Το progressive και το fusion (και κυρίως ο συνδυασμός τους) είναι ο χώρος κίνησης της νεοϋορκέζικης MoonJune Records.
Οι κυκλοφορίες της, δε, είναι συνεχείς, αφού όλο και πιο καινούρια ονόματα
προστίθενται διαρκώς στoν
ήδη πλούσιο κατάλογό της…
TOHPATI: Tribal Dance [MoonJune MJR064, 2014]
Γνωστός μας μέσω των σχημάτων simakDialog, Tohpati Ethnomission
και Tohpati
Bertiga (για CD των οποίων υπάρχουν κριτικές στο δισκορυχείον), ο ινδονήσιος κιθαρίστας Tohpati Ario Hutomo, ή απλώς Tohpati (γενν. στην Τζακάρτα το 1971) βρίσκεται και
πάλι στο προσκήνιο με το νέο
άλμπουμ του που
έχει τίτλο “Tribal Dance”, μια συνεργασία του με το...
υπεράνω κριτικής rhythm-section των Jimmy Haslip (μπάσο) και Chad Wackerman (ντραμς). Έτσι, η μουσική που παρουσιάζεται εδώ δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο από fusion – ένα γεγονός που έχει την δική του ξεχωριστή σημασία. Το λέω,
επειδή στο μυαλό πολλών (και το δικό μου) το fusion, ή η ηλεκτρική jazz αν θέλετε, στο φλερτ με το rock, είναι αισθητικώς μια τελειωμένη
υπόθεση, με μικρά πλέον περιθώρια «εκπλήξεων». Όμως, αυτά ακριβώς τα περιθώρια
«εκπλήξεων» έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε και να απολαύσουμε εν
προκειμένω, αναφερόμενοι στην περίπτωση του ινδονήσιου μουσικού και βεβαίως σ’
εκείνη των αμερικανών επαγγελματιών, που έχουν… φάει στούντιο και σκηνές με το
κουτάλι. Έχουμε, έτσι και κατά πρώτον, έναν παίκτη από μέρος «άλλο», που
μεταφέρει στο κυρίως fusion σώμα μία… εξωτική κιθαριστική παράδοση· καθότι ο Tohpati δεν
είναι ένας συνηθισμένος μουσικός. Εννοώ πως προέρχεται από την πιο μεγάλη
«άγνωστη» χώρα της υφηλίου, μια χώρα με τεράστιον όγκο παραδοσιακής και
έντεχνης μουσικής που επηρεάζει την αντίστοιχη δυτική για περισσότερο από έναν
αιώνα. Είναι λογικό λοιπόν ο Tohpati να μεταφέρει στις μουσικές συναναστροφές του στοιχεία από
τις δικές του παραδόσεις, δημιουργώντας μια σειρά συνθέσεων όπου όλες σχεδόν
έχουν… φυλετική αφετηρία. Δεν είναι απλώς η γκαμελανική ρυθμολογία την οποίαν
ακολουθούν, θέλουν δεν θέλουν, οι Αμερικανοί, είναι κάθε μικρό ή μεγάλο σόλο,
κάθε riff και κάθε break του ινδονήσιου μουσικού,
που δίνει στο “Tribal Dance”
μια σιγουριά «μοναδικότητας».
Είναι αλήθεια πως όταν το fusion συμπορεύτηκε με τις «μουσικές του
κόσμου» βρήκε και ανέπτυξε ένα νέο λεξιλόγιο, που το βοήθησε να ξεπεράσει το
τέλμα στο οποίον είχε περιέλθει ήδη από το δεύτερο μισό των seventies. Και αν κιθαρίστες όπως ο Jeff Beck παλαιότερα, ή ακόμη και
ο Oz Noy τα
πιο πρόσφατα χρόνια, το μετέφεραν (το fusion) σε «απάτητα» rock, blues
και funk μονοπάτια, δίνοντάς
του ένα «φιλί ζωής», παίκτες όπως ο Tohpati πράττουν κάτι εξ ίσου σημαντικό (κινούμενοι
μέσα κι έξω, αν θέλετε, από την κλασική τζαζ-ροκική παράδοση). Χαράζουν νέες
«απάτητες» διαδρομές –το “Tribal Dance”
είναι ένα εξαιρετικό CD,
που θα λατρέψουν οι φίλοι της ηλεκτρικής κιθάρας και θ’ απολαύσουν όλοι οι
υπόλοιποι– προσφέροντας διαρκώς καινούριες συγκινήσεις.
DEWA BUDJANA: Surya Namaskar [MoonJune MJR063,
2014]
Συνεχίζω… ινδονησιακώς. Πριν κάποιους μήνες (17/10/2013) είχα
γράψει για δύο άλμπουμ του κιθαρίστα Dewa Budjana (το πέμπτο “Dawai in Paradise” και το έκτο του “Joged Kahyangan”). Εκείνο το κείμενο κατέληγε ως εξής: «Ο Dewa Budjana κάνει ένα άνοιγμα στην αμερικανική αγορά, κυκλοφορώντας
δύο-και-ένα άλμπουμ σε λιγότερο από ένα χρόνο. Τα “Dawai in Paradise” και “Joged Kahyangan” είναι αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους. Διαφορετικό θα
είναι όμως και το τρίτο, που θα είναι έτοιμο στις αρχές του 2014, και θα φέρνει
τον ινδονήσιο κιθαρίστα δίπλα στους Jimmy Johnson μπάσο και Vinnie Colaiuta ντραμς…». Να λοιπόν το “Surya Namaskar” τώρα στο player, ένα σκληροτράχηλο fusion CD, στο οποίο συμμετέχουν οι Dewa Budjana ηλεκτρικές,
ακουστικές κιθάρες, Jimmy Johnson
μπάσο, Vinnie Colaiuta ντραμς, καθώς και οι special guests Gary Husband synths, Michael Landau ηλεκτρική
κιθάρα, Mang Ayi φωνή, Kang Pupung σουντανέζικο βιολί και Kang Yia σουντανέζικη άρπα. Το αποτέλεσμα,
στην περίπτωσή μας, δεν μπορεί παρά να είναι… προαποφασισμένο. Το ογκώδες rhythm section, ένα «σχήμα» που
αποτελεί «τιμή» για το αμερικανικό fusion, δίνει ρέστα στο “Surya Namaskar” – και από ’κει θα πρέπει να ξεκινήσουμε. Jimmy Johnson και Vinnie Colaiuta. Με δεκάδες
συνεργασίες ο πρώτος (από Roger Waters και Allan Holdsworth
μέχρι Ray Charles
και Al
Jarreau), και με
τις παρουσίες του σε θρυλικά LP
του Frank Zappa
να λάμπουν ανάμεσα στα υπόλοιπα (μερικές... εκατοντάδες) που έχει
συμμετάσχει ο δεύτερος, ένα είναι σίγουρο. Οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να στήσουν
μόνοι τους σχεδόν μιαν ηχογράφηση. Και όντως. Είναι εντυπωσιακό πώς
ανταποκρίνονται αμφότεροι στις «περίεργες» κλίμακες, που κουβαλά μαζί του ο Budjana, πώς συνεργάζονται με
τα παραδοσιακά σουντανέζικα όργανα, πώς εμφανίζονται «ελεύθεροι» εκεί όπου
απαιτείται προκειμένου να παραχθεί το πιο εκτυφλωτικό jazz-rock. Φυσικά και ο Dewa Budjana έχει επάνω του όλα τα φώτα, επειδή δεν είναι απλώς ένας
παίκτης από «άλλον» τόπο, αλλά συγχρόνως κι ένας ξεχωριστός συνθέτης, με
κομμάτια όπως το 9λεπτο “Kalingga”
π.χ. να καταγράφεται στις πολύ μεγάλες στιγμές του συγχρόνου world fusion. Μόνο και μόνο γι’
αυτό το track, που
περικλείει εντός του όλα εκείνα τα ηχητικά χαρακτηριστικά του… fourth world, ανακατεμένα με τις
κλασικές progressive συνταγές, αξίζει κανείς να σκύψει πάνω απ’ αυτό το CD, να το ακούσει με προσοχή
και να το βαθμολογήσει αναλόγως.
DUSAN JEVTOVIC: Am I Walking Wrong? [MoonJune MJR058, 2013]
Ρίχνοντας μια ματιά στην line-up και το setting, κι έχοντας κατά νου τον γενικό ήχο της νεοϋορκέζικης εταιρείας μαντεύεις σωστά. Οι Dusan Jevtovic κιθάρες, Bernat Hernandez μπάσο και Marko Djordjevic ντραμς (έχει παίξει με Bill Frisell, Matt Garrison κ.ά.) είναι ένα power-rock τρίο, με ήχο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, βασικά, progressive, κινούμενος άλλοτε σε avant-fusion (άκου Robert Fripp ή John McLaughlin) και άλλοτε σε πιο… space μονοπάτια (στο ύφος π.χ. των Strange του Terry Brooks εποχής “Raw Power”). Και οι δέκα συνθέσεις του άλμπουμ, που είναι ορχηστρικές φυσικά, έχουν μέση διάρκεια 4-5 λεπτά η καθεμία, και είναι κατά τέτοιον τρόπο οργανωμένες ώστε να ευνοούν το στρωτό κιθαριστικό παιγνίδι. Εννοώ πως τα soli δεν είναι… ουρανομήκη, ούτε «χαμένα» επί τούτου. Απεναντίας, αυτά εμφανίζουν μια προσαρμοστικότητα σε πιο «συμβατές» (και ουχί συμβατικές) καταστάσεις, δίχως όμως να ξεπέφτουν ποτέ στο προφανές και την ευκολία – μιας και συχνά τα ποικίλα ηλεκτρικά ηχοχρώματα (γιατί υπάρχουν και ολίγα ακουστικά) υποβοηθούνται ακόμη και από live(;) electro-παρεμβάσεις, τις οποίες απολαμβάνουμε στο πιο space track του CD, που έχει τίτλο “Third life”. (Γράφω “live” επειδή, όπως διαβάζω στο εσώφυλλο, το “Am I Walking Wrong?” είναι ζωντανά γραμμένο σε διάφορα καταλανικά στούντιο –ο Jevtovic ζει στην Βαρκελώνη–, άνευ overdubs). Η τελική εντύπωση δεν μπορεί παρά να είναι τούτη. Το “Am I Walking Wrong?”, ως πρώτη διεθνή κυκλοφορία του σέρβου κιθαρίστα, «στέκεται» άψογα και σίγουρα πιο πάνω από τα… εξασθενημένα στάνταρτ τού fusion χώρου.
Ρίχνοντας μια ματιά στην line-up και το setting, κι έχοντας κατά νου τον γενικό ήχο της νεοϋορκέζικης εταιρείας μαντεύεις σωστά. Οι Dusan Jevtovic κιθάρες, Bernat Hernandez μπάσο και Marko Djordjevic ντραμς (έχει παίξει με Bill Frisell, Matt Garrison κ.ά.) είναι ένα power-rock τρίο, με ήχο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, βασικά, progressive, κινούμενος άλλοτε σε avant-fusion (άκου Robert Fripp ή John McLaughlin) και άλλοτε σε πιο… space μονοπάτια (στο ύφος π.χ. των Strange του Terry Brooks εποχής “Raw Power”). Και οι δέκα συνθέσεις του άλμπουμ, που είναι ορχηστρικές φυσικά, έχουν μέση διάρκεια 4-5 λεπτά η καθεμία, και είναι κατά τέτοιον τρόπο οργανωμένες ώστε να ευνοούν το στρωτό κιθαριστικό παιγνίδι. Εννοώ πως τα soli δεν είναι… ουρανομήκη, ούτε «χαμένα» επί τούτου. Απεναντίας, αυτά εμφανίζουν μια προσαρμοστικότητα σε πιο «συμβατές» (και ουχί συμβατικές) καταστάσεις, δίχως όμως να ξεπέφτουν ποτέ στο προφανές και την ευκολία – μιας και συχνά τα ποικίλα ηλεκτρικά ηχοχρώματα (γιατί υπάρχουν και ολίγα ακουστικά) υποβοηθούνται ακόμη και από live(;) electro-παρεμβάσεις, τις οποίες απολαμβάνουμε στο πιο space track του CD, που έχει τίτλο “Third life”. (Γράφω “live” επειδή, όπως διαβάζω στο εσώφυλλο, το “Am I Walking Wrong?” είναι ζωντανά γραμμένο σε διάφορα καταλανικά στούντιο –ο Jevtovic ζει στην Βαρκελώνη–, άνευ overdubs). Η τελική εντύπωση δεν μπορεί παρά να είναι τούτη. Το “Am I Walking Wrong?”, ως πρώτη διεθνή κυκλοφορία του σέρβου κιθαρίστα, «στέκεται» άψογα και σίγουρα πιο πάνω από τα… εξασθενημένα στάνταρτ τού fusion χώρου.
XAVI REIJA: Resolution [MoonJune MJR062, 2014]
Μετά το τρίο του Dusan Jevtovic... να και το τρίο του καταλανού
ντράμερ Xavi Reija, ένα σχήμα το οποίο συναπαρτίζουν οι Bernat Hernandez μπάσο και Dusan Jevtovic κιθάρες. Επειδή οι Hernandez και Jevtovic συμμετείχαν και στο προηγούμενο
CD, το “Am I Walking Wrong?”, μπορεί να γεννάται
κι ένα ερώτημα… εν σχέσει, ας πούμε, με το πόσο διαφορετικά θα μπορούσε να
ηχούν τα δύο άλμπουμ. Ηχούν, λοιπόν, πολύ διαφορετικά, το λέω από την αρχή, και
θα επιχειρήσω στην πορεία να πω γιατί. Αν λοιπόν το CD του σέρβου κιθαρίστα θα μπορούσε να
καταχωριστεί στην ετικέτα “fusion”,
το “Resolution” είναι
ένα heavy άλμπουμ, με
πολλά ενσωματωμένα progressive
και ψυχεδελικά στοιχεία, που ναι μεν αφουγκράζεται υπογείως την jazz και το rock, στην πράξη όμως αποτελεί μία
σύγχρονη ροκάδικη πρόταση, ψαγμένη μέχρι το κόκκαλο. Εννοώ πως οι πρωτότυπες
συνθέσεις των μελών του γκρουπ (από τις έντεκα οι επτά ανήκουν στον Reija, ενώ οι υπόλοιπες
τέσσερις είναι επεξεργασμένες και από τους τρεις) έχουν τέτοια ορμή και
φαντασία, τόσο δόσιμο και πάθος, τόση «αγωνία» στο να διαφυλαχθεί η πρωτοτυπία
τους, ώστε, εν τέλει, να συναποτελούν ένα πλήρες και ολοκληρωμένο έργο, από
’κείνα που σπανίως, έρχονται στ’ αυτιά μας τα τελευταία χρόνια (από ένα τέτοιου
τύπου setting). Ακούγοντας,
ας πούμε, το 12λεπτο “Gravity”
ανακάλεσα στη μνήμη μου ένα από τα καλύτερα heavy prog τρίο που έφθασαν ποτέ στ’ αυτιά μου, τους Βρετανούς May Blitz –
με τούτους εδώ τους «Ισπανούς» να τους ξεπερνούν ώρες-ώρες σε δύναμη και
ευρηματικότητα. Γράφω, κυρίως, για «ευρηματικότητα» υπό την έννοια πως μια
ηχογράφηση που ξεπερνά τα 70 λεπτά σε διάρκεια, ακούγεται με απαράμιλλη άνεση,
αλλά και με την χαρακτηριστική προσμονή –από ένα σημείο και μετά, όταν έχεις
αντιληφθεί, δηλαδή, περί τίνος πρόκειται– εκείνου του αγνώστου που θα
επακολουθήσει. Η διάθεση, δηλαδή, των παικτών να υπερβούν την πεπατημένη,
εισχωρώντας σ’ ένα δημιουργικό περιβάλλον, εκεί όπου θα συναντηθούν οι jazz, fusion, psych, prog και kraut αναφορές
τους (άκου, ας πούμε, το “Macroscope”),
δημιουργώντας ένα μοναδικό «προσωπικό» αμάλγαμα είναι, στην περίπτωση του “Resolution”, σε διαρκή ισχύ.
Χωρίς να ξεπέφτουν ποτέ σε… ακαταλαβίστικους πειραματισμούς, έχοντας στις
συνθέσεις τους μία popular
διάσταση, ακόμη και όταν «καλύπτεται» αυτή μέσα από τόνους κιθαριστικής
παραμόρφωσης, οι Xavi Reija Trio
(ας τους αποκαλέσω έτσι) είναι να συναρπαστικό σχήμα τριών ανθρώπων, που
τροφοδοτεί με νέα vibes
μία παλαιόθεν κραταιά, αλλά λησμονημένη εσχάτως, rock παράδοση.
Σημαντικότατο άλμπουμ.
Επαφή: www.moonjune.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου