Μερικές σκέψεις-απόψεις του Γιάννη Μαρκόπουλου, έτσι όπως
καταγράφηκαν σε παλιά περιοδικά…
Από τη ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ, μηνιαία έκδοση φοιτητικών
ενδιαφερόντων και πνευματικής ενημέρωσης (τεύχος 1, Φλεβάρης 1973).
Γιατί έφυγες το 1967 από την Ελλάδα και γιατί γύρισες πάλι πίσω;
Μέχρι το 1967 σπούδαζα μουσική (θεωρητικά, βιολί και πιάνο) στο Ωδείο Αθηνών. Είχα μια ευρωπαϊκή παιδεία που άρχισε από το 1961. Ήθελα να συνεχίσω την παιδεία αυτή, γνωρίζοντας από κοντά όλα τα μουσικά μοντέρνα ρεύματα. Ταυτόχρονα μέχρι το 1967 συνέθετα μουσική για θέατρο και κινηματογράφο, καθώς και πολλά τραγούδια. Τα βιώματά μου και το ένστικτό μου με οδηγούσαν στις γνήσιες θέσεις της μουσικής του τόπου. Μουσική γιομάτη τραγούδι και χορό από παμπάλαια ακούσματα μεταφερμένα από την Ασία και την Αφρική και μετουσιωμένα στα πανηγύρια και τις εκκλησίες.
Το 1967 βρίσκομαι στο καμίνι (αντιπανεπιστήμια, Μαρκούζε, Τζίμυ Χέντριξ, λαϊκά τραγούδια του κόσμου, κυριαρχία του σιτάρ, Μπητλς, Μπομπ Ντύλαν και τέλος επαναστατημένη αμερικανική νεολαία, μέχρι και τα γεγονότα του Μάη). Σπουδάζω για λίγο και αμφισβητώ με τρέλλα όλη την ευρωπαϊκή μουσική, ονομάζοντάς την, ίσως υπερβολικά, όμως με αλήθεια σαν βάση, κουρέλια της μουσικής μας.
Γυρίζω πίσω με όνειρα να φτιάξω ορχήστρα με τα δικά μας όργανα, που τυχαίνει να ’ναι της Ανατολής. Να γράψω μουσική ψάχνοντας βαθιά μέσα μου, για να ξανασυνδεθώ με την παιδική κι ύστερα την εφηβική ηλικία μου, τότε που ήμουν γιομάτος σαν αφρισμένο καζάνι από νταούλια, λύρες, ριζίτικα, αφρικάνικους χορούς και μελίσματα της Ασίας. Ξαναβρίσκω το στίγμα μου.
Τώρα είμαι, όπως όλη μας η μουσική, κι εγώ παράνομος. Από εδώ κι εμπρός έχω λοιπόν νέους παππούδες. Τον Ρωμανό τον Μελωδό, τον Ανδρέα Κρήτης, τον Ρούντα, τον Ροδινό. Έχω νέους συγγενείς στον Πόντο, στην Αραβία, στις Ινδίες και στο βαλκανικό αλώνι. Ψάχνω για καινούρια ειδωλολατρία αφήνοντας κατά μέρος της εβραϊκές θρησκευτικές ιστορίες, όπως το ίδιο έκανε το λαϊκό μας τραγούδι.
Γιατί έφυγες το 1967 από την Ελλάδα και γιατί γύρισες πάλι πίσω;
Μέχρι το 1967 σπούδαζα μουσική (θεωρητικά, βιολί και πιάνο) στο Ωδείο Αθηνών. Είχα μια ευρωπαϊκή παιδεία που άρχισε από το 1961. Ήθελα να συνεχίσω την παιδεία αυτή, γνωρίζοντας από κοντά όλα τα μουσικά μοντέρνα ρεύματα. Ταυτόχρονα μέχρι το 1967 συνέθετα μουσική για θέατρο και κινηματογράφο, καθώς και πολλά τραγούδια. Τα βιώματά μου και το ένστικτό μου με οδηγούσαν στις γνήσιες θέσεις της μουσικής του τόπου. Μουσική γιομάτη τραγούδι και χορό από παμπάλαια ακούσματα μεταφερμένα από την Ασία και την Αφρική και μετουσιωμένα στα πανηγύρια και τις εκκλησίες.
Το 1967 βρίσκομαι στο καμίνι (αντιπανεπιστήμια, Μαρκούζε, Τζίμυ Χέντριξ, λαϊκά τραγούδια του κόσμου, κυριαρχία του σιτάρ, Μπητλς, Μπομπ Ντύλαν και τέλος επαναστατημένη αμερικανική νεολαία, μέχρι και τα γεγονότα του Μάη). Σπουδάζω για λίγο και αμφισβητώ με τρέλλα όλη την ευρωπαϊκή μουσική, ονομάζοντάς την, ίσως υπερβολικά, όμως με αλήθεια σαν βάση, κουρέλια της μουσικής μας.
Γυρίζω πίσω με όνειρα να φτιάξω ορχήστρα με τα δικά μας όργανα, που τυχαίνει να ’ναι της Ανατολής. Να γράψω μουσική ψάχνοντας βαθιά μέσα μου, για να ξανασυνδεθώ με την παιδική κι ύστερα την εφηβική ηλικία μου, τότε που ήμουν γιομάτος σαν αφρισμένο καζάνι από νταούλια, λύρες, ριζίτικα, αφρικάνικους χορούς και μελίσματα της Ασίας. Ξαναβρίσκω το στίγμα μου.
Τώρα είμαι, όπως όλη μας η μουσική, κι εγώ παράνομος. Από εδώ κι εμπρός έχω λοιπόν νέους παππούδες. Τον Ρωμανό τον Μελωδό, τον Ανδρέα Κρήτης, τον Ρούντα, τον Ροδινό. Έχω νέους συγγενείς στον Πόντο, στην Αραβία, στις Ινδίες και στο βαλκανικό αλώνι. Ψάχνω για καινούρια ειδωλολατρία αφήνοντας κατά μέρος της εβραϊκές θρησκευτικές ιστορίες, όπως το ίδιο έκανε το λαϊκό μας τραγούδι.
Από τη ΜΟΥΣΙΚΗ (τεύχος 2, Ιανουάριος ’78), συνέντευξη στον
Γιώργο Κυριαζίδη…
Τι έχει επιδράσει μουσικά επάνω σου;
Οι λαϊκές μουσικές κομπανίες, οι βυζαντινοί συνθέτες, το δημοτικό και ρεμπέτικο τραγούδι, η κρητική μουσική παράδοση, οι αφρικάνικοι ρυθμοί, οι μελωδίες της Ανατολής. Νομίζω ότι σε πολλά έργα μου επίδραση είχε με διαφορετικό τρόπο ο Στραβίνσκυ, οι προκλασικοί, ο Μπέλα Μπάρτοκ και ο Γιάννης Χρήστου. Αν καθίσω και πω τι μ’ έχει επηρεάσει θα κουβεντιάζουμε πολλή ώρα. Πολλά οφείλω στην παιδική μου ζωή και πολλά συνειδητοποίησα μέσα στην επταετία της δικτατορίας.
Τι έχει επιδράσει μουσικά επάνω σου;
Οι λαϊκές μουσικές κομπανίες, οι βυζαντινοί συνθέτες, το δημοτικό και ρεμπέτικο τραγούδι, η κρητική μουσική παράδοση, οι αφρικάνικοι ρυθμοί, οι μελωδίες της Ανατολής. Νομίζω ότι σε πολλά έργα μου επίδραση είχε με διαφορετικό τρόπο ο Στραβίνσκυ, οι προκλασικοί, ο Μπέλα Μπάρτοκ και ο Γιάννης Χρήστου. Αν καθίσω και πω τι μ’ έχει επηρεάσει θα κουβεντιάζουμε πολλή ώρα. Πολλά οφείλω στην παιδική μου ζωή και πολλά συνειδητοποίησα μέσα στην επταετία της δικτατορίας.
Από τη ΜΟΥΣΙΚΗ (τεύχος 46, Σεπτέμβρης ’81) συνέντευξη στον
Γιώργο Κυριαζίδη…
Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο για το πέρασμα του Μαρκόπουλου στη σοβαρή μουσική; Απ’ ό,τι βλέπω πάνω στο πιάνο σου υπάρχει μια φωτογραφία του Γιάννη Χρήστου…
Εκτιμούσα πάρα πολύ τον Γιάννη Χρήστου. Βοήθησε πάρα πολύ τη σκέψη και το όποιο ταλέντο μου με την κουβέντα του και με την αγάπη του στα πράγματα. Με τον Χρήστου με γνώρισε ο περίφημος μουσικός της Κρατικής Ορχήστρας, ο Ανδρέας Ροδουσάκης που παίζει κοντραμπάσο. Του είχε πάει τότε, το 1966, τη μουσική μου από τον «Θάνατο του Αλέξανδρου», μουσική για το φιλμ του Δημήτρη Κολλάτου. Γνωριστήκαμε και ταξιδέψαμε μαζί στην Κρήτη. Εκείνη την εποχή τού είχα δείξει και μερικά τραγούδια μου, μεταξύ των οποίων και το «Ζαβαρα-κατρανέμια», το οποίο ανήκει στον κύκλο «Ιδού ο Νυμφίος» – μια δουλειά που τη συνεχίζω ακόμα, παράλληλα με τις «Σειρήνες» και που, αν πάνε καλά τα πράγματα, θα την εμφανίσω του χρόνου.
(σ.σ. «Ιδού ο Νυμφίος», έργο του 1966-69. Πρόκειται για μια μουσική ιεροτελεστία, σε κείμενα του Κ.Χ. Μύρη. Τα τραγούδια των επεισοδίων ακούστηκαν λίγο αργότερα στο «Χρονικό»).
Για το ροκ τι λες;
Το ροκ είναι μια έντεχνη μουσική που ξεπήδησε απ’ το μπλουζ και την τζαζ (σ.σ. σωστότερα από το blues και την country). Υπάρχουν ροκ και ροκ, και οπωσδήποτε υπάρχουν καλά και κακά πράγματα σ’ αυτές τις καταστάσεις.
Μην ξεχνάμε όμως ότι σε μια λεωφόρο για τη διαφήμιση των ηχητικών προϊόντων μας, ο τρόπος με τον οποίον διαφημίζονται τα ξένα προϊόντα είναι πολύ πιο ισχυρός. Έτσι πολλές φορές ο δικός τους ήχος «καπελώνει» το δικό μας με αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται το μουσικό κίνημα της χώρας και να χάνει τον προσανατολισμό του.
Ψύχραιμα, όμως, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ξένο προϊόν με βάση την ποιότητα και τις ανάγκες που ξεκινάνε από το χάος, που γέννησε αυτή τη μουσική, και τι αντανακλάται, τι άνοιγμα δίνουμε και σε τι αποσκοπούμε. Εγώ πιστεύω ότι μια χώρα που καθυποτάσσεται σε ξένη κουλτούρα χάνει το παιγνίδι, και ύστερα υποτάσσεται και στο πολιτικό παιγνίδι αυτής της χώρας.
Εμένα οι ροκάδες μ’ αγαπάνε, άσχετα αν γνώρισαν και χόρεψαν με τους ήχους μου, που κλέψανε διάφορα ροκ συγκροτήματα. Πολλές φορές ακούω ροκ. Μ’ αρέσουν οι Socrates. Εκείνος ο Σπάθας είναι φοβερός.
Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο για το πέρασμα του Μαρκόπουλου στη σοβαρή μουσική; Απ’ ό,τι βλέπω πάνω στο πιάνο σου υπάρχει μια φωτογραφία του Γιάννη Χρήστου…
Εκτιμούσα πάρα πολύ τον Γιάννη Χρήστου. Βοήθησε πάρα πολύ τη σκέψη και το όποιο ταλέντο μου με την κουβέντα του και με την αγάπη του στα πράγματα. Με τον Χρήστου με γνώρισε ο περίφημος μουσικός της Κρατικής Ορχήστρας, ο Ανδρέας Ροδουσάκης που παίζει κοντραμπάσο. Του είχε πάει τότε, το 1966, τη μουσική μου από τον «Θάνατο του Αλέξανδρου», μουσική για το φιλμ του Δημήτρη Κολλάτου. Γνωριστήκαμε και ταξιδέψαμε μαζί στην Κρήτη. Εκείνη την εποχή τού είχα δείξει και μερικά τραγούδια μου, μεταξύ των οποίων και το «Ζαβαρα-κατρανέμια», το οποίο ανήκει στον κύκλο «Ιδού ο Νυμφίος» – μια δουλειά που τη συνεχίζω ακόμα, παράλληλα με τις «Σειρήνες» και που, αν πάνε καλά τα πράγματα, θα την εμφανίσω του χρόνου.
(σ.σ. «Ιδού ο Νυμφίος», έργο του 1966-69. Πρόκειται για μια μουσική ιεροτελεστία, σε κείμενα του Κ.Χ. Μύρη. Τα τραγούδια των επεισοδίων ακούστηκαν λίγο αργότερα στο «Χρονικό»).
Για το ροκ τι λες;
Το ροκ είναι μια έντεχνη μουσική που ξεπήδησε απ’ το μπλουζ και την τζαζ (σ.σ. σωστότερα από το blues και την country). Υπάρχουν ροκ και ροκ, και οπωσδήποτε υπάρχουν καλά και κακά πράγματα σ’ αυτές τις καταστάσεις.
Μην ξεχνάμε όμως ότι σε μια λεωφόρο για τη διαφήμιση των ηχητικών προϊόντων μας, ο τρόπος με τον οποίον διαφημίζονται τα ξένα προϊόντα είναι πολύ πιο ισχυρός. Έτσι πολλές φορές ο δικός τους ήχος «καπελώνει» το δικό μας με αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται το μουσικό κίνημα της χώρας και να χάνει τον προσανατολισμό του.
Ψύχραιμα, όμως, μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ξένο προϊόν με βάση την ποιότητα και τις ανάγκες που ξεκινάνε από το χάος, που γέννησε αυτή τη μουσική, και τι αντανακλάται, τι άνοιγμα δίνουμε και σε τι αποσκοπούμε. Εγώ πιστεύω ότι μια χώρα που καθυποτάσσεται σε ξένη κουλτούρα χάνει το παιγνίδι, και ύστερα υποτάσσεται και στο πολιτικό παιγνίδι αυτής της χώρας.
Εμένα οι ροκάδες μ’ αγαπάνε, άσχετα αν γνώρισαν και χόρεψαν με τους ήχους μου, που κλέψανε διάφορα ροκ συγκροτήματα. Πολλές φορές ακούω ροκ. Μ’ αρέσουν οι Socrates. Εκείνος ο Σπάθας είναι φοβερός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου