Σάββατο 30 Απριλίου 2011
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ποιος θα με θυμάται;
Ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου έχει φανατικούς ακροατές – το διαπιστώνει ο καθείς στις συναυλίες του –, αλλά και ανθρώπους που δεν έλκονται από εκείνα που παρουσιάζει. Προσφάτως, βρέθηκα σε μια παρέα κι άνοιξε η… σχετική συζήτηση. Ακούστηκαν επιχειρήματα και από τους μεν και από τους δε· δεν ήταν τίποτα «άσχετοι», όσοι έβλεπαν-βλέπουν στον Παπακωνσταντίνου μια μανιέρα, που δεν τον βγάζει, πλέον, πουθενά (έτσι ισχυρίζονταν). Προσωπικώς, δεν είμαι σίγουρος αν θα πρέπει να γράψω για «μανιέρα», καθότι εκείνο που μ’ ενδιαφέρει δεν είναι το αν κάποιος κάνει συνεχώς τον «ίδιο» δίσκο (κατ’ εμέ ο καλλιτέχνης δεν πρέπει ν’ αλλάζει, οδηγούμενος στις «αλλαγές» από ταπεινές θέσεις), αλλά για το αν ο δικός του τρόπος εξακολουθεί να λειτουργεί, εξακολουθεί να παράγει concept, εξακολουθεί να πλάθει εικόνες που να υπερβαίνουν το χαμερπές· αν προκύπτουν, εν ολίγοις, δυνατά ορχηστρικά και καλά τραγούδια.
Έχω γράψει πολλές φορές για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου (για κάθε δίσκο του από το «Λάφυρα» και μετά). Τον έχω παρακολουθήσει από κοντά στη δισκογραφία, τον έχω δει και live (δεν χρειάζεται να τονίσω πως, σε ό,τι με αφορά, μόνον από τους δίσκους βγάζω συμπεράσματα – στα live πηγαίνω για άλλους λόγους), έχοντας επιχειρήσει να μπω στον κόσμο του, ξεκλειδώνοντάς τον από κάτι χαραμάδες· ατάκτως, τώρα, τις ανοίγω λίγο παραπάνω… Είναι η αγάπη του για την ιταλική κουλτούρα (το τραγούδι, τον κινηματογράφο – η αποτύπωση της φύσης στις ταινίες των Taviani ή του Pasolini), είναι το ενδιαφέρον του για κάποιο είδος αποσυνάγωγων (υπερατλαντικοί επαναστάτες, προαιώνιοι ληστές της ελληνικής υπαίθρου…), είναι η αφοσίωσή του στον κόσμο του φυσικού σκότους (της… μέρας τα καμώματα τα βλέπει η νύχτα και πονά), είναι η ασύνειδη ποιητική του διάθεση (ένα τίποτα, που δύναται να εξελιχθεί σε όλον), είναι η απόφασή του να ταξιδεύει με το νου (δεν λέω με την καρδιά) και όχι με τα πόδια. Αν όλα τούτα αποτελούν στοιχεία μιας «μανιέρας», ενός «συστήματος», τότε εγώ θα έλεγα πως κάθε απόπειρα μετατροπής αυτού του «συστήματος» σε κάτι άλλο θα ήταν ολέθρια για την εικόνα του ως τραγουδοποιού. (Ο ίδιος) δεν θ’ αναγνωριζόταν.
Ο «Ελάχιστος εαυτός» [Εξώστης/ Inner Ear, 2011] είναι ένας ακόμη άξιος δίσκος, για τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Προσωπικώς, θα τον έβαζα στο ίδιο ύψος (δεν θέλω να παίζω με τα χιλιοστά) με τον «Βραχνό Προφήτη» και την «Αγρύπνια». Το «Ποιος θα με θυμάται» είναι σπάνιο τραγούδι (ο Φώτης Σιώτας αφήνει βαθύ αποτύπωμα), ένα από τα καλύτερα του Λαρισαίου την τελευταία δεκαετία. Το “San Michele” έχει έναν εξομολογητικό τόνο, που δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο. Ο Ορφέας Περίδης μπαίνει στο… κόλπο με την «Ανταρκτική», αλλά εγώ τον προτιμώ στην «Ομίχλη», σ’ ένα… τυπικό για τον Παπακωνσταντίνου τραγούδι «άλλων» διαστάσεων. Στο «Σαν παιδί» ο Σιώτας ζωγραφίζει εκ νέου με τη φωνή του, μετατρέποντας το δίστιχο «στην άχραντη σιγή/ φωτιά και χιόνι» σε καθαρτήριο ίαμα, ενώ δεν με αφήνουν αδιάφορο ούτε ο «Σιμούν», ούτε πολύ περισσότερο το «Τα τραγούδια που έγραψα»· μία μάλλον δυσεύρετη περίπτωση έμμετρης αυτοκριτικής, ίνα μην έχουμε να λέμε…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Τα ύψη του τρίπτυχου "Βραχνός Προφήτης-Αγρύπνια-Η βροχή από κάτω" δεν νομίζω ότι θα μπορέσει να τα πιάσει ξανά ο Παπακωνσταντίνου. Είναι τόσο δυνατή η παρουσία των έργων αυτών μέσα στον ρου των τελευταίων ετών της ελληνικής μουσικής. Κατά την ταπεινή μου άποψη,
ΑπάντησηΔιαγραφήέκτοτε ο τραγουδοποιός συνέχισε να γράφει κάνοντας απλά ιδανική διαχείρηση της κληρονομιάς τους.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι επόμενοι δίσκοι (και εν προκειμένω, ο "Ελάχιστος Εαυτός") είναι αδιάφοροι. Επέτρεψέ μου να χρησιμοποιήσω λίγο διαφορετικά το γραφόμενό σου: ο "Ελάχιστος Εαυτός" είναι ΕΝΑΣ ΑΚΟΜΗ άξιος δίσκος για τον Θ.Π. Ένας ακόμη, όμως. Και χωρίς καν να προσεγγίσει τα ύψη
οποιουδήποτε έργου από την προαναφερθείσα τριλογία.
Τέλος, πιστεύω ότι στις κορυφαίες στιγμές του δίσκου είναι ο "Φέγγαρος" για τον οποίο δεν είδα κάποια αναφορά εκ μέρους σου.
Ταπεινή, προσωπική άποψη τα παραπάνω.
Κουβέντα να γίνεται...
Στέφανος
o Θανασηs οπωs ΠΑΝΤΑ ειναι πολυ καλοs , εμενα μου αρεσαν περισσοτερο τα Σιμουν και Μικρο παιδι[τελειο] .ο "Ελάχιστος Εαυτός" Δεν ειναι "Βραχνός Προφήτης '' η ''Αγρύπνια ''ειναι σε πολυ καλο επιπεδο αs μη μαλωνουμε για ποιο ειναι το καλυτερο , γουστα ειναι.Thanks / Salaok
ΑπάντησηΔιαγραφήEla vre Thanash .Ayti einai psychedelia adelfia -Kgoodfor.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ σε πολύ μεγάλο βαθμό με το κείμενό σας. Ασύλληπτος Περίδης στην Ομίχλη (απορώ πώς το προσπερνούν οι περισσότεροι), καταπληκτικό τραγούδι το Σαν Παιδί και φυσικά μεγάλο κομμάτι το Ποιός θα με θυμάται. Για μένα ο δίσκος δεν είναι στο ύψος του Βραχνού Προφήτη ή της Αγρύπνιας, αλλά όπως σωστά είπατε, ας μην παίζουμε με τα εκατοστά. Τα περί μανιέρας κλπ τα ακούω με έκπληξη σε διάφορες συζητήσεις. Συμφωνώ με αυτό που γράψατε και προσθέτω ότι ένας τραγουδοποιός 53 ετών συνεχίζει να "σκαλίζει", να ψάχνεται, να πειραματίζεται, χωρίς να αυτοαναιρείται ή να επανασυστήνεται. Αυτό δεν είναι άξιο συγχαρητηρίων; Πόσοι τραγουδοποιοί καταφέρνουν να βγάζουν ενδιαφέροντες δίσκους μετά από το πέρασμα 15-20 ετών;
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραίο κομμάτι, όπως κι' αν το δει κανείς.Αυτή η σύνθεση τόσων πραγμάτων όσο κι' αν φαίνεται απλή-επειδή είναιπετυχημένη- εκ των υστέρων, δεν είναι καθόλου αυτονόητη.
ΑπάντησηΔιαγραφήOk, Στέφανε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτσι, Salaok.
Με τη… μεταφορική του έννοια, τον αποδέχομαι τον όρο, Kgoodfor.
Απολύτως σωστή η τελευταία ερώτηση, Stepas.
Συμφωνώ, Yorgo.