Το πρωί ένας αναγνώστης με πήρε τηλέφωνο στο γραφείο και μου ζήτησε να του προτείνω κάποια σύγχρονα soul και funk γκρουπ, που να παίζουν στο… παλαιό στυλ (λες κι υπάρχει κι άλλο;). Του είπα κάποια που μου ήρθαν στο μυαλό εκείνη τη στιγμή, αλλά όταν γύρισα σπίτι και πάτησα τις ετικέτες “funk” και “soul” στο δισκορυχείον, διαπίστωσα πως δεν του πρότεινα δύο από τα καλύτερα. Υπάρχουν κάποιες αναφορές στο blog, αλλά ποτέ έως σήμερα δεν έγραψα λίγα λόγια παραπάνω για τους Ιάπωνες από την Osaka και για τους Γλυκούς Βανδάλους…
Ακούγοντας πρώτα και γράφοντας λοιπόν για τους ισπανούς Sweet Vandals, σε σχέση με το πόσο κοντά στην μπραουνική παράδοση βαδίζουν, μου ήρθαν καπάκι στο μυαλό οι Ιάπωνες Osaka Manaurail (όνομα δανεισμένο από το 45άρι των J.B.’s “It’s the JB’s monaurail” του 1975), τους οποίους άκουσα για πρώτη φορά, πριν από καιρό (2007), όταν συνόδευσαν την κυρία Marva Whitney στο άλμπουμ της “I am What I am” [Freestyle]. Ακούγοντας μάλιστα λίγο αργότερα το “Reality For the People” [Unique, 2006], που είχε προηγηθεί, θυμάμαι πως είχα γράψει για την απόλυτη αναπαραγωγή του ήχου των J.B.’s, για την τέλεια, μέσα στα πλαίσια του εφικτού, κόπια μιας ιστορικής soul συνειδητότητας, που εξακολουθεί να διδάσκει και να θέλγει. Ναι, παίζουν άψογα οι Ιάπωνες και ο τραγουδιστής-οργανίστας τους Ryo Nakata κάνει όσα πρέπει, ώστε να μπορεί να τραγουδήσει, με τα ιαπωνο-αγγλικά του, πάνω σ’ εκείνα τα στακάτο ρυθμικά patterns. Δεν είν’ εύκολο. Απαιτούνται αναπνευστικές αντοχές δρομέα αποστάσεων, καθώς και καμιά εκατοντάδα λευκές πετσέτες, που να ρουφάνε πάραυτα τις σωματικές εκκρίσεις. Τα καταφέρνει ο τύπος, όπως τα καταφέρνουν και οι υπόλοιποι της μπάντας, σ’ ένα άλμπουμ, το οποίο φιλοδοξούσε να τους καταστήσει όνομα και στην Γηραιά Ήπειρο. Αφού στην Απομακρυσμένη Ανατολή ήταν ήδη...
Και φυσικά τής διασκέδασης το κάγκελο σφυρηλατούσαν και στο Amen, Brother [Unique, 2008] οι Osaka Monaurail, ένα CD που περιείχε… funk instrumentals from way back in the day. Τι πώς τι; Ναι, ακριβώς. Δεν ισχυρίζομαι πως ο πληκτροφόρος Ryo Nakata με άκουσε και σταμάτησε να τραγουδά στην άψογη... ιαπωνο-αγγλική του, αλλά, να, ένα instrumental άλμπουμ, με soul, funk και άλλα τινά classics, που να γκρουβάρει λιγάκι παραπάνω, είναι οπωσδήποτε μέσα στις δυνατότητες του κάθε «βαρεμένου». Δεν υποτιμώ τους πολυπληθείς Ιάπωνες (μια δεκάδα συμπληρώνουν στη σκηνή), απλώς τονίζω την ευκολία με την οποία αναπαράγεται το παρελθόν, όταν έχεις την εμπειρία του... προπλάσματος. (Ως γνωστόν, οι Απω-ανατολίτες έβγαλαν συγκροτήματα που ακούγονταν όπως οι Black Sabbath, folkists «ίδιους» με τον Dylan, ου μην και… ρεμπέτες σαν τον Μπαγιαντέρα). Μ’ ένα ρεπερτόριο τόσο υπεράνω υποψίας (Stevie Wonder, Hendrix, Temptations, Curtis Mayfield, Kool & The Gang, Isaac Hayes, Jack McVea, Yellow Magic Orchestra και Beatles) οι Osaka Monaurail είναι σίγουρο πως θα διαπρέψουν – και διαπρέπουν – στις σκηνές της γης.
Η Ισπανία φανκάρει από τα early seventies (Max B, Juan Carlos Calderon, Barrabas κ.ά.), οπότε γιατί να παραξενεύει ένα (και τι ένα!) ανάλογο σχήμα από την ιβηρική χώρα; Βεβαίως, θα μου πείτε, ακούγοντας τους Sweet Vandals, «τι Barrabas τώρα και κουραφέξαλα, εδώ έχουμε, σχεδόν, καθαρόν James Brown»... Θα συμφωνήσω. Ο νονός βρίσκεται (αν εξαιρέσεις το hammond του Carlo Coupe) πίσω από κάθε μέτρο τούτου του πυρωμένου γκρουπ, που αναπαράγει με λυσσασμένη προσήλωση την αύρα μιας άλλης εποχής. Εντύπωση προκαλεί, αν και δεν θά’πρεπε, η τάση όλων των σχετικών σημερινών ομάδων (Sharon Jones & The Dap Kings, Nicole Willis & The Soul Investigators κ.ά.) να χρησιμοποιούν τεχνικές, ακόμη και μηχανήματα της παλαιάς γενιάς, επιχειρώντας να βγάλουν έναν ήχο, τον οποίον, σ’ ένα blindfold test, θα ήταν αδύνατον να τον διακρίνεις (από εκείνον του πολύ παρελθόντος). Έτερη ομοιότητα; Όπως και οι Dap Kings, όπως και οι Investigators, έτσι και οι Sweet Vandals έχουν στην πρώτη γραμμή μία κυρία, την Mayka Edjo. Μία πρώτης κλάσεως τραγουδίστρια, που σηκώνει στις πλάτες της τους Γλυκούς Βανδάλους, προσφέροντας ένα, χωρίς τέρμα, deep soul και funk αίσθημα. (Θα ήταν άδικο να ξεχωρίσω κάποιο κομμάτι από το “Sweet Vandals”, που βγήκε κι αυτό στην Unique το 2007, ως ενδεικτικό του κλίματος που διαμορφώνουν οι Ισπανοί, αφού ακόμη κι εκείνο το… με τις λεκτικές προσαρμογές “Papa’s got a brand new bag”, μοιάζει με δικό τους. Λέμε τώρα).
ΥΓ. Οι Osaka Manaurail έχουν κάμποσα άλμπουμ, αφού υπάρχουν σχεδόν 20 χρόνια και δισκογραφούν καμιά δεκαριά. Οι Sweet Vandals έχουν άλλο ένα LP, το “Lovelite” [Unique, 2009].
Γυρνάω σπίτι με ψιλομαύρη τη διάθεση λόγω των γνωστών αδιεξόδων και της πυκνής ομίχλης απελπισίας που έχει σκεπάσει τα πάντα, βάζω μια μπυρίτσα και ανοίγω νωθρά τον υπολογιστή στο μπαλκόνι όπου έχω περασμένο το μεγαλύτερο μέρος της δισκοθήκης. Χρειάζομαι άμεσα κάτι καυτό να κοντράρει την παγωμένη μπύρα και να μου φτιάξει τη διάθεση. Από τα μικρά ηχεία ακούγεται το Alternative Reality (πολύ θα την ήθελα) των Osaka Monaurail. Το "φάρμακο" πιάνει αμέσως και η επόμενη κίνηση είναι να ανοίξω το ΔΙΣΚΟΡΥΧΕΙΟΝ. Και να μπροστά μου το post για τους Osaka Monaurail και τα συναφή soul funk ελιξήρια. Να'σαι καλά Φώντα για ακόμη μια φορά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥΓ (σχετικό - άσχετο)
Είχα δει τον Maceo Parker το καλοκαίρι του '93 (αν θυμάμαι καλά) στο Λικαβητό. Εκείνο το καλοκαίρι ξημερώναμε στην Αιγιάλη της Αμοργού παίζοντας διαρκώς το splashin' από το Southern Exposure. Φέτος δεν προβλέπονται διακοπές. Αν σε φέρει λοιπόν ο δρόμος προς το Βόλο, έλα για (funky) μπυρίτσα.
Κώστας
Κύριε Φ.Τρούσα μια και αναφερθήκατε στην μπάντα της Sharon Jones & the Dap Kings, ποιά είναι η γνώμη σας για τη Daptone Records που κάνει τις παραγωγές της; Έχει να προσφέρει κάτι περισσότερο στο κίνημα/επανεκίνημα της φανκ ή πουλάει (παλιά) φύκια για μεταξωτές κορδέλες; Προσωπικά, έχω πολύ καλή άποψη για την εν λόγω δισκογραφική και τους καλιτέχνες που στεγάζει (κυρίως Sharon Jones, the Budos Band, the Mighty Imperials) αλλά με ενδιαφέρει να ακούσω και την άποψη ενός επαγγελματία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚωνσταντίνος Θ.Π
Έχω κάποια χρόνια να περάσω από το Βόλο, Κώστα, παρότι η Θεσσαλία είναι από τα πλέον αγαπημένα μου μέρη. Δε δυσανασχετώ ούτε με τον κάμπο, ούτε με τη ζέστη. Απεναντίας. Εξάλλου, εσείς έχετε τα τσίπουρα χειμώνα-καλοκαίρι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν ξέρω για άλλα πράγματα, αλλά τη μουσική δεν πρόκειται να μας τη στερήσει κανείς. Συνεπώς, όπου και όποτε βρούμε την ευκαιρία το τσιτώνουμε το μαραφέτι.
Κωνσταντίνε Θ.Π., η γνώμη μου για την Daptone είναι θετική. Αν έλεγα κάτι άλλο, μάλλον θα με παίρνατε με τις πέτρες και θα είχατε και δίκιο. Έχουν βγει δισκάρες στο εν λόγω label, οι οποίες δεν αντέχουν σε… θεωρητικοποιήσεις. Δηλαδή, όταν βάζεις τα βινύλια στο πικάπ και τρέμει ο τόπος τι να συζητάμε; Να λέμε αν είναι ο ήχος «αναβιωτικός» ή «αυθεντικός»;
ΑπάντησηΔιαγραφήΘα σου πω και κάτι, που για μένα (είναι προσωπικό δηλαδή) έχει αξία. Όταν είδα live τους Dap-Kings πριν από μερικά χρόνια να βγαίνουν στη σκηνή με τα κοστούμια τους, μέσα από κάτι φώτα κόκκινα, πράσινα και μπλε (πριν σκάσει η Sharon Jones δηλαδή), αρχίζοντας να παίζουν τις κιθάρες, τις τρομπέτες και τα σαξόφωνά τους, απλώνοντας έναν απίστευτα "ζεστό" ήχο, είχα ανατριχιάσει. Το μετράω κι έτσι δηλαδή.
Γεια σου Electric Looser. Είναι πολύ καλοί οι Sweet Vandals· και δεν θα το έλεγα αν δεν τους είχα δει και live. Εμένα η παραγωγή του πρώτου άλμπουμ τους μου φαίνεται λίγο «μουντή». Σαν να είναι κομμένα τα πρίμα («σαν» λέω). Εμένα μ’ αρέσει η soul λίγο να «ξύνει» - ίσως αυτό να εννοείς κι εσύ όταν λες “raw”. Αν είναι έτσι, τότε συμφωνούμε.
ΑπάντησηΔιαγραφή