Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

για «το περιβάλλον στο ελληνικό τραγούδι»… και λίγη προϊστορία…

Διάβασα στη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας (Σάββατο 17/7/2010) το άρθρο «Το περιβάλλον στο ελληνικό τραγούδι», το οποίον υπογράφει ο Βασίλης Αγγελικόπουλος.
Τον Αγγελικόπουλο τον γνωρίζω (όχι εκ του σύνεγγυς) πολλά χρόνια (και δεν εννοώ από την Καθημερινή)· από την εποχή που έκανε εκπομπές στο Δεύτερο Πρόγραμμα (μέσα του ’80) και γούσταρε να βάζει τραγούδια του Νίκου Τάτση από τα «Έρανα» και του Μιχάλη «Μάικ» Ροζάκη από τις «14 Πικρές Πραγματικότητες» (σχεδόν θυμάμαι και τη φωνή του). Ο Αγγελικόπουλος είναι «χατζιδακικός» (δεν είμαι σίγουρος αν του αρέσει αυτή η λέξη) κάτι που ποτέ δεν το έκρυψε (εννοώ την αγάπη του προς το έργο του Χατζιδάκι). Πόσω μάλλον, όταν έχει βγάλει και το βιβλίο «Φάρος στη Σιωπή, Κείμενα για τη ζωή και το έργο του Μάνου Χατζιδάκι» [Καστανιώτης, 1996]. Στο τεύχος 39 του Jazz & Τζαζ, τον Ιούνιο του 1996 – μιλάμε για 14 χρόνια πριν – είχα γράψει ένα κείμενο, που είχε τίτλο «Μικρές Ιστορίες για τον Μάνο Χατζιδάκι» (ως «Ο άλλος Χατζιδάκις» προβλήθηκε στο εξώφυλλο), στο οποίο έλεγα κάτι δικά μου πως… στις βαθυστόχαστες αναλύσεις και τα μεγάλα λόγια ποτέ δεν εύρισκα κάποιο ιδιαίτερο νόημα και πως… η φλυαρία, χαρακτηριστικό όσων ενδιαφέρονται να προωθήσουν την αδιάφορη γνωστικότητα, κλείνει» στο μισό γήπεδο την ουσιαστική γνώση, την ίδιαν ώρα που θά ’πρεπε η τελευταία να αποφασίζει για την τύχη του αγώνα... δίχως να έχω κάποιον κατά νου. Στο κείμενο αναφερόμουν στα πρώτα έργα του Μάνου Χατζιδάκι («Έξη λαϊκές ζωγραφιές», «Για μια μικρή λευκή αχιβάδα», «Το καταραμένο φίδι», «Ερημιά», «Ο κύκλος του C.N.S.”…), αλλά και στην αμερικανική περιπέτειά του (“Blue”, “Reflections”, γνωριμία με τον Mayo Thompson και λοιπά). Δεν ξέρω αν είχε προκαλέσει κάποιαν αίσθηση εκείνο το άρθρο, αλλά, τότε, σ’ ένα λίγο μεταγενέστερο τεύχος του περιοδικού Δίφωνο (βαριέμαι τώρα να ψάξω να το βρω, αλλά αν χρειαστεί θα το κάνω) ο Αγγελικόπουλος είχε αφήσει κάτι σπόντες, που, πιθανώς, να με αφορούσαν. Να είχα τη μύγα; Δεν το νομίζω. (Βασικά, ποτέ δεν ασχολούμαι με υπονοούμενα. Δεν γράφω με υπονοούμενα, ούτε απαντώ σε υπονοούμενα. Ήμουν αναγνώστης των πρώτων τευχών του Διφώνου και έτυχε, απλώς, να διαβάσω τις συγκεκριμένες κακολογίες). Πάντως, στην πορεία, ο Αγγελικόπουλος φαίνεται πως με… ενέταξε στη χορεία των «χατζιδακικών» (προσωπικώς, δεν μου κάνει ο χαρακτηρισμός), γιατί, λίγο καιρό αργότερα, έλαβα από τον Καστανιώτη το βιβλίο του «Φάρος στη Σιωπή, Κείμενα για τη ζωή και το έργο του Μάνου Χατζιδάκι», στο οποίο έκανα κριτική παρουσίαση στο περιοδικό (όχι λιβάνισμα – εντοπίζοντας λάθη κ.λπ.), στο τεύχος 45, τον Δεκέμβριο του ’96.Στις αρχές του ’99 έλαβα πάλι από τον Καστανιώτη ένα αντίτυπο και από το επόμενο βιβλίο τού Αγγελικόπουλου «Πες το μ’ ένα τραγούδι» – προφανώς μετά από σύσταση του συγγραφέα, αφού με τον συγκεκριμένον οίκο δεν είχα ποτέ άλλην επαφή ως αρχισυντάκτης στο περιοδικό –, για το οποίον έγραψα και πάλι κριτικό σημείωμα στο τεύχος 74 του J&T, τον Μάιο του ’99. Εκεί, συμπλήρωνα τον Αγγελικόπουλο στις μελοποιήσεις Καβάφη, προσθέτοντας στους 14, έως τότε, έλληνες συνθέτες που είχαν δισκογραφήσει μελοποιήσεις ποιημάτων τού Καβάφη, άλλους τέσσερις (τους οποίους ο ίδιος αγνοούσε προφανώς) – Angelique Ionatos, Photis Ionatos, Χρήστος Παρμενίδης, Γεράσιμος Τσαντούλας – αναφέροντας, παράλληλα, και τον Καταλανό Lluis Llach, που έχει ολόκληρο δίσκο αφιερωμένο στον Καβάφη, το “Viatge A Itaca” από το 1975, έχοντας μελοποιήσει στο “Campanades A Morts” εκπληκτικά – το τονίζω – το ποίημα του Καβάφη «Ένας Γέρος» (είναι το “A la taverna del mar”). Τώρα, μαθαίνω πως θα προστεθεί και η Λένα Πλάτωνος στην… παρέα. Θ’ ακούσουμε την προσπάθειά της και θα τα πούμε…
Στο ίδιο βιβλίο ο Αγγελικόπουλος περιελάμβανε κι ένα κείμενο, στο οποίο καταπιανόταν με την παρουσία των πουλιών(!) στο ελληνικό τραγούδι, ρίχνοντας μάλιστα «δηλητήριο» στο ελληνικό ροκ, γράφοντας πως οι μόνοι τραγουδοποιοί που δεν έβαλαν πουλιά στα τραγούδια τους ήταν οι… νεαροί «μοντέρνοι» της εποχής με τα πρωτόλεια συγκροτήματα και την έντονη ξενομανία τους. Το θέμα δεν ήταν καθόλου σημαντικό – σιγά τώρα, τραγούδια με πουλιά – και, όπως του είχα απαντήσει μέσα από το Jazz & Τζαζ, αν, εν πάση περιπτώσει, θέλει τραγούδια με πουλιά από το ελληνικό ροκ, ας ακούσει τους Poll («Αετοί που πετάτε, θέλω να’ρθω κι εγώ»), τον Ακρίτα («Δυο αετοί τον φύλαγαν, ένα αηδόνι κλαίει, μαύρος ο γκιώνης μοιρολογά κι η ελαφίνα σκύβει…») ή τον Θανάση Γκαϊφύλλια («τ’ αηδόνια δεν σ’ αφήνουν να κοιμηθείς στις Πλάτρες»). Πολύ πιθανόν να υπάρχουν κι άλλα… Το έχω ξαναγράψει. Όταν κάποιος εκφράζεται αφοριστικά, σχεδόν πάντα θα την πατάει.
Κι ας έρθουμε στο τώρα – ελπίζω, μόνον, όλα τα προηγούμενα να μη σας φάνηκαν αδιάφορα.
Ο Αγγελικόπουλος κάνει μια προσπάθεια – είναι επίπονη, έτσι όπως αντιμετωπίζει το θέμα – να βρει ελληνικά τραγούδια, που να σχετίζονται με το περιβάλλον. Εμένα, γενικώς, αυτό δεν μου λέει κάτι· κάτι ουσιαστικό εννοώ. Υπό την έννοια ότι στο θέμα χωράει πολύ κλάψα, νοσταλγία ή οικολογικές ανησυχίες της δεκάρας («Όμορφή μου Αθήνα/ που ν’ τα χρόνια εκείνα» του Νίκου Γούναρη, ή «είχε αυλή, είχε μάντρα και πηγάδι/ κι είχε τσαμπιά η γριά κληματαριά» του Λευτέρη Παπαδόπουλου, κι άλλες τέτοιες χαζομάρες). Συμφωνώ με τον Αγγελικόπουλο ότι το πρώτο(;) τραγούδι που αντιμετωπίζει το περιβάλλον με μία σαφή πολιτική διάσταση είναι ο «Εφιάλτης της Περσεφόνης» του Νίκου Γκάτσου και του Μάνου Χατζιδάκι («Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα/ κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο/ τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα/ και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο./ Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες/ ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο/ τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες/ και το καινούργιο παν’ να δουν διυλιστήριο»). Παρά ταύτα και πάλι από το χώρο του ελληνικού ροκ εγώ θα προτείνω στον Αγγελικόπουλο ν’ ακούσει ένα συγκρότημα από το 1972 (επί χούντας δηλαδή), τους Ρέμπελους, οι οποίοι στο τραγούδι τους «Η πόλη» λένε: «Μεσ’ τους δρόμους της πόλης/ τρέχει κόσμος πολύς/ φάτσες γεμάτες έγνοια/ πρόφτασε ό,τι μπορείς/. Θόρυβοι, καυσαέρια/ φώτα ηλεκτρικά/ του στραβώνουνε τα μάτια/ του βουλώνουνε τ’ αυτιά/. Στο τσιμεντένιο χώμα/ κάτω από έναν ήλιο πλαστικό/ φυτρώνουνε δέντρα τετράγωνα ψηλά/ από τούβλα ατσάλι και μπετόν». Ok, οι στίχοι δεν είναι «Γκάτσος» δεν είναι όμως και χειρότεροι από ’κείνους του Φώντα Λάδη π.χ.: «τα πορτοκάλια απούλητα/ τα μήλα πεταμένα/ κι οι γέροι στα μπαλκόνια τους/ σαν φύλλα μαραμένα».Πάω πάσο. Δικαιούται ο Αγγελικόπουλος να μην γνωρίζει τους Ρέμπελους, αλλά είναι παντελώς αδικαιολόγητος – σε βαθμό κακουργήματος, για το θέμα που εξετάζει –, να μην συμπεριλαμβάνει στο άρθρο του τραγούδια του Κώστα Τριπολίτη. Τι διάβολο, τα ξέχασε; Τα αγνοεί; Ή κάτι άλλο; Αναφέρομαι κυρίως στα τραγούδια από το δίσκο του 1981 «Πίσω απ’ τη βιτρίνα» σε μουσικές του Γιώργου Χατζηνάσιου. Μερικά δείγματα:
«Λιπάσματα, τσιμέντα και χαλυβουργικές/ σε βρήκα ένα βράδυ στον πυρετό να καις/ και μου ’πες κοίτα χάλι, για μας κανείς δεν γράφει/ που τρώμε στο ψωμί μας καρκίνο και θειάφι./ Γκαζάδικα, βαφεία κι η θάλασσα λεκές/ έγινε το κορμί μου σκουπιδοτενεκές/ και βρίζω τον αγέρα κι αυτή τη μαύρη σκόνη/που γδέρνει τα πλεμόνια και τη ζωή μου λειώνει». (από το «Πίσω απ’ τη βιτρίνα»)
«Η πόλη αυτή που ξεθωριάζει/ με τις ρεκλάμες μόστρα/ μουγγρίζει και με κομματιάζει/ σα μηχανή σκοτώστρα». (από τo «Η πόλη αυτή»).
«Λένε πάρκιν την αλάνα/ όπου έπαιζες παιδί/ κι είναι μόδα η αφάνα/ με κολόνια ζιβανσί/. Τώρα πια τα περιβόλια/ τα ονομάζουν ράντζα/ κι η τιβί μάς κάνει εμβόλια με φτηνά ρομάντζα». (από το «Αν ρωτάς τι τρέχει»)
Το θέμα με το οποίο καταπιάστηκε ο Αγγελικόπουλος, σε 4(!) σχεδόν σελίδες, έχει ενδιαφέρον, για μισή-μία σελίδα. Για καμιά δεκαριά τραγούδια. Τα μισά είναι του Τριπολίτη…

Υ.Γ. Λίγο πιο μετά, στο ίδιο τεύχος της Βιβλιοθήκης, σε 3/4 σελίδας (ευτυχώς) ο Κώστας Ζουγρής έχει χωρέσει το «η βαρκάδα εμπνέει τους μουσικούς»(!!) καταγράφοντας ελληνικά τραγούδια που αναφέρονται σε βαρκάδες(!;). Εδώ, το ενδιαφέρον τρέχει απ' τα μπατζάκια μας... Μα καλά, θά 'θελα νά 'ξερα, σκέφτηκε πολύ ο άνθρωπος για να βρει τέτοιο θέμα;

9 σχόλια:

  1. Το θέμα είναι πως μάλλον δεν ξέρουν τι να γράψουν ή δεν έχουν τι να πουν. π.χ. ο μεν Ζουγρής χάνεται αποσπασματικά σε ότι έχει πρόχειρα μπροστά του γράφοντας "φτηνά" και εγκυκλοπαιδικά εφευρίσκοντας γελοίες αφορμές κι ο Πετρίδης στην άλλη σελίδα παριστάνει τη Βικιπέντια (απίστευτο, αυτό θα είχε ενδιαφέρον μόνο στην προ Ιντερνετ εποχή). Όσο για το Χατζιδάκι είναι γνωστά. Τόλμησα να πω δυο κριτικές κουβέντες στο Ποιείν και κάποιοι με θεώρησαν από ιερόσυλο ως αδαή. Μάλλον γιατί το "κύκλωμα" Χατζιδάκι βγάζει ακόμη λεφτά, χωμένοι όλοι στα κρατικά ραδιοφωνικά προγράμματα και στις εφημερίδες μονοπολώντας τις αναμνήσεις τους και τα "κολλήματά" τους που σώνει και καλά πρέπει να ασπαζόμαστε για να μη θεωρηθούμε alien. Μήπως είμαι υπερβολικός;

    κώστας παπ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ναι.. τι βαρκάδες τώρα.. Ένα άρθρο ή κείμενο που θάθελα να διαβάσω (σίγουρα θα υπάρχουν αλλά δέν έτυχε) είναι για τα τραγούδια που έχουν αλλαγμένους ή κομμένους στίχους από τη λογοκρισία και ποιοί είναι οι αρχικοί.
    Αλέξανδρος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κώστα και Αλέξανδρε, επί του συγκεκριμένου το «πρόβλημα» – ας το βάλω σε εισαγωγικά – ξεκινάει από τον Χρονά, που έχει τη διεύθυνση της Βιβλιοθήκης. Η απορία μου έχει να κάνει με την παρουσία σελίδων για τη μουσική σ' ένα ένθετο που αφορά εκδόσεις, βιβλία. Προς τι; Λες και τα μουσικά θέματα είναι ο «φτωχός συγγενής», που έρχονται να τσοντάρουν στο κλείσιμο των σελίδων. Αλλά ας είναι, το παραβλέπω.
    Δεν παραβλέπω καθόλου όμως το γεγονός ότι ο Χρονάς (ο οποίος μου φάνηκε άνετος και συμπαθής όταν κάποτε, στην παρουσίαση ενός βιβλίου, μιλήσαμε) που δεν έχει καμμία βαθύτερη γνώση των μουσικών θεμάτων – το να ανακατεύεις τον Μποντλέρ με τους Beatles και τον Παλαμίδα με τον Γιάννη Χρήστου δε σημαίνει απολύτως τίποτα – δεν μπορεί να ελέγξει και να αξιολογήσει όσα του παραδίδονται. Είναι σαν να πήγαινα εγώ να έκανα αρχισυνταξία σ' ένα περιοδικό, ξέρω 'γω... γαστρονομίας. Ό,τι μπούρδα μου δίνανε θα τη δημοσίευα.
    Μπορεί να φαίνομαι σκληρός, αλλά αυτή είναι η αλήθεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δεν είναι θέμα σκληρότητας Φώντα, έτσι πως τα λες είναι τα πράγματα. Το πρόβλημα επίσης έγκειται στο γεγονός πως πάρα πολύς κόσμος στη χώρα μας θέλει να γράφει. Είναι παράδοξο. Το θέμα όμως είναι ότι δεν έχουν βάθος και καλλιέργεια, ήτοι δεν είναι έτοιμοι γι αυτό, βιάζονται. Απ' την άλλη κάθε πικραμένος βγάζει περιοδικό. Κοιτούσα πριν μέρες τη βιτρίνα ένος βιβλιοπωλείου και τρόμαξα με το πλήθος των περιοδικών. Μόνο για την ψυχανάλυση υπήρχαν 5-6, αν είναι δυνατόν. Δεν μιλάμε για λογοτεχνία, χαμός. Έτσι οι λοιπόν οι επίδοξοι εκδότες δέχονται και διαχειρίζονται εκατοντάδες γραπτά επίδοξων δημοσιογράφων κι αρχίζει ένας φαύλος κύκλος που δυστυχώς δεν φέρνει αξιολογα αποτελέσματα.
    Επειδή ξέρω χρόνια τον Χρονά γνωρίζω πως ήδη για το περιοδικό του (που βαστάει χρόνια)στέλναν σε απίστευτους ρυθμούς κείμενα και ιδίως ποιηματα (η μισή ελλάδα γράφει). Και τώρα στη βιβλιοθήκη το ίδιο πρέπει να γίνεται. Πάντως είναι προς τιμήν του πως τουλάχιστον έχει συνεργασίες κι από νέους-άγνωστους πριν-ανθρώπους. Δέχεται όμως αδιερώτητα και βάζει κείμενα από παλιούς, κι εκεί έρχεται το θέμα γνωριμιών και φιλίας, που είναι λάθος. Για τη μουσική νομίζω ο Ζουγρής κ ο Πετρίδης πρέπει να σταματήσουν πάραυτα. Τέλος πάντων, χαίρομαι που τουλάχιστον μέσω του μπλογκ σου μπορούμε να κάνουμε τέτοιες συζητήσεις. Κάτι είναι κι αυτό στις δύσκολες μέρες που περνάμε σε όλους τους τομείς.

    κώστας παπ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ok ρε Κώστα να συζητάμε, και θα συζητάμε δημοσίως όσο γίνεται - αυτός είναι και ο ρόλος του blog εξάλλου -, αλλά να βγαίνει και κάτι. Εννοώ προς τη θετική κατεύθυνση.
    Το τι μπούρδα γράφεται, αδελφέ μου, σε περιοδικά κι εφημερίδες σε σχέση με τη μουσική δε λέγεται. Δεν έχω το χρόνο να κάθομαι ν' ασχολούμαι με ό,τι πέφτει στην αντίληψή μου, αλλιώς... Αυτό το χάλι δεν ξέρω αν παρατηρείται, σε τέτοιο βαθμό, και στα κείμενα περί κινηματογράφου, θεάτρου κ.λπ. Νομίζω λιγότερο. Δυστυχώς, τη μουσική, τα major έντυπα, πάντα την είχαν και θα την έχουν χεσμένη - sorry για την έκφραση. Δυο-τρία πράγματα, που έχουν άμεση ανταποδοτική αξία (και δεν εννοώ μόνον εις χρήμα), κι έξω απ' την πόρτα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Άρης Καραμπεάζης19 Ιουλίου 2010 στις 10:45 μ.μ.

    Το προηγούμενο Σάββατο βρέθηκα στη Χαλκιδική και σε τοπικό σταθμό, που εξέπεμπε από τον Πολύγυρο νομίζω..., έπεσα σε δίωρο... τρίωρο.. (?δεν άντεξα περισσότερο) αφιέρωμα στον Χατζιδάκι. Φωτοκόπια των πρόσφατων στα κρατικά ραδιόφωνα.
    Φλέρυ, Ψαριανός και ξανά από την αρχή.
    Το εύρος των "νέων" πληροφοριών, το φάσμα του "ενδιαφέροντος" και τα λοιπά μουσικολόγια της μαρμότας επιβεβαίωσαν απολύτως τα περί χατζιδακιμανίας που γράφτηκαν πρόσφατα σε αυτό το blog.
    Την Κυριακή πάλι δεν μπόρεσα να βρω μια Ελευθεροτυπία, διότι η Χάρις της "αγάπης" δεν άφησε κανέναν που να μην τον βρει όπου και να ήταν (και ως γνωστόν στους τουριστικούς προορισμούς αποστέλονται μόνον οι φουλ εκδόσεις των κυριακάτικων εφημερίδων).
    Την Πλάτωνος την "σέρνουν" στα blog και τα free press, τύποι που στήνονται πίσω της στις φωτογραφίες, όπως ο θρυλικός Μητσάρας στις δηλώσεις των γηπέδων. Άθελα της ή όχι, συνειδητά ή μη, στους θύτες πάντοτε ενυπάρχει περισσότερος δόλος από ότι έστω και στο θύμα-εθελοντή.
    Περί των εγκυκλοπαιδιστών και της αχρησίας που έχει περιπέσει το όποιο μουσικό τους αισθητήριο, συμφωνώ απολύτως με τους προηγούμενους. Η μουσική της Βιβλιοθήκης είναι καλά βολεμένη στη ναφθαλίνη... στην οποία στα 33 μου ανακάλυψα ότι είμαι αλλεργικός (μου το έκρυβαν τόσα χρόνια ρε γμτ)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Όπως καταλαβαίνεις Άρη είμαι αλλεργικός στο λιβάνισμα και στα... κύριε ελέησον (40άκις την ώρα). Κατ' εμέ (και συμφωνούμε απ' ό,τι βλέπω), είναι απαράδεκτο να... χρεώνονται δημοσιογράφοι, bloggers κ.λπ. συγκεκριμένους καλλιτέχνες λες και πρόκειται για τα... γραφεία Τύπου τους (των καλλιτεχνών), προβάλλοντας γνωριμίες, φιλίες ή ό,τι άλλο. Επειδή παρακολουθώ το χώρο από πολύ κοντά και από χρόνια σού λέω πως η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Οι ίδιοι δεν τα βλέπουν; Τους έχει σιχαθεί ο κόσμος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. ΕΙΜΑΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ , ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ ΓΙΑ ΤΑ "ΕΡΑΝΑ" ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΤΑΤΣΗ , ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΑΙ ΓΙΑ ΠΕΡΕΤΑΙΡΩ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ , ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ 6989859371

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Χαίρετε κύριε Δημητρά. Δεν έγραψα κάτι ιδιαίτερο για τα «Έρανα», αλλά αφού μου το θυμίσατε θα άξιζε κάποια στιγμή (στο άμεσο μέλλον) να γράψω περισσότερα. Εξάλλου πρόκειται για ένα άλμπουμ που πάντα θα ενδιαφέρει. Θα σας καλέσω και στο τηλέφωνο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή