Τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά εντοπίζω, στην ελληνική σκηνή, μπάντες οι οποίες επιχειρούν να αναμοχλεύσουν το ηχογραφικό παρελθόν (εγχώριο και αλλοδαπό), βγάζοντας προς τα έξω μια… σπαραξικάρδια εικόνα. Σαν να κάνουν πλάκα, σαν να αναποδογυρίζουν το τσουκάλι για να δουν τι υπάρχει από κάτω (χύνοντας ό,τι υπάρχει μέσα), σαν να επιθυμούν να κάνουν δικά τους, όσα τους ανήκουν και, κυρίως, όσα δεν τους ανήκουν, μη λογοδοτώντας σε κανέναν. Υπάρχει δηλαδή μία αρχικώς αδικαιολόγητη, αλλά στη διαδρομή γενναία σιγουριά, που αφορά στην αισθητική στόχευση και η οποία υπηρετείται με ήθος, γνώση και αναρχοκρατούμενο χιούμορ. Τους Burger Project έχω κατά νου, αλλά και τους Swing Shoes, το άλμπουμ τους “Ladies & Gents, Here’s The Swing Shoes”, που κυκλοφόρησε λίγο μήνες πριν από τις Prominence Recordings.Οι Swing Shoes, έτσι τουλάχιστον όπως εμφανίζονται στην ηχογράφηση (2/2008), είναι βασικά, τρία άτομα – ο Αντώνης Γουλιέλμος κιθάρες, ο Γιώργος Κούτρας κιθάρες, banjo, dobro και ο Πάνος Τομαράς μπάσο –, αν και, σήμερα, το συγκρότημα είναι πλέον κουαρτέτο (ασχέτως αν μετατρέπεται ακόμη και σε οκτέτο…), μια και δίπλα στους Γουλιέλμο, Κούτρα και Τομαρά, ο βιολιστής Ανδρέας Σιγαλός έχει πλέον ρόλο μόνιμο.
Εκείνο που πράττουν οι Swing Shoes είναι πρωτότυπο, όχι όσον αφορά στο προβαλλόμενο ηχόχρωμα αναγκαστικώς (αφού ο Django Reinhardt είναι πανταχού παρόν – δίχως να κρύβεται, ταυτοχρόνως, η αγάπη τους και για τον Μανώλη Χιώτη φερ' ειπείν), όσο κυρίως στην ικανότητά τους να ομογενοποιούν διαφορετικά ακούσματα, προς την κατεύθυνση του gypsy ακουστικού swing. Γιατί – πώς να το κάνουμε; – άλλο πράγμα είναι το “Swing ’42” του Django, άλλο το «Δεν σε θέλω πια», άλλο το “20th century boy” των T. Rex και άλλο το “Rollin’ & tumblin’” του Muddy Waters. Παρά ταύτα, παρά τον φαινομενικό κατακερματισμό του ρεπερτορίου που επιλέγουν, γι’ αυτήν την πρώτη έξοδό τους στη δισκογραφία, οι Swing Shoes έχουν τη δύναμη, τη γνώση και την πρόνοια, αν θέλετε, να φέρουν στα μέτρα τους ένα υλικό, το οποίον, έτσι όπως τ’ ακούς, σε πείθει απολύτως.Κατ’ αρχάς (και εν τέλει), εκείνο που είναι φανερό είναι πως οι άνθρωποι έχουν δουλέψει πάνω στο συγκεκριμένο σχέδιο. Έχουν καταφέρει, δηλαδή, να σβήσουν τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ κομματιών, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν, εμμένοντας στη δική τους lo-fi ενοργανική προσέγγιση και μάλιστα με ελάχιστες έξωθεν βοήθειες (μόνο στο “20th century boy” του Marc Bolan ακούγεται η Sugahspank! στη φωνή, ο Oxocube στα κρουστά και ο Σιγαλός στο βιολί, ο οποίος, όπως είπα, θα γινόταν λίγο αργότερα μόνιμο μέλος τους). Οι versions, με άλλα λόγια, απ’ όποια πλευρά και να τις δεις, είναι πολύ δεμένες, με ωραίες αυτοσχεδιαστικές(;) παρεμβάσεις στις εισαγωγές ή αλλαχού («Καραγκούνα», «Γιάννη μου το μαντήλι σου»), μεταφέροντας, δίχως πρόβλημα, έναν ωραίο Hot Club αέρα.
Να μιλήσω για αναπάντεχο (ελληνικό) άκουσμα; Όχι, για όσους τους έχουν δει ζωντανά ή απ' το YouTube τα τελευταία 3-4 χρόνια.
Που να σκεφτεί κανείς πως τουλάχιστον οι δυο από τους μουσικούς ήταν και μέλη ροκ συγκροτημάτων. Ο Γουλιέλμος personality crisis, rockin bones και ο Τομαράς honeydive, engine, earthbound(από αυτά που ξέρω εγώ, μπορεί να είναι κι άλλα)
ΑπάντησηΔιαγραφή