Folk από την Acid Jazz; Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί. Σωστό, καθότι άλλο είναι το κλίμα στο οποίο μας έχει συνηθίσει η καλή εταιρία. Επειδή όμως η Acid Jazz είναι, στην ουσία, ένα πλουραλιστικό label, η folk έχει και αυτή την παρουσία της. Το “Witchazel” μάλιστα, το τρίτο άλμπουμ του Matt Berry, χαιρετίζεται από μέρους μου ως μία από τις ωραιότερες και πιο ιδιοσυγκρασιακές prog-folk καταθέσεις των τελευταίων ετών. Ένα έργο με φανερά στοιχεία seventies αισθητικής, καθόλου παρωχημένο, με ήχο προσαρμοσμένο στο τώρα και με στίχους απολύτως ξεχωριστούς· ένα μείγμα σουρεαλιστικών και χιουμοριστικών εκτροπών, που μας πηγαίνει πίσω στις μέρες των Scaffold του Mike McGear, του αδελφού τού Paul McCartney. (Τώρα, το ότι ο ίδιος ο McCartney κάνει φωνητικά εδώ, στο “Rain came down”, είναι άλλο ζήτημα. Αλλά μπορεί και να μην είναι…).
Ο Berry (γενν. το 1974) δεν είναι τυχαία περίπτωση. Μπορεί στην Ελλάδα να μην είναι πολύ γνωστός, αλλά στη Βρετανία είναι ένας απολύτως αναγνωρισμένος κωμωδιογράφος, μουσικός φυσικά, και βεβαίως ηθοποιός με εμφανίσεις σε πολύ δημοφιλείς κωμωδίες καταστάσεων όπως την “The IT Crowd” του Channel 4, έχοντας δανείσει τη (χαρακτηριστική) φωνή του σε ποικίλες διαφημίσεις. Λέει ο ίδιος, σχετικώς με το “Witchazel”, στο www.thevelvetonion.com: «Το άλμπουμ έχει να κάνει με τους φόβους που μπορεί νοιώσει κάποιος στην εξοχή, κι αυτό με πάει πίσω στο χρόνο, στο 1978, ένα έτος πολύ σημαντικό για μένα. Ήμουν τεσσάρων ετών και θυμάμαι πως με είχε τρομοκρατήσει το ‘Watership Down’ (σ.σ. μία παράξενη νουβέλα του Richard Adams, που είχε γυριστεί και σε κινούμενο σχέδιο), αλλά και η φωνή της Kate Bush. Οι εικόνες και οι μνήμες ήταν τόσο ισχυρές, ώστε ακόμη και σήμερα έχουν αφήσει έντονα σημάδια στη ψυχοσύνθεσή μου».
Φυσικά, μέσα από το “Witchazel” (2011) ο Berry φαίνεται κάπως να το διασκεδάζει, ή εν πάση περιπτώσει να διασκεδάζει εκείνους τους παιδικούς του φόβους, κάτι στο οποίο συντείνει και το είδος της ηχητικής επένδυσης που επιλέγει. Υπάρχει η folk αφήγηση, τα ακουστικά όργανα (κιθάρες, ακορντεόν, διάφορα κρουστά, recorders, κλαρινέτο), αλλά υπάρχουν και τα ηλεκτρικά ή και ηλεκτρονικά όργανα (ARP Odyssey, Vocoder, διάφορα Korg), που πάνε το πράγμα σε άλλες σφαίρες. Οι Genesis (εποχής Gabriel), το pastoral folk και folk-rock (από τους Wooden O έως τους Strawbs και τους Gryphon), αλλά και τραγουδοποιοί όπως ο Gordon Giltrap ή ο Meic Stevens φαίνεται να διαμορφώνουν το αισθητικό προφίλ τού Matt Berry, έτσι όπως εκείνο αποκρυσταλλώνεται σε tracks τύπου “The pheasant”. Ένα απολύτως αξιοπρόσεκτο άλμπουμ ενός πολυπράγμονος καλλιτέχνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου