Μουσικοί με τεράστια πορεία στο jazz circuit γενικώς, μα και ειδικώς στην ECM, οι Palle
Mikkelborg τρομπέτα, φλούγκελχορν, Jakob Bro κιθάρες και Marilyn Mazur κρουστά, συνευρέθηκαν σ’ ένα live, που συνέβη τον Φεβρουάριο του 2023, στο Danish Radio Concert Hall της Κοπεγχάγης και που αποτυπώνεται τώρα σ’ ένα άλμπουμ υπό τον
τίτλο “Strands” [ECM
Records / ΑΝ Μusic, 2023].
Κοιτώντας λίγο στο παρελθόν θα δούμε πως η πρώτη ηχογράφηση του Palle Mikkelborg στην ECM προέρχεται από το μακρινό 1977, όταν συμμετείχε στην μπάντα του ντράμερ Edward Vesala, κατά την ηχογράφηση του “Satu”, με τον κιθαρίστα Jakob Bro να εμφανίζεται εκεί, το 2006, ως μέλος της Paul Motian Band, για τις ηχογραφήσεις του “Garden of Eden” και με την Marilyn Mazur να ακούγεται για πρώτη φορά σε ECM-άλμπουμ, στο πολύ γνωστό και αγαπητό και στην Ελλάδα “Twelve Moons” (1993) του Jan Garbarek Group.
Σαν τρίο τώρα, οι Mikkelborg, Bro και Mazur, συνευρίσκονται για πρώτη φορά για τις ανάγκες της δισκογραφίας, και το πράττουν αυτό προτείνοντας ένα καταπληκτικό CD –γιατί τέτοιο είναι το “Strands”–, που έρχεται να πλασαριστεί, τώρα, στο τέλος της χρονιάς, μεταξύ των κορυφαίων του 2023.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει έξι συνθέσεις, εκ των οποίων τέσσερις ανήκουν στον Jakob Bro, μία στον Palle Mikkelborg, ενώ μία μοιράζεται ανάμεσα στους Mikkelborg / Bro, με τις περισσότερες διάρκειες να είναι 7λεπτες-8λεπτες, τη εξαιρέσει του 12λεπτου “Strands” (του Bro) και του έσχατου 3λεπτου “Lyskaster” (επίσης του Bro).
Το άκουσμα, γενικώς, είναι μαγικό. Αυθεντικός ήχος-ECM, με φοβερό στουντιακό φινίρισμα, καθώς δεν αντιλαμβάνεσαι με τίποτα πως πρόκειται για live (το μαρτυρούν μόνο κάποια χειροκροτήματα) και με συνθέσεις που ρέουν αβίαστα, σαν να ενσωματώνεται η μία στην άλλη, με τα κενά, ανάμεσά τους, να μην παίζουν, πρακτικά, κανένα ρόλο.
Βασικά αυτό που κυριαρχεί στο “Strands” είναι η ενότητα – ύφους βεβαίως, μα και παικτικών προθέσεων. Πουθενά δεν ανιχνεύεις κάτι, που να ηχεί παράταιρα εδώ, κάτι που να σε μετατοπίζει, έστω και για λίγο, από την αισθητική γραμμή, που έχουν αποφασίσει να υπηρετήσουν και οι τρεις μουσικοί.
Ένα αργόσυρτο, νωχελικό, αλλά φοβερά συναισθηματικό «ποτάμι μουσικής» είναι το “Strands”, που επιβάλλεται στον ακροατή με την ηρεμία του, την απλωσιά του και την χαλαρότητά του, απαιτώντας τα αντίστοιχα από τη μεριά σου.
Πιθανώς να πρόκειται για νυχτερινή μουσική, ακόμη καλύτερα για μεταμεσονύχτια, χωρίς κανένα κίβδηλο-εντυπωσιακό στοιχείο εντός της, με τους τρεις μουσικούς να παίζουν σαν υπνωτισμένοι εκείνο το ακριβές (και ακριβό), που έχουν στο μυαλό τους.
Δεν γνωρίζω πόσες πρόβες, και κυρίως τι είδους, έχει απαιτήσει αυτή η θεσπέσια μουσική που ακούμε στο “Strands”, φαίνεται, όμως, πως και οι τρεις μουσικοί, ο Mikkelborg, ο Bro και η Mazur, παίζουν σαν... με αυτόματο πιλότο – με όλα τα κομμάτια να κινούνται σε πολύ υψηλό επίπεδο και με το “Returnings”, των Mikkelborg / Bro, εκεί στη μέση να συναρπάζει.
Κοιτώντας λίγο στο παρελθόν θα δούμε πως η πρώτη ηχογράφηση του Palle Mikkelborg στην ECM προέρχεται από το μακρινό 1977, όταν συμμετείχε στην μπάντα του ντράμερ Edward Vesala, κατά την ηχογράφηση του “Satu”, με τον κιθαρίστα Jakob Bro να εμφανίζεται εκεί, το 2006, ως μέλος της Paul Motian Band, για τις ηχογραφήσεις του “Garden of Eden” και με την Marilyn Mazur να ακούγεται για πρώτη φορά σε ECM-άλμπουμ, στο πολύ γνωστό και αγαπητό και στην Ελλάδα “Twelve Moons” (1993) του Jan Garbarek Group.
Σαν τρίο τώρα, οι Mikkelborg, Bro και Mazur, συνευρίσκονται για πρώτη φορά για τις ανάγκες της δισκογραφίας, και το πράττουν αυτό προτείνοντας ένα καταπληκτικό CD –γιατί τέτοιο είναι το “Strands”–, που έρχεται να πλασαριστεί, τώρα, στο τέλος της χρονιάς, μεταξύ των κορυφαίων του 2023.
Το άλμπουμ περιλαμβάνει έξι συνθέσεις, εκ των οποίων τέσσερις ανήκουν στον Jakob Bro, μία στον Palle Mikkelborg, ενώ μία μοιράζεται ανάμεσα στους Mikkelborg / Bro, με τις περισσότερες διάρκειες να είναι 7λεπτες-8λεπτες, τη εξαιρέσει του 12λεπτου “Strands” (του Bro) και του έσχατου 3λεπτου “Lyskaster” (επίσης του Bro).
Το άκουσμα, γενικώς, είναι μαγικό. Αυθεντικός ήχος-ECM, με φοβερό στουντιακό φινίρισμα, καθώς δεν αντιλαμβάνεσαι με τίποτα πως πρόκειται για live (το μαρτυρούν μόνο κάποια χειροκροτήματα) και με συνθέσεις που ρέουν αβίαστα, σαν να ενσωματώνεται η μία στην άλλη, με τα κενά, ανάμεσά τους, να μην παίζουν, πρακτικά, κανένα ρόλο.
Βασικά αυτό που κυριαρχεί στο “Strands” είναι η ενότητα – ύφους βεβαίως, μα και παικτικών προθέσεων. Πουθενά δεν ανιχνεύεις κάτι, που να ηχεί παράταιρα εδώ, κάτι που να σε μετατοπίζει, έστω και για λίγο, από την αισθητική γραμμή, που έχουν αποφασίσει να υπηρετήσουν και οι τρεις μουσικοί.
Ένα αργόσυρτο, νωχελικό, αλλά φοβερά συναισθηματικό «ποτάμι μουσικής» είναι το “Strands”, που επιβάλλεται στον ακροατή με την ηρεμία του, την απλωσιά του και την χαλαρότητά του, απαιτώντας τα αντίστοιχα από τη μεριά σου.
Πιθανώς να πρόκειται για νυχτερινή μουσική, ακόμη καλύτερα για μεταμεσονύχτια, χωρίς κανένα κίβδηλο-εντυπωσιακό στοιχείο εντός της, με τους τρεις μουσικούς να παίζουν σαν υπνωτισμένοι εκείνο το ακριβές (και ακριβό), που έχουν στο μυαλό τους.
Δεν γνωρίζω πόσες πρόβες, και κυρίως τι είδους, έχει απαιτήσει αυτή η θεσπέσια μουσική που ακούμε στο “Strands”, φαίνεται, όμως, πως και οι τρεις μουσικοί, ο Mikkelborg, ο Bro και η Mazur, παίζουν σαν... με αυτόματο πιλότο – με όλα τα κομμάτια να κινούνται σε πολύ υψηλό επίπεδο και με το “Returnings”, των Mikkelborg / Bro, εκεί στη μέση να συναρπάζει.
Το ακουσμα,γενικως,ειναι μαγικο....Και λιγα λες,,,ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΣ ΔΙΣΚΟΣ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή