένες στο φως / φιγούρες εικόνες θυμίζουν ανθρώπους / που επάνω τους άφησε τα ίχνη του ο πολιτισμός» (χαμόγελο) 
[Ηλίας Ασβεστόπουλος 2002 «Πόλα», 1975)
Κι ας την έθαβε την «Πόλα» ο Αργύρης, όπως είχα γράψει πριν από λίγο καιρό... δες στα σχόλια...
https://www.youtube.com/watch?v=gRTmuuwDRCE&list=RDgRTmuuwDRCE&start_radio=1

24/11/2025
Βρήκα αυτό στο goodreads. Αναρτήθηκε στις 29/10 από κάποιον αναγνώστη ονόματι Costas..., αλλά εγώ το είδα τώρα.
>>Το βιβλίο του δισκορύχου Φώντα Τρούσα είναι ένα έργο που συνδυάζει ιστορική έρευνα, κοινωνιολογική ανάλυση και βαθιά αγάπη για τη μουσική. Μια πολυσέλιδη, ερευνητικά θεμελιωμένη και ταυτόχρονα προσωπική κατάθεση για τη γέννηση και τη διαμόρφωση της ελληνικής ροκ κουλτούρας. Ο συγγραφέας προσεγγίζει τη μουσική όχι απλώς ως ήχο ή ρεύμα νεανικής διασκέδασης, αλλά ως καθρέφτη μιας ολόκληρης εποχής που άλλαζε ριζικά — κοινωνικά, πολιτικά και αισθητικά.
Από την αρχή, τίθεται το πλαίσιο της λεγόμενης «μακράς δεκαετίας του '60», μιας περιόδου που εκτείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του '50 έως και τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης (1974-75). Στόχος είναι να καταδειχτεί ότι οι ροκ δονήσεις στην Ελλάδα δεν ήρθαν ως απλή εισαγωγή από τη Δύση, αλλά ως σύμπτωμα μιας κοινωνίας που αναζητούσε ταυτότητα, ελευθερία και, γιατί όχι, ρήξη με τα βαρίδια του παρελθόντος. Η επιλογή του όρου «αντι-ανάγνωση» φανερώνει την πρόθεση να ξαναδούμε την ιστορία χωρίς τα παραμορφωτικά φίλτρα της νοσταλγίας ή της επιφανειακής χρονογράφησης.
Ο συγγραφέας χαρτογραφεί σχολαστικά τις συνθήκες μέσα στις οποίες το ελληνικό ροκ αναπτύχθηκε: από τα πρώτα συγκροτήματα και τις μουσικές επιρροές μέχρι τις αντιδράσεις της κοινωνίας, της εκκλησίας και του (μετεμφυλιακού) κράτους. Δείχνει πως η ροκ σκηνή αλληλεπίδρασε με τη νεολαία, την πολιτική αμφισβήτηση, αλλά και με τα αδιέξοδα της εποχής — μια σχέση συχνά αντιφατική, η οποία εκτείνεται από τη ρομαντική επανάσταση ως την καλλιτεχνική προσαρμογή.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνδεση της διεθνούς ροκ κουλτούρας με την ελληνική πραγματικότητα. Ο Τρούσας συγκρίνει την επιρροή φαινομένων όπως οι Beatles, το ζευγάρι Λένον και Γιόκο Όνο ή οι Rolling Stones με τα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και αλλού. Μέσα από αυτά τα παραδείγματα, επιχειρεί να κατανοήσει πως οι παγκόσμιες τάσεις μεταφράστηκαν -συχνά ατελώς και ανορθόδοξα- σε μια χώρα που βίωνε μακρά περίοδο λογοκρισίας, συντηρητισμό, πολιτική καταπίεση και εντέλει στρατιωτική δικτατορία.
Ένα μεγάλο ατού του βιβλίου είναι ότι δεν εξιδανικεύει γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις. Ο Τρούσας αναγνωρίζει τις αντιφάσεις της ελληνικής ροκ σκηνής, τους περιορισμούς, τις απομιμήσεις, τις πολιτικές σιωπές, αλλά και τη δύναμή της να επιμένει δημιουργικά. Η κριτική του είναι ψύχραιμη και τεκμηριωμένη, δείχνοντας ότι το ροκ στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ μόνο μουσική· ήταν μια πολιτισμική πράξη αντίστασης αλλά ταυτόχρονα και κομφορμισμού, πάντα μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια και τις συνθήκες της εποχής.<<

22/11/2025
Άκουγα χθες μια καινούρια ηχογράφηση της Σαβίνας Γιαννάτου, improv, με βοκαλισμούς και μου θύμισε ρε φίλε, σε κάποιο σημείο, τον Μπάλλο του Σαββόπουλου, εκεί όπου ο Διονύσης αρχίζει τα... γκουχ, γκουχ... μετά το 13ο λεπτό (άκου στα σχόλια, στο σημείο που έχω επιλέξει), ενώ από κάτω συνοδεύουν με μανιακό τρόπο τα κρουστά. Αν απομονώσεις αυτό το σημείο και το ακούσεις μόνο του είναι εντελώς free improv.
Να πούμε ευθαρσώς ότι ο Μπαλλος είναι το κορυφαίο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας (και όχι απλά του ελληνικού ροκ), επειδή έχει (και) «τα πάντα» μέσα, για να τελειώνουμε επιτέλους;
update
[ευχαριστώ όλους και όλες που σχολίασαν]

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

ΘΕΟΔΩΡΟΣ Δ. ΚΟΥΤΣΟΒΑΓΓΕΛΗΣ ήλιος, εσύ!

Όπως διαβάζουμε στο biblionet.gr... «Ο Θεόδωρος Δ. Κουτσοβαγγέλης γεννήθηκε το 1953 στο Προμύρι του Νοτίου Πηλίου. Σπούδασε κλασική κιθάρα, πιάνο, ανώτερα θεωρητικά, ενοργάνωση , ενορχήστρωση, κλασικό τραγούδι, βυζαντινή μουσική και ούτι. Είναι απόφοιτος του τμήματος Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας και Παιδαγωγικών (Φ.Ψ.Π) της Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.(...) Έχει γράψει και εκδώσει 6 ποιητικές συλλογές, μια ιστορική-κοινωνιολογική μελέτη για την ελληνική μουσική, δύο μουσικολογικές-λαογραφικές έρευνες, ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο(...) Έχει γράψει επίσης θεατρικά έργα και έχει συνθέσει μουσική για θέατρο. Μέρος του μουσικού του έργου (συμφωνική μουσική, μουσική από θεατρικές παραστάσεις, και τραγούδια με δικούς του στοίχους, ενοργάνωση και ενορχήστρωση) έχει εκδοθεί σε δεκαπέντε ανεξάρτητες παραγωγές.(...) Έχει εργαστεί κυρίως ως καθηγητής φιλόλογος, μουσικοπαιδαγωγός και επαγγελματίας μουσικός. Ως μέλος έντεχνων και παραδοσιακών μουσικών συγκροτημάτων (και από το 1996 με την Αργώ και στη συνέχεια την Εύλαλο Αργώ που ο ίδιος δημιούργησε) κάνει συναυλίες προωθώντας την ελληνική ποιοτική μουσική».
Θυμάμαι τον Θεόδωρο Δ. Κουτσοβαγγέλη από την εποχή του άλμπουμ «Μη Χάνεις το Ρυθμό σου» (1991) (υπέγραφε ως Θόδωρας τότε), ένα LP, που θα μπορούσε να το πεις ακόμη και rock ή και εντεχνο-ρόκ καλύτερα και το οποίο δεν ξέρω πόσοι μπορεί να το ξέρουν ή να το θυμούνται σήμερα. Μέσα στα χρόνια έτυχε ν’ ακούσω και κάποια ακόμη άλμπουμ του Κουτσοβαγγέλη, αλλά εδώ, από το βιογραφικό του στο biblionet, μαθαίνουμε για... 15 ανεξάρτητες παραγωγές, οπότε αντιλαμβάνεστε... Υπάρχει πολύ κρυμμένο δικό του υλικό.
Πάντως το πιο πρόσφατο άλμπουμ (CD) του Κουτσοβαγγέλη αποκαλείται «Ήλιος, Εσύ!» [Ανεξάρτητη Παραγωγή, 2025], κυκλοφόρησε εφέτος και περιέχει δώδεκα δικές του συνθέσεις, βασισμένες σε στίχους έντεκα ποιητών – πολύ γνωστών, λιγότερο γνωστών ή και αγνώστων. Τα ονόματά τους: Κώστας Σφενδουράκης (2), Πανταλένα Ξυδού, Νίκος Περδίκης, Κώστας Ουράνης, Γιώργος Σεφέρης, Άννα Φλωροπούλου, Κώστας Βάρναλης, Ηρακλής Αντωνογιαννάκης, Άγγελος Παπαϊωάννου, Μαίρη Λαρεντζάκη-Γκιώνη, Κωστής Παλαμάς. Τα τραγούδια αυτά αποδίδονται από τον ίδιο τον συνθέτη και ακόμη από τις/τον Κατερίνα Κασιμάτη, Χριστίνα Κουλάκου και Θωμά Σκοτίδα.
Μερικές γενικές παρατηρήσεις θα κάνουμε τώρα.
Κατ’ αρχάς το «Ήλιος, Εσύ!» είναι ναι μεν μια ανεξάρτητη παραγωγή, αλλά πολύ προσεγμένη. Με ωραίο εξώφυλλο, 16σέλιδο booklet και κυρίως με αρκετά καλό ήχο. Έπειτα, έχουμε μια σειρά από ενδιαφέρουσες συνθέσεις και περαιτέρω ενορχηστρώσεις. Ο Κουτσοβαγγέλης χρησιμοποιεί έγχορδα (βιολοντσέλο, βιολί, βιόλα), και ακόμη μαντολίνο, μπουζούκι, φλάουτο και κλαρινέτο (σίγουρα ένα κανονικό μπάσο και βεβαίως τα φυσικά κρουστά θα έδιναν κι άλλα bonus στον δίσκο). Τα ηχοχρώματα είναι «έντεχνα-λαϊκά» οπωσδήποτε, αλλά όχι τυπικά ή και ξεπλυμένα (σαν αυτά που ακούμε από ’δω κι από ’κει). Υπάρχει άποψη εδώ, και βεβαίως το ανάλογο ψάξιμο, που οδηγεί σ’ ένα πολύ ταιριαστό και κυρίως δημιουργικό αποτέλεσμα. Οι στίχοι επίσης είναι πολύ καλοί – και δεν αναφέρομαι σ’ εκείνους των γνωστών ποιητών, μα (και) των υπολοίπων. Τέλος, στο συνολικά «ιδιαίτερο» αυτού του CD, που όσο περισσότερο τ’ ακούς τόσο περισσότερο επιβεβαιώνεις το... ανάδελφόν του, εντάσσονται και οι ερμηνείες, που είναι καλαίσθητες και μακριά από τα τετριμμένα του χώρου.
Τα διάφορα ωραία τραγούδια που καταγράφονται εδώ («Έρωτας», «Χρόνια πολλά!», «Σχόλια», «Κρυφή παγίδα», «Μετά ψεκασμού» κ.λπ.) επιβεβαιώνουν όλα τα προηγούμενα. Δεν λέω πως δεν υπάρχουν σημεία, τα οποία θα έχρηζαν βελτιώσεων στο «Ήλιος, Εσύ!» (για ιδιωτική παραγωγή πρόκειται εξάλλου), τα παραβλέπω όμως μπροστά στο ελκυστικό, ανεξάρτητο, σύνολο.
Επαφή: https://www.facebook.com/profile.php?id=100063864098266&locale=el_GR

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

τρεις όψεις του ροκ στην Ελλάδα σήμερα – είναι τα νέα άλμπουμ των VooeeΤone, Φάνκι Φράνκι και Μαούνα

Το ροκ, και στην Ελλάδα και παντού, έχει ποικίλες όψεις – με αναφορές εννοώ στα 60s, 70s, 80s, 90s ή και πέρα απ’ αυτά. Εν ολίγοις στο παλαιό ψυχεδελικό, progressive, folk και πειραματικό rock, στο soul rock και το funk rock, στο hard rock και στο «μέταλλο», στο punk rock, στο ροκ της αναβίωσης των έιτις, στο grunge και στο post-rock. Όλα αυτά «παίζουν» κατά περίπτωση, και όλα αυτά εμφανίζονται μέσα στους μήνες και τα χρόνια και στα εν ενεργεία ελληνικά γκρουπ και στους ανάλογους καλλιτέχνες. Τρεις πρόσφατοι ελληνικοί ροκ δίσκοι μάς δίνουν την ευκαιρία να περιπλανηθούμε στο χώρο...
VOOEETONE: The Structure in Me 
[Vooee Tone / B-otherSide Records, 2025]
Οι VooeeΤone (βουητό και τα συναφή) είναι ένα καινούριο ελληνικό ροκ γκρουπ, που αποτελείται, όμως, από παλιούς μουσικούς. Παλιούς και γνωστούς, βεβαίως, αν αναφερόμαστε στους Άκη Μπογιατζή φωνή, μπάσο (από Cpt Neφos, Libido Blume, Sigmatropic), Αντώνη Λιβιεράτο πλήκτρα (από Chapter 24, Illegal Operation, Sigmatropic, Dr. Atomik), Γιάννη Τρυφερούλη ντραμς (από Sigmatropic, Dr. Atomik, Chapter 24, Low Noise) και Γιάννη Ντρενογιάννη (από The Anti Troppau Council, Libido Blume, Yeah!, Sigmatropic).
Περιστασιακό ή όχι συγκρότημα, αυτό θα φανεί στην πορεία, οι VooeeΤone ηχογράφησαν προσφάτως (Νοέμβρης-Δεκέμβρης του ’24) ένα mini-LP με πέντε τραγούδια τους, παρουσιάζοντάς τα live στο στούντιο, και μεταφέροντάς τα στον δίσκο έτσι ατόφια όπως γράφτηκαν. Η έκδοση είναι ωραία με insert (με στίχους και πληροφορίες), «κομμένη» σε 180άρι βινύλιο και σε 300 αριθμημένα αντίτυπα (για τους/τις fans των physical issues).
Αυτό που ακούω στο “The Structure in Me” είναι ωραίο και αναμενόμενο. Το ωραίο δεν χρειάζεται ιδιαίτερες επεξηγήσεις, για το αναμενόμενο, όμως, θα πρέπει να πω πως... κάτι τέτοιο περίμενα ν’ ακούσω από τους συγκεκριμένους μουσικούς, έχοντας κατά νου τον ήχο από τα παλιά τους συγκροτήματα. Και εννοώ πως δεν περίμενα ν’ ακούσω μια... αναγέννηση των Cpt. Νeφos, των Anti Troppau Council, των Libido Blume ή των Chapter 24, αλλά κάτι νέο, που να εμπεριέχει, όμως, «χρώματα» απ’ όλα τα εναλλακτικά δικά τους eighties. Αυτό είναι το πεδίο, που μεγάλωσαν οι συγκεκριμένοι μουσικοί και αυτό υποστηρίζουν και σήμερα, 40 χρόνια αργότερα. Το «αναμενόμενο» λοιπόν το γράφω με την έννοια του «σωστού» και του «συνεπούς» και όχι φυσικά μ’ εκείνη του αδιάφορου ή του βαρετού.
Τα τραγούδια του Ντρενογιάννη, γιατί όλα είναι δικές του συνθέσεις (στα τρία έχει γράψει και στίχους αποκλειστικά, ενώ στα υπόλοιπα δύο σε συνεργασία με άλλους ή τέλος πάντων με βοήθειες), είναι πολύ καλά. Εννοώ πως ακούγονται άνετα και όχι τραβηγμένα, κατ’ αρχάς, και αυτό είναι το πρώτο και μεγαλύτερο ατού τους. Έχουν ενδιαφέρουσες μελωδίες, απλούς στίχους και πολύ καλά παιξίματα (βεβαίως και από τεχνικής πλευράς αριστεύουν), από μουσικούς με μεγάλη και κατατεθειμένη εμπειρία σ’ αυτό το στυλ του εναλλακτικού ροκ. Επίσης δεν «κραυγάζουν», δημιουργώντας, παράλληλα, μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, η οποία, χωρίς να είναι dark, είναι κάπως μελαγχολική. Και αυτό εγώ το θεωρώ συνεπές.
Τα κομμάτια των VooeeΤone δεν προσφέρονται για... ροκ γλέντι, κρατάνε αποστάσεις από τη χλαπαταγή, αποτυπώνοντας αν θέλετε μια εσωτερικότητα, που ταιριάζει ασυζητητί και στο ηλικιακό πλαίσιο, που κινούνται οι τέσσερις μουσικοί, αλλά και στην αναγκαιότητα να εμφανίζεσαι στα 60-βάλε σου με σύνεση και με περισυλλογή. Αυτό είναι το κλίμα στο “The Structure in Me” ανεξαρτήτως από πότε μπορεί να γράφτηκαν τα κομμάτια (αν είναι σύγχρονα ή παλαιότερα εννοώ).
Δεν υπάρχει track που να ξεχωρίζει εδώ, καθώς τα “In a room if many colours”, “I do travel”, “The structure in me”, “Only sleeping” και “Disappeared”, είναι όλα τού αυτού υψηλού επιπέδου, «κρατώντας» σε, ως ακροατή, σταθερά, καθ’ όλη τη διαδρομή τους.
Επαφή: https://www.facebook.com/bothersiderecords?locale=el_GR
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/treis-opseis-toy-rok-stin-ellada-simera

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 684

22/11/2025
Η γνώμη μου για το βιβλίο του Τσίπρα και σε σχέση με το παρελθόν, ακούγοντας τον ίδιο να διαβάζει αποσπάσματα στο YouTube, είναι... πολύ κακό για το τίποτα.
Ο καθένας από εμάς έχει σχηματίσει μια γνώμη για το τι συνέβη το 2015 (πρώτο και δεύτερο εξάμηνο), υπό την έννοια ότι τα ζήσαμε και τα βιώσαμε. Και καμία ουσιαστική συζήτηση δεν μπορεί να διεξαχθεί επ’ αυτών, αυτή τη στιγμή, που να μπορεί να προσθέσει κάτι παραπάνω.
Αν δεν περάσουν δεκαετίες, αν δεν αποχαρακτηριστούν αρχεία, πρακτικά και συνομιλίες κανείς δεν πρόκειται να καταλάβει επακριβώς, και στη λεπτομέρειά του τι συνέβη όλο εκείνο το διάστημα.
Οπότε οι ιστορικοί σε 30, 40 και 50 χρόνια ας ψάξουν να δουν τι έγινε και ας πληροφορήσουν εκείνους που θα ζούνε τότε και όλους τους επόμενους. Εμείς μάλλον δεν θα μάθουμε ποτέ το παρασκήνιο της εκλογής Παυλόπουλου, της όποιας δυναμικής των μέηλ Χαρδούβελη (κατά πόσον ήταν αξιόπιστα ή όχι), πόσο και σε ποιο βαθμό ήταν τιμωρητικό το μνημόνιο Τσίπρα (και πόσο προσαυξήθηκε πρακτικά αυτό), πώς η Μέρκελ "άδειασε" τον Σαμαρά, και άλλα διάφορα ερωτήματα, πολλά και διάφορα ερωτήματα, που βαριέμαι τώρα να τα γράφω.
Η γνώμη μας, λοιπόν, θα παραμένει επιφανειακή και καθοδηγούμενη από τις προσωπικές μας απόψεις και εμπειρίες – τεκμηριωμένη, πάντως, δεν θα ’ναι με τίποτα.
Για μένα είναι λάθος του Τσίπρα η επιστροφή στο ’15. Από την άλλη όμως αντιλαμβάνομαι γιατί ο ίδιος θέλει να αποσείσει από πάνω του ένα βάρος, ώστε να εμφανισθεί όσο το δυνατόν «ελαφρύτερος» για το μέλλον - αν και η γνώμη μου είναι πως δύσκολα θα πείσει περισσότερους απ’ όσους έπεισε το 2023.
Εκτός αν κατεβεί με συγκεκριμένη ατζέντα για ακρίβεια, χρηματιστήριο ενέργειας, εξορύξεις, Αμερική, Κίνα, Ρωσία, Τουρκία, Ισραήλ κ.λπ., και κυρίως σε σχέση με τον «πόλεμο», που ετοιμάζουν οι ομοτράπεζοί του ανά τας Ευρώπας. Ελπίζω, δηλαδή, να μην μας προκύψει και... ιέραξ στο τέλος-τέλος.
Αυτά έχουν νόημα σήμερα. Χεσ’ το το ’15. Ό,τι έγινε έγινε... Από πάνω μας πέρασαν τα τροχοφόρα...

22/11/2025
Το κείμενο που θα διαβάσετε πιο κάτω το είχα γράψει πριν από 15 χρόνια περίπου. Μου είχε ζητηθεί για ένα αφιέρωμα, σε σχέση με τη μουσικοκριτική, που είχε ετοιμαστεί από κάποιους. Δεν θυμάμαι τώρα λεπτομέρειες. Πιθανώς να ήταν για τον Μετρονόμο, ίσως για κάπου αλλού. Δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία τώρα. Αυτά που γράφω εδώ τα πιστεύω σχεδόν 100% και σήμερα. Ίσως θα άλλαζα μόνο κάτι ψιλά (κάτι λεπτομέρειες).
Επίσης να πω πως εγώ κάνω και δισκοκριτικές και δισκοπαρουσιάσεις. Αναλόγως τι θα μου βγει. Αυτά τα δύο δεν είναι ίδια (για μένα). Χοντρικά για τους ελληνικούς δίσκους γράφω κριτικές, ενώ για τους ξένους παρουσιάσεις. Τους ελληνικούς δίσκους μπορώ να τους τοποθετήσω στην ελληνική πραγματικότητα και να καταλάβω πώς λειτουργούν, επειδή ζω στην Ελλάδα και «πιάνω» τι θέλει να πει ο κάθε καλλιτέχνης, και πώς τοποθετείται ευρύτερα (σε σχέση με τα ζόρια του, τις απόψεις του για αισθητικά ή κοινωνικά ζητήματα κ.λπ.). Έχω μπροστά μου όλες τις συνδέσεις. Απεναντίας, δυσκολεύομαι να κάνω αυτό το ίδιο για τους ξένους. Δεν μπορώ να μπω, εύκολα, στη θέση ενός Γιαπωνέζου, Αμερικάνου ή Εγγλέζου. Και δεν είναι θέμα γλώσσας, αλλά ευρύτερης κατανόησης του τρόπου που λειτουργούν υπό δεδομένες συνθήκες τις οποίες αγνοώ. Έτσι, σ’ αυτές τις περιπτώσεις προτιμώ να κάνω παρουσιάσεις είτε να εκφράζω κάποιες δευτερεύουσες απόψεις, κυρίως για αισθητικά-τεχνικά ζητήματα. Για τα κοινωνικά, που είναι και τα σημαντικότερα, το αποφεύγω.
>>Η μουσικοκριτική είναι ένα υποσύνολο της κριτικής και η κριτική είναι μια διαδικασία της ανθρώπινης σκέψης. Άρα κριτική ασκεί ο καθείς - ο καθείς που μπορεί να σκέφτεται δηλαδή, καθότι υπάρχουν και ορισμένοι που δεν σκέφτονται, είτε γιατί δεν θέλουν, είτε γιατί βαριούνται, είτε γιατί δεν μπορούν. Προϋπόθεση για να σκέφτεται κάποιος και περαιτέρω να κρίνει –έχοντας συγχρόνως την απαίτηση να τον λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν τους οι άλλοι– είναι η ευρύτερη κουλτούρα και βασικά η μελέτη. Άνευ διαβάσματος (όχι από παπά…) δεν πάει κανείς πουθενά.
Η κριτική έχει να κάνει με την Αισθητική, που είναι κομμάτι της Φιλοσοφίας, αλλά έχει να κάνει και με την Κοινωνία, τουλάχιστον από την εποχή τού Saint-Simon και μετά. Συνεπώς, η κριτική δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στα αισθητικά θέματα, αλλά να επιδιώκει να αναδείξει και τις κοινωνικές διαστάσεις του έργου Τέχνης.
Η μουσικοκριτική / δισκοκριτική διαφέρει από την κριτική κινηματογράφου, λογοτεχνίας ή θεάτρου στο εξής. Ένα μουσικό έργο χωρίς λόγια μπορεί να μοιάζει με μια ταινία και να αντιμετωπίζεται ως «ολότητα», αλλά ένας δίσκος με τραγούδια αποτελείται συχνά από διαφορετικές «ολότητες». Προσωπικά, τους δίσκους με τραγούδια τούς αντιμετωπίζω τις περισσότερες φορές ως «ξεχωριστά τραγούδια» και όχι ως «δίσκους», επειδή υπάρχει ποικιλία ακουσμάτων / ηχοχρωμάτων, όπως και θεμάτων. Βεβαίως, υπάρχουν και τα λεγόμενα concept albums, αλλά αυτά ήταν και παραμένουν μειοψηφία στη δισκογραφία. Σε κάθε περίπτωση σημασία έχει να αναδεικνύεται από τον κριτικό το «όλον» και όχι το επιμέρους. Τι να τον κάνεις έναν καλό τραγουδιστή, όταν ερμηνεύει ένα κακό τραγούδι; Τι νόημα έχει να εκφράζεις «σωστές» κοινωνικοπολιτικές θέσεις, όταν το τραγούδι σου είναι κακοφτιαγμένο; Πρέπει όλα να δουλεύουν ρολόι, για να αποκτά πλήρες νόημα ένα έργο Τέχνης. Στην αντίθετη περίπτωση, μπαίνουμε στα δύσκολα. Ο κριτικός αρχίζει να γκρινιάζει (όταν γκρινιάζει), ο καλλιτέχνης αντιδρά (όταν αντιδρά) και τα υπόλοιπα είναι γνωστά…
Η ουσία είναι πως η κριτική σε κάθε περίπτωση αφορά το έργο Τέχνης και τον καλλιτέχνη, και όχι το αναγνωστικό κοινό, το οποίο από σπόντα διαβάζει την κριτική, λαμβάνοντάς την υπ’ όψιν του ή όχι. Σκοπός της κριτικής, δηλαδή, δεν είναι να στείλει περισσότερους αναγνώστες στα δισκάδικα ή τους κινηματογράφους για ν’ αγοράσουν ένα δίσκο ή να δουν μια ταινία, όπως νομίζουν ορισμένοι και όπως καταντά συχνά η κριτική. Σκοπός της κριτικής είναι να αναδείξει ένα έργο Τέχνης που κατά τον κριτικό αξίζει να αναδειχθεί, και να σταθεί απέναντι σ’ ένα άλλο που, πάλι κατά τον κριτικό, είναι για τα μπάζα.
Συχνά γίνεται λόγος για την «κρίση στη δισκογραφία» και τα συναφή. Δεν το δέχομαι. Οι κρίσεις επειδή είναι μόνιμα φαινόμενα είναι ταυτοχρόνως και άνευ ουσιαστικής σημασίας. Εκτός αν ορισμένοι συγχέουν για τους δικούς τους ταπεινούς λόγους την προφανή κρίση στο οικονομικό κομμάτι της δισκογραφίας με την ανύπαρκτη κρίση δημιουργίας. Και το ’80 και το ’90 και το ’00 διάβαζα παντού για κρίση. Κρίση δεν υφίσταται. Τραγούδια γράφονται, δίσκοι βγαίνουν ή «ανεβαίνουν», την παραγωγή εξακολουθούμε να τη γνωρίζουμε σ’ ένα πενιχρό μόνον ποσοστό της.
Παρότι φροντίζω να μην έχω πολλά-πολλά με τους καλλιτέχνες, το έργο των οποίων κρίνω –γι’ αυτό το λόγο αποφεύγω και τις συνεντεύξεις–, δεν έχω τη γνώμη πως ο κριτικός πρέπει να μοιάζει με «ασκητή». Οφείλει πάντως να είναι προσεκτικός και να προβλέπει / αποφεύγει τις κακοτοπιές. Γενικά, το επάγγελμα, το οποίο διέρχεται τη δική του υπαρκτή και πολυποίκιλη κρίση, έχει κάποιους «εσωτερικούς» κανόνες, οι οποίοι συνήθως καταπατούνται από τους ίδιους τους κριτικούς.<<


21/11/2025
Ήθελα να το ανεβάσω στις 17 Νοεμβρίου, την ημέρα της επετείου, αλλά παράπεσε, έμπλεξα με άλλα θέματα, το ξέχασα κ.λπ. Το βρήκα σήμερα ξανά μπροστά μου γιατί ήταν σχεδόν πάνω-πάνω, ακόμη δεν είχε χωθεί βαθιά, κι έτσι αποφάσισα να το "χτυπήσω" και να το ανεβάσω τώρα... παρά να περιμένω μέχρι του χρόνου. Ποιος ζει και ποιος πεθαίνει...
Περαιτέρω, δεν πιστεύω πως είναι ένα κείμενο επετειακό. Απεναντίας είναι ένα κείμενο διαχρονικό (κι ας γράφτηκε πριν από 51 χρόνια), το οποίο όποτε και να το διαβάσεις έχει νόημα.
«Η σημασία των γεγονότων του Πολυτεχνείου θάφτηκε επισήμως πριν από λίγες μέρες. Εφημερίδες, έμποροι βιβλίων, δίσκων και λουλουδιών, θεατρίνοι, κόμματα, κράτος, σωματεία και κακοί ποιητές ήταν οι νεκροθάφτες. Εβδομαδιαίο περιοδικό με τίτλο μεγάλο στο εξώφυλλό του περιχαράκωνε το νόημα της εξέγερσης ως εξής: 1973, Ο ΛΑΟΣ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ – 1974, Ο ΛΑΟΣ ΨΗΦΙΖΕΙ. Σάμπως εκείνα τα παιδιά να σκοτώθηκαν μόνο και μόνο για να μπορούμε εμείς κάθε τέσσερα χρόνια να δίνουμε το τυπικό χρίσμα (που, στο κάτω-κάτω, δεν το χρειάζονται πάντα), σ’ αυτούς που κυβερνούν τη χώρα ενάμιση αιώνα τώρα δίχως καμμιά διακοπή.
Ό λ ο ι μετέχουν σήμερα στην επέτειο του Πολυτεχνείου. Αλλά τότε εναντίον τίνος έγινε η εξέγερση; Εναντίον του φασισμού; Μα τι άλλο, επιτέλους, είναι ο φασισμός παρά το “κακό” πρόσωπο του συστήματος; Τώρα μας δείχνει το “καλό” του πρόσωπο, χαμογελώντας με συγκατάβαση, όσο οι λαϊκές εκδηλώσεις δεν ξεφεύγουν από τα όρια του παραδεγμένου τελετουργικού: μνημόσυνα, τρισάγια, λιβάνια.
Μα οι νεκροί δεν αγωνίστηκαν γι’ αυτά. Δεν ήθελαν να γίνουν “εθνικοί” ήρωες. Δεν ανήκουν στο έθνος. Στο έθνος ανήκουν οι παπάδες και τα λάβαρα, οι λόγοι και τα στεφάνια των επισήμων. Στο έθνος ανήκουν οι δολοφόνοι των παιδιών. Τα παιδιά δεν ανήκουν πουθενά. Το νόημα της εξέγερσής τους δεν χωράει στα εθνικά αστικοδημοκρατικά πλαίσια που θέλουν να το στριμώξουν. Ο αγώνας του Νοέμβρη δεν ήταν αγώνας “εθνικός”, δεν ήταν καν αγώνας “πολιτικός” – ήταν επανάσταση. Το Πολυτεχνείο δεν ανήκει στο έθνος. Αυτή την αλήθεια εξέφραζε ένα σημείωμα αφιερωμένο στους νεκρούς: “ο ελληνικός λαός ήταν ανάξιος της θυσίας σας”. Το Πολυτεχνείο ανήκει στους νεκρούς – μόνο σ’ αυτούς.
Σήμερα πίσω από τα πανηγύρια και τα μνημόσυνα, πίσω από τη νερουλή συνθηματολογία των πολιτικών κομμάτων διακρίνεται η αιώνια επιθυμία των νοικοκυραίων. Το “ποτέ πια άλλο Πολυτεχνείο!” δεν σημαίνει “ποτέ πια άλλος φασισμός!”, αλλά: “ο αγών εστέφθη υπό επιτυχίας”, ή “καθίστε τώρα φρόνιμα”. Μα πάνω από τις νουθεσίες ή τις διαταγές εθναρχών, κομισάριων, μεσσιών και τραμπούκων ακούγονται κάποιες άλλες φωνές στο πεζοδρόμιο: “Ένα, δύο, τρία, πολλά Πολυτεχνεία!”.
Η σπουδαστική εξέγερση κηδεύτηκε προχθές. Πέρασε ήδη στις εθνικές επετείους – κρατικοποιήθηκε. Οι νεκροί του Πολυτεχνείου χάθηκαν μέσα στην εικόνα του αγνώστου στρατιώτου. Το Πολυτεχνείο πέθανε – Ζήτω το Πολυτεχνείο».

«σημειώσεις», 26.11.74
[περιοδικό «σημειώσεις», τεύχος #4, Ιανουάριος 1975]
[πρόκειται για ένα σημαντικό προοδευτικό περιοδικό, που κυκλοφόρησε για πολλά χρόνια, στη Μεταπολίτευση βασικά (έχει γράψει και ο Τερζάκης γι' αυτό, και άλλοι), αν και το πρώτο τεύχος του προέρχεται από τον Σεπτέμβρη του ’73, έχοντας για συνεργάτες τους Μανόλη Λαμπρίδη, Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο, Μάριο Αφεντόπουλο, Μάρκο Μέσκο κ.ά. – ποιοι είναι όλοι αυτοί; όποιος/α ενδιαφέρεται γράφει τα ονόματα στο google search και βλέπει]

21/11/2025
Δύο διευκρινήσεις σε σχέση με το προηγούμενο ποστ.
Κατ’ αρχάς σέβομαι όλους τους συναδέλφους, μουσικοκριτικούς, μουσικογραφιάδες κ.λπ. Και τους επαγγελματίες, και τους ερασιτέχνες. Και αυτούς που γράφουν στα μίντια επί πληρωμή και εκείνους που γράφουν στα blog τους π.χ. ή εδώ μέσα απλά για το κέφι τους. Το ότι μπορεί να διαφωνώ με συγκεκριμένα πάντα πράγματα, που μπορεί να γράφουν, δεν σημαίνει ότι δεν τους σέβομαι. Θέλω να είναι προφανές αυτό. Όταν γράφω λοιπόν «Η μουσικογραφία στην Ελλάδα είχε και έχει τα χάλια της» αναφέρομαι σε όλους και σε κανέναν, εκφράζω μια γενικότητα θέλω να πω (από την οποία, γενικότητα, δεν εξαιρώ τον εαυτό μου).
Δεύτερο βασικό. Εγώ είμαι πρώτα απ’ όλα αναγνώστης και μετά γραφιάς. Αν ο χρόνος, που διαθέτω γι’ αυτά τα θέματα είναι «5», «4» αφορούν το διάβασμα που ρίχνω και «1» αφορά το γράψιμο. Το προηγούμενο ποστ λοιπόν είναι γραμμένο από τη μεριά του αναγνώστη και όχι του γραφιά. Γραφιάς, κάποια στιγμή, μπορεί να σταματήσω να είμαι, αναγνώστης όμως δεν θα σταματήσω να είμαι ποτέ. Γραφιάς είμαι όταν γράφω συγκεκριμένα πράγματα (σε βιβλία, κείμενα κ.λπ.), όλες τις άλλες φορές είμαι αναγνώστης. Κι ένας τυχαίος σχολιαστής, επίσης, που μπορεί να γράφει για ό,τι του αρέσει. Όπως ο καθένας και η καθεμιά σας.

21/11/2025
Διαβάζω απίστευτα πράγματα σε σχέση με τον Ζήλο, αδιανόητες υπερβολές – και μάλιστα από ανθρώπους του μουσικού χώρου. Συνθέτες ας πούμε κ.λπ. Γράφουν για «φάρους», για ανθρώπους που κυνήγησε το σύστημα, για ανθρώπους που αν ακουγόταν ο λόγος τους δεν θα φθάναμε στα σημερινά χάλια και άλλα τέτοια παραμυθώδη.
Κριτικές για δίσκους έγραφε ο άνθρωπος – όχι τίποτα φοβερά σημαντικό δηλαδή. Δεν υπήρξε ποτέ κάτι πολύ σημαντικό η δισκοκριτική στην Ελλάδα, κυρίως γιατί δεν συνδέθηκε ποτέ όπως θα της έπρεπε και θα της άξιζε με το κοινωνικό ζητούμενο.
Θα σας πως μόνο ένα παράδειγμα. Το πιο χοντρό. Και σε σχέση με το Ζήλο. Το θάψιμο στο λαϊκό και το παραλαϊκό τραγούδι (στο αποκαλούμενο «σκυλάδικο») με όρους αισθητικούς. Κανείς ποτέ από τους κριτικούς, εκείνης της εποχής, και μετά, δεν μπόρεσε να αντιληφθεί τι σήμαινε ένας δίσκος του Πόλυ Κερμανίδη (για την Ελλάδα των σέβεντις). Τι σήμαινε, τι αντιπροσώπευε, ποιοι τον άκουγαν και γιατί.
Η κριτική δίσκου στην Ελλάδα ήταν μια μ@λακία και μισή. Έδινε διέξοδο σε προσωπικές εμμονές, ούσα εντελώς ξεκομμένη από την πραγματικότητα.
Αν η μουσικοκριτική ήταν βιβλίο θα έπρεπε να το ρίξουμε στη φωτιά και να το ξαναγράψουμε από την αρχή. Έστω και με κάτι δεκαετίες καθυστέρηση.
Η μουσικοκριτική (των ποπ-ροκ περιοδικών - γι' αυτή λέω) ήταν 50 χρόνια πίσω από την κινηματογραφική κριτική, την θεατρική κριτική κ.λπ. Ο Σύγχρονος Κινηματογράφος ή το Θέατρο του Νίτσου ήταν 50 χρόνια μπροστά από το Ποπ & Ροκ, τον Ήχο και τη Μουσική. Βαρετά περιοδικά, στα οποία πού και πού διάβαζες και κάτι άξιο λόγου. Απεναντίας τα κινηματογραφικά περιοδικά τα ξεκοκκάλιζες και με κείμενα, που, ακόμη και σήμερα, έχουν πράγματα να πούνε.
Αν οι μουσικοκριτικοί μας, γράφανε για σινεμά, εκείνη την εποχή, στα early seventies θα είχαν θάψει τον Βέγγο τού «Θανάση πάρε τ' όπλο σου», όταν πάνω σε μία μόνο σκηνή εκείνης της ταινίας δόμησε όλο το σινεμά του ο Οικονομίδης (αναφέρομαι στην καταπληκτική σκηνή όπου πλακώνονται ο Βέγγος με τον Αντώνη Παπαδόπουλο, γαμπρός και κουνιάδος – όλη η λεκτική βία του Οικονομίδη είναι πάνω εκεί τοποθετημένη). Κανείς μουσικοκριτικός δεν θα μπορούσε να αντιληφθεί το μεγαλείο αυτής της σκηνής, όπως κανένας τους δεν αντιλήφθηκε τα αριστουργήματα που τραγούδησε ο Κερμανίδης και τόσοι άλλοι.
Και κάτι άλλο, πολύ σημαντικό. Δέκα φορές πιο αξιόλογο ακόμη και από την καλύτερη και την πιο εμπεριστατωμένη μουσικοκριτική είναι το κείμενο. Το μουσικό κείμενο. Όχι η αρλουμπο-θεωρητικολογία επί αισθητικών θεμάτων, αλλά οι διακλαδώσεις του σε σχέση με την κοινωνία και όλες τις υπόλοιπες τέχνες, και κάθε άλλο χώρο του επιστητού. Η μουσική ανασαίνει μέσα σε όλα αυτά – δεν είναι κάτι ξεκομμένο. Οι διασυνδέσεις του μ’ εκείνο, που συμβαίνει ή συνέβαινε στην κοινωνία έχουν σημασία – όχι αν μιλάμε για σκυλάδικο ή για όπερα. Το να μπορείς να αντιληφθείς και να εξηγήσεις μέσα σου το κάθε τι. Πόσα τέτοια κείμενα μπορείτε να θυμηθείτε και από τον αείμνηστο Ζήλο και από πολλούς άλλους;
Εγώ μπορώ να θυμηθώ κειμενάρες από κινηματογραφικά, θεατρικά, λογοτεχνικά και πολιτικά περιοδικά, με καταγραμμένες σκέψεις ανθρώπων πάνω στην Τέχνη ακόμη και από το ’60, αλλά από μουσικά ίσα που συμπληρώνουν τα δάκτυλα των χεριών μου. Στα κινηματογραφικά του Ραφαηλίδη, για παράδειγμα, θα βρεις μερικές από τις πιο ουσιαστικές παρατηρήσεις, που έχουν γραφτεί για το ροκ στην Ελλάδα – σε κινηματογραφικά κείμενα εννοώ, όχι σε μουσικά. Όποιος κρίνει... κρίνει τα πάντα και σκέφτεται γύρω από τα πάντα. Η σωστή λέξη είναι «κριτικός», όχι «σινεκριτικός», «μουσικοκριτικός» κ.λπ.
Η μουσικογραφία στην Ελλάδα είχε και έχει τα χάλια της.

20/11/2025
Ξύπνησα σήμερα το πρωί με το ηλιοβασίλεμα να λάμπει
Βρήκα το μυαλό μου μέσα σε μια καφέ χάρτινη σακούλα
Σκόνταψα σε ένα σύννεφο κι έπεσα οκτώ μίλια ψηλά
Έσκισα το μυαλό μου σε έναν οδοντωτό ουρανό
Μόλις πέρασα από κει για να δω σε τι κατάσταση ήταν η κατάστασή μου

(Yeah, yeah, oh-yeah, what condition my condition was in)

Έσπρωξα την ψυχή μου σε μια βαθιά σκοτεινή τρύπα και μετά την ακολούθησα μέσα
Είδα τον εαυτό μου να σέρνεται έξω, καθώς σερνόμουν μέσα
Σηκώθηκα τόσο σφιγμένος που δεν μπορούσα να χαλαρώσω
Είδα τόσα πολλά που διαλύθηκε το μυαλό μου
Μόλις πέρασα από κει για να δω σε τι κατάσταση ήταν η κατάστασή μου

(Yeah, yeah, oh-yeah, what condition my condition was in)

Κάποιος έγραψε «Πρωταπριλιά» με μεγάλα μαύρα γράμματα σε μια ταμπέλα «Αδιεξόδου»
Είχα πατήσει το γκάζι καθώς έβγαινα από το δρόμο και εξερράγη το μυαλό μου
Οκτώ μίλια έξω από το Μέμφις και δεν έχω άλλο
Οκτώ μίλια κατευθείαν κάπου προς το κέντρο της πόλης
Μόλις πέρασα από κει για να δω σε τι κατάσταση ήταν η κατάστασή μου

I said I just dropped in to see what condition my condition was in

[δεύτερο μόνο πίσω από το all along the watchtower με τον Hendrix]
[για μένα... έτσι;]
https://www.youtube.com/watch?v=Kat_CHr-JI0&list=RDKat_CHr-JI0&start_radio=1

20/11/2025
Η γενιά του Ζήλου υπήρξε, δικαιολογημένα σ’ ένα βαθμό, το απόλυτο θύμα της ξενομανίας. Λέω «δικαιολογημένα σ’ ένα βαθμό», γιατί όταν ακούς στα 15 σου το “Help!” και το “Revolver”, όταν χορεύεις στα μαθητικά πάρτυ με το “Sunny afternoon”, το “Somebody to love” και το “Don’t let me be misunderstood”, δεν θέλει και πολύ για να... παραφρονήσεις! Τοιούτη ποπ δεν ξανακούστηκε ποτέ στην ιστορία της μουσικής, ποτέ δεν λύθηκαν τα σώματα και τα πνεύματα, όπως θα λύνονταν σ’ εκείνη τη γενιά – αν και σε κάθε περίπτωση αυτή όλη η βάπτιση δεν ήταν δυνατόν να μην δημιουργήσει τοίχους και στεγανά.
Τι να σου πει ο Βοσκόπουλος και η Μαρινέλλα, στο τέλος των σίξτις, τι να σου πει ο Γαβαλάς και ο Καζαντζίδης, όταν πλέον είχες ταξιδέψει στο φεγγάρι; Τιποτένια, δε, στα μάτια και στ’ αυτιά τους έμοιαζαν ακόμη και οι ελληνικές απομιμήσεις της ξένης μουσικής.
Κάποτε ο Φαληρέας (ο άνθρωπος που είχε στήσει το καλύτερο ελληνικό ροκ όλων των εποχών στη Lyra/Zodiac) είχε πει, σε μια κρίση συνείδησης πως όλα εκείνα ήταν μ@λακίες, και πως αν εξαιρούσες τον «Μπάλλο» του Σαββόπουλου (το γράφω και στο πρόσφατο βιβλίο αυτό) όλα τα άλλα ήταν ένα «τίποτα». Ατελείς προσπάθειες να γίνει κάτι που γινόταν έξω.
Σε όλους αυτούς δεν μετρούσαν ακόμη κι εκείνα τα ελληνικά που έπρεπε να μετράνε. Στο «επιστροφή στις ρίζες» του Μαρκόπουλου (έτσι όπως ο ίδιος το νοηματοδοτούσε και το έκανε πράξη), που ήταν ό,τι πιο σημαντικό είχε ακουστεί στην ελληνική μουσική στο τέλος των σίξτις, απαντούσαν με χάχανα και γέλια. Ότι θα γυρίσουμε τάχα πίσω στα σκοτάδια και τις αράχνες, και ότι θα κάναμε παρέα στους χουντικούς του τσάμικου, από άλλη μεριά.
Η παρέα του Ζήλου δεν τα είχε καλά με τίποτα ελληνικό-ελληνικό. Ακόμη και στα έιτις, όταν το ελληνικό ροκ μετατράπηκε σε ηλεκτρικό τραγούδι –Τσακνής, Μαχαιρίτσας, Πορτοκάλογλου, Γιοκαρίνης, Μπουλάς, Κατσιμιχαίοι, Γερμανός, Κούτρας και όλοι οι υπόλοιποι, σχεδόν όλοι παλιοί ρόκερ, που είχαν αντιληφθεί σχετικά νωρίς πως το ροκ-περιθώριο, τύπου Σιδηρόπουλου, δεν σε βγάζει πουθενά–, αποκτώντας (το ηλεκτρικό τραγούδι) τρομερή αίγλη, με ήχο δικό του (ας ήταν ανακάτεμα από διάφορα, ροκ και μη ροκ, είχε υβριδική ταυτότητα), εκείνοι ήταν και πάλι απέναντι. Μόνον ως τριτοκλασάτος νταρκάς, υποκρινόμενος το αδιέξοδο της αμερικάνικης και της ευρωπαϊκής ντεκαντάνς, της εποχής, θα είχες κάποια τύχη...
Τέλος πάντων... είναι πολλά που μπορείς να πεις γι’ αυτά τα θέματα, ικανά να αποτελέσουν ύλη βιβλίου, όχι άρθρου.

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

PERAZZO / CARDILLO / WILLIAMS δύο Ιταλοί και ο Buster Williams

Η ιταλική σκηνή της jazz έχει να παρουσιάσει πολλά νέα πρόσωπα – κάτι που φανερώνει και τη (διαχρονική) αγάπη της για τη μεγάλη μαύρη μουσική, μα και την ποικιλία και το βάθος της. Νέοι μουσικοί είναι ο πιανίστας Tommaso Perazzo και ο ντράμερ Marcello Cardillo, οι οποίοι, εδώ, στο Portrait of a Moment [RED Records / AN Music, 2025], συνεργάζονται με τον θρύλο μπασίστα Buster Williams (σ’ ένα session, που ηχογραφήθηκε στα Steiner Studios του Brooklyn, τον Ιούνιο του ’23).
Σχεδόν όλο το υλικό, που παρουσιάζεται σε τούτο το CD, είναι πρωτότυπο, καθώς τρεις συνθέσεις ανήκουν στον Perazzo, μία στον Cardillo, δύο στον Williams, ενώ υπάρχουν και δύο versions, μία στο “Footprints” του Wayne Shorter και μία στο “Soul Leo” του (πιανίστα) Mulgrew Miller.
Το άλμπουμ δείχνει, ανάμεσα σε άλλα, το πώς σκέφτεται η ιταλική νέα γενιά των μουσικών, με παιξίματα που φανερώνουν όχι απλώς εξοικείωση με τον ηχοχρωματικό πλούτο της σύγχρονης jazz, αλλά και διάθεση για μικρές υπερβάσεις, αν κρίνω από το αναπάντεχο εντεκάμετρο “Kind of blues” του Cardillo ή την παθιασμένη (fully hard bop) διασκευή στο “Soul Leo”. Πολύ καλός δίσκος!

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

MICHELE POLGA o ιταλός σαξοφωνίστας στο πιο νέο άλμπουμ του

Τενόρο σαξοφωνίστας με ωραίο drive και επάρκεια συνθετική, ο Michele Polga είναι ένας παίκτης πολύ αναγνωρισμένος στην Ιταλία ή και έξω απ’ αυτήν. Ηχογραφεί πολλά χρόνια ο Ιταλός (από τα late 80s), έχει πλούσια δισκογραφία και κυρίως, μετά από τόσα χρόνια, δεν έχει χάσει τη συνθετική δεξιότητά του, προτείνοντας άλμπουμ με άψογο περιεχόμενο. Ένα τέτοιο είναι το Doors [RED Records / AN Music, 2025], που είναι ηχογραφημένο το 2024, περιλαμβάνοντας οκτώ originals του Polga, συν μία διασκευή στο “Along came Betty” του Benny Golson.
«Κατεβαίνοντας» με κουαρτέτο στο στούντιο (Alessandro Lanzoni πιάνο, Gabriele Evangelista κοντραμπάσο, Bernardo Guerra ντραμς), ο Polga εντυπωσιάζει από συνθετικής πλευράς, με τα κομμάτια του “Sunday afternoon” και “Unsaid”, και κυρίως με το 9λεπτο “Re-Trane” (το μεγαλύτερο σε διάρκεια track του δίσκου του), που έχει φοβερή ροή και φυσικά Coltane-ική αφήγηση (ένα μινόρε blues σχεδόν ανατριχιαστικό), φανερώνοντας πώς, με ποιον ακριβώς τρόπο, ένας ήχος... εξήντα χρόνια παλιός, μπορεί να αποκτήσει, μέσα από μια απολύτως εμπνευσμένη αναδημιουργία, σημερινά χαρακτηριστικά.
Προφανώς, εδώ, όλο το κουαρτέτο δουλεύει τέλεια, σ’ έναν δίσκο, που σε κερδίζει συνολικά, με την ατμόσφαιρα και τη συγκίνηση που εκπέμπει.

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 683

19/11/2025
O Ζήλος ήταν στυλίστας (δεν το λέω αυτό ούτε για καλό, ούτε για κακό). Στα κείμενά του είχε μεγαλύτερη σημασία όχι το τι γράφει, αλλά το πώς το γράφει. Ήταν κάπως φορμαλιστής δηλαδή. Έχω φυλάξει μερικά (λίγα) πιο πρόσφατα «Αθηνοράματα» (για κάποιους λόγους) και αυτά που βλέπετε εδώ είναι από το 2010. (Εμένα το 2010 μου φαίνεται «πρόσφατο», γιατί έχω «Αθηνοράματα» και από τα σέβεντις, όταν κι εκεί υπήρχαν δισκοκριτικές, αλλά δεν υπήρχαν ούτε Ζήλοι, ούτε Χαρωνίτηδες).
Λοιπόν προσέξτε εδώ πόσο έξυπνα θάβει («Θα έφευγα στη μέση») δύο σημαντικούς Αμερικανούς του country rock και της μπαλάντας (τους Lindley & Browne) (δεν ξέρω τι δίσκος είναι αυτός και δεν μπορώ να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω με την κριτική του), και πώς βρίσκει χώρο για να τους ανεβάσει ελαφρώς (όσο πατάει η γάτα) γράφοντας πως τους προτιμάει από τους Τσακνή-Μαχαιρίτσα (που μάλλον τους είχε για τα τάρταρα). Πολλά πέρα-δώθε δηλαδή σ’ ένα τόσο λίγο χώρο (με τόσο λίγες λέξεις).
Τώρα, δίπλα, για τον Κότσιρα, μια χαρά τα γράφει (και τα χώνει). Θα στενοχωρούσε, όμως, τον φίλο του τον Χαρωνίτη, στον οποίο άρεσε ο Κότσιρας. Η παρατήρησή του, δε, για live 2010, με... Σουγιούλ και Γούναρη σφάζει με το γάντι (του μποξ).

19/11/2025
Πρέπει να ήταν 2012, σίγουρα μέσα στην πιο βαθιά κρίση, μπορεί και 2013, αλλά όχι πιο μετά, όταν είχα συναντηθεί με τον Ζήλο (μία από τις διάφορες φορές τέλος πάντων) στο υπόγειο δισκάδικο στην Καπλανών (Πάνος, Σωτήρης, Μιχάλης). Συνήθως εκεί τον έβλεπα, τακτικά εκείνη την εποχή.
Ο Ζήλος έβγαινε για δισκότσαρκες και κουβαλούσε πάντα μαζί του κάτι απίστευτες πλαστικές τσάντες με δίσκους και CD. Μία να σήκωνες πάθαινες λουμπάγκο. Απορούσα πώς τις κουβάλαγε. Τον Λεωνίδα Χρηστάκη θυμάμαι μόνον έτσι, πολύ πιο γέρο, στον ίδιο χώρο (και στο παλιό Σόλωνος-Μασσαλίας και στην Καπλανών) με κάτι ντάνες περιοδικά και βιβλία, καθώς έκανε ο ίδιος τη διακίνησή τους. Ο Αργύρης δεν διακινούσε τίποτα, απλά όταν βρισκόταν στο κέντρο της Αθήνας... θέριζε.
Τότε του είχα πει, για να τον τσιγκλήσω... μαζεύεις όσα δεν παίρνουν οι άλλοι. Υπονοώντας και εννοώντας, πως αγόραζε όσα... δεν ακούγονταν. Κάτι απίστευτα πειραματικά, αβάντ, ηλεκτρονικά κ.λπ., που τα αγνοούσαν όλοι. Το είχε προσπεράσει αυτό που του είχα πει... Σαν να μην το είχε ακούσει...
Είχε φύγει από το Αθηνόραμα, δεν έγραφε κάπου τότε, και επειδή μάλλον του έλειπε το γράψιμο τού είχα πει, κάπου μεταξύ σοβαρού και σοβαρού... γιατί δεν ανοίγεις ένα blog, και να γράφεις εκεί πέρα τις κριτικές σου;
Με κοίταξε επιτιμητικά. Τι... μού είχε πει... να κάνω αυτό που κάνεις εσύ; Ε ναι... του είχα πει. Κοίταξε να δεις... μου λέει... εγώ υπήρξα επαγγελματίας και δεν μπορώ να γράφω τζάμπα, και σου λέω... έτσι μου το είχε πει ακριβώς... να το κλείσεις κι εσύ το blog και να μη γράφεις τίποτα χωρίς να πληρώνεσαι, γιατί έτσι τους κακομαθαίνουμε (αυτούς που μας διαβάζουν εννοούσε, τους αναγνώστες μας).
Είχε δίκιο. Εγώ τον άκουσα – κατά το ήμισυ όμως. Δεν δίνω ούτε λέξη, έξω, χωρίς να πληρωθώ. Αλλά το δισκορυχείον είναι το φάρμακό μου, η ισορροπία μου, το ημερολόγιό μου. Δεν μ’ ενδιαφέρει ποιοι και πόσοι με διαβάζουνε (παρότι μπαίνουν κάποιες λίγες χιλιάδες κι εκεί κάθε μέρα), αλλά το γεγονός ότι έχω ένα χώρο να γράφω, δημοσίως, και να γράφω ό,τι γουστάρω, δίχως να δίνω λογαριασμό σε κανέναν (όσο μπορεί να ισχύει αυτό) το θεωρώ μεγάλη κατάκτηση. Και το ότι, 16 χρόνια μετά, εξακολουθώ να ενημερώνω το blog καθημερινά δείχνει πόσο μετράω τα λόγια μου, και πόσο τα εννοώ.

19/11/2025
Τον Αργύρη Ζήλο τον γνώρισα από κοντά στο τέλος του 1996. Ήμουν νέος στο χώρο, πολύ νέος. Παρότι όχι πιτσιρικάς. Ήμουνα ήδη στο «Jazz & Τζαζ» και είχα έτοιμο το πρώτο βιβλίο μου, το «Ραντεβού στο Κύτταρο». Παρ’ όλα αυτά ήμουν άγνωστος. Κάτι που είχε (και έχει) και τα καλά του και τα κακά του. Όταν βγήκε το βιβλίο, ας πούμε, το αγκάλιασαν όλοι. Είχε άπειρες κριτικές, έντυπες εννοώ (το ίντερνετ ήταν στα σπάργανα) και όλοι είχαν έναν καλό λόγο για έναν πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα – όχι όπως σήμερα, όπου αρκετοί με βρίζουν και με κανσελάρουν λόγω του συγκρουσιακού χαρακτήρα μου (όσον αφορά απόψεις ευρύτερες, που άπτονται όμως και της κουλτούρας).
Τέλος πάντων είχα το τηλέφωνο του Ζήλου, γιατί ο Αργύρης έγραφε στο «Jazz & Τζαζ» πριν πάω εγώ εκεί (τον Γενάρη του ’95) και καθώς η αγαπητή Γιούλη (Μαρτίνη) εξακολουθούσε να του ταχυδρομεί κάθε τεύχος που κυκλοφορούσε είχα την άνεση να τον πάρω ένα τηλέφωνο, λέγοντάς του πως θα του στείλω το βιβλίο για να γράψει κάτι στο Audio (στο περιοδικό που έγραφε τότε). Όντως ο Αργύρης πήρε το βιβλίο, το διάβασε και έγραψε στο Audio καλά λόγια γενικώς, τονίζοντας όμως πως έγραφα θετικά για πολλούς που δεν το άξιζαν (κάπως έτσι το διατύπωνε – το έχω κάπου το απόκομμα). Να μην πω τι μου είχε πει στο τηλέφωνο, για το ίδιο θέμα...
Σε κάθε περίπτωση ο Αργύρης ήταν εκείνος που ενδιαφέρθηκε περισσότερο από όλους για να με βοηθήσει στην παρουσίαση του βιβλίου, στο Καφέ Παράσταση, στα Εξάρχεια, τον Φλεβάρη του ’97. Γούσταρε τη φάση, μάλλον γούσταρε επί της ουσίας και όλα όσα έγραφα εκεί μέσα, κι έτσι ανέλαβε να πάρει τηλέφωνο σχεδόν όλους τους καλλιτέχνες που είχαν έρθει τότε στην εκδήλωση, τιμώντας με. Εκείνος είχε ρίξει την ιδέα, και του είχα πει... φυσικά, κάνε το και σ’ ευχαριστώ.
Γιατί, τι νόημα είχε να πάρει ένας άγνωστος συγγραφέας τον Πουλικάκο, ας πούμε, και να του πει... έλα εκεί; Ενώ ο Αργύρης ήταν αλλιώς. Το όνομά του ήταν γκαραντί. Πήρε πολλούς ο Αργύρης τηλ. και πλάκωσαν στο Καφέ Παράσταση και ο Πουλίκας, και ο Σπάθας, και ο Ηρακλής, και ο Καραμήτρος, και ο Καρακαντάς, και από άλλη μεριά (μάλλον) είχαν έρθει η Λήδα, ο Δεκεριάν των Αγάπανθος, ο Πάνος Σαββόπουλος, πιθανώς και άλλοι. Φοβερή μάζωξη... Χωρίς τον Αργύρη τίποτα δεν θα συνέβαινε.
Συναντηθήκαμε κι άλλες φορές μετά, βασικά στα δισκάδικα, και κάπου αλλού, και πάντα ήταν ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή, επαινετικός και καυστικός μαζί μου. Δηλαδή σ’ έφτιαχνε και στην έχωνε ταυτόχρονα. Κάπου με τσάντιζε λίγο αυτό το στυλ, αλλά γνωρίζοντάς τον από χρόνια από τα περιοδικά και ξέροντας το ύφος του δεν τον παρεξηγούσα. Τον άφηνα να λέει... όχι στο στυλ... ασ’ τον τρελό στην τρέλα του... αλλά από σεβασμό.
Είχα να τον δω πάνω από δέκα χρόνια τον Αργύρη Ζήλο, αλλά μάθαινα νέα του από τον Αντώνη Ξαγά και του έστελνα χαιρετίσματα. Ε... μέχρι σήμερα...
[Καφέ Παράσταση, Φεβ. 1997, Αργύρης, Σπάθας, Ηρακλής, Καραμήτρος με το πολύ μαλλί ντράμερ στη Λαιστρυγόνα του Σαββόπουλου, Καρακαντάς με το δερμάτινο αριστερά από Juniors, Axis κ.λπ.]

19/11/2025
Δεν είναι το γεγονός ότι συμφωνώ, ως προς την ουσία, με αυτή την κριτική του Ζήλου, από το μέσο του ’70, είναι ότι εγώ δεν έγραψα ποτέ έτσι δισκοκριτικές, με αυτό το σκληρό, ειρωνικό και απαξιωτικό ύφος. Δεν το ζήλεψα ποτέ. Και μου την είχε πέσει γι’ αυτό, κάποτε, ο Αργύρης, όταν ήμουν νέος ακόμη στον χώρο... θα πω και σε επόμενο ποστ.
Προφανώς δεν υπάρχει άνθρωπος που να μεγάλωσε με τον Ήχο στα σέβεντις και τα έιτις, και που να μην «συνομίλησε», ο καθένας με τον δικό του τρόπο, με τις δισκοκριτικές του Ζήλου, σε μιαν εποχή όπου η έντυπη γνώμη ήταν παντοδύναμη.
[τέλος εποχής – Αργύρης Ζήλος RIP]

19/11/2025
Ζάχος Δόγκανος - Δημήτρης Μαρίκος

19/11/2025
Εν τω μεταξύ όποιοι βρίζουν Τσίπρα, από κόμματα τρέχα-γύρευε, τριτοκλασάτα ονόματα από την κλαδική των εκδοροσφαγέων της Κάτω Χαλανδρίτσας, γίνονται αμέσως πρωτοσέλιδο στα φιλελέδικα-μητσοτακικά σάιτ. Έχει πολλή πλάκα η φάση.
Σ’ έχει ξεχάσει και η μάνα σου; Έχεις σκάψει τον τάφο σου, έχεις αράξει μέσα, αλλά παρά ταύτα θες να αναστηθείς για δεκαπέντε λεπτά και να σε ράνουν με ροδοπέταλα, πριν γυρίσεις και πάλι πλευρό; Βρίσε Τσίπρα...

18/11/2025
Στις εκλογές του Ιούνη του ’23 ο Τσίπρας πήρε σχεδόν 18% (17,83 για την ακρίβεια). Έτσι και παρέμενε στην ηγεσία του κόμματος, ασκώντας σωστή αντιπολίτευση, είναι πολύ πιθανό σήμερα να είχε στείλει το Πασόκ στο 6% και να ήταν πρώτο κόμμα. Απεναντίας έγινε της κακομοίρας στο κόμμα του, έπεσε το... ξεμάλλιασμα της δεκαετίας, εκείνος χάθηκε, εξαφανίστηκε, το κόμμα παίζει περί το 3-4%, εσχάτως το εγκατέλειψε και τώρα θέλει να ξανακάνει κόμμα, ελπίζοντας να πιάσει ένα ποσοστό σαν εκείνο που είχε το ’23, μπας και γίνει αξιωματική αντιπολίτευση, διεκδικώντας την εξουσία στις εκλογές του ’31 πια. Εξάλλου και τότε νέος θα ’ναι. Μικρότερος απ’ όσο είναι ο Μητσοτάκης σήμερα.
Βλέπει μπροστά ο άνθρωπος... δεν λέω...

18/11/2025
Η υπουργός πολιτισμού μας δεν ξέρει πως μία από τις πιο ιστορικές πλατείες της χώρας (και της Πάτρας) αποκαλείται Πλατεία (βασιλέως) Γεωργίου του Α και όχι Πλατεία Αγίου Γεωργίου. Τρία πράγματα μπορεί να σημαίνει αυτό. Πρώτον ότι είναι θρησκόληπτη και βλέπει παντού τον Άη Γιώργη τον καβαλλάρη να σκοτώνει δράκους, δεύτερον ότι είναι... κρυφοβασιλικιά και ντρέπεται να πει Πλατεία βασιλέως Γεωργίου του Α, για να μην την πάρουν στο ψιλό οι... λαϊκιστές της αριστεράς και οι κουκουέδες, και τρίτον ότι είναι άσχετη. Μπορεί να ισχύουν και τα τρία ταυτοχρόνως ή δύο από τα τρία κ.λπ.
Επίσης για τον ανεκδιήγητο υφυπουργό της, που είπε για τον δήμαρχο Πελετίδη ότι δεν είναι Πατρινός (και άρα ότι δεν ενδιαφέρεται για την πόλη – πιάνουν αυτά σε αποβλακωμένους κάφρους), πως εκείνος είναι Πατρινός (χεστήκαμαν) και πως θα τον θάψουνε στην Πάτρα (ξανά χεστήκαμαν), ενώ τον Πελετίδη δεν ξέρει πού θα τον θάψουνε (και όμως εκστομίστηκαν κι αυτά), να του πούμε πως τοιούτος ρατσιστικός-τοπικιστικός λόγος έρχεται από τον... προϊστορικό μεσαίωνα και πως... επιφανών ανδρών (και γυναικών να προσθέσω) πάσα γη τάφος. Των επιφανών όμως, όχι των σαχλαμαράκηδων.

18/11/2025
Χθες σε όλα τα μίντια εμφανίστηκε η είδηση της κοινής «υποβοηθούμενης αυτοκτονίας» των διδύμων αδελφών Kessler, της Alice και της Ellen. Ήταν γερμανίδες τραγουδίστριες και show-women και πέθαναν στα 89 τους.
Εμένα δεν με απασχολεί ο τρόπος του θανάτου τους –σαν γεγονός είναι λυπηρό βέβαια, και για μένα περισσότερο, γιατί ήξερα τη διαδρομή τους κι έχω δίσκους τους–, και από τη στιγμή κατά την οποίαν οι ίδιες επέλεξαν να πεθάνουν έτσι όπως αποφάσισαν εγώ δεν έχω να πω ή να σχολιάσω κάτι (και δεν επιθυμώ και το παραμικρό σχόλιο επ’ αυτού, εδώ, από άλλους και άλλες).
Απεναντίας, έχω να πω πολλά για την παρουσία τους στη σκηνή, τη δισκογραφία, τη λογοτεχνία, τη σχέση τους με την Ελλάδα κτλ., και αυτά τα έγραψα σε ανύποπτο, όπως λέμε, χρόνο, τον Σεπτέμβριο του 2023. Προφανώς (εγώ έτσι νομίζω, χωρίς να το ψάξω) δεν υπάρχει άλλο τέτοιο κείμενο γραμμένο από Έλληνα στο δίκτυο ή όπου αλλού (γιατί έχει σημασία να γράφεις σαν Έλληνας, και όχι σαν Γερμανός, Ιταλός, Γάλλος ή Αμερικάνος...) και αυτό σας προτείνω να διαβάσετε, τώρα, για να δείτε τα κατορθώματα της Alice και της Ellen, και όσα αξίζει να θυμόσαστε από αυτές. Στο λινκ...
https://www.lifo.gr/culture/music/adelfes-kesler-ena-thryliko-pop-horeytiko-kai-tragoydistiko-ntoyeto-ton-60s

16/11/2025
Το Πολυτεχνείο έχει γίνει αφορμή για να αρχίσουν να ξερνάνε διάφοροι τη μια μ@λακία μετά την άλλη.
Παίζει από παλιά, αλλά το είδα και σήμερα 2-3 φορές στο λίγο που περιηγήθηκα, αυτό που λένε κάποιοι ηλίθιοι «νοσταλγοί» (χουντικοί κατά βάθος, που θέλουν να περιφρουρήσουν τις «αξίες» του Παπαδόπουλου) πως το Πολυτεχνείο το κάνανε οι Αμερικάνοι για να ρίξουν, τάχα, τον δικτάτορα! Πρόκειται, απλώς, για μία από τις μεγαλύτερες συνομωσιολογικές ασυναρτησίες που ακούγονται τριγύρω!
Δηλαδή θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε πως η ΣΙΑ πλεύρισε τους Κνίτες, τους Ρηγάδες, τους μαοϊκούς κ.λπ. και τους είπε τραβάτε κλειστείτε στο Πολυτεχνείο, γιατί θα ρίξουμε τον Παπαδόπουλο μετά, και θα τρώτε όλοι σας με χρυσά κουτάλια. Λες και αν θέλανε να ρίξουνε τον Παπαδόπουλο δεν θα το κάνανε εν μία νυκτί και με χίλιους-δυο τρόπους. Θέλω να πω πως ήταν πολύ πιο εύκολο να τον βγάλουν από τη μέση, μέσα από μια εσωτερική ανακατανομή ας πούμε, παρά όταν τον «φυτέψανε» τον Απρίλη του ’67 (αυτό όντως είχε κάποιες δυσκολίες, γιατί έπρεπε να παραμεριστούν οι στρατηγοί).
Εξάλλου ο Παπαδόπουλος βρισκόταν ήδη σε αποστρατεία από το καλοκαίρι, όταν μεταπηδούσε στην προεδρία, παραδίδοντας την πρωθυπουργία τον Οκτώβριο στον «δοτό» Μαρκεζίνη.
Την εξέλιξη στο Πολυτεχνείο δεν μπορούσε κανείς να την προβλέψει, εννοώ την τριήμερη κατάληψη, απλώς την εκμεταλλεύτηκαν οι ιωαννιδικοί συνωμότες για να αναλάβουν τα ηνία.
Ο Παπαδόπουλος ήταν παιδί των Αμερικάνων περισσότερο και από τον Ιωαννίδη, τον οποίο Ιωαννίδη θα τον «πουλούσαν» οι Αμερικάνοι σε σχέση με την Κύπρο, επειδή το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να μην μετατραπεί η Κύπρος σε «Κούβα της Μεσογείου». Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έγινε η διχοτόμηση του νησιού (με την προστασία των Αμερικάνων) και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δεν πολέμησε η χώρα (που είχε υπεροπλία στον αέρα, με τα Φάντομ, και στη θάλασσα), ούτε όταν, επί Καραμαλή πια, έγινε ο δεύτερος Αττίλας. Αρχηγού παρόντος (ΗΠΑ), πάσα αρχή παυσάτω.

15/11/2025
Είναι η καλύτερη εκτέλεση μετά από την πρωτότυπη του '72. Το λέει φυσικά καλύτερα και από τον ίδιο το Σαββόπουλο (στις πιο πρόσφατες εκτελέσεις του), και από όλους τους άλλους και άλλες που το έχουν πει. Δεν το συζητάμε αυτό.
Η Κλαυδία έχει φυσικά πολύ καλή φωνή, αλλά μια τραγουδίστρια (και για τραγουδιστή ισχύει εννοείται) για να την εκτιμήσεις θα πρέπει να την ακούσεις και σε κάποια τραγούδια της προκοπής. Γιατί αν την ακούς σε τραγούδια fast food, ποπ της σειράς κτλ., τι να εκτιμήσεις ;
Φοβερή εκτέλεση, ασυζητητί η κορυφαία του δίσκου (πέρα από το Κιλελέρ με τον Σαββόπουλο, που βάλαμε χθες) και μπράβο στην Κλαυδία, για την ερμηνευτική προσωπικότητα που δείχνει. Ανατριχιαστική (για τα δικά μου μέτρα) η εκτέλεσή της. Και η δουλειά του Πλακίδη εδώ είναι πολύ καλή.
Δεν μου αρέσουνε το ίδιο όλες οι versions, 3-4 ξεχωρίζω.
https://www.youtube.com/watch?v=j5ytiWnMQp8&list=RDj5ytiWnMQp8&start_radio=1

15/11/2025
>>Ενδιαφέρον, σ’ ένα τεύχος που έσταζε δράση από το εξώφυλλό του ήδη, είχε ακόμη και το οπισθόφυλλο – μια διαφήμιση του καταστήματος «Δελφίνι» στην οδό Λόντου που πουλούσε πόστερ. Ανάμεσά τους το περιβόητο «BUS ONLY» του Δημήτρη Σαπρανίδη (με το τανκ, που ετοιμάζεται να πατήσει τη διάβαση, με γραμμένο στην άσφαλτο το «μόνο λεωφορεία») και ακόμη πόστερ του Jimi Hendrix, των Santana, του Che Guevara κ.ά. Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Μάκη Παπούλια «Πόσο η φόρα ήταν μεγάλη...» (2017):
«“Δελφίνι” ήταν το όνομα της εταιρείας με τα πόστερ, που ξεκινήσαμε να τυπώνουμε – συνέταιρός μου ο Ορέστης Σκαλτσάς. Φίλος καλός από την εξορία και πολιτικός αναλυτής από τους καλύτερους.(...) Αρχίσαμε με έναν εξάχρωμο Καραγκιόζη του Π. Σπυρόπουλου, ακολούθησαν τρία παιδικά σχέδια, πολιτική αφίσα και μετά ποπ τραγουδιστές. Η επιχειρηματική ιδέα ήταν όλη του Ορέστη, πρωτότυπη επιχειρηματική ασχολία, έπιασε, μας άνοιξε η όρεξη. Διαλέξαμε ένα έργο του Δημήτρη Σαπρανίδη, το “BUS ONLY”, από την απαγορευμένη έκθεση ζωγραφικής του καλλιτέχνη στην Ευρωπαϊκή Κίνηση Νέων. Τυπώσαμε 2000 αφίσες, με διάσταση 50Χ70... και έγινε χαμός!(...) Χωρίς να το καλογνωρίζουμε η αφίσα ήταν μόδα και καθεστώς στην Ευρώπη».
Ροκ και πολιτική, κατά το «free, pop et politique» του γαλλικού περιοδικού της αντικουλτούρας «Actuel» [no 6, Mars 1971]; Κάπως έτσι. <<

[Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του '60 (μία αντι-ανάγνωση), Όγδοο, 2025]

14/11/2025
Στρατός περνούσε όλη τη νύχτα...
https://www.youtube.com/watch?v=zyj2ViIEzBs&list=RDzyj2ViIEzBs&start_radio=1

13/11/2025
Εν τω μεταξύ ο άλλος, για να σε μειώσει, σε ρωτάει πόσο χρονών είσαι και ασχολείσαι μ' αυτά τα θέματα, γιατί... αν δεν τα έχεις ζήσει δεν μπορείς να γράψεις υποτίθεται. Λες και θα πρέπει να είσαι χιλίων χρονών για να γράψεις για το Βυζάντιο, ενώ αν είσαι... τριακοσίων δεν μπορείς να γράψεις.
Μάγκες μου, για να σας φύγει η απορία, εγώ είμαι λίγο μικρότερος από τον Λούλη. Όχι τον ηθοποιό. Εκείνον που έπεσε στο ξεχασμένο πηγάδι...

13/11/2025
Υπάρχουν κάποιοι που έχουν φάει την παραπληροφόρηση της αρκούδας επί δεκαετίες, γύρω από τα θέματα του ροκ, και θέλουν να κάνουν κριτική στο βιβλίο μου από τα μικρά αποσπάσματα που ανεβάζω. Αν είναι δυνατόν...
Να πάνε να αγοράσουνε το βιβλίο. Και όποιοι διαφωνούν με πράγματα που γράφω εκεί μέσα είμαι διατεθειμένος (δεν κάνω πλάκα) να τους φωνάξω εδώ στη γειτονιά σε μια καφετέρια, σ' ένα καφενείο και να συζητήσουμε τις αντιρρήσεις τους. Ειλικρινά.
Είμαι ανοικτός σε οποιαδήποτε face to face κουβέντα, με όσους αγοράσουν, διαβάσουν και διαφωνήσουν με το "Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...", αλλά σε ιντερνετικές μπουρδολογίες, το λέω, δεν πρόκειται να συμμετάσχω (και δεν συμμετέχω γενικώς δηλαδή), ενώ και κάθε χαζό σχόλιο, που θα ποστάρεται με την αυθεντία του... ροκά επαναστάτη, θα σβήνεται.
Ο χρόνος μας είναι πολύτιμος. Ολωνών ο χρόνος.

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2025

LIVANIA παιδιά της τραγωδίας

Η Livania (Λιβανία) είναι μια νέα τραγουδοποιός, την οποία είχα ξεχωρίσει από την πρώτη φορά που άκουσα κάτι δικό της. Ήταν το περασμένο καλοκαίρι (14 Ιουνίου 2025), όταν είχα γράψει τα σχετικά για τη συλλογή “Greek Rock Scene Vol.2” (του Rockap.gr). Εκεί είχα σημειώσει το εξής: «Το “Eulogy” είναι ένα αγγλόφωνο track της τραγουδοποιού Livania. Το κομμάτι είναι κάπως folky, αλλά με ενισχυμένο ήχο. Αυτό μπορεί να αφαιρεί κάτι (αρκετό) από την ατμόσφαιρα της σύνθεσης (το πιο χαμηλό volume θα ταίριαζε καλύτερα), δείχνει όμως, έστω κι έτσι, πως εδώ υπάρχει κάτι, που θα μπορούσε να εξελιχθεί (και αυτό από τα πιο ενδιαφέροντα track του “Greek Rock Scene Vol.2”)».
Προσφάτως έφθασε στα χέρια μου ένα άλμπουμ (CD-R) της Livania, που ανέβηκε στο bandcamp στις 3 Μαΐου 2025 και που είχε τίτλο Children of Tragedy. Το άλμπουμ αυτό περιλαμβάνει δέκα οκτώ συνθέσεις (πολλές δηλαδή), δεκατέσσερις πρωτότυπες και τέσσερις διασκευές. Οι διασκευές γίνονται στα τραγούδια “Sprained ankle” της Julien Baker (track από το φερώνυμο LP της, του 2015), “You missed my heart” του Mark Kozelek (από το “Perils from the Sea” των Mark Kozelek & Jimmy LaValle από το 2013), “The beer” της Kimya Dawson (από το άλμπουμ της “My Cute Fiend Sweet Princess” του 2002) και «Τα ήσυχα βράδια» των Λάκη Παπαδόπουλου-Μαριανίνας Κριεζή, από το «Τσάι Γιασεμιού» (1985) της Αρλέτας.
Τα τραγούδια (και τα λίγα ορχηστρικά) της Livania είναι ηχογραφημένα ιδίοις εξόδοις και κάπως ερασιτεχνικά, αλλά αυτό δεν αφαιρεί, αναγκαστικά, κάτι από τη δύναμή τους. Απεναντίας έχουν τον τρόπο να τονίζουν ακόμη περισσότερο αυτή την lo-fi και homemade αισθητική τους, κάτι που συμπλέει (και) με το γενικότερο κλίμα του δίσκου. Το λέω, γιατί η περίπτωση του “Children of Tragedy” δεν είναι και τόσο απλή. Εννοώ πως ο ιδιαίτερος εξομολογητικός τόνος της τραγουδοποιού, που φθάνει στα όρια της απογύμνωσης και της σκληρής κατάθεσης των προσωπικών βιωμάτων της, των σχετικών με την μη-αποδοχή από τον περίγυρό της, ταιριάζει με τη «σπιτική» ατμόσφαιρα των τραγουδιών της, εμβαθύνοντας τον loner χαρακτήρα τους.
Ναι, στην ευρύτερη οικογένεια του folk κινούνται τα τραγούδια της Livania, πολλά εκ των οποίων μετατρέπονται σε τέτοια μέσω της κιθάρας της – αν και ακούγονται και άλλα όργανα στον δίσκο, όπως πλήκτρα, πιάνο, τρομπέτα κ.λπ. Παρότι η στάθμη της εγγραφής είναι κάπως υψηλή τα κομμάτια της Livania, που είναι φυσικά χαμηλών τόνων στην κατασκευή τους, κυλάνε αργά, ήρεμα, χωρίς εξάρσεις, επιχειρώντας να κερδίσουν τον ακροατή και την ακροάτρια, όχι μόνο με την ειλικρίνειά τους, αλλά και με τα συνθετικά προτερήματά τους. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, ή τέλος πάντων εξίσου σημαντικό με την στιχουργική απογύμνωση που καταγράφεται, καθότι με τραγούδια έχουμε να κάνουμε στο “Children of Tragedy” και όχι με σκέτα λόγια, ποίηση κτλ.
Ξεκινώντας από ’κει και καταλήγοντας εκεί θα πω πως η Livania είναι ένα ταλαντούχο άτομο, με καθαρή αντίληψη γι’ αυτό που επιτελεί – το οποίο χρειάζεται, όμως, την εμπειρία κάποιου (στον τεχνικό, ηχογραφικό τομέα και στην παραγωγή), ώστε να μπορέσει να αποδοθεί, όλο αυτό, ακόμη καλύτερα (χωρίς να χάσει, φυσικά, τα loner χαρακτηριστικά του).
Υπάρχουν διάφορα τραγούδια της Livania που μου άρεσαν εδώ, και τρία απ’ αυτά είναι το “Grandpa”, το “Memory obsolete” και η απόδοση τού “The beer” (της Dawson), ενώ ακούγοντας το ελληνόφωνο «Κοχύλι» της (υπάρχουν και κάποια ακόμη ελληνόφωνα tracks στον δίσκο της) λέω πως αξίζει να δοκιμάσει, με περισσότερο πείσμα, στον ελληνικό στίχο.
Εύχομαι το καλύτερο για την Livania.
Επαφή: https://livania.bandcamp.com/album/children-of-tragedy