Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

BOB DYLAN ελληνική διάσταση

Το κείμενο Bob Dylan: η ελληνική διάσταση δημοσιεύτηκε κατά πρώτον στην LiFO –τόσο στην έντυπη (#390, 12/6/2014) όσο και στο site http://www.lifo.gr/mag/features/4344. Εδώ το αναδημοσιεύω στην πλήρη μορφή του, όπως το έγραψα αρχικώς, πριν ξεκινήσω να το περικόβω για να φθάσω στις 800-1000 λέξεις που μου είχαν ζητηθεί. Επέλεξα να μεταφέρω κάτι για τον Bob Dylan (αυτό το περί της… ελληνικής διάστασής του δηλαδή), που να μην είναι προφανές, που να μην αναπαράγει τα ίδια και τα ίδια (απ’ αυτά που διαβάζουμε κατά κόρον στον Τύπο), που να μην αναλώνεται σε φιλολογικούρες και φαντασιοπληξίες, έχοντας μονίμως στο νου μου πως γράφω ως Έλληνας και όχι ως Αμερικάνος…
Η πρώτη φορά που αναφέρθηκε το όνομα του Bob Dylan στον ελληνικό Τύπο φαίνεται πως ήταν στην εφημερίδα Αυγή (φύλλο της 12/7/1964), σ’ ένα άρθρο με τίτλο «Μια συνείδηση που τραγουδά/ Μπομπ Ντάιλαν/ ο νεαρός Αμερικανός τροβαδούρος τραγουδά τους καημούς των νέγρων» (τούτο αναφέρεται στο βιβλίο του Κώστα Κατσάπη Το «Πρόβλημα Νεολαία» στις εκδόσεις Απρόβλεπτες, το 2013). Από εκείνο το άρθρο στην Αυγή, πάντως, έμαθε τον Dylan ο Διονύσης Σαββόπουλος (οργανωμένος τότε στην ΕΔΑ). Όπως είχε γράψει και ο ίδιος (ο Σαββόπουλος) στην LiFO (#183, 10/12/2009): «Εκείνη την άνοιξη (σ.σ. μάλλον επρόκειτο για καλοκαίρι) ενόψει της πορείας Ειρήνης, διάβασα στην Αυγή ένα δίστηλο με τη φωτογραφία ενός νέου Αμερικανού τροβαδούρου. Τον παρουσίαζε σαν ένα τραγουδιστή της εργατικής τάξης. Αυτό μου κίνησε την περιέργεια και θυμάμαι ότι πήγα την άλλη μέρα στα καταστήματα δίσκων για να τον βρω, αλλά ήταν παντελώς άγνωστος». Έτσι, ο Σαββόπουλος, πριν ακόμη εκδώσει το «Φορτηγό» του (Δεκέμβριος 1966) είχε ήδη σκύψει στην τραγουδοποιία του Αμερικανού. Υπαινιγμοί από το “It ain’t me babe” υπάρχουν στο «Βιετνάμ γιε-γιε», ενώ και στο οπισθόφυλλο του δίσκου διαβάζουμε… «αυτά που θ’ ακούσετε εδώ μέσα, δεν είναι ακριβώς τραγούδια, είναι μάλλον μια σειρά ασκήσεις φυσικής αναπνοής»… φράση δανεισμένη από μία αντίστοιχη που υπήρχε στο οπισθόφυλλο του “Highway 61 Revisited” που είχε κυκλοφορήσει τον Αύγουστο του ’65 (“the songs on this specific record are not so much songs but rather exercises in tonal breath control”). Ίσως πιο πριν από τον Σαββόπουλο –και σίγουρα πριν από εκείνον στην δισκογραφία– να έσκυψε πάνω στα τραγούδια του Bob Dylan η Μαριάννα Τόλη, η οποία το 1966 κυκλοφορεί ένα EP στην Zodiac του Αλέξανδρου Πατσιφά, στο οποίο διασκεύαζε τέσσερα αμερικανικά folk τραγούδια. Το “He was a friend of mine” ήταν/είναι παραδοσιακό, το οποίο η Marianna (έτσι υπέγραφε εκείνο το EP) το απέδιδε στηριγμένη στην ενοργάνωση / διασκευή του Dylan («arr. by Bob Dylan» διαβάζουμε στο δισκάκι της), αν και το τραγούδι πρέπει να το είχε ακούσει από τον Dave Van Ronk (υπάρχει στο LP του “Folksinger” του 1963).
Εκείνη την εποχή, στα μέσα των sixties, το όνομα του Bob Dylan αρχίζει να γίνεται σιγά-σιγά όλο και πιο γνωστό στην Ελλάδα, αφού ακόμη και οι Μοντέρνοι Ρυθμοί αναφέρονταν σ’ αυτόν. Στο τεύχος 32 (23/6/1965) ο Χρήστος Λεβέντης πληροφορούσε τους αναγνώστες του πως… «Ρόμπερτ Ζίμμερμαν, αυτό είναι το αληθινό όνομα του Μπομπ Ντάυλαν (σ.σ. τον Dylan τον έγραφαν ακόμη... Ντάυλαν στην Ελλάδα). Το ψευδώνυμό του το πήρε από τον ουαλλό ποιητή Ντάυλαν Τόμας που θαυμάζει και που τον έχει επηρεάσει τόσο όσο και ο Γούντυ Γκάθρι. Μιλώντας για τον Ντάυλαν αναφέρω ότι σ’ αυτόν οφείλεται η σύνθεσις ‘Μίστερ τάμπουριν μαν’ των Μπέρντς», ενώ στο τεύχος 35 (4/8/1965) ο Λευτέρης Κογκαλίδης σημείωνε πως «για μία εμφάνιση στην Σάντα Μόνικα ο Μπόμπ Ντύλαν (σ.σ. εδώ πλέον προφέρεται σωστά) έλαβε 300.000 δραχμές»… ένα τεράστιο ποσό για τα δεδομένα της εποχής, για να έχουμε και μια εικόνα…
Ο Dylan επηρεάζοντας τους Beatles, ήδη από την εποχή του “I’m a loser” (Δεκέμβριος ’64), επηρέασε στη διαδρομή τους πάντες. Βασική πηγή επιρροής ήταν οι δίσκοι (33 και 45 στροφών) το ραδιόφωνο και τα υπόλοιπα ΜΜΕ, και βεβαίως οι συναυλίες. Στην Ελλάδα ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’60 αρχίζουν να τυπώνονται τα πρώτα 45άρια με τραγούδια του Dylan στην τότε πορτοκαλοκόκκινη CBS –“Subterranean homesick blues/ She belongs to me” [CBS BA 301079], “Like a rolling stone/ Positively 4th Street” [CBS BA 301089], “I want you/ Rainy day woman” [CBS BA 301111], “Lay lady Lay/ I threw it all away” [CBS BA 301258] κ.ά.–, ενώ το πρώτο long play που βγήκε ποτέ σε ελληνική εκτύπωση πρέπει να ήταν το “Nashville Skyline” [CBS SBPG 63601] την επόμενη χρονιά. (Στο discogs έχει εμφανισθεί κόπια του “John Wesley Harding” με ελληνικό εξώφυλλο και ολλανδικό βινύλιο σε παλαιά ετικέτα της CBS, αλλά κατά πάσα πιθανότητα είναι μεταγενέστερη – μετά το 1968 δηλαδή). Όπως πολύ μεταγενέστερη (mid 70s) είναι και η έκδοση του… “Subterranean Homesick Blues” (δηλαδή του “Bringing It All Back Home”), που είχε βγει (και) στην Ελλάδα με τον τίτλο της ολλανδικής και της γερμανικής έκδοσης.
Τον Οκτώβριο του 1969 ο Σαββόπουλος τραγουδά στο «Περιβόλι του Τρελλού» τη σύνθεσή του «Οι πίσω μου σελίδες», που παρέπεμπε, ως τίτλος βεβαίως, στο “Μy back pages” από το “Another Side of Bob Dylan” του ’64. Δύο μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο Λευτέρης Πούλιος κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο υπό τον τίτλο Ποίηση [Ανεξάρτητη Έκδοση], συμπεριλαμβάνοντας ανάμεσα στα υπόλοιπα ποιήματά του το Άσμα («Ο τραγουδιστής Ντύλαν που είχε μια κιθάρα και μια καλύβα/ στον Αμαζόνιο έφτυνε στο ποτάμι ακολουθώντας δικό του νόμο/ για να χωθεί στα γρανάζια της μηχανής/ απ’ την καλύβα και το ποτάμι») και βεβαίως το Μπομπ Ντύλαν («κι αν θέλετε κάτι ακόμα σας βεβαιώνω/ πως είμαι ένας βλάκας μέσα στο σκοτάδι/ που σούρνει τ’ αργά του μάτια από ώριμο γυαλί/ αργά πάνω στα πράγματα/ και δεν πολύ σκοτίζομαι να εκφράσω/ τις αμφισβητήσεις μου γι’ αυτά»), χώνοντάς τα στον Dylan –και μάλιστα πολύ πρώιμα– την εποχή του “Nashville Skyline”, όταν ο Aμερικανός προσκυνούσε τις «παραδοσιακές αξίες» του Νότου, ενώ το καλοκαίρι (πάντα της ίδιας χρονιάς) οι M.G.C. (Δημήτρης Πουλικάκος, Δημήτρης Πολύτιμος, Τάκης Σέμπος, Βασίλης Ντάλλας, Τζίμης Τζιιμόπουλος) ηχογραφούν πρόχειρα στις Σπέτσες το «Γύρω γύρω στη σκοπιά» (που ήταν το “All along the watchtower” από το LP “John Wesley Harding”) για το οποίο σημείωσε ο Πουλικάκος το 2004 στο ένθετο του άλμπουμ του «Αδέσποτα Σκυλιά» [ΜΒΙ]: «Ήταν το πρώτο κομμάτι που τραγουδήσαμε στα ελληνικά με τους M.G.C. το 1968. Είχα κάνει τη μετάφραση και ένα βράδυ που το παίζαμε στου Λεωνίδα στην Πλάκα είχε έρθει να μας ακούσει και ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο οποίος μου ζήτησε τα λόγια, του τα ’δωσα και αλλάζοντας αρκετά τους στίχους, το έβγαλε ως ‘Ο παλιάτσος και ο ληστής’!». Φυσικά «Ο παλιάτσος κι ο ληστής» είναι ένα από τα highlights του άλμπουμ του Διονύση Σαββόπουλου «Μπάλλος» (στον δίσκο που βγήκε τον Μάρτιο του ’71 συμμετείχε και ο Πουλικάκος, που έπαιζε κρουστά κι έκανε φωνητικά), αποδεικνύοντας ανάμεσα σε άλλα και το ιδιαίτερο ταλέντο του Σαββόπουλου… να μετατρέπει δηλαδή ξένα τραγούδια σε «δικά του». Κάτι, εξάλλου, που αποδείχθηκε περίτρανα και με το «Άγγελος εξάγγελος» από «Το Βρώμικο Ψωμί» του ’72 (επρόκειτο για το “The wicked messenger”, κι αυτό από το “John Wesley Harding”). Dylan δεν τραγουδούσαν μόνον ο Πουλικάκος και ο Σαββόπουλος εκείνα τα χρόνια αλλά και οι Διόσκουροι (Βαγγέλης Γερμανός, Βασίλης Ζαρούλιας), ο Λάκης Τυπάλδος, η Φλέρυ Νταντωνάκη, προφανώς και άλλοι, ενώ και το ντουέτο Δάμων & Φιντίας (Παύλος Σιδηρόπουλος, Παντελής Δεληγιαννίδης) δεν ήταν έξω από την «ντυλανική» επιρροή. (Μια δεκαετία και βάλε αργότερα ο Σιδηρόπουλος θα απέδιδε, ως μέλος μιας παρέας, τo ποιητικίζον... «οι μπαγλαμάδες να παίζουν Ντύλαν… και τα νταούλια να παίζουν Yes»… σε μουσική Στέλιου Βαμβακάρη και στίχους Πάνου Ηλιόπουλου).
Το 1971 στο περιοδικό Διάλογος (τεύχος 6) που εξέδιδε η Αμερικανική Πρεσβεία στην Αθήνα, ο Gene Bluestein (καθηγητής στο Fresno στην California) γράφει το κείμενο «Η λαϊκή παράδοση και η ποίηση της ροκ», όπου σε ξεχωριστή παράγραφο εξετάζει τον… «Ντύλαν και το λαϊκό ροκ». Πρόκειται για ό,τι σοβαρότερο είχε γραφτεί έως τότε (και για πολλά χρόνια) στην Ελλάδα για το θέμα. Τον Μάρτιο του ’72 η εφημερίδα Μουσική Γενιά (τεύχος 4 της 25/3) μέσω του δισκάδικου Pop Eleven, μοιράζει πέντε (ξένα) βιβλία με στίχους του Dylan σε νικητές διαγωνισμού (θα εύρισκαν σε ποιους ανήκαν οι ακτινογραφίες δύο κρανίων! – ήταν εύκολο, γιατί το ένα κρανίο... φορούσε στρογγυλά γυαλιά) προσφέροντας και δισέλιδη αφίσα, το 1973 η Ευγενία Συριώτη-Burk δίνει το πρώτο βιβλίο στην Ελλάδα με μεταφρασμένους στίχους του Dylan, ως «Τα Τραγούδια του Μπομπ Ντύλαν» [εκδ. IBC Hellas], ενώ την επόμενη χρονιά (1974) ο Τάσος Φαληρέας με το «Bob Dylan approximately complete works» παραδίδει μιαν ανεξάρτητη έκδοση με ωραίο εξώφυλλο του Δημήτρη Αρβανίτη (που εκμεταλλεύτηκε το κλασικό σχέδιο του Milton Glaser), στην οποία περιέχονταν αμετάφραστοι στίχοι τραγουδιών του Dylan μέχρι και το “Planet Waves” του ’74.
Το “Desire”, που κυκλοφόρησε τον Γενάρη του ’76, ήταν το άλμπουμ του Dylan που ακούστηκε αρκετά στην εποχή του (περιέχει εξάλλου και το «Joey», που φαίνεται πως επηρέασε τον Σαββόπουλο στο «Μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο»), όπως και το απογοητευτικό χριστιανικό “Slow Train Coming” του 1979, που βρίσκει την ελληνική δισκογραφία σε μεγάλες φόρμες, με τα σχετικά περιοδικά (Ποπ & Ροκ, Ήχος & Hi-Fi, Μουσική, Μουσικό Εξπρές) να γράφουν τα ανάλογα κατεβατά. «Ο Dylan Άγιασε!!» τιτλοφορείται το άρθρο του Κώστα Αρβανίτη στη Μουσική (τεύχος 25, Δεκέμβριος 1979), στο οποίο ασκείται σκληρή αλλά επί της ουσίας κριτική εν σχέσει με την «ντυλανική» στροφή. Το όνομα «Μπομπ Ντύλαν» παίζει μέχρι και στην τραγουδοποιία της εποχής, με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου να άδει «Με νικοτίνη δυνατή και τον Μπομπ Ντύλαν/ και τους ρεμπέτες στα παλιά γραμμόφωνα…» (μουσική Αντώνης Βαρδής, στίχοι Πάνος Φαλάρας από το LP «Βασίλης Παπακωνσταντίνου» στην MINOS τον Δεκέμβριο του ’78) και τον Κώστα Χατζή στο «Αρουραίοι της νύχτας» (μουσική του ιδίου σε στίχους Σώτιας Τσώτου από το 2LP «Θυμηθείτε μαζί μου, 18 Χρόνια Κώστας Χατζής/ Χατζής ’79» στην Philips το 1979) να κεντράρει σ’ αυτήν ακριβώς την παρατεταμένη «ντυλανική» προσαρμογή («Μια νέα τάξη με πλουτοκράτες και δυνατούς/ μας κοροϊδεύει με συναυλίες για τους φτωχούς/ αχ Μπόμπι Ντύλαν να κλαίω μ’ έκαναν κάποτε οι στίχοι σου/ τώρα αυτοκράτορα σ’ έχουνε κάνει οι ανθρακωρύχοι σου»).
Με το που μπαίνει η δεκαετία του ’80 σκάνε κάποια βιβλία με μεταφράσεις στίχων του Dylan, όπως το Ο Πρώιμος Bob Dylan Κατά Προσέγγιση [Εκδόσεις μη Άμεσης Επανάστασης, Αθήνα 1980] του Γιάννη Τζώρτζη και Ο Bob Dylan και τα Τραγούδια του [Μπαρμπουνάκης, Θεσσαλονίκη 1980] σε μετάφραση Μάρκου Ρήγου, όμως δύο είναι οι εκδόσεις που επιχειρούν να δουν πέρα από το προφανές, το «Μπόμπ Ντύλαν, Τζο Χίλλ, Γούντυ Γκάθρυ / Ιστορία του αμερικάνικου λαϊκού τραγουδιού» [Νεφέλη, Αθήνα 1981] του Ουμπέρτο Φιόρι και βεβαίως το «Bob Dylan/ ένα όχημα» [Γιάννης Β. Βασδέκης, Αθήνα 1981] του Γιάννη Τζώρτζη, το πρώτο σημαντικό βιβλίο για το ευρύτερο rock (από έλληνα συγγραφέα) που κυκλοφόρησε ποτέ στην Ελλάδα. Λίγο αργότερα ο Τάσος Φαληρέας στο ευθυμογράφημά του Γερομαλάκα Ντύλαν… [Ντέφι #7, Καλοκαίρι 1983] σκαρώνει ένα «ντυλανικό» κείμενο με πολλούς αποδέκτες, με τους Last Drive να δίνουν μια ωραία διασκευή του “It’s all over now, Baby Blue” στο LP τους “Heatwave” [Hitch-Hyke, 1988].
Το 1989 είναι μια σημαδιακή χρονιά στην ελληνική περιπέτεια του Bob Dylan. Ο αμερικανός τραγουδοποιός επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα, δίνοντας συναυλίες πρώτα στην Πάτρα (26 Ιουνίου) κι έπειτα στην Αθήνα (28 Ιουνίου), όπου και θα εμφανισθεί μαζί με τον Van Morrison (τους μαγνητοσκόπησε και το BBC στον λόφο του Φιλοπάππου την προηγούμενη μέρα!). Ηχογραφήσεις από τα ελληνικά live υπάρχουν στο ιταλικό bootleg “All the way down to Italy” του 1991, εκεί όπου ακούγονται το “Tears of rage” των Bob Dylan και Richard Manuel από το “The Basement Tapes” (Πάτρα) και το “House of gold” του Hank Williams (Αθήνα).
Η φωτογραφία προέρχεται από το επίσημο site του Bob Dylan. Σ' εκείνες τις συναυλίες (22-23/6/1993) είχε τραγουδήσει μόνος του ο Πάνος Κατσιμίχας, επειδή ο αδελφός του Χάρης ήταν στο Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας με διάσειση, όπως είχε πει ο ίδιος ο Πάνος στην Ελευθεροτυπία και στον Φώτη Απέργη την 30/8/2009.
Τo 1993 (22 και 23 Ιουνίου) ο Dylan επανέρχεται στην Αθήνα και εμφανίζεται στον Λυκαβηττό με support τον Πάνο Κατσιμίχα, ενώ κάθε καινούρια δουλειά του εξακολουθεί να απασχολεί τους μουσικόφιλους, με την νεότερη γενιά των τραγουδοποιών να διασκευάζει και πάλι «ντυλανικά» άσματα. Οι Πυξ Λαξ με τον Φίλιππο Πλιάτσικα τραγουδούν στην «Στίλβη» [MINOS-EMI, 1998] το “Señor (Tales of yankee power)” από το “Street Legal” του 1978, ενώ ο Φοίβος Δεληβοριάς στο CD «Ο Καθρέφτης» [Ακτή, 2003] δίνει την δική του εκδοχή για το “Slow train” («Τρένο στην κορυφογραμμή») από το “Slow Train Coming” του ’79. Στα μέσα της δεκαετίας νέα «ντυλανικά» βιβλία προστίθενται στην ελληνική βιβλιογραφία –σημειώνω μεταξύ άλλων την αυτοβιογραφία του Bob Dylan/ η ζωή μου [Μεταίχμιο, 2005], Το Λεύκωμα του Bob Dylan [Μεταίχμιο, 2005] και το Bob Dylan/ Τραγούδια 1962-2001 [IANOS, 2006] του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη– πλουτίζοντας και την σχετική φιλολογία. Το 2009 ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας τραγουδά στο Κύτταρο μία ωραία διασκευή στο κλασικό “Blowinin the wind” («Αυτά που ρωτάς»), ενώ την 29/5/2010 ο Dylan θα εμφανισθεί, για τρίτη φορά στην Ελλάδα, στο Terra Vibe Park στην Μαλακάσα – εκεί όπου θα βρεθεί και σήμερα (23/6), αφού χθες έδωσε ένα ακόμη live στην Θεσσαλονίκη…

6 σχόλια:

  1. Κύριε Τρούσα καλημέρα σας,
    ονομάζομαι Μιχάλης Καρακατσάνης και είμαι ο διαχειριστής του Κέντρου Μουσικής Πληροφόρησης Κύπρου. Θα ήθελα αν μπορείτε να μου δώσετε το email σας για να επικοινωνήσω μαζί σας σχετικά μια εκδήλωση που θα θέλαμε να σας προσκαλέσουμε. Το email μου είναι m.karakatsanis@cymic.org.cy. Σας ευχαριστώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να προστεθεί και η ωραία διασκευή των Next To Nothing στο All Along The Watchtower που υπάρχει μέσα στον –εξαιρετικό, χάρμα οφθαλμών και ώτων- μοναδικό τους δίσκο, το Long Way To The Sun (Wipe Out, 1988)…
    Κατά τα άλλα το “Ένα όχημα” είναι αυτό ακριβώς που γράφεις, δηλαδή: «το πρώτο σημαντικό βιβλίο για το ευρύτερο rock (από έλληνα συγγραφέα) που κυκλοφόρησε ποτέ στην Ελλάδα», και τα κείμενα για τον Χατζιδάκι και το Μουντιάλ απολαυστικά…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ευχαριστώ πολύ για την προσθήκη (και για τα υπόλοιπα) – τους ξέχασα τους Next to Nothing. Μπορεί και άλλα να μου έχουν διαφύγει… Δεν το έψαξα και πολύ με τις «ντυλανικές» διασκευές. Έγραψα μόνο για όσες μου ήρθαν πρόχειρα στη μνήμη μου. Στην πορεία θα προσθέσουμε κι άλλες… (Ας πούμε την διασκευή των Last Drive την πρόσθεσα, ενώ είχα γράψει το κείμενο).

      Διαγραφή
    2. Καλά κι εγώ μη νομίζεις, έτυχε να ακούσω τον δίσκο πρόσφατα γι’ αυτό και το θυμήθηκα (αφού διάβασα όμως πρώτα για την διασκευή των Drive που έγραψες)…
      Επίσης μια άλλη πτυχή της ελληνικής διάστασης του λεγάμενου είναι…η παρουσία ως σάουντρακ του Weeding Song στην παλιά διαφήμιση της Άμστελ! (αλλά αυτή μάλλον ήταν διεθνής ε?)…είμαι ερευνητής όμως δε μπορεί να πει κανείς…
      Για τις ευχαριστίες τώρα, τι ευχαριστείς, εμείς όλοι πρέπει να το κάνουμε…βάλε και ένα κουμπί ντονέιτ (λέμε τώρα) :)

      Διαγραφή
    3. Εκτός από την Coca-Cola…

      https://www.youtube.com/watch?v=YTbzoutUlvQ

      … και η Chrysler πάει με όλα…

      https://www.youtube.com/watch?v=KlSn8Isv-3M

      Διαγραφή
    4. Η χρήση του Ντύλαν αλλά και άλλων μουσικών του φάσματος pop-rock εισήγαγαν μετά μανίας στην Ελληνική διαφήμιση, οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες που κυριάρχησαν σ' αυτήν, από το 1970 ως (περίπου) το 1985: Γιώργος Πανουσόπουλος, Νίκος Νικολαϊδης, Νίκος Παναγιωτόπουλος, Χρήστος Μάγκος, ακόμα και ο νεώτερος, Νίκος Παπαθανασίου. Οι περισσότεροι απ' αυτούς, χρησιμοποίησαν το ροκ και στις μεγάλου μήκους ταινίες τους.

      Διαγραφή