Όσοι παρακολουθούν τα jazz συμβάντα στη Θεσσαλονίκη σίγουρα θα έχουν υπ’ όψιν τους το κουιντέτο του πιανίστα Παύλου Μιχαηλίδη. Αλλά και όλοι οι υπόλοιποι – όσοι ασχολούνται με το χώρο της ελληνικής τζαζ εννοώ –, κάτι θα έχουν πάρει χαμπάρι, αφού ο Μιχαηλίδης έχει συνεργαστεί με δεκάδες μουσικούς, έχει παίξει στο Διεθνές Φεστιβάλ Πάτρας με την Sheila Jordan, έχει συμμετάσχει σε CD της Jazz Society Thessaloniki κ.λπ.
Ο «Απλωμένος Χάρτης» [Dissonance Records, 2010] είναι η πρώτη πλήρης δισκογραφική του εργασία, ένα σώμα έξι δικών του συνθέσεων (45:45 η διάρκεια), τις οποίες υποστηρίζει το Paulus Quintet, δηλ. οι Άλκης Καρυζώνης τενόρο, σοπράνο, Μάκης Στεφανίδης ηλεκτρική κιθάρα, Μανώλης Σιδερίδης κοντραμπάσο, Νίκος Ψοφογιώργος τύμπανα, Παύλος Μιχαηλίδης πιάνο. Αν πρέπει εξ αρχής να σημειώσω κάτι, οπωσδήποτε, είναι το γεγονός πως δύο από τους μουσικούς του γκρουπ είναι… Τσεχοσλοβάκοι. Ο Μιχαηλίδης και ο Σιδερίδης. Ο δεύτερος, μάλιστα, είναι μία περίπτωση προς εξερεύνηση (θα την… εξερευνήσω πιο κάτω), αφού ούτε η τσεχοσλοβακική καριέρα του είναι αμελητέα, ούτε η ελληνική του.
Περνώντας στα της ηχογράφησης θα έλεγα πως έχουμε να κάνουμε με μια σειρά συνθέσεων του Παύλου Μιχαηλίδη, όπως και δημιουργικών αυτοσχεδιασμών (από τη μεριά των μελών του γκρουπ), άλλοτε κοντά σ’ ένα modern-romantic κλίμα, το οποίο διαμορφώνει ο ανάλογος μελωδικός και ο αρμονικός σχεδιασμός, και άλλοτε πλησίον της κλασικής blues σημαντικής. Υπάρχουν συνθέσεις, όπως η “Horizon” π.χ., που φανερώνουν το πόσο η ευρωπαϊκή παράδοση της ρομάντζας έχει διαποτίσει τη σύγχρονη jazz συνθετική, αλλά και tracks όπως η «Ζούγκλα», εκεί όπου η free εισαγωγή δίνει το έναυσμα για ένα έξοχο blues, δίνοντας υπόσταση στην κορυφαία στιγμή του «απλωμένου χάρτη». Με τέτοιους τέλειους (από πάσης πλευράς) δίσκους η λεγόμενη ελληνική τζαζ αλλάζει επίπεδο.
Επαφή: www.dissonance.gr
(Το Pavlos Michailidis “Paulus” Quintet. O Μανώλης Σιδερίδης πρώτος από δεξιά)
Συνάντησα για πρώτη φορά το όνομα του μπασίστα Μανώλη Σιδερίδη σ’ ένα άλμπουμ του Βλάση Μπονάτσου, το «Γενικά» (1980). Αργότερα δε στο «Ενέχυρο» του Δήμου Μούτση και στα πρώτα LP του Νίκου Παπάζογλου… Ήταν, όμως, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν έκανα τη σύνδεση με το τσεχοσλοβακικό του παρελθόν κι από ’κει θα ξεκινήσω· για να τα πάρουμε τα πράγματα και με μια σειρά δηλαδή…
Ο Μανώλης Σιδερίδης γεννιέται στην Brno της παλαιάς Τσεχοσλοβακίας, το 1951, την πόλη στα ΝΑ της χώρας η οποία είχε δεχθεί ένα μεγάλο μέρος Ελλήνων πολιτικών προσφύγων αμέσως μετά τον Εμφύλιο και, ακόμη, την πόλη που απετέλεσε «καρδιά» της ελληνικής pop παροικίας στη χώρα. Ας υπενθυμίσω πως από ’κει ξεκίνησαν η Martha και η Tena Elefteriadu, όπως και το συγκρότημα Asteria Beat, με τ’ αδέλφια Μιχαηλίδη στη σύνθεσή του. Στην Brno, λοιπόν, ο νεαρός μουσικός κάνει τα πρώτα μουσικά του βήματά παίζοντας στους Prometheus και λίγο αργότερα στους Believers, πριν γίνει ιδρυτικό στέλεχος των Progress Organization, το 1968, ενός από τα καλύτερα συγκροτήματα που ανέδειξε εκείνη την εποχή η χώρα. Η μπάντα αρχίζει να διακρίνεται στο live κύκλωμα και την αμέσως επόμενη χρονιά εμφανίζεται ως support (μαζί με τους Blue Effect και τους Synkopy 61) στη συναυλία των Beach Boys, των Paul Revere & The Raiders και του Joe Hicks στην Brno (19/6/1969).Το 1970 έρχεται η ώρα για την πρώτη δισκογραφική της εμφάνιση. Πρόκειται για ένα EP με τρία κομμάτια, που παίζει στις 33 και 1/3 στροφές, και το οποίο βγαίνει στην τοπική Discant (0 33 0051) σε παραγωγή του Ales Sigmund. Μέλη της μπάντας είναι οι: Emanuel Sideridis μπάσο, Pavel Vane κιθάρες, Jan Sochor όργανο και Zdenek Kluka ντραμς. Το “Klik k poznani” (πρώτη πλευρά), είναι ένα βαρύ psych-prog τραγούδι (οι Cream είναι μια βασική επιρροή), με ρυθμικές αλλαγές, γεμίσματα από όργανο και ωραία κιθαριστική παρέμβαση. Στη δεύτερη πλευρά το “Snow in my shoes” μέσα στη βαρύτητά του εμφανίζει κι έναν κάπως poppy χαρακτήρα (συντείνουν και τα πνευστά που παρεμβάλει η παραγωγή), ενώ το “Fortune teller” (σύνθεση του Σιδερίδη) θυμίζει περισσότερο αμερικανικά σχήματα των late sixties, παρά ευρωπαϊκά (τους ύστερους Peanut Butter Conspiracy ας πούμε). (Ο Μανώλης Σιδερίδης είναι ο δεύτερος από αριστερά)
Την επόμενη χρονιά (1971) κυκλοφορεί και το μοναδικό τους LP. Το “Barnodaj” [Supraphon 1 13 0985] είναι ένα κλασικό άλμπουμ του τσεχοσλοβακικού rock (εδώ, μία βασική αναφορά είναι οι Vanilla Fudge). Η παραγωγή επένδυσε σ’ αυτό, πλαισιώνοντας τη βασική τετράδα με τρομπόνια, τρομπέτες, σαξόφωνα, όμποε, φλάουτα, backing vocals. Δεν θα έλεγα πως το εγχείρημα είναι απολύτως επιτυχημένο. Χάνεται κάτι από τη δύναμη των Progress Organization, η οποία πάντως (δύναμη) βγαίνει ακεραία σε κομμάτια όπως το “Ptacnik”, που κλείνει την πρώτη πλευρά. Η δεύτερη ανοίγει με μια ωραία εκδοχή του “We can work it out” των Beatles, για ν’ ακολουθήσουν το “Time”, η άποψή τους για το “I feel free” των Cream, αλλά και δύο ακόμη δικά τους tracks (“A lovely day”, “Good bye”). Χωρίς την παρουσία του Σιδερίδη, o οποίος το 1972 έρχεται στην Ελλάδα, οι Progress Organization θα προχωρήσουν αλλάζοντας ονόματα (Barnodaj, Progres 2, Progres), φθάνοντας να παίζουν έως και σήμερα.
Εκείνα τα χρόνια, όμως, ήταν δημιουργικά για τον ελληνικής καταγωγής μουσικό, αφού τον συναντάμε και σε άλλες εγγραφές, πέραν των Progress Organization. Πιο συγκεκριμένα εμφανίζεται στα δύο πρώτα LP των Martha & Tena Elefteriadu, το “Dal Nez Slunce Vstava” [Panton 11 0251, 1970] και το “Hrej dal” [Panton 11 0309, 1972] παίζοντας μπάσο και τραγουδώντας, αλλά και σ’ ένα τουλάχιστον 45άρι τους με τα κομμάτια “Sulejmon/ Starec a dve holky” [Panton 04 0377, 1971] - το πρώτο, μία version στο γνωστό αφροτράγουδο του Neil Diamond. Επίσης, συμμετέχει σ’ ένα άλλο συγκρότημα από την Brno, τους Albatros, μαζί με τους Dalibor Roznik κιθάρες, Jan Millonig κιθάρες, φωνή και Karel Antonin ντραμς, ηχογραφώντας ένα 7ιντσο EP μοιρασμένο με τον Bob Fridl, καθώς κι ένα αποκλειστικώς δικό τους. Το πρώτο ήταν το “Divka ze severniho kraje, Pisen z detskyho kramu/ Bonifac Sherry, Expres v tunelu” [Panton 03 0252, 1971]. Ο Fridl λέει τα δύο πρώτα κομμάτια – το “Divka ze severniho kraje” είναι το “Girl of the north country” του Bob Dylan – και οι Albatros τα δύο στη flip-side. Το “Bonifac Sherry” είναι το “Natural born bugie” των Humble Pie. Το δεύτερο 45άρι είναι το “Albatros/ Ctyri kostky cukru v kave” [Panton 04 0364, 1971]. Το “Albatros” είναι φυσικά το γνωστό του Peter Green, που έδωσε και το όνομα στο γκρουπ.Το πρώτο(;) συγκρότημα στην Ελλάδα στο οποίο εμφανίζεται ως μπασίστας ο Μανώλης Σιδερίδης ήταν οι Zante του Βλάση Μπονάτσου, με τους οποίους γράφεται το άλμπουμ «Γενικά…» [CBS, 1981]. Τα υπόλοιπα μέλη των Zante ήταν ο Λεωνίδας Αλαχαδάμης κρουστά (από τον Εξαδάκτυλο), ο μακαρίτης Δήμης Παπαχρήστου κιθάρες (από Εξαδάκτυλος, Ακρίτας, Αχ-Βαχ…) καθώς και ο Γιώργος Πεντζίκης στα πλήκτρα και το φλάουτο (από Pacifics, Fratelli, Idols, Loukas Sideras Band, Ταχεία Θεσσαλονίκης…). Αν και το συγκρότημα θα μπορούσε να διαπρέψει, καθότι αποτελείτο από μουσικάρες, τούτο διαλύθηκε λίγο μετά τη support παρουσία του στους Ανατολικογερμανούς City, τον Μάιο του 1981. (Αν και ήμουν στη συναυλία της Πάτρας, στο γήπεδο της Παναχαϊκής, τους Zante δεν τους θυμάμαι· μπορεί και να μην έπαιξαν. Έπαιξαν όμως στη Ριζούπολη). Πάντως, στο «Γενικά…» παίζουν πολύ καλά, βοηθούμενοι από τον Αργύρη Κουλούρη στις κιθάρες, τη Μαρία Δημητριάδη στα φωνητικά και τον άσσο πολωνό βιολιστή Michal Urbaniak! Αρχές Μαρτίου του ’81 ο Urbaniak είχε έλθει στην Ελλάδα για συναυλίες, ως μέλος του Billy Cobham’s Group, κι από ’κει μπορεί να τον τσίμπησε ο Μπονάτσος (ή ο Πεντζίκης). Εξάλλου το «Γενικά…» δεν βγήκε το ’80, όπως λένε κάποια sites, αλλά περί τα μέσα του ’81 (υπάρχει «κριτική» στο περιοδικό Μουσική, στο τεύχος 44, τον Ιούλιο του ’81), ηχογραφήθηκε δε στο διάστημα 2-3/1981 (κατά τη διάρκεια των σεισμών στις Αλκυονίδες), με το remixing να γίνεται την 15/3/1981 (όλες οι πληροφορίες από το εξώφυλλο).Η επόμενη μπάντα στην οποία συμμετείχε ο Μανώλης Σιδερίδης ήταν οι Λάου-Λάου (συμπλήρωναν οι Άκης Τουρκογιώργης κιθάρες και Νίκος Καπηλίδης ντραμς). Οι Λάου-Λάου ήταν το συγκρότημα του Δήμου Μούτση στο «Ενέχυρο» [Lyra] και στα live που προέκυψαν εκείνη την περίοδο (1983).
Το πιο κάτω κεφάλαιο στην πορεία του Σιδερίδη σχετίζεται με τον Νίκο Παπάζογλου. Ο γεννημένος στην Τσεχοσλοβακία, ελληνικής καταγωγής, μουσικός παίρνει μέρος στην ηχογράφηση του άλμπουμ Χαράτσι [Lyra, 1984], στο back cover του οποίου αναγράφεται ως Μανώλης Σιδηρόπουλος [sic], αλλά και στο Μέσω Νεφών [Lyra, 10/1986] ως Μανώλης Σιδερίδης (όνομα γραμμένο με το σωστό τρόπο αυτή τη φορά).
Συμβουλευόμενος το site e.sideridis.gr πληροφορούμαι πως ο Σιδερίδης συμμετείχε επίσης στο άλμπουμ του Γιώργου Καζαντζή «… Ήταν μια Στιγμή» [ΜΜΚ 4, 1986], στο «Απόψε Πάλι» [Αφοί Φαληρέα Α.Φ. 121, 1986] των Παιδιά Απ’ Τη Πάτρα, στο «Ταξίδια Με τον Ίδιο Χάρτη» [Rotonda 01, 1989], των Γιώργου Καζαντζή-Σοφίας Κατζούρη, στο live στο «Ηρώδειο» του Δήμου Μούτση [Minos-EMI 523944, 1999] και στο “Monie & Monie Conniente” [FM 1015, 1999] του Διογένη Δασκάλου. Ο κατάλογος παραμένει ανοικτός…
Ο «Απλωμένος Χάρτης» [Dissonance Records, 2010] είναι η πρώτη πλήρης δισκογραφική του εργασία, ένα σώμα έξι δικών του συνθέσεων (45:45 η διάρκεια), τις οποίες υποστηρίζει το Paulus Quintet, δηλ. οι Άλκης Καρυζώνης τενόρο, σοπράνο, Μάκης Στεφανίδης ηλεκτρική κιθάρα, Μανώλης Σιδερίδης κοντραμπάσο, Νίκος Ψοφογιώργος τύμπανα, Παύλος Μιχαηλίδης πιάνο. Αν πρέπει εξ αρχής να σημειώσω κάτι, οπωσδήποτε, είναι το γεγονός πως δύο από τους μουσικούς του γκρουπ είναι… Τσεχοσλοβάκοι. Ο Μιχαηλίδης και ο Σιδερίδης. Ο δεύτερος, μάλιστα, είναι μία περίπτωση προς εξερεύνηση (θα την… εξερευνήσω πιο κάτω), αφού ούτε η τσεχοσλοβακική καριέρα του είναι αμελητέα, ούτε η ελληνική του.
Περνώντας στα της ηχογράφησης θα έλεγα πως έχουμε να κάνουμε με μια σειρά συνθέσεων του Παύλου Μιχαηλίδη, όπως και δημιουργικών αυτοσχεδιασμών (από τη μεριά των μελών του γκρουπ), άλλοτε κοντά σ’ ένα modern-romantic κλίμα, το οποίο διαμορφώνει ο ανάλογος μελωδικός και ο αρμονικός σχεδιασμός, και άλλοτε πλησίον της κλασικής blues σημαντικής. Υπάρχουν συνθέσεις, όπως η “Horizon” π.χ., που φανερώνουν το πόσο η ευρωπαϊκή παράδοση της ρομάντζας έχει διαποτίσει τη σύγχρονη jazz συνθετική, αλλά και tracks όπως η «Ζούγκλα», εκεί όπου η free εισαγωγή δίνει το έναυσμα για ένα έξοχο blues, δίνοντας υπόσταση στην κορυφαία στιγμή του «απλωμένου χάρτη». Με τέτοιους τέλειους (από πάσης πλευράς) δίσκους η λεγόμενη ελληνική τζαζ αλλάζει επίπεδο.
Επαφή: www.dissonance.gr
(Το Pavlos Michailidis “Paulus” Quintet. O Μανώλης Σιδερίδης πρώτος από δεξιά)
Συνάντησα για πρώτη φορά το όνομα του μπασίστα Μανώλη Σιδερίδη σ’ ένα άλμπουμ του Βλάση Μπονάτσου, το «Γενικά» (1980). Αργότερα δε στο «Ενέχυρο» του Δήμου Μούτση και στα πρώτα LP του Νίκου Παπάζογλου… Ήταν, όμως, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν έκανα τη σύνδεση με το τσεχοσλοβακικό του παρελθόν κι από ’κει θα ξεκινήσω· για να τα πάρουμε τα πράγματα και με μια σειρά δηλαδή…
Ο Μανώλης Σιδερίδης γεννιέται στην Brno της παλαιάς Τσεχοσλοβακίας, το 1951, την πόλη στα ΝΑ της χώρας η οποία είχε δεχθεί ένα μεγάλο μέρος Ελλήνων πολιτικών προσφύγων αμέσως μετά τον Εμφύλιο και, ακόμη, την πόλη που απετέλεσε «καρδιά» της ελληνικής pop παροικίας στη χώρα. Ας υπενθυμίσω πως από ’κει ξεκίνησαν η Martha και η Tena Elefteriadu, όπως και το συγκρότημα Asteria Beat, με τ’ αδέλφια Μιχαηλίδη στη σύνθεσή του. Στην Brno, λοιπόν, ο νεαρός μουσικός κάνει τα πρώτα μουσικά του βήματά παίζοντας στους Prometheus και λίγο αργότερα στους Believers, πριν γίνει ιδρυτικό στέλεχος των Progress Organization, το 1968, ενός από τα καλύτερα συγκροτήματα που ανέδειξε εκείνη την εποχή η χώρα. Η μπάντα αρχίζει να διακρίνεται στο live κύκλωμα και την αμέσως επόμενη χρονιά εμφανίζεται ως support (μαζί με τους Blue Effect και τους Synkopy 61) στη συναυλία των Beach Boys, των Paul Revere & The Raiders και του Joe Hicks στην Brno (19/6/1969).Το 1970 έρχεται η ώρα για την πρώτη δισκογραφική της εμφάνιση. Πρόκειται για ένα EP με τρία κομμάτια, που παίζει στις 33 και 1/3 στροφές, και το οποίο βγαίνει στην τοπική Discant (0 33 0051) σε παραγωγή του Ales Sigmund. Μέλη της μπάντας είναι οι: Emanuel Sideridis μπάσο, Pavel Vane κιθάρες, Jan Sochor όργανο και Zdenek Kluka ντραμς. Το “Klik k poznani” (πρώτη πλευρά), είναι ένα βαρύ psych-prog τραγούδι (οι Cream είναι μια βασική επιρροή), με ρυθμικές αλλαγές, γεμίσματα από όργανο και ωραία κιθαριστική παρέμβαση. Στη δεύτερη πλευρά το “Snow in my shoes” μέσα στη βαρύτητά του εμφανίζει κι έναν κάπως poppy χαρακτήρα (συντείνουν και τα πνευστά που παρεμβάλει η παραγωγή), ενώ το “Fortune teller” (σύνθεση του Σιδερίδη) θυμίζει περισσότερο αμερικανικά σχήματα των late sixties, παρά ευρωπαϊκά (τους ύστερους Peanut Butter Conspiracy ας πούμε). (Ο Μανώλης Σιδερίδης είναι ο δεύτερος από αριστερά)
Την επόμενη χρονιά (1971) κυκλοφορεί και το μοναδικό τους LP. Το “Barnodaj” [Supraphon 1 13 0985] είναι ένα κλασικό άλμπουμ του τσεχοσλοβακικού rock (εδώ, μία βασική αναφορά είναι οι Vanilla Fudge). Η παραγωγή επένδυσε σ’ αυτό, πλαισιώνοντας τη βασική τετράδα με τρομπόνια, τρομπέτες, σαξόφωνα, όμποε, φλάουτα, backing vocals. Δεν θα έλεγα πως το εγχείρημα είναι απολύτως επιτυχημένο. Χάνεται κάτι από τη δύναμη των Progress Organization, η οποία πάντως (δύναμη) βγαίνει ακεραία σε κομμάτια όπως το “Ptacnik”, που κλείνει την πρώτη πλευρά. Η δεύτερη ανοίγει με μια ωραία εκδοχή του “We can work it out” των Beatles, για ν’ ακολουθήσουν το “Time”, η άποψή τους για το “I feel free” των Cream, αλλά και δύο ακόμη δικά τους tracks (“A lovely day”, “Good bye”). Χωρίς την παρουσία του Σιδερίδη, o οποίος το 1972 έρχεται στην Ελλάδα, οι Progress Organization θα προχωρήσουν αλλάζοντας ονόματα (Barnodaj, Progres 2, Progres), φθάνοντας να παίζουν έως και σήμερα.
Εκείνα τα χρόνια, όμως, ήταν δημιουργικά για τον ελληνικής καταγωγής μουσικό, αφού τον συναντάμε και σε άλλες εγγραφές, πέραν των Progress Organization. Πιο συγκεκριμένα εμφανίζεται στα δύο πρώτα LP των Martha & Tena Elefteriadu, το “Dal Nez Slunce Vstava” [Panton 11 0251, 1970] και το “Hrej dal” [Panton 11 0309, 1972] παίζοντας μπάσο και τραγουδώντας, αλλά και σ’ ένα τουλάχιστον 45άρι τους με τα κομμάτια “Sulejmon/ Starec a dve holky” [Panton 04 0377, 1971] - το πρώτο, μία version στο γνωστό αφροτράγουδο του Neil Diamond. Επίσης, συμμετέχει σ’ ένα άλλο συγκρότημα από την Brno, τους Albatros, μαζί με τους Dalibor Roznik κιθάρες, Jan Millonig κιθάρες, φωνή και Karel Antonin ντραμς, ηχογραφώντας ένα 7ιντσο EP μοιρασμένο με τον Bob Fridl, καθώς κι ένα αποκλειστικώς δικό τους. Το πρώτο ήταν το “Divka ze severniho kraje, Pisen z detskyho kramu/ Bonifac Sherry, Expres v tunelu” [Panton 03 0252, 1971]. Ο Fridl λέει τα δύο πρώτα κομμάτια – το “Divka ze severniho kraje” είναι το “Girl of the north country” του Bob Dylan – και οι Albatros τα δύο στη flip-side. Το “Bonifac Sherry” είναι το “Natural born bugie” των Humble Pie. Το δεύτερο 45άρι είναι το “Albatros/ Ctyri kostky cukru v kave” [Panton 04 0364, 1971]. Το “Albatros” είναι φυσικά το γνωστό του Peter Green, που έδωσε και το όνομα στο γκρουπ.Το πρώτο(;) συγκρότημα στην Ελλάδα στο οποίο εμφανίζεται ως μπασίστας ο Μανώλης Σιδερίδης ήταν οι Zante του Βλάση Μπονάτσου, με τους οποίους γράφεται το άλμπουμ «Γενικά…» [CBS, 1981]. Τα υπόλοιπα μέλη των Zante ήταν ο Λεωνίδας Αλαχαδάμης κρουστά (από τον Εξαδάκτυλο), ο μακαρίτης Δήμης Παπαχρήστου κιθάρες (από Εξαδάκτυλος, Ακρίτας, Αχ-Βαχ…) καθώς και ο Γιώργος Πεντζίκης στα πλήκτρα και το φλάουτο (από Pacifics, Fratelli, Idols, Loukas Sideras Band, Ταχεία Θεσσαλονίκης…). Αν και το συγκρότημα θα μπορούσε να διαπρέψει, καθότι αποτελείτο από μουσικάρες, τούτο διαλύθηκε λίγο μετά τη support παρουσία του στους Ανατολικογερμανούς City, τον Μάιο του 1981. (Αν και ήμουν στη συναυλία της Πάτρας, στο γήπεδο της Παναχαϊκής, τους Zante δεν τους θυμάμαι· μπορεί και να μην έπαιξαν. Έπαιξαν όμως στη Ριζούπολη). Πάντως, στο «Γενικά…» παίζουν πολύ καλά, βοηθούμενοι από τον Αργύρη Κουλούρη στις κιθάρες, τη Μαρία Δημητριάδη στα φωνητικά και τον άσσο πολωνό βιολιστή Michal Urbaniak! Αρχές Μαρτίου του ’81 ο Urbaniak είχε έλθει στην Ελλάδα για συναυλίες, ως μέλος του Billy Cobham’s Group, κι από ’κει μπορεί να τον τσίμπησε ο Μπονάτσος (ή ο Πεντζίκης). Εξάλλου το «Γενικά…» δεν βγήκε το ’80, όπως λένε κάποια sites, αλλά περί τα μέσα του ’81 (υπάρχει «κριτική» στο περιοδικό Μουσική, στο τεύχος 44, τον Ιούλιο του ’81), ηχογραφήθηκε δε στο διάστημα 2-3/1981 (κατά τη διάρκεια των σεισμών στις Αλκυονίδες), με το remixing να γίνεται την 15/3/1981 (όλες οι πληροφορίες από το εξώφυλλο).Η επόμενη μπάντα στην οποία συμμετείχε ο Μανώλης Σιδερίδης ήταν οι Λάου-Λάου (συμπλήρωναν οι Άκης Τουρκογιώργης κιθάρες και Νίκος Καπηλίδης ντραμς). Οι Λάου-Λάου ήταν το συγκρότημα του Δήμου Μούτση στο «Ενέχυρο» [Lyra] και στα live που προέκυψαν εκείνη την περίοδο (1983).
Το πιο κάτω κεφάλαιο στην πορεία του Σιδερίδη σχετίζεται με τον Νίκο Παπάζογλου. Ο γεννημένος στην Τσεχοσλοβακία, ελληνικής καταγωγής, μουσικός παίρνει μέρος στην ηχογράφηση του άλμπουμ Χαράτσι [Lyra, 1984], στο back cover του οποίου αναγράφεται ως Μανώλης Σιδηρόπουλος [sic], αλλά και στο Μέσω Νεφών [Lyra, 10/1986] ως Μανώλης Σιδερίδης (όνομα γραμμένο με το σωστό τρόπο αυτή τη φορά).
Συμβουλευόμενος το site e.sideridis.gr πληροφορούμαι πως ο Σιδερίδης συμμετείχε επίσης στο άλμπουμ του Γιώργου Καζαντζή «… Ήταν μια Στιγμή» [ΜΜΚ 4, 1986], στο «Απόψε Πάλι» [Αφοί Φαληρέα Α.Φ. 121, 1986] των Παιδιά Απ’ Τη Πάτρα, στο «Ταξίδια Με τον Ίδιο Χάρτη» [Rotonda 01, 1989], των Γιώργου Καζαντζή-Σοφίας Κατζούρη, στο live στο «Ηρώδειο» του Δήμου Μούτση [Minos-EMI 523944, 1999] και στο “Monie & Monie Conniente” [FM 1015, 1999] του Διογένη Δασκάλου. Ο κατάλογος παραμένει ανοικτός…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου