Οι Oslo Tapes
είναι Ιταλοί και βασικά «όχημα», για τις εξερευνήσεις του Marco Campitelli, που έχει τη
γενική επιστασία σε κάθε δίσκο τους, με τον πιο πρόσφατο από αυτούς να αποκαλείται “Staring at The Sun Before Goin’
Blind” [Sound Effect Records, 2023] και να κινείται σε cosmic χώρους,
όπως και ο προηγούμενός τους “ØR” εν πολλοίς.
Στην ηχογράφηση του
άλμπουμ παίρνουν μέρος πολλοί μουσικοί, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο
κοντά στο γκρουπ, όπως ο κιθαρίστας, σιταρίστας και keyboard player Amaury Cambuzat, που
έχει κάνει επιπλέον την παραγωγή, τη μείξη και το mastering, μέλος των Ulan
Bator και από ένα σημείο και μετά των Faust, ο ντράμερ Dahm
Majuri Cipolla, που είναι πιο γνωστός από την παρουσία τους
στους Ιάπωνες Mono
ή ακόμη και ο τσελίστας Sicker Man
(από τους Trialogos). Ακόμη στο “Staring at The Sun Before Goin’ Blind” ακούμε τους Mauro Spada μπάσο, Davide Di Virgilio ντραμς, Stefano Micolucci μπάσο,
Federico Sergente κρουστά
και Nicola Amici
κιθάρες, μέλοτρον κ.λπ.
Το γενικότερο κλίμα σ’
αυτό το τέταρτο άλμπουμ των Oslo Tapes θα το χαρακτηρίζαμε krautrock. Και german progressive επίσης, με πολλές αναφορές στο «χθες», αλλά και με διάθεση
να κατατεθούν καινούριες κοσμικές «εικόνες», που μέσω μιας συνεπούς
πειραματικής διάστασης, να μπορέσουν να μετατοπίσουν το άκουσμα προς ένα
επόμενο επίπεδο.
Έτσι, υπάρχουν κομμάτια εδώ που αποτίνουν φόρο τιμής στους Neu! (όπως το “Dejaneu”), αλλά υπάρχουν και πιο «ψαγμένα» tracks, που ανακαλούν στη μνήμη μου το φοβερό, αλλά μάλλον επισκιασμένο άλμπουμ τού Roman Bunka “Dein Kopf Ist Ein Schlafendes Auto” (1980), που ενσωμάτωνε krautrock, world beats, punk και ηλεκτρονικά σ’ ένα τελείως «φευγάτο» πλαίσιο (κάτι τέτοιο ακούμε εδώ, από τους Oslo Tapes, σε κομμάτια σαν το “Reject yr regret”, τεντωμένο στα άκρα βεβαίως).
Υπάρχουν και κομμάτια με Pink Floyd-ική διαχείριση των φωνών εδώ (σαν το “Like a metamorphosis”), που ροκάρει μ’ έναν πιο straight ahead τρόπο, πάντα τοποθετημένο σ’ ένα cosmic περιβάλλον, με το μονότονο “Middle ground” να τοποθετείται αφηγηματικά πάνω στα παίξιμο των ντραμς, που μαζί με το μπάσο φυσικά, ορίζουν μια πλατφόρμα, επί της οποίας «αφήνονται» πλήκτρα και κιθάρες. Ξεσηκωτικό κομμάτι (και με Tuvan throat singing στο ενδιάμεσο), που έρχεται σε αντίθεση με το περισσότερο «υπνωτιστικό» “Somnambulist’s daydream”.
To “Staring at The Sun Before Goin’ Blind” θα ολοκληρωθεί με το φερώνυμο 7λεπτο κομμάτι, που είναι και το πιο μακρύ, σε διάρκεια, του δίσκου. Εδώ ο Amaury Cambuzat, με τις κιθάρες και τα πλήκτρα του (που πατάνε πάνω στο βαρύ ρυθμικό μοτίβο, που ορίζουν οι Di Virgilio και Spada), δίνει την ευκαιρία στον Marco Campitelli να απλώσει φωνές και φωνητικά, που άλλοτε ακούγονται σαν σαμανική mantra και άλλοτε σαν υπαινικτικό spoken word σχεδόν, πριν από το τελικό οργανικό ντεμαράζ.
Οπωσδήποτε ένας δίσκος, που δεν είναι σκέτο «χθες», καθώς επιχειρεί να ανανεώσει παλαιούς και αγαπημένους ήχους.
Επαφή: https://www.soundeffect-records.gr/
Έτσι, υπάρχουν κομμάτια εδώ που αποτίνουν φόρο τιμής στους Neu! (όπως το “Dejaneu”), αλλά υπάρχουν και πιο «ψαγμένα» tracks, που ανακαλούν στη μνήμη μου το φοβερό, αλλά μάλλον επισκιασμένο άλμπουμ τού Roman Bunka “Dein Kopf Ist Ein Schlafendes Auto” (1980), που ενσωμάτωνε krautrock, world beats, punk και ηλεκτρονικά σ’ ένα τελείως «φευγάτο» πλαίσιο (κάτι τέτοιο ακούμε εδώ, από τους Oslo Tapes, σε κομμάτια σαν το “Reject yr regret”, τεντωμένο στα άκρα βεβαίως).
Υπάρχουν και κομμάτια με Pink Floyd-ική διαχείριση των φωνών εδώ (σαν το “Like a metamorphosis”), που ροκάρει μ’ έναν πιο straight ahead τρόπο, πάντα τοποθετημένο σ’ ένα cosmic περιβάλλον, με το μονότονο “Middle ground” να τοποθετείται αφηγηματικά πάνω στα παίξιμο των ντραμς, που μαζί με το μπάσο φυσικά, ορίζουν μια πλατφόρμα, επί της οποίας «αφήνονται» πλήκτρα και κιθάρες. Ξεσηκωτικό κομμάτι (και με Tuvan throat singing στο ενδιάμεσο), που έρχεται σε αντίθεση με το περισσότερο «υπνωτιστικό» “Somnambulist’s daydream”.
To “Staring at The Sun Before Goin’ Blind” θα ολοκληρωθεί με το φερώνυμο 7λεπτο κομμάτι, που είναι και το πιο μακρύ, σε διάρκεια, του δίσκου. Εδώ ο Amaury Cambuzat, με τις κιθάρες και τα πλήκτρα του (που πατάνε πάνω στο βαρύ ρυθμικό μοτίβο, που ορίζουν οι Di Virgilio και Spada), δίνει την ευκαιρία στον Marco Campitelli να απλώσει φωνές και φωνητικά, που άλλοτε ακούγονται σαν σαμανική mantra και άλλοτε σαν υπαινικτικό spoken word σχεδόν, πριν από το τελικό οργανικό ντεμαράζ.
Οπωσδήποτε ένας δίσκος, που δεν είναι σκέτο «χθες», καθώς επιχειρεί να ανανεώσει παλαιούς και αγαπημένους ήχους.
Επαφή: https://www.soundeffect-records.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου