Αν ήθελα να κάνω ένα post σχετικό με το πνεύμα της ημέρας, τότε θα έγραφα π.χ. για τους Axis (Ντέμης Βισβίκης και Σία) και το “Pa Vu Ga Di” από το τρίτο LP τους (1973) στη… γαλλική Riviera. Η Μεγάλη Παρασκευή όμως δεν αποτελεί, πάντα, θέμα προς… εκμετάλλευση (θα τα πούμε άλλη φορά), γι’ αυτό πάω παρακάτω.
Πριν από λίγες μέρες κοιτώντας τα διάφορα CD που υπάρχουν χύμα στο γραφείο έπεσα πάνω στην «Ενοχή των Αμνών» του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα· άλμπουμ, το οποίον είχε δώσει πέρυσι η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία σε συνεργασία με την ελληνική EMI. (Το θυμάμαι, ως ένθετο, στην Κυριακάτικη, αλλά επειδή μετρημένες στα δάκτυλα φορές έχω αγοράσει εφημερίδες με «προσφορές», το CD δεν το είχα πιάσει ποτέ στα χέρια μου).
Καθώς λοιπόν το περιεργαζόμουν πρόσεξα κάτι που μου έκανε εντύπωση. Να πω… μεγάλη; Να το πω. Μεγάλη εντύπωση. Ένα τραγούδι, το φερώνυμο με τον τίτλο του άλμπουμ, ήταν σε μουσική των… Soft Machine. Επρόκειτο για το “The tale of Taliesin” από το άλμπουμ “Softs” [Harvest SHSP 4046] του 1976, πάνω στο οποίο είχε βάλει στίχους ο Ισαάκ Σούσης. (Προφανώς δε λέω κάτι καινούριο, αφού, σίγουρα, πολλοί άλλοι πριν από εμένα θα το έχουν εντοπίσει).
Το “Softs”, απ’ όσο θυμάμαι, πρέπει να είναι το πρώτο άλμπουμ των Soft Machine που αγόρασα ποτέ, κάπου εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πετυχαίνοντας, βεβαίως, την ελληνική κόπια (αυτήν έχω ακόμη) στην EMIAL/ Harvest 062-1977611, από το 1976. (Δεν είμαι σίγουρος αν το LP βγήκε στην Ελλάδα το '76 ή αργότερα, αν και αυτή η χρονιά αναγράφεται στο label). Το άλμπουμ μου άρεσε πάντα –και ακόμη μου αρέσει, επειδή τώρα το ξανάκουσα– και βρίσκω μάλλον αδικαιολόγητη την «κάπως» κριτική που έχει υποστεί, ως… fusion (λες και το fusion εμπεριέχει, εκ των προτέρων, κάτι αρνητικό), ή ως «καμμία σχέση με τα πρώτα» και άλλα τέτοια σχετικά.
Και βεβαίως δεν έχει καμμία σχέση με τα πρώτα (“The Soft Machine”, “Volume Two”). Άλλα ούτε και με τα… δεύτερα (“Third”, “Fourth”, “Fifth”) έχει σχέση, ούτε δε και με τα… τρίτα (“Six”, “Seven”). Οι Soft Machine ήταν ένα γκρουπ, στα seventies, που εξελισσόταν εν σχέσει, πάντα, με την επικοινωνία της jazz με το rock, και ανεξαρτήτως, κάθε φορά, από το ποιοι μουσικοί τους αποτελούσαν δεν ηχογράφησαν ποτέ (στα 70s) αδιάφορο άλμπουμ. Επειδή κατανοώ (και πολλοί άλλοι υποθέτω) πως θα ήταν αδύνατον να έβγαινε το 1976 ένας δίσκος όπως ας πούμε το “Volume Two”, τούτο δεν μπορεί να με οδηγεί, σώνει και καλά, να μειώσω εντός μου (και εκτός μου) το “Alive & Well: Recorded in Paris” π.χ. ή το “Softs”.
Στο “The Tale of Taliesin”, που είναι μία σύνθεση του κιμπορντίστα Karl Jenkins (άνευ στίχων – το λέω, γιατί στο δίκτυο, σε δεκάδες sites, διαβάζεις για στίχους των Soft Machine!), με την χαρακτηριστική μελωδία να παίζεται από την κιθάρα του John Εtheridge (συμμετείχαν επίσης οι Roy Babbington μπάσο, John Marshall ντραμς και Alan Wakeman σοπράνο, τενόρο), κατόρθωσε να βάλει ελληνικούς στίχους ο Ισαάκ Σούσης, δημιουργώντας, μαζί με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και τους υπόλοιπους έλληνες μουσικούς μία αξιοπρόσεκτη διασκευή, που κάτι θέλει να πει· και το λέει.
Πριν από λίγες μέρες κοιτώντας τα διάφορα CD που υπάρχουν χύμα στο γραφείο έπεσα πάνω στην «Ενοχή των Αμνών» του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα· άλμπουμ, το οποίον είχε δώσει πέρυσι η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία σε συνεργασία με την ελληνική EMI. (Το θυμάμαι, ως ένθετο, στην Κυριακάτικη, αλλά επειδή μετρημένες στα δάκτυλα φορές έχω αγοράσει εφημερίδες με «προσφορές», το CD δεν το είχα πιάσει ποτέ στα χέρια μου).
Καθώς λοιπόν το περιεργαζόμουν πρόσεξα κάτι που μου έκανε εντύπωση. Να πω… μεγάλη; Να το πω. Μεγάλη εντύπωση. Ένα τραγούδι, το φερώνυμο με τον τίτλο του άλμπουμ, ήταν σε μουσική των… Soft Machine. Επρόκειτο για το “The tale of Taliesin” από το άλμπουμ “Softs” [Harvest SHSP 4046] του 1976, πάνω στο οποίο είχε βάλει στίχους ο Ισαάκ Σούσης. (Προφανώς δε λέω κάτι καινούριο, αφού, σίγουρα, πολλοί άλλοι πριν από εμένα θα το έχουν εντοπίσει).
Το “Softs”, απ’ όσο θυμάμαι, πρέπει να είναι το πρώτο άλμπουμ των Soft Machine που αγόρασα ποτέ, κάπου εκεί στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πετυχαίνοντας, βεβαίως, την ελληνική κόπια (αυτήν έχω ακόμη) στην EMIAL/ Harvest 062-1977611, από το 1976. (Δεν είμαι σίγουρος αν το LP βγήκε στην Ελλάδα το '76 ή αργότερα, αν και αυτή η χρονιά αναγράφεται στο label). Το άλμπουμ μου άρεσε πάντα –και ακόμη μου αρέσει, επειδή τώρα το ξανάκουσα– και βρίσκω μάλλον αδικαιολόγητη την «κάπως» κριτική που έχει υποστεί, ως… fusion (λες και το fusion εμπεριέχει, εκ των προτέρων, κάτι αρνητικό), ή ως «καμμία σχέση με τα πρώτα» και άλλα τέτοια σχετικά.
Και βεβαίως δεν έχει καμμία σχέση με τα πρώτα (“The Soft Machine”, “Volume Two”). Άλλα ούτε και με τα… δεύτερα (“Third”, “Fourth”, “Fifth”) έχει σχέση, ούτε δε και με τα… τρίτα (“Six”, “Seven”). Οι Soft Machine ήταν ένα γκρουπ, στα seventies, που εξελισσόταν εν σχέσει, πάντα, με την επικοινωνία της jazz με το rock, και ανεξαρτήτως, κάθε φορά, από το ποιοι μουσικοί τους αποτελούσαν δεν ηχογράφησαν ποτέ (στα 70s) αδιάφορο άλμπουμ. Επειδή κατανοώ (και πολλοί άλλοι υποθέτω) πως θα ήταν αδύνατον να έβγαινε το 1976 ένας δίσκος όπως ας πούμε το “Volume Two”, τούτο δεν μπορεί να με οδηγεί, σώνει και καλά, να μειώσω εντός μου (και εκτός μου) το “Alive & Well: Recorded in Paris” π.χ. ή το “Softs”.
Στο “The Tale of Taliesin”, που είναι μία σύνθεση του κιμπορντίστα Karl Jenkins (άνευ στίχων – το λέω, γιατί στο δίκτυο, σε δεκάδες sites, διαβάζεις για στίχους των Soft Machine!), με την χαρακτηριστική μελωδία να παίζεται από την κιθάρα του John Εtheridge (συμμετείχαν επίσης οι Roy Babbington μπάσο, John Marshall ντραμς και Alan Wakeman σοπράνο, τενόρο), κατόρθωσε να βάλει ελληνικούς στίχους ο Ισαάκ Σούσης, δημιουργώντας, μαζί με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και τους υπόλοιπους έλληνες μουσικούς μία αξιοπρόσεκτη διασκευή, που κάτι θέλει να πει· και το λέει.
Η μελωδία της αρχής στο κομμάτι του Μαχαιρίτσα είναι από αλλού. Κάτι σε Mahavishnu μου θυμίζει αλλά δεν το βρίσκω και έχω κολλήσει. Καλή ανάσταση.
ΑπάντησηΔιαγραφήYorgos
Δεν ξέρω Yorgo. Εμένα μου φαίνεται κάπως σαν παραλλαγή της μελωδίας των Softs. Anyway… Καλή Ανάσταση και σ’ εσένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤελικά είναι το Aubade από τον ίδιο δίσκο (http://is.gd/2dZJJj).Συγγενής μελωδία βέβαια.Κι' εγώ τον έχω από τοτε το δίσκο κι' εξακολουθεί να μου αρέσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ σωστός. Δηλαδή στο CD του Μαχαιρίτσα πήραν και τη μικρή εισαγωγή – σκάρτα δύο λεπτά – του “Softs”. Τo “Aubade” (επίσης σύνθεση του Jenkins) είναι το Α1 track (το λέω για όσους δεν έχουν το δίσκο) το οποίον και ακολουθείται από το “The tale of Taliesyn” (Α2 track).
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραγνωρισμένο album το "Softs", αρκούντως απολαυστικό δε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαμμιά φορά ξέρεις τι συμβαίνει spacefreak; Τα άλμπουμ που δεν γράφουν την ιστορία μάς κρατάνε καλύτερη συντροφιά από ’κείνα που τη γράφουν…
ΑπάντησηΔιαγραφήKonstantinos Makris
ΑπάντησηΔιαγραφήγεια σου Φώντα
με τεράστια χρονο-καθυστέρηση σχόλιο για την ανάρτηση σου από το 2011 για τους soft machine.
Τη βρήκα καθώς χτες φτιάχνοντας τη παλιά δισκοθήκη έπεσα πάνω στο βινύλιο των soft machine softs.
Και για μένα ήταν ο πρώτος δίσκος τους που αγόρασα ήταν Νοέμβριος του 76 όντας πρωτοετής στη Θεσσαλονίκη, ελληνική εγγραφή (επιβεβαιώνω ότι ο δίσκος κυκλοφόρησε το 76 στην Ελλάδα) και αγοράστηκε σε ένα δισκάδικο στη Διαγώνιο. Ακόμα δεν είχα καλά καλά σπίτι να μείνω και ετσι τον άκουσα στο πικαπ μιας ξαδέλφης μου.
Εκείνο που έχει μείνει ακόμα και σήμερα ήταν η αντίδραση..... της καρδερίνας (ναι η ξαδέλφη μου είχε ένα κίτρινο πουλί στο κλουβί μάλλον καρδερίνα) έ λοιπόν αυτό μόλις άκουγε το aubade τρελαινόταν και κελαηδούσε σαν παλαβό. Φαίνεται το σοπράνο του wakeman μίλαγε στο πουλί ... και δεν ήταν μια φορά .... όποτε του το βάζαμε να το ακούσει η αντίδραση του ήταν η ίδια...
τώρα το ξανάκουσα χτες και το ξενύχτησα ακούγοντας ότι δίσκο και CD ξέθαψα από όλη αυτή την ομάδα μουσικών που κατάφερε να μαγέψει αυτό το φοβερό πουλί....έστω και με ένα μουσικό κομμάτι.
Στη συνέχεια αγοράστηκαν το Bundles και Land of Cockayne με το φοβερό Allan Holdsworth στη κιθάρα. Μπορεί οι κριτικές της εποχής να ήταν μέτριες για αυτά τα άλμπουμ αλλά έμενα προσωπικά μου άρεσαν.
Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να βρω τους πρώτους τους δίσκους αλλά και τους προσωπικούς όλης αυτής της παρέας.
ετσι στη μνήμη του πουλιού που του άρεσαν οι soft machine