Πάντα είχα τη γνώμη πως η ελληνική τζαζ ήταν κάτι πιο τρανό,
κάτι πιο πλατύ από εκείνο που μας μάθανε οι… καθηγητές μας στο Γυμνάσιο. Πως οι
Sphinx, τάχα, ήταν το
πρώτο γκρουπ που ηχογράφησε
jazz
στην Ελλάδα και τα λοιπά, και τα λοιπά… Κάποια στιγμή είναι αλήθεια πως
αποκαταστάθηκε η... αλήθεια, και αυτό οφείλεται, σ’ ένα βαθμό, και στο
περιοδικό
Jazz & Τζαζ, που, όχι σπανίως,
φρόντιζε να μας υπενθυμίζει το παρελθόν της εγχώριας τζαζ – ένα παρελθόν που
εκτείνεται σχεδόν έναν αιώνα πίσω.
Στα 18 χρόνια της συνεργασίας μου με το περιοδικό ζήσαμε
πολλές ωραίες στιγμές, την ώρα που ανάμεσα σε άλλα, σε πολλά άλλα, μπόρεσα να ικανοποιήσω και μια
πρωταρχική φιλοδοξία μου. Να βοηθήσω στην επανέκδοση μερικών CD με παλιές… jazz & τζαζ ηχογραφήσεις, δίνοντας
την ευκαιρία στον κόσμο, στους αναγνώστες μας, ν’ ακούσουν και να εκτιμήσουν.
Συνέβαλα δηλαδή με τις όποιες δυνάμεις μου στην επανέκδοση δύο άλμπουμ (δεν
βοήθησαν οι εταιρείες για κάτι περισσότερο), που θα έπαιζαν στην πορεία το δικό
τους ξεχωριστό ρόλο στα εγχώρια… DJ, club,
groove, bossa, exotica και jazz πράγματα,
πληροφορώντας και «μεγαλώνοντας» μια γενιά (νέων) ακροατών. Έτσι, λοιπόν, το 2005
με το άλμπουμ «Ο Μίμης Πλέσσας παίζει Philicorda/ Rare
Jazz Grooves»
καθώς και το 2007 με το «Dance with Gerassimos Lavranos and his Orchestra/
Greek Lounge» μπόρεσα και κάλυψα,
μπορέσαμε και καλύψαμε ως περιοδικό, το παρελθόν της ελληνικής τζαζ (ένα
κομμάτι του δηλαδή), προσφέροντας στο κοινό δύο θαυμάσια CD, τα οποία ο κόσμος, κάποιος κόσμος,
μου τα ζητάει ακόμη… Δυστυχώς, και για να προλάβω την όποια νέα όχληση, εγώ δεν έχω
πλέον στοκ…
Με τον Γεράσιμο Λαβράνο, που έφυγε χθες από τη ζωή στα 80
χρόνια του, μας ένωνε κάτι, που αποδείχτηκε κρίσιμο μέγεθος στην πορεία (εννοώ
στη γνωριμία μας). Είχαμε και οι δύο κερκυραϊκή καταγωγή. Εκείνος από τον
Πέλεκα (ή κάπου εκεί κοντά), εγώ πιο βόρεια… Έτσι, λοιπόν, ως… τρελοκερκυραίοι να-το-πούμε
μπορέσαμε να συνεννοηθούμε. Βρήκαμε κοινούς τόπους. Θέλω να πω πως ο Λαβράνος
ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε τον τρόπο του, ώστε ν’ αποφασίσει να μιλήσει. Είχε
πληγωθεί από την καλλιτεχνία κι αυτό ύψωνε μπροστά μας ένα τείχος. Έπρεπε να το
ρίξω…
Την εποχή που γνωριστήκαμε (ήταν Μάρτιος 2007) δεν τον είχε
προσεγγίσει, δημοσιογραφικά, κανείς πιο πριν (εννοώ τα πιο πρόσφατα χρόνια –
δεν μιλάω για τα
sixties).
Σε κανέναν δεν είχε μιλήσει, όπως μίλησε φιλικά σ’ εμένα, για το τόσο λαμπερό παρελθόν
του, για τη διεθνή καριέρα του, για τις καινοτομίες που έφερε στον ήχο και τη
διασκέδαση της Ελλάδας των
sixties.
Είχαμε πει πολλά εκείνο το ανοιξιάτικο απόγευμα στο σπίτι του, κάπου στο
Γαλάτσι – τον είχα «αναγκάσει» να θυμηθεί παλιές ξεχασμένες ιστορίες, όπως π.χ.
τα εγκαίνια του Mont Parnes το καλοκαίρι του ’61, τη γνωριμία του με τον Γιάννη
Χρήστου, ή την άλλη γνωριμία του με τον
Tom Jobim, στο Ρίο ντε Τζανέιρο πια, το 1968. Μου είχε πει πάρα
πολλά, μερικά εκ των οποίων μετέφερα σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, που
διαβάστηκε σ’ εκείνο το αφιερωμένο τεύχος του
Jazz & Τζαζ (#169, Απρίλιος 2007),
και που μεταφέρθηκε λίγα χρόνια αργότερα αυτούσια και στο
δισκορυχείον. Να εδώ...
http://diskoryxeion.blogspot.gr/2009/10/blog-post_23.html ...
Για ένα θα κάνω, τώρα, λόγο, από τα διάφορα που μου είχε πει,
και το οποίο δεν το είχα συμπεριλάβει σ’ εκείνη τη συζήτηση. Είναι πληροφορία
για ρέκτες, όχι για όποιον κι όποιον… Ο Λαβράνος είχε κάνει μια σειρά
ηχογραφήσεων, κάπου στην Ελβετία μετά τα μέσα των
sixties (ήταν κοσμογυρισμένος ως
γνωστόν), μ’ έναν πολύ δυνατό αιγυπτιώτη τραγουδιστή (Έλληνα εξ Αιγύπτου
δηλαδή) τον
Kouky Marakis (τραγουδούσε κάπως σαν τον
Tom Jones). Θυμάμαι πως είχε
πέσει από τα σύννεφα (κι αυτός μετά από ’μένα…), όταν του είπα πως είχα υπ’
όψιν μου τον
Marakis
(είχα ένα 45άρι του στη
CBS
με δύο τραγούδια γραμμένα από τον
William Sheller!) και πως με κάποιο τρόπο θα
έπρεπε να ψάξουμε να βρούμε εκείνες τις εγγραφές. Κάτι είχαμε επιχειρήσει, αλλά
δεν ήταν καθόλου εύκολο…
Με τον Γεράσιμο Λαβράνο βρεθήκαμε κι άλλες φορές το επόμενο
διάστημα – παρότι τον τελευταίο καιρό είχαμε κάπως χαθεί, όπως συμβαίνει συχνά
με τους ανθρώπους. Θεωρούσε πολύ σημαντικό –και πάντα μου το τόνιζε– κάτι που
είχα γράψει για ’κείνον σε ανύποπτη στιγμή. Ενώ, λοιπόν, είχαν περάσει χρόνια
από την έκδοση του περιοδικού με το CD του, εκείνος προτιμούσε να μην
αναφέρεται στο συγκεκριμένο γεγονός (παρότι ήταν απολύτως ικανοποιημένος από το
όλον πακέτο), ενθυμούμενος πάντα κάτι μικρό, που είχε προηγηθεί και που για
’κείνον είχε ιδιαίτερη σημασία. Τον καταλάβαινα. Γιατί, εκείνο, ήταν το πρώτο.
Ήταν αυτό που τον είχε «ξεκλειδώσει» (μαζί με το «κερκυραϊκό»), ώστε ν’
αποφασίσει να μου μιλήσει.
Τον Ιανουάριο του 2007 (τέσσερις μήνες δηλαδή πριν την τιμητική
έκδοση) είχα γράψει στο Jazz
& Τζαζ κείμενα για τον Martin Denny και τον Les Baxter.
Για την exotica δηλαδή.
Εκείνα τα δύο κείμενα είχα φροντίσει να τα «κλείσω» μ’ ένα τρίτο που είχε τίτλο
“Greek
Exotica” (επειδή πάντα μ’ ενδιαφέρει να γράφω σαν Έλληνας...) και στο
οποίο έκανα λόγο για το θρυλικό LP
του «Χορέψτε με το Γεράσιμο Λαβράνο και την Ορχήστρα του» [Polydor 45 285 LPHMH, 1965]. Είχα δημοσιεύσει, μάλιστα,
και τη φωτογραφία της ορχήστρας του από το back cover, σημειώνοντας χαρακτηριστικά, για κομμάτια του LP και
ορισμένων ακόμη τραγουδιών του, πως είχαν να κάνουν με… «μία exotica ελληνική, που δεν έχει ανάγκη να
τη συγκρίνουμε με κανέναν Baxter ή Denny».
Αυτό το κείμενο το είχε υπ’ όψη του ο Λαβράνος, πριν βρω το τηλέφωνό του και
μιλήσουμε… Κι ήταν εκείνη η exotica-συσχέτιση
με την οποία έκλεινε, έκτοτε, όλα τα βιογραφικά του.
Και λίγα είχα γράψει, εδώ που τα λέμε, για έναν αληθινά
πρωτοπόρο μουσικό. Όχι με την έννοια της αβαντγκάρντιας, αλλά με την έννοια των
συνεχών πρωτότυπων ιδεών και θεαμάτων (επιτυχίες στη Γαλλία, jazz, exotica, rebeta nova,
soundtracks, γιάνκες, soul music, go go girls, Ρίο ντε Τζανέιρο, Poll κ.λπ.), που εφάρμοζε και
ανέβαζε στα κέντρα της Αθήνας (και του εξωτερικού) στα χρόνια του ’60 και του
’70.
Ας κλείσουμε λοιπόν (πριν επανέλθουμε) μ’ ένα τραγούδι του Γεράσιμου Λαβράνου από το soundtrack της ταινίας
«Το Κορίτσι και το Άλογο» (1973). Το βίντεο δεν έχει σχέση με το νόημα των
στίχων, αλλά ας είναι...
Εις μνήμην...