Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2024

μια συνέντευξή μου στο σάιτ Μουσικόγραμμα

Στο πλαίσιο της προβολής των βιβλίων μου, που κυκλοφόρησαν μέσα στο 2024, του «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο] τον Απρίλιο και του «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» [LiFO Books] τον Οκτώβριο, είμαι διαθέσιμος για κάποιες συνεντεύξεις στα μίντια (πλην τηλεόρασης), υπό κάποιες ελαφρές προϋποθέσεις. Βασικά να μην αναστατώνομαι περισσότερο απ’ όσο αντέχω.
Έτσι έχω μιλήσει ζωντανά σε μια ραδιοφωνική εκπομπή της ΕΤ3, στον Γιώργο Μητράκη, για το «Ραντεβού στο Κύτταρο», όπως έχει γίνει και μια πολύ ιδιαίτερη live παρουσίαση του ίδιου βιβλίου στο Πεδίο του Άρεως, τον Σεπτέμβρη στο Φεστιβάλ του Βιβλίου, ενώ και για τις «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου» έχω μιλήσει ήδη με τον Τάσο Μπρεκουλάκη (M. Hulot), για το περιοδικό LiFO και το LiFO. gr.
Για το ίδιο βιβλίο, τις «Cult Όψεις…», μιλάω τώρα και στον Κώστα Προβατά, για το σάιτ Μουσικόγραμμα. Είναι μια μεγάλη συζήτηση, στην οποία εξηγούνται διάφορα σε σχέση με το βιβλίο, την οποία ελπίζω να βρείτε ενδιαφέρουσα.
[Ευχαριστώ ιδιαιτέρως και τον Κώστα Προβατά και την Μίνα Μαύρου από το Μουσικόγραμμα]
https://www.mousikogramma.gr/synenteukseis/arthro/fontas_trousas_otan_grafo_ena_keimeno_thelo_na_einai_afigimatika_sosto-5885/#gsc.tab=0

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΑΡΑΣ blues, rock και λαϊκά

Για τον κιθαρίστα του blues, του rock και του λαϊκού Παναγιώτη Δάρα (Panagiotis Daras) από το Μαρτίνο της Φθιώτιδας έχουμε γράψει κι άλλες φορές στο blog – σχετικές και με το συγκρότημα στο οποίο συμμετείχε, τους Small Blues Trap, μα και προσωπικές του. Ο Δάρας έχει τώρα ένα νέο προσωπικό CD, που αποκαλείται “3” [Private Pressing, 2024] και που συνοψίζει, θα έλεγα, πολλές από τις μουσικές αγάπες του. Εν πολλοίς, λέμε για εκείνες που προαναφέρθηκαν.
Το άλμπουμ του Δάρα περιστρέφεται γύρω από τον αριθμό 3. Οι συνθέσεις του στηρίζονται βασικά σε τρία ακόρντα, ενώ, και σε σχέση με την διάρκειά τους είναι όλες τρίλεπτες (άλλες λίγο πιο πάνω από τα τρία λεπτά και άλλες λίγο πιο κάτω). Αν το ψάξεις μπορεί να βρεις και άλλες σχέσεις του 3 εδώ – ας πούμε όλα τα κομμάτια του CD είναι εννέα, που είναι πολλαπλάσιο του τρία, ενώ και οι σημαντικότερες επιρροές του Δάρα (blues, rock, λαϊκό) είναι και αυτές τρεις.
Κλεισμένο, λοιπόν, σ’ ένα απλό, αλλά ωραία σχεδιασμένο digipak, το CD του Δάρα χαρακτηρίζεται από αυτά ακριβώς – την συνθετική απλότητα, και βεβαίως από το ωραίο αίσθημα που αφήνει η ακρόασή του.
Ηχογραφημένο, όσο πιο απλά γίνεται, και βεβαίως σπιτικά, το “3”, στηρίζεται πρωτίστως σε μια ιαπωνική Fender Stratocaster, μερικά πεντάλια, έναν ενισχυτή, μικρόφωνο κι ένα Tascam multitrack recorder. Μέσα απ’ αυτά ο Δάρας επιτυγχάνει να βγάλει τον εαυτό του. Δηλαδή όλα εκείνα που του αρέσει να παίζει, μ’ έναν τρόπο φυσικό, δίχως να θέλει να αποδείξει τίποτα. Ούτε στον ίδιο φυσικά, ούτε σε κανέναν άλλον.
Περαιτέρω ο Δάρας τιμά εδώ όχι μόνο στυλ, μα και κιθαρίστες, που τον έχουν επηρεάσει ή και τραγουδοποιούς ακόμη. Μπορεί να μην αναφέρει ονόματα στις liner notes του δίσκου του, αλλά εγώ θα έγραφα για Eric Clapton και Stevie Ray Vaughan, ενώ ακόμη και Tony Joe White ή και Mark Knopfler ακούω στο “3”, για να μην μιλήσω και για τους Gibson-άδες βασιλείς του blues (B.B., Albert και Freddy King), τον Peter Green κ.ά. Συνθέσεις απλές στη σύλληψη και στην υλοποίησή τους, που έχουν όμως το χάρισμα, έτσι όπως τις ακούς, τη μία μετά την άλλη, να φτιάχνουν ένα πλήρες κι ευχάριστο άλμπουμ.
Κι αν με ρωτάτε, που είναι σε όλα αυτά το λαϊκό, εγώ το ακούω στο “Wild turkey” ας πούμε (που μου φέρνει στη μνήμη κάποιο τραγούδι του Νικολόπουλου, «Το πιο παράξενο τραγούδι», σε στίχους Ρασούλη, που είχε πει παλιά ο Τερζής).
Νομίζω πως είπα ό,τι είχα να πω για το “3”.
Επαφή: https://panagiotisdaras.bandcamp.com/album/3

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2024

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 614

2/12/2024
Για τον δίσκο με το καλύτερο ελληνικό ψυχεδελικό εξώφυλλο, που κυκλοφόρησε ποτέ στον καιρό του, γράφω στις “Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου” [LiFO Books, 2024], που κυκλοφορεί τώρα στα βιβλιοπωλεία...

30/11/2024
Ρε τι πάθανε οι μητσοτάκηδες με την τρύπα που άνοιξε στη Θεσσαλονίκη; Και σεληνάκατο στο φεγγάρι να στέλνανε δεν θα έκαναν έτσι. Άιντε τώρα με το καλό και οι επεκτάσεις... Πόλη, Βάρνα, Οδησσός, Κωστάντζα και Βραΐλα...

30/11/2024
Παλιά πατρινά θερινά σινεμά συνέχεια...
Στη συνέντευξη με τον M. Hulot, για το LIFO, που δημοσιεύτηκε τις προάλλες (δες στα σχόλια), με αφορμή το βιβλίο μου “Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου” [LiFO Books, 2024], αναφέρθηκα σε μερικά παλιά θερινά σινεμά της Πάτρας, στα οποία είδα για πρώτη φορά ταινίες. Έχω ήδη γράψει για την «Αλάμπρα» και την «Κύπρο» και τώρα θα πω λίγα λόγια για την «ΑΒΑ»...
Μεγαλώνοντας, περνώντας εννοώ από την παιδική ηλικία στην εφηβική, αρχίζεις να εξερευνάς και άλλες γειτονιές – και όχι μόνο τη δική σου. Το 1977-78-79 μπορούσα πλέον ως μαθητής του Γυμνασίου να απομακρύνομαι από τα κοντινά στέκια και να περιφέρομαι και προς άλλες μεριές της πόλης. Τις απόκεντρες, όμως. Νοιώθαμε μεγαλύτερη ασφάλεια, εννοώ, σ’ αυτές τις περιοχές, που έμοιαζαν με τις δικές μας και όχι στο κέντρο, που μας φαινόταν «ξένο».
Εκεί στις λαϊκές συνοικίες της Πάτρας τα θερινά σινεμά ήταν άπειρα, για τα δικά μας μέτρα, και πάντα με επιλογές καταπληκτικές από αστυνομικά, κωμωδίες, περιπέτειες, καράτε, αισθησιακά, θρίλερ κ.λπ., οπότε δεν είχαμε κανένα λόγο να πάμε αλλού.
Η «ΑΒΑ» στο δρόμο προς Ζαρουχλέικα, ανάμεσα στις συνοικίες Ψάχου και Παπαθωμά, ήταν ένα από τα ωραιότερα θερινά της εποχής. Επιβλητική αρχιτεκτονική πρόσοψη, μεγάλος χώρος με αρκετό πράσινο, μεγάλη οθόνη, ωραίος ήχος... όλα αυτά τέλος πάντων που δημιουργούν τις συνθήκες μιας τέλειας προβολής. Ήταν τo πιο άρτιο θερινό σινεμά της νότιας πόλης η «ΑΒΑ» και πάντα με πολύ καλές επιλογές, καθώς ανάμεσα έβλεπες και τις ταινίες του προηγούμενου χειμώνα, τα μπλοκμπάστερ της εποχής να πούμε, τύπου «Εξπρές του Μεσονυκτίου», αλλά και ταινίες δεκαετίας τύπου «Άγρια Συμμορία».
Η «ΑΒΑ» έκλεισε κάποια στιγμή στα έιτις, αλλά η πρόσοψή της και ο χώρος υπάρχουν ακόμη και σήμερα – ως... Γραφείο Τελετών πια (μακριά από 'μας).
[η φωτό είναι από το google maps]

29/11/2024
Όλα τα βιβλία των σύγχρονων πολιτικών ή για τους πολιτικούς –κάτι που θα ισχύσει και για το βιβλίο της Μέρκελ φυσικά–, μετά από κανα-δυο χρόνια τα βλέπεις στα παλιατζίδικα, επί μονίμου βάσεως, μ’ ένα 1 ευρώ, γιατί δεν τ’ αγοράζει κανείς. Πεταμένα λεφτά.
Άπειρους Γκορμπατσώφ και περεστρόικες βλέπω μπροστά μου, τόνους από βιβλία του Ομπάμα, ακόμα και βιβλία της Κάμαλα Χάρις είναι πλέον στα αζήτητα. Και για τους έλληνες πολιτικούς ισχύουν τα ίδια. Βαρουφάκηδες βλέπω με 1 ευρώ, του Κώστα Καραμανλή τα βιβλία (του Κοττάκη) επίσης, ενώ... το πρώτο «Ραντεβού στο Κύτταρο», φίλε μου, το πουλάνε τώρα 50 ευρώ! Κι έχει ήδη πουληθεί στα 40 ευρώ κ.λπ.
Τόσο θα πουλάνε σε λίγο και τη δεύτερη έκδοση, καθότι έχουν μείνει λίγα και αυτά θα φύγουν οσονούπω. Όπως το ίδιο θα συμβεί και με τις «Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου».
Γι’ αυτό σας λέω... σ’ εσάς τους μουσικόφιλους και τους κινηματογραφόφιλους, αγοράστε τα όσο είναι καιρός, σε τρέχουσες τιμές, γιατί μετά οι έμποροι θα σας ζητάνε τη... μάνα σας και τον πατέρα σας.

29/11/2024
Την Black Friday αγοράζουμε και βιβλία -για εμάς ή για τους φίλους και τις φίλες μας-, που αξίζουν τα λεφτά τους...

29/11/2024
Δοκάρι και μέσα...
https://www.youtube.com/watch?v=K46KDVf_3P4

28/11/2024
Στο club Roxy του Συντάγματος, στο οποίο τραγουδούσε η μεγάλη Rosita Serrano, είχαν γυριστεί σκηνές από το "Έγκλημα στα Παρασκήνια", το 1960.
Οι αναφορές αυτές στο σχετικό κεφάλαιο, στο "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024] έχουν μεγάλη σημασία (και για την ταινία του Κατσουρίδη και για την αφήγηση στο βιβλίο μου).

27/11/2024
Μ’ ένα πεντάρι metaxa και σταύρο ζώρα... Η β εκτέλεση είναι καλύτερη από την πρώτη...
https://www.youtube.com/watch?v=4SVJP1jv1nc

26/11/2024
Φυσικά και για την "ακατάλληλη" στον καιρό της "Αναζήτησις..." του Ερρίκου Ανδρέου θα διαβάσεις στις "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024]...

26/11/2024
Πριν από κάτι μέρες βρήκα στο Παγκράτι, πεταμένο σχεδόν, ένα βιβλίο με στίχους και ποιήματα του ποπ τραγουδοποιού Μικαέλλο, δηλαδή του Μιχάλη Μαρούδα (γιος του μεγάλου τροβαδούρου Τώνη Μαρούδα), για τον οποίο γράφω και στο «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024] σε διάφορες σελίδες (169-170, 197, 285).
Ο Μικαέλλο έφυγε από τη ζωή αθόρυβα, τον περασμένο Απρίλη, χωρίς ν’ αφήσει κάποιο «κενό» στην καλλιτεχνία, αφού για πολλούς ήταν «άγνωστος», ενώ και οι λίγοι, που μπορεί να τον γνώριζαν από παλιά, φαίνεται πως τα τελευταία χρόνια τον είχαν λησμονήσει. 
Υπάρχουν αρκετοί στίχοι στο βιβλίο, που αποτυπώνουν την ψυχική κατάσταση του Μικαέλλο, τα τελευταία πολλά χρόνια, και κάτι από αυτούς μεταφέρω...

26/11/2024
Οι "Cult Όψεις του Ελληνικού Κινηματογράφου" [LiFO Books, 2024], μέσα σ' ένα μήνα κυκλοφορίας, είναι στην πρώτη θέση των πωλήσεων, στα κινηματογραφικά βιβλία του βιβλιοπωλείου Πολιτεία. Σας ευχαριστώ.

25/11/2024
Η ζωή μου πέρασε πότε φτύνοντας και πότε επευφημώντας τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, για τα ίδια ακριβώς τραγούδια... (συγκινούμαι που τ' ακούω)
https://www.youtube.com/watch?v=38qzOw1RFjE

NO CLEAR MIND τρία άλμπουμ τους τυπωμένα σε βινύλιο από την Veego

NO CLEAR MIND: Mets [Veego Records, 2024]
Άκουσα ξανά το “Mets” των No Clear Mind από το 2013 (πρώτη έκδοση στην Inner Ear) και εν πολλοίς συμφωνώ με όσα είχα γράψει, τότε (2 Σεπτεμβρίου 2013) στο blog. Οπότε, τώρα, με αφορμή την επανέκδοσή του σε βινύλιο από την Veego, δεν μπορώ παρά να επαναλάβω εκείνο το κείμενο.
Είναι παράξενο άλμπουμ το… Metz και όχι... “Mets” των No Clear Mind. Κι είναι παράξενο, γιατί δεν ταυτίζεται, ούτε σχετίζεται με τίποτα από ’κείνα που ακούγονται τριγύρω. Τούτο, η ηχητική αυθυπαρξία του δηλαδή, το τοποθετεί αυτομάτως κάπου. Αλλού. Δεν ξέρω πού, πάντως δίπλα σε κάτι που έρχεται από το παρελθόν, με τις προσήκουσες, εντός των seventies κυρίως, μεταμορφώσεις του.
Τα κομμάτια των No Clear Mind ορχηστρικά κατά βάση (υπάρχουν ανάμεσα και δυο τραγούδια) στηρίζονται στην ευρωπαϊκή progressive romance, θυμίζοντας, τόπους-τόπους, σπαράγματα από συνθέσεις των Camel, των Moody Blues, των Barclay James Harvest και των Alan Parsons Project.
Πληθώρα επεξεργασμένων μελωδιών (αν και όχι πάντα με ευρηματικότητα), ήπια, νωχελική ατμόσφαιρα, «συγκεκριμένα» και συνταιριασμένα παιξίματα άνευ ιδιαίτερων μανιερισμών – άπαντα συντελούν στο περφεξιονιστικό κλίμα του άλμπουμ, που παραμένει σε κάθε περίπτωση «λαϊκό» (και ενίοτε κινηματογραφικό), δίχως να μετατοπίζεται προς compact κατευθύνσεις.
Το prog των No Clear Mind μπορεί να μην εμφανίζει τη συνήθη δραματικότητα των βρετανών προπατόρων –είναι κάπως πιο πεζό δηλαδή–, από την άλλη, όμως, φανερώνει πηγαία στοιχεία μελωδικού γούστου, τα οποία στην πορεία μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για κάτι ακόμη πιο συγκεκριμένο και οριοθετημένο. Εννοώ πως το γκρουπ θα πρέπει να παλέψει περισσότερο το θέμα «τραγούδι». Άνευ τραγουδιού, οι συγκεκριμένες μουσικές, οι μουσικές των No Clear Mind εννοώ, ακούγονται «μισές».
Ωραία και προσεγμένη η LP-reissue της Veego (περιέχει inner-sleeve) και απαραίτητη θα έλεγα, καθότι το (βινυλιακό) 10ιντσο της Inner Ear είναι εξαφανισμένο.
Επαφή: https://veegorecords.com/product/mets-no-clear-mind/
NO CLEAR MIND: Makena [Veego Records, 2024]
Το “Makena” (2016) ήταν το τρίτο άλμπουμ των No Clear Mind, μετά τα “Dream is Destiny” (2012) και “Mets” (2013). Κυκλοφόρησε, αρχικώς, σε ανεξάρτητη βινυλιακή έκδοση, για να επανεκδοθεί τώρα, και αυτό, από την Veego.
Η βασική διαφορά του “Makena” σε σχέση με το “Mets” είναι ότι αυτό εμπεριέχει τραγούδια –μόνο τραγούδια– και αυτός ο προσανατολισμός οπωσδήποτε δημιουργεί ένα άλλο κλίμα στον δίσκο.
Οι μουσικές των No Clear Mind συνεχίζει να εξέχουν από μελωδικής απόψεως (κάτι όχι σύνηθες), είναι ωραία αναπτυγμένες – και εμπνευσμένες θα έλεγα, αφού κυλούν χωρίς να κουράζουν, με τους στίχους και τις ερμηνείες να προσανατολίζουν το άκουσμα προς ελαφρώς dreamy κατευθύνσεις.
Ψαγμένη pop με στοιχεία prog είναι ό,τι ακούμε στο “Makena”, το οποίο φέρουν εις πέρας οι Vasilis Dokakis στίχοι, φωνή, μπάσο, κιθάρες, σύνθια, προγραμματισμός, ντραμς, Lefteris Volanis κιθάρες, φωνή, κρουστά, στίχοι, Dimitris Pagidas σύνθια, hammond, προγραμματισμός, ντραμς, κιθάρες, στίχοι, Kostas Haliotis ντραμς, κρουστά και Dimitris Patsaros tape machines, κρουστά (με τους Babis Theoharis και Stephanos Chytiris να βοηθούν σε μπάσο και ντραμς αντιστοίχως σε κάποια tracks).
Δίσκος που έχει τον τρόπο να σε «κρατάει» είναι το “Makena”, δείχνοντας πως, και με τον τρίτο δίσκο τους οι No Clear Mind δεν είχαν στερέψει από ιδέες. (Το φερώνυμο κομμάτι, το “Makena”, που είναι ίσως το ωραιότερο του δίσκου, θα το χαρακτήριζα ακόμη και ψυχεδελικής τεχνοτροπίας, δείχνοντας άλλη μία κατεύθυνση από την οποία αντλεί το συγκρότημα).
Επαφή: https://veegorecords.com/product/makena-no-clear-mind/
NO CLEAR MIND: Dream is Destiny [Veego Records, 2024]
Το “Dream is Destiny” ήταν το πρώτο άλμπουμ των No Clear Mind, είχε κυκλοφορήσει σε CD-R, εξ όσων βλέπω τώρα στο discogs, για να μετατραπεί τώρα και αυτό σε βινύλιο από την Veego.
Το άλμπουμ ανοίγει με το φερώνυμο πολύ καλό οργανικό, που κινείται σ’ ένα melodic prog-pop πλαίσιο, με τη διάρκειά του να αγγίζει τα έξι λεπτά – με την πρώτη πλευρά να περιλαμβάνει μερικά ακόμη ξεχωριστά tracks, όπως το post-rock Static”, την μπαλάντα “Imaginary you” και το λυρικό “Melt”. Θέλω να πω πως οι ποιότητες του γκρουπ είναι εμφανείς ήδη από τούτο το πρώτο άλμπουμ του, το οποίο περιλαμβάνει ηχογραφήσεις που συνέβησαν ανάμεσα στα χρόνια 2004-2008.
Το dreamy και shoegaze ύφος δεν είναι υπόθεση των 00s. Σε όλες τις δεκαετίες της pop (και στα 60s εννοείται) υπήρχαν τέτοια τραγούδια, ονειρικά, ατμοσφαιρικά κτλ., απλώς στα 00s η ηχητική επεξεργασία τους και τα πιο βαριά vibes δημιουργούν την εντύπωση πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι άλλο ή τέλος πάντων διαφορετικό.
Οπωσδήποτε, πολλά από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της τραγουδοποιίας των No Clear Mind είναι πιο σημερινά –κάτι που κάνει το... δεκαεξάχρονο “Dream is Destiny” ν’ ακούγεται σαν δίσκος του τώρα–, αλλά ο πυρήνας τους, η καρδιά τους, είναι χαμένη στην «έντεχνη» pop των sixties, στα κομψοτεχνήματα των End ή και των Moody Blues ακόμη (είτε συμβαίνει εν γνώσει των No Clear Mind αυτό είτε όχι). Εγώ ως τέτοιο τραγούδι ακούω το “Nuclear mind”, ένα από τα ωραιότερα του δίσκου – ενός δίσκου που τυγχάνει της προσεγμένης έκδοσης της πατρινής εταιρείας.
Επαφή: https://veegorecords.com/product/dream-is-destiny-no-clear-mind/

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2024

ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΜΑΝΟΥΣΑΚΗΣ οι περιπέτειες της ταινίας του «Βαρθολομαίος», από το 1972 – οι επεμβάσεις της λογοκρισίας, η τελική άδεια προβολής και τα τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου

Ο Μανούσος Μανουσάκης, που έφυγε από τη ζωή στις 20 Νοεμβρίου στα 74 χρόνια του, μπορεί να έγινε πασίγνωστος μέσα από τα επιτυχημένα τηλεοπτικά σίριαλ, που θα σκηνοθετούσε κυρίως για την ιδιωτική τηλεόραση, μετά το 1990, όμως το ξεκίνημά του ήταν καθαρά κινηματογραφικό.
Με σπουδές σκηνοθεσίας στο
London Film School, ο Μανουσάκης θα έρθει στην Ελλάδα, το 1971, προκειμένου να γυρίσει μια ταινία, που θα ήταν, επί της ουσίας, η διπλωματική του. Ο «Βαρθολομαίος», όπως ήταν ο τίτλος της, θα γυριστεί βεβαίως, αλλά o σκηνοθέτης δεν θα μπορέσει να επιστρέψει στο Λονδίνο, για να καταθέσει την ταινία και να πάρει το πτυχίο του, επειδή η στρατολογία θα διέκοπτε την αναβολή του (προφανώς υπήρχαν «λόγοι» για να συμβεί αυτό). Συνεπώς, ο «Βαρθολομαίος» ήταν «καταδικασμένος» να πορευτεί εντός συνόρων. (Να σημειώσω, εδώ, πως η ταινία γυρίστηκε το 1971, για να προβληθεί για πρώτη φορά το επόμενο έτος – άρα, χρονολογικά, ανήκει στο 1972. Το λέω, γιατί σχεδόν παντού διάβασα, όλες τις προηγούμενες μέρες, πως ο «Βαρθολομαίος» ήταν ταινία του ’73, με τη βάση IMDb να γράφει πως πρόκειται για ταινία του ’74!).
Η εποχή είναι ιδιαίτερη. Στη χώρα υπάρχει δικτατορία και στο σινεμά, στο επίπεδο που θέλει να κάνει ταινίες ο Μανουσάκης, υπάρχει μόνο το Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, για να δείξει τη δουλειά του. Θέλω να πω πως ο Μανουσάκης έρχεται με «σκληρές» ιδέες από το εξωτερικό, αριστερίστικες έως και αναρχίζουσες, κι εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι, με τις ταινίες του, να προκαλέσει. Η πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα τού δίνει τις αφορμές, αν και ο στόχος του είναι ευρύτερος. Δεν θέλει να κάνει μια ταινία –ας το πω έτσι κάπως χοντρά– για να ρίξει τη χούντα, αλλά για να δείξει πώς λειτουργεί το καπιταλιστικό σύστημα, στις διάφορες όψεις του, μέσα από τις παραφυάδες του. Όπως συμπληρώνει ο ίδιος ο σκηνοθέτης στο parallaximag.gr (24 Ιούλ. 2022):
«Όταν ήρθαμε από την Αγγλία με τους συμφοιτητές-συνεργάτες μου στα πλαίσια της διπλωματικής, μια ομάδα ανθρώπων με όλες τις ειδικότητες, εγκατασταθήκαμε στο Χιλιομόδι, το χωριό της μάνας μου. Εκεί, η γιαγιά μου φρόντιζε όλους τους συμφοιτητές μου, μας μαγείρευε, είχε βάλει και κήπο για να έχουμε τα κηπευτικά μας. Δύο ταινίες έκανα εκεί, τον “Βαρθολομαίο” και τους “Άρχοντες”. Κάποια στιγμή, λοιπόν, επενέβη η ΕΤΕΚΤ, η διορισμένη από τη χούντα, όχι το σωματείο που γνωρίζουμε, και έδιωξε τους Άγγλους ως ξένους. Έτσι, έπρεπε να προσλάβουμε ελληνικό συνεργείο και τότε ο Γιώργος Αντωνάκης, διευθυντής φωτογραφίας, έβαλε πλάτη για να τελειώσει η ταινία».
Η ταινία φαίνεται πως είναι έτοιμη στο τέλος του ’71, αποκαλείται «Βαρθολομαίος», όπως ειπώθηκε, και ο προορισμός της είναι το 13ον Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου, που θα αναπτυσσόταν στη Θεσσαλονίκη, στο διάστημα 25 Σεπτεμβρίου-1 Οκτωβρίου 1972. Από την αρχή-αρχή, όμως, ξεκινάνε τα προβλήματα...
Είναι γνωστό πως ήδη από το 1970 εμφανίζονται στο Φεστιβάλ ταινίες με πολιτικό περιεχόμενο ή πολιτικές προεκτάσεις τέλος πάντων, όπως ήταν η «Αναπαράσταση» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, κάτι που συνεχίζεται, και το 1971, με την «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού και με την «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση» του Ντίνου Κατσουρίδη. Το καθεστώς έχει ψυλλιαστεί το προς τα πού γέρνει η πλάστιγγα και γι’ αυτό λαμβάνει, εγκαίρως, τα μέτρα του.
Ενώ υπάρχουν λοιπόν και λειτουργούν η Προκριματική Επιτροπή, που αποφασίζει για το ποιες ταινίες θα διαγωνιστούν στο Φεστιβάλ, όπως και η Κριτική Επιτροπή, που θα κρίνει όσες θα φθάσουν εκεί, έχει θεσμοθετηθεί, βάσει του νομοθετικού διατάγματος 241 / 19-7-1969, ακόμη μία (πρωταρχική) επιτροπή, η Γνωμοδοτική, η οποία, επί της ουσίας, είναι ένας καλυμμένος (αλλά στυγνός) λογοκριτικός μηχανισμός. Τι συνέβαινε με την Γνωμοδοτική; Το έλεγε ξεκάθαρα το διάταγμα: 
«Δια την προβολήν ελληνικών ταινιών εις κινηματογραφικάς εκδηλώσεις ευρυτέρας σημασίας, διοργανουμένας εις το εσωτερικόν ή το εξωτερικόν, απαιτείται προηγούμενη έγκρισις του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως, παρεχομένη μετά γνώμην τής παρ’ αυτώ Γνωμοδοτικής Επιτροπής Κινηματογραφίας.(...) Η Επιτροπή αύτη εξετάζουσα τας κατά την προηγουμένην παράγραφον κινηματογραφικάς ταινίας εξ απόψεως καλλιτεχνικής και τεχνικής εν γένει αρτιότητος, προς δε και εξ απόψεως συμφωνίας του περιεχομένου αυτών προς τας θρησκευτικάς αντιλήψεις, τας παραδόσεις του Ελληνικού Λαού, το πολιτικόν και πνευματικόν επίπεδον τούτου, την δημοσίαν τάξιν και εθνικήν ασφάλειαν, αποφαίνεται επί της καταλληλότητος αυτών».
Έτσι, ο «Βαρθολομαίος» του Μανουσάκη θα κοπεί, νωρίς-νωρίς, από τη Γνωμοδοτική, η οποία θα φράξει τον δρόμο στην ταινία, απαγορεύοντας επί της ουσίας να περάσει αυτή στην καθ’ ύλην αρμόδια Προκριματική Επιτροπή του Φεστιβάλ – την οποία (Προκριματική) αποτελούσαν, εκείνη τη χρονιά, ένας... εκπαιδευτικός σύμβουλος, δύο σκηνοθέτες (Νέστωρ Μάτσας, Ίων Νταϊφάς), ένας τεχνικός κινηματογράφου, κάποιος που εκπροσωπούσε τις κινηματογραφικές επιχειρήσεις, κι ένας εγκάθετος του καθεστώτος.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/cinema/oi-peripeteies-tis-tainias-bartholomaios-1972-toy-manoysoy-manoysaki

Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024

ECHO TIDES στον δρόμο που φύτρωναν φράουλες

Αυτό που κάνει εντύπωση στα καινούρια τραγούδια των Echo Tides, στο άλμπουμ τους «Στον Δρόμο που Φύτρωναν Φράουλες» [Veego Records, 2024], είναι ο πηγαίος αυθορμητισμός τους. Αυτό συνέβαινε παλιά στην ελληνική ποπ – και όσο πιο πίσω πάμε, όσο θα διατρέχουμε τις δεκαετίες προς τα πίσω, τόσο πιο αυθόρμητα τραγούδια θα συναντάμε. Η δική μου γνώμη είναι πως οι Echo Tides δανείζονται στοιχεία από τρεις τουλάχιστον δεκαετίες της ελληνικής ποπ (sixties, seventies, eighties, άιντε και λίγο nineties), δημιουργώντας αυτό το σημερινό αμάλγαμα, που είναι αποκλειστικά δικό τους. Μπορεί να ακούγεται «εύκολο» αυτό, αλλά, πιστέψτε με, δεν είναι.
Δηλαδή, αυτό το πράγμα δεν γίνεται να το «μαγειρέψεις». Δεν γίνεται να πάρεις την αφέλεια, τον δυναμισμό, την αισθαντικότητα και ό,τι άλλο, και να τα ανακατέψεις βγάζοντας κάτι. Τίποτα δεν θα βγάλεις. Το μόνο που μπορείς να κάνεις, και να έχει νόημα, είναι, απλώς, να γράψεις κάτι σημερινό, κάτι δικό σου, που να εμπεριέχει τα ακούσματά σου, τις μνήμες σου και τις επιρροές σου. Και οι επιρροές, για να το ξαναπούμε αυτό, είναι ό,τι έχει περάσει από μέσα σου, δίχως να το επιδιώξεις και δίχως να το ξέρεις (πολλές φορές).
Δεν έχει νόημα λοιπόν να πούμε αν οι Echo Tides έχουν επηρεαστεί από τον άλφα ή τον βήτα, από τον τάδε ή τον δείνα – αρκεί, δε, μόνον τούτο. Τα τραγούδια τους στο «Δρόμο που Φύτρωναν Φράουλες» ακούγονται και είναι ολοκληρωμένα. Με απλές και κατανοητές μελωδίες, στίχους επαρκείς, που βγάζουν ένα νόημα όταν τους διαβάζεις (και όχι μόνον όταν τους ακούς...), με ερμηνείες, που κολλάνε, μ’ αυτό το είδος του pop-rock, που αναπτύσσει το συγκρότημα, και με παραγωγή, που έχει τον τρόπο να αναδεικνύει όλα τα επιμέρους (σαν «ένα» όμως).
Και όταν υπάρχει κάτι ολοκληρωμένο, δεν μπορεί παρά να το αποδεχθείς έτσι όπως είναι, «πακέτο», δίχως να ψάχνεις να βρεις μειονεκτήματα, τι δεν λειτούργησε καλά ενδεχομένως, τι επιδέχεται βελτίωση ίσως κ.λπ. Προσωπικώς, εγώ, αυτό, και σε σχέση με το χώρο της σύγχρονης ελληνικής pop, το θεωρώ κατόρθωμα, δηλαδή το να μην έχω να γκρινιάξω – κι εδώ τελειώνουν όλα τα βασικά, που έπρεπε να πω.
Σχεδόν όλα τα τραγούδια μου άρεσαν ιδιαιτέρως και σίγουρα τα μισά ξεχωρίζουν... πάνω και από το γενικό πολύ καλό επίπεδο. Μπράβο λοιπόν στα παιδιά (Γιώργος Λυγουριώτης ντραμς, συνθέσεις, Καλλιόπη Μητροπούλου φωνές, βιολί, Παναγιώτης Πανταζής σύνθια, sequencers, φωνές, στίχοι, συνθέσεις, Γιάννης Αναγνωστόπουλος μπάσο, σύνθια, κιθάρες, συνθέσεις) και πάντα τέτοια.
Να το πω αυτό; Ας το πω... Θα ήθελα χρώματα στο εξώφυλλο. Δεν πάει το ασπρόμαυρο, ως εικόνα, στα τραγούδια των Echo Tides, ακόμη και όταν οι στίχοι τους μοιάζουν πιο εσωστρεφείς. 

Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

LUNG τεύχος #22, Οκτώβριος 2024

Το LUNG συνεχίζει την περιοδική πορεία του, έχοντας το νέο 22ο τεύχος του σε κυκλοφορία, πάντα στο γνωστό σχήμα με τις 77+35 (σύνολο 112) γεμάτες σελίδες και με το εξ ίσου γεμάτο CD-R, με τα 14 tracks, επιλεγμένα από τον κατάλογο της ελληνικής εταιρείας Submersion Records (για κυκλοφορίες της οποίας γράφουμε συχνά κι εμείς, εδώ, στο δισκορυχείον).
Όσα έχουμε γράψει στο παρελθόν για το LUNG ισχύουν και για το παρόν τεύχος φυσικά, και σε σχέση με την ύλη του και σε σχέση με την κυκλοφορία του αυτή καθ’ αυτή – γεγονότα, αμφότερα, που επιβεβαιώνουν την ανεξαρτησία του περιοδικού.
Η ύλη πολλή και πλούσια και σ’ αυτό το τεύχος, με πάμπολλα κείμενα στο γνωστό στυλ τού LUNG – με στόχευση, δηλαδή, στην εναλλακτική σκηνή και στις ποικίλες εκφάνσεις της, που σχετίζονται πάντα με το rock.
Τα κείμενα τώρα, χοντρικά, χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Είναι οι παρουσιάσεις-δισκοκριτικές, είναι τα αφιερώματα και είναι και οι συνεντεύξεις. Επίσης, ένας άλλος διαχωρισμός θα μπορούσε να αφορά τα θέματα τα σχετικά με την εγχώρια σκηνή, όπως κι εκείνα που έρχονται «απ’ έξω».
Τώρα, το αφιέρωμα, που κυριαρχεί στο παρόν τεύχος είναι εκείνο για τον αμερικανό μουσικό, μηχανικό ήχου και παραγωγό Steve Albini, ο οποίος θα έφευγε πρόωρα από τη ζωή, στις 7 του προηγούμενου Μαΐου, στα 61 χρόνια του. Η προσφορά του Albini στο αποκαλούμενο «ανεξάρτητο rock» υπήρξε πολύ σημαντική – και αυτήν ακριβώς την προσφορά επιχειρεί να καταγράψει το αφιέρωμα του LUNG, που αναπτύσσεται σε 35 σελίδες. Υπάρχουν κείμενα για τα συγκροτήματα, από τα οποία θα περνούσε ο Albini (Big Black, Rapeman, Shellac), συνέντευξη με το ελληνικό γκρουπ Bokomolech [με τους οποίους ο Albini είχε δουλέψει στα άλμπουμ τους “Jet Lag” του 1997 και “Exit (Trance)” του 2003], καταγράφονται οι πιο αξιοσημείωτες δουλειές του, ως μηχανικός ήχου (άλμπουμ των Pixies, Wedding Present, Nirvana, Fugazi, PJ Harvey, The Ex, Dirty Three, Mogwai, Godspeed You! Black Emperor, Motorpsycho, Mono, Ty Segall κ.ά.), γράφονται γενικότερα κείμενα για τον ίδιον κ.λπ. Μία σωστή, σε κάθε περίπτωση, αντιμετώπιση της δουλειάς του.
Πέρα, τώρα, από το αφιέρωμα στον Albini αξία έχουν και τα υπόλοιπα θέματα του LUNG, όπως οι συνεντεύξεις με τους Crippled Black Phoenix, Red Brut, Convex Model, Spinless κ.ά., τα μικρότερα αφιερώματα (Tim Smith / Midlake, Submersion Records), και βεβαίως όλα τα υπόλοιπα θέματα, που έχουν να κάνουν με παρουσιάσεις δίσκων και καλλιτεχνών-συγκροτημάτων (Einsturzende Neubauten, Nick Cave & The Bad Seeds, Beth Gibbons, Christopher Zuar Orchestra, Παγανή Κυριακή, Pearl Jam, dEUS και τόσα άλλα).
Πολύ ενδιαφέρον, φυσικά, έχει και το CD-Deep Dive”, με τα κομμάτια από τον κατάλογο της Submersion Records (Venus Volcanism, George Katsanos, Dimos Vryzas, Calliope, Emi Path, Toxic Rabbits, Okeano, Illy κ.λπ.), που δείχνουν τη δουλειά που γίνεται, σε διάφορους αισθητικούς χώρους, από αυτήν την πολύ ενδιαφέρουσα ελληνική εταιρεία.
Το έχουμε γράψει κι άλλες φορές γι’ αυτό το πολύ περιποιημένο fanzine και το ξαναλέμε. Μία πολύ καλή προσπάθεια.
Επαφή: www.lungfanzine.gr

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

ΕΦΗ ΡΑΤΣΟΥ ένα πολύ καλό άλμπουμ από το 2014

Ένα παλαιότερο CD, που τιτλοφορείται Twins, έχουμε τώρα να γυρίζει στο player. Κυκλοφόρησε το 2014, από το Polytropon, και περιλαμβάνει 21 tracks, χωρισμένα σε ενότητες, της συνθέτριας Έφης Ράτσου (Effie Ratsou).
Η Ράτσου δεν γράφει τραγούδια (τουλάχιστον εδώ δεν υπάρχουν τέτοια). Συνθέτει ορχηστρικά θέματα, που, στη συντριπτική πλειονότητά τους, είναι... εφαρμόσιμα. Αφορούν, εννοούμε, τον κινηματογράφο και το θέατρο. Κυρίως το θέατρο. Είναι χαρακτηριστικό πως από τα είκοσι ένα κομμάτια του δίσκου της, μόνο ένα δεν έχει τέτοια αφετηρία. Είναι το “Daisies” (στη θέση 7), που έχει να κάνει με «μια προσωπική ιστορία για την φιλία» (όπως διαβάζουμε στο ένθετο).
Τα πρώτα τέσσερα tracks αφορούν το θεατρικό «Στα πενήντα της συνάντησε τη θάλασσα» (2006) της Denise Salem, σε σκηνοθεσία Γιώργου Γκασνάκη, που ανέβηκε στο θέατρο Παράθλαση της Θεσσαλονίκης. Βασικά η Ράτσου γράφει για έγχορδα (δύο βιολιά, βιόλα, βιολοντσέλο, κοντραμπάσο, κιθάρα), με το πιάνο να συνοδεύει συνήθως διακριτικά. Αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς ακριβώς εντάσσεται η μουσική στις εκάστοτε παραστάσεις ή ταινίες το σίγουρο είναι πως αυτή διαθέτει πολλά κλασικά, δωματίου και ρομαντικά χαρακτηριστικά, βρίθει λυρικών στοιχείων, είναι σίγουρα περιγραφική, αφήνοντας πίσω της μία κάπως θλιμμένη αύρα.
Αυτά ισχύουν και για το σάουντρακ της μικρού μήκους ταινίας «Φρυκτωρία» (2011) του Βασίλη Τσικάρα (τα tracks 5 & 6), με το πιάνο εδώ να έχει πιο ισχυρό ρόλο (τουλάχιστον στο πρώτο κομμάτι), δημιουργώντας πάντοτε καλαίσθητους συνδυασμούς με τα έγχορδα να «κινούνται», είτε σε πιο αργό είτε σε πιο γρήγορο τέμπο.
Τα κομμάτια 8 & 9 αφορούν την ταινία «Αυθυποβολή» (2008) των Βασίλη Σιαφάκα και Χρύσας Κάλφη. Και σ’ αυτά η Ράτσου στηρίζεται στα έγχορδα, μα και στο σοπράνο σαξόφωνο, δίνοντας στο δεύτερο μια πιο εξωστρεφή προοπτική (καθότι και «χορός»).
Τα 10 & 11 έχουν να κάνουν με το «Κοντσέρτο για ένα πιάνο μια ηθοποιό και δύο φόνους» (2006), μία σύνθεση κειμένων για το θέατρο Νέμεση της Θεσσαλονίκης, σε σκηνοθεσία Τίνας Στεφανοπούλου. Πρόκειται για δύο κομμάτια για σόλο πιάνο, που οπωσδήποτε έχουν τον τρόπο να υποβάλλουν και να συν-κινούν τον ακροατή.
«Οιδίπους Τύραννος» (2008) του Σοφοκλή, στο θέατρο Νέμεση, σε σκηνοθεσία Δημήτρη Παπαδόπουλου. Και εδώ μουσικές από την Ράτσου, στηριγμένες στα έγχορδα και το σοπράνο, πιο «σύγχρονες» και με κάποια ελαφρά μινιμαλιστικά στοιχεία.
Ακολουθούν τέσσερα κομμάτια για το «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε με τον κ. Πιραντέλο» (2003) σε κείμενα Luigi Pirandello και σκηνοθεσία Τίνας Στεφανοπούλου. Και εδώ τα βασικά γνωρίσματα της μουσικής της Ράτσου είναι παρόντα. Πλήρεις μελωδίες, που μπορούν να ολοκληρωθούν σε ένα ή δύο λεπτά.
Λίγο πριν από το τέλος του “Twins” και είναι η σειρά για τις μουσικές από το “Goldbloom” (2004) του Γιώργου Βουζουλίδη, που είχε ανεβεί στο Από Μηχανής Θέατρο της Αθήνας, σε σκηνοθεσία του ιδίου. Ένα σόλο-πιανο track και ένα με τα έγχορδα και πάλι μπροστά (και το σοπράνο) είναι αρκετά για να προβάλλουν, για άλλη μια φορά, την ώριμη μελωδική διάθεση της Ράτσου.
Το CD θα ολοκληρωθεί με δύο θέματα από το «Ακρόαση για ένα συγγραφέα» (1998) της Doris Day, στο Νέμεση, και πάλι σε σκηνοθεσία της Στεφανοπούλου. Και εδώ (στα track 20 και 21) μόνο του το πιάνο έχει τον τρόπο να μεταφέρει, στο ακέραιο, τα ανεξάντλητα μελωδικά vibes μιας συνθέτριας, που δεν σταμάτησε εκεί...
Αν δεν είχατε τσεκάρει αυτό το θαυμάσιο άλμπουμ το 2014 αξίζει να το κάνετε τώρα.
Επαφή: www.polytropon.gr

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ν. ΒΟΥΡΛΙΩΤΗΣ από τους Αγγελιαφόρους (του 1970) έως τις μέρες μας

Προσφάτως έφθασαν στα χέρια μου τρία CD του Θεόφιλου Ν. Βουρλιώτη ή που σχετίζονται μ’ εκείνον, από την B-otherSide Records. Για το πιο πρόσφατο απ’ αυτά, που προέρχεται από το 2019, έχω ξαναγράψει στο blog (4 Μαρτίου 2020), οπότε μ’ εκείνη την ελαφρώς επικαιροποιημένη κριτική θα ξεκινήσουμε την ανάρτηση.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ν. ΒΟΥΡΛΙΩΤΗΣ: ...άνωθεν,
Live / Ζωντανή ηχογράφηση Μέγαρο Μουσικής [Theosmusic, 2019]
Είναι δυνατόν ένας συνθέτης με 54 χρόνια ιστορία να είναι σε πολλούς μουσικόφιλους σχεδόν άγνωστος; Ναι, συμβαίνει, αν αναφερόμαστε στον συνθέτη Θεόφιλο Ν. Βουρλιώτη.
Ο Θ. Βουρλιώτης έχει μακριά ιστορία στον μουσικό χώρο, η αρχή της οποίας τοποθετείται στο 1970, όταν ως μέλος του φωνητικού κουαρτέτου Αγγελιαφόροι ηχογράφησε ένα 45άρι με αμερικάνικα (νέγρικα) gospel, τραγουδισμένα στα ελληνικά. (Κάτι οπωσδήποτε πρωτότυπο για ’κείνη την εποχή). Τα επόμενα χρόνια ο Θ. Βουρλιώτης θα βρεθεί στην Καλιφόρνια για σπουδές και πιο συγκεκριμένα στο Oakland (ανατολικά του San Francisco), εκεί όπου το 1982 θα κυκλοφορήσει το ενδιαφέρον xian-rock LPNothing Will Change Our Love / Τίποτα δεν θα Αλλάξει την Αγάπη μας” [Orama Music], δείχνοντας από τότε το είδος της μουσικής που τον ενδιέφερε να ακολουθήσει. Βασικά, να συνθέτει θρησκευτικά / χριστιανικά έργα ή απλώς τραγούδια, ενορχηστρώνοντάς τα για ηλεκτρικά και ακουστικά όργανα, επηρεασμένος από διαφορετικά είδη (βυζαντινή μουσική, κλασική, jazz, rock, pop κ.λπ.). Για τους Αγγελιαφόρους και το LP του Θ. Βουρλιώτη μπορείτε να διαβάσετε και στη νέα έκδοση του «Ραντεβού στο Κύτταρο» [Όγδοο, 2024].
Κατά καιρούς ο Θ. Βουρλιώτης, που είναι και συγγραφέας, έχει δώσει το παρόν στη δισκογραφία με διάφορα χριστιανικά CD (θα γράψουμε στη συνέχεια), ενώ το 2019 θα έκανε ένα γερό comeback, τόσο με τη συναυλία του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Λίλιαν Βουδούρη, 20 Απρ. 2019) και την έκδοση του βιβλίου του «Έλληνες β’ Κατηγορίας» [24 Γράμματα], όσο και με την κυκλοφορία ενός CD, σε λίγα αντίτυπα, στο οποίον καταγράφεται η συγκεκριμένη συναυλία του στο ΜΜΑ. Σ’ αυτό το CD θα αναφερθούμε τώρα...
Το άλμπουμ έχει τίτλο «...άνωθεν / LIVE / συναυλία θρησκευτικής μουσικής», είναι ανεξάρτητης, εννοείται, παραγωγής (Τheosmusic) και είναι φυλαγμένο σε πλαστική slim-case, διαθέτοντας 8σέλιδο έγχρωμο booklet (με στίχους και λοιπές πληροφορίες).
Τα θέματα που καταγράφονται εδώ είναι δώδεκα στον αριθμό, όλα συνθέσεις του Θ. Βουρλιώτη, ο οποίος γράφει και στίχους ανά περιπτώσεις, διασκευάζοντας βιβλικά και πατερικά κείμενα – με την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση των πάντων (θα πούμε τι ακριβώς είναι αυτά τα «πάντα») να ανήκουν στον Σπύρο Καραβιώτη.
Υπάρχουν τρία sections στο live (και στην εγγραφή). Ένα οργανικό (πιάνο, φλάουτο, βιολί, ηλεκτρικό μπάσο, κρουστά), ένα χορωδιακό (10μελής μεικτή χορωδία) και ένα τραγουδιστικό (ένας ψάλτης και τρεις σολίστ), τα οποία συνεργάζονται και συμπλέκονται προκειμένου να αποδοθεί το συνολικό υλικό.
Το οποίον είναι ακριβώς τι; Μελοποιήσεις του Θ. Βουρλιώτη σε πασίγνωστα θρησκευτικά κείμενα (Πάτερ Ημών, Πιστεύω, Τριαδικός ύμνος, Παναγία Τριάς), νέες πρωτότυπες μελοποιήσεις εννοούμε, και ακόμη μελοποιήσεις λιγότερο γνωστών κειμένων (ψαλμοί, απόσπασμα από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο κ.λπ.), τα οποία, προηγουμένως, έχουν διασκευαστεί στιχουργικώς.
Το αποτέλεσμα είναι πολύ ενδιαφέρον. Οι μελοποιήσεις τού Θ. Βουρλιώτη διαθέτουν μιαν απλότητα, η οποία (απλότητα) τις κάνει ξεχωριστές. Είναι εύκολες στο αυτί εννοούμε, χωρίς να είναι εύκολες (οι μελοποιήσεις) στην διάρθρωσή τους. Τούτο σημαίνει, από την μεριά του συνθέτη, πως έχει κατακτηθεί ένας τρόπος προσέγγισης του μέλους, ο οποίος υπονοεί και ταλέντο και άσκηση. Το αποτέλεσμα φαίνεται – και καταγράφεται. Κομμάτια όπως τα «Το πάθος του Κυρίου (Ησαΐας, Κεφ.53)» και «Η κραυγή του Πατέρα» ηχούν με εντυπωσιακό τρόπο και δικαίως καταχειροκροτούνται. Ενώ οι ωραίες μελωδίες δεν απολείπουν από το σύνολο του έργου – από tracks όπως τα «Άσμα Ασμάτων» (και με στοιχεία rap), «Ο Θεός αγαπάει τον κόσμο» κ.λπ.
Αυτό που πράττει ο Θ. Βουρλιώτης στο «...άνωθεν / LIVE / συναυλία θρησκευτικής μουσικής» δεν είναι αυτονόητο. Για παράδειγμα, κανείς δεν περιμένει να ακούσει μια μελοποίηση του «Πάτερ Ημών» ή του «Πιστεύω», που να γίνεται αμέσως αποδεκτή. Που να έχει την ορμή να σε «κρατήσει» και γιατί όχι και να σε συγκινήσει. Γιατί, το έχουν και αυτό το χάρισμα οι μουσικές τού Θ. Βουρλιώτη – την ανάταση, τη συγκίνηση, την έκσταση (μαζί με την αυτονόητη κατάνυξη).
Νομίζω πως τα καλύτερα έρχονται-έπονται για τον Θ. Βουρλιώτη. Με μια στουντιακή επεξεργασία και καταγραφή τού επόμενου έργου του (που λογικώς θα περιέχει και tracks από το παρόν) το αποτέλεσμα θα είναι ακόμη πιο άρτιο. Με τις διαφορετικές ηχητικές «μάζες» στα ύψη τους, στις θέσεις τους κ.λπ.
Ελπίζω και εύχομαι σύντομα να το δούμε. Και να το ακούσουμε.
ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ /
GREEKS FOR CHRIST: Άγιος / Holy [Orama Music, 2004]
Το CD-single αυτό, με τα δύο κομμάτια “Agios Agios / Agios instrumental” κυκλοφορεί στην Αμερική από την Orama Music, το 2004 – ένα label, που είχε την έδρα του στην πόλη Oakland της Καλιφόρνιας. Εδώ διασκευάζεται ο τρισάγιος ύμνος «Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς», με νέα μουσική από τους George Argyropoulos-Theo Vourliotis και επιπρόσθετα αγγλικά λόγια, από ένα σύνολο μουσικών και τραγουδιστών, τους Έλληνες για τον Χριστό. Σ’ αυτές τις versions ο George Argyropoulos χειρίζεται πλήκτρα, ακουστικές κιθάρες, μπουζούκι, μπάσο και ντραμς, οι John Grounds & Leland Kalem ηλεκτρικές κιθάρες, ενώ υπάρχει κι ένα σχήμα τραγουδιστών (George Argyropoulos, Daphne Tzavaras Greth, Theo Vourliotis, Shari Argyropoulos), που αποδίδει, φωνητικά, το πρώτο track.
Οι διασκευές αυτές –που βασικά είναι μία– κινούνται σε χαλαρό progressive rock ύφος (με early 00s ήχο), με πολύ ωραία και ευχάριστη μελωδική επεξεργασία, και βεβαίως με προσεγμένη ενορχήστρωση. Θέλω να πω πως ο ήχος είναι απολύτως σύγχρονος, με επιπλέον ωραία χρήση του μπουζουκιού, κάτι που φαίνεται περισσότερο στην ορχηστρική εκδοχή του “Agios Agios”.
Σύγχρονο ελληνικό χριστιανικό ροκ (xian-rock) λοιπόν (αν κι έχουν περάσει 20 χρόνια από τότε), από ανθρώπους με ταλέντο, που ξέρουν τι θέλουν και πώς να το παρουσιάσουν.
ΕΛΛΗΝΕΣ
ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ / GREEKS FOR CHRIST: Ρίξε το Πνεύμα Σου / Let Your Spirit Fall [Orama Music, 2003]
To 2003 οι Έλληνες για τον Χριστό είχαν δώσει ένα πλήρες CD, με 15 tracks, κάτω από τον τίτλο «Ρίξε το Πνεύμα σου». Το υλικό του δίσκου αποτελούν διάφοροι χριστιανικοί ύμνοι επωνύμων συνθετών (Robin Mark, Chris Tomlin, Matt Redman, Lynn Deshazo, Chris Karabakakis, Kelly Carpenter κ.ά.), τους οποίους διασκευάζει ο Γιώργος Αργυρόπουλος, με τους ελληνικούς στίχους να τους γράφει ο Θεόφιλος Ν. Βουρλιώτης.
Και εδώ υπάρχει ένα σύνολο οκτώ τραγουδιστών (ο Γ. Αργυρόπουλος και ο Θ. Βουρλιώτης είναι ανάμεσα), μαζί με keyboards, ντραμς, κλασική κιθάρα (Γ. Αργυρόπουλος), κρουστά (Μπρεκ Χάρρις), ηλεκτρική κιθάρα (Λήλαντ Κέιλεμ) και φλάουτο (Θ. Βουρλιώτης), που προσδίδουν στο ακρόαμα έναν soft / progressive rock χαρακτήρα. Και εδώ η παραγωγή-ηχογράφηση είναι εκείνη που προσφέρει επιπλέον credits, με διάφορα κομμάτια να ξεχωρίζουν («Ρίξε το πνεύμα σου», «Σηκώνεται ο Θεός», «Σε αετού τις φτερούγες») και με όλα να δημιουργούν ένα αδιάσπαστο σύνολο, πάντα συμβατό με τα γενικότερα γνωρίσματα του είδους (συνθετικά, στιχουργικά, ενορχηστρωτικά).
Το ότι εγώ ακούω την τρίτη έκδοση του «Ρίξε το Πνεύμα Σου / Let Your Spirit Fall» (όπως αναγράφεται κάτω δεξιά στο εξώφυλλο) δείχνει πως το άλμπουμ υπήρξε, συν τοις άλλοις, και επιτυχημένο στον καιρό του.
Επαφή: www.greeksforchrist.org

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

ο BILL EVANS στην Νορβηγία

Με τον Zev Feldman στην παραγωγή και με τους Jordi Soley και Carlos Agustín Calembert σε καίριες θέσεις, μια νέα κυκλοφορία της Elemental Music έρχεται να διεκδικήσει το ενδιαφέρον μας. Λέμε για το άλμπουμ In Norway (2024) του θρύλου πιανίστα της jazz Bill Evans (1929-1980), που είναι ηχογραφημένο στο Kongsberg Jazz Festival, στην Νορβηγία, στις 26 Ιουνίου 1970. Ανέκδοτο έως σήμερα, το “In Norway” αποτελεί, αναμφισβήτητα, μία από τις «επανεκδόσεις της χρονιάς» για την jazz (ή και γενικότερα), καθώς συλλαμβάνει τον Evans σε εξαιρετική φόρμα –προφανώς ο άνθρωπος είχε τιθασεύσει τα προβλήματα με τις ουσίες, στο συγκεκριμένο τουλάχιστον διάστημα–, όπως και τους δύο συνοδοιπόρους του βεβαίως, τον μπασίστα Eddie Gomez και τον ντράμερ Marty Morell.
Η αλήθεια είναι πως η Νορβηγία «πήγαινε» στον Evans, ενώ και από τα διάφορα συμφραζόμενα αντιλαμβάνεσαι πως πολύ μεγάλο ρόλο στην απόδοση του πιανίστα (και του τρίο του συνολικώς) θα έπαιζε το νορβηγικό κοινό, που γνώριζε πολύ καλά από jazz, χειροκροτώντας μόνο όταν έπρεπε, ανταποκρινόμενο με την προσήλωσή του και μόνο σε όσα διαδραματίζονταν επί σκηνής. Για ένα τζαζ τρίο, που έχει και τις πολύ ήσυχες στιγμές του και βεβαίως τα συχνά σόλι των μουσικών που το αποτελούν, η ησυχία αποτελεί προϋπόθεση για ένα επιτυχημένο live – και αυτό θα συνέβαινε στο Kongsberg.
Το υλικό του σετ είναι εκείνο που θα ανέμενε ο καθείς. Συνθέσεις του Evans (“34 skidoo”, “Turn out the stars”), στάνταρντ (συνθέσεις των Harold Arlen, Michel Legrand, Leslie Bricusse, Leonard Bernstein, “Autumn leaves” κ.λπ.) και ακόμη κομμάτια των Miles Davis, Scott LaFaro και Denny Zeitlin, όλα τοποθετημένα στις σωστές θέσεις, ώστε το πρόγραμμα να έχει την πρέπουσα ροή.
Τα αργά κομμάτια είναι συναρπαστικά, έως και συγκλονιστικά (αν μιλάμε για την διασκευή στο “What are you doing the rest of your life?” του Legrand), έχοντας τον τρόπο να σε παγιδεύουν στην εξέλιξή τους, αφήνοντάς σε άφωνο εν ολίγοις, όμως και τα λίγα σχετικώς up-tempo (σαν την version στο “Autumn leaves”) είναι εκεί, για να σου υπενθυμίζουν την δεξιοτεχνία αυτών των μεγάλων μουσικών που είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να σε καθηλώσουν (όπως συμβαίνει με το σόλο του Gomez στο συγκεκριμένο track).
Η εκφραστική λιτότητα και το βαθύ αίσθημα είναι εκείνα που πρωταγωνιστούν στο “In Norway”, τα οποία απολαμβάνεις σε μπαλάντες σαν την “Quiet now” του Zeitlin, ενώ κομμάτια όπως το κλασικό “So what” του Miles Davis (ο Evans ήταν ο πιανίστας στο “Kind of Blue” ως γνωστόν) δεν μπορεί παρά να επικαθορίζουν ολάκερο το σετ (με το συγκεκριμένο track να τοποθετείται ακριβώς στο κέντρο του), δίνοντας την ευκαιρία και στους τρεις μουσικούς να δείξουν (και) τις σολιστικές ικανότητές τους.
Η ωραία επεξεργασία, το πολύ δυνατό 24σέλιδο ένθετο, που περιλαμβάνει ακόμη και συνέντευξη του Evans, στην αναγνωρισμένη νορβηγίδα τζαζ(ο)κριτικό και δημοσιογράφο Randi Hultin, την επόμενη μέρα του κοντσέρτου, μαζί με τα λόγια των Eddie Gomez και Marty Morell (αμφότεροι 80άρηδες σήμερα), συν όλα τα υπόλοιπα (συμπεριλαμβανομένης και της άψογης, από εικαστικής πλευράς, συσκευασίας) δεν μπορεί παρά να τοποθετούν το “In Norway” στην κορυφή.
Επαφή: https://www.elemental-music.com/