Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2025

MARK TURNER η έμπνευση είναι ο αφροαμερικανός συγγραφέας και διπλωμάτης James Weldon Johnson

Για τον τενόρο σαξοφωνίστα Mark Turner δεν χρειάζεται να πούμε πολλά... γιατί τα έχουμε ήδη πει. Οι προσωπικοί δίσκοι του (“Return from the Stars”) και οι παρουσίες του στην ECM (στο Billy Hart Quartet και στο άλμπουμ του “Just”, στο “Spindrift” του Benjamin Lackner, στο “Temporary Kings”, δηλαδή στο ντούο του με τον Ethan Iverson), τα δικά του σχήματα, όπως οι Fury (για το περσινό CD των οποίων “Live in Brooklyn” έχουμε επίσης γράψει στο blog) και βεβαίως οι παρουσίες του σε δίσκους άλλων συναδέλφων του, μαζί, βεβαίως, με τα συνεχή live του σε διάφορες σκηνές του κόσμου, δείχνουν το πώς κινείται ένας από τους πιο σημαντικούς jazzmen του καιρού μας. Η πιο νέα δισκογραφική πρόταση του Turner αποκαλείται Reflections On: The Autobiography of an Ex-Colored Man, κυκλοφορεί τώρα (2025) από την GiantStepArts και περιλαμβάνει δέκα νέες συνθέσεις του, επηρεασμένες από το βιβλίο του αφροαμερικανού συγγραφέα και διπλωμάτη James Weldon Johnson (1871-1938) “The Autobiography of an Ex-Colored Man”, που τυπώθηκε και κυκλοφόρησε το 1912. Για το βιβλίο αυτό, που είναι αμετάφραστο στη γλώσσα μας, γράφει η wiki:
«Πρόκειται για τη μυθοπλαστική αφήγηση ενός νεαρού άνδρα διαφυλετικής καταγωγής, ο οποίος ζει στην Αμερική μετά από την Ανασυγκρότηση, στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ου αιώνα. Ο άνθρωπος αυτός βιώνει μια ποικιλία εμπειριών, συμπεριλαμβανομένης της μαρτυρίας ενός λιντσαρίσματος, που τον πείθουν να παρουσιαστεί ως λευκός, προκειμένου να εξασφαλίσει την ασφάλεια και την πρόοδό του. Ταυτοχρόνως, όμως, νιώθει σαν να έχει εγκαταλείψει το όνειρό του, δηλαδή να δοξάσει τη μαύρη φυλή συνθέτοντας ραγκτάιμ. Ο Τζόνσον δημοσίευσε αρχικά το βιβλίο ανώνυμα, μέσω ενός μικρού εκδοτικού οίκου της Βοστώνης, επειδή δεν ήταν σίγουρος για το πώς θα επηρέαζε την διπλωματική καριέρα του, καθώς έγραφε, ανοιχτά, για ζητήματα φυλής και διακρίσεων, που δεν ήταν συνηθισμένα τότε στη λογοτεχνία. Αν και η αρχική υποδοχή του βιβλίου από το κοινό ήταν κακή, το 1927 θα επανεκδιδόταν με κάποιες μικρές αλλαγές στη φρασεολογία του, μέσω μιας δημοφιλούς εκδοτικής εταιρείας, που εξέδιδε πολλούς συγγραφείς της Αναγέννησης του Χάρλεμ, και κάπως έτσι ο Τζόνσον θα αναγνωριζόταν ως συγγραφέας. Παρά τον τίτλο του, το βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα. Είναι εμπνευσμένο από τις ζωές ανθρώπων που γνώριζε ο Τζόνσον, μα και από γεγονότα της ζωής του».
Έχοντας δίπλα του άσους μουσικούς, σαν τους Jason Palmer τρομπέτα, David Virelles πιάνο, profit, όργανο, Matt Brewer ακουστικό-ηλεκτρικό μπάσο και Nasheet Waits ντραμς, ο Turner συνθέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα μουσική, που αντανακλά όψεις της jazz των sixties σε πρώτη φάση, και βασικά τις πιο πνευματικές απ’ αυτές, η οποία πλαισιώνεται με αφηγήσεις από το βιβλίο του Johnson. Υπάρχει, λοιπόν, αυτού του είδους η εξερεύνηση σε σχέση με την ιστορία της μαύρης φυλής, που δίνει εδώ το κίνητρο, αλλά ταυτοχρόνως υπάρχει και η διάθεση να επανατοποθετηθούν τα θέματα και πάλι στο προσκήνιο, επειδή τίποτα δεν εξασφαλίζει πως όλα θα εξελίσσονται πάντα ομαλώς, και πως δεν θα υπάρχουν ενδεχόμενες οπισθοχωρήσεις (από πλευράς δικαιωμάτων, ευκαιριών κ.λπ.).
Η jazz βεβαίως υπερισχύει εδώ και κομμάτια σαν τα μεγαλόπνοα “Movement 4: New York”, “Movement 5: Europe” και “Movement 6: The Texan... The soldier” δείχνουν τον δρόμο που βαδίζει σήμερα ο Mark Turner, αφουγκραζόμενος το χθες και οραματιζόμενος το αύριο.
Επαφή: www.giantsteparts.org

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2025

16 ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ σαν σήμερα, το 2009, ξεκίνησε η προσπάθεια

Σαν σήμερα πριν από 16 χρόνια, το 2009, ξεκίνησα αυτή τη διαδικτυακή προσπάθεια, που αποκαλείται «δισκορυχείον». Προϋπήρχε βεβαίως το «δισκορυχείον» ως μουσική στήλη στο περιοδικό «Jazz & Tζαζ», ήδη από τον Οκτώβριο του 1996, αλλά το διαδικτυακό ήταν από την αρχή άλλο πράγμα. Ένα άλλου τύπου ημερολόγιο, εννοώ, για τα θέματα που με απασχολούν και με τα οποία καταπιάνομαι κάθε μέρα ανελλιπώς. Θέλω να πω πως δεν υπάρχει μέρα που να μην γράψω κάτι, που να μην ακούσω κάτι, που να μην διαβάσω κάτι...
Οι δίσκοι λοιπόν και βεβαίως οι ταινίες, τα βιβλία, τα περιοδικά και ό,τι άλλο, μαζί με τις διάφορες απόψεις μου για γεγονότα της καθημερινότητας, την κοινωνία και την πολιτική, εμφανίζονται εδώ, σ’ αυτό το blog, που έχει πλέον, μετά από 16 χρόνια, το δικό του κοινό – όλους εσάς που το στηρίζετε και το αγαπάτε.
Κρατώντας ανέπαφη τη μορφή του, πάντα δίχως διαφημίσεις (που, αν υπήρχαν, θα αλλοίωναν την όψη του) και αποδεχόμενος παράλληλα την οικειότητα που δημιουργεί στον αναγνώστη μια σταθερή οπτική εικόνα, θα επιμείνω και στο μέλλον σ’ αυτή την πρωτόγονη εμφάνιση, επειδή... πρωτόγονα είναι τις πιο πολλές φορές (για να μην πω πάντα) και αυτά που γράφω. Εννοώ πως λέω και θα λέω πάντα ευθαρσώς τη γνώμη μου, δίχως να τη ζυγίζω, ώστε να είμαι αρεστός σε όλες και σε όλους. Όσοι και όσες με διαβάζουν (περισσότερες από 63.000 επισκέψεις τον τελευταίο μήνα, που σημαίνει πάνω από 2.000, κάθε μέρα) ξέρουν πως δεν εκθείασα ποτέ κάτι άθλιο, ψάχνοντας παράλληλα να εντοπίσω κάτι καλό κι ελπιδοφόρο, όπου κι αν βρίσκεται αυτό. Ψηλά ή χαμηλά, στον αφρό ή στο βούρκο. Έτσι θα συνεχίσω...
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΟΛΕΣ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ!

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2025

ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ έξι «πειραγμένα» ρεμπετο-μπλουζ του πρίγκηπα – τα επεξεργάστηκε ο Νίκος Γύρας, τονίζοντας τις λαϊκές διαστάσεις που ήδη είχαν

Οι συσχετίσεις που γίνονται, μέσα στα χρόνια, ανάμεσα στο αμερικάνικο blues και το ελληνικό ρεμπέτικο (με τις οποίες γενικώς δεν συμφωνώ, αλλά πλέον θεωρούνται κοινές) είναι παλιά ιστορία. Τις ξεκίνησαν άνθρωποι που ακούγανε blues και ροκ βασικά, και όχι ρεμπέτικα σε πρώτη φάση, και που διαπίστωναν κάποιου τύπου «επικοινωνία» ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο περιθωριακά, στον καλό καιρό τους, στυλ.
Ο Δημήτρης Πουλικάκος, ας πούμε, που έπαιζε blues στα νιάτα του και με τους M.G.C. και με τον Εξαδάκτυλο (και τώρα παίζει δηλαδή), είναι ο πρώτος (αποδεδειγμένο αυτό – μέχρι να βρεθεί κάποιος άλλος... πιο πρώτος), που είχε αποκαλέσει το ρεμπέτικο «ελληνικό μπλουζ» ήδη από το 1971. Και θα ’ταν πέντε χρόνια αργότερα, το 1976, όταν θα επιχειρούσε, έστω και μέσα από μια ημι-σατιρική φόρμα, να ενώσει blues και λαϊκο-ρεμπέτικες αναφορές στο γνωστό δικό του «Πες μου βρε τρελλή» (από το LP «Μεταφοραί Εκδρομαί “Ο Μήτσος”»).
Θέλω να πω πως αυτά όλα τα είχε κατά νου ο Παύλος Σιδηρόπουλος, βασικά μέσα από την παρέα της Lyra, στην αρχή του ’70. Ήξερε, εννοώ, τις απόψεις του Τάσου Φαληρέα για το «ελληνικό underground» (που δεν ήταν οι ρόκερ και οι ροκάδες, αλλά ο Τσιτσάνης, η Μπέλλου και ο Γιάννης Παπαϊωάννου), ήξερε και αυτά που έλεγε και έκανε Πουλικάκος – αν και η δική του προσέγγιση διέφερε από τη δική τους.
Αν ο Φαληρέας ήταν ο θεωρητικός της ευρύτερης παρέας, ο διανοούμενος να το πω έτσι, που προσέγγιζε το θέμα πιο πολύ με το μυαλό, προτείνοντας απάτητες διαδρομές, ο Πουλικάκος ήταν εκείνος που του έδινε τα εφαρμόσιμα λαϊκά (με την ευρεία έννοια) χαρακτηριστικά του. Λίγη πλάκα, λίγη λαϊκή θυμοσοφία, και πολλή εξωστρέφεια – καθότι δεν πρέπει με τίποτα να μας πάρει από κάτω. Αυτό ήταν (και παραμένει) το κυρίαρχο μότο στον Πουλικάκο, μέχρι τις μέρες μας. Αντιθέτως η προσέγγιση του Σιδηρόπουλου ήταν περισσότερο συναισθηματική. Βίωνε ένα είδος περιθωρίου ο άνθρωπος, και αυτό οπωσδήποτε τον επηρέαζε σε οτιδήποτε έκανε εκείνα τα χρόνια. Δεν ήταν η χαρά και το γλέντι εκείνα που προείχαν. Ήταν η απόγνωση, μία ηθελημένη απομόνωση και μαζί τους μια κάποια ανατροφοδοτούμενη μιζέρια. Όπως είχε πει και ο ίδιος σε μια συνέντευξή του στην Ιουλία Ραλλίδη, για το περιοδικό «Σχολιαστής» το 1987, ερωτώμενος αν υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στο blues και το ρεμπέτικο:
«Μουσικά, ναι (σ.σ. μουσικά με τίποτα). Γιατί υπάρχουν οι παλιοί μπλουζίστες, που ο τρόπος ζωής τους μοιάζει πολύ με αυτόν των ρεμπέτηδων, κάτω βέβαια από άλλες συνθήκες και από άλλες εκφραστικές εικόνες. Άλλες φωτογραφίες θα είχαμε με λιμάνια, λουλάδες κ.λπ., κι άλλες θα ήταν οι φωτογραφίες με μπλουζίστες στην Αμερική, με κουνιστές πολυθρόνες, φυτείες και τέτοια. Όμως το feeling είναι το ίδιο. Απ’ αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε πως οι δυο κουλτούρες έχουν κάποια συγγένεια. Επίσης η blue, η μελαγχολική κλίμακα των μπλουζ μοιάζει με το παράπονο των ρεμπέτηδων και με ορισμένους δρόμους τους (σ.σ. Το feeling δεν είναι το ίδιο. Στους ρεμπέτες υπάρχει εξωστρέφεια και βεβαίως η ενδυνάμωση τού «είναι» μέσα από τη μαγκιά. Είναι περήφανοι γι’ αυτά που λένε και κάνουν. Δεν κρύβονται. Ούτε αυτοοικτίρονται, στο βαθμό τουλάχιστον που το κάνουν οι μαύροι καταπιεσμένοι μπλουζίστες). Αν αυτό το σκεφτεί κανείς και μουσικά, μπορεί να βγάλει ένα μείγμα –ας το πούμε έτσι– που θα ’ναι όμως δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να βγει κάτι ωραίο ή κάτι τελείως απαράδεκτο. Θα το καταλάβεις μόνο αν το κάνεις στην πράξη.(...)».
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/paylos-sidiropoylos-exi-peiragmena-rempeto-mployz-toy-prigkipa

Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 670

20/9/2025
Και για τους Socrates συνολικά, μα και για τον Γιάννη Σπάθα ειδικά θα διαβάσεις πολλά στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)» [Όγδοο, 2025], που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία.

19/9/2025
Κάποια νυχτιά μέσα στο μπαρ Regina, στη Μαρσίλια...

19/9/2025
Όταν επισκέφθηκαν την Αθήνα, τον Νοέμβριο του ’69, ένα από τα μελήματα του John Lennon και της Yoko Ono ήταν να συναντήσουν αστρολόγους. Ο John είχε θέματα με το παρελθόν του, που τον απασχολούσαν έντονα, αλλά οι αστρολόγοι ενδιαφέρονται πρωτίστως να σου πούνε για το μέλλον κι εκεί θα παιζόταν κάτι ιδιαίτερο (με το ζευγάρι Lennon-Ono)...
Και γι’ αυτά θα διαβάσεις στο «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)», που τώρα κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία από το Όγδοο.

18/9/2025
Να ρίξουμε ένα τραγούδι πριν περάσει από τις 18 ο Σεπτέμβρης...
https://www.youtube.com/watch?v=0NWYXJ04KCM&list=PL1RRNXldMeREitKT6vfk54RMpzn6ofKHW&index=4

18/9/2025
>>Προειδοποίηση Μερτς να μην γίνει η Γερμανία… Ελλάδα: Ζούμε πάνω από τις δυνατότητές μας για χρόνια. Στο στόχαστρο οι συνταξιοδοτικές δαπάνες<<
Και παλιά πάνω από τις δυνατότητές τους ζούσαν, αφού το αποκαλούμενο «γερμανικό θαύμα» στηρίχτηκε στο τζάμπα αέριο από το Ρώσο και στα κλεψιμαίικα, που κουβάλησαν μέσω πέμπτης φάλαγγας, από το νότο της Ευρώπης. Τώρα ψάχνουν φράγκα για να επανεξοπλιστούν, αλλά ο νότος είναι στην εντατική, ο Ρώσος κατέστη εχθρός, οι Αμερικάνοι τους τα παίρνουν χοντρά, οπότε το μόνο που τους απομένει είναι να φάνε από τις σάρκες τους.

18/9/2025
Ο Σταμάτης Σπανουδάκης είναι ένα από τα πρόσωπα που με απασχολούν στο νέο βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)», που κυκλοφορεί τώρα από το Όγδοο. Και σε σχέση με το mid-sixties συγκρότημά του, τους U.L.S., και πιο μετά – όταν π.χ. βρισκόταν στο ίδιο πάλκο με τον Donovan!
Πού και πότε είναι τραβηγμένη αυτή η φωτογραφία θα το διαβάσεις στο βιβλίο.

17/9/2025
>>Μητσοτάκης: Διασκεδάζω με τα σενάρια της πλατείας Κολωνακίου για άλλον πρωθυπουργό, αλλαγή εκλογικού νόμου, πρόωρες
Μητσοτάκης: Πρωθυπουργό εκλέγει ο λαός, όχι οι παράγοντες<<

Αν εξαιρέσεις πως Πλατεία Κολωνακίου δεν υπάρχει (μια τρύπα υπάρχει εκεί πέρα), ενώ υπάρχουν και «φυτευτοί» πρωθυπουργοί, που έχουν κυβερνήσει ερήμην του λαού, με όλα τα υπόλοιπα διασκεδάζουμε κι εμείς...

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2025

PHIL HAYNES & FREE COUNTRY το “Liberty Now!” είναι ένα ακόμη σπουδαίο άλμπουμ

Ο ντράμερ της jazz και improv-jazz Phil Haynes είναι ένα πρόσωπο, για το οποίο γράφουμε συχνά στο blog, είτε σε σχέση με τα προσωπικά του ηχογραφήματα (με τα σχήματά του εννοούμε) είτε σε σχέση με τις παρουσίες του σε ποικίλα teams. Οι δίσκοι και τα γκρουπ είναι αρκετά, και ανάμεσά τους ας ξεχωρίσουμε, τώρα, επειδή υπάρχει λόγος, τους Phil Haynes & Free Country, με Hank Roberts τσέλο, φωνή, Jim Yanda κιθάρα, φωνητικά και Drew Gress μπάσο, φωνητικά. Το σχήμα αυτό υπάρχει πολλά χρόνια, καθώς ηχογράφησε για πρώτη φορά το 1997 και έως σήμερα έχει δώσει πέντε δίσκους. Για τον προτελευταίο από αυτούς, το 2CD “60/69 - My Favorite Things” (2016) έχουμε γράψει παλαιότερα, σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα:
«Οι Free Country δεν καταπιάνονται, για πρώτη φορά, με κάτι άλλο... περασμένων εποχών. To έργο έχει ξεκινήσει το 1997 με το πρώτο μέρος, συνεχίστηκε με το “Free Country II: The Way the West Was Won” το 2002 (στα δύο άλμπουμ ανασκευάστηκαν μουσικές και τραγούδια βασικά πριν από το 1950), για να συνεχιστεί με το “Live / Something Beatles” το 2014, φθάνοντας τώρα στο τέταρτο μέρος, εκεί όπου η δεκαετία του ’60 βασικά έχει την τιμητική της (λέω «βασικά» επειδή στο “60/69”ακούγεται και το “Whats going on” του 1971 π.χ.). Το ρεπερτόριο είναι αυτό που πρέπει να είναι. Διάφορα tracks του Jimi Hendrix, των Beatles, των Doors, των Beach Boys, και ακόμη “Walk on by”, “California dreaming”, “Sex machine”, “Star trek”, “A love supreme”, “Both sides now” κ.λπ., όλα με γνώση και άποψη εναρμονισμένα και ενορχηστρωμένα για τέσσερα όργανα (τσέλο, κιθάρα, μπάσο, ντραμς) και φωνή κάποιες φορές (“Little wing”, “Fire”, “Walk on by”, “Whats going on” κ.λπ.)».
Και κάπως έτσι ερχόμαστε στο πιο νέο 2CD των Phil Haynes & The Free Country, που αποκαλείται Liberty Now!” [Corner Store Jazz, 2025] (η αναφορά στο “We Insist!: Max Roachs Freedom Now Suite” από το 1961 είναι προφανής), που, στο πρώτο μέρος του, καταγράφει δώδεκα συνθέσεις των μελών του σχήματος. Ηχογραφημένο βασικά τον Δεκέμβριο του ’24 (ένα track γράφτηκε τον Μάρτιο του ’25) κάπου στο Newfield της Νέας Υόρκης, το “Liberty Now!” αποτελεί μια ευφυή συνύπαρξη jazz, προχωρημένης jazz, avant, folk και country, με τους τέσσερις μουσικούς να αποδεικνύουν περίτρανα όχι μόνον τις παικτικές και συνθετικές ικανότητές τους, μα ακόμη και τη γνώση τους έναντι της αμερικάνικης «λευκής» μουσικής παράδοσης, συνεισφέροντας σ’ έναν ήχο, που έχει βαθιές ρίζες (και λαϊκές από 100ετίας και πιο προχωρημένες από τα 60s – θυμόμαστε διάφορα άλμπουμ του Gary Burton για παράδειγμα).
Υπάρχουν καταπληκτικά κομμάτια εδώ, όπως το “The wire” (του Roberts), που θα έστελνε ουκ ολίγα ροκ γκρουπ της americana... για βρούβες, ενώ πολύ καλά είναι βεβαίως και τα δύο τραγούδια του δίσκου, το “Joy” και το “Dawn on the Gladys Marrie” (αμφότερα συνθέσεις του Haynes), με κομμάτια σαν τα “Situation ethnic”, “Past time” κ.λπ. να δείχνουν πώς το λευκό blues εξακολουθεί να επηρεάζει την jazz ή μάλλον να συνυπάρχει μαζί της εκατό χρόνια μετά από τα κατορθώματα του Singing Brakeman (Jimmie Rodgers). Φυσικά, κομμάτια σαν τα “Strands of liberty”, “Higgens” κ.λπ. δείχνουν πώς ακριβώς οι λαϊκές μουσικές μπορούν να επικοινωνήσουν και με την avant-garde – με όλα τούτα να συμβαίνουν με τρόπο ανεπαίσθητο και κυρίως αισθητικώς, μα και κοινωνικώς τεκμηριωμένο.
Στο δεύτερο CD, τώρα, που συμπληρώνει την έκδοση “Liberty Now!”, οι Phil Haynes & Free Country καταγράφονται σε επιλογές από τα τέσσερα προηγούμενα άλμπουμ τους (θ’ ακούσεις “Revolution”, “Johnny Guitar”, “Respect”, “Whats going on”, “What a wonderful world” και άλλα διάφορα), τοποθετημένες έτσι ώστε να φαίνεται στην εντέλειά της η δουλειά που κάνει αυτό το λαϊκά προχωρημένο σχήμα σχεδόν τριάντα χρόνια τώρα.
Μία έξοχη έκδοση συνολικά!
Επαφή: www.philhaynesmusic.bandcamp.com, www.cornerstorejazz.com

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2025

TRIO OF BLOOM (CRAIG TABORN / NELS CLINE / MARCUS GILMORE) ένα νέο προχωρημένο jazz, improv και fusion σχήμα

Καινούριο προχωρημένο jazz, improv-jazz και fusion σχήμα είναι οι Trio of Bloom, το οποίο αποτελούν οι Craig Taborn πλήκτρα, Nels Cline εξάχορδες, δωδεκάχορδες, lap steel κιθάρες, μπάσο σε δύο tracks και Marcus Gilmore ντραμς, κρουστά. Έτσι ακριβώς, σαν τριπλέτα, μπήκαν οι φίλοι μας στο Bunker, του Brooklyn, τον Νοέμβριο του ’24, για να βγουν από ’κει με τούτο το πάρα πολύ καλό CD (2025), που φέρει ως τίτλο τα ονόματά τους, και που κυκλοφορεί, τώρα, από τη γνωστή μας Pyroclastic Records.
Δεν ξέρω αν πρέπει να γράψω κάποια λόγια για τους τρεις μουσικούς, που είναι ούτως ή άλλως πρώτα ονόματα στο χώρο, αλλά αν υπάρχει λόγος να το κάνω τότε θα έλεγα για τον πιανίστα Craig Taborn (γενν. το 1970 στο Detroit) πως είναι ένας ξεχωριστός μουσικός για την σύγχρονη σκηνή – με τις ιδέες του να μετατρέπονται συνεχώς σε άλμπουμ, διαφορετικά άλμπουμ, που δείχνουν απλώς, πως μπορεί να κινείται με μεγάλη άνεση τόσο εντός, όσο και εκτός ορίων. Να θυμηθούμε τις παρουσίες του στα CD του Thomas StrønenRelations” [ECM, 2024] και του Ches Smith Interpret it Well” [Pyroclastic, 2022], το προσωπικό CD του “Shadow Plays [ECM, 2021], την ηχογράφησή του με τους Junk Magic Compass Confusion” (2020), τον κοινό δίσκο του με τον συνάδελφό του Vijay IyerThe Transitory Poems” (2019) την παρουσία του στους Chris Lightcaps Bigmouth (ένας από τους δεκάδες σχηματισμούς, με τους οποίους έχει συνεργαστεί) κ.λπ. Καινοτόμος και ρηξικέλευθος, δοκιμάζοντας πολύ με ηλεκτρονικά, σε παράξενες κατευθύνσεις, μα και πιο «κλασικός», όταν το θελήσει, ο Craig Taborn, φιλοδοξεί με κάθε νέα δουλειά του να κάνει την διαφορά.
Τώρα, για τον Nels Cline (γενν. το 1956) να πω απλώς πως πρόκειται για τον κιθαρίστα των Wilco, πως έχει προσωπική δισκογραφία από την αρχή των 80s και συμμετοχές-παρουσίες σε δεκάδες jazz και improv-jazz projects. Στο δε δισκορυχείον τον έχουμε δει στο φερώνυμο CD (2021) της φαγκοτίστριας-μπασουνίστριας Sara Schoenbeck και ακόμη ως μέλος της Satoko Fujii Orchestra New York, στα άλμπουμ της “Entity” [Libra Records, 2019] και “Fukushima” [Libra Records, 2017].
Τέλος, ο Marcus Gilmore (γενν. το 1986) είναι ένας ντράμερ με ιδιαίτερη παιδεία, μέλος του Vijay Iyer Trio, δίπλα σε δουλειές του Jason Palmer, της Patricia Brennan, της Lisa Hilton κ.λπ.
Αυτοί οι τρεις μουσικοί, λοιπόν, «κρύβονται» πίσω από το εν λόγω CD, που έχει τον τρόπο να σε κρατάει σε επιφυλακή, καθ’ όλη τη διάρκειά του.
Κατ’ αρχάς να πω πως από τα έντεκα κομμάτια που καταγράφονται σ’ αυτό τα οκτώ είναι πρωτότυπα, ενώ υπάρχουν και τρεις
versions στα “Nightwhistlers” του Ronald Shannon Jackson, “Diana” του Wayne Shorter και “Bend it” του Terje Rypdal. Οι επιλογές αυτές δείχνουν φυσικά το εύρος των ακουσμάτων των τριών οργανοπαικτών, αλλά συγχρόνως δείχνουν και κάτι από την παλέτα του ήχου, που απλώνεται στον δίσκο, ο οποίος είναι σφόδρα ηλεκτρικός στο μεγαλύτερο μέρος του – ενώ, ενδιαμέσως, εντοπίζεις και άλλα στοιχεία, με συνθέσεις πιο αργές, και ατμοσφαιρικές, σ’ ένα ύφος progressive ambient.
Βεβαίως το πύρινο fusion κυριαρχεί σε tracks σαν το εισαγωγικό (του Jackson), ενώ η ίδια δύναμη διατρέχει και κομμάτια σαν τα “Queen king” (με πρωταγωνιστές τόσο τα πλήκτρα του Taborn, όσο και τις πενιές του Cline, που το έχει γράψει κιόλας) και “Bloomers” (σύνθεση των τριών), που συνοψίζει, και λόγω της 10λεπτης διάρκειάς του, μεγάλο κομμάτι των αισθητικών απόψεων του τρίο – το οποίον, εδώ, μάχεται σε improv και πειραματικά πλαίσια. Φυσικά, πάντα υπάρχει επαναφορά, μετά από τέτοια ιλιγγιώδη tracks, με κάτι περισσότερο βατό και μελωδικό, όπως συμβαίνει με το 7λεπτο “Eye shadow eye” (του Cline), πριν εξελιχθεί και αυτό προς κάτι βαρύτερο.
Το άλμπουμ του Trio of Bloom διαθέτει πολλές στιγμές συναρπαστικής μουσικής, ενώ και σαν σύνολο δεν παύει να έχει τη δική του ταυτότητα.
Επαφή: www.pyroclasticrecords.com

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 669

17/9/2025
Η ποιητική «γενιά του ’70» ή της «αμφισβήτησης», όπως λέγεται επίσης, με ενδιαφέρει πολύ, επειδή σχετίζεται με το ροκ. Όχι πως αδιαφορώ για την πριν και μετά ποίηση, αλλά, επειδή ασχολούμαι με το ροκ, τη συγκεκριμένη «γενιά» τη μελετάω ειδικώς.
Κατ’ αρχάς να πω πως ο όρος «γενιά», που είναι εντελώς παρεξηγήσιμος, και σχεδόν ό,τι να ’ναι από το ’70 και μετά, δόθηκε σ’ αυτούς τους ποιητές από ένα εξέχον μέλος τους, τον Βασίλη Στεριάδη, που πρώτος έγραψε στο «Λωτό», για τη γενιά του ’70 (δεν την έδωσαν φιλόλογοι, ούτε κριτικοί θέλω να πω την ονομασία αυτή).
Ο Λεφτέρης Πούλιος σ’ ένα ποίημά του από την πρώτη συλλογή του, το 1969, γράφει: «γενιά μου συντρόφισσά μου / με τα χέρια σου και τα δαχτυλίδια σου», κι επειδή ο Πούλιος διάβαζε από τότε Allen Ginsberg σίγουρα θα είχε κατά νου την εισαγωγή από το «Ουρλιαχτό»: «Είδα τα καλύτερα μυαλά της γενιάς μου χαλασμένα απ’ την τρέλα».
Με άλλα λόγια η λέξη «γενιά», για τους ποιητές του ’70 υπήρξε πρωταρχική, σηματοδοτεί πολλά (συντροφικότητα, κοινά οράματα, κοινές πληγές, πίστη σε ουτοπίες κ.λπ.) και δεν μπορεί να παραλληλιστεί με καμία από τις μετέπειτα ποιητικές-φιλολογικές γενιές, που εν πολλοίς δεν έχουν κανένα ουσιαστικό νόημα (να αποκαλούνται "γενιές" εννοώ). Αναμενόμενο ήταν, λοιπόν, πολλοί ποιητές της «γενιάς του ’70» να έχουν επιρροές από το μπητ, το ροκ, τους χίπις και άλλες όψεις της αντικουλτούρας.
Στο νέο βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)», που τώρα κυκλοφορεί από το Όγδοο, αναφέρομαι σε διάφορους ποιητές και ποιήτριες της «γενιάς του ’70», όπως στην Τζένη Μαστοράκη, στον Λεφτέρη Πούλιο, τον Δημήτρη Ιατρόπουλο, την Έλενα Στριγγάρη, την Ανίττα Κουτσουβέλη, την Κατερίνα Κουτσογιαννοπούλου κ.ά., χωρίς, εννοείται, να το έχω εξαντλήσει το θέμα... στο οποίο θα επανέλθω στο μέλλον.

17/9/2025
Όταν έβλεπα το Μπρουμπέικερ με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, το 1981, το καλοκαιρινό σινεμά, στο διάλειμμα, έπαιζε αυτό. Το θυμάμαι πολύ καλά. Στη μνήμη του...
https://www.youtube.com/watch?v=rmLr1Xl5z9k&list=RDrmLr1Xl5z9k&start_radio=1

16/9/2025
Βέβαια το όνειδος του καραμαλισμού στις μέρες μας είναι αυτός ο γιος του Αχιλλέα, αλλά, ρε φίλε, αν ήμουνα καραμαλικός θα σιχαινόμουνα να βρίσκομαι στο ίδιο κόμμα με τους ακροδεξιούς του καρατζαφίρερ και με τα κουμάσια του σημιτοπασόκ.

16/9/2025
Όταν ήμουνα φοιτητής Άννα Βίσση άκουγαν μόνο οι ΔΑΠίτες και οι ΔΑΠίτισσες. Και τώρα, μέσες-άκρες, αυτοί ακούνε... Εμείς της Αριστεράς τα «φτύναμε» όλα αυτά και καλά κάναμε. Εγώ τα απορρίπτω και τώρα δηλαδή, όχι γιατί θεωρώ τον εαυτό μου κολλημένο αριστερό, αλλά γιατί πάντα προτιμούσα και προτιμώ, το φτηνό ή το κακό γούστο από το μέσο γούστο. Γουστάρω ν’ ακούω Λέτα Πάνου ας πούμε, παρά Άννα Βίσση.
Δείτε επίσης το γεγονός πως η διανόηση δεν έχει γράψει ποτέ κάτι καλό για την Αννούλα. Γιατί την ενδιαφέρει περισσότερο το αυθεντικό από το ό,τι να ’ναι. Η καλτίλα, από το κοινό χαζοτράγουδο. Γι’ αυτό έβλεπες τον Zappa να γράφει για τις Shaggs, τον Βέλτσο για τον Διονυσίου και τον Βαρβέρη για την Καίτη Ντάλη.
Ακόμη και οι συστημικοί διανοούμενοι δεν γράφουν για την Άννα – και αυτό θα ’ναι πάντα ένα θέμα. Ξύστε ρε τα μολύβια σας και γράφτε κάτι – δεν είναι όλα για πέταμα. Η Πρωτοψάλτη, ο Ρέμος και τόσοι άλλοι έχουν πει πολύ χειρότερα από τη Βίσση, αλλά τους εκτιμάτε.

16/9/2025
Γιατί αποτέλεσαν τομή «Τα Νέγρικα» των Μάνου Λοΐζου-Γιάννη Νεγρεπόντη (στη φωτό) το 1966-67 (λίγο πριν από τη δικτατορία); Τι σήμαινε για την Αριστερά και για το τραγούδι με προοδευτικό στίχο η συνύπαρξή του με το ροκ της εποχής; Τι δουλειά είχαν οι «μοντέρνοι» Cinquetti μ’ έναν «έντεχνο» συνθέτη, με πολιτικές ρίζες στους Λαμπράκηδες;
Για όλα αυτά θα διαβάσεις στο νέο βιβλίο μου «Ροκ, Ελληνικό Ροκ, Κοινωνία & Πολιτική στη Μακρά Δεκαετία του ’60 (μία αντι-ανάγνωση)», που τώρα κυκλοφορεί από το Όγδοο (λινκ στα σχόλια).

15/9/2025
Η ιστορία των δύο τευχών του περιοδικού «Αντί» επί δικτατορίας, το 1972, και η σχέση του εντύπου με το ελληνικό ροκ, περιγράφονται με λεπτομέρειες στο νέο βιβλίο μου, που κυκλοφορεί τώρα από το Όγδοο.

14/9/2025
>>Σε παραδοχή «λάθους συναγερμού» όσον αφορά την «απειλή με drone» το Σάββατο (13/9) προχώρησε η αρμόδια Αρχή της Πολωνίας, καθώς τα ραντάρ «μπερδεύτηκαν» λόγω… κακοκαιρίας.<<
>>Η Λευκορωσία ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι κατέρριψε ορισμένα drones που παρέκκλιναν λόγω ηλεκτρονικών παρεμβολών κατά τη διάρκεια ανταλλαγής πληγμάτων μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, και ότι το Μινσκ είχε ενημερώσει την Πολωνία και τη Λιθουανία για την προσέγγιση των drones.<<
>>Καμία ρωσική παρεμβολή στο GPS: Η Βουλγαρία ανατρέπει τον ισχυρισμό ότι το αεροπλάνο της φον ντερ Λάιεν μπήκε στο στόχαστρο της Μόσχας<<

Πέραν του γεγονότος πως αυτά δεν θα τα πολυ-διαβάσεις (λόγω... θέσης 108), σε σχέση με τα πρωτοσέλιδα της... κήρυξης πολέμου των ευρωατλανιστών κατά των ρώσων, που γίνονται... viral, είναι βασικά η γελοιότητα τού να εκβιάζεις καταστάσεις, για να δικαιολογήσεις το εγκληματικό, για τους ήδη φτωχοποιημένους ευρω-λαούς, rearm Europe.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2025

ΚΩΣΤΗΣ ΔΡΥΓΙΑΝΑΚΗΣ το νέο experimental-noise άλμπουμ του

Το πιο πρόσφατο CD τού συνθέτη-πειραματιστή Κωστή Δρυγιανάκη (Costis Drygianakis), που αποκαλείται Unresolved Issues [Tanzprocesz, 2025] αποτελείται από ένα μόνο track, που διαρκεί περί τα 55 λεπτά. Το κομμάτι αυτό δημιουργήθηκε σταδιακά, από τον Οκτώβριο του 2020 έως τον Φεβρουάριο του 2024, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο TV Control Centre (Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων) στην Κυψέλη, στις 3 Μαρτίου 2024, ενώ τώρα, εδώ, έχουμε τη δισκογραφική αποτύπωσή του (σ’ ένα all paper gatefold CD).
Φυσικά, το “Unresolved issues” είναι ένα πειραματικό track, στο οποίο έχουν συμβάλλει πολλοί μουσικοί, σε ανεπαίσθητους και όχι πάντα εμφανείς ρόλους. Τα ονόματα είναι κάμποσα, αλλά αξίζει να αναφερθούν. Πρόκειται λοιπόν για τους/τις: Μαντώ Αναστασίου βιολί, Γιάννη Αργυρόπουλο, πιάνο, glockenspiel, Nicole Forlida κιθάρες, Χρήστο Καλτή μπάσο, Χάρη Κουτσοκώστα electronics, balloon, Κώστα Παντόπουλο κλαρινέτο, recordings, Χρήστο Παπαγεωργίου βιολί, bowl, rainstick, Παύλο Wax Παυλίδη σαξόφωνο, balloon, Κυριακή Πολίτου κιθάρες, Paolo Sanna waterphone, Νίκο Βελιώτη τσέλο, Λάμπρο Ζαφειρόπουλο recordings, Αγάπη Ζάρδα τρομπέτα, μπάσο και Κωστή Δρυγιανάκη ό,τι άλλο. Τι μπορεί να είναι αυτό το «ό,τι άλλο»; Βασικά η διευθέτηση, ταξινόμηση και επεξεργασία όλου αυτού του υλικού. Η σύνθεσή του, εννοώ, ώστε να αποτελέσει «έργο». Να έχει μια πορεία, μια διαδρομή, μια αρχή, όλα τα ενδιάμεσα στάδια, με τις πάσης φύσεως νύξεις, και βεβαίως ένα τέλος.
Το experimental-noise είναι ένας χαρακτηρισμός, που θα μπορούσε να διέπει το “Unresolved issues” σε όλη την έκτασή του. Άρα ο θόρυβος είναι το ένα δεδομένο. Θόρυβος, όμως, όλων των διαφορετικών υψών. Από ανεπαίσθητος και χαμηλός, μέχρι σκληρός και υψηλός. Μαζί με τον θόρυβο, σε βασικό επίσης ρόλο, ακούμε τις διάφορες field recordings (π.χ. τον εκκλησιαστικό και τον κηρυγματικό λόγο σε διάφορα σημεία – προς τη μέση και προς το τέλος) και φυσικά όλα τα όργανα – για τα οποία θα πρέπει να στήσεις αυτί, όπως λέμε, σε αρκετές φάσεις, για να διαπιστώσεις την παρουσία και τη συνεισφορά τους.
Το “Unresolved Issues” είναι ένα «δύσκολο» άλμπουμ, που μεταφέρει στον ακροατή –όπως πάντα συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις– έναν πολύπλοκο και πολυδιάστατο ηχητικό κόσμο. Αναπτύσσεται και εξελίσσεται με βάση την πείρα και το ταλέντο ενός εγνωσμένης αξίας πειραματιστή, και αυτό αποτελεί εχέγγυο, ώστε να πειστείς και ν’ ασχοληθείς σοβαρά μαζί του. (Να ρίξεις το CD στο player και να το ακούσεις, εννοώ, με προσοχή).
Επαφή: https://tanzprocesz.bandcamp.com/album/unresolved-issues

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2025

HENCE CONFETTI μία μεταλλική μπάντα από την Αυστραλία

Οι Hence Confetti (Rowland Hines κιθάρες, φωνή, Gareth Dwyer κιθάρες, Nathan Russell μπάσο, Adam Golsby ντραμς) είναι μία καινούρια μεταλλική μπάντα από την αυστραλιανή πόλη Bathurst (200 km ΒΔ του Σίδνεϊ), που κάνει τώρα τη δεύτερη εμφάνισή της στη δισκογραφία, μετά από το φερώνυμο CD/EP της το 2023, για το οποίο, επίσης, έχουμε γράψει στο blog. Σύντομης διάρκειας (λίγο πάνω από τα 25 λεπτά) είναι και το παρόν Duress [Bird’s Robe Records, 2025], ένα CD, εντελώς «μαύρο» στην όψη, αλλά και... εντός, πολλές φορές, στο ηχητικό κομμάτι του.
Οι
Hence Confetti δεν είναι ένα τυπικό εναλλακτικό «μεταλλικό» σχήμα. Διαθέτουν, βεβαίως, πολλά τέτοια χαρακτηριστικά (και στις κιθαριστικές ταχύτητες, και στα βαρέων βαρών riffs και στα μανιασμένα-growl vocals του Hines και στο σαν-πολυβόλο rhythm section), όμως στην πράξη έχουν τον τρόπο να περνούν και άλλα στοιχεία στα κομμάτια τους, είτε περισσότερο hard rock και prog (“Promise”), είτε ακόμη και πειραματικά (“Void”), δείχνοντας μια άνεση στο να ενσωματώνουν, με γόνιμο τρόπο, ποικίλα στοιχεία της ροκ παράδοσης. Δεν ξέρω γιατί, αλλά στο “The road is thinning” το κιθαριστικό παίξιμο μου θύμισε Ollie Halsall και Patto (όπως και η σύνθεση γενικότερα – όχι ο ήχος αναγκαστικώς), κάτι που μόνο ως θετικό το εκλαμβάνω.
Επαφή: www.birdsrobe.com