Η απομίμηση ενός πραγματικού οργάνου, όντας εμφανώς ψεύτικη η ίδια, είναι (ή, μάλλον, ήταν) διαρκώς αληθινή στον παιγνιδόκοσμο. Το ευτελές ντύνεται μιαν ανυπέρβλητη αξία, το μικρό αλλάζει συνεχώς διαστάσεις, ενώ εκείνο που δείχνει τάχα αληθινό κλείνεται αεροστεγώς στη γυάλα σαν τους «μικρούς Μότσαρτ» ή τα «παιδιά θαύματα».
Ο Γαλλο-καταλανός Pascal Comelade αντιμετωπίζει από χρόνια τώρα τη μουσική σαν μια καθαρή παιδιάστικη διαδικασία. Οι ήχοι είναι γι’ αυτόν κάτι σαν play-mobile, εύπλαστοι και ευκίνητοι, ικανοί να χωρέσουν στην καρότσα ενός πλαστικού ανατρεπόμενου, να περάσουν από τη σχισμή ενός κουμπαρά, να κατακτήσουν το πλαστικό μας σπίτι· εκείνο που φτιάξαμε και φυλάξαμε καλά στη μνήμη σαν μικροί αρχιτέκτονες». Τι είναι εκείνο, όμως, που συμβαίνει στην πραγματικότητα; Είναι η μοναδική ικανότητα του Comelade να ζει τη ζωή προς τα πίσω; Είναι η επιδεξιότητά του να μεταπλάθει όλη την ιστορία της pop σε πρώτη ανάμνηση; Είναι το ταλέντο του να γράφει απλές, απλούστατες, αλλά τόσο γοητευτικές μελωδίες, ικανές να παιχτούν ακόμη και από τα πιο πρωτόλεια όργανα; Είναι ο ψυχισμός του – μία παιδική πληγή που... μεγαλώνει μαζί με την ηλικία του; Ό,τι και αν είναι, δύσκολα αποκτούν νόημα οι ερωτήσεις. Όταν ξεκινήσει το “Metode de Rocanrol” [Because Music, 2007], ένα από τα καλύτερα δικά του άλμπουμ που άκουσα τα τελευταία χρόνια, όλα γίνονται μηδέν...
Όπως γράφει και ο Marc Besse, στο πολύ ωραίο kit με το DVD και τη συνέντευξη, ο μουσικός κόσμος του Pascal Comelade είναι «ένας»: το καταλανικό σχήμα της cobla στο “The halucinogenic espontex sinfonia”, το off-beat της reggae στα “Il luna park galactico” και “Le barman de satan”, η rumba του Kurt Weill στο “Jopo de Pojo not dead”, η νεο-ορλεανική παράδοση στο “L’U”, τα «φαντάσματα» των Francois de Roubaix και Erik Satie παρόντα στο “Com un rossinyol amb mal de queixal”, το tango στο “Smog on the vermut”, το καταλανικό rock του Pau Riba στο “Noia de porcellena” (μάλλον για folk πρόκειται – ναι, έχει και τέτοιες εγγραφές ο εν λόγω κύριος), το μεσόγειο blues του “Stranger in paradigm” και φυσικά, το ολοζώντανο rock των sixties, με τ’ ακόρντα τού “You really got me” των Kinks να πρωταγωνιστούν στο “Elvis loved dogs”. Ένας αληθινός... Ήχος της Βαβέλ, θα έλεγα εγώ, ο οποίος ποτέ δεν ξεπέφτει στο αναμενόμενο του pop σωρού ή την avant πολυπλοκότητα. Και είναι αυτό το ακριβώς το στοίχημα του Comelade, κερδισμένο χρόνια τώρα. Η εκμηδένιση των ηχητικών αποστάσεων, μέσα από μια φόρμα απολύτως προσωπική – είδος από μόνη της.
(Στα δισκοπωλεία, δίχως να το ψάξουν και πολύ, τοποθετούν τα CD του, συνήθως, στις ντάνες με τα σάουντρακ. Όταν η φαντασία οργιάζει...).
Όπως γράφει και ο Marc Besse, στο πολύ ωραίο kit με το DVD και τη συνέντευξη, ο μουσικός κόσμος του Pascal Comelade είναι «ένας»: το καταλανικό σχήμα της cobla στο “The halucinogenic espontex sinfonia”, το off-beat της reggae στα “Il luna park galactico” και “Le barman de satan”, η rumba του Kurt Weill στο “Jopo de Pojo not dead”, η νεο-ορλεανική παράδοση στο “L’U”, τα «φαντάσματα» των Francois de Roubaix και Erik Satie παρόντα στο “Com un rossinyol amb mal de queixal”, το tango στο “Smog on the vermut”, το καταλανικό rock του Pau Riba στο “Noia de porcellena” (μάλλον για folk πρόκειται – ναι, έχει και τέτοιες εγγραφές ο εν λόγω κύριος), το μεσόγειο blues του “Stranger in paradigm” και φυσικά, το ολοζώντανο rock των sixties, με τ’ ακόρντα τού “You really got me” των Kinks να πρωταγωνιστούν στο “Elvis loved dogs”. Ένας αληθινός... Ήχος της Βαβέλ, θα έλεγα εγώ, ο οποίος ποτέ δεν ξεπέφτει στο αναμενόμενο του pop σωρού ή την avant πολυπλοκότητα. Και είναι αυτό το ακριβώς το στοίχημα του Comelade, κερδισμένο χρόνια τώρα. Η εκμηδένιση των ηχητικών αποστάσεων, μέσα από μια φόρμα απολύτως προσωπική – είδος από μόνη της.
(Στα δισκοπωλεία, δίχως να το ψάξουν και πολύ, τοποθετούν τα CD του, συνήθως, στις ντάνες με τα σάουντρακ. Όταν η φαντασία οργιάζει...).
Εν αρχή ην ο λόγος, και ο Comelade το γνωρίζει αυτό. Στις ντάνες με τα σάουντρακ βρίσκονται τα δισκάκια του, αλλά, όταν πέσει κάποιο στα χέρια σου, δεν μπορείς ν' αντισταθείς. Το αγοράζεις, γιατί οι τίτλοι των κομματιών υπόσχονται ανόθευτη ποίηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι οι καλολαδωμένες μελωδίες του Pierre Bastien δεν υπόσχονται τίποτα λιγότερο:
http://www.youtube.com/watch?v=Lk6TC7defK0
Lapsus digiti αρχίζω και σε συμπαθώ όλο και πιο πολύ. Ευχαριστώ που μου γνώρισες τον Pierre Bastien.
ΑπάντησηΔιαγραφήκώστας παπ.
Μια φοβερή τετράδα. Pascal Comelade, Pierre Bastien, Jac Berrocal (ψάξτε τον!), Jaki Liebezeit (ex-Can). Οι τύποι έβγαλαν ένα εξαιρετικό CD, το 1997, στη γαλλική Les disques du soleil et de l’acier ή στην ιαπωνική evva. Ο τίτλος του “Oblique Sessions”. Το δίνει και το Mutant Sounds (http://is.gd/goHGH). Είχα γράψει, τότε, στο περιοδικό ολόκληρη σελίδα (αν θυμάμαι καλά).
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραπέμπουμε και σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://01fragments.blogspot.com/2009/09/in-poly-sons-label-nostalgic-avant.html
Θα το ακούσουμε οπωσδήποτε το δισκάκι της τετράδας.
Κώστα Παπ., σας ευχαριστώ για την ευμένεια.
Κολλήσαμε στη σελίδα του Jac Berrocal με το "Marie Antoinette is not dead". Η υπόθεση σηκώνει σκάψιμο...Χαιρόμαστε που μας δίνετε λόγους, για να μη διατηρούμε τα νύχια μας καθαρά!
ΑπάντησηΔιαγραφήLapis lazuli (έτσι θα σε λέω) μας έβαλες σε ωραίους κόσμους. Για τον Φώντα δεν περισεύουν λόγια. Είναι να μη σε βάλει στο trip. Aλλα εγώ έχω εθιστεί πια :) (σε λίγο καιρό, για αποτοξίνωση)
ΑπάντησηΔιαγραφήκώστας παπ.
Μια κριτική του Metode de rocanrol :
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.mic.gr/cds.asp?id=14860