Γεννημένος στο Queens πριν 36 χρόνια
από κουβανό πατέρα και κολομβιανή μητέρα, ο Oscar Perez είναι ένας πιανίστας
της ευρείας latin-jazz· κάτι το οποίον επιβεβαιώνεται εξάλλου
και με το δεύτερο CD του, το “Afropean Affair” [Chandra, 2011], που ηχογραφείται στο Warren του New Jersey από το συγκρότημά του τους Nuevo Comienzo (Greg Glassman τρομπέτα, φλούγκελχορν,
Stacy Dillard τενόρο, σοπράνο, Anthony Perez μπάσο, Jerome Jennings ντραμς, Emiliano Valerio κρουστά, Charenee Wade φωνή, Oscar Perez πιάνο, fender rhodes). Αν πρέπει,
δε, να σπάσω τη λέξη “afropean” στα συστατικά της (“african” και “european” προφανώς), τότε δεν μπορεί
παρά να οριοθετηθεί καλύτερα εκείνο το “latin-jazz” που ανέφερα στην αρχή, ώστε να οδηγηθούμε σταδιακώς και
προς τη μεριά του afro-cuban. Υπάρχουν, με άλλα λόγια, συνθέσεις, όπως η “Canaria”, που συνδυάζουν καθαρά latin-jazz στοιχεία (με επιρροές από Chick Corea των seventies π.χ.), αλλά και άλλες όπως η εισαγωγική “The illusive number”, εκεί όπου το αφρικανικό στοιχείο (ή έστω το afro-latin) κάνει περισσότερο αισθητή την
παρουσία του. High-light του άλμπουμ είναι, πάντως, η (τριμερής) σουίτα “The afropean suite”, με το πρώτο μέρος (“Cosas lindas que viven ahora”) να χαρακτηρίζεται από τo
άψογο scat-singing της Charenee Wade και τα ωραία πνευστά soli, το δεύτερο (“Last season’s sorrow”) να κινείται σε πιο χαλαρούς, νοσταλγικούς τόνους και με
το τρίτο (“A new day emerging”) να
εμφανίζει τους Nuevo Comienzo εν πλήρη εξαρτήσει να τα «χώνουν», βασισμένοι σ’ ένα
ακαταπόνητο ρυθμικό τμήμα.
Επαφή: www.chandrarecords.com
Το “Mozik” [Private Pressing, 2011], νέτα-σκέτα,
είναι ένα απολαυστικό άλμπουμ brazilian jazz, όπως οφείλει, δηλαδή, να είναι απολαυστικό κάθε άλμπουμ brazilian jazz. Δύο Βραζιλιάνοι
από το Sao Paulo εγκατεστημένοι
εδώ και κάποια χρόνια στη Βοστώνη, ο κιμπορντίστας Gilson Schachnik και ο ντράμερ Mauricio Zottarelli,
συναντώνται με τον συμπατριώτη τους κιθαρίστα Gustavo Assis-Brasil, τον αργεντινό μπασίστα Fernando Huergo και την ρωσίδα φλαουτίστα Yulia Musayelyan και όλοι
μαζί (ως Mozik) επανατοποθετούν στη δική τους βάση όχι μόνο το κλασικό
ρεπερτόριο (τρεις συνθέσεις του A.C. Jobim, έναν Hancock, έναν Monk…), αλλά και το
γενικότερο αεράτο πνεύμα της νοτιο-ατλαντικής jazz,
μέσω δύο πρωτότυπων συνθετικών διαμαντιών (“Web’s samba”, “Zelia”) και βεβαίως της συνολικότερης άποψης και αντίληψης που
διέπει κάθε βραζιλιάνο παίκτη, ο οποίος καλείται να αποδώσει όπου γης τη
μουσική του. Η εισαγωγή, ας πούμε, με το φουριόζο “Web’s samba” είναι ό,τι
πρέπει. Μία καταπληκτική… bossa στην αρχή (που
στριφογυρίζει όσο και όπως πρέπει), στηριγμένη στο όργανο μυστικό σύμβολο του
στυλ, που δεν είναι άλλο από το φλάουτο, τα breaks των κρουστών και τις κιθάρας, την ωραία πιανιστική
συνοδεία. Κι εντάξει, το “A felicidade” και το “Desafinado” όπως και
να βγάλεις, άμα είσαι… πατριώτης, δεν υπάρχει περίπτωση να τ’ αδικήσεις, εκεί
όμως που σκύβεις το κεφάλι, βγάζοντας καπέλο, είναι στην απόδοση της “Pannonica” (του Monk), μία ούτως ή
άλλως αξέχαστη σύνθεση, που μετατρέπεται εδώ σ’ ένα θείο άκουσμα.
Οι εκπλήξεις σ’ αυτό το «σκέτη
απόλαυση» 55λεπτο άλμπουμ είναι συνεχείς και όσο κι αν απολαμβάνεις ακόμη και
το πιο smooth track τού “Mozik”, που δεν είναι άλλο από το “Eye of the hurricane” του Hancock, το κλείσιμο με το φοβερό “Canto das tres racas” (των Mauro Duarte/ Paulo Cezar Pinheiro, που τραγούδησε η πρόωρα χαμένη Clara Nunes το 1976 – ύμνος!) είναι το
απόλυτο άλμα. Αδυσώπητο κρουστό παιγνίδι, εξώκοσμη μελωδία που αποδίδεται
μαγευτικά από το πιάνο και το φλάουτο. Ιδίως στα μέτρα όπου παίζει soli το φλάουτο, γεμίζει το πιάνο και μπαίνουν τα φωνητικά η…
πυρκαγιά είναι ανεξέλεγκτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου