Οι συσχετίσεις που γίνονται, μέσα στα χρόνια, ανάμεσα στο
αμερικάνικο blues και
το ελληνικό ρεμπέτικο (με τις οποίες γενικώς δεν συμφωνώ, αλλά πλέον θεωρούνται
κοινές) είναι παλιά ιστορία. Τις ξεκίνησαν άνθρωποι που ακούγανε blues και ροκ βασικά, και όχι
ρεμπέτικα σε πρώτη φάση, και που διαπίστωναν κάποιου τύπου «επικοινωνία»
ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο περιθωριακά, στον καλό καιρό τους, στυλ.
Ο Δημήτρης Πουλικάκος, ας πούμε, που έπαιζε blues στα νιάτα του και με τους M.G.C. και με τον Εξαδάκτυλο (και τώρα παίζει δηλαδή), είναι ο πρώτος (αποδεδειγμένο αυτό – μέχρι να βρεθεί κάποιος άλλος... πιο πρώτος), που είχε αποκαλέσει το ρεμπέτικο «ελληνικό μπλουζ» ήδη από το 1971. Και θα ’ταν πέντε χρόνια αργότερα, το 1976, όταν θα επιχειρούσε, έστω και μέσα από μια ημι-σατιρική φόρμα, να ενώσει blues και λαϊκο-ρεμπέτικες αναφορές στο γνωστό δικό του «Πες μου βρε τρελλή» (από το LP «Μεταφοραί Εκδρομαί “Ο Μήτσος”»).
Θέλω να πω πως αυτά όλα τα είχε κατά νου ο Παύλος Σιδηρόπουλος, βασικά μέσα από την παρέα της Lyra, στην αρχή του ’70. Ήξερε, εννοώ, τις απόψεις του Τάσου Φαληρέα για το «ελληνικό underground» (που δεν ήταν οι ρόκερ και οι ροκάδες, αλλά ο Τσιτσάνης, η Μπέλλου και ο Γιάννης Παπαϊωάννου), ήξερε και αυτά που έλεγε και έκανε Πουλικάκος – αν και η δική του προσέγγιση διέφερε από τη δική τους.
Αν ο Φαληρέας ήταν ο θεωρητικός της
ευρύτερης παρέας, ο διανοούμενος να το πω έτσι, που προσέγγιζε το θέμα πιο πολύ
με το μυαλό, προτείνοντας απάτητες διαδρομές, ο Πουλικάκος ήταν εκείνος που του
έδινε τα εφαρμόσιμα λαϊκά (με την ευρεία έννοια) χαρακτηριστικά του. Λίγη
πλάκα, λίγη λαϊκή θυμοσοφία, και πολλή εξωστρέφεια – καθότι δεν πρέπει με
τίποτα να μας πάρει από κάτω. Αυτό ήταν (και παραμένει) το κυρίαρχο μότο στον
Πουλικάκο, μέχρι τις μέρες μας. Αντιθέτως η προσέγγιση του Σιδηρόπουλου ήταν
περισσότερο συναισθηματική. Βίωνε ένα είδος περιθωρίου ο άνθρωπος, και αυτό
οπωσδήποτε τον επηρέαζε σε οτιδήποτε έκανε εκείνα τα χρόνια. Δεν ήταν η χαρά
και το γλέντι εκείνα που προείχαν. Ήταν η απόγνωση, μία ηθελημένη απομόνωση και
μαζί τους μια κάποια ανατροφοδοτούμενη μιζέρια. Όπως είχε πει και ο ίδιος σε
μια συνέντευξή του στην Ιουλία Ραλλίδη, για το περιοδικό «Σχολιαστής»
το 1987, ερωτώμενος αν υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στο blues και το ρεμπέτικο:
«Μουσικά, ναι (σ.σ. μουσικά με τίποτα). Γιατί υπάρχουν οι παλιοί μπλουζίστες, που ο τρόπος ζωής τους μοιάζει πολύ με αυτόν των ρεμπέτηδων, κάτω βέβαια από άλλες συνθήκες και από άλλες εκφραστικές εικόνες. Άλλες φωτογραφίες θα είχαμε με λιμάνια, λουλάδες κ.λπ., κι άλλες θα ήταν οι φωτογραφίες με μπλουζίστες στην Αμερική, με κουνιστές πολυθρόνες, φυτείες και τέτοια. Όμως το feeling είναι το ίδιο. Απ’ αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε πως οι δυο κουλτούρες έχουν κάποια συγγένεια. Επίσης η blue, η μελαγχολική κλίμακα των μπλουζ μοιάζει με το παράπονο των ρεμπέτηδων και με ορισμένους δρόμους τους (σ.σ. Το feeling δεν είναι το ίδιο. Στους ρεμπέτες υπάρχει εξωστρέφεια και βεβαίως η ενδυνάμωση τού «είναι» μέσα από τη μαγκιά. Είναι περήφανοι γι’ αυτά που λένε και κάνουν. Δεν κρύβονται. Ούτε αυτοοικτίρονται, στο βαθμό τουλάχιστον που το κάνουν οι μαύροι καταπιεσμένοι μπλουζίστες). Αν αυτό το σκεφτεί κανείς και μουσικά, μπορεί να βγάλει ένα μείγμα –ας το πούμε έτσι– που θα ’ναι όμως δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να βγει κάτι ωραίο ή κάτι τελείως απαράδεκτο. Θα το καταλάβεις μόνο αν το κάνεις στην πράξη.(...)».
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/paylos-sidiropoylos-exi-peiragmena-rempeto-mployz-toy-prigkipa
Ο Δημήτρης Πουλικάκος, ας πούμε, που έπαιζε blues στα νιάτα του και με τους M.G.C. και με τον Εξαδάκτυλο (και τώρα παίζει δηλαδή), είναι ο πρώτος (αποδεδειγμένο αυτό – μέχρι να βρεθεί κάποιος άλλος... πιο πρώτος), που είχε αποκαλέσει το ρεμπέτικο «ελληνικό μπλουζ» ήδη από το 1971. Και θα ’ταν πέντε χρόνια αργότερα, το 1976, όταν θα επιχειρούσε, έστω και μέσα από μια ημι-σατιρική φόρμα, να ενώσει blues και λαϊκο-ρεμπέτικες αναφορές στο γνωστό δικό του «Πες μου βρε τρελλή» (από το LP «Μεταφοραί Εκδρομαί “Ο Μήτσος”»).
Θέλω να πω πως αυτά όλα τα είχε κατά νου ο Παύλος Σιδηρόπουλος, βασικά μέσα από την παρέα της Lyra, στην αρχή του ’70. Ήξερε, εννοώ, τις απόψεις του Τάσου Φαληρέα για το «ελληνικό underground» (που δεν ήταν οι ρόκερ και οι ροκάδες, αλλά ο Τσιτσάνης, η Μπέλλου και ο Γιάννης Παπαϊωάννου), ήξερε και αυτά που έλεγε και έκανε Πουλικάκος – αν και η δική του προσέγγιση διέφερε από τη δική τους.
«Μουσικά, ναι (σ.σ. μουσικά με τίποτα). Γιατί υπάρχουν οι παλιοί μπλουζίστες, που ο τρόπος ζωής τους μοιάζει πολύ με αυτόν των ρεμπέτηδων, κάτω βέβαια από άλλες συνθήκες και από άλλες εκφραστικές εικόνες. Άλλες φωτογραφίες θα είχαμε με λιμάνια, λουλάδες κ.λπ., κι άλλες θα ήταν οι φωτογραφίες με μπλουζίστες στην Αμερική, με κουνιστές πολυθρόνες, φυτείες και τέτοια. Όμως το feeling είναι το ίδιο. Απ’ αυτή την άποψη μπορούμε να πούμε πως οι δυο κουλτούρες έχουν κάποια συγγένεια. Επίσης η blue, η μελαγχολική κλίμακα των μπλουζ μοιάζει με το παράπονο των ρεμπέτηδων και με ορισμένους δρόμους τους (σ.σ. Το feeling δεν είναι το ίδιο. Στους ρεμπέτες υπάρχει εξωστρέφεια και βεβαίως η ενδυνάμωση τού «είναι» μέσα από τη μαγκιά. Είναι περήφανοι γι’ αυτά που λένε και κάνουν. Δεν κρύβονται. Ούτε αυτοοικτίρονται, στο βαθμό τουλάχιστον που το κάνουν οι μαύροι καταπιεσμένοι μπλουζίστες). Αν αυτό το σκεφτεί κανείς και μουσικά, μπορεί να βγάλει ένα μείγμα –ας το πούμε έτσι– που θα ’ναι όμως δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να βγει κάτι ωραίο ή κάτι τελείως απαράδεκτο. Θα το καταλάβεις μόνο αν το κάνεις στην πράξη.(...)».
https://www.lifo.gr/culture/music/paylos-sidiropoylos-exi-peiragmena-rempeto-mployz-toy-prigkipa
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου