Τα «σχόλια», αλλά και μία δική μου αναφορά στην προηγούμενη ανάρτηση, έφεραν στο προσκήνιο τα βιβλία του Ντίνου Δηματάτη για το ελληνικό ροκ, αλλά και για τους «αγνώστους» του… βρετανικού rock. Θυμήθηκα λοιπόν μία κόντρα που είχα από τις σελίδες του Jazz & Τζαζ με τον συγγραφέα (το 1997), με αφορμή την έκδοση ενός βιβλίου του για τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Αναδημοσιεύω λοιπόν την κριτική, όπως και τα κείμενα που αντηλλάγησαν μετά (τα βρήκα πιο εύκολα απ’ όσο φανταζόμουν – κι ας ανεβούν τώρα, που γίνεται λόγος), επειδή, διαβάζοντάς τα ξανά, διαπίστωσα πως δεν είναι εντελώς ξεπερασμένα. Κι εν πάση περιπτώσει, ας υπάρχουν και στο διαδίκτυο· κακό δεν είναι. Jazz & Tζαζ, τεύχος 55, 10/1997
(η δική μου κριτική)
Τον Ντίνο Δηματάτη δεν τον γνωρίζω από κοντά. Παρ’ όλα αυτά όμως, το αντίτυπο του βιβλίου του «Παύλος Σιδηρόπουλος, Το Μοναχικό Μπλουζ του Πρίγκηπα» [εκδ. Κατσάνος Rock, Θεσσαλονίκη, 1997], που έφθασε στα χέρια μου μέσω του κοινού φίλου Νίκου Πετρουλάκη, περιέχει μία θερμή αφιέρωση προς εμένα και γι’ αυτό εξ αρχής τον ευχαριστώ. Επί της ουσίας τώρα. Ο Δηματάτης έχει μιαν άποψη για τα πράγματα (τα γενικότερα πράγματα) κι ένα στυλ αφήγησης, που προσωπικά μου φαίνεται, κι ας με συγχωρήσει γι’ αυτό, ολίγον αφελές. Γι’ αυτό λοιπόν δεν θ’ αναφερθώ διεξοδικά σε ζητήματα έκφρασης κι από ’κει και πέρα αισθητικής, τα οποία βγαίνουν στην επιφάνεια μετά από μία πρώτη, ακόμη και πρόχειρη ανάγνωση. Ούτε είναι επίσης της ώρας να πω αν ήταν απαραίτητο ή όχι ένα βιβλίο για τον Παύλο Σιδηρόπουλο, που σίγουρα θα τρίζουν τα κόκκαλά του μ’ αυτά που λέγονται, γράφονται ή ακούγονται γι’ αυτόν – και δεν αναφέρομαι εδώ στον Ντίνο Δηματάτη (ο ίδιος φαίνεται να είναι αγαθών προθέσεων), αλλά σε όσους θησαυρίζουν με τον πλέον απαράδεκτο τρόπο, εξαργυρώνοντας διαρκώς το ίδιο μεταθανάτιο λαχείο. Επίσης δεν μ’ ενδιαφέρει να αποτιμήσω το έργο του Σιδηρόπουλου – έχω εκφράσει αλλού τις απόψεις μου – ούτε έχω διάθεση να συμφωνήσω ή να διαφωνήσω γραμμή-γραμμή με τα λεγόμενα του συγγραφέα. Έκανα μόνο μία πρώτη, πρόχειρη ανάγνωση, εντοπίζοντας, δυστυχώς, αρκετά λάθη και ανακρίβειες, τα οποία δεν δικαιολογούνται. Εκείνο όμως που με στενοχώρησε πραγματικά πολύ ήταν άλλο. Στη σελίδα 78 ο Ντίνος Δηματάτης γράφει:
«Στο μεταξύ αυτή την περίοδο ο ίδιος εξακολουθούσε να βιώνει το προσωπικό του δράμα. Είχε χωθεί κυριολεκτικά μέσα στα σκληρά ναρκωτικά και είχε υποταχθεί στα δεσμά της ηρωίνης ‘σουτάροντας’ σχεδόν σε καθημερινή βάση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ολοκληρωτικής εξάρτησής του απ’ αυτά είναι το περιστατικό που μου διηγήθηκε κάποιος φίλος δημοσιογράφος. Ένα βράδυ ο Παύλος ενώ βρισκόταν στα γραφεία του περιοδικού για μια συνέντευξη, στη διάρκειά της δεν άντεξε κι αφού άφησε στην άκρη το κανονικό του πακέτο με τα τσιγάρα, άνοιξε ένα άλλο και τύλιξε στη συνέχεια ένα ‘διαφορετικό τσιγάρο’ φέρνοντας σε αμηχανία όλους όσους δούλευαν στο περιοδικό εκείνη τη στιγμή».
Εδώ, ο συγγραφέας πέφτει σε μεγάλη πλάνη. Θεωρεί ουσιαστικά τη χρήση χασίς – αν ήταν χασίς και δεν ήταν απλό στριφτό τσιγάρο και μπερδεύτηκε ο φίλος του ο δημοσιογράφος – τεκμήριο, που υποδηλώνει κατ’ αυτόν και την περαιτέρω χρήση σκληρών ναρκωτικών. Η γραμμικότητα της σκέψης του, στην περίπτωσή μας, δεν είναι απλώς λανθασμένη είναι και αντιδραστική. Βάλθηκε να μας τρελάνει τελείως ο Ντίνος. Κρίμα δηλαδή, γιατί το βιβλίο είναι γραμμένο για να διαβαστεί από νέους ανθρώπους. Κι εντάξει, μπορεί να μην μπορούμε να τους πληροφορήσουμε σωστά για την πρώτη ετικέτα του «Ζωντανοί στο Κύτταρο» ή του «Rock Σήμερα!», ας τους πληροφορήσουμε όμως, όπως πρέπει, για θέματα που σχετίζονται με την ίδια τους τη ζωή. Είναι το λιγότερο, ή, μάλλον – τι λέω; – το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε. Jazz & Τζαζ, τεύχος 56, 11/1997
(η απάντηση του Ντίνου Δηματάτη)
Αγαπητό Jazz & Τζαζ
Σχετικά με την κριτική που δημοσιεύτηκε στο τεύχος Οκτωβρίου για το βιβλίο μου «Παύλος Σιδηρόπουλος, Το Μοναχικό Μπλουζ του Πρίγκηπα», θα παρακαλούσα θερμά να καταχωρίσετε και την παρούσα επιστολή-απάντησή μου προς τον συντάκτη αυτής Φώντα Τρούσα.
Κατ’ αρχήν εξηγούμαι ότι τον Τρούσα τον εκτιμώ από ορισμένες δισκοκριτικές και κείμενα που έχω διαβάσει στο έγκριτο περιοδικό σας και γι’ αυτό το λόγο θεώρησα σωστό να τον τιμήσω – όπως εξάλλου και άλλους συναδέλφους – στέλνοντας ένα αντίτυπο του βιβλίου μου με ιδιόχειρη αφιέρωση, μία ενέργεια που δεν ανταπέδωσε, τουλάχιστον από καθαρά λόγους αβροφροσύνης ή στοιχειώδους τακτ, ο ίδιος προς εμένα με μία κόπια του δικού του βιβλίου «Ραντεβού στο Κύτταρο».
Επίσης, τον συγχωρώ – όπως μου το ζητάει ο ίδιος – για την άποψή του στην κριτική που άσκησε στο βιβλίο ότι η τοποθέτησή μου για τα γενικότερα πράγματα και το στυλ αφήγησής μου(;) είναι ολίγον (σικ) αφελές… Όπως όμως ομολογεί ειλικρινώς το βιβλίο δεν το μελέτησε επαρκώς, αλλά του έκανε μία πρόχειρη ανάγνωση και κατόπιν τούτου θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός στις εκτιμήσεις του, αφού η συνειδητά απλή γραφή εκ μέρους μου νομίζω ότι βοηθάει ευκολότερα στο νόημα και την ανάγνωσή του, γεγονός το οποίο σημείωσε εύστοχα ως θετικό στοιχείο μία άλλη κριτική γνωστού μουσικού εντύπου.
Συνεχίζοντας, θα διαφωνήσω με τον συντάκτη σας για τους γενικούς και παρωχημένους αφορισμούς περί αναγκαιότητας του βιβλίου, για εξαργυρώσεις και μεταθανάτια λαχεία, τη δε άποψή μου για όλα αυτά την εκφράζω μέσα από το βιβλίο μου, και ειδικότερα στη σελίδα 18. Μου προκαλεί όμως την εύλογη απορία ότι δεν διατυπώνονται συχνά ανάλογα σχόλια από τους εγχώριους κριτικούς για διεθνείς εκδόσεις ή την κυκλοφορία δεκάδων LPs που αφορούν π.χ. τον Μόρισον ή τον Χέντριξ.
Και εν πάση περιπτώσει όλες αυτές οι ενστάσεις του συντάκτη σας είναι δικαιωματικά σεβαστές. Εκείνο όμως που θεωρώ απαράδεκτο και ασυγχώρητο στη συνέχεια της κριτικής του, και το οποίο δηλώνει μία ανεξήγητη προκατάληψη και κακοπιστία, είναι οι προσβλητικοί χαρακτηρισμοί του τύπου «βάλθηκε να μας τρελάνει…» που δεν συμβαδίζουν με τη σοβαρότητα και το κύρος του περιοδικού και θυμίζουν περισσότερο υστερικές κραυγές λαϊκού εντύπου.
Ως προς την ουσία τώρα της σελ.78 του βιβλίου, που στενοχώρησε τον Τρούσα, έχω να σημειώσω ότι το συγκεκριμένο παράδειγμα, στο οποίο ο Παύλος έστριψε ένα τσιγάρο χασίς στη διάρκεια μιας συνέντευξης, είχε να δηλώσει καθαρά την αθεράπευτη συνήθεια και ροπή του γενικά προς τα ναρκωτικά, γιατί λογικά δεν θα μπορούσε να βαρέσει και ένεση μεσ’ τα γραφεία του περιοδικού! Και φυσικά επέλεξα το συγκεκριμένο περιστατικό από άλλα ακραία που γνωρίζω για τον ίδιο, θεωρώντας ότι δεν θα έπρεπε ν’ αναφερθούν προς χάριν της μνήμης του. Κι αν, εν κατακλείδι, η δική μου γραμμικότητα της σκέψης είναι λανθασμένη και αντιδραστική(;) η αντίστοιχη του Τρούσα με το σχόλιό του τι προτείνει; Ότι το βιβλίο είναι επικίνδυνο να διαβαστεί από νέους και τη συμβουλή του για χρήση του «μαλακού» χασίς…
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Ντίνος «Δέλτας» Δηματάτης
Δικηγόρος – Υπεύθυνος του βιβλίου «Παύλος Σιδηρόπουλος»(από το ίδιο τεύχος η δική μου απάντηση)
Το ότι ο Ντίνος Δηματάτης θα ενοχλείτο από την παρουσίαση που έκανα στο βιβλίο του ήταν σίγουρο και συνήθως εκείνοι οι οποίοι ενοχλούνται είναι αυτοί που βάζουν τα πόδια στον ώμο, με το ν’ απαντούν δηλαδή βιαστικά και απρόσεκτα, παίρνοντας έτσι (όπως νομίζουν) το αίμα τους πίσω. Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ο Ντίνος μου καταλογίζει κατ’ αρχάς έλλειψη αβροφροσύνης και στοιχειώδους τακτ. Φαίνεται πως στις λέξεις αυτές δίνει ένα δικό του νόημα. Προφανώς τις ταυτίζει ή τις συγχέει με το «λιβάνισμα», με το «θα κάνει τα στραβά μάτια» και άλλα τέτοια συναφή. Το ότι τον ευχαρίστησα δημοσίως για το βιβλίο του και τη θερμή αφιέρωση προς το πρόσωπό μου (και μάλιστα πριν γράψω οτιδήποτε άλλο) μου φαίνεται πως δεν του αρκεί και δυστυχώς το περνάει στο ντούκου. Δηλαδή τι ήθελε από μένα; Τους μάγους με τα δώρα; Κι εξηγώ επίσης στην κριτική μου πως δεν τον γνωρίζω από κοντά, που σημαίνει βεβαίως ότι δεν ξέρω ούτε τη διεύθυνσή του (όπως επίσης ούτε εκείνος ήξερε τη δική μου, αφού το βιβλίο το άφησε σε τρίτο πρόσωπο). Τώρα όμως που την έμαθα θα του στείλω ένα αντίτυπο από το «Ραντεβού στο Κύτταρο», με επίσης θερμή αφιέρωση, για να μην παραπονιέται. Ας αφήσουμε όμως τις εκατέρωθεν αβρότητες, για να θίξουμε 2-3 θέματα ουσίας.
Το ότι το στυλ αφήγησής του μου φαίνεται «ολίγον αφελές» το εννοώ. Είναι γνώμη μου και δεν την αλλάζω. Τώρα, αν αυτό συμβαίνει επίτηδες (όπως υποστηρίζει ο ίδιος «η συνειδητά απλή γραφή εκ μέρους μου νομίζω ότι βοηθάει…» κ.λπ.) ή όχι, δεν μπορώ να το ξέρω. Εγώ ξέρω ό,τι διαβάζω. Δεν γνωρίζω αν ο Ντίνος, πριν αρχίσει να γράφει το βιβλίο του, έκανε έρευνα και βρήκε ότι το target group των μελλοντικών αναγνωστών του είναι οι απόφοιτοι του… τριταξίου Γυμνασίου (δεν έχω τίποτα, εννοείται, με τους αναγνώστες αυτής της εκπαιδευτικής βαθμίδας, αφού ως γνωστόν η μόρφωση συνδέεται άμεσα και με το πορτοφόλι). Το να υιοθετείς όμως ένα στυλ αφήγησης αφελές ή αρεστό σε κάποιους είναι πολύ χειρότερο από το να είσαι όντως απλοϊκός και αφελής, γιατί το πρώτο είναι επικίνδυνο, αφού η δημαγωγία και ο λαϊκισμός δεν απέχουν πολύ, ενώ το δεύτερο όχι· αν και κατά μίαν έννοια είναι και αυτό επικίνδυνο, αφού ο απλοϊκός και ο αφελής γίνεται έρμαιο στις διαθέσεις των πάσης φύσεως καπάτσων και των υποτίθεται εξυπνότερων.
Τις εκφράσεις μου περί «εξαργυρώσεων» και «μεταθανάτιων λαχείων» αγαπητέ Ντίνο δεν τις έγραψα για σένα, κι αυτό εκείνος που θα διαβάσει προσεκτικά το κείμενό μου το αντιλαμβάνεται εύκολα. Όμως δεν κατάλαβα αν ενοχλήθηκες για πάρτη σου, ή για λογαριασμό άλλων. Τώρα, όσον αφορά στις απόψεις μου για τις μεταθανάτιες συλλογές με τραγούδια του Hendrix ή του Morrison, δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα να πω ότι οι περισσότερες είναι εν δυνάμει τυμβωρυχίες· όπως τέτοιες είναι και σχεδόν όλες οι μεταθανάτιες κυκλοφορίες με τραγούδια του Σιδηρόπουλου.
Κακόπιστος και προκατειλημμένος βεβαίως δεν είμαι – κι αν το βιβλίο σου το διάβασα πρόχειρα, αυτό σίγουρα, σε πρώτη φάση, σε ωφέλησε. Υπάρχουν πολλά λάθη και ανακρίβειες μέσα, τις οποίες και θα σου ταχυδρομήσω μαζί με το αντίτυπο από το «Ραντεβού Στο Κύτταρο». Πιθανώς, λάθη να έχουν εντοπίσει και άλλοι. Ελπίζω μόνο σε κάποια επόμενη έκδοση να τα λάβεις υπ’ όψη σου. Όσον αφορά εκείνο το «βάλθηκε να μας τρελάνει» είναι μια φράση που μου αρέσει και απέχει βεβαίως παρασάγγας από υστερική κραυγή. Εξάλλου, έχει και μια δόση χιούμορ, το οποίο δυστυχώς δεν θέλησες να αντιληφθείς.
Χαίρομαι που το «διαφορετικό τσιγάρο» το λες στο γράμμα σου χασίς. Ξορκίζουμε, με το να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, τις «μαύρες μάγισσες» και το συντηρητισμό και προάγουμε τη σοβαρότητα και την ψυχραιμία. Το ότι επέλεξες να μην αναφερθείς σε περιστατικά «σκληρά» που γνωρίζεις για τον Σιδηρόπουλο είναι προς τιμή σου, αφού έτσι απέφυγες ένα σκανδαλοθηρικό σκόπελο. Όμως, από την άλλη, και το ξανατονίζω αυτό, η διατύπωση εκείνου του σημείου, στη σελίδα 78, ήταν ατυχής, όπως ήταν και «λανθασμένη» και «αντιδραστική». Το δε συμπέρασμά σου στο τέλος περί συμβουλής «για χρήση του ‘μαλακού’ χασίς» είναι εντελώς αυθαίρετο. Δεν είμαι εγώ αυτός που θα συμβουλεύσει τον οποιονδήποτε για οτιδήποτε. Αρνούμαι όμως και το τσουβάλιασμα, την ισοπέδωση και τις εύκολες, καθαρή τη καρδία, λύσεις. Αρνούμαι δηλαδή τη λογική του «όλα σ’ ένα» και του «ένα για όλα». Τα πάσης φύσεως και δήθεν «αντικειμενικά κριτήρια», αγαπητέ Ντίνο, είναι αυτά που κάνουν τη ζωή μας δύσκολη και ενίοτε επικίνδυνη.
Αυτά τα ολίγα. Δεκατρία χρόνια πριν…
Ως προς το "τραγικό περιστατικό" : ως δικηγόρος κι εγώ, διακρίνω στην περιγραφή του Δηματάτη, επιρροή από τη γλώσσα των δικογράφων. Έτσι ακριβώς θα περιέγραφε ο κάθε δικηγόρος την "χρήση χασίς" σε ένα υπόμνημα προς το συμβούλιο εφετών π.χ. ... βέβαια καλό είναι να διαχωρίζουμε τις ιδιότητες μας, διότι ιδού τα αποτελέσματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο εν λόγω βιβλίο είναι όντως απαγοητευτικό. Οι εκφράσεις γλαφυρό και απλοϊκό είναι λίαν επιεικείς. Αν κάποιος δεν έχει διαβάσει τίποτε άλλο για τον Σιδηρόπουλο ολοκληρώνει την ανάγνωση σχηματίζοντας την εντύπωση ότι επρόκειτο για κάποιον ταλαντούχο γραφικό. Και αυτό είναι έγκλημα...
Πάντως ανάλογα αποτυχημένη θεωρώ και την προσπάθεια του Άκη Λαδικού να γράψει βιβλίο για τον Σιδηρόπουλο. Αν και ένα βήμα πιο πάνω από τον Δηματάτη, τελικά κατέληξε σε αποδελτίωση, σεναριακές περιγραφές, σκόρπιες αναφορές και το μέγα εύρυμα της παρουσίασης των συμβολαίων του Σιδηρόπουλου με τις δισκογραφικές, που τόσα πολλά προσφέρει στον αναγνώστη.
Καθώς θυμάμαι δε και άλλες βιογραφίες... έρχονται στο νου μου διάφορα τερατουργήματα
Όπως έχω ξαναπεί το έργο του Σιδηρόπουλου δεν διακαιολογεί ούτε τα βιβλία, ούτε - εννοείται - τον ντόρο και το... θρύλο που σχηματίστκε γύρω από το όνομά του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν έχουμε όμως ακόμη τελειώσει... Καθότι, όπως επίσης ξαναέγραψα, ετοιμάζεται κι άλλη έκδοση.
Φώντα ξέρεις ποσοι δεν δικαιολογούν ντόρο,θρύλους και βιβλια?...
ΑπάντησηΔιαγραφήμεταξύ μας?ΑΠΕΙΡΟΙ!
Ε και?Let it rule που λένε.Καλο είναι να γράφειο κοσμος εστω και με λάθη.Και ο Παυλος στο κατω κατω μας εβαζε και τζαμπα στη Πλακα το 78 γιατι στο Hilton και στα γυρω οι "Αιγυπτιώτες" και οι Λιβανέζοι αρτίστες που κατα καιρούς εκθειάζουμε μας γράφανε μεγάλε.
Πλακα πλακα δεν παίζανε και καλύτερα απο τους Σπυριδούλα.
You know what i mean....
Ευχαριστω για την φιλοξενία.
Κουτέρης… Κουτέρης… Εσύ είσαι Νίκο, που είχες το δισκάδικο στο Παγκράτι; Τι κάνεις ρε φίλε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ, μαζί σου. Να γράφει ο κόσμος. Να έχουμε κι εμείς να λέμε… Τα καλά βιβλία να τα φχαριστιόμστε και τ’ άχρηστα να τα καταχωνιάζουμε. Όπως είναι διαπιστωμένο, πολλές φορές, ακόμη κι ένα κακό βιβλίο μπορεί να προσφέρει στην έρευνα, την αντιπαράθεση ιδεών και τα λοιπά. Υπό αυτή την έννοια είναι χρήσιμο. Εξάλλου, πολλές φορές, χωρίς τα άχρηστα βιβλία, δεν μπορούν να υπάρξουν τα καλύτερα. Ορισμένες, δε φορές, πατάνε κι επάνω τους…
Τι να πω για τον Σιδηρόπουλο; «Καλό παιδί», όπως λέμε, μπορεί να ήταν ο μακαρίτης, αλλά άλλο αυτό, άλλο το καλλιτεχνικό δυναμικό του και άλλο τα βιβλία που γράφονται για ’κείνον.
Μήπως ολόκληρο το κεφάλαιο "ελληνικό" rock (των 20 LP άξιου λόγου δισκογραφίας), δεν δικαιολογεί το ντόρο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΕν πάσει περιπτώσει, ως τι είναι πιο τραγική περσόνα ο Σιδηρόπουλος από τον Feel των Yell-O-Yell (πολύ καλύτερη μπάντα από τους Σπυριδούλα ή τους Απροσάρμοστους)ή τον Δήμο Ζαμάνο των Εν Πλω (ακόμα περισσότερο καλύτερη μπάντα από τους Σπυριδούλα ή τους Απροσάρμοστους); Κάτι χάνω ή μου φαίνεται...
Ναι εγω ειμαι Φώντα.Εψαχνα κατι για τον Χαλκίτη και επεσα πάνω σου.Εξαίρετο blog.Ξενύχτησα διαβάζοντας καποια πολυ ενδιαφέροντα αρθρα σου.Και βεβαια μη συμφωνώντας παντα σε ολα.Πολυ καλη και η ποιότητα των σχολίων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαντως τωρα θα σε παρακολουθώ καθημερινά.
Α,και κάτι αλλο.Με τον Takehisa Kosugi και τον ευγενέστατο Αμερικανό dj που τον συνόδευε στα decks και ηχογραφούσε τοτε στην Asphodel (μου διαφεύγει το ονομα του)ειχαμε μια καταπληκτική συζήτηση μετα την παράσταση στη Καλαμάτα αλλα δυστυχώς χωρις κασσετοφωνα και photos.
O Kosugi συνοδεύτηκε από τον Christian Marclay. Για όσους δεν είχαν κασσετόφωνα, έχει ανεβαστεί η πρώτη βραδυά της Καλαμάτας εδώ:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://excretemusic.blogspot.com/2009/10/christian-marclay-takehisa-kosugi-merce.html
Νίκο, και βέβαια δεν υπάρχει λόγος να συμφωνείς σε όλα. Απλά λέω - και αυτό ισχύει και για μένα εννοείται - ότι όσα λέμε πρέπει να τα στηρίζουμε επαρκώς και με επιχειρήματα. Και δεν αναφέρομαι στα γούστα μας, στο τι μπορεί να αρέσει σ' εσένα, σ' εμένα, ή σε όποιον άλλο, γιατί εκεί δεν βγαίνει εύκολα άκρη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ spacefreak απάντησε για τον Kosugi και την Καλαμάτα.
Να μπω κι εγώ στην κουβέντα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο βιβλίο του Ντίνου το έχω. Μου το χάρισε ο φίλος μου ο Κατσάνος και το είχα διαβάσει τότε. Θα μου επιτρέψεις να διαφωνήσω φίλε Φώντα. Η κριτική σου (τη θυμάμαι από τότε) ήταν πολύ υπεράνω. Πιάστηκες απ' το θέμα του χασισιού που το θεωρώ δευτερεύον και κατά τ' άλλα είπες πως ούτε το βιβλίο καλά καλά διάβασες. Ανέφερες γενικά λάθη που όμως δεν υπέδειξες και γενικά απαξιώσες γενικά το θέμα Σιδηρόπουλου χωρίς να πεις γιατί. Λογικό μου φάνηκε που αντέδρασε ο Ντίνος. Κατά τ' άλλα συμφωνώ για το αφελές υφoς που αναφέρεις και το όλο κλίμα περί πρίγκηπα κλπ.
Όσο αναφορά για τα βιβλία πέρι ελληνικής σκηνής κλπ. θέλει πολύ τρέξιμο όχι αστεία για να βγει κάτι σοβαρό ειδικά στη χώρα μας όπου βαδίζεις σχεδόν στα τυφλά (σε ποιον τα λέω έ; χε χε).
(Όσο για το βιβλίο σου στη Θεσσαλονίκη το χω δει πολλές φορές και μάλιστα πρόσφατα κάπου το πήρε το μάτι μου σε μια βιτρίνα second hand διακάδικου)
Κώστας Παπ.
Τι υπεράνω μωρέ Κώστα. Δε λες ότι σεβάστηκα τον Δηματάτη (επειδή πολλοί του την είχαν πέσει τότε) και δεν ήθελα, δημοσίως, κι εγώ, να κάνω φιτίλια το βιβλίο… Τώρα βαριέμαι να το ξανακοιτάξω, αλλά, θυμάμαι πως του είχα στείλει με επιστολή όσα λάθη είχα βρει – ουκ ολίγα. (Αν το ξαναδιάβαζα τώρα θα του έστελνα περισσότερα). Άσε δε τα γενικότερα θέματα, τα οποία να με συγχωρήσεις, αλλά εγώ τα θεωρώ σοβαρότερα. Γιατί, όταν κάποιος δεν μπορεί να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, και γράφει όπως του έρθουν, τι να τις κάνω τις δισκογραφίες και τις… αποκλειστικές πληροφορίες; Δε μου λένε τίποτα. Το περιστατικό, δε, με το τσιγαριλίκι που αναφέρει είναι ενδεικτικό του πως σκέφτεται για τα πράγματα – από ’κει κι εγώ βγάζω τα συμπεράσματά μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ζήτημα ξέρεις ποιο είναι; Ότι κάθε φορά θα πρέπει να πιάνεις το νήμα από την αρχή και να ξαναγράφεις αυτά που έχεις ξαναγράψει. Γι’ αυτό λέω πως… έχω εκφράσει αλλού τις απόψεις μου. Κι εννοούσα στο βιβλίο μου. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει πως ο καθένας θα πρέπει να έχει διαβάσει το βιβλίο μου για να ξέρει τη γνώμη μου για το Σιδηρόπουλο (ο Δηματάτης, βέβαια, πρέπει να το είχε ήδη διαβάσει, οπότε ήμουν καλυμμένος – καθότι η κριτική σ’ εκείνον απευθυνόταν), αλλά, από την άλλη μεριά, δεν μπορώ κι εγώ να επανέρχομαι σ’ ένα πράγμα, το οποίο έχω λήξει μέσα μου – και δεν παρουσιάζει κανένα περαιτέρω ενδιαφέρον. Το έχω γράψει προσφάτως και στο blog. 12, 13, 14, δεν είναι περισσότερα τα τραγούδια του μακαρίτη που είχαν κάτι να πουν – τα άλλα τα… περιθωριακά και τα περί ντρόγκας με αφήνουν παντελώς αδιάφορο. Και βέβαια για ένα τέτοιο πενιχρό υλικό, εγώ δεν δικαιολογώ 3-4 βιβλία (ούτε ξέρω πόσα είναι), δεκάδες εκδόσεις, ντοκυμαντέρ και ό,τι άλλο. Δηλαδή, αν είναι για το Σιδηρόπουλο να γίνεται αυτός ο χαμός. Τότε για τον Πλέσσα, ας πούμε, τι πρέπει να γίνει; Να γραφούν 2-3 βιβλιοθήκες…
Προς τον Κώστα Παπ:
ΑπάντησηΔιαγραφήαν εχεις την καλοσύνη, πες μου ποιο second hand δισκάδικο εννοείς, διότι από Δευτέρα θα είμαι Θεσσαλονίκη
σε ευχαριστώ
Den mporo na sugkrino to vivlio tou Dimamati (to proto tou gia to Elliniko Rock) pou graftike to 91 vasizomeno se martyries filon, me auto tou Kurli pou graftike to 2009 tin epoxi tis texnologias kai tis pliroforias!!
ΑπάντησηΔιαγραφή...tou Dimatati an k me lathi, eixe polla endiafronta....O Kurlis mono to internet na ekane ena sosto search kai kalytero uliko tha evgaze stin epifaneia kai kalyteres photografies, apo to na kopiarei apo tous Monternous Rythmous...
P.S. Kai ego thelo mia kopia apo to Zontanoi sto Kytaro....esto kai se phototypies....mporo na tin exo?
Φίλτατε Άρη νομίζω σε κάποιο απ' αυτά στη Ναβαρίνου. Έχει 3-4, σε κάποιο απ' αυτά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚώστας Παπ.
Παιδιά, μην τρελαίνεστε με το «Ραντεβού Στο Κύτταρο». Εντάξει, ήταν μια καλή προσπάθεια (φαντάζομαι πως αυτό θα πω αν το ξαναδιαβάσω…) με τα λάθη του, τις αδυναμίες του, τις ελλείψεις του – παρότι κάμποσα ονόματα αναφέρθηκαν για πρώτη φορά σ’ εκείνο το βιβλίο (δεν ξέρω αν είχε γράψει ποτέ κανείς, πριν, για τους δίσκους του Κυπουργού στην Rod Strofes, του Ανδρέα Θωμόπουλου στη Mushroom, για τους Lumbago, τους Black Lovers, τον Κώστα Ναούμη, τους Fantastic, τους Gravel ή για το “Sex Power” του Παπαθανασίου). Φρονώ, πάντως, πως – το σημαντικότερο – δεν είχα προδώσει πρόσωπα και καταστάσεις και πως πολλά απ’ όσα είχα γράψει τότε εξακολουθεί να με εκφράζουν. Πολλά, όχι όλα. Να πω, μόνο, πως το βιβλίο το δούλεψα τη διετία 1993-94, όντας ακόμη στην Πάτρα, δίχως internet (εννοείται) και δίχως πολλές δυνατότητες άμεσων τσεκαρισμάτων. (Είχα δώσει μια περιουσία σε τηλεφωνήματα – τότε, τα τηλεφωνήματα από επαρχία προς Αθήνα και Θεσσαλονίκη ήταν «φαρμακείο», όχι όπως σήμερα). Επίσης, λόγω κάποιων δυσκολιών που αντιμετώπισα στην έκδοση (φυσιολογικά πράγματα) αναγκάστηκα να περικόψω σελίδες, στην προσπάθεια, μάλιστα, να βάλω και μερικά έγχρωμα εξώφυλλα μέσα (κάποια εκ των οποίων, πολλοί, ακόμη και συλλέκτες, τα είχαν δει, τότε, για πρώτη φορά). Το βιβλίο βγήκε τελικά από το Δελφίνι, πριν τα Χριστούγεννα του ’96 και πήγε καλά (παρότι η τιμή του ήταν 3600 δραχμές) – όπως τουλάχιστον μου έλεγε ο εκδότης. Στην Έκθεση Βιβλίου του ’97, στο Πεδίον του Άρεως, ήταν από τους πρώτους τίτλους σε πωλήσεις (όπως, επίσης, μου είχαν πει). Δυστυχώς, όμως, πρέπει να κάλυψε άλλες… τρύπες, γιατί την επόμενη χρονιά (νομίζω) το Δελφίνι έκλεισε· εννοείται πως, απ’ όλη αυτή την ιστορία, δεν πήρα δεκάρα τσακιστή. Α, είχα και πολλές δημοσιεύσεις. Θυμάμαι, δε, τον Φεβρουάριο του ’97 μία παρουσίαση στο πάλαι ποτέ Καφέ Παράσταση, στη Βαλτετσίου (νομίζω). Είχαν έρθει πολλοί φίλοι και κάμποσοι καλλιτέχνες. Οι περισσότεροι μέσω του Αργύρη Ζήλου. Τραγούδια είχαν πει ζωντανά ο Πάνος Σαββόπουλος, ο Στέφανος Δεκεριάν, η Λήδα και… δεν θυμάμαι κάποιον άλλον. Θυμάμαι και τον Πουλικάκο, που με είχε επιπλήξει, γιατί δεν τον είχα αναφέρει στην ομάδα του Πάλι. Του είχα πει «λάθος μου». Αλλά είχα και μια (μικρή) δικαιολογία, αφού στα τεύχη τού Πάλι που είχα τότε στα χέρια μου δεν ήταν μέσα. Αυτά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο βιβλίο σου Φώντα είναι μακράν ότι καλύτερο υπάρχει στο είδος και όχι μόνο. Θέλω να πω πως έχουν μεγάλο ενδιαφέρων αυτα που γράφεις, έτσι όπως τα γράφεις και σε μη fun του ελληνικού ροκ. Και σίγουρα κάνουν καλά και το ψάχνουν αυτοί που το ψάχνουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ
είχε κάνει τίποτα άλλο ο Παπασταμάτης χωρίς τους Forminx; Κάπου στο internet είχα βρει μια διασκευή του στο "strangers in the night"
Αλέξανδρος
Ένα-δυο singles και μερικές συμμετοχές σε LP. Δες κι εδώ... http://diskoryxeion.blogspot.com/2010/04/blog-post_12.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρακολουθώ το blog αρκετό καιρό. Έχω ακούσει μουσικές που δεν είχα την ευχέρεια να ανακαλύψω μόνος... τις ανακάλυψα μέσα από το πολύ καλό αυτό blog! Ένα μεγάλο ευχαριστώ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν είναι εύκολο κι αν έχεις ασχοληθεί με το θέμα, θέλω να ακούσω τη γνώμη σου για το βιβλίο του Γ.Αλλαμανή "Βίος και Πολιτεία του Νικόλα Άσιμου"
Με εκτίμηση,
Περιρατής
Πάνε καμιά δεκαριά χρόνια από τότε που το διάβασα. Πολύ καλό βιβλίο (το λέω γενικά, γιατί λεπτομέρειες δεν θυμάμαι). Ο Αλλαμανής είχε ψάξει το θέμα του, όσο δεν πάει άλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφή