Το «σκάψιμο» καλά κρατεί. Έτσι, ένα άλμπουμ με ανέκδοτο
υλικό των Villa 21 από τα χρόνια του ’80 (το 1988 πιο συγκεκριμένα) δεν
πρέπει να μας παραξενεύει – από τη στιγμή κατά την οποίαν ανακαλύπτονται π.χ. ανέκδοτα
τραγούδια των Forminx
από το 1965. Η δουλειά των συγκροτημάτων (ή, μάλλον, μία από τις δουλειές τους)
αυτή ήταν, είναι και θα είναι. Να μπαίνουν στα στούντιο δηλαδή και να
ηχογραφούν όσο περισσότερο μπορούν, αφού το ν’ ακούς τις μουσικές σου σε βοηθάει
πάντα να βελτιώνεσαι και να γίνεσαι καλύτερος. Όπως γράφουν, σήμερα, οι Villa 21 (σε πρώτο
πληθυντικό) στο inner sleeve του άλμπουμ τους “Voodoo Baby/ The Unreleased ‘Damned’
Sessions” [Dia de los Muertos/ Smash, 2014]:
«Το 1988 ήταν μια καλή
χρονιά για τους Villa 21. Είχαμε το “Electric Poisson” να
έχει κυκλοφορήσει λίγους μήνες πριν, συμμετοχές σε συλλογές, καθώς και πολλές
συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Τον Ιούνιο του ’88 βγήκαμε για πρώτη φορά εκτός
συνόρων, κάτι σπάνιο εκείνον τον καιρό, συγκεκριμένα στη Βιέννη, όπου το set που παρουσιάσαμε περιείχε και πολλά καινούργια κομμάτια που
δουλεύαμε και είχαμε σχεδόν έτοιμα. Έτσι, τον Ιούλιο που είχαμε επιστρέψει και
ήμασταν σαν καλολαδωμένη μηχανή, αποφασίσαμε ότι το timing ήταν
καλό για ηχογράφηση. Κατ’ ευθείαν λοιπόν στο Blue Moon, το studio του
Χρήστου “Snake” Μανωλίτση, έναν χώρο στον οποίο
αισθανόμασταν πολύ άνετα, για να γράψουμε τα 4 κομμάτια που ήταν πιο έτοιμα και
θα αποτελούσαν την επόμενη κυκλοφορία μας στην Wipe Out, το EP “House of the Damned”. Την πρώτη μέρα, στις 9 Ιουλίου, που γράφαμε τις βάσεις,
το session πήγε τόσο καλά ώστε είχαμε τελειώσει ως το απόγευμα. Όμως
όλοι μας είχαμε διάθεση να συνεχίσουμε το πάρτυ, οπότε η ιδέα που έπεσε, να
εκμεταλλευτούμε τα στημένα μικρόφωνα και να ηχογραφήσουμε live τα υπόλοιπα καινούργια κομμάτια, μας βρήκε όλους σύμφωνους.
Έτσι το βράδυ που φύγαμε είχαμε στα χέρια μας μια demo κασέτα με
6 κομμάτια (4 δικά μας και 2 διασκευές) για ιδιωτική χρήση. Αυτή η κασέτα είναι
το υλικό του άλμπουμ αυτού. Τα 4 δικά μας κομμάτια ξαναηχογραφήθηκαν 2 χρόνια
μετά για το “Hellucinations”. Από τις διασκευές το “Hey Joe” δεν
εμφανίστηκε πουθενά, ενώ μια άλλη version του “Long way to go” από την ίδια μέρα, μπήκε σε μια συλλογή της Munster Records στην
Ισπανία. Έτσι λοιπόν, το υλικό αυτό, μαζί με το “House of the Damned”,
αποτυπώνουν με τον καλύτερο τρόπο το πάρτυ της 9ης Ιουλίου 1988 στο Blue Moon. Μαζί μας
ήταν ο φίλος μας Jim Spliff, μόνιμος ηχολήπτης στα live και με
μεγάλη συμμετοχή στον ήχο μας γενικότερα, όπως επίσης και ο manager μας ο ‘παντοδύναμος’ John Itchoubick (aka Driver). Είπαμε, το 1988 ήταν μια καλή
χρονιά για τους Villa 21».
Έβαλα και ξανάκουσα μετά από 24 χρόνια (είμαι σίγουρος γι’
αυτό!) τα τέσσερα τραγούδια του “Hellucinations” [Penguin,
1990], που υπάρχουν και στο τωρινό “Voodoo Baby” και μπορώ να πω –μετά από μερικές παράλληλες ακροάσεις– πως
προτιμώ τις εκτελέσεις του παρόντος, επειδή είναι πιο σκληρές/γκαραζωτές, πιο Stooges-ικές δηλαδή (και όχι
τόσο «σκοτεινές» και «μεταλλικές»), με το συγκρότημα να σκορπάει ρίγη ρυθμικού
πανικού (Άντα Λαμπάρα ρυθμική κιθάρα, Αντρέας Παπαδόπουλος μπάσο, Μπάμπης
Δαλίδης ντραμς) και με τον Κώστα Ποθουλάκη να ωρύεται και να στριγγλίζει βγάζοντας…
υψίσυχνα. Μου αρέσουν περαιτέρω τα φωνητικά «γεμίσματα» με τα chorus vocals, κάτι που γινόταν όλο
και πιο συχνά στην μετα-Creep
εποχή των Villa 21,
συνειδητοποιώντας, συγχρόνως, γιατί το φερώνυμο “Voodoo baby” είναι ένα από τα
ωραιότερα τραγούδια τους, εφάμιλλο του “Bad luck”, του “(The land where the)
sun never shines” και του “Blackout baby” (αν και το ίδιο μπορώ
να ισχυριστώ και για το “Moonwhited room”).
Επισημαίνω δηλαδή το γεγονός πως ακούω το LP “Voodoo Baby” ως συνέχεια του… φοβερού “Electric Poison” [Wipe Out!, 1987] και ως επέκταση
του… τρομερού “House of the Damned E.P.” [Wipe Out!, 1988] βρίσκοντας το
γκρουπ, σε τούτες εδώ τις εγγραφές, εξ ίσου απολαυστικό και… θανατηφόρο. Κάτι
το οποίον καταδεικνύεται και από τα δύο covers του “Voodoo Baby”, του “Long way to go” –από το “Love It to Death” [Warner Bros., 1971] του Alice Cooper–, στο οποίον οι Villa 21 ανταποκρίνονται
ασμένως, και βεβαίως του μεγαλιθικού “Hey Joe” με τους έλληνες ροκάδες να ρολάρουν μεγαλοπρεπώς προσφέροντας
μια «βαθιά» όσο και αποκαλυπτική διασκευή, και με τον Ποθουλάκη ν’ ακούγεται
απολύτως πειστικός (καθιστώντας τα «τραβηγμένα» φωνητικά του σε απόρθητο «σήμα
κατατεθέν» – δικό του και του συγκροτήματος). Και το γράφω τούτο, δίχως να
παραγνωρίζω, εννοείται, την προσφορά των υπολοίπων (Λαμπάρα, Παπαδόπουλος,
Δαλίδης), που κρατούν γερά τον θορυβώδη ρυθμικό τους ρόλο.
Οι Villa
21 υπήρξαν ένα σημαντικό ελληνικό συγκρότημα που βελτιωνόταν συνεχώς μέσα στην
δεκαετία του ’80 (το έλεγαν και οι ίδιοι αυτό σε παλαιές συνεντεύξεις τους), κατορθώνοντας προς το τέλος των eighties
να παίζουν ένα παθιασμένο, σκληρό, βαρύ και πυρακτωμένο rock n’ roll, το οποίον 25 χρόνια μετά δεν έχει
χάσει ίχνος από τη δύναμή του. Απεναντίας στέκεται και τώρα ψηλά, πολύ ψηλά, με
διάφορα ελληνικά γκρουπ να πατάνε, σήμερα, στα δικά του(ς) χνάρια. Κάτι που το
λαμβάνω και ως μια δικαίωση (ας το πω έτσι) όχι μόνο για τους Villa γενικώς,
αλλά και για τον πρόωρα χαμένο Κώστα Ποθουλάκη ειδικότερα.
Τριακόσιες τριάντα κόπιες, «χτυπημένες» σε 180άρι βινύλιο, για
όσους πιστούς…
Επαφή: www.smashrecords.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου