Το άλμπουμ “The Call” [Ano Kato, Cue] των Κώστα Μαγγίνα και Peter Salchev κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό. Μία πρώτη ακρόαση θυμάμαι πως την είχα επιχειρήσει σχεδόν αμέσως, όταν πήρα το CD στα χέρια μου· αιτία ήταν το track list. Ήθελα ν’ ακούσω μερικά από τα πιο αγαπημένα μου folk τραγούδια (“Black is the colour of my true love’s hair”, “She moves through the fair”, “Morning dew”, “St. James Infirmary”…). Πως θα τα απέδιδαν δηλαδή δύο… βαλκάνιοι μουσικοί, ένας Έλληνας κι ένας Βούλγαρος. Ήταν, ακόμη, αυτό το ντουέτο. Φωνή, κιθάρα. Όπως στα sixties. Shirley Collins-Davy Graham... Τέτοια πράγματα. Τέλος, ήταν και το εξώφυλλο, που παρέπεμπε στις απόκρημνες ιρλανδικές ακτές του Ατλαντικού. Όλα αυτά, μαζί και ταυτοχρόνως, σηματοδοτούσαν εντός μου κάτι διαφορετικό. Δεν έπεσα έξω… Πώς κι έτσι, κύριε Μαγγίνα;
Τα τελευταία χρόνια ακούω πιο συστηματικά παραδοσιακή ιρλανδική μουσική. Υπήρχε λοιπόν το υλικό, το οποίο μού ήταν οικείο μεν, μέσα από τελείως διαφορετικούς τρόπους δε.
Λογικό. Μιλάμε για τραγούδια, που θα τα χαρακτηρίζαμε στάνταρντ. Όπερ σημαίνει δεκάδες οι εκτελέσεις…
Φυσικά. Και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, επειδή είναι στάνταρντ, είναι ταυτόχρονα τόσο «ανοιχτά» στις παρεμβάσεις και τις προσωπικές απόψεις.
Παρά ταύτα θα ρωτήσω, αν υπήρχαν κάποιες συγκεκριμένες εκτελέσεις στο νου σας, πριν ξεκινήσετε τις δικές σας εκδοχές…
Τι να πώ; Δεκάδες. Τα τραγούδια αυτά, τ’ ακούς συνεχώς, οπότε… Ας πούμε το “Black is the colour…” το άκουσα από ένα δίσκο του μπασίστα Marc Johnson με τους Bass Desire, από το 1985. Φυσικά, το ήξερα και από τη Nina Simone. Το καλοκαίρι, όμως, πριν το ηχογραφήσουμε, θυμάμαι πως το άκουγα συνεχώς από τον Paul Weller. Θα έλεγα πως ήταν η εκτέλεση που έλαβα πιο πολύ υπ’ όψη μου.
Τo “Black is the colour…” είναι καταπληκτικό τραγούδι, με μελωδία που σε στέλνει. Όπως και το “Morning dew” της Bonnie Dobson εξάλλου…
Το τραγούδι αυτό, δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά ήταν εκείνο που με δυσκόλεψε περισσότερο. Το δοκίμαζα συνεχώς, αλλά δε μου «καθότανε». Κάποια στιγμή βγήκε, βέβαια. Το είχα ακούσει από τους Grateful Dead, τον Tim Rose και άλλους…
Κουρδίζετε το “Morning dew” σε DADGAD (ρε μπάσο, λα, ρε, σολ, λα, ρε)…
Κλασικό κούρδισμα, για να παίζεις τέτοια τραγούδια. Το άκουσα από τον Jimmy Page, στο πρώτο άλμπουμ των Led Zeppelin, στο “Black mountain side”. Και ο Page έτσι, μάλλον, θα το έπαιζε… Σε DADGAD κούρδισα επίσης στο “Amazin’ grace”, στο “Summertime”, στο “St. James Infirmary”…
Ναι. Το ίδιο κούρδισμα το είχε χρησιμοποιήσει ο Page και στο “White summer” με τους Yardbirds, λίγο νωρίτερα, παίροντάς το από τον άνθρωπο που το πρωτοπαρουσίασε στη δισκογραφία, τον Davy Graham.
Έχω υπ’ όψιν μου τον Davy Graham, όπως και τον Bert Jansch, που είναι του ίδιου κλίματος και της ίδιας εποχής. Ο Page, πάντως, είναι ο κιθαρίστας εκείνος που μ’ έχει επηρεάσει-εμπνεύσει περισσότερο από κάθε άλλον. Μόνο σ’ αυτόν και κατ’ αναλογία στον Ornette Coleman βρίσκω αυτή την ελευθερία στο… να παράγεις μελωδίες, που να μην προκαθορίζονται από τους τονικούς κανόνες. Το DADGAD το πρωτοπαρουσίασε ο Graham, παίζοντας το “She moves through the fair” σ’ ένα EP του 1963. Χαίρομαι, που ακούω το εν λόγω τραγούδι και στο δίσκο σας…
Είναι καταπληκτικό κομμάτι. Αυτά τα τραγούδια με συγκινούν και για έναν άλλο λόγο. Έχουν εξαιρετικούς στίχους. Θλιμμένους βέβαια, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία…
Ερωτικές απογνώσεις, φασματικές αγάπες, θάνατοι… Στο “St. James Infirmary” κάποιος διηγείται πως πήγε να δει το κορίτσι του στο νοσοκομείο, κι εκείνο είχε πεθάνει…
Ακριβώς. Τέτοιες καταστάσεις. Το συγκεκριμένο τραγούδι, το ηχογράφησα μάλιστα δύο φορές στο CD. Τη μία παίζοντας μαντολίνο και την άλλη κιθάρα. Το έκανα για να δείξω αυτό που είπαμε λίγο πριν. Πόσο «ανοικτά» είναι αυτά τα κομμάτια σε επεμβάσεις. Σε πάνε κατ’ ευθείαν αλλού.
Πάντως και ο Salchev δείχνει εξοικειωμένος με το ρεπερτόριο…
Κατ’ αρχάς να πω πως παίζουμε μαζί περίπου δέκα χρόνια. O Πήτερ είναι βασικά αυτό που λέμε «τζαζ τραγουδιστής», δεν έχει καμία σχέση με το rock π.χ. Θυμάμαι πως ένα από τα τραγούδια που πρωτοπαίξαμε ήταν το “How deep is the ocean”, το οποίο δεν υπάρχει στο δίσκο. Strange chords είπαμε… συνεννοηθήκαμε αμέσως. Δημιουργήσαμε λοιπόν αυτό το ντουέτο έπειτα από πολύ δουλειά. Και το κρατάμε ως ντουέτο, γιατί έχω τη γνώμη πως όσο πιο πολλά όργανα χρησιμοποιείς, τόσο περιορίζονται οι βαθμοί ελευθερίας σου.
Ακούω πόσο «μπροστά» βρίσκεστε, στο μοναδικό, κατά βάση, πρωτότυπο κομμάτι του άλμπουμ, το “The call”…
Διαφέρει λίγο από τα υπόλοιπα θέματα αυτό. Ήταν, περισσότερο, μία παρόρμηση της στιγμής. Θέλαμε να υπάρχει κάτι στο άλμπουμ που να «προδίδει» την περιοχή μας. Το από πού ξεκινάμε. Γι’ αυτό και ο Πήτερ το πήγε προς… παραδοσιακό βουλγαρικό.
Πώς ηχογραφήθηκε το άλμπουμ;
Θα έλεγα με τη μία. Παίξαμε live όλα τα κομμάτια στο στούντιο, γύρω στις 5 ώρες, και άλλες τόσες ώρες παίξαμε διάφορα άλλα στάνταρντ. Χρειάστηκε να ξανακάνουμε ένα-δύο. Σε δύο μόλις χρησιμοποιήσαμε overdubs. Στο “Black is the colour…”, που ακούγεται ταυτόχρονα κιθάρα και μαντολίνο και στο “Can not be true”, ένα κομμάτι 45 δευτερολέπτων μόνο με τη φωνή του Πήτερ. Ασχοληθήκαμε, όμως, πολύ παραπάνω με τη μίξη. Είμαι χαρούμενος που συνέβη έτσι. Το ευχαριστήθηκα πραγματικά αυτό το άλμπουμ.
Κι εγώ που το άκουσα… Τη συζήτηση συνόδευσαν πλην του “The Call” τα LP “Sings” της Patty Waters στην ESP (το “Black is the colour…”), “Tear Down the Walls” των Vince Martin & Fred Neil στην Elektra (το “Morning dew”), “Folk, Blues & Beyond” του Davy Graham στη Decca (το “Black is the colour…”), καθώς και το EP “From a London Hootenanny” των Thamesiders & Davy Graham (το “She moved thro’ the fair”)
Χαιρετώ και συγχαίρω για την ποιότητα του blog και βεβαιώς του συντάκτη του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν επιτρέπετε επισυνάπτω "άρθρο" μου στο «The Call, των Κώστα Μαγγίνα και Peter Salchev": http://critiquegolitsis.blogspot.com/2010/05/to-call-peter-salchev.html
Είναι κρίμα να περνάνε τέτοιοι δίσκοι απαρατήρητοι. Ευχαριστώ για την επικοινωνία.
ΑπάντησηΔιαγραφή