Ο κοντραμπασίστας Jeff Denson είναι από τις τωρινές «μορφές» της σκηνής της Bay Area (jazz της Δυτικής Ακτής). Προσφάτως,
μάλιστα, τον «ακούσαμε» στο CD των Ratatet
“Arctic” (δες κριτική
της 1/5/2016), ενώ, περαιτέρω, είναι μέλος δύο ακόμη σχηματισμών, των Electreo (με τους Alan Hall ντραμς και Paul Hanson μπασούν,
ηλεκτρονικά) και των Jeff Denson Trio
(με τους Dan Zemelman πιάνο και ο Jon Arkin
ντραμς), που συνεργάστηκαν εσχάτως με τον θρύλο Lee Konitz. Το πιο νέο άλμπουμ
του Jeff Denson,
το “Concentric Circles”
[Ridgeway Records,
2016], είναι κατά μίαν έννοια ένας αισθητικός συνδυασμός των δύο παράλληλων
πρότζεκτ του, αφού στο… Jeff Denson Quartet πια τον συμπληρώνουν ο Paul Hanson στο μπασούν, ο Dan Zemelman στο πιάνο και ο Alan Hall στα
ντραμς.
Παράξενο, κατά μίαν έννοια, άλμπουμ το “Concentric Circles”. Ντραμς, πιάνο,
μπασούν και κοντραμπάσο, και σε δύο περιπτώσεις (“Wishing well”, “Once the door opens”) τραγούδι (πιο
συμβατικό στη μία, πιο improv στην άλλη), από μια μπάντα, ένα κουαρτέτο, με ξεκάθαρη
αντίληψη για τον ήχο και τη λειτουργία του – κάτι που οφείλεται και στο γεγονός
πως όλο το υλικό είναι του Denson,
πλην του έσχατου “I got it bad”
του Duke Ellington,
το οποίον είχε κι ένα λόγο, ώστε να βρεθεί εκεί όπου βρίσκεται. Για ένα λαμέντο
πρόκειται βασικά, που κλείνει το CD, τη σειρά των ομόκεντρων κύκλων
δηλαδή, που αποτελούν για τον Denson τον τρόπο μέσω του οποίου «απλώνεται» σήμερα η κοινωνία
(πραγματική και εικονική).
Αν και από τη μια μεριά οι διάφοροι, τέτοιου τύπου, προβληματισμοί μπορεί
να εκφράζονται στα ένθετα και τις liner notes των άλμπουμ (όπως συμβαίνει και στην περίπτωσή μας), από
την άλλη η μουσική, διατηρώντας την εκφραστική αυτονομία της, έχει να πει τα
δικά της – που σε κάθε περίπτωση διατηρούν και μία ίδια καθαρότητα.
Οι συνθέσεις του Denson έχουν δύναμη και εσωτερικό παλμό θέλω να πω – κάτι που
φαίνεται όχι μόνο στα γρήγορα και σπινθηροβόλα tracks (όπως το “Anticipation”), αλλά και στα πιο αργά,
στις μπαλάντες ούτως ειπείν, όπως την “A thought that lingers”. Σε κάθε track ο Denson ξέρει πώς να διαμορφώσει ένα
ηχητικό σκηνικό, που να στηρίζεται βασικά στη μελωδική άσκηση, προσφέροντας στον
πιανίστα και τον πνευστό του τη χαρά και τη δυνατότητα να δώσουν εκτεταμένα soli, που, σε συνδυασμό με το
πάντα σε κινητικότητα rhythm section
(το μπάσο συναγωνίζεται σε ποικιλία τα δύο βασικά σολιστικά όργανα), μετατρέπουν
τα κομμάτια σε κάτι πέραν του αξιομνημόνευτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου