Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010
ολίγα ντιτζεϊκά…
Ας το πω «τρίτο» το CD/DVD “Nu-Made (Remixes & Video)” [Crammed Discs, 2008] των Balkan Beat Box (BBB), αν και στην ουσία, όσον αφορά στο audio κομμάτι, μιλάμε για μια «ριμιξ-οποίηση» του δεύτερου άλμπουμ τους υπό τον τίτλο “Nu-Made”, που είχε κυκλοφορήσει, κι εκείνο από την Crammed, το 2007. Σε κάποια από τα tracks έχουν κάνει remix οι ίδιοι οι BBB (Ori Kaplan, Tamir Muskat, Tomer Yosef), ενώ στα περισσότερα οι... γνωστοί-άγνωστοι Mahala Rai Banda, Nickodemus, Stefano Miele, Dub Gabriel & Kush Arora, Cheffy Chef, Puzzel, UBK και Mr. Tunes. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχω ακούσει τα κομμάτια του κανονικού άλμπουμ, οπότε είναι λίγο δύσκολο ν’ αντιληφθώ σε τι ακριβώς συνίσταται η, εδώ, additional production. Πάντως, το όλον πράγμα ηχεί σαν να τζαμάρουν ο Aris San στην ηλεκτρική (μην απορείται, οι Balkan Beat Box είναι Ισραηλινοί) με τον Γιώργο Μάγγα τον κλαριντζή, γαρνίροντας με ορισμένα «τζιριτζίρια» και ολίγα «ντιτζεϊκά». Το DVD, βασικά η ταινία “Kind of Home” της Elsa Dahmani, ίσως είναι προτιμότερο καθότι και καλή… πραγματική μουσική ακούς, από… πραγματικούς μουσικούς σε σκηνή, που χειρίζονται κανονικά όργανα (όχι πως υπάρχει πρόβλημα με τα… ακανόνιστα), και μυρωδιά παίρνεις από τη νυχτερινή club-ζωή στο Tel Aviv, αλλά και από την πρωινή στους δρόμους και τις παραλίες της πόλης.Πριν από κανά δυο χρόνια είχα δει την DVD-εκδοχή τού παρισινού κονσέρτου (7/2007) των Living Colour. Τώρα, έχω στα χέρια μου ένα διπλό CD [inakustik] με το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο – προτιμότερο, γενικώς, αφού η οπτικοποίηση ενός τέτοιου γεγονότος δεν μπορεί να προσφέρει κάτι περισσότερο. Να πω λοιπόν, στην περίπτωσή μας, πως δεν έχουμε να κάνουμε με ό,τι πιο κοινό μπορεί κανείς να φανταστεί. Τώρα, να το πω, ήξερα τους Living Colour ως hard και φανκάτους, έλα όμως που εδώ στο “Paris Concert” (2009) αγγίζουν ενίοτε τα όρια του βαρύτατου... heavy, ου μην και του… punk (δεν το ήξερα). Πολύ ενδιαφέρον το στυλ τους, περισσότερο από τότε που ξεκίνησαν – κάπου στη Νέα Υόρκη στις αρχές των 80s, από τον Vernon Reid (μαζί τους ακόμη). Παίζουν και το “Papa was a rolling stone”, αλλά δεν είναι το καλύτερό τους. Ok ο Reid, αλλά ο μπασίστας Doug Wimbish (τον απολαμβάνουμε, εσχάτως, και στην Enja) είναι εκείνος που μάχεται έως τέλος, χωρίς όριο.Όποιοι έχουν δει τον «Ήχο της Πόλης», την ταινία του Fatih Akin, θα διαπίστωσαν – αν δεν το είχαν ήδη διαπιστώσει από έτερες πηγές – πως το hip-hop είναι από τα στυλ που χαίρουν μεγάλης δημοφιλίας στην τουρκική, νεανική μουσική σκηνή. Λογικό, ξε-λογικό, εκείνο που έχει σημασία είναι να παράγονται έργα με «προσωπικότητα», και όχι να αναπαράγονται διάφορες... υπερατλαντικές αηδίες. Η Sultana δεν ξέρω αν είναι νεαρά (μάλλον είναι – δηλαδή σίγουρα είναι), αυτό όμως που διαπιστώνω, ακούγοντας το “Sohret Yolu” [Pozitif Muzik Yapιm, 2008], είναι πως η ίδια και οι συνεργάτες της έχουν τη δική τους «εθνική» άποψη γύρω από το πώς θα μπορούσε να προσαρμοστεί το κλασικό «ραπάρισμα» στις ανάγκες της Ανατολίας. Εννοώ, πως εκείνο που έκαναν οι πρώτοι ροκάδες στα sixties, να συνδυάσουν δηλαδή την τουρκική γλώσσα με τους ρυθμούς του rock και τη δική τους μουσική παράδοση, εξακολουθεί να θεωρείται η μόνη ή, εν πάση περιπτώσει, η πιο αυθόρμητη «συνταγή» στην κατεύθυνση δημιουργίας ενός εντόπιου r&b. (Κάτι που φαίνεται να ισχύει ακόμη και για τους στίχους, αφού από τα τσάτρα-πάτρα “translate this page” του διαδικτύου, έχω την αίσθηση πως κινούνται και αυτοί προς τη «σωστή» κατεύθυνση).Στον ενδέκατο τόμο του “Saint-Germain des-Pres Cafe, Volume XI, Τhe finest nu-jazz compilation” [Wagram Music, 2009] χώθηκαν μέσα και οι Έλληνες Loopa Scava, Cayetano και Pelina (είχα γράψει, παλαιά, ενθαρρυντικά λόγια για το CD τους στο Jazz & Τζαζ), πράγμα που σημαίνει (για ακόμη μία φορά) πως οι Γάλλοι την ψάχνουν γενικώς, ακούν κι από ’δω κι από ’κει κι από παραπέρα, και, εν πάση περιπτώσει, κάνουν, γι’ άλλη μια φορά, καλή δουλειά – έστω και με λάθος τίτλο στο concept τους. Καθότι, αν αποκαλέσεις “nu-jazz” την Sharon Jones σίγουρα θα σου φέρει κανέναν… dap-king στο κεφάλι, ενώ αν πεις το ίδιο για τον Quantic, τότε δε σε σώζουν ούτε οι σαράντα Βάρβαροι. Προσπερνώ. Ξεχνάω το… πλασάρισμα και μένω στα κομμάτια. Και στους καλλιτέχνες. Όλοι οι προηγούμενοι, καθώς και οι Club de Belugas, Parov Stelar, Caravane Palace, Juju Orchestra, Herbaliser, καθώς και αρκετοί από τους υπολοίπους… μας ψάχνουν και μας βρίσκουν.Τα ονόματα των Alex και Sabrina Malheiros είναι γνωστά, αφού ο Alex Malheiros είναι ο μπασίστας των Βραζιλιάνων Azymuth, ενώ η κόρη του Sabrina έχει ήδη, και αυτή, κάποια προσωπική δισκογραφία. Banda Utopia, μάλιστα, λέγεται το σχήμα πατρός και θυγατρός, το οποίον ηχογραφεί το “The Wave” [Far Out, 2009] περιέχον δέκα κομμάτια ανάμεσα (καθώς υπάρχουν και τέσσερα «πειραγμένα» από τον IG Culture), ικανά στο να κόβουν εισιτήριο διαρκείας, με προορισμό τη ξεγνοιασιά και την… αδιαφορία. Πρωτότυπες οι περισσότερες συνθέσεις – έτσι φαίνεται – αν και ενδιαμέσως ανακαλύπτεις το “Uno esta” της παρεξηγημένης Bobbi Humphrey, το οποίον και αποτελεί ένα από τα highlights του άλμπουμ. Αεράτες electro-μπόσες λοιπόν, με πρωταγωνιστές το φλάουτο, τις κιθάρες, τα πλήκτρα (το ηλεκτρικό πιάνο βασικά) και βεβαίως τα ωραία φωνητικά της Sabrina, που συμβάλλουν, μαζί με ό,τι άλλο, και στην ταυτοποίηση του σύγχρονου scat-αρίσματος. “What’s Nu?, The Dutch Nu-Jazz Movement” [Social Beats/Unique, 2010]. Πρόκειται για το δεύτερο μέρος μιας συλλογής που είχε κυκλοφορήσει το 2008, ανθολογώντας κομμάτια τεσσάρων συγκροτημάτων και η οποία, εδώ, ντουμπλάρεται παρουσιάζοντας τα ίδια εκείνα 4 γκρουπ, σε νέες, εννοείται, συνθέσεις τους. Ποια είναι αυτά; Οι State of Monc, οι Monsieur Dubois, οι (The) Jazzinvaders και οι Flowriders. Ολλανδικές μπάντες, εν ολίγοις, οι οποίες καλύπτουν ποικίλα εδάφια του nu-jazz κεφαλαίου. Οι State of Monc, κατ’ αρχάς, μοιάζουν οι πιο παραδοσιακά «τζαζικοί» (“Yu”), υπό την έννοια ότι ακούς, πίσω από τα απανωτά electro στρώματα, και κάποιες αναγνωρίσιμες ηχοπλοκές. Οι Monsieur Dubois φανκάρουν περισσότερο, έχοντας και κάτι afro-jazz περάσματα (“Happy little cloud”), που πάνε αλλού το όλον πράγμα. Οι Jazzinvaders είναι εκείνοι που μου «κάνουν» περισσότερο. Έχουν ωραία lounge φωνητικά, υπόγεια vibes, στιβαρό πνευστό τμήμα, ενώ και ρυθμικώς καταπιάνονται με κάτι κλαμπίστικα up-tempo, που ταρακουνάνε (“Make it work”). Τέλος, οι Flowriders, που έχουν τα μεγαλύτερα σε διάρκεια (7λεπτα) κομμάτια στο άλμπουμ, διαθέτουν και αυτοί «γλυκά» φωνητικά, που έρχονται σε αντίθεση όμως με τις γενικότερα «χιπ-χοπάδικες» δομές (“Rika”).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου