Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2025

ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ - ΝΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ τα απρόοπτα / κύκλος Β

Είχα καιρό ν’ ακούσω ελληνικό «έντεχνο» δίσκο, που να μου κρατήσει τόσο καλή συντροφιά, όπως συνέβη με τα δεύτερα «Απρόοπτα» [Όγδοο, 2024] των Χρήστου Νικολόπουλου-Νίκου Αναγνωστάκη. Τα λέω «δεύτερα», γιατί έχουν προηγηθεί τα «πρώτα», το 2021, για τα οποία επίσης είχα γράψει καλά λόγια εκείνη την εποχή. Μάλλον τώρα θα γράψω ακόμη καλύτερα, γιατί ακούγοντας πέντε φορές σερί τον δίσκο διαπιστώνω πως αυτός γίνεται πιο μεστός από ακρόαση σε ακρόαση – χωρίς «κενά», χωρίς κομμάτια υποδεέστερα άλλων, με όλα τα τραγούδια να κινούνται σε υψηλό επίπεδο, σε κάθε διάστασή τους. Συνθετικά, στιχουργικά, ερμηνευτικά, ενορχηστρωτικά, ηχητικά (σε σχέση με την παραγωγή) κ.λπ. Τούτο δείχνει κάτι. Πως ακόμη υπάρχουν δυνάμεις στο καθημερινό ελληνικό τραγούδι, οι οποίες, αν συνασπιστούν, μπορούν να κάνουν την διαφορά.
Υπάρχει ένας δονκιχωτισμός στην έκδοση αυτή του Όγδοου, που δεν την συναντάς κάθε μέρα. Οι άνθρωποι εκεί κάνουν τα πάντα, κάνουν το καλύτερο δυνατό, προκειμένου να δώσουν την απαιτούμενη επιπρόσθετη αξία στη δουλειά τους. Αυτό το αντιλαμβάνεσαι αμέσως αν δεις τις έξτρα περιποιημένες εκδόσεις των δεύτερων «απρόοπτων». Το βινύλιο με το προστατευτικό μαύρο inner-sleeve και το 8σέλιδο LP-sized ένθετο. (Λέμε, κατ’ αρχάς για την έκδοση του βινυλίου, με τα 200 αριθμημένα και υπογεγραμμένα από τους δημιουργούς, αντίτυπα). Όμως το ίδιο μεράκι συναντάς και στην CD-έκδοση, το CD-book, με το hardback εξώφυλλο και με το πλούσιο πολυσέλιδο ένθετο, με τις πληροφορίες και τις φωτογραφίες. Δυνατά τα εξώφυλλα και στις δύο εκδόσεις, σχεδιασμένα από τον φίλτατο (και συνεργάτη στο «Jazz & Τζαζ», στην καλύτερη τελευταία εποχή του) Κυριάκο Κουτσογιαννόπουλο.
Εντάξει, όλοι λέμε πως η δισκογραφία έχει... πεθάνει. Και είναι αλήθεια αυτό. Πως οι φυσικές μορφές (LP, CD, MC) δεν πουλάνε πια, υπό την έννοια πως πουλιούνται λίγες εκατοντάδες κομμάτια, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Δυστυχώς, εκεί φθάσανε τα πράγματα, αλλά και ευτυχώς, από μιαν άλλη μεριά, γιατί υπάρχουν και οι δονκιχώτες, που επιχειρούν σ’ αυτούς τους διαφορετικούς καιρούς να επενδύσουν στην υλική μορφή, υπενθυμίζοντας στους παλαιότερους και γνωρίζοντας στους νεότερους τι σήμαινε, κάποτε, δισκογραφία. Και τώρα δηλαδή.
Μια παραγωγή λοιπόν «άλλης εποχής» είναι τα «Τα Απρόοπτα / Κύκλος Β» των Νικολόπουλου-Αναγνωστάκη – και δεν θα κάναμε λόγο, για όλα τα προηγούμενα, αν είχαμε μόνο... απ’ έξω εμφάνιση και από μέσα κάτι της σειράς. Όχι. Τα τραγούδια των Νικολόπουλου-Αναγνωστάκη είναι πολύ καλά –όλα είναι πολύ καλά– έχοντας μετρήσιμα πλεονεκτήματα.
Κατ’ αρχάς είναι τραγούδια που ακούγονται με άνεση. Και τα έντεκα. Το λέω, γιατί αυτό δεν το διαπιστώνεις συχνά στο σύγχρονο «έντεχνο». Ακούς, εννοώ, καλά τραγούδια από ’δω κι από ’κει, αλλά, πολύ σπάνια, συναντάς δίσκους, στους οποίους όλα τα τραγούδια τους να «φεύγουν». Κάποια «κολλάνε» θέλω να πω. Ε, εδώ δεν συμβαίνει αυτό. Όλα τα τραγούδια κυλάνε «νεράκι» και όλα μπορούν να περάσουν, μετά από τις πρώτες ακροάσεις, από τα χείλια σου.
Ο Νικολόπουλος, αν κρίνω απ’ ό,τι ακούω εδώ, είναι σε μεγάλη φόρμα. Δεν ξέρω ποια νεότητα περνάει ο άνθρωπος –την τρίτη, την τέταρτη, την πέμπτη, αληθινά δεν ξέρω–, όμως, όπως το είχα γράψει και πιο παλιά, για έναν τραγουδοποιό που έδωσε για πρώτη φορά τραγούδια του στη δεκαετία του ’60, είναι αδιανόητη μια συνεχής παραγωγή αυτού του υψηλού επιπέδου. Και, μάλιστα, με διάθεση να αναζητήσει ηχοχρώματα, ρυθμούς και μελωδίες, έξω από το βασικό γήπεδό του, το κλασικό λαϊκό, το νεολαϊκό των έιτις ή το «έντεχνο» των νεότερων χρόνων, καθώς εδώ ο Νικολόπουλος μπορεί να πειραματίζεται ακόμη και με την jazz, το rock και βεβαίως με την μπαλάντα. Και είναι συγκινητικό να τον ακούς να τραγουδάει, κιόλας, σε κομμάτια σαν το «Όπως παίζει το μπουζούκι», που φέρνει στη μνήμη μου τα κορυφαία, ιστορικά άλμπουμ του από το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’80 (ναι, εκείνα με τον Μανώλη Ρασούλη).
Δίπλα στον Νικολόπουλο στέκεται ο Νίκος Αναγνωστάκης με τους στίχους του. Πρόκειται για τον άνθρωπο που προφανώς κινητοποιεί τον Νικολόπουλο, για να συνθέσει. Ο Αναγνωστάκης έχει ένα ύφος που αποτελεί συνισταμένη διαφόρων στιχουργικών θεματικών. Το γράψιμό του είναι βασικά λαϊκό, αλλά μέσα του θα βρεις ψήγματα και από τη στιχουργία του Λευτέρη Παπαδόπουλου (με τις πιο λυρικές αποτυπώσεις), αλλά και πιο «έντεχνων» στιχουργών, όπως είναι ο Θοδωρής Γκόνης ας πούμε. Ο Αναγνωστάκης «μιλάει» με απλές μεταφορές, ο λόγος του είναι σφιχτός, καθώς χρησιμοποιεί μόνον ό,τι είναι δυνατόν να τραγουδηθεί, τα λόγια του διαπνέονται από μια νοσταλγική αύρα, ενώ φιλοσοφεί μ’ έναν τρόπο συχνά συγκινητικό, που σε πάει πίσω σε πιο απλές εποχές, και καταστάσεις, όταν το τραγούδι αναδεικνυόταν μέσα από τη διάχυσή του στις παρέες και τα γλέντια (σπιτικά ή μη).
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, που κινούνται ο συνθέτης με τον στιχουργό, έρχονται οι τραγουδιστές, επιλεγμένοι, ο καθένας και η καθεμία, για να πουν συγκεκριμένου τύπου τραγούδια – που να ταιριάζουν όχι μόνο στη φωνή τους, αλλά και στην γενικότερη κυρίαρχη εικόνα τους. Οι Μίλτος Πασχαλίδης, Βιολέτα Ίκαρη, Σταμάτης Κραουνάκης, Δημήτρης Ζερβουδάκης, Μελίνα Ασλανίδου, Αντώνης Ρέμος, Βασίλης Σκουλάς, Χρήστος Θηβαίος και Μιρέλα Πάχου αναλαμβάνουν, λοιπόν, το ερμηνευτικό κομμάτι.
Περαιτέρω, είναι οι ενορχηστρώσεις του Θύμιου Παπαδόπουλου που δίνουν στα τραγούδια τη συγκεκριμένη όψη –οι γραμμές των πνευστών, επί των οποίων ειδικεύεται, δεκαετίες τώρα, ο Παπαδόπουλος, είναι από τα μεγάλα ατού του δίσκου– και όποιος θέλει να δει τι ακριβώς εννοώ ας ακούσει το «Και τι έγινε τι» με την Μελίνα Ασλανίδου, η οποία αποδίδει (και) ένα από τα ωραιότερα τραγούδια του δίσκου. Ακόμη και ο Ρέμος μού φαίνεται ενδιαφέρων εδώ, στο «Τα όνειρα σε ξεγελούν», ένας πολύ καλός τραγουδιστής τεχνικά αλλά απρόσωπος χρωματικά, ενώ στα πρώτης τάξεως άσματα θα συμπεριλάμβανα σίγουρα το «Μη φοβάσαι σε θυμάμαι» με τον Πασχαλίδη, το «Έλα τώρα στ’ όνειρό μου» με την Ίκαρη, τον πάντα παιγνιώδη Κραουνάκη στη «Γάτα», και βασικά τα δύο τραγούδια που λέει μόνος του ο Νικολόπουλος («Ρεμπέτικο και τζαζ στο ίδιο το ποτήρι», «Όπως παίζει το μπουζούκι»), δίχως να υστερεί κανένα από τα υπόλοιπα.
Ένας «έντεχνος» δίσκος, λοιπόν, για να τον ακούσεις από την αρχή έως το τέλος του, που προφέρει λαϊκότητα υψηλή και μετρημένη.
Επαφή: https://ogdooshop.gr/aproopta_kuklos_b

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου