Ο David
Nathaniel Baker Jr. (1931 – 26/3/2016) ή απλώς David Baker υπήρξε ένας από τους
διασημότερους αμερικανούς τζαζ δασκάλους τον τελευταίο μισόν αιώνα. Και
μουσικός υπήρξε φυσικά (και μάλιστα διακεκριμένος τρομπονίστας και αργότερα
τσελίστας) «κομμάτι» της σκηνής της Ινδιανάπολης, αλλά βασικά υπήρξε δάσκαλος
και συνθέτης. Από τα χέρια του πέρασε κόσμος και κοσμάκης (η wiki μεταξύ των μαθητών του αναφέρει
τους Michael Brecker, Randy
Brecker, Peter
Erskine, Jim
Beard, Chris
Botti, Jeff
Hamilton και Jamey Aebersold),
με το έργο του ν’ αποτελεί διαχρονικό «ανοιχτό τετράδιο» για παλαιούς και νέους
jazzmen.
Πριν μερικά χρόνια μια big μπάντα που συνέστησαν παλαιοί
συνεργάτες και μαθητές τού David Baker,
και βασικά ο τρομπετίστας Mark Buselli
και ο διευθυντής της ορχήστρας (εδώ) Brent Wallarab (ο λόγος για την Buselli-Wallarab Jazz Orchestra),
τύπωσε ένα άλμπουμ διασκευάζοντας συνθέσεις του (το “Basically Baker”), γεγονός
το οποίον έχει τώρα την πρέπουσα συνέχεια με τον δεύτερο τόμο, το “Basically Baker Vol.2”, ένα 2CD που κυκλοφορεί από την Patois Records. Στο team, επίσης, μουσικοί που
«μεγάλωσαν δίπλα στον Baker,
και βεβαίως σε πρώτο πλάνο οι δικές του συνθέσεις.
Μεγαλωμένος καλλιτεχνικά με τις (θεωρητικές) αρχές τού George Russell (συνεργάστηκαν
μάλιστα και στο περίφημο “Ezz-thetics” το 1961), ο Baker θα αναπτύξει στη διαδρομή τις
δικές του απόψεις για έναν συνολικό τζαζ ήχο, που να άρχεται από το swing φυσικά, αλλά που να
διαμορφώνεται συγχρόνως μέσα σ’ ένα σύγχρονο, σημερινό πλαίσιο. Αυτές τις
διδαχές ακολουθούν και οι συνεργάτες του, εδώ στον δεύτερο τόμο, προτείνοντας
μια σειρά συνθέσεων που διακρίνονται για την ενορχηστρωτική καθαρότητά τους, τα
μετρημένα αλλά απολύτως δημιουργικά παιξίματα, τις «παράξενες»
αβαντιγκαρντίστικες παρεκκλίσεις, τις μη προφανείς εναλλαγές (που πιθανώς να
υποδηλώνουν κι ένα είδος παιγνιδιού), τις σοφιστικέ μελωδικές γραμμές, που δεν
είναι ό,τι πιο εύκολο να αποκρυπτογραφήσεις, τα επάλληλα ρυθμικά στοιχεία, που
δηλώνουν πίστη στο «εσωτερικό» των κομματιών, με την ύφανση απολύτως συμπαγών
γραμμών (“Walt’s barbershop”).
Άψογη η παραγωγή, το packaging και το όλο στήσιμο της Patois.