Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

ANDRE RYDER ο μεγάλος ελληνικής καταγωγής συνθέτης του αιγυπτιακού κινηματογράφου – έγραψε σάουντρακ για δεκάδες αιγυπτιακές (και κάποιες ελληνικές) ταινίες και τιμήθηκε από τον πρόεδρο Νάσερ

Το όνομα και πολύ περισσότερο το έργο του ελληνο-αιγύπτιου συνθέτη Andre Ryder (1908;-1971) είναι άγνωστο στη χώρα. Κάποιοι, ενδεχομένως, να θυμούνται το ονοματεπώνυμό του από το γεγονός πως είχε υπογράψει τα σάουντρακ σε τέσσερις τουλάχιστον ελληνικές ταινίες, που είχαν γυριστεί στα στούντιο του Καΐρου Nassibian και Νahas, στο πρώτο μισό του ’50 –παραγωγές όλες της αιγυπτιακής Μήλλας Φιλμ–, με τις τρεις απ’ αυτές να είναι, εν τω μεταξύ, πασίγνωστες και πολυαγαπημένες.
Λέμε για τις ταινίες «Ένα Βότσαλο στη Λίμνη...» (1952) σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου, «Δεσποινίς Ετών “39”» (1954) επίσης του Α. Σακελλάριου, «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954) του Μιχάλη Κακογιάννη και «Ο Άνεμος του Μίσους» (1954) του Νίκου Τσιφόρου – με τις μουσικές του Ryder να ακούγονται σε άπασες καταιγιστικές σχεδόν, και σε ορισμένες περιπτώσεις με ιδιοφυώς επεξεργασμένα ελληνικά παραδοσιακά μοτίβα.
Σ’ αυτές τις ταινίες
o ελληνοαιγύπτιος συνθέτης υπογράφει τις μουσικές βασικά ως Andre Ryder, ενώ στην ταινία του Κακογιάννη θα υπέγραφε με το κανονικό όνομά του, ως Ανδρέας Αναγνώστης. [Το “Ryder” ήταν μια δική του μετατροπή του αγγλικού “reader” (αναγνώστης), ώστε να έχει ένα καλλιτεχνικό όνομα, γραμμένο με λατινικούς χαρακτήρες, που να θυμίζει το ελληνικό επώνυμό του].
Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο άνθρωπος, τι είχε πράξει για τον αιγυπτιακό κινηματογράφο και πότε ακριβώς θα γινόταν κάπως περισσότερο γνωστός στη χώρα μας; Δυστυχώς οι πληροφορίες φθάνουν με το σταγονόμετρο, για όποιον δεν μπορεί να προσπελάσει τα αιγυπτιακά σάιτ. Στην Wikipedia, ας πούμε, διαβάζεις κάποια λίγα και μάλλον τυπικά.
Πως ο Andre Ryder είχε γεννηθεί στην Ελλάδα το 1908, πως κάποια στιγμή, θα βρισκόταν στην Αίγυπτο, δουλεύοντας για το αιγυπτιακό σινεμά, αποκτώντας μάλιστα την αιγυπτιακή υπηκοότητα, σε μεγάλη ηλικία, και λίγο πριν φύγει από τη ζωή, το 1970. Διαβάζουμε επίσης πως είχε συνθέσει σάουντρακ για εξήντα μία αιγυπτιακές ταινίες και για έξι ελληνικές.
Μαθαίνουμε ακόμη πως ο Andre Ryder είχε τιμηθεί με το «παράσημο της δημοκρατίας» από τον τότε πρόεδρο της Αιγύπτου Gamal Abdel Nasser (1918-1970) και πως το τέλος του θα ήταν απρόσμενο, αφού θα τον δολοφονούσαν στο Μπουένος Άιρες, σε κάποια καλλιτεχνική περιοδεία του, στις 5 Μαρτίου 1971 – με την wiki να συμπληρώνει, πως ο Ryder είχε «μαύρη ζώνη» στο τζούντο(!) και πως είχε δεχθεί επίθεση από ληστές, οι οποίοι θα κακοποιούσαν πρώτα τις κυρίες που τον συνόδευαν και πως πάνω στην πάλη (καθότι ο Ryder θα παρενέβαινε) θα τον μαχαίρωναν θανάσιμα.
Περιττό να πούμε πως όλα αυτά τα έχουν γράψει κάποιοι στην wiki, χωρίς να προσκομίσουν τα ανάλογα αποδεικτικά στοιχεία – οπότε δεν είναι υποχρεωτικό να τα παίρνεις όλα τοις μετρητοίς.
Για παράδειγμα, υπάρχουν ποικίλες απόψεις για το πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Andre Ryder και πού. Κάποιοι (Αιγύπτιοι φυσικά) λένε πως είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια το 1914 (φαίνεται πιθανότερο) από έλληνες γονείς βεβαίως, και όχι στην Ελλάδα το 1908 (όπως γράφει η wiki).
Σαν μουσικός, πάντως, ο Andre Ryder φαίνεται πως ξεκινά από το αιγυπτιακό ραδιόφωνο, στα μέσα της δεκαετίας του ’30, συνεχίζοντας αμέσως μετά να προσφέρει τις υπηρεσίες του στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης και στα ξενοδοχεία του Καΐρου, της Αλεξάνδρειας και του Πορτ Σάιντ.
Όλοι συμφωνούν πως ο Andre Ryder είχε αρχίσει την καλλιτεχνική πορεία του παίζοντας διάφορα όργανα, κυρίως τρομπέτα, ακορντεόν και πιάνο σε κλαμπ και θέατρα και πως από ’κει θα τον ανακάλυπτε, μετά τον πόλεμο, ο κινηματογράφος. Όμως και κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν η αγορά της αναψυχής στην βόρεια Αίγυπτο θα εκτοξευόταν, ο Andre Ryder θα εξακολουθούσε να δουλεύει στα καλύτερα κέντρα της εποχής, φθάνοντας μέχρι το περιώνυμο Helmeya Palace (του Καΐρου). Κάποια στιγμή, δε, θα άνοιγε τα φτερά του και προς το εξωτερικό, καθώς θα εμφανιζόταν σε ελβετικά (Γενεύη) και τουρκικά καμπαρέ, αλλά το 1951 θα επέστρεφε, μόνιμα πια, στο Κάιρο.
Εν τω μεταξύ η παρουσία του στο σινεμά θα συνδεόταν με την μεγάλη αιγύπτια ηθοποιό και τραγουδίστρια Laila Mourad (1918-1995) και την ταινία της “Anbar” (1948), σε σκηνοθεσία Anwar Wagdi (υπάρχει σόλο τρομπέτα στο σάουντρακ και αυτό ανήκει στον Ryder).
Βασικά, αυτό που πιστώνεται στον Andre Ryder, σε σχέση με τον αιγυπτιακό κινηματογράφο του ’50, είναι πως πρώτος εκείνος θα άρχιζε να διαμορφώνει πρωτότυπα μουσικά μοτίβα για τις εγχώριες ταινίες, αφού πιο πριν κυριαρχούσε η μουσική επιμέλεια (συνήθως με δυτικότροπα μοτίβα). Ο Ryder, δηλαδή, και σε σχέση πάντα με τη μουσική, προσδίδει στο σινεμά τής Αιγύπτου έναν δικό του πρωτότυπο χαρακτήρα.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/andre-ryder-o-ellinikis-katagogis-megalos-synthetis-toy-aigyptiakoy-kinimatografoy

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2023

MATTHEW HALSALL ξέρεις τι θ’ ακούσεις απ’ αυτόν τον άριστο μουσικό και ιδρυτή της Gondwana Records

 Ο Matthew Halsall, ο ιδρυτής της Gondwana Records, δεν είναι απλώς ένας οξυδερκής παραγωγός, αλλά κι ένα άξιος μουσικός και συνθέτης, που του αρέσει να περιστρέφεται γύρω από τους ήχους τής spiritual jazz. Κινούμενος σ’ αυτόν το χώρο, ο Halsall έχει εμφανίσει την τελευταία δεκαπενταετία μερικούς φοβερούς δίσκους, για κάποιους εκ των οποίων έχουμε γράψει και εδώ στο blog (“Changing Earth EP”, “The Temple Within”, “Sending my Love”, “Colour Yes”, “Oneness” κ.λπ.).
Συνεχίζοντας λοιπόν αυτό το «πνευματικό» ταξίδι του, ο βρετανός μουσικός έχει τώρα έτοιμο το πιο νέο CD του, που αποκαλείται An Ever Changing View [Gondwana Records / AN Music, 2023], και που περιλαμβάνει δέκα δικές του ή σχεδόν δικές του συνθέσεις (λέμε «σχεδόν δικές του», γιατί σε δύο tracks είναι συν-συνθέτης).
Ο Halsall είναι βασικά τρομπετίστας, αλλά στην παρούσα ηχογράφηση παίζει, πέρα  από τρομπέτα κι ένα σωρό άλλα όργανα, όπως πιάνο, καλίμπα, glockenspiel, τσελέστα, rhodes, πάμπολλα κρουστά κ.λπ., ενώ χρησιμοποιεί και field recordings.
Παρά ταύτα ο Halsall δεν είναι μόνος του στο “An Ever Changing View”, καθώς τον τιμούν, εδώ, δια της παρουσίας, τους δώδεκα(!) ακόμη μουσικοί (σε άλτο και σοπράνο σαξόφωνα, φλάουτο, άρπες, πιάνο και rhodes, ντραμς, congas κ.λπ.), με μερικά πολύ γνωστά ονόματα, της νέας βρετανικής τζαζ σκηνής ανάμεσά τους, σαν τους Matt Cliffe, Chip Wickham, Gavin Barras, Alan Taylor κ.ά.
Το αποτέλεσμα είναι για άλλη μια φορά πολύ καλό, και ανά φάσεις ακαταμάχητο. Η jazz τού Matthew Halsall κυλά αβίαστα, εντελώς φυσικά, έχει άψογη ροή, ενώ και σε σχέση με τις προγενέστερες εγγραφές του ανιχνεύονται, στο “An Ever Changing View”, στοιχεία και από το folk, όπως και από την meditation και healing music.
Εννοούμε με αυτό πως το άκουσμα στο μέτρο του εφικτού ακούγεται πρωτότυπο, παρά τις όποιες αναφορές στα «ιερά και τα όσια» των late sixties-early seventies.
Τον ψάχνει τον ήχο του ο Matthew Halsall, χωρίς να μετακινείται από το συγκεκριμένο πλαίσιο, και αυτό φαίνεται σε κάθε άλμπουμ του. Και πολύ περισσότερο απ’ όλα σε τούτο ’δω. (Φοβερό το 7λεπτο “Calder shapes” και άλλα βεβαίως tracks).
Θαυμάσιος δίσκος!

Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023

Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ μελοποιήσεις ποιημάτων του, που καλύπτουν όλο σχεδόν το ηχητικό φάσμα τα τελευταία 100 χρόνια

Ο Κ.Π. Καβάφης (1863-1933) υπήρξε / είναι ένας ποιητής, που, μέσα, στις δεκαετίες, έχει μελοποιηθεί πολύ, πάρα πολύ – κατ’ αρχάς από τους εντεχνολαϊκούς συνθέτες. Αυτό εκ πρώτης είναι περίεργο, επειδή η ποίηση του Καβάφη δεν είναι αυτονόητα μελοποιήσιμη. Δεν είναι ομοιοκατάληκτη, είναι πεζολογική, έχοντας όμως ταυτόχρονα μια δική της ροή, έναν εσωτερικό παλμό και ρυθμό, τον οποίον καλούνται κάθε φορά να ανακαλύψουν και να αποκαλύψουν οι συνθέτες και οι τραγουδοποιοί.
Φαίνεται λοιπόν πως η «δυστροπία» τού καβαφικού λόγου είναι εκείνη που εξιτάρει, εκ πρώτης, τους συνθέτες, τοποθετώντας τους απέναντι στα όριά τους, με αποτέλεσμα να επιχειρούν, συχνότατα, να «δαμάσουν» τη γλώσσα του αλεξανδρινού ποιητή κάνοντάς την συμβατή με τις δικές τους μελοποιητικές ιδέες.
Το αν είναι θεμιτό να μελοποιείται, σε τέτοιες ποσότητες, ο Καβάφης αυτό είναι ένα ερώτημα περισσότερο... μεταφυσικό. Κάποιοι λένε «όχι», ενώ κάποιοι άλλοι λένε, έχουν πει και θα πουν στο μέλλον, «γιατί όχι;».
Σίγουρα λοιπόν δεν υπάρχει απάντηση στο ερώτημα αυτό. Ή μάλλον τις απαντήσεις τις δίνει κάθε συνθέτης ξεχωριστά, είτε με το έργο του πάνω στον Καβάφη είτε με την άρνησή του (το λέμε γιατί υπάρχουν και εκπεφρασμένες αρνήσεις από σημαντικούς δημιουργούς).
Ο Κ.Π. Καβάφης μελοποιείται απ’ όλων των ειδών τους συνθέτες – και από τους λεγόμενους «κλασικούς» και «σύγχρονους κλασικούς», τους αβαντγκαρντίστες και τους πρωτοποριακούς, μα και από τους «λαϊκούς», τους «έντεχνους», τα συγκροτήματα και τους καλλιτέχνες της ποπ, της ηλεκτρονικής μουσικής κ.λπ. Είναι δε αυτονόητο πως το φάσμα είναι ευρύτατο και βεβαίως δύσκολο να καλυφθεί, στη λεπτομέρειά του, στο πλαίσιο ενός άρθρου, καθώς είναι θέμα ειδικής μελέτης. Θα αναφερθούν, όμως, πολλά...

Οι «κλασικές» μελοποιήσεις
Ο πρώτος που μελοποιεί Καβάφη ήταν ο μεγάλος αρχιμουσικός και συνθέτης Δημήτρης Μητρόπουλος (1896-1960). Πριν εγκαταλείψει τον τομέα της σύνθεσης, προς χάριν του πόντιουμ, ο Μητρόπουλος σκύβει στην «καβαφική» ποίηση και σε μια ανύποπτη εποχή, στο μέσον της δεκαετίας του 1920, πριν από εκατό χρόνια σχεδόν, δίνει μουσική υπόσταση σε δεκατέσσερα ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη επιλεγμένα από το σώμα των «ηδονιστικών» του. Πρόκειται για το έργο «14 Invenzioni – απάνω σε τραγούδια του Κ.Π. Καβάφη» (1925-26), για φωνή και πιάνο, το οποίο στην τυπωμένη έκδοσή του θα περιλάμβανε δέκα τραγούδια.
Το τόλμημα ήταν τεράστιο και πολύπλευρο, σε μιαν εποχή όπου η ποίηση του Καβάφη (πόσο μάλλον η «ηδονιστική» του) δεν ήταν ευρέως αποδεκτή. Έτσι λοιπόν και η επιλογή των συγκεκριμένων ποιημάτων («Ηδονή», «Εν απογνώσει», «Γκρίζα», «Μέρες του 1903», «Εν τη οδώ», «Έτσι πολύ ατένισα», «Ο ήλιος του απογεύματος», «Επήγα» κ.λπ.), μα και ο τρόπος μελοποίησής τους –καθώς αναφερόμαστε σ’ ένα ατονικό έργο, με επιρροές από Άρνολντ Σένμπεργκ– δημιουργεί κάτι το εντελώς «προχωρημένο», εφάμιλλο με ό,τι πιο μοντέρνο παραγόταν τότε στην Ευρώπη.
Μάλιστα, το έργο είχε την έμμεση έστω έγκριση του ίδιου του Κ.Π. Καβάφη (λέμε «έμμεση», επειδή δεν το είχε ακούσει), όπως διαφαίνεται από την διασωθείσα αλληλογραφία του μουσουργού με τον ποιητή – κάτι που το καθιστά, και εξαιτίας αυτού του γεγονότος, μοναδικό.
Από πλευράς ηχογραφήσεων, τώρα, να προτείνουμε εκείνη με τον Σπύρο Σακκά στο τραγούδι και τον Γιώργο Κουρουπό στο πιάνο, από το CD της Yafka Records του 2009.
Ο επόμενος συνθέτης, πάντα της «σύγχρονης κλασικής», που θα μελοποιούσε ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη («Επέστρεφε», «Ηδονή», «Του μαγαζιού»), πάλι για φωνή και πιάνο θα ήταν ο Γεώργιος Πονηρίδης, το 1934 (ένα χρόνο μετά τον θάνατο του ποιητή), ενώ σχεδόν 20 χρόνια αργότερα ο Γ.Α. Παπαϊωάννου, θα μελοποιούσε, κι αυτός για φωνή και πιάνο, τα «Κεριά» (1953). Θα ακολουθούσαν κι άλλες «καβαφικές» μελοποιήσεις του Παπαϊωάννου στην πορεία, όπως και άλλων συνθετών, έως και το τέλος της δεκαετίας του ’60 (ανάμεσά τους και οι Αργύρης Κουνάδης, Μιχάλης Αδάμης, Λεωνίδας Ζώρας, Δίων Αρύβας Αττικός και Αντίοχος Ευαγγελάτος), ενώ και ο Μίκης Θεοδωράκης από νωρίς (1952-53;) καταπιάνεται με ποιήματα του Καβάφη («Τελειωμένα», «Μακριά», «Che feceil gran rifiuto», «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον»), στο έργο του «Θέματα και παραλλαγές από τον Καβάφη», με απαγγελία και συνοδεία ορχήστρας, αποτελούμενη από βιόλα, όμποε, κλαρινέτο και φαγκότο. Ο Μ. Θεοδωράκης θα επανερχόταν στον Καβάφη πολλά χρόνια αργότερα, το 1980-81, στην «3η Συμφωνία» του, που θα ήταν βασισμένη σε ποίηση Δ. Σολωμού, ύμνους βυζαντινούς και σ’ ένα στίχο του Κ.Π. Καβάφη («Δεν έχει πλοίο δια σε, δεν έχει οδό»).
Γενικά θα λέγαμε πως ο Μίκης Θεοδωράκης υπήρξε πολύ φειδωλός στην μελοποιητική σχέση του με τον Καβάφη (στην πρώτη απόπειρά του υπήρξαν απαγγελίες όχι μελοποιήσεις), καθώς θεωρούσε τον λόγο του ιδιόμορφο και ερμητικό (εννοούμε σε σχέση με το πώς τον αντιλαμβανόταν ο ίδιος μουσικά).
Από το χώρο της πρωτοπορίας να αναφέρουμε, από τις δεκάδες περιπτώσεις που καταγράφονται, τις «καβαφικές» εργασίες των Θεόδωρου Αντωνίου, Χάρη Βρόντου, Γιώργου Σισιλιάνου και Νικηφόρου Ρώτα.
Ο Ρώτας, μάλιστα θα είχε τη δυνατότητα να ηχογραφήσει από νωρίς και να κυκλοφορήσει σε δίσκο τη συνθετική προσπάθειά του, στο
double LP «Τραγούδια Καβάφη – Αντιφωνίες» [Μούσα, 1974]. Στον δίσκο καταγράφονταν δεκατέσσερα ποιήματα, ενώ στην CD-επανέκδοση, του 2007, δέκα οκτώ. Πολύ ιδιαίτερες μελοποιήσεις για φωνή και ανά περίπτωση για πιάνο, κιθάρα, τύμπανο, μηχανικούς ήχους ή ηλεκτρονικά. 

Οι «έντεχνες» μελοποιήσεις
Πότε καταγράφηκε όμως σε δίσκο, για πρώτη φορά, ένα τραγούδι (και όχι απαγγελία), σε ποίηση Κ.Π. Καβάφη; Όπως όλα δείχνουν αυτό θα συνέβαινε στο άλμπουμ «Ο Μεγάλος Ερωτικός» [Νότος, 1972] του Μάνου Χατζιδάκι. Μπαίνουμε έτσι σ’ ένα νέο κεφάλαιο, πιο οικείο σε όλους και όλες, που είναι εκείνο του «έντεχνου» τραγουδιού.
Ο Χατζιδάκις στον «Μεγάλο Ερωτικό» μελοποιεί το ποίημα «Μέρες του 1903», το οποίο ερμηνεύει ο Δημήτρης Ψαριανός. Πρόκειται για το πιο σύντομο στο χρόνο τραγούδι του δίσκου, αφού διαρκεί λιγότερο από δύο λεπτά, με τη μουσική να ακολουθεί σφιχτά την ανάπτυξη του λόγου, χωρίς ιδιαίτερες λεκτικές επαναλήψεις (βασικά επαναλαμβάνεται μόνον η λέξη «ήθελα», για να προσδώσει ακόμη μεγαλύτερη συναισθηματική ένταση στην ερμηνεία και άρα στην επιθυμία του ποιητή). Το γεγονός πως ο Μάνος Χατζιδάκις δεν ασχολήθηκε ξανά με τον «καβαφικό» λόγο δείχνει πως, και αυτός, αντιμετώπιζε την ποίηση του Καβάφη με μεγάλη περίσκεψη εν σχέσει με τη μελοποίησή της.
Ο Δήμος Μούτσης είναι ο επόμενος έντεχνος συνθέτης που μελοποιεί Καβάφη, στο άλμπουμ του «Τετραλογία» [
EMI / Columbia, 1975]. Είναι τρία ποιήματα, τα «Η πόλις», «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» και «Θάλασσα του πρωιού», που αποδίδουν η Άλκηστις Πρωτοψάλτη και ο Χρήστος Λεττονός (στο δίσκο τραγουδούσε και ο Μανώλης Μητσιάς). Οι εισαγωγές στην «Πόλι» και στο «Απολείπειν...» είναι εντυπωσιακές –με το moog synthesizer, που χειρίζεται ο ίδιος ο Μούτσης, να κάνει την ενορχηστρωτική διαφορά–, αλλά το τραγούδι εκείνο που μάλλον έχει μείνει, έως και σήμερα, από τον δίσκο είναι η «Θάλασσα του πρωιού», με την συγκινητική ερμηνεία του Χρήστου Λεττονού.
Το 1979 ο συνθέτης Γιάννης Γλέζος κυκλοφορεί το άλμπουμ «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» [Lyra], που είναι εξ ολοκλήρου στηριγμένο στην ποίηση του Κ.Π. Καβάφη. Τα συνθεσάιζερ έχουν κι εδώ ένα ρόλο, με ορισμένες μελοποιήσεις να έχουν ενδιαφέρον (το φερώνυμο ποίημα, οι «Τρώες»), αν και το άλμπουμ δεν είχε πάρει ενθαρρυντικές κριτικές σε πρώτο χρόνο. Σήμερα, πάντως, θα λέγαμε πως ανήκει στα υποτιμημένα.
Την ίδια χρονιά, το 1979, δύο αδέλφια που ζούσαν στο εξωτερικό, στη Γαλλία και στο Βέλγιο αντιστοίχως, η
Angélique Ionatos (Αγγελική Ιωαννάτου) και ο Photis Ionatos (Φώτης Ιωαννάτος) θα κυκλοφορήσουν δίσκους, στους οποίους ακούγονταν μελοποιήσεις ποιημάτων του Κ.Π. Καβάφη. Στο LP  «I Palami sou» [Arc En Ciel] η Angélique Ionatos με τη συνοδεία κιθάρας μελοποιεί και ερμηνεύει στα ελληνικά, με ενδιαφέροντα τρόπο, το ποίημα «Ίμενος», ενώ ο Photis Ionatos στο δικό του LP «Chante Kavafis Elytis Ritsos» [MD], μελοποιεί την «Ιθάκη» και τα «Τείχη», επίσης τραγουδισμένα στα ελληνικά και με ωραία κιθαριστική συνοδεία, σε συνδυασμό με σύνθια κ.λπ. Δύο αξιόλογες προσπάθειες.
Τόσο η Angélique Ionatos όσο και ο Photis Ionatos θα ασχολούνταν με την ποίηση του Καβάφη και σε επόμενους δίσκους τους. Για παράδειγμα η Angélique στο «Δάσος των Ανθρώπων» [Arc En Ciel, 1983] θα μελοποιούσε το «Ομνύει», ενώ ο Photis στο «Ελεγείο» [home records, 2017] θα έπραττε το ίδιο για την «Πόλι».
Το 1981, στους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού της Κέρκυρας ο Λουκάς Αδαμόπουλος θα διαγωνιζόταν με το «Επέστρεφε» (σε ποίηση Καβάφη φυσικά), το οποίο θα απέδιδε ο Ηλίας Λιούγκος.
Το «Επέστρεφε» θα το μελοποιούσε και ο Θάνος Μικρούτσικος, το 1983, στο LP του «Ο Γέρος της Αλεξάνδρειας / Ιχνογραφία» [CBS]. Γιώργος Μεράντζας («Γενάρης 1904», «Μονοτονία», «Σύγχυσις»), Κώστας Θωμαΐδης («Επέστρεφε», «Επήγα», «Δεκέμβρης 1903», «Επιθυμίες») και Σάκης Μπουλάς θα απέδιδαν τα τραγούδια του δίσκου, που είχαν ακουστεί και αγαπηθεί, κάποια εξ αυτών, στην εποχή τους. Βασικά η εισαγωγή με το πιάνο και με τον Μεράντζα να τραγουδά «Α(χ) οι νύχτες του Γενάρη αυτουνού / που κάθομαι και ξαναπλάττω με τον νου» είναι μάλλον κλασική, και αναγνωρίσιμη απ’ όλους.
 
Η συνέχεια εδώ...
https://www.lifo.gr/culture/music/poses-melopoiiseis-ton-poiimaton-toy-kabafi-yparhoyn

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2023

η BLANCA ALTABLE και ο BIEL MARTÍ είναι δύο καταλανοί τραγουδοποιοί, που τώρα κυκλοφορούν σπουδαία άλμπουμ

BLANCA ALTABLE: Las Formas del Agua [Segell Microscopi, 2023]
Η Blanca Altable (γεννημένη στο Burgos της Ισπανίας, το 1984) είναι συνθέτρια και βιολίστρια, με ειδίκευση στην καστιγιάνικη μουσική παράδοση.
Στην πατρίδα της το όνομά της θεωρείται και είναι σημαντικό, με τις δραστηριότητές γύρω από τα θέματα που την ενδιαφέρουν να ξεπερνούν τα
live και τη δισκογραφία, καθώς επεκτείνονται και σε άλλες κατευθύνσεις (με το να συγκροτεί η ίδια ή να συμμετέχει σε φορείς, που να επιλαμβάνονται των θεμάτων της παράδοσης κ.λπ.). Είναι, επίσης, βραβευμένη μουσικός, έχοντας αντιπροσωπεύσει τη χώρα της σε διεθνή φεστιβάλ, ενώ, όπως διαβάζουμε και στο βιογραφικό της, έχει περιοδεύσει εκτενώς στην Αφρική, συνεργαζόμενη με μουσικούς από την Κένυα, την Νότια Αφρική, τις Σεϋχέλλες και το Σουδάν.
Περαιτέρω η Blanca Altable έχει εμφανισθεί στη δισκογραφία με διάφορα σχήματα ή σε projects και συλλογές, με το παρόν CDLas Formas del Agua” να αποτελεί το δεύτερο προσωπικό άλμπουμ της (είχε προηγηθεί το “Somos Polvo” το 2021), στο οποίο καταγράφονται εννέα συνθέσεις της, τις οποίες, περαιτέρω, έχει ενορχηστρώσει.
Στο “Las Formas del Agua” η Blanca Altable χειρίζεται βιολί, πλήκτρα, ενώ κάνει και φωνές, με τους Iván Cebrián βιολί, Diana Samprón κρουστά, Samuel Peñas μπάσο, εφφέ και Coco Moya & Alex Hache επίσης φωνές να συμπληρώνουν το σχήμα. Υπάρχουν και αφήγηση (με lyrics από τους Blanca Altable και Alex Hache) σ’ ένα κομμάτι, αλλά το άλμπουμ είναι βασικά ορχηστρικό (με κάποια χρήση φωνών).
Να πούμε λοιπόν πως εδώ η Blanca Altable συνθέτει μουσικές που ξεπερνούν τα πρώτα στεγανά όρια των παραδοσιακών φορμών, επεκτείνοντάς τα προς πιο σύγχρονες διαστάσεις.
Έντεχνη φολκλορική μουσική έχουμε εδώ, με συνθέσεις έντονες, δυναμικές, που στηρίζονται βεβαίως στα βιολιά, έχοντας το μπάσο σε κυρίαρχο ρυθμικό ρόλο, και με τις φωνές να διανθίζουν τα κομμάτια μ’ έναν τρόπο ας τον πούμε «αιθέριο», «μαγικό» και τ’ ανάλογα. Υπάρχει δε πολύ ωραία αρμονική διαχείριση στο θέμα «φωνή», και είναι κάτι αυτό που προσδίδει στο “Las Formas del Agua” γενικότερα κάποια ιδιαίτερα και, σίγουρα, ελκυστικά χαρακτηριστικά – με συνθέσεις σαν τις “Under the sea”, “Nubola”, “Dew” κ.λπ. να εντυπωσιάζουν ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο. Για το πώς ενσωματώνουν τις φωνές μέσα στα γενικότερα οργανικά passages.
Πολύ καλό άλμπουμ!
BIEL MARTÍ: La Llum Que Portes Dins [Segell Microscopi, 2023]
Ο Biel Martí είναι ένας καταλανός τραγουδοποιός, γεννημένος το 1995 – είναι δηλαδή 28 ετών. Ο άνθρωπος αυτός είναι singer-songwriter, έχοντας ηχογραφήσει τουλάχιστον ένα ακόμη άλμπουμ, το “Somnis per a tu i per a mi” (στην αρχή της χρονιάς), ενώ τώρα, στο τέλος του 2023, επανέρχεται και μ’ ένα δεύτερο, που έχει τίτλο “La Llum Que Portes Dins”.
Το άλμπουμ αυτό περιέχει δεκατρείς πρωτότυπες μπαλάντες του Biel Martí, που είναι τραγουδισμένες στη γλώσσα του.
Το ύφος είναι εκείνο το ανάλογο των αμερικανών τραγουδοποιών των sixties-early seventies, που μπορεί να εκκινούσαν από τον Bob Dylan και την Joan Baez, φθάνοντας μέχρι τον Townes Van Zandt και τον Neil Young, χρησιμοποιώντας κάποιες φορές και ηλεκτρικά όργανα, τραγουδώντας για πρόσωπα και καταστάσεις που είτε τους στοίχειωναν (παίρνοντας αφορμές από το ιστορικό παρελθόν), είτε άμεσα τους αφορούσαν (σε σχέση με τα κοινωνικοπολιτικά της εποχής).
Εκεί, σ’ αυτό το πλαίσιο κινείται και ο Biel Martí (κιθάρες, φωνή), ο οποίος έχει δίπλα του, σ’ αυτόν τον δίσκο, τους Francesc Ibarra & Albert Ibarra μπάσο, Albert Paredes ηλεκτρική κιθάρα, dobro, lap steel και Josep Haro πιάνο.
Ναι, τα τραγούδια κινούνται και προς το folk-rock ορισμένες φορές και προς το country-folk (πάντα στις αμερικάνικες εκδοχές τους), ενώ θεματικά έχουν να κάνουν με ιστορίες που αφορούν fiction πρόσωπα, ντεσπεράδος ή όχι, αν κρίνουμε και από ορισμένους τίτλους (“La balada de la Maria i el Marc”, “Dolça Nina” κ.λπ.), έχοντας πολύ καλή δηλαδή φοβερή ροή.
Φαίνεται, δηλαδή, πως ο Biel Martí δεν είναι τυχαίος, πως ο άνθρωπος ξέρει να γράφει τραγούδια, και όχι απλώς ξέρει, αλλά είναι και καταπληκτικός.
Μπορεί τα λόγια του να είναι στα καταλανικά, αλλά τα κομμάτια φαίνεται ότι «μετράνε». Ότι κάνουν «μπαμ» από μακριά.
Δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω κάποιο κομμάτι από εδώ, γιατί όλος ο δίσκος κυλάει με θαυμαστή ενότητα, θα επιχειρήσω όμως να το κάνω για το “Recordo”, ένα κομμάτι που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το κλασικό και αγαπημένο, αμερικάνικο, ρεπερτόριο της εποχής. Και δεν είναι μόνον ένα...
Αληθινά ωραίος δίσκος!
Επαφή: https://www.microscopi.cat/

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2023

ΜΙΚΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ FACEBOOK 555

27/12/2023
Πολύ θανατικό τις τελευταίες μέρες και αν για κάποια απώλεια λυπήθηκα αληθινά ήταν για εκείνη της Χαριτίνης Καρόλου.
Ήταν μία αξιαγάπητη κυρία, πολύ καλή ηθοποιός, πολύ καλύτερη από άλλες φίρμες της γενιάς της και βασικά ήταν ένα τρομερό sexy icon στα πρώτα χρόνια του ’70.
Πολύ θα ήθελα να γράψω ένα κείμενο για την Χαριτίνη Καρόλου, αλλά φοβάμαι πως δεν προλαβαίνω για να είμαι επίκαιρος.
Θα το κάνω όμως κάποια στιγμή, χωρίς αφορμή και με την ησυχία μου, γιατί έχω ωραία πράγματα να πω και να δείξω. Και να πω και να δείξω. Το τονίζω.
[εδώ η Χαριτίνη Καρόλου από το θρυλικό ροκ θεατρικό «12 Μήνες Καλοκαίρι» του 1970. Θυμηθείτε και το σχετικό κείμενο στα σχόλια]

27/12/2023
O Σόιμπλε υπήρξε ένας εγκληματίας πολιτικός για τα ελληνικά πράγματα. Διέλυσε μια χώρα, κατασπαράσσοντας το 1/4 του ΑΕΠ της, δημιουργώντας στρατιές ανέργων και εκατομμύρια φτωχών, μόνο και μόνο για να σώσει τις μπατιρημένες τράπεζές του και ν’ αυξήσει τα πλεονάσματά του.
Του πρέπει παντελής απαξία από τον ελληνικό λαό και όποιοι επιχειρούν, σήμερα, να μας τον ξαναβάψουν, εξωραΐζοντας την εικόνα του, είναι απλώς «συνεργάτες» (με την παλιά κατοχική έννοια) του αχαρακτήριστου Γερμανού.

26/12/2023
Εν τω μεταξύ τα εξώφυλλα των δίσκων του Καρρά είναι όλα για το μουσείο μοντέρνας τέχνης. Αστάρι και λαδομπογιά...
Α ρε αθάνατα σέβεντις!

26/12/2023
Καψούρα κι επανάσταση...

26/12/2023
ΩΝΣΓ. Basili gera par' tous kai ta chart

26/12/2023
Από το λέγε-λέγε ξυπνήσανε και τη Μενδώνη, που έβγαλε ανακοίνωση για τον Καρρά - τον οποίον αποκαλεί «φαινόμενο που δεν κατατάσσεται και δεν ορίζεται».
Δε θυμάμαι να είπε κάτι ανάλογο η κυρία υπουργός, όταν πέθανε ο Γιάννης Μαρκόπουλος, αυτός ο κορυφαίος συνθέτης και τραγουδοποιός, που δημιούργησε μια μουσική κι ένα τραγούδι από μόνος του, ολοδικό του, με εντελώς ιδιότυπα και πρωτοποριακά χαρακτηριστικά.
Ρε δεν πάτε καθόλου καλά μου φαίνεται... Σας βάρεσε η γαλοπούλα στο κεφάλι... δεν εξηγείται αλλιώς...
update
εξ όσων είδα δεν ήταν υπουργός η Μενδώνη, όταν πέθανε ο Γιάννης Μαρκόπουλος - ήταν υπηρεσιακός. Αλλά αυτό δεν ακυρώνει την ουσία αυτού που γράφω.

26/12/2023
O Καρράς ήταν για τα 90s ότι ήταν ο Μαργαρίτης για τα 80s. Όποιος καταλαβαίνει τι θέλω να πω έχει καλώς...

25/12/2023
Εν τω μεταξύ στα 90s-00s οι καλλιτέχνες της πίστας ηχογραφούσαν από μπουζούκια ό,τι να'ναι, και βασικά με ήχο τελείως πλακέ, ενώ πολλές φορές αντί για μπουζούκι χρησιμοποιούσαν τζουρά! Τέτοιο φτύσιμο στο βασιλιά των οργάνων της λαϊκής ορχήστρας δεν είχε ματαγίνει! Την είχαν δει όλοι τους με τους τζουράδες μαγκιά-κλανιά κι απόστημα... όταν τα χαλυβδόφυλλα άλλαζαν μαζικά χέρια στη Σοφοκλέους, και τα κοστούμια από Βάρδας-Αναγνωστόπουλος πουλιόντουσαν με τα καμιόνια...

25/12/2023
Δεν ήμουν ποτέ φαν του Βασίλη Καρρά.
Στα έιτις που ξεκίνησε τη δισκογραφία εγώ άκουγα Διονυσίου, γιατί ζούσα κάτω από τ’ αυλάκι, ενώ στα 90s όταν πέρασαν τα τραγούδια του το αυλάκι, εγώ απλά συνέχισα ν’ ακούω Διονυσίου. Δεν ήθελα υποκατάστατα. Γιατί η Μίνως ανακάλυψε και πλάσαρε τον Καρρά, μόνον όταν πέθανε ο Στράτος.
Εν τω μεταξύ, στη χειρότερη εποχή του ελληνικού τραγουδιού, που συμπίπτει με την εξαχρείωση της εποχής Σημίτη, του δίνανε να πει του Καρρά ποπ, ροκ, ακόμη και τέκνο με τη σέσουλα, ψάχνοντας βεβαίως να βρεις μπουζούκι σε πολλά τραγούδια του με το κλεφτοφάναρο, και δεν το κρύβω πως προσωπικά με άγγιξαν ελάχιστα απ’ αυτά –το καλύτερό του ήταν το «Τι αισθάνεσαι» του Φοίβου, που θα μπορούσε να το έλεγε την ίδια εποχή και η Βανδή, και που δεν το ακούω σαν λαϊκό φυσικά–, ενώ δεν ξεχνώ, επίσης, πως όσα παλιά τραγούδια επέλεγε να πει ο μακαρίτης, απλώς, τα σκότωνε.
Εν ειρήνη.

24/12/2023
Βγήκα μια τσάρκα με τα πόδια, για να ξεμουδιάσω κι έπεσα πάνω σε δύο τροχαία. Το ένα σοβαρό.
Συγκρούστηκε μηχανάκι –που πέρασε κανονικά με πράσινο, αλλά έτρεχε–, με αυτοκίνητο, που πήρε στροφή αριστερά με κόκκινο. Μάλλον είχε τον ήλιο κόντρα ο οδηγός και δεν είδε το φανάρι. Ο άνθρωπος από το μηχανάκι ήταν σοβαρά τραυματισμένος (έβγαζε αίμα από το στόμα), κουνιόταν πάντως και ήρθε ασθενοφόρο και τον πήρε.
Στο άλλο τροχαίο στραπατσαρίστηκαν τρία αυτοκίνητα, χωρίς συνέπειες για οδηγούς και συνεπιβάτες.
Βασικά ο κόσμος έχει λυσσάξει. Τρέχουν όλοι σαν να μην υπάρχει αύριο, έχοντας το νου τους σε χίλια-δυο θέματα, που τους αποσπούν την προσοχή.
Φαίνεται πως κανείς δεν απολαμβάνει τίποτα πια.
Όλοι βολτάρουν σαν να έχουν κλεμμένο αμάξι...

24/12/2023
Νόμιζα πως το είχα χάσει το βιβλίο τού Φώτη Τερζάκη «Οι Αντίποδες του ’60» [Πρίσμα, 1992], και ενώ το είχα ξεγραμμένο και ετοιμαζόμουν να το ψάξω στο δίκτυο για να το ξαναγοράσω, το βρήκα τελικά μπροστά μου, στο σπίτι, μετά από μεγάλο ψάξιμο, σε σημείο που δεν περίμενα (να το βρω). Χάρηκα... δεν μπορώ να πω. Και γιατί το είχα διαβάσει πριν από 30 χρόνια, ήταν δηλαδή κάτι σαν νεανικό μου ανάγνωσμα, και γιατί είναι καλό βιβλίο και χοντρικά αντέχει στο χρόνο.
Βέβαια εγώ, από τότε, προσέγγιζα αυτά που έγραφε ο Τερζάκης πιο πολύ σε σχέση με τη μουσική και βασικά με το ροκ. Και παρότι για το ροκ, ειδικά, δεν γράφει κάτι ιδιαίτερο στο βιβλίο, εντούτοις πολλά συμπεράσματά του –που διαισθητικά ήξερα ότι ήταν έτσι ακούγοντας ροκ, πιο συνειδητά, από τα έιτις ήδη–, το περιλάμβαναν (το ροκ) και ήταν ορθά.
Έτσι, όταν γράφει ο Τερζάκης πως «από το 1974 και μετά, χρονολογία όπου συμβατικά προσδιορίζουμε την έναρξη της κρίσης και αυτού του μοντέλου (σ.σ. του μεταπολεμικού καπιταλιστικού), το κοινωνικό κίνημα της δεκαετίας του ’60 αποδυναμώθηκε σοβαρά» ήξερα πως αυτό, που έγραφε, συμπεριλάμβανε και το ροκ (το ξέραμε όλοι μας από τη δισκογραφία).
Η πετρελαϊκή κρίση, μετά το 1973-74, σήμανε το τέλος του ροκ.
Ο άνθρωπος προσανατολίστηκε στο πώς να επιβιώσει στη δύσκολη πια καθημερινότητα των ανατιμήσεων και της νέας φτώχειας, συσπειρώθηκε γύρω από την οικογένειά του, έγινε περισσότερο φιλοτομαριστής και βασικά οπισθοχώρησε σε όνειρα και κατακτήσεις. Ενταφίασε την ουτοπία και μαζί το μοναδικό της σάουντρακ, που ήταν το ροκ. Θα το αποδείκνυε εξάλλου αυτό η τρομερή συντηρητική αναδίπλωση λίγα χρόνια αργότερα, με Θάτσερ, Ρήγκαν κ.λπ.

23/12/2023
Βλέπεις εν τω μεταξύ κάτι αχαΐρευτους πολιτικούς τέτοιες μέρες να παίρνουν τις κάμερες παραμάσχαλα και να πηγαίνουν στα βιβλιοπωλεία, για να αγοράσουν, τάχα μου-τάχα μου, βιβλία. Εν τω μεταξύ ό,τι βιβλία θέλουν να πάρουν αυτοί τούς τα στέλνουν τζάμπα...
Σε κανα δισκάδικο, πάντως, δεν έχουν μπει ποτέ ν΄ αγοράσουν ένα βινύλιο. Κι αν έχουν μπει δεν έχουν πάρει ποτέ κάμερα μαζί τους. Ντρέπονται... Θα δώσουν κακό παράδειγμα στην κοινωνία...

22/12/2023
Μια «τίμια» λίστα για τα καλύτερα ξένα του 2023 είναι εκείνη του discogs, με τα «ευπώλητα» της χρονιάς.
Το discogs πουλάει βεβαίως φυσικές μορφές και απευθύνεται στη βάση των μουσικόφιλων, στους fans των βινυλίων και των CD, δεν απευθύνεται στους περιστασιακούς των ψηφιακών, στους 18χρονους, που όντας και άφραγκοι αγοράζουν μισό τραγούδι από δω και μισό από κει.
Εντάξει οι επιλογές των πελατών του discogs είναι... παραδοσιακές, αλλά είναι και πιο κοντά στο μέσο γούστο, της μέσης ηλικίας (των αγοραστών μουσικόφιλων). Όλα στη μέση δηλαδή, ούτε ποπ του συρμού και του σωρού, ούτε και extremities.
(η λίστα στα σχόλια)

22/12/2023
Τοπ τζαζ κιθαρίστας με δισκάρες...
https://www.youtube.com/watch?v=qkfsBZkEh2c

22/12/2023
Έχω ξαναποστάρει ποίημα του Roger McGough (Scaffold, McGough & McGear, Grimms κ.λπ.)

21/12/2023
Αυτή η ιστορία με τα αστειάκια για την ηλικία του Keith Richards και ότι είναι γέρος, ότι ροκάρει, ότι εκπροσωπεί καλύτερα από οποιονδήποτε αυτό που οι άσχετοι του ροκ αποκαλούν «ροκ κουλτούρα» (ένας όρος, που, πρακτικά δεν σημαίνει τίποτα, είναι απλώς μια ιδεοληψία στα μυαλά ορισμένων) έχει καταντήσει εντελώς εκνευριστική.
Να ’ναι καλά ο άνθρωπος και να πάει σαν τα ψηλά βουνά, αλλά ακόμη και αν πεθάνει δεν πρόκειται να κάνω ούτε ποστ – έτσι, για να τη σπάσω στους ροκάδες της πυρκαγιάς.

21/12/2023
Τεράστιος Μωραΐτης. Στάζει δέος...
https://www.youtube.com/watch?v=p0ZnggliQag

21/12/2023
Έχω μαζέψει υλικό και θα γράψω 100% άρθρο γι' αυτή την ξεχασμένη και οπωσδήποτε αξιόλογη ελληνική ταινία από τα σίξτις. Απλά θα πρέπει να το βάλω στο πλάνο...
Και αυτό που γράφει κάτω-κάτω για το "σοκ" στο φινάλε ισχύει απολύτως. Όταν είχα πρωτοδεί την ταινία είχα ανατριχιάσει με το τέλος (και δεν μου συμβαίνει συχνά στο σινεμά). Και τώρα άμα την ξαναδώ το ίδιο θα μου συμβεί...