Όπως έχω ξαναγράψει είναι αστείο να συζητάμε για τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς, όταν ο καθένας από 'μας έχει ακούσει ένα πενιχρότατο ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής. Ακόμη και σήμερα, την εποχή όπου οι καινούριοι δίσκοι βγαίνουν (υποτίθεται) με το σταγονόμετρο, η παραγωγή είναι τεράστια και κανένας Έλληνας δεν ξέρει τι συμβαίνει στην Ινδονησία, τη Νέα Ζηλανδία ή την Αργεντινή. Γι’ αυτό λοιπόν δεν χρειάζονται υπερφίαλες λίστες. Εκείνο που, ίσως, χρειάζεται είναι να πει ο καθένας μερικούς τίτλους, από 'κείνους που έφτασαν στ’ αυτιά του και οι οποίοι του άφησαν κάτι παραπάνω. Επιλέγοντας μόνος του, βασικά, και όχι διαλέγοντας από λίστες άλλων.
Προσωπικώς, άκουσα κάμποσα ενδιαφέροντα δισκάκια μέσα στο 2011 – εννοώ παραγωγές του ’11 – αρκετά εκ των οποίων έχουν ήδη παρουσιαστεί στο blog. Eξ όσων μπορώ, τώρα, να θυμηθώ δύο από τα ωραιότερα (επιλέγω μόνο δύο) ήταν τα ακόλουθα… THE LIBERATORS: The Liberators [IT. Record Kicks RKX035CD]
«Μια δημιουργική παρέα από το Σύδνεϋ συνεχίζει να κάνει αισθητή την παρουσία της στη σύγχρονη, πολυσυλλεκτική έκφραση του groove. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι οι Liberators αποτελούν το spin off δημιούργημα μελών των ήδη σεσημασμένων funksters Dojo Cuts. Ωστόσο, η δυναμική του ντεμπούτου τους album, που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό στην εταιρεία Record Kicks, τους καθιστά μιαν αυθύπαρκτη και πολλά υποσχόμενη για το μέλλον καλλιτεχνική οντότητα». Αυτά έγραφε ο Δημήτρης Κατσουρίνης στο τεύχος 218 του Jazz & Τζαζ (Μάιος 2011), στον πρόλογο της συνέντευξής του με τον Nathan Aust, τον κιθαρίστα των Liberators, ενός συγκροτήματος που έχει μελετήσει τη soul και funk ρυθμοδυναμική (βασικά), ενσωματώνοντάς την μέσα στο γενικότερο afrobeat περιβάλλον. Γιατί, το afrobeat είναι το πλαίσιο δράσης των 10μελών Αυστραλών (ανάμεσά τους κι ο μπασίστας Andrew Fatseas – από τα Κύθηρα;), μιας ομάδας, που γνωρίζει τον τρόπο να επιβάλλεται με τον βαθύ, συμπαγή, εκστατικό και χορευτικό της ήχο. Στηριγμένοι πάνω σε αρχετυπικές αφρόμπητες basslines, μ’ ένα κρουστό τμήμα που πετάει φωτιές (ανάμεσα και ο Jojo Kuo, ντράμερ για τους Fela Kuti, Manu Dibango, Peter Gabriel, Papa Wemba κ.ά.), με πνευστό section (τενόρο, βαρύτονο, τρομπέτα, τρομπόνι), που ξέρει πότε να κόβει και πότε να ράβει (είτε στο ρυθμικό, είτε στο σολιστικό του ρόλο είναι έξοχο), με πλήκτρα που παρέχουν την απαραίτητη γκρούβα, με ρυθμικές κιθάρες που προσφέρουν πλήρες funky υπόστρωμα και με τα open drum και percussion breaks να δίνουν και να παίρνουν (Self reliance, Liberation, Deleb), οι Liberators κατόρθωσαν να κάνουν ένα άψογο μαύρο άλμπουμ, πιθανώς το ωραιότερο της χρονιάς (σίγουρα το πιο απολαυστικό, που άκουσα, προσωπικώς, μέσα στο 2011). Στην πρώτη γραμμή οι ορχηστρικοί δυναμίτες “Multiculture”, “Rags to riches” και “The directive” και κατά πόδας τα τρία κομμάτια με φωνητικά· το soul-funky “Let it go” με την Roxie Ray και τα δύο σπιντάτα, τύπου Fela, “Denga” (με τον Jojo Kuo) και “Liberation” (με τον Γκανέζο Afro Moses).
Φοβερό το γιαλαντζί blax video-clip, αλλά, καλού-κακού, τραβήξτε τα παιδιά από το blog…LASZLO GARDONY: Signature Time [USA. Sunnyside Communications SSC 4011]
Τον ούγγρο πιανίστα Laszlo Gardony, ή Gardonyi όπως γραφόταν παλαιότερα, τον θυμόμαστε από τη συνεργασία του με τον Γιώργο Τρανταλίδη στις Debrecen Jazz Days του ’82 και βεβαίως το άλμπουμ που προέκυψε από ’κει, το “One, Two, Three, Four” [EMI/ Columbia, 1982]. Από το 1983 στην ανατολική ακτή (αρχικώς ως σπουδαστής στο Berklee και εν συνεχεία ως καθηγητής), ο Gardony έχει ισχυρή παρουσία στο jazz circuit της περιοχής, παίζοντας live και ηχογραφώντας για διάφορα labels (κυρίως όμως για τη Sunnyside Communications). Το πιο πρόσφατο άλμπουμ του έχει τίτλο “Signature Time” κι είναι υπογεγραμμένο από τον ίδιον, βεβαίως, αλλά και από τους συνεργάτες του John Lockwood μπάσο, Yoron Israel ντραμς, vibraharp και Stan Trickland τενόρο σαξόφωνο, φωνή.
Ο Gardony είναι ένας πιανίστας, που ναι μεν δεν κρύβει την ευρωπαϊκή καταγωγή του, αλλά, από την άλλη, γνωρίζει και τον τρόπο να ελίσσεται σε έτερα περιβάλλοντα (12μετρα blues, afro ρυθμολογίες), έχοντας ένα… rock drive, που, προσωπικώς, το βρίσκω συναρπαστικό. Είτε αναφέρεται κανείς στις προσωπικές του συνθέσεις, τις οποίες προκρίνω, είτε στα κομμάτια των Billy Strayhorn (“Johnny come lately”) και George Shearing (“Lullaby of Birdland”), είτε στα δύο άσματα των Beatles (“Lady Madonna”, “Eleanor Rigby” – η version στο πρώτο είναι μνημείο προσωπικής άποψης), ο Gardony είναι εντυπωσιακός (όπως εντυπωσιακό είναι δίπλα του το rhythm section), προσφέροντας 50 λεπτά απολαυστικής jazz. Τα ακαταπόνητα ρυθμικά σχήματα, η μελωδική στόφα του leader-πιανίστα, το ρεπερτόριο και βεβαίως η ηχογράφηση-παραγωγή άπαντα συνηγορούν πως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα κορυφαίο jazz CD της σύγχρονης παραγωγής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου