Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

JUSSI REIJONEN σόλο ακουστική κιθάρα σ’ έναν folk δίσκο άλλης εποχής

Για τον φινλανδό κιθαρίστα Jussi Reijonen έχουμε ξαναγράψει στο blog. Ο Reijonen έχει μείνει για χρόνια σε διαφορετικές χώρες της Ανατολής και του Νότου (Ιορδανία, Τανζανία, Ομάν, Λίβανος), ενώ τώρα ζει και εργάζεται στην Αμερική. Έχει κάνει έναν πρώτο προσωπικό δίσκο, τον “Un” το 2013, έναν δεύτερο, το “Three Seconds / Kolme Toista” το 2022 (υπάρχει review στο blog), ενώ τώρα έχουμε στο player το πιο πρόσφατο CD του, που είναι σόλο, και που αποκαλείται “sayr: salt / thirst” [unmusic, 2025]. Επίσης να πούμε πως ο Reijonen ακούγεται σε δίσκους της ελβετίδας τραγουδοποιού Gabriela Martina (για δύο απ’ αυτούς υπάρχουν reviews στο δισκορυχείον), οπότε κι εκείνο το... “For Gabriela, for reasons only you and I will ever know”, που διαβάζουμε στο μέσα μέρος triple folded digipak, του πιο νέου δίσκου του, έχει τη δική του σημασία.
Στο “sayr: salt / thirst” καταγράφονται δύο συνθέσεις του Reijonen, η τετραμερής “salt” και η επταμερής “thirst”. Και οι δύο είναι ακουστικές, και οι δύο αποδίδονται μόνον από τον Reijonen, ο οποίος χειρίζεται μία παλαιά Gibson LG-2 steel string acoustic guitar, που ακούγεται «κανόνι».
Στο μέσα μέρος του cover ο Reijonen αναφέρει μία προς μία τις επιρροές του, κι έτσι μας βγάζει από τον κόπο να τις μαντέψουμε εμείς. Διαβάζεις λοιπόν εκεί για: LightninHopkins, Ali Farka Touré, Paco de Lucía, Fairuz, Umm Kalthum, Camarón de la Isla, Hamza El Din, Riad al Sunbaty (αιγύπτιος συνθέτης), Farid al Atrash, Munir Bashir (άραβας βιρτουόζος στο ούτι) και Mahmud Guinia (μαροκινός/gnawa χειριστής του guembri). Από αυτά τα ονόματα και μόνον αντιλαμβάνεσαι αμέσως τις προσλαμβάνουσες του Reijonen, που σχετίζονται βεβαίως με την Ανατολή (στη οποία έχει ζήσει κιόλας, όπως προείπαμε) και αν σ’ αυτές συμπεριλάβεις ένα σίξτις άρωμα, που φέρνει στη μνήμη ανάλογες εγγραφές της Vanguard ας πούμε ή της Takoma, αμέσως αντιλαμβάνεσαι τον «κόσμο» που οικοδομεί με τις συνθέσεις του ο Φινλανδός – συνθέσεις, που έχουν τον τρόπο να σε ταξιδεύουν... ψυχεδελικώ τω τρόπω, μ’ αυτές τις ελικοειδείς μελωδίες τους, τις οποίες ακούς σαν υπνωτισμένος. Βασικά, αυτές σε υπνωτίζουν με τον τρόπο διάρθρωσής τους, τον βαθύ ακατέργαστο ήχο τους, και το σκοτεινό feeling τους, που φωλιάζει κατ’ ευθείαν στην ψυχή σου.
Δεν είναι, βεβαίως, μόνον οι επιρροές του Jussi Reijonen εδώ, είναι βασικά οι συνθέσεις και οι αυτοσχεδιασμοί του, για να πούμε του λόγου το αληθές, και ο τρόπος επίσης που παίζει και ηχογραφεί, ικανά όλα τούτα να διαμορφώσουν ένα κλίμα κάπως αρχαϊκού «ταξιδιού», σε τόπους και κόσμους μαγικούς (τουλάχιστον όσον αφορά τις μουσικές παραδόσεις τους). Σπουδαίο άλμπουμ!
Επαφή: www.jussireijonen.com

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2025

TOC & JEAN-LUC GUIONNET δυνατή experimental rock συνεργασία

Γαλλική υπόθεση είναι αυτό το έξτρα ενδιαφέρον άλμπουμ, που, ηχητικά, μας πηγαίνει πίσω στα 70s, στις μεγάλες στιγμές του γαλλικού experimental rock. Στο Quelques idées dun vert incolore dormant furieusement [Circum-Disc, 2025], που αποτελείται μόνον από το 33λεπτο φερώνυμο track, συμπράττουν οι TOC (δηλαδή οι Jérémie Ternoy fender rhodes, piano bass, Ivann Cruz κιθάρες, Peter Orins ντραμς) με τον σαξοφωνίστα Jean-Luc Guionnet. Άρα έχουμε μια τετράδα, με όλα τα βασικά όργανα στο πεδίο της μάχης, που καλείται να αποδώσει ένα κατά το μάλλον ή ήττον αυτοσχεδιαστικό υλικό.
Οι TOC είναι σχήμα με 15ετή παρουσία στο χώρο, και παλαιότερα είχαμε γράψει για το πολύ καλό άλμπουμ τους “Will Never Play these Songs Again [Circum-Disc, 2018], ενώ και για τον Guionnet θα βρείτε στοιχεία στο blog, καθώς έχουμε αναφερθεί στον δίσκο του “Plafond de Verre” [BeCoq, 2020] (μια συνεργασία του με τον πληκτρονίστα Lunar Error). Λέμε λοιπόν για πεπειραμένους πειραματιστές, που εδώ «πιάνονται» ζωντανοί, σε κάποιο χώρο στην Lille, στις 11 Μαρτίου του 2024.
Το άλμπουμ, όπως προείπα, αποτελείται από ένα μόνο γιγαντιαίο track, που, χοντρικώς, δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα. Εννοούμε πως η έντασή του, ο παλμός και η δύναμή του είναι εκείνα που πρωταγωνιστούν, σχεδόν σε όλη την εξέλιξή του – που πυροδοτείται μέσα από συνεχή και μεγάλου όγκου ομαδικά παιξίματα, δημιουργώντας μια κατάσταση παραναλώματος. Εντάξει, το εντελώς τεντωμένο στα όριά του τέλος είναι εκείνο που κλέβει τις εντυπώσεις, αλλά τούτο προδιαγράφεται από την αρχή του track, όταν οι τέσσερις οργανοπαίκτες φροντίζουν να κάνουν σαφείς τις διαθέσεις τους.
Σκληρή, με συνεχή γεμίσματα, παθιασμένη και πυρετική μουσική, που δεν υποκύπτει σε ευκολίες, ούτε και σε καθώς πρέπει συνταγές. Ηλεκτρική ασυζητητί, με συνεχή πυκνώματα και απανωτές επικαλύψεις, έχει τον τρόπο να σε φέρνει σε μια φάση αποκαλυπτικής έκστασης, καθώς την παρακολουθείς με κομμένη την ανάσα (ιδίως από τη μέση και μετά).
Επαφή: www.circum-disc.com

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025

το «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» στην εφημερίδα «Εποχή»

>>Υπάρχει ζωντάνια και αφηγηματικότητα στις εμβριθείς αναλύσεις του συγγραφέα: το βιβλίο δεν απευθύνεται μόνο σε φανατικούς μουσικόφιλους, αλλά σε όσους ενδιαφέρονται συνολικά για τη μελέτη των κοινωνικών φαινομένων στην Ελλάδα. Ειδικά για την περίοδο που εξετάζει, σε συνδυασμό με την εξαιρετική ακρίβεια στα δισκογραφικά στοιχεία και στις βιβλιογραφικές παραπομπές, θεωρώ ότι η μελέτη του Φώντα Τρούσα θα αποτελέσει έργο αναφοράς.<<
[Ευχαριστώ πολύ την εφημερίδα Η Εποχή και βεβαίως τον Θανάση Μήνα, για όσα γράφουν για το νέο βιβλίο μου]

MARK SHERMAN ένας bop διαγωνισμός, με εκλεκτούς καλεσμένους

Ο Mark Sherman δεν είναι τυχαίος βιμπραφωνίστας. Υπάρχει στη σκηνή εδώ και δεκαετίες, ενώ πρωτοηχογράφησε προσωπικό LP το 1980. Οι εμφανίσεις του στο τζαζ πάλκο και τη δισκογραφία είναι αμέτρητες – και όσον αφορά το δικό μας blog έχουμε γράψει άλλη μια φορά για άλμπουμ του Sherman (για το “The L.A. Sessions” στην Miles High, από το 2012), ενώ κάμποσες φορές τον έχουμε συναντήσει και σε ηχογραφήσεις άλλων (Laura Perlman, Tim Hegarty, Project Them κ.ά.). Η πιο πρόσφατη δισκογραφική εμφάνιση του Sherman γίνεται, και αυτή, στην δική του Miles High Records, αποκαλείται Bop Contest (2025) και είναι αυτό που υποδηλοί ο τίτλος της... ένας bop διαγωνισμός, με εκλεκτούς καλεσμένους. Που είναι ποιοι; Λέμε ονόματα λοιπόν: Donald Vega πιάνο, Joe Magnarelli τρομπέτα, Ron Carter μπάσο και Carl Allen ντραμς. Οι μουσικοί αυτοί (και δεν συζητάμε για τον ογκόλιθο Ron Carter) έχουν τεράστιες εμπειρίες και αυτό φαίνεται στο πώς αντιμετωπίζουν το υλικό του “Bop Contest”, που είναι έτσι επιλεγμένο και διαμορφωμένο ώστε να συναρπάζει.
Μόλις επτά κομμάτια καταγράφονται εδώ, με διάρκειες μεταξύ πέντε και επτά λεπτών (άρα έχουμε ένα πλήρως ελεγχόμενο, από πάσης απόψεως, σετ), τα οποία είναι είτε πρωτότυπα (δύο συνθέσεις του Sherman) είτε διασκευές – ανάμεσά τους δύο στάνταρντ, το “111-44” του Oliver Nelson και τα “Bremonds blues” και “Marthas prize” του Cedar Walton.
Απ’ αυτές και μόνον τις αναφορές όλοι οι φίλοι της jazz, που μας διαβάζουν, αμέσως αντιλαμβάνονται πως το hard bop έχει εδώ το πάνω χέρι – και όντως δηλαδή, αφού κάθε κομμάτι αυτού του δίσκου γκρουβάρει με συνεχή και ακαταπόνητη ορμή, λες και πρόκειται για live. Εννοούμε πως οι πέντε μουσικοί είναι απολύτως συντονισμένοι σ’ αυτό που κάνουν, δίνοντας προτεραιότητα στην χορευτικότητα και την κίνηση, χαλαρώνοντας μόνον κατά τόπους και βασικά στο τελευταίο κομμάτι του CD, το “Skylark” των Johnny Mercer & Hoagy Carmichael. Όλα τα προηγούμενα tracks είναι φλογερά και παθιασμένα, με κέφι διαρκές και με παιξίματα για σεμινάριο.
Μεγάλοι μουσικοί, που έχουν εντρυφήσει από τα γεννοφάσκια τους στην παράδοσή τους, έχοντας την ικανότητα να την μεταφέρουν ακέραιη και ανέπαφη στις μέρες μας.
Επαφή: www.mileshighrecords.com

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

ο Θανάσης Μήνας γράφει στην «Εποχή» για το βιβλίο μου

Ο Θανάσης Μήνας, παλαιός και αγαπητός συνεργάτης στο “Jazz & Τζαζ”, διάβασε το νέο βιβλίο μου και γράφει μια αναλυτική κριτική-παρουσίαση στην εφημερίδα της αριστεράς «Η Εποχή». Τον ευχαριστώ πολύ, για όσα λέει και για το βιβλίο και για μένα., ενώ χαίρομαι διπλά και για τον τυπωμένο λόγο. 
Ευχαριστώ, επίσης, τον φίλο-αναγνώστη για την φωτογραφία. 
Το κείμενο του Θανάση θα υπάρχει από το βράδυ ή από αύριο και στο δίκτυο, ακόμη πιο εμπλουτισμένο και θα το ξαναπροβάλλω.
(το κείμενο της φωτογραφίας αν αυτή μεγεθυνθεί διαβάζεται μια χαρά)

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ τέσσερα ποιήματα κι ένα τραγούδι του - ο αγαπημένος ερμηνευτής εκφραζόταν μέσω και άλλων τεχνών και όχι μόνο με το τραγούδι

Ο Γιάννης Πουλόπουλος (1941-2020) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους έλληνες τραγουδιστές – απ’ αυτούς που εμφανίστηκαν από το 1960 και μετά. Υπήρξε κορυφαίος σε αυτό που έκανε, με τα τραγούδια που είπε να βρίσκονται στα στόματα των ανθρώπων συνεχώς τα τελευταία 60 χρόνια. Βοήθησε και ο ελληνικός κινηματογράφος σ’ αυτό, αλλά τα τραγούδια που είπε ο Πουλόπουλος είναι σπουδαία από τη γέννα τους, γιατί φτιάχτηκαν από εξίσου κορυφαίους συνθέτες και στιχουργούς (Μίκης Θεοδωράκης, Μίμης Πλέσσας, Γιάννης Σπανός, Κώστας Καπνίσης, Μάνος Λοΐζος, Σταύρος Κουγιουμτζής, Γιάννης Γλέζος, Νίκος Μαμαγκάκης, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Άκος Δασκαλόπουλος και τόσοι άλλοι), ενώ ερμηνεύτηκαν από τη μοναδική φωνή του.
Ο Πουλόπουλος, ως γνωστόν θα πω, δεν ασχολιόταν μόνο με την ερμηνεία του τραγουδιού. Έγραφε επίσης μουσικές και στίχους από νωρίς, είχε τυπώσει ποιητικά βιβλία, ενώ τον ενδιέφεραν ακόμη η ζωγραφική και η χαλκογραφία. Την εποχή της κυκλοφορίας του πρώτου βιβλίου του, που είχε τίτλο «Τετράδιο», ο Πουλόπουλος είχε δώσει μια συνέντευξη στο «Φαντάζιο» (Νοέμβριος 1971) στην Όλγα Μπακομάρου, στην οποία έλεγε μεταξύ άλλων:
«Είναι περισσότερο συλλογισμοί, παρά ποιήματα. Σκέψεις δικές μου, που ξεκινάνε από διάφορα συναισθήματα, από διάφορες καταστάσεις που έζησα, στιγμές που άφησαν ίχνη μεσ’ στην ψυχή μου. Και τα 29 ποιήματα του “Τετραδίου” είναι διαφορετικά το ένα από το άλλο. Το καθένα μιλάει για κάτι ξεχωριστό. Δεν σβήνω ποτέ, ούτε διορθώνω αυτό που έγραψα. Γιατί κάθε ποίημα το έχω σκεφτεί τόσο πολύ, που βγαίνει έτοιμο από μέσα μου. Τα κυκλοφόρησα σε βιβλίο, γιατί νόμισα ότι ήταν αρκετά ωραία, ώστε να τα διαβάσουν πέντε άνθρωποι, με τις ανησυχίες τις δικές μου, άνθρωποι που αισθάνονται όπως κι εγώ. Η ποίηση, άλλωστε, απευθύνεται σ’ ένα πολύ κλειστό κύκλο ανθρώπων. Οι κριτικές που πήρα για το “Τετράδιο” ήταν καλές. Γράφω συνέχεια... Έχω διαβάσει λίγη ποίηση, αν και μ’ αρέσει πολύ. Ο ποιητής που με συγκινεί περισσότερο είναι ο Λόρκα».
Βεβαίως στίχους του Λόρκα, μεταφερμένους στα ελληνικά από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τραγουδούσε τότε ο Πουλόπουλος και στη δισκογραφία, καθώς όλοι θυμόμαστε το LP «12 Τραγούδια του F.G. Lorca» στη Lyra, από το 1969, με τις μουσικές του Γιάννη Γλέζου. Να τα δύο πρώτα ποιήματά του, από τα τέσσερα συνολικά που έχω επιλέξει γι’ αυτό το κείμενο...
 
Μέσα απ’ το παλιό μου σπίτι
(Μικρή δεκατρισύλλαβη αμαρτία)
 
Μέσα απ’ το παλιό μου σπίτι βγαίνει ένας καπνός
είναι σα φωνή που βγαίνει κι αναστεναγμός
είναι σύγνεφο και μπόρα και βαρύς καημός
μέσα απ’ το παλιό μου σπίτι βγαίνει ένας καπνός.
 
Μέσα στο παλιό μου σπίτι ήλιος δεν θα μπει
λιώσανε τα όνειρά μου σα νυχτιάς κερί
και στο παραθύρι η γλάστρα έχει μαραθεί
μέσα στο παλιό μου σπίτι ήλιος δεν θα μπει...
 
Μέσα στο παλιό μου σπίτι ξύπνησαν οι σκιές
σβύσαν όλες μου οι ελπίδες σβύσαν κι οι φωτιές
φύγαν οι παλιοί μας φίλοι κι ήρθε ο χαλασμός
μέσα απ’ το παλιό μου σπίτι βγαίνει ένας καπνός.
 
η αμαρτία δηλαδή είναι μια σωτηρία δίχως παντελόνι...
 
(Σημείωση: Οι δύο πρώτες στροφές μελοποιήθηκαν, με κάποιες μικροαλλαγές, ως ζεϊμπέκικο, από τον Δήμο Μούτση, για ένα μικρό δίσκο της Lyra το 1965 – με τη φωνή του Πουλόπουλου, φυσικά, στην πρώτη εκτέλεση. Αργότερα το τραγούδι το είπε και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης)
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/giannis-poylopoylos-tessera-poiimata-ki-ena-tragoydi-toy

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2025

ΑΝΝΑ ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗ και πατέρας και μύθος... / ένα βιβλίο για τον Γρηγόρη Μπιθικώτση

Το βιβλίο «Και Πατέρας και Μύθος... / Γρηγόρης Μπιθικώτσης, 1922-2005» [Όγδοο, 2025] δεν είναι, φυσικά, το πρώτο βιβλίο που γράφεται για τον μεγάλο τραγουδιστή Γρηγόρη Μπιθικώτση (1922-2005), μα ούτε και το πρώτο που γράφει η θυγατέρα του Άννα Μπιθικώτση για ’κείνον. Υπάρχει ας πούμε το εξαντλημένο «Αντί Σιωπής» στον Καστανιώτη από το 2001. Το παρόν βιβλίο, όμως, που κυκλοφορεί τώρα από το Όγδοο, είναι φυσικά το πλέον πρόσφατο, που σημαίνει πως οι αναφορές φθάνουν μέχρι και τις μέρες μας, ενώ δεν παύει να είναι κι ένα βιβλίο... οικογενειακό, το οποίο συντάσσει, πάντα, η κόρη για τον πατέρα της. Υπάρχει, εννοώ, και το συναισθηματικό στοιχείο εδώ, το οποίο, όπως και να το κάνουμε, το ανιχνεύεις κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης (κάτι απολύτως θεμιτό).
Το βιβλίο επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε διάφορα τινά. Στον αυτοβιογραφικό λόγο, κατ’ αρχάς, του ιδίου του τιμωμένου, στον λόγο της Άννας Μπιθικώτση, που επιχειρεί να ερευνήσει, να ξεκαθαρίσει και να αποτυπώσει προσωπικές και οικογενειακές στιγμές, μαζί με οικογενειακά αρχεία (φωτογραφικά και άλλα), μα ακόμη και στον λόγο «τρίτων», πολύ σημαντικών «τρίτων», συναδέλφων και συνεργατών του Μπιθικώτση, μα και φίλων, συγγενών ή και αγνώστων ακόμη (που απευθύνονταν σ’ εκείνον για θέματά τους). Όλο αυτό το λεκτικό σύστημα η Μπιθικώτση επιχειρεί να το διαχειριστεί και να το μοντάρει, προκειμένου να συμπληρωθεί το προφίλ του διακεκριμένου τραγουδιστή και τραγουδοποιού, πριν αποδοθεί αυτό στους αναγνώστες. 
Η διαδικασία δεν είναι εύκολη. Γίνεται, όμως, ευκολότερη, επειδή το όλον κείμενο χωρίζεται σε πολλά επιμέρους κεφάλαια (60 για την ακρίβεια), προκειμένου να καταστεί προσβάσιμο στους πάντες. Και στον ιστοριοδίφη-ερευνητή, που θα βρει εδώ καλώς τεκμηριωμένο υλικό, και στον απλο-καθημερινό άνθρωπο, που μεγάλωσε (ή μεγαλώνει) με τη φωνή του Μπιθικώτση. Όπως γράφει, μεταξύ άλλων, και η ίδια η συγγραφέας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
«Μέσα σε αυτό το λεύκωμα μνήμης καταγράφω με απέραντη αγάπη και τρυφερότητα τη ζωή μου δίπλα στον ακριβό μου πατέρα, τον Γρηγόρη, τον δικό σας Μπιθικώτση. Αγγίζω με σεβασμό τις στιγμές μας, έτσι όπως τις βίωσα, άλλοτε μέσα από τα παιδικά μου μάτια και άλλοτε μέσα από τα μάτια της εφηβείας αλλά και της ωριμότητας. Θυμάμαι το χρονολόγιο του φωτεινού έργου του, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γράφτηκαν και πρωτοπαρουσιάστηκαν οι συνθέσεις του, καθώς και οι συνθέσεις των μεγάλων ποιητών και συνθετών μας, τις οποίες ταξίδεψε με τη φωνή του στην αθανασία. Το πόνημα διανθίζεται με ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό από το προσωπικό μου αρχείο, με καταχωρήσεις στον τύπο από το 1963 έως και το 2005 και με ιστορικά ντοκουμέντα που σκιαγραφούν την ελληνική κοινωνία, χρήσιμα για τον αναγνώστη και τον ερευνητή».
Το «Και Πατέρας και Μύθος...» είναι, σε κάθε περίπτωση, ένα χρήσιμο βιβλίο, που φέρνει στο φως πλήθος περιστατικών από τη ζωή και την τέχνη ενός τραγουδιστικού θρύλου, που συνδέθηκε, στενά, με την ίδια την ιστορία της χώρας –και μάλιστα σε δύσκολους και απαιτητικούς καιρούς– αναπτερώνοντας, με το φωνητικό του μέταλλο, το ηθικό εκατοντάδων χιλιάδων κυνηγημένων και παραγκωνισμένων. Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι πιο σημαντικό από αυτό, για να πω, και για το βιβλίο, και για τον ερμηνευτή του «Επιταφίου», του «Άξιον Εστί», της «Ρωμιοσύνης», της «Δραπετσώνας», της «Φτωχολογιάς» και της «Άπονης ζωής».
Επαφή: https://ogdooshop.gr/%CE%92%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%AF%CE%B1/Kai_Pateras_Kai_Mithos_Grigoris_Bithikotsis_1922_2005

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 673

3/10/2025
Πριν αρχίσει να γίνεται γνωστός ο Bob Dylan στην Ελλάδα, και να ξεκινήσουν να γράφουν τα περιοδικά όλα τα σχετικά γι’ αυτόν, υπήρχε «μόνον» ο Γάλλος Antoine. Ένας φοβερός, στο ξεκίνημά του (1965-66) τραγουδοποιός, με καίριο νεανικό κοινωνικοπολιτικό στίχο, που είχε επισκεφθεί και την Ελλάδα την άνοιξη του ’67.
Για τον Antoine θα διαβάσεις πολλά στο νέο βιβλίο μου, που τώρα κυκλοφορεί από το Όγδοο.

3/10/2025
Το σχέδιό τους είναι να συκοφαντήσουνε τον Ρούτσι, αλλά με τρόπο, για να μην τους πούνε ανάλγητους. Από τη μια σου λένε σεβόμαστε τον πόνο του πατέρα, και από την άλλη διασπείρουν και ξεστομίζουν διάφορες αθλιότητες, μαζί με παραπληροφόρηση, για να βγάλουν τον Ρούτσι ανεύθυνο, πως άλλα λέει τη μία και άλλα την άλλη, πως είναι υποχείριο τρίτων κ.λπ. Όλα αυτά τα πετάνε παντού, σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, σάιτ και σόσιαλ μίντια και όπου κάτσουν. Ό,τι πιάσουν. Βασικά, με όλα τούτα θέλουν να τσιμεντάρουν αυτό το 20%, που τους υποστηρίζει. Να μην εμφανισθεί δημοσκόπηση, που να τους δείχνει, στην πρόθεση ψήφου, κάτω και απ’ αυτό το όριο (το οποίο ήδη μπορεί να συμβαίνει).

2/10/2025
Ο Κασσελάκης τα 2 τελευταία χρόνια που δεν τον παίζουν τα κανάλια έχει δουλέψει, έχει βελτιωθεί σε πολλά, ο λόγος του έχει γίνει πυκνότερος, ξέρει για τι μιλάει και αυτά που λέει είναι σε γενικές γραμμές σωστά. Προσωπικά θεωρώ ότι είναι σοβαρότερος από τους περισσότερους που ηγούνται κομμάτων σήμερα, ή σκέπτονται να ξανα-ηγηθούν. Και το ότι τον έχουν ξεράσει τα βοθροκάναλα, πρέπει να πονηρέψει πολλούς και να δουν γιατί έχει συμβεί αυτό.

2/10/2025
Τα βιβλία που μου αρέσει να διαβάζω είναι εκείνα που ανοίγουν «παράθυρα» προς άλλους κόσμους. Εκείνα, που με μια αναφορά, μια λέξη θα σου δώσουν την ευκαιρία του ψαξίματος, της ανακάλυψης κάτι καινούριου, που μέχρι τώρα αγνοούσες. Τέτοια βιβλία προσπαθώ να κάνω. Με κρυμμένες «πόρτες» και «παράθυρα», που θα τα ανοίξουν οι υποψιασμένοι αναγνώστες. Πιστεύω ότι έχω τέτοιους αναγνώστες και αναγνώστριες, που δεν μένουν στο προφανές και που τους αρέσει να ξεψαχνίζουν τις... άγνωστες λέξεις.
Στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» έχω «κρύψει» πολλές τέτοιες... άγνωστες λέξεις, οι οποίες δεν θα πέσουν στο κενό. Δηλαδή, δεν θα τις αφήσω κι εγώ να πέσουν. Για παράδειγμα στη σελίδα 376 (στο υποκεφάλαιο "το βρώμικο ψωμί"), γράφοντας για την παράδοση, που απασχολούσε έντονα, τότε, και τις νεανικές καλλιτεχνικές εκφράσεις διαβάζεις:
«Δες, ας πούμε, το περιοδικό “Κάνιστρο / Το Μεράκι της Ρωμιοσύνης, που τυπώνει μόνος του ο ζωγράφος, πεζογράφος κ.λπ. Ράλλης Κοψίδης (πρώτο τεύχος από τον χειμώνα του ’72)».
Σ’ ένα βιβλίο όσο και να θες να επεκταθείς πάντα θα αφήνεις πράγματα απ’ έξω (εγώ, εδώ, άφησα πάρα πολλά), ενώ άλλα απλώς θα τα μαρκάρεις, χωρίς να επεκταθείς. Το λέω γιατί για το «Κάνιστρο» θα μπορούσα να γράψω πολλά.
Δείτε, ας πούμε, πόσο κοντά είναι αυτά που λέει ο Κοψίδης στο εισαγωγικό του κείμενο, στον πρόλογο του περιοδικού του, σε σχέση με αυτά που παρουσίαζε την ίδια εποχή ο Σαββόπουλος στο Κύτταρο:
«Θέλοντας να δείξουμε κάτι από την ψυχή μας την Ελληνική, θα αποκλείσουμε το κάθε τι που μας φαίνεται αταίριαστα καλυμμένο πίσω από το διάφανο παραπέτασμα της οικουμενικότητας στην τέχνη, κι η προσπάθειά μας θα ’ναι να αποζητήσουμε τις ρίζες μας τις ελληνικές, χωρίς να αποκλείσουμε τα σπουδαία διδάγματα που θα μας δώση η τέχνη όλων των λαών κι όλων των εποχών».
Αυτά τα λόγια για μένα έχουν διαχρονικό νόημα και αξία – και κακώς, τέλος πάντων, δεν τα έχωσα κι αυτά στο βιβλίο. Αλλά είπαμε, τι να πρωτοχωρέσεις και για τι να πρωτογράψεις...

1/10/2025
Σχεδόν έξι μήνες μετά από το θάνατο του Γιώργου Χαρωνίτη έγραψα ένα κείμενο για κείνον. Για τον φίλο, τον συνάδελφο, τον συνεργάτη. Θα δημοσιευθεί όταν και όπου πρέπει...

1/10/2025
Το τι ακριβώς είχε συμβεί στο Κύτταρο με τον Διονύση Σαββόπουλο, τις σεζόν 1972-73 και 1973-74, δεν νομίζω να έχει περιγραφεί με μεγαλύτερη ακρίβεια, από εκείνη που θα βρεις στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025].
Εντάξει, είναι η δική μου άποψη αυτή, και το λέω έχοντας διαβάσει μέσα στα χρόνια όλα εκείνα που έχουν γραφτεί – και δέχομαι, εννοείται, κάθε κριτική, που θα μπορούσε να προτάξει κάτι άλλο.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, συζητάμε όχι για μία απλώς κορυφαία φάση στην ιστορία του ελληνικού ροκ, αλλά του ελληνικού τραγουδιού γενικότερα.

30/9/2025
>>Νέο σκάνδαλο για τον Τόνι Μπλερ: Υπόνοιες ότι πήρε 257 εκατ. από τον μεγιστάνα της Oracle Λάρι Έλισον. Η στενή σχέση του Τόνι Μπλερ με τον Λάρι Έλισον και το «παιχνίδι» με τις ψηφιακές ταυτότητες στη Βρετανία.<<
Αυτός έπρεπε να είχε μπει και να είναι ακόμη στη φυλακή, για εγκλήματα πολέμου και όχι να μας τον παρουσιάζουνε και ως διαχειριστή της Γάζας. Και η ντροπή το βάζει στα πόδια...

30/9/2025
Οι Grit ήταν ένα βρετανικό συγκρότημα του hard rock, που βρέθηκε να εμφανίζεται στην Ελλάδα την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1973, δίνοντας live δίπλα στους Socrates και τους Πελόμα Μποκιού, και εμφανιζόμενο στην τηλεόραση.
Την πλήρη ιστορία των Grit, με τις λεπτομέρειες της παρουσίας τους στη χώρα μας, θα την διαβάσεις στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.

29/9/2025
Αν τα σχολικά βιβλία της Τριγωνομετρίας (και όχι μόνον αυτά) είχαν τέτοια εξώφυλλα, με balloon ψυχεδελικά γράμματα, είναι σίγουρο πως ο μαθητόκοσμος θα τα άνοιγε με μεγαλύτερο ενδιαφέρον και πιθανώς να μην πατώναμε, σαν χώρα, στους διαγωνισμούς της PISA. Πολλά ξεκινάνε από ένα «σωστό» εξώφυλλο. Και όχι μόνο στα Μαθηματικά.

29/9/2025
Ποιος το περίμενε πως στην Ελλάδα του 1971 θα κυκλοφορούσε χίπικη μουσική εφημερίδα υπό τον τίτλο «Γούντστοκ»! Τυπώθηκαν δύο φύλλα, στην αρχή του '71, όταν η ταινία «Γούντστοκ» προβαλλόταν, κανονικά, στη χώρα, κάνοντας πάταγο. Και δεν αναφέρομαι φυσικά στα επεισόδια της πρεμιέρας, αλλά στη διάχυση του «Γούντστοκ» στην κοινωνία – καθώς είχε γραφτεί μέχρι και σκετς υπό τον τίτλο «Γούντστοκ Στόρυ» σε επιθεώρηση της εποχής.
Για όλα αυτά (και για την εφημερίδα) θα διαβάσεις στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία. Στο εξώφυλλο του βιβλίου βλέπεις, εξάλλου, και τον τίτλο της εφημερίδας.

28/9/2025
Οι μισοί Έλληνες δεν πάνε να ψηφίσουν (δεν συζητώ καν αν απαντάνε σε δημοσκοπήσεις) και αυτό είναι παθητική αντίδραση. Η έλλειψη ενεργούς αντίδρασης οφείλεται στο γεγονός πως οι μάζες νοιώθουν τελείως αποξενωμένες από αυτού του είδους τη δημοκρατία, είναι βέβαιες πως δεν τους συμπεριλαμβάνει και δεν ενδιαφέρονται επ’ ουδενί να την υπερασπίσουν (ούτε και στα όποια θετικά της). Όλα όσα συμβαίνουν συμβαίνουν ερήμην τους.
Περαιτέρω δεν αφορά τις μάζες ούτε το αν παραπαίουν οι δημοκρατικοί θεσμοί –αφού αυτό δεν τις θίγει άμεσα στην επιβίωσή τους, που έχει αποκτήσει, πλέον, περιθωριακά χαρακτηριστικά–, κάτι που αφορά κυρίως τους διανοούμενους, τους επαγγελματίες της πολιτικής, τους επιχειρηματίες και τους δημοσιογράφους.
Η κάθετη έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα, από τις μάζες, προλειαίνει το έδαφος για την εμφάνιση νέων προσώπων (έξω από το πολιτικό σύστημα), που να μην ελέγχονται απ’ αυτό. Η Καρυστιανού θα μπορούσε να είναι ένα τέτοιο πρόσωπο, ικανό να κινητοποιήσει τους πάντες – αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο να πει το «ναι», για πολλούς και διαφορετικούς λόγους.

27/9/2025
Καταστασιακοί... (γέλιο)
– Πώς τη βλέπεις την κατάσταση;
– Ποια κατάσταση εννοείς;
– Ε... την πολιτική εννοώ γενικώς...
– Για την πολιτική δεν ξέρω Κίμωνα. Αν θες να σου πω τίποτα για τη δική μας την κατάσταση πολύ ευχαρίστως. Την ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά...

NORBERT STEIN / PATA TRIO το νέο άλμπουμ του γερμανού τενόρο σαξοφωνίστα

Ηχογραφημένο κάπου στην Κολωνία, τον Δεκέμβριο του 2024, το “Planetentochter” είναι το πιο νέο άλμπουμ του γερμανού τενόρο σαξοφωνίστα Norbert Stein. Για δίσκους του Stein έχουμε γράψει πολλές φορές στο blog, και μάλιστα για ποικίλων μεγεθών σχήματα, των οποίων ηγείται, δίνοντας διάφορες όψεις των αισθητικών επιδιώξεών του. Στο Planetentochter [Pata Music, 2025] ο Norbert Stein συνεργάζεται με τον ντράμερ Jörg Fischer και τον πιανίστα Uwe Oberg (Pata Trioσε μια σειρά δικών του συνθέσεων που, όλες μαζί, δεν ξεπερνούν σε διάρκεια τα 40 λεπτά.
Λέμε λοιπόν για ένα βινυλιακής διάρκειας CD, το οποίο ακολουθεί μία ελεύθερη «Coleman-ική» ροή, διατηρώντας πάντα, και καθ’ όλη τη διάρκειά του, τη δική του σαγήνη. Την τονίζω αυτή τη λέξη, γιατί οι συνθέσεις του Stein έχουν μια πολύ ελκυστική ανάπτυξη, με χαμηλού και μέσου volume αυτοσχεδιασμούς, που υπηρετούν το βάθος των συνθέσεων και όχι επιφανειακές και τετριμμένες καταστάσεις. Μάλιστα, η ισορροπία ανάμεσα στα τρία όργανα, είναι εκείνη που δίνει στο Planetentochter” τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του – καθώς το τρίο ανταποκρίνεται απολύτως στις δυνατότητες που έχει από τη φύση του ένα τέτοιο (χωρίς μπάσο) setting, με το τενόρο, το πιάνο και τα ντραμς να συνεργάζονται σε μια σειρά συνθέσεων (“Into the open”, “Life in the fireplace”), που χωρίς να υπολείπονται σε παλμό και σε ένταση, έχουν τον τρόπο να περνούν και σε πιο πνευματικές διαδρομές, με ήσυχα φυσήματα, χαμηλά-περιγραφικά πιανίσματα και ανεπαίσθητες κρουστές συμβολές.
Σύγχρονη απαιτητική jazz λοιπόν από τον Norbert Stein και τους συνεργάτες του, που εξακολουθεί, μετά από πολλές δεκαετίες, να προτείνει αξιοσημείωτα άλμπουμ.
Επαφή: www.patamusic.de

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2025

NATSUKI TAMURA / SATOKO FUJII από την παραγωγή στην κατανάλωση

Το ντουέτο Natsuki Tamura / Satoko Fujii είναι γνωστό τοις πάσι. Τέλος πάντων είναι γνωστό στους ανθρώπους που διαβάζουν τις τζαζ αναρτήσεις του δισκορυχείου. Λέμε για δύο ιάπωνες καλλιτέχνες, που συμβιώνουν στην Τέχνη και τη ζωή πολλά χρόνια τώρα – έχοντας πάντα κάτι καινούριο να πούνε και περαιτέρω να το μοιραστούν αυτό το καινούριο με τον κόσμο. Είναι πάμπολλα τα live που έχουν δώσει οι δυο τους, είτε ως σχήμα ντούο είτε μαζί με άλλους συναδέλφους τους, ενώ πάμπολλοι είναι και οι ανάλογοι δίσκοι – αν σκεφθούμε πως υπάρχουν, ούτε λίγο ούτε πολύ, δέκα ηχογραφημένα ντουέτα τους (χωρίς να υπολογίζουμε όλες τις άλλες δεκάδες συνυπάρξεις τους). Το πιο πρόσφατο ντούο-άλμπουμ των Natsuki Tamura / Satoko Fujii αποκαλείται Ki [Libra Records, 2025] και είναι ηχογραφημένο στο Orpheus Recording Studio του Τόκιο στις 15 Ιουλίου 2025. Δύο μόλις μήνες αργότερα, στις 19 Σεπτεμβρίου 2025, το “Ki”, ως CD, θα ήταν διαθέσιμο στους απανταχού φίλους των δύο και της μουσικής τους.
Το πρώτο που αξίζει κανείς να σχολιάσει είναι αυτό ακριβώς. Το πόσο γρήγορα περνούν τα CD της Fujii και του Tamura από την τεχνική παραγωγή στη φυσική μορφή. Αυτό το έχω παρατηρήσει και με άλλα άλμπουμ τους, και μπορώ να πω πως πάντα με εντυπωσίαζε. Τα sessions των δύο είναι «φωτογραφίες», που πρέπει να εμφανισθούν όσο πιο γρήγορα γίνεται αποτυπώνοντας συγκεκριμένες στιγμές, συναισθηματικές, ψυχολογικές, καλλιτεχνικές και άλλες. Νοούνται, δε, για τους ίδιους, ως ντοκουμέντα, που καταγράφουν συγκεκριμένες φάσεις και που μοιάζει κάπως σαν να «ακυρώνονται» μέσα στο πέρασμα των χρόνων. Σαν να «κιτρινίζουν» και να μένουν μόνον οι αναμνήσεις. Κάποιος κώδικας της ιαπωνικής ψυχής πρέπει να είναι αυτός, που δίνει αξία σε ό,τι γίνεται τη στιγμή που γίνεται, αλλιώς δεν εξηγείται...
Το δεύτερο που πρέπει να πούμε σε σχέση με το “Ki”, είναι πως αποτελείται από επτά συνθέσεις του Tamura και από μία, την τελευταία, της Fujii. Εν αντιθέσει με ό,τι θα ανέμενε ο φίλος και η φίλη των μουσικών τους, εδώ δεν έχουμε σκληρές avant και improv αποτυπώσεις. Δεν υπάρχει το πείραμα και οι εξερευνήσεις των δυνατοτήτων των οργάνων. Τα multiphonics του Tamura και τα ταχύτατα ιλιγγιώδη clusters της Fujii. Απεναντίας υπάρχει πολύς λυρισμός και πολύ συναίσθημα. Υπάρχει «εσωτερική» επικοινωνία, χάρη, και κυρίως μια άλλου τύπου ζωντάνια. Λιγότερο εξωστρεφής και πιο... χαμηλών τόνων.
Το “Ki” είναι, σίγουρα, ένα διαφορετικό άλμπουμ, για την δισκογραφία των δύο. Περισσότερο συναισθηματικό, έχει τον τρόπο να σε οδηγεί χαλαρά και ήπια σε πιο ευθείς δρόμους, χωρίς ποτέ να γίνεται μπλαζέ ή αδιάφορο. Η μουσική των Tamura / Fujii, θέλω να πω, δεν είναι υποτονική, ούτε ambient, ατμοσφαιρική και τα συναφή. Αν και αργή στην ανάπτυξή της, επί της ουσίας πρόκειται για μια παλλόμενη σύγχρονη jazz, που δίνει έμφαση στη μελωδία, έχοντας ταυτοχρόνως τη δύναμη να σε κινητοποιεί, σαν ακροατή, μέσω μιας μοναδικής υπόγειας έντασης. Πρέπει ν’ ακούσεις, για να αντιληφθείς πως εδώ δεν έχουμε κάτι που να προσεγγίζει το nordic ή το ECM κλίμα.
Επαφή: www.satokofujii.com, www.natsukitamura.com

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2025

KARL RATZER TRIO ζωντανοί στην Βιέννη

Ο Karl Ratzer είναι ένας αυστριακός κιθαρίστας (γενν. 1950), γνωστός, όσο, από τα ροκ συγκροτήματα των 60s-70s The Slaves, Charles Ryders Corporation, C-Department, Gipsy Love, The New Ice Age κ.λπ. και φυσικά από τους πάμπολλους μεταγενέστερους τζαζ ή περί την τζαζ δίσκους του. Ένα, δε, από τα σχήματα, με τα οποία εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια, είναι και το τρίο του, το οποίο συναποτελούν ο συμπατριώτης του κοντραμπασίστας Peter Herbert (γενν. 1960) και ο αμερικανός ντράμερ Howard Curtis, που για χρόνια ήταν εγκατεστημένος στην Αυστρία (ίσως είναι ακόμη).
Αυτοί οι τρεις μουσικοί θα συνευρίσκονταν διάφορες φορές τα πιο πρόσφατα χρόνια (2021-2024), βασικά στο Porgy & Bess Jazz Club της Βιέννης, και μια επιλογή από τις εμφανίσεις τους εκεί αποτελεί το Vienna Red CD τους [IN+OUT Records / AN Music, 2025], που περιλαμβάνει κυρίως versions. Λογικό, αφού πρόκειται για μια σειρά από live – οπότε οι τρεις μουσικοί θα ήθελαν να δοκιμάσουν διάφορα τινά, για να ευχαριστήσουν το κοινό τους, και όχι απλώς να δείξουν το πόσο μπορεί να μετρούσαν οι ίδιοι σαν συνθέτες. Και κάπως έτσι... από τα επτά κομμάτια του δίσκου τους μόνο ένα ανήκει στον Ratzer, ενώ όλα τα υπόλοιπα είναι στάνταρντ, συνθέσεις του Wayne Shorter, του αυστριακού πιανίστα Fritz Pauer, όπως και του αργεντινού, επίσης τζαζ πιανίστα, Sergio Mihanovich.
Η ατμόσφαιρα στο “Vienna Red” είναι... σπιτική. Αντιλαμβάνεσαι, εννοώ, ακόμη και από το CD, την θέρμη που περικλείεται στα παιξίματα και στο σετ, με τους μουσικούς, ιδίως στα τρία tracks που διαρκούν πάνω από δέκα λεπτά, να δοκιμάζουν σε διάφορα επίπεδα, ατομικά-σολιστικά, ανά δύο και βεβαίως ανά τρεις, με το ρυθμικό τμήμα να ακούγεται πολύ ζωηρό (ο μπασίστας παίζει και με δοξάρι) και με τον 70βάλε Ratzer να παίζει κιθάρα και να τραγουδά, όχι μόνο με την πείρα που υποδηλοί η ηλικία του, αλλά και με τη θέρμη ενός πάντα ικανού σολίστα.
Απλά και κατανοητά πράγματα έχουμε στο “Vienna Red”, που με τη βοήθεια (και) της πολύ καλής ηχογράφησης μετατρέπονται σε κάτι ευρύτερα απολαυστικό.

Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2025

RATKO ZJACA / MARIUS PREDA / NICK McGUIRE ένα άξιο τζαζ άλμπουμ με τη συμμετοχή και του Trilok Gurtu

Κροάτης κιθαρίστας είναι ο Ratko Zjaca, τον οποίον έχουμε συναντήσει ξανά στο blog ως μέλος των τζαζ συγκροτημάτων ZZ Quartet (στο άλμπουμ τους “Midnight in Europe” από το 2021) και Nocturnal Four (στο άλμπουμ τους “Light in the World” από το 2020), μα και μέσω του προσωπικού CD του “Archtop Avenue” (2023), που ήταν ετοιμασμένο για σόλο κιθάρα. Στην πιο νέα δισκογραφική εμφάνισή του ο Zjaca, που χειρίζεται πάντα ηλεκτρικές-ακουστικές κιθάρες, συν ηλεκτρονικά, συνεργάζεται, σε σχήμα τρίο, με τον Ρουμάνο Marius Preda cimbalom, πιάνο και με τον Βρετανό Nick McGuire κοντραμπάσο, έχοντας δίπλα τους, ως guest, τον μεγάλο Trilok Gurtu (στα κρουστά φυσικά).
Το Touching Minds [IN+OUT Records / AN Music], όπως αποκαλείται το CD του σχήματος, καταγράφει ένα session οκτώ κομματιών (όλα συνθέσεις του Zjaca), που συνέβη τον Δεκέμβριο του 2024 σ’ ένα στούντιο της Mantova (στην Ιταλία). Οι συνθέσεις είναι γλαφυρότατες και τα παιξίματα –μάλλον δεν χρειάζεται να το πούμε αυτό– άκρως εντυπωσιακά. Και ο ήχος, επίσης, είναι εδώ μοναδικός, κυρίως λόγω του τσίμπαλου και των ινδο-κρουστών. Κατά βάση αυτό που ακούμε δεν μπορεί να περιγραφεί με μία λέξη. Είναι jazz, βεβαίως, στη μεγάλη εικόνα του, αλλά στη μικρότερη δεν μπορείς εύκολα να μιλήσεις για κάτι πολύ συγκεκριμένο. Υπάρχουν συνθέσεις, ας πούμε, κάπως περισσότερο abstract σαν την “The story of us”, που για μένα αποτελεί την κορυφαία στιγμή του δίσκου, δείχνοντας πώς, και με ποιον τρόπο, τέσσερις άσσοι μουσικοί μπορούν να αυτοσχεδιάσουν, με όργανα κοινά ή όχι και τόσο, δημιουργώντας μία κάπως... καφκική, αγχωτική ατμόσφαιρα. Από ’κει και πέρα υπάρχει το εντυπωσιακό «καρνατικό» “Here nothing begins” (με πολύ ωραία μελωδική ανάπτυξη περασμένη διαδοχικά απ’ όλα τα όργανα), το υπαινικτικό “The life ahead” (με... ανακατεμένο indo-jazz και balkan feeling), η μινόρε μπαλάντα “Dharma” και άλλα διάφορα.
Γενικώς σ’ ένα 45λεπτο άλμπουμ, όπως είναι το “Touching Minds”, δεν θα βρεις όχι κομμάτι, όχι λεπτό, αλλά ούτε δευτερόλεπτο αδιάφορο... και αυτό δεν το συναντάς κάθε μέρα.

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΑΙΤE HONTELÉ / RAMÓN VALLE φλούγκελχορν και πιάνο στην Αβάνα

Μεγάλος πιανίστας, και όχι αναγκαστικώς σε ηλικία, ο 62χρονος Κουβανός Ramón Valle είναι γνωστός από πάμπολλες εγγραφές του τα τελευταία 35 χρόνια. Με άλμπουμ στην ACT παλαιότερα (στο πρώτο μισό των 00s) και σήμερα στην γερμανική IN+OUT Records (ΑΝ Μusic), ο Valle είναι μια μορφή της σύγχρονης πιανιστικής jazz, προτείνοντας δίσκους «διαμάντια» σαν το παλαιότερο “Inner State” (2020) ή σαν το Havana τώρα.
Στο παρόν CD ο Valle συνεργάζεται, σε σχήμα ντούο, με την ολλανδή φλουγκελχορνίστρια Maite Hontelé, που και αυτή έχει αποδεδειγμένη αγάπη για την latin μουσική και βασικά για την salsa. Με διάφορα «κουβανικά» άλμπουμ στην κατοχή της, η Hontelé τακίμιασε κάποια στιγμή με τον Valle – κατ’ αρχάς σε συναυλίες και μετά (και) στη δισκογραφία. Όπως διαβάζουμε στο μέσα μέρος του triple folded digipak: «Αυτό το άλμπουμ αποτυπώνει τη χαρά και τον ενθουσιασμό της επιστροφής μας στην πόλη, στην οποία γνωρίσαμε τόσες πολλές όμορφες στιγμές στην καλλιτεχνική μας πορεία».
Με εμφανίσεις στο International Jazzplaza Festival της Αβάνας, μια εβδομάδα πριν μπουν στο Abdala Studio της κουβανικής πρωτεύουσας (3-5 Φεβρουαρίου 2025), οι Hontelé και Valle καταγράφονται εδώ σε μια σειρά εννέα latin συνθέσεων (πρωτότυπες και versions), ενορχηστρωμένες μόνο για πιάνο και φλούγκελχορν.
Σε όλο το άλμπουμ εκείνο που βασικά κυριαρχεί είναι ο λυρισμός – και όχι έτσι γενικώς και αορίστως μια εξωστρεφής ή feelgood διάθεση. Το λέω, επειδή εδώ ακούγονται και κομμάτια περισσότερο «εσωτερικά», σαν το “Odjus fitchádu” (του Idan Raichel), με tracks σαν τα “Tributo” (Ramón Valle) και “Almendra” (Abelardo Valdés) να περικλείουν όλη τη μαγεία του παιξίματος του Valle πρωτίστως, και της Hontelé δευτερευόντως.

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

ΡΙΚΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗ μια σημαντική συνθέτρια-μουσικοπαιδαγωγός, που πέθανε πριν από λίγο καιρό – Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ο παραγωγός του πιο γνωστού άλμπουμ της «Κάψαμε τα Καράβια μας»

Στις 7 του περασμένου Αυγούστου έφυγε από τη ζωή η ηρακλειώτισσα συνθέτρια και μουσικοπαιδαγωγός Ρίκα Δεληγιαννάκη. Ήταν 89 ετών. Η Δεληγιαννάκη μπορεί να μην ήταν πολύ γνωστή στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά στην Κρήτη και κυρίως στο Ηράκλειο η προσφορά της υπήρξε μεγάλη. Εξάλλου τα κρητικά σάιτ θα ήταν εκείνα, που θα έγραφαν για την αποδημία της. 
Το ξεκίνημα της καλλιτεχνικής πορείας τής συνθέτριας θα μας γυρίσει πολύ πίσω στο χρόνο, στο 1961, όταν η Δεληγιαννάκη θα διοριστεί καθηγήτρια μουσικής στη Μέση Εκπαίδευση, υπηρετώντας σε Χίο και Ηράκλειο, για να παραιτηθεί από τη θέση αυτή λίγα χρόνια αργότερα, επί δικτατορίας, προκειμένου να αφιερωθεί στη σύνθεση και τη διδασκαλία – βασικά μέσα από το Ωδείο τού Μουσικού Συλλόγου «Απόλλων», στο Ηράκλειο. Όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό της
:
«Εκεί (στο πλαίσιο του συλλόγου) θα δημιουργήσει το οργανικό-φωνητικό σύνολο Γαλάζια Μέταλλα, παρουσιάζοντας ποικίλα είδη μουσικής με διαφορετικούς συνδυασμούς οργάνων και φωνών, σε συναυλίες, και σε επαναλαμβανόμενες επισκέψεις στην τότε κρατική τηλεόραση. Η Δεληγιαννάκη υπήρξε, επίσης, σύμβουλος σπουδών του Ωδείου Ηρακλείου, ενώ επί σειρά ετών ήταν ενεργό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσικού Συλλόγου “Απόλλων”, διατηρώντας και την επιμέλεια του περιοδικού (του συλλόγου) “Ιδιόφωνο”. Μάλιστα, δραστηριοποιούμενη μέσα από τον σύλλογο θα διοργάνωνε συναυλίες, σεμινάρια και διαλέξεις, σημαντικών εκπροσώπων της πνευματικής ζωής του τόπου. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι προσκλήσεις στους Μάνο Χατζιδάκι, Ντόρα Μπακοπούλου, Αλίκη Βατικιώτη, Γιώργο Κουρουπό, Δόμνα Ευνουχίδου, Μαρίζα Κωχ και Ευγενία Συριώτη. Καρπός αυτής της εξωστρέφειας υπήρξε και η σημαντική, για τα παιδιά, συμμετοχή της χορωδίας του Ωδείου Απόλλων στην πρώτη εκτέλεση της “Εποχής της Μελισσάνθης”, του Μάνου Χατζιδάκι, με τη Μαρία Φαραντούρη, στο πλαίσιο του “Μουσικού Αυγούστου 1980”».
Η πρώην υπουργός και βουλευτίς του ΣΥ.ΡΙΖ.Α Νάντια Βαλαβάνη, Ηρακλειώτισσα κι αυτή και μαθήτρια της Πρώτης Γυμνασίου, κατά το σχολικό έτος 1966-67, θυμάται, σ’ ένα κείμενό της, δημοσιευμένο στο σάιτ της τον Οκτώβριο του 2007 (nadiavalavani.gr), σχετικά με την Ρίκα Δεληγιαννάκη:
«Η Ρίκα είναι η νεαρή καθηγήτρια μουσικής του Α’ Γυμνάσιου Θηλέων, “η μουσικάνα” στην αργκώ του σχολείου κι η πιο αγαπημένη μας από τις καθηγήτριες της Α’ Τάξης, που σεβόμασταν κι εκτιμούσαμε.(...) Η Ρίκα είναι η δροσερή πνοή, το φως μέσα στη σκοτεινιά της πρώτης χρονιάς μας στο γυμνάσιο. Αντισυμβατική, θα φέρνει την ώρα της μουσικής στα τμήματά μας της Α’ Γυμνασίου –6 τμήματα από 60 μαθήτριες το καθένα, 360 συμμαθήτριες συνολικά– αυτό που σήμερα φαντάζει αυτονόητο, την τεχνολογία και την ίδια την απόλαυση της μουσικής: Ένα πικ-απ και δίσκους του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι. Αυτό που μ’ έκανε ν’ αγαπήσω τη Ρίκα, από την πρώτη στιγμή, δεν ήταν η μαγεία της μουσικής που ακούγαμε μέσα στην τάξη κι όσων μας εξηγούσε. Οι γονείς μου, στο μαγαζί τους ηλεκτρικών ειδών, πουλούσαν και δίσκους κι είχα μεγαλώσει με τ’ ακούσματα της μουσικής του Μίκη. Αυτό που με κέρδισε ήταν πριν απ’ όλα η προσπάθεια που κατέβαλλε η Ρίκα για να μυήσει στην απόλαυση της μουσικής μερικές εκατοντάδες χωριατόπαιδα.(...) Το Σεπτέμβρη του 1967, όταν επανήλθαμε στο σχολείο μαθήτριες πλέον της Β΄ Γυμνασίου, η Ρίκα έλειπε. Μάθαμε ότι είχε παραιτηθεί από το Δημόσιο και έκανε μαθήματα πιάνου στο Ωδείο. Οι ψίθυροι έλεγαν πως το είχε κάνει σ’ ένδειξη διαμαρτυρίας, επειδή μετά την 21η Απριλίου η μουσική του Θεοδωράκη είχε απαγορευτεί κι αυτή δε μπορούσε να κάνει πια όπως ήθελε το μάθημά της – και πράγματι, μετά την 21η είχε σταματήσει να φέρνει πικ-απ και δίσκους στο σχολείο».
Για να συνεχίσει η Νάντια Βαλαβάνη: 

Η συνέχεια εδώ... 

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 672

27/9/2025
Το μεγάλο γερμανικό συγκρότημα του ροκ Agitation Free είχε εμφανισθεί στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1972 (λίγο πριν από την κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ του). 
Για όλα τα παραλειπόμενα εκείνου του ταξιδιού τους στη χώρα μας (με συνεντεύξεις εποχής, "εμφάνιση" σε τηλεοπτική εκπομπή, δικές τους γνώμες για τα ελληνικά συγκροτήματα και τους τραγουδοποιούς μας, όπως Σαββόπουλο, Μπουρμπούλια, Εξαδάκτυλο κτλ.) θα διαβάσεις αναλυτικά στο νέο βιβλίο μου, που τώρα κυκλοφορεί.

26/9/2025
Iron Maiden, αντί για πανηγυρτζήδες για τα πανηγύρια, Θώδη και ξεπλυμένους ικαριώτικους. Πάντα έχουμε τις καλύτερες λύσεις... [μπεκούνια πιάστε το μαντήλι]
https://www.youtube.com/watch?v=CyWSZIp6wqk

26/9/2025
Παρατηρώ στο metabook πως 26 αναγνώστες ζητάνε το νέο βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)», που κυκλοφορεί τώρα από το Όγδοο.
Το νούμερο «26» είναι μάλλον μεγάλο για ένα καινούριο βιβλίο, αυτού του τύπου, που κυκλοφορεί μόλις δυόμισι μήνες. Από την μια, το «26», δείχνει ότι υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για την έκδοση, αλλά από την άλλη μπαίνει και το εξής ερώτημα: γιατί δεν πάνε αυτοί οι 26 να αγοράσουν το βιβλίο από τα βιβλιοπωλεία (αφού στο metabook δεν προσφέρεται κάποιο αντίτυπο); Προφανώς, γιατί περιμένουν να «ανεβεί» κάποια κόπια σε τιμή πιο φτηνή από τα 22,5 ευρώ, που είναι αυτή τη στιγμή η τιμή του βιβλίου.
Έχουν φθάσει στα αυτιά μου κάποια λόγια πως το βιβλίο είναι ακριβό. Καταλαβαίνω τα οικονομικά ζόρια που τραβάει ο κόσμος, αλλά αυτό δεν ισχύει. Δηλαδή με τίποτα δεν ισχύει. Απεναντίας θα έλεγα πως το βιβλίο είναι φθηνό.
Το «Ραντεβού στο Κύτταρο», που είναι πλέον εξαντλημένο στη πηγή (τα τελευταία αντίτυπα είναι αυτά που έχουν τα βιβλιοπωλεία) και που κόστιζε στο ξεκίνημά του γύρω στα 17-18 ευρώ ήταν περίπου 77.000 λέξεις απλωμένες σε 365 σελίδες κανονικού μεγέθους.
Το «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική...» είναι σχεδόν τριπλάσιου όγκου. Καθώς έχει κάπου 215.000 λέξεις αναπτυγμένες σε 488 σελίδες μεγάλου σχήματος! Δηλαδή λέμε για ένα βιβλίο σχεδόν 3πλάσιο από το «Ραντεβού», που πουλιέται μόλις 5 ευρώ ακριβότερα.
Εννοώ πως κατεβλήθη μεγάλη προσπάθεια, και σε συνεννόηση πάντα με το Όγδοο, ώστε το βιβλίο να «κρατηθεί» όσο το δυνατόν πιο χαμηλά στην τιμή, για να μπορέσει να είναι προσβάσιμο σε όλα τα βαλάντια. Το να πουλιόταν, ας πούμε, 27 ευρώ θα ήταν και αυτό απολύτως θεμιτό.
Θέλω να πω, σε όλους τους φίλους και τις φίλες, πως το βιβλίο είναι φθηνό και πως αξίζει τα λεφτά του με χίλια. Προτείνω δε σε όλους τους επίδοξους αγοραστές να πάνε σ’ ένα βιβλιοπωλείο για να το δουν και να το ξεφυλλίσουν (να δουν, δηλαδή, για τι ακριβώς «νταμάρι» συζητάμε), ώστε να αντιληφθούν αμέσως όσα λέω.

25/9/2025
Ο Δημήτρης Παναγιωτάτος είναι ένας από τους έλληνες σκηνοθέτες, που εκτιμώ. Όχι μόνο για το κινηματογραφικό έργο του, αλλά και για το συγγραφικό.
Βασικά, ο Παναγιωτάτος είναι ο άνθρωπος που άνοιξε τα μάτια σε πολλούς, ώστε να δουν διαφορετικά τα «κατώτερα» κινηματογραφικά είδη (αστυνομική ταινία, ταινίες θρίλερ, τρόμου, επιστημονικής φαντασίας κ.λπ.).
Πολύ νέος, 20χρονος, στο τέλος του 1969, δίνει μια διάλεξη (συνδιοργάνωση του περιοδικού «Λωτός» και του Πειραματικού Θεάτρου της Μαριέττας Ριάλδη) με θέμα «Το αστυνομικό μυθιστόρημα». Το 1971 τυπώνει 2 τεύχη του περιοδικού «Φάσμα / Το φανταστικό στην Τέχνη», στο οποίο διάβαζες για Πόε, Ζωρζ Φρανζύ, Άρθουρ Κλαρκ, Μάριο Μπάβα κ.λπ., το 1973 βγάζει στον «Κούρο» του Χρηστάκη το τεύχος «Η Φρίκη στο Cimena», το 1976 κυκλοφορεί από την Πλειάδα το βιβλίο του «Για μια Επαναστατική Παρα-Τέχνη», που αποτελεί βασικά μία συζήτησή του με τον Άδωνι Κύρου για τα κόμικς, τα πόστερ, το ροκ, τις ταινίες πορνό, την επιστημονική φαντασία κ.λπ. (τις ελάσσονες τέχνες δηλαδή), το 1979 τυπώνει το «Φανταστικό Κινηματογράφο» [Δέκα], εκεί όπου υπήρχε ειδικό κεφάλαιο για την επιστημονική φαντασία (με τη θεματική της εξέλιξη, το ιστορικό της διάγραμμα κ.λπ.) και άλλα τινά στην πορεία. Θέλω να πω πως είναι και οι ταινίες του, τα υπόλοιπα βιβλία του, η αρθρογραφία του, το διδακτικό έργο του και ό,τι άλλο. Έχω γράψει και στο παρελθόν διάφορες φορές για τον Παναγιωτάτο (και στο «δισκορυχείον», και στο «LiFO») και χαίρομαι γιατί το κάνω ξανά.
Να πω επίσης πως ο Δημήτρης Παναγιωτάτος είναι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που έγραψαν για το βιβλίο μου «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books, 2024], στην «Εφημερίδα των Συντακτών», και μάλιστα από δική του πρωτοβουλία, χωρίς καμία προσυνεννόηση μαζί μου –κάτι σπάνιο στις μέρες μας, που για μένα φανερώνει πολλά–, ενώ με τιμά και με την διαδικτυακή φιλία του.
Έχουμε βρεθεί και από κοντά με τον αγαπητό Δημήτρη, ενώ χάρηκα και για την επαναπροβολή της ωραίας, φιλοσοφικής βασικά, ταινίας του «Εραστές στη Μηχανή του Χρόνου», από το 1990, την οποία απολαύσαμε τις προάλλες στο Ελληνίς.

25/9/2025
Το ροκ, στην κλασική εποχή του (γιατί αυτή μ’ ενδιαφέρει), δεν ήταν μόνο δίσκοι και συναυλίες. Υπήρχε, εννοώ, μία διάχυση του ροκ σχεδόν σε κάθε χώρο του επιστητού, στην κοινωνία και την Τέχνη – με πολλούς ποιητές κατ’ αρχάς, και στο εξωτερικό μα και στην Ελλάδα, να εμπλέκονται μαζί του μέσα από διάφορες καταστάσεις. Το επισημαίνω, γιατί αν θες να γνωρίσεις, σήμερα, το ροκ, είτε είσαι στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, είναι σίγουρο πως δεν αρκούν οι δίσκοι.
Στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία, γράφω πολλά και διάφορα επί του θέματος. Για παράδειγμα... πότε μεταφράστηκε, για πρώτη φορά, ένα ποίημα του Allen Ginsberg στην Ελλάδα; Ποια η μεταφραστική σχέση της Τζένης Μαστοράκη με την ποίηση του Ginsberg (πριν ακόμη και από το γνωστό βιβλίο της με ποιήματά του, που θα κυκλοφορούσε από τον Μπουκουμάνη τον Ιούνιο του ’74); Γιατί ο Τάσος Φαληρέας ασκεί (άδικη) κριτική στην Μαστοράκη, για όσα (σωστά) γράφει εκείνη στον πρόλογο του βιβλίου με τα ποιήματα του Ginsberg, «αφιερώνοντάς» της μάλιστα κι ένα δικό του ποίημα;
Όλα αυτά δεν είναι έξω από το πλαίσιο του ροκ – και για όλα θα διαβάσεις στο βιβλίο.

24/9/2025
Σαν αύριο